Αρχική » » Σχέσεις «στοργής» κυβερνήσεων-εφοπλιστών

Σχέσεις «στοργής» κυβερνήσεων-εφοπλιστών

{[['']]}


Το πολύνεκρο ναυάγιο του πλοίου «Ηράκλειον» είχε γίνει στις 8 Δεκεμβρίου 1966. «Εν ονόματι της μεγάλης ναυτιλίας άφησαν τους εφοπλιστάς ασύδοτους», είχε πει τότε ο Ηλίας Ηλιού, αυτή η ιστορική προσωπικότητα της Αριστεράς. Συζητήσεις στη Βουλή αποκάλυψαν πολλές παθογένειες της μεταπολεμικής ακτοπλοΐας.

Οι σχέσεις «στοργής» των μεταπολεμικών κυβερνήσεων με εφοπλιστές, ιδιαίτερα της ακτοπλοΐας, ήρθαν στην «επιφάνεια» μετά τη μεγάλη ναυτική τραγωδία του επιβατηγού «Ηράκλειον».

Το πολύνεκρο ναυάγιο, που έγινε στις 8 Δεκεμβρίου 1966 κοντά στη βραχονησίδα Φαλκονέρα και στοίχισε τη ζωή -σύμφωνα με τις δικαστικές αποφάσεις- σε 241 ανθρώπους (οι διασωθέντες ήταν μόλις 47), σημειώθηκε σε μια ταραχώδη περίοδο της πολιτικής ζωής.

Στην εξουσία βρισκόταν, με τη στήριξη της ΕΡΕ (και του Παλατιού), η τρίτη κυβέρνηση των αποστατών υπό τον Στέφ. Στεφανόπουλο και στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων κυριαρχούσαν οι δίκες για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη και τη σκευωρία του «Ασπίδα», που είχε στόχο τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Ωστόσο, το συγκλονιστικό ναυάγιο τα κάλυψε όλα και οι συζητήσεις στη Βουλή μπορεί να είχαν επίκεντρο την πλοιοκτήτρια του «Ηράκλειον», την εταιρεία των αδελφών Τυπάλδου, αλλά αποτύπωσαν πολλές παθογένειες της ναυτιλίας, ιδιαίτερα της ακτοπλοΐας, με το κράτος να εμφανίζεται ανεκτικό σε πολλές περιπτώσεις, αφήνοντας να λειτουργούν σχεδόν ανεξέλεγκτα υπερήλικα και υποσυντήρητα πλοία.

Ο Ηλίας Ηλιού, η ιστορική προσωπικότητα της Αριστεράς, στην ομιλία του (16.12.1966) ήταν καταιγιστικός:

«(…) εχρειάσθη να συγκλονισθή η χώρα από την τραγωδίαν της Φαλκονέρας διά να ημπορέση να ανασυρθή μόνον το άκρον ενός πυκνού πέπλου εντός του οποίου, με μεγάλας εκφράσεις περί εφοπλιστικού θαύματος από όλας τας μεταπελευθερωτικάς κυβερνήσεις καλύπτεται μια εγκληματική αμέλεια διά την ζωήν των ανθρώπων, και στυγνής εκμεταλλεύσεως από αδιστάκτους επαγγελματίας ασκούντας την ναυτιλιακήν επιχείρησιν καθ’ όλους τους κανόνας της πειρατείας. Εν ονόματι της μεγάλης ναυτιλίας άφησαν τους εφοπλιστάς ασύδοτους. Επέτυχον οι εφοπλισταί την μείωσιν των συνθέσεων των πληρωμάτων, δηλαδή την μείωσιν της ασφάλειας των ταξειδίων. Υπήρξε συρροήν σκανδαλωδών πράξεων, φοροαπαλλαγών, πιστοδοτήσεων κ.λπ. (…), ως διοικητικόν όργανον, το Λιμενικόν Σώμα, είναι βαθύτατα εμπεπηγμένον εις το εγκληματικόν όργιον εκ του οποίου προήλθε η τραγωδία της Φαλκονέρας», πρόσθεσε ο βουλευτής της ΕΔΑ.

