{[['']]}
Η καταγωγή της Οικογένειας της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους
Όταν ο Καίσαρας μας αφηγείται για τους Βρετανούς, που τότε βρίσκονταν στη μέση βαθμίδα της βαρβαρότητας, ότι «έχουν δέκα-δέκα ή δώδεκα-δώδεκα τις γυναίκες τους από κοινού μεταξύ τους και μάλιστα, συνήθως, αδερφοί με αδερφούς και γονείς με παιδιά»*, τότε αυτό εξηγείται καλύτερα σαν ομαδικός γάμος.
Οι μητέρες της βαρβαρότητας δεν έχουν δέκα ή δώδεκα γιους, αρκετά μεγάλους για να μπορούν να έχουν από κοινού γυναίκες, το αμερικανικό όμως σύστημα συγγένειας, που αντιστοιχεί στην πουναλουανή οικογένεια, δίνει πολλούς αδερφούς, γιατί όλα τα κοντινά και μακρινά ξαδέρφια ενός άντρα είναι αδέρφια του. Το «γονείς με παιδιά» μπορεί να είναι λαθεμένη αντίληψη του Καίσαρα. Το ότι πατέρας και γιος ή μητέρα και κόρη μπορούσαν να βρίσκονται στην ίδια ομάδα γάμου δεν αποκλείεται ωστόσο ολότελα στο σύστημα αυτό, μάλλον όμως αποκλειόταν να βρίσκονται πατέρας και κόρη ή μητέρα και γιος στην ίδια ομάδα. Επίσης αυτή ή μια παρόμοια μορφή ομαδικού γάμου εξηγεί ευκολότερα τις πληροφορίες του Ηρόδοτου και άλλων αρχαίων συγγραφέων για την κοινοκτημοσύνη των γυναικών σε άγριους και βάρβαρους λαούς.
Αυτό ισχύει και για όσα λέει ο Ουάτσον και ο Κέι (The people of India), για τους Τικούρ στον Αουντ (στα βόρεια του Γάγγη): «Ζούνε μαζί (δηλαδή σεξουαλικά) σχεδόν χωρίς διάκριση σε μεγάλες κοινότητες και όταν δυο άνθρωποι θεωρούνται παντρεμένοι ο ένας με τον άλλο, πάλι ο συζυγικός δεσμός είναι μονάχα ονομαστικός.»
Ο θεσμός του γένους (gens) φαίνεται στις περισσότερες περιπτώσεις να βγήκε άμεσα από την πουναλουανή οικογένεια. Βέβαια και το αυστραλιανό σύστημα των τάξεων** δίνει μια αφετηρία για το γένος. Οι Αυστραλοί έχουν γένη, δεν έχουν όμως ακόμα πουναλουανή οικογένεια, αλλά μια πιο χοντροκομμένη μορφή ομαδικού γάμου.
Σ' όλες τις μορφές της ομαδικής οικογένειας δεν είναι βέβαιο ποιος είναι ο πατέρας ενός παιδιού, σίγουρο όμως είναι ποια είναι η μητέρα του. Κι αν ακόμα ονομάζει όλα τα παιδιά της συλλογικής οικογένειας παιδιά της κι έχει μητρικά καθήκοντα απέναντι τους, ξεχωρίζει ωστόσο ανάμεσα στ' άλλα τα παιδιά που αυτή γέννησε. Είναι λοιπόν φανερό ότι όσο υπάρχει ομαδικός γάμος, η καταγωγή μπορεί ν' αποδείχνεται μονάχα από τη μητρική πλευρά, δηλαδή αναγνωρίζεται μόνο η γυναικεία γραμμή. Αυτό πραγματικά συμβαίνει σ' όλους τους άγριους λαούς και στους λαούς που ανήκουν στην κατώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας. Αυτό είναι η δεύτερη μεγάλη υπηρεσία που πρόσφερε ο Μπάχοφεν, το γεγονός ότι πρώτος αυτός το ανακάλυψε. Χαρακτηρίζει με τον όρο μητρικό δίκαιο αυτή την αποκλειστική αναγνώριση της γενεαλογικής σειράς από τη μητέρα και τις σχέσεις κληρονομιάς που με τον καιρό πηγάζουν απ' αυτή. Κρατώ τον όρο αυτό για τη συντομία του. Είναι όμως στραβό, γιατί σ' αυτή τη βαθμίδα της κοινωνίας δεν μπορεί ακόμα να γίνεται λόγος για δίκαιο με τη νομική έννοια.
Ας πάρουμε τώρα από την πουναλουανή οικογένεια τη μια από τις δυο υποδειγματικές ομάδες, δηλαδή την ομάδα μιας σειράς ομομήτριες και πιο μακρινές αδερφές (που κατάγονται δηλαδή από ομομήτριες αδερφές πρώτου, δεύτερου ή πιο μακρινού βαθμού) μαζί με τα παιδιά τους και τους ομομήτριους ή τους πιο μακρινούς αδερφούς τους από μητρική πλευρά (που κατά τη δική μας προϋπόθεση δεν είναι άντρες τους), κι έχουμε τότε ακριβώς τον κύκλο των προσώπων που αργότερα εμφανίζονται σαν μέλη ενός γένους στην πρωτόγονη μορφή αυτού του θεσμού. Έχουν όλοι μια κοινή προμήτορα, και λόγω της καταγωγής απ' αυτήν όλοι οι θηλυκοί απόγονοι κάθε γενιάς είναι αδερφές. Όμως, οι άντρες αυτών των αδερφάδων δεν μπορούν πια να είναι αδερφοί τους, δηλαδή δεν μπορούν να κατάγονται απ' αυτή την προμήτορα, δεν ανήκουν λοιπόν στην ομάδα με βάση τη συγγένεια εξ αίματος, στο κατοπινό γένος. Τα παιδιά τους όμως ανήκουν σ' αυτή την ομάδα, μια και αποφασιστικό ρόλο παίζει μονάχα η καταγωγή από τη μητρική πλευρά, γιατί μονάχα αυτή είναι σίγουρη.
Μόλις γίνει γεγονός η απαγόρευση των σεξουαλικών σχέσεων ανάμεσα σ' όλα τα αδέρφια, ακόμα και στα πιο μακρινά πλάγια αδέρφια από μητρική πλευρά, μετατρέπεται και η πιο πάνω ομάδα σε γένος, δηλαδή συγκροτείται σε σφιχτό κύκλο από συγγενείς εξ αίματος της γυναικείας γενεαλογικής γραμμής, που δεν επιτρέπεται να παντρεύονται μεταξύ τους, και που από εδώ και μπρος όλο και περισσότερο εδραιώνεται με άλλους κοινούς θεσμούς κοινωνικού και θρησκευτικού χαρακτήρα και που ξεχωρίζει από τ' άλλα γένη της ίδιας φυλής. Γι' αυτό θα μιλήσουμε διεξοδικά αργότερα. Όταν όμως βρίσκουμε ότι το γένος εξελίχθηκε όχι μόνο αναγκαστικά, αλλά και αυτονόητα από την πουναλουανή οικογένεια, είναι φυσικό να θεωρήσουμε σχεδόν σίγουρη την ύπαρξη στο παρελθόν αυτής της οικογενειακής μορφής για όλους τους λαούς, όπου μπορούν να βρεθούν θεσμοί γένους, δηλαδή περίπου για όλους τους βάρβαρους και πολιτισμένους λαούς.
Όταν ο Μόργκαν έγραφε το βιβλίο του, οι γνώσεις μας για τον ομαδικό γάμο ήταν ακόμα πολύ περιορισμένες. Λίγα πράγματα ξέραμε για τους ομαδικούς γάμους των Αυστραλών, που ήταν οργανωμένοι σε τάξεις, και χώρια απ' αυτό ο Μόργκαν είχε δημοσιεύσει ήδη το 1871 τις πληροφορίες που του είχαν έρθει για την πουναλουανή οικογένεια της Χαβάης***.
Η πουναλουανή οικογένεια από τη μια μεριά εξηγούσε πέρα για πέρα το σύστημα συγγένειας που επικρατεί στους Ινδιάνους της Αμερικής και που χρησίμευσε στον Μόργκαν σαν αφετηρία για όλες τις έρευνες του. Από την άλλη μεριά, αποτελούσε την έτοιμη αφετηρία για την εξήγηση της προέλευσης του μητρικού γένους. Και, τέλος, εκπροσωπούσε μια πολύ πιο υψηλή βαθμίδα εξέλιξης από τις αυστραλιανές τάξεις. Ήταν λοιπόν ευνόητο ότι ο Μόργκαν την είδε σαν τη βαθμίδα εξέλιξης που αναγκαστικά προηγείται από το ζευγαρωτό γάμο και ότι τη θεώρησε γενικά διαδεδομένη σε παλιότερους καιρούς.
Από τότε, γνωρίσαμε μια σειρά άλλες μορφές ομαδικού γάμου και ξέρουμε τώρα ότι εδώ το παράκανε ο Μόργκαν. Είχε όμως την τύχη, με την πουναλουανή οικογένεια του να πέσει πάνω στην ανώτατη, στην κλασική μορφή του ομαδικού γάμου, στη μορφή εκείνη απ' όπου εξηγείται με τον πιο απλό τρόπο το πέρασμα σε μια ανώτερη μορφή.
Τον ουσιαστικό εμπλουτισμό των γνώσεων μας για τον ομαδικό γάμο τον χρωστάμε στον άγγλο ιεραπόστολο Λόριμερ Φάιζον, που μελέτησε για πολλά χρόνια αυτή τη μορφή της οικογένειας στο κλασικό της έδαφος, την Αυστραλία. Την κατώτερη βαθμίδα εξέλιξης τη βρήκε στους μαύρους της Αυστραλίας, στο Μάουντ Γκέμπιρ της Νότιας Αυστραλίας. Εδώ ολόκληρη η φυλή διαιρείται σε δυο μεγάλες τάξεις, τους κρόκι και τους κουμίτε. Οι σεξουαλικές σχέσεις μέσα σ' αυτές τις τάξεις απαγορεύονται αυστηρά. Αντίθετα, κάθε άντρας της μιας τάξης είναι ο γεννημένος σύζυγος της κάθε γυναίκας της άλλης τάξης και αυτή με τη σειρά της είναι η γεννημένη σύζυγος του. Όχι τα άτομα, αλλά ολόκληρες οι ομάδες είναι μεταξύ τους παντρεμένες, τάξη με τάξη. Και ας σημειωθεί ότι εδώ δεν υπάρχει πουθενά επιφύλαξη για διαφορά ηλικίας ή για ειδική συγγένεια αίματος, εκτός απ' ό,τι καθορίζεται με το διαχωρισμό σε δυο εξώγαμες τάξεις. Ένας κρόκι έχει νόμιμη σύζυγο κάθε γυναίκα των κουμίτε. Επειδή όμως η κόρη του, σαν κόρη μιας κουμίτε, είναι σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο επίσης κουμίτε, είναι ταυτόχρονα γεννημένη σύζυγος κάθε κρόκι, επομένως και του πατέρα της. Τουλάχιστον η ταξική οργάνωση, όπως μας παρουσιάζεται, δεν βάζει κανένα εμπόδιο σ' αυτό.
Είτε λοιπόν η οργάνωση αυτή δημιουργήθηκε σε μια εποχή όπου, παρ' όλη τη θολή επιθυμία να περιορίσουν την αιμομιξία, δεν έβρισκαν ακόμα τίποτα το ιδιαίτερα φρικτό στις σεξουαλικές σχέσεις των γονιών με τα παιδιά τους—και τότε το σύστημα των τάξεων θα έχει βγει άμεσα από μια κατάσταση σεξουαλικών σχέσεων χωρίς κανόνα. Είτε, όταν δημιουργήθηκαν οι γαμήλιες τάξεις, το έθιμο είχε κιόλας απαγορέψει τις σχέσεις ανάμεσα σε γονιούς και παιδιά, και τότε η τωρινή κατάσταση μας οδηγεί πίσω στην οικογένεια με βάση τη συγγένεια εξ αίματος και είναι το πρώτο βήμα για το ξεπέρασμα της. Το τελευταίο είναι το πιθανότερο.
Απ' ό,τι ξέρω, δεν αναφέρονται από την Αυστραλία παραδείγματα γαμήλιων σχέσεων ανάμεσα σε γονιούς και παιδιά, και η κατοπινή μορφή της εξωγαμίας, το μητριαρχικό γένος, προϋποθέτει κατά κανόνα σιωπηρά την απαγόρευση αυτών των σχέσεων, σαν απαγόρευση που τη βρήκε να υπάρχει κιόλας στην ίδρυση του.
Εκτός από το Μάουντ Γκέμπιρ στη Νότια Αυστραλία, το σύστημα των δυο τάξεων βρίσκεται επίσης πιο ανατολικά στην περιοχή του ποταμού Ντάρλινγκ και στο Κουινσλαντ στα βορειοανατολικά, είναι δηλαδή πλατιά διαδεδομένο. Αποκλείει μονάχα τους γάμους ανάμεσα στ' αδέρφια, ανάμεσα σε παιδιά αδερφών και σε παιδιά αδερφάδων από μητρική πλευρά, γιατί ανήκουν στην ίδια τάξη. Τα παιδιά ωστόσο αδερφού και αδερφής μπορούν να παντρεύονται.
Ένα παραπέρα βήμα για να εμποδιστεί η αιμομιξία βρίσκουμε στους Καμιλαρόι κοντά στον ποταμό Ντάρλινγκ στη Νέα Νότια Ουαλία, όπου οι δυο αρχικές τάξεις είναι χωρισμένες σε τέσσερις και η καθεμιά απ' αυτές τις τέσσερις τάξεις είναι παντρεμένη συνολικά με μια άλλη ορισμένη τάξη. Οι πρώτες δυο τάξεις είναι γεννημένοι σύζυγοι η μια της άλλης. Ανάλογα με το αν η μητέρα ανήκει στην πρώτη ή τη δεύτερη, τα παιδιά ανήκουν στην τρίτη ή την τέταρτη. Τα παιδιά αυτών των δυο τάξεων, που επίσης είναι παντρεμένες η μια με την άλλη, ανήκουν πάλι στην πρώτη και τη δεύτερη. Έτσι που πάντα η μια γενιά ανήκει στην πρώτη και τη δεύτερη, η επόμενη στην τρίτη και την τέταρτη, η μεθεπόμενη πάλι στην πρώτη και τη δεύτερη τάξη. Έτσι τα παιδιά των αδερφών (από μητρική πλευρά) δεν μπορούν να είναι αντρόγυνα, μπορούν όμως να είναι τα εγγόνια των αδερφών.
Αυτή η ιδιόμορφη περίπλοκη διάταξη μπερδεύεται ακόμα περισσότερο με την —οπωσδήποτε κατοπινή— πρόσθεση μητριαρχικών γενών, όμως δεν μπορούμε να επεκταθούμε στο σημείο αυτό. Βλέπουμε ακριβώς πως επιβάλλεται ξανά και ξανά η τάση να εμποδιστεί η αιμομιξία, επιβάλλεται όμως ολότελα ενστικτωδώς, ψηλαφητά, χωρίς ξεκάθαρη συνείδηση του σκοπού.
Ο ομαδικός γάμος, που εδώ στην Αυστραλία είναι ακόμα γάμος τάξεων, μαζικός γάμος μιας ολόκληρης τάξης αντρών, που συχνά είναι σκορπισμένοι σ' όλη την έκταση της ηπείρου, με μια το ίδιο σκορπισμένη τάξη γυναικών — ο ομαδικός αυτός γάμος, άμα τον εξετάσουμε από κοντά, δεν είναι καθόλου τόσο ανατριχιαστικός, όπως νομίζει η συνηθισμένη στην πορνεία φαντασία των φιλισταίων. Αντίθετα, πέρασαν πολλά χρόνια ώσπου να υποπτευθούν καν την ύπαρξη του και πάλι τώρα τελευταία τον αμφισβητούν ξανά.
Στον επιπόλαιο παρατηρητή εμφανίζεται σαν χαλαρή μονογαμία και πού και πού σαν πολυγαμία πλάι στην ευκαιριακή απιστία. Πρέπει να καταναλώσει κανείς χρόνια, όπως ο Φάιζον και ο Χάουιτ, για ν' ανακαλύψει το ρυθμιστικό νόμο μέσα στην πρακτική εξάσκηση αυτών των γαμήλιων καταστάσεων, όπου ο συνηθισμένος Ευρωπαίος είναι διατεθειμένος να βλέπει ό,τι γίνεται στη χώρα του — το νόμο, σύμφωνα με τον οποίο ο ξένος μαύρος της Αυστραλίας, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο του, ανάμεσα σε ανθρώπους που η γλώσσα τους του είναι ακατανόητη, βρίσκει ωστόσο συχνά από λημέρι σε λημέρι, από φυλή σε φυλή, γυναίκες που χωρίς αντίσταση και πονηριά είναι στη διάθεση του, το νόμο σύμφωνα με τον οποίο εκείνος που έχει περισσότερες γυναίκες παραχωρεί μια απ' αυτές στον φιλοξενούμενο για τη νύχτα.