Στις συζητήσεις στη Βουλή βρίσκουμε και δύο στοιχεία που συναντάμε και στις μέρες μας. Το ένα ήταν η εμφανής προσπάθεια των βουλευτών της… προγόνου της Ν.Δ., της ΕΡΕ, να «κλείσουν» τη συζήτηση περί ευθυνών με το πρόσχημα της προστασίας της εικόνας της ελληνικής ναυτιλίας και το άλλο η επίκληση από τον τότε υπουργό Ναυτιλίας Ισίδ. Μαυριδόγλου του… απορρήτου των ανακρίσεων για ν’ αποφύγει να παραθέσει στοιχεία, που θα φανέρωναν τη σκανδαλώδη δρομολόγηση του «Ηράκλειον».

Οπως είναι πλέον γνωστό, το πλοίο ταξίδευε μέσα σε κακοκαιρία, από τα Χανιά για τον Πειραιά, με 71 άτομα ως πλήρωμα και 212 επιβάτες.

Στο γκαράζ υπήρχαν 16 φορτηγά, ένα στρατιωτικό όχημα, ένα Ι.Χ. (κούρσα) και ένα φορτηγό-ψυγείο. Το τελευταίο φορτώθηκε αργοπορημένα, με το «έτσι θέλω» παρά τις αντιρρήσεις του λιμενικού βάρδιας, καθώς είχε περάσει η προγραμματισμένη ώρα απόπλου, και με τα χτυπήματά του στην μπουκαπόρτα την άνοιξε και προκλήθηκε το ναυάγιο.

Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατούσε στην ακτοπλοΐα είναι ότι το «Ηράκλειον», παρότι εκτελούσε δρομολόγια επί ενάμιση χρόνο, δεν είχε αναγνωριστεί ως επιβατηγό-οχηματαγωγό από το υπουργείο Ναυτιλίας!

Αυτό συνέβαινε επειδή δεν είχαν προσκομιστεί στην Επιθεώρηση Εμπορικών Πλοίων έξι αναγκαίες μελέτες (μελέτη πειράματος ευστάθειας, μελέτη ευστάθειας έναντι βλάβης κ.ά.).

Μάλιστα, επειδή υπήρχαν και άλλες ελλείψεις, που αφορούσαν το σύστημα έχμασης κ.λπ., το δεύτερο Πρωτόκολλο Γενικής Επιθεώρησης, που είχε εκδοθεί στις 29 Ιουνίου 1966, αντί να ισχύει για έναν χρόνο, είχε περιορισμένη ισχύ μέχρι τη 30ή Νοεμβρίου 1966. Πρακτικά αυτό σήμαινε ότι την 1η Δεκεμβρίου το πλοίο θα έπρεπε να σταματήσει να ταξιδεύει. Δυστυχώς, όμως, αυτό δεν έγινε…

Αντίθετα, την 1η Δεκεμβρίου η πλοιοκτήτρια εταιρεία ζήτησε παράταση ισχύος του λήξαντος πρωτοκόλλου, η οποία δίνεται μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου. Μία εβδομάδα αργότερα έγινε το ναυάγιο...

Οπως είχε καταγγείλει η ΕΔΑ, το πλοίο εκτός των άλλων είχε ελλιπή σύνθεση πληρώματος, αφού, όπως είχε πει ο Βασίλης Νεφελούδης, το 1962 επί κυβερνήσεως ΕΡΕ καταργήθηκαν οι κυρώσεις σε εφοπλιστές σε περίπτωση ελλιπούς σύνθεσης. Η εφαρμογή του χαριστικού μέτρου παρατάθηκε με απόφαση του Μαυριδόγλου.

Είναι γεγονός ότι το «Ηράκλειον», κατασκευασμένο το 1949 στη Γλασκόβη (ηλικίας 17 ετών), ήταν από τα πιο σύγχρονα πλοία της ακτοπλοΐας της εποχής. Ομως είχε ναυπηγηθεί για δεξαμενόπλοιο και μετά την αγορά από τους Τυπάλδους υπέστη εκτεταμένη μετασκευή για να διαμορφωθεί σε οχηματαγωγό, γεγονός που έκανε πιο επιτακτικό να πραγματοποιηθούν όλοι οι προβλεπόμενοι έλεγχοι ευστάθειας.

Οπως αποκαλύφθηκε στη Βουλή (11.2.1966) ύστερα από ερώτηση βουλευτών της Ενωσης Κέντρου, μεταξύ των οποίων οι Γιάννης Αλευράς, Εμμ. Ματζαπετάκης κ.ά., για το κόστος αγοράς και μετασκευής του πλοίου δόθηκαν δάνεια στην εταιρεία Τυπάλδου από την Εθνική Τράπεζα και την τότε αναπτυξιακή τράπεζα (ΕΤΒΑ) έπειτα από έγγραφες «συστάσεις» του υπουργείου Ναυτιλίας.