Εκεί όπου ο Ευρωπαίος βλέπει ανηθικότητα και ανομία, κυριαρχεί στην πραγματικότητα αυστηρός νόμος. Οι γυναίκες ανήκουν στη γαμήλια τάξη του ξένου και είναι έτσι γεννημένες σύζυγοι του. Ο ίδιος ηθικός νόμος, που προορίζει τον ένα για τον άλλον, απαγορεύει με ποινή προγραφής κάθε σχέση έξω από τις γαμήλιες τάξεις που ανήκουν η μια στην άλλην. Ακόμα κι εκεί όπου αρπάζουν τις γυναίκες, όπως συμβαίνει συχνά και σε πολλές περιοχές είναι κανόνας, τηρείται με προσοχή ο νόμος για τις γαμήλιες τάξεις.
Στην αρπαγή των γυναικών, άλλωστε, εκδηλώνεται κιόλας κάποιο ίχνος περάσματος στη μονογαμία, τουλάχιστον στη μορφή του ζευγαρωτού γάμου: Όταν ο νέος με τη βοήθεια των φίλων του αρπάξει ή απαγάγει το κορίτσι, τότε έρχονται σε σεξουαλικές σχέσεις με το κορίτσι με τη σειρά όλοι οι φίλοι του νέου, όμως ύστερα απ' αυτό θεωρείται γυναίκα του νέου που υποκίνησε την αρπαγή. Κι αντίστροφα, αν το σκάσει από τον άντρα η αρπαγμένη γυναίκα, κι αν την πιάσει άλλος, τότε γίνεται γυναίκα δική του και ο πρώτος χάνει τα δικαιώματα του.
Πλάι και μέσα στον ομαδικό γάμο, που γενικά εξακολουθεί να υπάρχει, δημιουργούνται λοιπόν σχέσεις αποκλειστικότητας, ζευγαρώματα για μεγαλύτερο ή μικρότερο χρονικό διάστημα, πλάι σ' αυτά υπάρχει και η πολυγαμία, έτσι που ο ομαδικός γάμος και εδώ βρίσκεται σε παρακμή και μπαίνει μόνο το ερώτημα, ποιος, κάτω από την ευρωπαϊκή επίδραση, θα εξαφανιστεί πρώτα από το προσκήνιο ο ομαδικός γάμος ή οι μαύροι της Αυστραλίας που τον εφαρμόζουν.
Ο γάμος κατά τάξεις ολόκληρες, όπως επικρατεί στην Αυστραλία, είναι πάντως μια πολύ χαμηλή και πρωτόγονη μορφή του ομαδικού γάμου, ενώ η πουναλουανή οικογένεια, απ' ό,τι ξέρουμε, είναι η ανώτατη βαθμίδα ανάπτυξης του. Ο πρώτος φαίνεται να είναι η μορφή που ανταποκρίνεται στην κοινωνική κατάσταση περιπλανώμενων αγρίων, ο δεύτερος προϋποθέτει κιόλας σχετικά σταθερούς οικισμούς κομμουνιστικών κοινοτήτων και οδηγεί άμεσα στην αμέσως επόμενη υψηλότερη βαθμίδα εξέλιξης. Ανάμεσα στους δυο, θα βρούμε σίγουρα ακόμα μερικές ενδιάμεσες βαθμίδες. Εδώ έχουμε μπροστά μας ένα πεδίο έρευνας που μόλις άνοιξε και που μένει ακόμα σχεδόν ανεξερεύνητο.
3) Η ζευγαρωτή οικογένεια. Ακόμα και μέσα στον ομαδικό γάμο ή και πιο μπροστά, γινόταν ένα κάποιο ζευγάρωμα για μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Ο άντρας είχε μια κύρια γυναίκα (δεν μπορούμε ακόμα να πούμε ευνοούμενη), ανάμεσα στις πολλές γυναίκες, κι ήταν γι' αυτήν ο κυριότερος σύζυγος ανάμεσα στους άλλους. Το γεγονός αυτό συνέβαλε αρκετά στη σύγχυση που έπαθαν οι ιεραπόστολοι που στον ομαδικό γάμο βλέπουν πότε κοινοκτημοσύνη των γυναικών χωρίς κανόνα, πότε αυθαίρετη μοιχεία. Όμως, ένα τέτοιου είδους συνηθισμένο ζευγάρωμα έπρεπε να στερεώνεται όλο και περισσότερο, όσο διαμορφωνόταν το γένος και όσο γίνονταν πιο πολυάριθμες οι κατηγορίες των «αδερφών» και των «αδερφάδων», ανάμεσα στους οποίους ήταν τώρα αδύνατος ο γάμος. Η ώθηση που έδωσε το γένος στην απαγόρευση του γάμου ανάμεσα σε συγγενείς εξ αίματος οδήγησε ακόμα πιο πέρα.
Έτσι, βρίσκουμε ότι στους Ιροκέζους και στους περισσότερους άλλους Ινδιάνους που βρίσκονται στην κατώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας, απαγορεύεται ο γάμος ανάμεσα σ' όλους τους συγγενείς που αριθμεί το σύστημα τους, και τα είδη αυτών των συγγενών είναι αρκετές εκατοντάδες. Με το αυξανόμενο αυτό μπλέξιμο των απαγορεύσεων γίνονταν όλο και πιο αδύνατοι οι ομαδικοί γάμοι. Οι γάμοι αυτοί παραμερίστηκαν από τη ζευγαρωτή οικογένεια. Στη βαθμίδα αυτή ένας άντρας ζει μαζί με μια γυναίκα, έτσι όμως που η πολυγαμία και η ευκαιριακή απιστία να μένει δικαίωμα των αντρών, έστω κι αν η πρώτη για οικονομικούς λόγους παρουσιάζεται σπάνια. Ενώ από τις γυναίκες συνήθως απαιτούν αυστηρή πίστη στη διάρκεια της κοινής ζωής και η μοιχεία τους τιμωρείται σκληρά. Ο γαμήλιος δεσμός όμως μπορεί να διαλυθεί και από τις δυο μεριές, και τα παιδιά ανήκουν, όπως και πρώτα, μονάχα στη μητέρα.
Και σ' αυτόν επίσης τον αποκλεισμό από το γαμήλιο δεσμό των συγγενών εξ αίματος που προωθείται όλο και περισσότερο, εξακολουθεί να επιδρά η φυσική επιλογή. Ο Μόργκαν λέει σχετικά:
«Οι γάμοι ανάμεσα σε γένη, που δεν είναι συγγενή εξ αίματος, δημιούργησαν μια φυσικά και πνευματικά δυνατότερη ράτσα. Δυο φυλές που πρόκοβαν, ανακατεύονταν, και τα καινούργια κρανία και οι εγκέφαλοι ευρύνονταν φυσιολογικά ώσπου περιελάμβαναν τις ικανότητες και των δυο.»****
Έτσι ήταν επόμενο, οι φυλές που εφάρμοζαν το σύστημα των γενών ν' αποκτήσουν υπεροχή απέναντι στις καθυστερημένες ή να τις παρασύρουν με το παράδειγμα τους.
Η εξέλιξη της οικογένειας στην προϊστορική εποχή αποτελείται, έτσι, από ένα συνεχές στένεμα του κύκλου, που πρώτα περιελάμβανε ολόκληρη τη φυλή, του κύκλου που μέσα στα πλαίσια του ζούνε σε γαμήλια κοινότητα τα δυο γένη. Με το συνεχή αποκλεισμό πρώτα των κοντινότερων, ύστερα όλο και πιο μακρινών, στο τέλος ακόμα και των εξ αγχιστείας συγγενών, γίνεται αδύνατος τελικά οποιοσδήποτε ομαδικός γάμος και μένει ουσιαστικά το ένα, για ένα διάστημα ακόμα χαλαρά συνδεδεμένο ζευγάρι, το μόριο που με τη διάλυση του παύει γενικά ο γάμος. Απ' αυτό κιόλας το γεγονός φαίνεται πόσο λίγη σχέση έχει ο ατομικός σεξουαλικός έρωτας, με τη σημερινή έννοια της λέξης, με τη δημιουργία του ατομικού γάμου. Ακόμα περισσότερο το αποδείχνει αυτό η πράξη όλων των λαών που βρίσκονται σ' αυτή τη βαθμίδα. Ενώ στις προηγούμενες μορφές οικογένειας δεν έλειπαν ποτέ γυναίκες στους άντρες, αντίθετα μάλλον τους έφταναν και με το παραπάνω, τώρα έγιναν σπάνιες και περιζήτητες.
Γι' αυτό από τον καιρό του ζευγαρωτού γάμου αρχίζει η αρπαγή και η αγορά των γυναικών. Πρόκειται εδώ για πλατιά διαδεδομένα συμπτώματα, και για τίποτα περισσότερο από συμπτώματα μιας αλλαγής που συντελέστηκε και που βρίσκεται πολύ πιο βαθιά, για συμπτώματα που είναι απλές μέθοδοι να βρίσκουν γυναίκες και που ο σχολαστικός Σκοτσέζος Μακ Λέναν μεταμόρφωσε ωστόσο σε «γάμο αρπαγής» και «γάμο αγοράς». Άλλωστε, και στους Ινδιάνους της Αμερικής και αλλού (στην ίδια βαθμίδα), το συνοικέσιο δεν είναι υπόθεση των ενδιαφερομένων, που συχνά δεν ρωτιούνται καν, αλλά των μητέρων τους.
Έτσι, συχνά αρραβωνιάζονται δυο άγνωστοι, που ενημερώνονται για την αποφασισμένη πια συναλλαγή μονάχα όταν πλησιάζει ο καιρός του γάμου. Πριν από το γάμο, ο γαμπρός κάνει δώρα στους συγγενείς από το γένος της νύφης (δηλαδή στους μητρικούς συγγενείς της και όχι στον πατέρα και το συγγενολόι του), που θεωρούνται δώρα αγοράς για το κορίτσι που παραχώρησαν. Ο γάμος μπορεί να διαλυθεί όταν το επιθυμεί ο ένας από τους δυο παντρεμένους. Ωστόσο σιγά-σιγά σε πολλές φυλές, για παράδειγμα στους Ιροκέζους, σχηματίστηκε μια κοινή γνώμη που αποστρέφεται αυτούς τους χωρισμούς. Όταν δημιουργηθούν διαφωνίες, επεμβαίνουν συμβιβαστικά οι συγγενείς του γένους και από τα δυο μέρη και μονάχα όταν δεν καρποφορήσει η επέμβαση τους, γίνεται χωρισμός, οπότε τα παιδιά μένουν στη γυναίκα, και ο καθένας είναι ελεύθερος να ξαναπαντρευτεί.
Η ζευγαρωτή οικογένεια, πολύ αδύνατη και πολύ άστατη η ίδια για να προκαλέσει την ανάγκη ενός δικού της νοικοκυριού ή και για να το κάνει μονάχα επιθυμητό, δεν διαλύει καθόλου το κομμουνιστικό νοικοκυριό που κληρονομήθηκε από παλιά. Κομμουνιστικό νοικοκυριό, όμως, θα πει κυριαρχία των γυναικών στο σπίτι, καθώς και αποκλειστική αναγνώριση μιας πραγματικής μητέρας, επειδή ήταν αδύνατο να γνωρίζουν με βεβαιότητα τον πραγματικό πατέρα, θα πει μεγάλος σεβασμός των γυναικών, δηλαδή των μητέρων. Είναι μια από τις πιο παράλογες αντιλήψεις, που μας κληροδότησαν οι διαφωτιστές του 18ου αιώνα, η αντίληψη ότι η γυναίκα στις αρχές της κοινωνίας ήταν τάχα σκλάβα του άντρα. Η γυναίκα σ' όλους τους άγριους και σ' όλους τους βάρβαρους της κατώτερης και μέσης, εν μέρει ακόμα και της ανώτερης βαθμίδας, κατέχει μια θέση όχι μονάχα ελεύθερη αλλά και πολύ σεβαστή. Ποια είναι η θέση της γυναίκας ακόμα και στο ζευγαρωτο γάμο μας το λέει ο Άρθουρ Ράιτ, που έκανε πολλά χρόνια ιεραπόστολος στους Ιροκέζους Σενέκα:
«Όσο για τις οικογένειες τους, τον καιρό που κατοικούσαν ακόμα στα παλιά μακρουλά σπίτια (κομμουνιστικό νοικοκυριό κάμποσων οικογενειών)... επικρατούσε εκεί πάντα ένα κλαν (ένα γένος) έτσι που οι γυναίκες έπαιρναν τους άντρες τους από τ' άλλα κλαν (γένη)... Συνήθως το σπίτι το κυβερνούσε η γυναίκα, τα αποθέματα ήταν κοινά. Αλίμονο όμως στο δυστυχισμένο σύζυγο ή εραστή, που ήταν πολύ ακαμάτης ή αδέξιος και δεν μπορούσε να συμβάλει με το δικό του μερίδιο στα κοινά αποθέματα. Αδιάφορο πόσα παιδιά ή πόση δική του περιουσία είχε στο σπίτι, κάθε στιγμή μπορούσε να πάρει διαταγή να μαζέψει τα μπογαλάκια του και να ξεκουμπιστεί. Και δεν του επέτρεπαν να προσπαθήσει ν' αντισταθεί. Του έκαναν αφόρητο το σπίτι και δεν του έμενε άλλο τίποτα παρά να γυρίσει στο δικό του κλαν (γένος) ή, όπως συνέβαινε συνήθως, να κάνει νέο γάμο σ' άλλο κλαν. Οι γυναίκες ήταν η μεγάλη δύναμη στα κλαν (γένη) και παντού αλλού. Δεν δίσταζαν, όταν τύχαινε η ευκαιρία, να καθαιρέσουν έναν αρχηγό και να τον υποβιβάσουν σε κοινό πολεμιστή.»*****
Το κομμουνιστικό νοικοκυριό, όπου οι περισσότερες ή όλες οι γυναίκες ανήκουν στο ίδιο γένος, ενώ οι άντρες ανήκουν σε διαφορετικά γένη, αποτελεί την πραγματική βάση της κυριαρχίας των γυναικών που στην πρωτόγονη εποχή ήταν γενικά διαδεδομένη. Κι αυτή είναι η τρίτη υπηρεσία που πρόσφερε ο Μπάχοφεν, δηλαδή το γεγονός ότι το ανακάλυψε και αυτό. Συμπληρωματικά παρατηρώ ακόμα ότι οι πληροφορίες που προέρχονται από ταξιδιώτες και ιεραπόστολους για το ότι οι άγριοι και οι βάρβαροι φορτώνουν υπερβολική δουλειά στις γυναίκες, δεν αντιφάσκουν καθόλου με όσα είπαμε,
_____________________________________________________________
*. Γ. Ι. Καίσαρ, Υπομνήματα του γαλάτικου πολέμου, βιβλίο V, κεφ. 14 (σημ. γερμ. σύντ.).
**. Πρόκειται για τάξεις γάμου ή γαμήλιες ομάδες, στις οποίες χωρίζονται οι περισσότερες φυλές της Αυστραλίας. Υπήρχαν τέσσερις τέτοιες τάξεις, από τις οποίες η καθεμιά χωριζόταν σ' ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό τμήμα. Ανάμεσα στις τέσσερις τάξεις υπήρχαν συγκεκριμένοι κανόνες για τη ρύθμιση του γάμου, δηλαδή οι άντρες μιας ομάδας μπορούσαν να παντρευτούν μόνο μια φορά με γυναίκες μιας συγκεκριμένης άλλης ομάδας (σημ. γερμ. σύντ.).
***. H. Morgan Systems of consanguinity and affinity of the human family, Ουάσιγκτον 1871 (σημ. γερμ. σύντ.).
**** Η. Μorgan Ancies society, Λονδίνο 1877, σελ. 459.
*****0 Ένγκελς αναφέρει το γράμμα του Άρθουρ Ράιτ σύμφωνα με το βιβλίο του Μόργκαν Ancient society ό.π., σελ. 455. Ολόκληρο το περιεχόμενο του γράμματος, με ημερομηνία 19 Μάη του 1874 (και όχι όπως το αναφέρει ο Μόργκαν 1873), δημοσιεύτηκε στο περιοδικό American Anthropologist, New Series, Μενάσα, Ουισκόνσιν, ΗΠΑ 1933, αριθ. 1, σελ. 138-140 (σημ. γερμ. σύντ.).
ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Όταν ο Καίσαρας μας αφηγείται για τους Βρετανούς, που τότε βρίσκονταν στη μέση βαθμίδα της βαρβαρότητας, ότι «έχουν δέκα-δέκα ή δώδεκα-δώδεκα τις γυναίκες τους από κοινού μεταξύ τους και μάλιστα, συνήθως, αδερφοί με αδερφούς και γονείς με παιδιά»*, τότε αυτό εξηγείται καλύτερα σαν ομαδικός γάμος.
Οι μητέρες της βαρβαρότητας δεν έχουν δέκα ή δώδεκα γιους, αρκετά μεγάλους για να μπορούν να έχουν από κοινού γυναίκες, το αμερικανικό όμως σύστημα συγγένειας, που αντιστοιχεί στην πουναλουανή οικογένεια, δίνει πολλούς αδερφούς, γιατί όλα τα κοντινά και μακρινά ξαδέρφια ενός άντρα είναι αδέρφια του. Το «γονείς με παιδιά» μπορεί να είναι λαθεμένη αντίληψη του Καίσαρα. Το ότι πατέρας και γιος ή μητέρα και κόρη μπορούσαν να βρίσκονται στην ίδια ομάδα γάμου δεν αποκλείεται ωστόσο ολότελα στο σύστημα αυτό, μάλλον όμως αποκλειόταν να βρίσκονται πατέρας και κόρη ή μητέρα και γιος στην ίδια ομάδα. Επίσης αυτή ή μια παρόμοια μορφή ομαδικού γάμου εξηγεί ευκολότερα τις πληροφορίες του Ηρόδοτου και άλλων αρχαίων συγγραφέων για την κοινοκτημοσύνη των γυναικών σε άγριους και βάρβαρους λαούς.
Αυτό ισχύει και για όσα λέει ο Ουάτσον και ο Κέι (The people of India), για τους Τικούρ στον Αουντ (στα βόρεια του Γάγγη): «Ζούνε μαζί (δηλαδή σεξουαλικά) σχεδόν χωρίς διάκριση σε μεγάλες κοινότητες και όταν δυο άνθρωποι θεωρούνται παντρεμένοι ο ένας με τον άλλο, πάλι ο συζυγικός δεσμός είναι μονάχα ονομαστικός.»
Ο θεσμός του γένους (gens) φαίνεται στις περισσότερες περιπτώσεις να βγήκε άμεσα από την πουναλουανή οικογένεια. Βέβαια και το αυστραλιανό σύστημα των τάξεων** δίνει μια αφετηρία για το γένος. Οι Αυστραλοί έχουν γένη, δεν έχουν όμως ακόμα πουναλουανή οικογένεια, αλλά μια πιο χοντροκομμένη μορφή ομαδικού γάμου.
Σ' όλες τις μορφές της ομαδικής οικογένειας δεν είναι βέβαιο ποιος είναι ο πατέρας ενός παιδιού, σίγουρο όμως είναι ποια είναι η μητέρα του. Κι αν ακόμα ονομάζει όλα τα παιδιά της συλλογικής οικογένειας παιδιά της κι έχει μητρικά καθήκοντα απέναντι τους, ξεχωρίζει ωστόσο ανάμεσα στ' άλλα τα παιδιά που αυτή γέννησε. Είναι λοιπόν φανερό ότι όσο υπάρχει ομαδικός γάμος, η καταγωγή μπορεί ν' αποδείχνεται μονάχα από τη μητρική πλευρά, δηλαδή αναγνωρίζεται μόνο η γυναικεία γραμμή. Αυτό πραγματικά συμβαίνει σ' όλους τους άγριους λαούς και στους λαούς που ανήκουν στην κατώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας. Αυτό είναι η δεύτερη μεγάλη υπηρεσία που πρόσφερε ο Μπάχοφεν, το γεγονός ότι πρώτος αυτός το ανακάλυψε. Χαρακτηρίζει με τον όρο μητρικό δίκαιο αυτή την αποκλειστική αναγνώριση της γενεαλογικής σειράς από τη μητέρα και τις σχέσεις κληρονομιάς που με τον καιρό πηγάζουν απ' αυτή. Κρατώ τον όρο αυτό για τη συντομία του. Είναι όμως στραβό, γιατί σ' αυτή τη βαθμίδα της κοινωνίας δεν μπορεί ακόμα να γίνεται λόγος για δίκαιο με τη νομική έννοια.
Ας πάρουμε τώρα από την πουναλουανή οικογένεια τη μια από τις δυο υποδειγματικές ομάδες, δηλαδή την ομάδα μιας σειράς ομομήτριες και πιο μακρινές αδερφές (που κατάγονται δηλαδή από ομομήτριες αδερφές πρώτου, δεύτερου ή πιο μακρινού βαθμού) μαζί με τα παιδιά τους και τους ομομήτριους ή τους πιο μακρινούς αδερφούς τους από μητρική πλευρά (που κατά τη δική μας προϋπόθεση δεν είναι άντρες τους), κι έχουμε τότε ακριβώς τον κύκλο των προσώπων που αργότερα εμφανίζονται σαν μέλη ενός γένους στην πρωτόγονη μορφή αυτού του θεσμού. Έχουν όλοι μια κοινή προμήτορα, και λόγω της καταγωγής απ' αυτήν όλοι οι θηλυκοί απόγονοι κάθε γενιάς είναι αδερφές. Όμως, οι άντρες αυτών των αδερφάδων δεν μπορούν πια να είναι αδερφοί τους, δηλαδή δεν μπορούν να κατάγονται απ' αυτή την προμήτορα, δεν ανήκουν λοιπόν στην ομάδα με βάση τη συγγένεια εξ αίματος, στο κατοπινό γένος. Τα παιδιά τους όμως ανήκουν σ' αυτή την ομάδα, μια και αποφασιστικό ρόλο παίζει μονάχα η καταγωγή από τη μητρική πλευρά, γιατί μονάχα αυτή είναι σίγουρη.
Μόλις γίνει γεγονός η απαγόρευση των σεξουαλικών σχέσεων ανάμεσα σ' όλα τα αδέρφια, ακόμα και στα πιο μακρινά πλάγια αδέρφια από μητρική πλευρά, μετατρέπεται και η πιο πάνω ομάδα σε γένος, δηλαδή συγκροτείται σε σφιχτό κύκλο από συγγενείς εξ αίματος της γυναικείας γενεαλογικής γραμμής, που δεν επιτρέπεται να παντρεύονται μεταξύ τους, και που από εδώ και μπρος όλο και περισσότερο εδραιώνεται με άλλους κοινούς θεσμούς κοινωνικού και θρησκευτικού χαρακτήρα και που ξεχωρίζει από τ' άλλα γένη της ίδιας φυλής. Γι' αυτό θα μιλήσουμε διεξοδικά αργότερα. Όταν όμως βρίσκουμε ότι το γένος εξελίχθηκε όχι μόνο αναγκαστικά, αλλά και αυτονόητα από την πουναλουανή οικογένεια, είναι φυσικό να θεωρήσουμε σχεδόν σίγουρη την ύπαρξη στο παρελθόν αυτής της οικογενειακής μορφής για όλους τους λαούς, όπου μπορούν να βρεθούν θεσμοί γένους, δηλαδή περίπου για όλους τους βάρβαρους και πολιτισμένους λαούς.
Όταν ο Μόργκαν έγραφε το βιβλίο του, οι γνώσεις μας για τον ομαδικό γάμο ήταν ακόμα πολύ περιορισμένες. Λίγα πράγματα ξέραμε για τους ομαδικούς γάμους των Αυστραλών, που ήταν οργανωμένοι σε τάξεις, και χώρια απ' αυτό ο Μόργκαν είχε δημοσιεύσει ήδη το 1871 τις πληροφορίες που του είχαν έρθει για την πουναλουανή οικογένεια της Χαβάης***.
Η πουναλουανή οικογένεια από τη μια μεριά εξηγούσε πέρα για πέρα το σύστημα συγγένειας που επικρατεί στους Ινδιάνους της Αμερικής και που χρησίμευσε στον Μόργκαν σαν αφετηρία για όλες τις έρευνες του. Από την άλλη μεριά, αποτελούσε την έτοιμη αφετηρία για την εξήγηση της προέλευσης του μητρικού γένους. Και, τέλος, εκπροσωπούσε μια πολύ πιο υψηλή βαθμίδα εξέλιξης από τις αυστραλιανές τάξεις. Ήταν λοιπόν ευνόητο ότι ο Μόργκαν την είδε σαν τη βαθμίδα εξέλιξης που αναγκαστικά προηγείται από το ζευγαρωτό γάμο και ότι τη θεώρησε γενικά διαδεδομένη σε παλιότερους καιρούς.