Ομως, εκτός από τις κρατικές τράπεζες διάφοροι εφοπλιστές, κυρίως ακτοπλόοι, λάμβαναν μεταπολεμικά και μεγάλα δάνεια από το ΝΑΤ. Ηταν τα περίφημα «θαλασσοδάνεια», από τα οποία πολλά ουδέποτε επιστράφηκαν, με αποτέλεσμα να «βουλιάξει», γρήγορα, το άλλοτε κραταιό Ταμείο.

Σύμφωνα με τον ισολογισμό της εταιρείας «Ατμοπλοΐα Αιγαίου Αδελφών Σ. Τυπάλδου Α.Ε.» του 1957, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελευθερία», τα «ενυπόθηκα δάνεια ΝΑΤ» ανέρχονταν σε 5.563.662,50 δραχμές!

Επίσης, οι «οφειλαί προς ΝΑΤ» ανέρχονταν σε 1.145.332 δραχμές, ενώ και στην Εθνική Τράπεζα οφείλονταν 1.182.975 δραχμές. Ποσά πολύ μεγάλα για την εποχή!

«Επί ΕΡΕ έλαβεν η Εταιρεία Τυπάλδου δάνειον δεκάδων χιλιάδων λιρών από το ΝΑΤ», είπε στη Βουλή ο βουλευτής Πειραιά της Ενωσης Κέντρου, Σταύρος Μπίρης.

Ο Ηλίας Ηλιού είχε αναφερθεί σε πλοίο άλλης εταιρείας (αδιευκρίνιστο ποιας), που επίσης είχε λάβει σκανδαλωδώς δάνειο από το ΝΑΤ, λέγοντας: «Για το πλοίο "Παλίρροια". Ητο 22 ετών και διεγράφη με διαταγή του υπουργείου από το νηολόγιον διά να επαναγραφή ως καινούργιο και έτσι να δικαιωθή να πάρη δάνειον από το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείον, διότι εις πλοία άνω των 12 ετών ηλικίας δεν εδίδετο δάνειον».

Από τη πρώτη συζήτηση στη Βουλή, το απόγευμα της μέρας του ναυαγίου, φάνηκε η απελπισμένη προσπάθεια της κυβέρνησης των αποστατών να αποσείσει κάθε ευθύνη και να «κουκουλωθεί» το θέμα.

Ο υπουργός Ναυτιλίας Μαυριδόγλου είπε, προκαλώντας αρνητικά σχόλια, ότι «(…) είναι από τα ναυάγια εκείνα τα οποία δεν ημπορεί κανείς ούτε να προβλέψη, ούτε να προλάβη».

Ο υπουργός απέδωσε το ατύχημα στο «κισμέτ», σχολίασε ο πρόεδρος της ΕΔΑ Γιάννης Πασαλίδης, για να προσθέσει: «Κισμέτ δεν υπάρχει, υπάρχουν ορθά μέτρα, υπάρχει προοπτική».

Σε επόμενη συζήτηση (16.12) οι αλληλοκατηγορίες μεταξύ βουλευτών της ΕΡΕ και της Ενωσης Κέντρου για το ποιοι ευνόησαν περισσότερο τους Τυπάλδους ήταν αποκαλυπτικές.

Παράλληλα, αναφέρθηκαν και άλλα πλοία, τα οποία, όπως καταγγέλθηκε, τους επιτρεπόταν να ταξιδεύουν με διαπιστωμένα προβλήματα!

Ο Μπίρης, που επί των ημερών του ως υπουργού Ναυτιλίας ξεκίνησε δρομολόγια το «Ηράκλειον», «χρέωσε» στην ΕΡΕ τη γιγάντωση της εταιρείας για να δεχτεί «πυρά» από τους βουλευτές της ΕΡΕ Λεωνίδα Μπουρνιά και Γ. Βογιατζή.

«(…) το 1964 εύρομεν την εταιρείαν Τυπάλδου πανίσχυρον. Την εύρομεν κυρίαρχον εις τας ακτοπλοϊκάς συγκοινωνίας», είπε ο Μπίρης, για να απαντήσει ο Μπουρνιάς:

«(…) οι αδελφοί Τυπάλδου μετέφερον διά των πλοίων των κατά χιλιάδας τους ψηφοφόρους της Ε.Κ. (…) Υπήρξε πολιτικός σας φίλος και σεις ανταποδίδοντας τας υπηρεσίας που προς το κόμμα σας είχε προσφέρει προέβητε εις παραχωρήσεις προς αυτόν».