Από τότε, γνωρίσαμε μια σειρά άλλες μορφές ομαδικού γάμου και ξέρουμε τώρα ότι εδώ το παράκανε ο Μόργκαν. Είχε όμως την τύχη, με την πουναλουανή οικογένεια του να πέσει πάνω στην ανώτατη, στην κλασική μορφή του ομαδικού γάμου, στη μορφή εκείνη απ' όπου εξηγείται με τον πιο απλό τρόπο το πέρασμα σε μια ανώτερη μορφή.
Τον ουσιαστικό εμπλουτισμό των γνώσεων μας για τον ομαδικό γάμο τον χρωστάμε στον άγγλο ιεραπόστολο Λόριμερ Φάιζον, που μελέτησε για πολλά χρόνια αυτή τη μορφή της οικογένειας στο κλασικό της έδαφος, την Αυστραλία. Την κατώτερη βαθμίδα εξέλιξης τη βρήκε στους μαύρους της Αυστραλίας, στο Μάουντ Γκέμπιρ της Νότιας Αυστραλίας. Εδώ ολόκληρη η φυλή διαιρείται σε δυο μεγάλες τάξεις, τους κρόκι και τους κουμίτε. Οι σεξουαλικές σχέσεις μέσα σ' αυτές τις τάξεις απαγορεύονται αυστηρά. Αντίθετα, κάθε άντρας της μιας τάξης είναι ο γεννημένος σύζυγος της κάθε γυναίκας της άλλης τάξης και αυτή με τη σειρά της είναι η γεννημένη σύζυγος του. Όχι τα άτομα, αλλά ολόκληρες οι ομάδες είναι μεταξύ τους παντρεμένες, τάξη με τάξη. Και ας σημειωθεί ότι εδώ δεν υπάρχει πουθενά επιφύλαξη για διαφορά ηλικίας ή για ειδική συγγένεια αίματος, εκτός απ' ό,τι καθορίζεται με το διαχωρισμό σε δυο εξώγαμες τάξεις. Ένας κρόκι έχει νόμιμη σύζυγο κάθε γυναίκα των κουμίτε. Επειδή όμως η κόρη του, σαν κόρη μιας κουμίτε, είναι σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο επίσης κουμίτε, είναι ταυτόχρονα γεννημένη σύζυγος κάθε κρόκι, επομένως και του πατέρα της. Τουλάχιστον η ταξική οργάνωση, όπως μας παρουσιάζεται, δεν βάζει κανένα εμπόδιο σ' αυτό.
Είτε λοιπόν η οργάνωση αυτή δημιουργήθηκε σε μια εποχή όπου, παρ' όλη τη θολή επιθυμία να περιορίσουν την αιμομιξία, δεν έβρισκαν ακόμα τίποτα το ιδιαίτερα φρικτό στις σεξουαλικές σχέσεις των γονιών με τα παιδιά τους—και τότε το σύστημα των τάξεων θα έχει βγει άμεσα από μια κατάσταση σεξουαλικών σχέσεων χωρίς κανόνα. Είτε, όταν δημιουργήθηκαν οι γαμήλιες τάξεις, το έθιμο είχε κιόλας απαγορέψει τις σχέσεις ανάμεσα σε γονιούς και παιδιά, και τότε η τωρινή κατάσταση μας οδηγεί πίσω στην οικογένεια με βάση τη συγγένεια εξ αίματος και είναι το πρώτο βήμα για το ξεπέρασμα της. Το τελευταίο είναι το πιθανότερο.
Απ' ό,τι ξέρω, δεν αναφέρονται από την Αυστραλία παραδείγματα γαμήλιων σχέσεων ανάμεσα σε γονιούς και παιδιά, και η κατοπινή μορφή της εξωγαμίας, το μητριαρχικό γένος, προϋποθέτει κατά κανόνα σιωπηρά την απαγόρευση αυτών των σχέσεων, σαν απαγόρευση που τη βρήκε να υπάρχει κιόλας στην ίδρυση του.
Εκτός από το Μάουντ Γκέμπιρ στη Νότια Αυστραλία, το σύστημα των δυο τάξεων βρίσκεται επίσης πιο ανατολικά στην περιοχή του ποταμού Ντάρλινγκ και στο Κουινσλαντ στα βορειοανατολικά, είναι δηλαδή πλατιά διαδεδομένο. Αποκλείει μονάχα τους γάμους ανάμεσα στ' αδέρφια, ανάμεσα σε παιδιά αδερφών και σε παιδιά αδερφάδων από μητρική πλευρά, γιατί ανήκουν στην ίδια τάξη. Τα παιδιά ωστόσο αδερφού και αδερφής μπορούν να παντρεύονται.
Ένα παραπέρα βήμα για να εμποδιστεί η αιμομιξία βρίσκουμε στους Καμιλαρόι κοντά στον ποταμό Ντάρλινγκ στη Νέα Νότια Ουαλία, όπου οι δυο αρχικές τάξεις είναι χωρισμένες σε τέσσερις και η καθεμιά απ' αυτές τις τέσσερις τάξεις είναι παντρεμένη συνολικά με μια άλλη ορισμένη τάξη. Οι πρώτες δυο τάξεις είναι γεννημένοι σύζυγοι η μια της άλλης. Ανάλογα με το αν η μητέρα ανήκει στην πρώτη ή τη δεύτερη, τα παιδιά ανήκουν στην τρίτη ή την τέταρτη. Τα παιδιά αυτών των δυο τάξεων, που επίσης είναι παντρεμένες η μια με την άλλη, ανήκουν πάλι στην πρώτη και τη δεύτερη. Έτσι που πάντα η μια γενιά ανήκει στην πρώτη και τη δεύτερη, η επόμενη στην τρίτη και την τέταρτη, η μεθεπόμενη πάλι στην πρώτη και τη δεύτερη τάξη. Έτσι τα παιδιά των αδερφών (από μητρική πλευρά) δεν μπορούν να είναι αντρόγυνα, μπορούν όμως να είναι τα εγγόνια των αδερφών.
Αυτή η ιδιόμορφη περίπλοκη διάταξη μπερδεύεται ακόμα περισσότερο με την —οπωσδήποτε κατοπινή— πρόσθεση μητριαρχικών γενών, όμως δεν μπορούμε να επεκταθούμε στο σημείο αυτό. Βλέπουμε ακριβώς πως επιβάλλεται ξανά και ξανά η τάση να εμποδιστεί η αιμομιξία, επιβάλλεται όμως ολότελα ενστικτωδώς, ψηλαφητά, χωρίς ξεκάθαρη συνείδηση του σκοπού.
Ο ομαδικός γάμος, που εδώ στην Αυστραλία είναι ακόμα γάμος τάξεων, μαζικός γάμος μιας ολόκληρης τάξης αντρών, που συχνά είναι σκορπισμένοι σ' όλη την έκταση της ηπείρου, με μια το ίδιο σκορπισμένη τάξη γυναικών — ο ομαδικός αυτός γάμος, άμα τον εξετάσουμε από κοντά, δεν είναι καθόλου τόσο ανατριχιαστικός, όπως νομίζει η συνηθισμένη στην πορνεία φαντασία των φιλισταίων. Αντίθετα, πέρασαν πολλά χρόνια ώσπου να υποπτευθούν καν την ύπαρξη του και πάλι τώρα τελευταία τον αμφισβητούν ξανά.
Στον επιπόλαιο παρατηρητή εμφανίζεται σαν χαλαρή μονογαμία και πού και πού σαν πολυγαμία πλάι στην ευκαιριακή απιστία. Πρέπει να καταναλώσει κανείς χρόνια, όπως ο Φάιζον και ο Χάουιτ, για ν' ανακαλύψει το ρυθμιστικό νόμο μέσα στην πρακτική εξάσκηση αυτών των γαμήλιων καταστάσεων, όπου ο συνηθισμένος Ευρωπαίος είναι διατεθειμένος να βλέπει ό,τι γίνεται στη χώρα του — το νόμο, σύμφωνα με τον οποίο ο ξένος μαύρος της Αυστραλίας, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο του, ανάμεσα σε ανθρώπους που η γλώσσα τους του είναι ακατανόητη, βρίσκει ωστόσο συχνά από λημέρι σε λημέρι, από φυλή σε φυλή, γυναίκες που χωρίς αντίσταση και πονηριά είναι στη διάθεση του, το νόμο σύμφωνα με τον οποίο εκείνος που έχει περισσότερες γυναίκες παραχωρεί μια απ' αυτές στον φιλοξενούμενο για τη νύχτα.
Εκεί όπου ο Ευρωπαίος βλέπει ανηθικότητα και ανομία, κυριαρχεί στην πραγματικότητα αυστηρός νόμος. Οι γυναίκες ανήκουν στη γαμήλια τάξη του ξένου και είναι έτσι γεννημένες σύζυγοι του. Ο ίδιος ηθικός νόμος, που προορίζει τον ένα για τον άλλον, απαγορεύει με ποινή προγραφής κάθε σχέση έξω από τις γαμήλιες τάξεις που ανήκουν η μια στην άλλην. Ακόμα κι εκεί όπου αρπάζουν τις γυναίκες, όπως συμβαίνει συχνά και σε πολλές περιοχές είναι κανόνας, τηρείται με προσοχή ο νόμος για τις γαμήλιες τάξεις.
Στην αρπαγή των γυναικών, άλλωστε, εκδηλώνεται κιόλας κάποιο ίχνος περάσματος στη μονογαμία, τουλάχιστον στη μορφή του ζευγαρωτού γάμου: Όταν ο νέος με τη βοήθεια των φίλων του αρπάξει ή απαγάγει το κορίτσι, τότε έρχονται σε σεξουαλικές σχέσεις με το κορίτσι με τη σειρά όλοι οι φίλοι του νέου, όμως ύστερα απ' αυτό θεωρείται γυναίκα του νέου που υποκίνησε την αρπαγή. Κι αντίστροφα, αν το σκάσει από τον άντρα η αρπαγμένη γυναίκα, κι αν την πιάσει άλλος, τότε γίνεται γυναίκα δική του και ο πρώτος χάνει τα δικαιώματα του.
Πλάι και μέσα στον ομαδικό γάμο, που γενικά εξακολουθεί να υπάρχει, δημιουργούνται λοιπόν σχέσεις αποκλειστικότητας, ζευγαρώματα για μεγαλύτερο ή μικρότερο χρονικό διάστημα, πλάι σ' αυτά υπάρχει και η πολυγαμία, έτσι που ο ομαδικός γάμος και εδώ βρίσκεται σε παρακμή και μπαίνει μόνο το ερώτημα, ποιος, κάτω από την ευρωπαϊκή επίδραση, θα εξαφανιστεί πρώτα από το προσκήνιο ο ομαδικός γάμος ή οι μαύροι της Αυστραλίας που τον εφαρμόζουν.
Ο γάμος κατά τάξεις ολόκληρες, όπως επικρατεί στην Αυστραλία, είναι πάντως μια πολύ χαμηλή και πρωτόγονη μορφή του ομαδικού γάμου, ενώ η πουναλουανή οικογένεια, απ' ό,τι ξέρουμε, είναι η ανώτατη βαθμίδα ανάπτυξης του. Ο πρώτος φαίνεται να είναι η μορφή που ανταποκρίνεται στην κοινωνική κατάσταση περιπλανώμενων αγρίων, ο δεύτερος προϋποθέτει κιόλας σχετικά σταθερούς οικισμούς κομμουνιστικών κοινοτήτων και οδηγεί άμεσα στην αμέσως επόμενη υψηλότερη βαθμίδα εξέλιξης. Ανάμεσα στους δυο, θα βρούμε σίγουρα ακόμα μερικές ενδιάμεσες βαθμίδες. Εδώ έχουμε μπροστά μας ένα πεδίο έρευνας που μόλις άνοιξε και που μένει ακόμα σχεδόν ανεξερεύνητο.
3) Η ζευγαρωτή οικογένεια. Ακόμα και μέσα στον ομαδικό γάμο ή και πιο μπροστά, γινόταν ένα κάποιο ζευγάρωμα για μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Ο άντρας είχε μια κύρια γυναίκα (δεν μπορούμε ακόμα να πούμε ευνοούμενη), ανάμεσα στις πολλές γυναίκες, κι ήταν γι' αυτήν ο κυριότερος σύζυγος ανάμεσα στους άλλους. Το γεγονός αυτό συνέβαλε αρκετά στη σύγχυση που έπαθαν οι ιεραπόστολοι που στον ομαδικό γάμο βλέπουν πότε κοινοκτημοσύνη των γυναικών χωρίς κανόνα, πότε αυθαίρετη μοιχεία. Όμως, ένα τέτοιου είδους συνηθισμένο ζευγάρωμα έπρεπε να στερεώνεται όλο και περισσότερο, όσο διαμορφωνόταν το γένος και όσο γίνονταν πιο πολυάριθμες οι κατηγορίες των «αδερφών» και των «αδερφάδων», ανάμεσα στους οποίους ήταν τώρα αδύνατος ο γάμος. Η ώθηση που έδωσε το γένος στην απαγόρευση του γάμου ανάμεσα σε συγγενείς εξ αίματος οδήγησε ακόμα πιο πέρα.
Έτσι, βρίσκουμε ότι στους Ιροκέζους και στους περισσότερους άλλους Ινδιάνους που βρίσκονται στην κατώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας, απαγορεύεται ο γάμος ανάμεσα σ' όλους τους συγγενείς που αριθμεί το σύστημα τους, και τα είδη αυτών των συγγενών είναι αρκετές εκατοντάδες. Με το αυξανόμενο αυτό μπλέξιμο των απαγορεύσεων γίνονταν όλο και πιο αδύνατοι οι ομαδικοί γάμοι. Οι γάμοι αυτοί παραμερίστηκαν από τη ζευγαρωτή οικογένεια. Στη βαθμίδα αυτή ένας άντρας ζει μαζί με μια γυναίκα, έτσι όμως που η πολυγαμία και η ευκαιριακή απιστία να μένει δικαίωμα των αντρών, έστω κι αν η πρώτη για οικονομικούς λόγους παρουσιάζεται σπάνια. Ενώ από τις γυναίκες συνήθως απαιτούν αυστηρή πίστη στη διάρκεια της κοινής ζωής και η μοιχεία τους τιμωρείται σκληρά. Ο γαμήλιος δεσμός όμως μπορεί να διαλυθεί και από τις δυο μεριές, και τα παιδιά ανήκουν, όπως και πρώτα, μονάχα στη μητέρα.
Και σ' αυτόν επίσης τον αποκλεισμό από το γαμήλιο δεσμό των συγγενών εξ αίματος που προωθείται όλο και περισσότερο, εξακολουθεί να επιδρά η φυσική επιλογή. Ο Μόργκαν λέει σχετικά:
«Οι γάμοι ανάμεσα σε γένη, που δεν είναι συγγενή εξ αίματος, δημιούργησαν μια φυσικά και πνευματικά δυνατότερη ράτσα. Δυο φυλές που πρόκοβαν, ανακατεύονταν, και τα καινούργια κρανία και οι εγκέφαλοι ευρύνονταν φυσιολογικά ώσπου περιελάμβαναν τις ικανότητες και των δυο.»****
Έτσι ήταν επόμενο, οι φυλές που εφάρμοζαν το σύστημα των γενών ν' αποκτήσουν υπεροχή απέναντι στις καθυστερημένες ή να τις παρασύρουν με το παράδειγμα τους.
Η εξέλιξη της οικογένειας στην προϊστορική εποχή αποτελείται, έτσι, από ένα συνεχές στένεμα του κύκλου, που πρώτα περιελάμβανε ολόκληρη τη φυλή, του κύκλου που μέσα στα πλαίσια του ζούνε σε γαμήλια κοινότητα τα δυο γένη. Με το συνεχή αποκλεισμό πρώτα των κοντινότερων, ύστερα όλο και πιο μακρινών, στο τέλος ακόμα και των εξ αγχιστείας συγγενών, γίνεται αδύνατος τελικά οποιοσδήποτε ομαδικός γάμος και μένει ουσιαστικά το ένα, για ένα διάστημα ακόμα χαλαρά συνδεδεμένο ζευγάρι, το μόριο που με τη διάλυση του παύει γενικά ο γάμος. Απ' αυτό κιόλας το γεγονός φαίνεται πόσο λίγη σχέση έχει ο ατομικός σεξουαλικός έρωτας, με τη σημερινή έννοια της λέξης, με τη δημιουργία του ατομικού γάμου. Ακόμα περισσότερο το αποδείχνει αυτό η πράξη όλων των λαών που βρίσκονται σ' αυτή τη βαθμίδα. Ενώ στις προηγούμενες μορφές οικογένειας δεν έλειπαν ποτέ γυναίκες στους άντρες, αντίθετα μάλλον τους έφταναν και με το παραπάνω, τώρα έγιναν σπάνιες και περιζήτητες.
Γι' αυτό από τον καιρό του ζευγαρωτού γάμου αρχίζει η αρπαγή και η αγορά των γυναικών. Πρόκειται εδώ για πλατιά διαδεδομένα συμπτώματα, και για τίποτα περισσότερο από συμπτώματα μιας αλλαγής που συντελέστηκε και που βρίσκεται πολύ πιο βαθιά, για συμπτώματα που είναι απλές μέθοδοι να βρίσκουν γυναίκες και που ο σχολαστικός Σκοτσέζος Μακ Λέναν μεταμόρφωσε ωστόσο σε «γάμο αρπαγής» και «γάμο αγοράς». Άλλωστε, και στους Ινδιάνους της Αμερικής και αλλού (στην ίδια βαθμίδα), το συνοικέσιο δεν είναι υπόθεση των ενδιαφερομένων, που συχνά δεν ρωτιούνται καν, αλλά των μητέρων τους.
Έτσι, συχνά αρραβωνιάζονται δυο άγνωστοι, που ενημερώνονται για την αποφασισμένη πια συναλλαγή μονάχα όταν πλησιάζει ο καιρός του γάμου. Πριν από το γάμο, ο γαμπρός κάνει δώρα στους συγγενείς από το γένος της νύφης (δηλαδή στους μητρικούς συγγενείς της και όχι στον πατέρα και το συγγενολόι του), που θεωρούνται δώρα αγοράς για το κορίτσι που παραχώρησαν. Ο γάμος μπορεί να διαλυθεί όταν το επιθυμεί ο ένας από τους δυο παντρεμένους. Ωστόσο σιγά-σιγά σε πολλές φυλές, για παράδειγμα στους Ιροκέζους, σχηματίστηκε μια κοινή γνώμη που αποστρέφεται αυτούς τους χωρισμούς. Όταν δημιουργηθούν διαφωνίες, επεμβαίνουν συμβιβαστικά οι συγγενείς του γένους και από τα δυο μέρη και μονάχα όταν δεν καρποφορήσει η επέμβαση τους, γίνεται χωρισμός, οπότε τα παιδιά μένουν στη γυναίκα, και ο καθένας είναι ελεύθερος να ξαναπαντρευτεί.
Η ζευγαρωτή οικογένεια, πολύ αδύνατη και πολύ άστατη η ίδια για να προκαλέσει την ανάγκη ενός δικού της νοικοκυριού ή και για να το κάνει μονάχα επιθυμητό, δεν διαλύει καθόλου το κομμουνιστικό νοικοκυριό που κληρονομήθηκε από παλιά. Κομμουνιστικό νοικοκυριό, όμως, θα πει κυριαρχία των γυναικών στο σπίτι, καθώς και αποκλειστική αναγνώριση μιας πραγματικής μητέρας, επειδή ήταν αδύνατο να γνωρίζουν με βεβαιότητα τον πραγματικό πατέρα, θα πει μεγάλος σεβασμός των γυναικών, δηλαδή των μητέρων. Είναι μια από τις πιο παράλογες αντιλήψεις, που μας κληροδότησαν οι διαφωτιστές του 18ου αιώνα, η αντίληψη ότι η γυναίκα στις αρχές της κοινωνίας ήταν τάχα σκλάβα του άντρα. Η γυναίκα σ' όλους τους άγριους και σ' όλους τους βάρβαρους της κατώτερης και μέσης, εν μέρει ακόμα και της ανώτερης βαθμίδας, κατέχει μια θέση όχι μονάχα ελεύθερη αλλά και πολύ σεβαστή. Ποια είναι η θέση της γυναίκας ακόμα και στο ζευγαρωτο γάμο μας το λέει ο Άρθουρ Ράιτ, που έκανε πολλά χρόνια ιεραπόστολος στους Ιροκέζους Σενέκα:
«Όσο για τις οικογένειες τους, τον καιρό που κατοικούσαν ακόμα στα παλιά μακρουλά σπίτια (κομμουνιστικό νοικοκυριό κάμποσων οικογενειών)... επικρατούσε εκεί πάντα ένα κλαν (ένα γένος) έτσι που οι γυναίκες έπαιρναν τους άντρες τους από τ' άλλα κλαν (γένη)... Συνήθως το σπίτι το κυβερνούσε η γυναίκα, τα αποθέματα ήταν κοινά. Αλίμονο όμως στο δυστυχισμένο σύζυγο ή εραστή, που ήταν πολύ ακαμάτης ή αδέξιος και δεν μπορούσε να συμβάλει με το δικό του μερίδιο στα κοινά αποθέματα. Αδιάφορο πόσα παιδιά ή πόση δική του περιουσία είχε στο σπίτι, κάθε στιγμή μπορούσε να πάρει διαταγή να μαζέψει τα μπογαλάκια του και να ξεκουμπιστεί. Και δεν του επέτρεπαν να προσπαθήσει ν' αντισταθεί. Του έκαναν αφόρητο το σπίτι και δεν του έμενε άλλο τίποτα παρά να γυρίσει στο δικό του κλαν (γένος) ή, όπως συνέβαινε συνήθως, να κάνει νέο γάμο σ' άλλο κλαν. Οι γυναίκες ήταν η μεγάλη δύναμη στα κλαν (γένη) και παντού αλλού. Δεν δίσταζαν, όταν τύχαινε η ευκαιρία, να καθαιρέσουν έναν αρχηγό και να τον υποβιβάσουν σε κοινό πολεμιστή.»*****
Το κομμουνιστικό νοικοκυριό, όπου οι περισσότερες ή όλες οι γυναίκες ανήκουν στο ίδιο γένος, ενώ οι άντρες ανήκουν σε διαφορετικά γένη, αποτελεί την πραγματική βάση της κυριαρχίας των γυναικών που στην πρωτόγονη εποχή ήταν γενικά διαδεδομένη. Κι αυτή είναι η τρίτη υπηρεσία που πρόσφερε ο Μπάχοφεν, δηλαδή το γεγονός ότι το ανακάλυψε και αυτό. Συμπληρωματικά παρατηρώ ακόμα ότι οι πληροφορίες που προέρχονται από ταξιδιώτες και ιεραπόστολους για το ότι οι άγριοι και οι βάρβαροι φορτώνουν υπερβολική δουλειά στις γυναίκες, δεν αντιφάσκουν καθόλου με όσα είπαμε,
_____________________________________________________________
*. Γ. Ι. Καίσαρ, Υπομνήματα του γαλάτικου πολέμου, βιβλίο V, κεφ. 14 (σημ. γερμ. σύντ.).
**. Πρόκειται για τάξεις γάμου ή γαμήλιες ομάδες, στις οποίες χωρίζονται οι περισσότερες φυλές της Αυστραλίας. Υπήρχαν τέσσερις τέτοιες τάξεις, από τις οποίες η καθεμιά χωριζόταν σ' ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό τμήμα. Ανάμεσα στις τέσσερις τάξεις υπήρχαν συγκεκριμένοι κανόνες για τη ρύθμιση του γάμου, δηλαδή οι άντρες μιας ομάδας μπορούσαν να παντρευτούν μόνο μια φορά με γυναίκες μιας συγκεκριμένης άλλης ομάδας (σημ. γερμ. σύντ.).
***. H. Morgan Systems of consanguinity and affinity of the human family, Ουάσιγκτον 1871 (σημ. γερμ. σύντ.).
**** Η. Μorgan Ancies society, Λονδίνο 1877, σελ. 459.
*****0 Ένγκελς αναφέρει το γράμμα του Άρθουρ Ράιτ σύμφωνα με το βιβλίο του Μόργκαν Ancient society ό.π., σελ. 455. Ολόκληρο το περιεχόμενο του γράμματος, με ημερομηνία 19 Μάη του 1874 (και όχι όπως το αναφέρει ο Μόργκαν 1873), δημοσιεύτηκε στο περιοδικό American Anthropologist, New Series, Μενάσα, Ουισκόνσιν, ΗΠΑ 1933, αριθ. 1, σελ. 138-140 (σημ. γερμ. σύντ.).
ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Δημοσίευση σχολίου