Ο Μπίρης υποστήριξε ότι δόθηκε μόνο άδεια δοκιμαστικών δρομολογίων πριν από την πτώση της κυβέρνησης του Κέντρου λόγω της αποστασίας του Ιουλίου του 1965 αλλά, όπως παρατήρησε ο Βογιατζής, «είναι ακατανόητοι δοκιμαστικοί πλόες με έμφορτα σκάφη με δεκάδες φορτηγά αυτοκίνητα και χιλιάδες επιβάτες».

Ο Μπίρης καταλόγισε στην ΕΡΕ ότι έδωσε, κατά παράβαση του νόμου, άδεια δρομολόγησης δύο υπερήλικων πλοίων της εταιρείας, για να τον «καρφώσει» ο Βογιατζής ότι όχι μόνο δεν τα απέσυρε αλλά τους παρέτεινε την άδεια δρομολόγησης.

Ενα θέμα που απασχόλησε ιδιαίτερα ήταν η στάση των στελεχών του Λιμενικού απέναντι στην εταιρεία.

Οπως φάνηκε στις δίκες, λιμενικοί που θέλησαν να κάνουν τη δουλειά τους κινδύνευαν με μετάθεση, γεγονός που φανερώνει τις πολιτικές «πλάτες» της εταιρείας.

Πρωταγωνιστής σε κάποια περιστατικά σε βάρος λιμενικών, που αναφέρθηκαν στο δικαστήριο, ήταν ο ανιψιός των αδελφών Τυπάλδου, Παναγιώτης (Τάκης) Κόκκινος, που όπως λεγόταν «έλυνε κι έδενε» στην εταιρεία.

«Είχα ακούσει ότι ο Κόκκινος έδιωξε το λιμενικό όργανο που δεν άφηνε τον κόσμο να μπη και άλλοτε πήραν μαζί στο καράβι το λιμενικό όργανο», είπε στη δίκη ο 23χρονος -τότε- θαλαμηπόλος Ηλίας Κουκουνάκης [Πηγή: Γενικά Αρχεία του Κράτους (ΓΑΚ), Πρακτικά της δίκης στο Εφετείο, σελ. 135].

Δημ. Μαυράκης, 23 ετών, επιβάτης: «Μια φορά στη γιορτή του κρασιού στην Κρήτη το καράβι επήρε κλίσιν 30 μοιρών με 2.500 επιβάτες. Ο λιμενάρχης έκρινε το καράβι ακατάλληλο και έκανε αναφορά. Απαγόρευσε τον απόπλου του καραβιού και οι πλοιοκτήται έκοψαν τα σχοινιά και έφυγαν. Κατόπιν άκουσα ότι ο λιμενάρχης μετετέθη (…) στη Σούδα» (Πηγή: ΓΑΚ, ό.π., σελ 152).

Να σημειωθεί ότι υπήρξε και δεύτερη κατάθεση με αναφορά στη μετάθεση του λιμενάρχη ενώ το είχε καταγγείλει στη Βουλή ο βουλευτής Μ. Ξυλούρης.

Τέλος, ίσως το πιο χαρακτηριστικό επεισόδιο σημειώθηκε περίπου μία εβδομάδα μετά το ναυάγιο (13/12/1966), οπότε ο Π. Κόκκινος «σοβαρό επεισόδιο δημιούργησε (…) στο γραφείο του διευθυντού επιθεωρήσεως ΥΕΝ κ. Ανδριτσόπουλου.

Ο ανεψιός του Τυπάλδου εμφανίστηκε διαμαρτυρόμενος γιατί η Επιθεώρηση Εμπορικών Πλοίων απαγόρευσε τον απόπλου του οχηματαγωγού "Χανιά" που έχει τα ίδια ελαττώματα με το "Ηράκλειον". Απείλησε ακόμα και με χειροδικία τον κ. Ανδριτσόπουλο και απαίτησε να απαγορευθεί και ο απόπλους του "Φαιστός" άλλης εταιρίας (σ.σ. του Ευθυμιάδη). Ο κ. Κόκκινος χολώθηκε γιατί η απαίτησή του δεν έγινε δεκτή και έσπασε με τη γροθιά του το κρύσταλλο του γραφείου» (Πηγή: «Τα Νέα» 14/12/1966).

Πηγή: Σταύρος Μαλαγκονιάρης - "ΕφΣυν"

Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger