Αρχική » » Δημήτρη Κουσουρή: «Δίκες των Δοσιλόγων, 1944-1949. Δικαιοσύνη, Συνέχεια του Κράτους και Εθνική Μνήμη». Μέρος 8ο

Δημήτρη Κουσουρή: «Δίκες των Δοσιλόγων, 1944-1949. Δικαιοσύνη, Συνέχεια του Κράτους και Εθνική Μνήμη». Μέρος 8ο

{[['']]}
Η διαχείριση των υποθέσεων ως τεχνική για να εξανεμιστούν οι ευθύνες

Αυτή η νέα παραδειγματική αφήγηση υιοθετούσε στο ακέραιο την ιδεολογία του δοσιλογικού καθεστώτος ενάντια στο εαμικό κίνημα.
Έτσι, το καλοκαίρι του 1943 θεωρήθηκε κρίσιμη καμπή, με την έννοια ότι τότε εξαπολύθηκε η πρώτη έφοδος του ΕΑΜ για τη κατάληψη της εξουσίας: το κράτος είχε αναγκαστεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του διπλά, τόσο εναντίον της επαναστατικής δράσης των κομμουνιστών όσο και εναντίον των ναζιστικών ωμοτήτων που αυτή προκαλούσε. Έτσι. το Συμβούλιο δικαιολόγησε ακόμα και τις συλλήψεις που, ενταγμένες στο πλαίσιο των εσωτερικών αντικομμουνιστικών διώξεων τις οποίες συντόνιζε ο Γ. Ντάκος στις παραμονές της γερμανικής αποχώρησης, παρέδωσαν τελικά τους συλληφθέντες στα χέρια του κατακτητή. 1

Η συμμετοχή σε αυτό τον «εθνικό αγώνα», που από το 1943 διεξαγόταν σε δύο μέτωπα. συνιστούσε απόδειξη πολιτικής συνείδησης και «απαλλακτικό επιχείρημα» ώστε να δοθεί άφεση αμαρτιών στους κατηγορουμένους για τις προηγούμενες πράξεις τους.

Η περίπτωση Ντάκου ήταν χαρακτηριστική: προσήχθη λόγω των πολυάριθμων καταγγελιών που τον βάρυναν για τη δράση της Χωροφυλακής υπό τις διαταγές του, τόσο κατά τη διετία 1941-1942 όσο και το 1944. Οι καταγγελίες αυτές είχαν ταξινομηθεί ανάλογα με τη φύση των πράξεων ή των κατηγοριών που κινούσαν τη δίωξη. Στους δύο μήνες που ακολούθησαν, άλλα τρία απαλλακτικά βουλεύματα είχαν εκδοθεί στο όνομά του.

Τα δύο βουλεύματα που είχαν εκδοθεί πριν από το τέλος Οκτωβρίου αφορούσαν κυρίως γεγονότα που είχαν συμβεί κατά την πρώτη του θητεία. 2 Όπως είδαμε, οι αποφάσεις μπορούσαν εύκολα να προσβάλουν το βάσιμο των καταγγελιών, αναγνωρίζοντας στα ανώτερα στελέχη την πρόθεση εφαρμογής της κείμενης νομοθεσίας. Τα δύο άλλα βουλεύματα, που αφορούσαν τους διωγμούς και τις πολυάριθμες δολοφονίες αντιστασιακών το 1944 δεν εκδόθηκαν παρά στα τέλη Νοεμβρίου. Σε όλες τις περιπτώσεις, ο νομικός συλλογισμός αφήνει να διαφανεί μια τακτική αθώωσης, βασισμένη στη μετατόπιση των ποινικών ευθυνών για τις κρινόμενες πράξεις.

Σχετικά με τις «διοικητικές εκτοπίσεις» που είχαν διαταχθεί πριν από το 1943 η βασική κατηγορία αφορούσε το γεγονός ότι τα άτομα που συνελήφθησαν μεταφέρθηκαν στα κρατητήρια της Αστυνομίας στην Αθήνα, από όπου ανά πάσα στιγμή κινδύνευαν (όπως άλλωστε συνέβη αρκετές φορές) να πέσουν στα χέρια των Γερμανών. Το Δικαστικό Συμβούλιο αποφάνθηκε ότι ο χώρος κράτησης ενέπιπτε στις αρμοδιότητες του υπουργού Εσωτερικών, παραπέμποντας έτσι στη δίκη των υπουργών, που είχε λήξει μερικούς μήνες νωρίτερα 3 Οι υποθέσεις που συνδέονταν με τις συλλήψεις και τις δολοφονίες αντιστασιακών το 1944 ήταν πιο σύνθετες, καθώς τα γεγονότα ήταν ακόμα νωπά, ορισμένα μάλιστα έφεραν και βαρύ συμβολικό φορτίο. 4

Τέτοια ήταν η περίπτωση της Ηλέκτρας Αποστόλου, αγωνίστριας του ΚΚΕ/ΕΑΜ, που συνελήφθη, βασανίστηκε και δολοφονήθηκε στις 26 Ιουλίου 1944 από τους άνδρες της Ειδικής Ασφάλειας. Αντιπροσωπευτική της πολιτικής αντίληψης με την οποία το ΕΑΜ διαχειρίστηκε τις διώξεις, η μήνυση που υπέβαλε ο αδελφός της Λευτέρης Αποστόλου 5 υποδείκνυε ως υπευθύνους τους άνδρες της Ασφάλειας - τους φυσικούς αυτουργούς του εγκλήματος-, και ταυτόχρονα τους υπηρεσιακούς και πολιτικούς ανωτέρους τους.

Μοιράζοντας, ωστόσο, τις ποινικές ευθύνες στους φακέλους των διαφόρων κατηγορουμένων, ο Επίτροπος επιχειρούσε να εξουδετερώσει την προσπάθεια πολιτικοποίησης των δικών. Έτσι, μολονότι ο δικαστής που είχε συντάξει το πρώτο απαλλακτικό βούλευμα είχε στο μεταξύ παυθεί από τον υπουργό, και παρότι ο Ντάκος είχε στιγματιστεί για την κατοχική του δράση, όχι μόνο από το ΕAM αλλά και από τις δυνάμεις του δημοκρατικού Κέντρου, 6 το δεύτερο μέρος των κατηγοριών κατέρρευσε επίσης, καθώς στη δίκη της Ειδικής Ασφάλειας, που ολοκληρώθηκε στις αρχές Νοεμβρίου, το δικαστήριο είχε ήδη αποφανθεί για τα εγκλήματα που περιλαμβάνονταν στις σχετικές μηνύσεις.

Η επιλογή της χρονικής στιγμής για τη διεξαγωγή της δίκης της Ειδικής Ασφάλειας αποκαλύπτει μια συγκεκριμένη τακτική διαχείρισης των δικογραφιών. Η έναρξή της αρχικά προβλεπόταν για τις αρχές Σεπτεμβρίου, αλλά μια σειρά κωλυμάτων που ανέκυψαν κατά τη διάρκεια της προανάκρισης τη μετέθεσαν για τα τέλη Οκτωβρίου. Σε αυτό το διάστημα, αντιμετωπίζοντας ευνοϊκά τις καταθέσεις των «εθνικοφρόνων» και υποβαθμίζοντας τη σημασία των καταθέσεων των εαμικών, τις οποίες χαρακτήριζαν αόριστες και αβάσιμες, οι δικαστές αποφάσιζαν την αναστολή των διώξεων για σειρά υποθέσεων που αφορούσαν συναδέλφους τους δικαστικούς.

Και, ενώ στη δίκη της Ειδικής Ασφάλειας είχαν καταδικαστεί κάποιοι αξιωματικοί του σώματος, μια νέα σειρά αποφάσεων απάλλασσε τους αξιωματικούς της Αστυνομίας, της Ειδικής Ασφάλειας και της Χωροφυλακής με την αιτιολογία ότι για τα εγκλήματα που τους αποδίδονταν, είχαν ήδη ταυτοποιηθεί οι ένοχοι και είχαν εκδοθεί οι σχετικές αποφάσεις. 8

Είναι προφανές ότι, αξιοποιώντας στο έπακρο το περιθώριο ελιγμών που άφηνε η κατά περίπτωση εξέταση των υποθέσεων και δημιουργώντας φακέλους που συνέδεαν ή διαχώριζαν κατά βούληση τις κρινόμενες πράξεις, οι δικαστικές αρχές αποκτούσαν τη δυνατότητα να αποδομήσουν την αφήγηση της Αντίστασης, και να την ανασυνθέσουν σύμφωνα με τις ιδεολογικές αρχές του μεταδεκεμβριανού καθεστώτος. 

Αυτή η τακτική κατόρθωνε να χρονοτριβεί, δίνοντας ταυτόχρονα την εντύπωση ότι η δικαστική έρευνα εξελισσόταν κανονικά. Έτσι, ενώ η Δικαιοσύνη εφάρμοζε σχολαστικά τους ισχύοντες νόμους και τις προβλεπόμενες διαδικασίες, οι ποινικές και πολιτικές ευθύνες εξανεμίζονταν στον λαβύρινθο των διαφόρων φακέλων και ερευνών.

Η μέθοδος αυτή -που διασφάλιζε εν πολλοίς την ατιμωρησία των αξιωματικών του Στρατού και της Αστυνομίας, και επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί κατά κόρον από τους υψηλόβαθμους δικαστικούς κατά τις επόμενες δεκαετίες εφαρμόστηκε καταρχάς από τον ίδιο τον αντεισαγγελέα Κ. Κόλλια, ο οποίος οργάνωσε την πρώτη περίοδο λειτουργίας του ΕΔΔ Αθηνών και υπήρξε από τους πρώτους που απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες για δοσιλογισμό, για να αναρριχηθεί κατόπιν με μεγάλη ταχύτητα, από τα μέσα κιόλας του 1946, ώς την κορυφή της δικαστικής ιεραρχίας. 0 ίδιος άνθρωπος ανέλαβε, επί θητείας του ως Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, να κάνει «διάσημο» αυτό τον τρόπο δικαστικής διαχείρισης, κατά τη διάρκεια των ερευνών για τη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη, δύο δεκαετίες αργότερα. 9

Σε κάθε περίπτωση, η νομολογία των προανακριτικών βουλευμάτων του ΕΔΔ Αθηνών, έως το τέλος του 1945, διαμόρφωσε την ερμηνεία των νομικών διατάξεων και δημιούργησε δεδικασμένα, πάνω στα οποία στηρίχτηκε, στη συνέχεια, το έργο των ΕΔΔ., τόσο στην Αθήνα όσο και στην υπόλοιπη χώρα.

Όπως είδαμε, σε αντιδιαστολή με τον ευρύ ορισμό του «τυπικού» εγκλήματος που υιοθετήθηκε στη δίκη των κυβερνήσεων, στις υπόλοιπες περιπτώσεις κυριάρχησε μια συσταλτική ερμηνεία των διατάξεων του νόμου: στο εξής η Δικαιοσύνη αντιμετώπιζε τα αδικήματα που καλούνταν να δικάσει ως πράξεις συγκεκριμένων θυτών εις βάρος συγκεκριμένων θυμάτων, και όχι ως πράξεις εθνικής προδοσίας.  Ο στενός ορισμός του εγκλήματος της συνεργασίας με τον εχθρό απαιτούσε αδιάσειστα πειστήρια, αποδεικτικά στοιχεία ικανά να πείσουν ότι οι κατηγορούμενοι είχαν την πρόθεση να υπηρετήσουν τον Αξονα και να στραφούν κατά του συμμαχικού στρατοπέδου.

Η ραγδαία αντιστροφή του πολιτικού και στρατιωτικού συσχετισμού δυνάμεων επηρέασε με διάφορους τρόπους το έργο της Δικαιοσύνης. Από τη μία, παραμένοντας πιστές στον πολιτικό ορισμό του εγκλήματος και έχοντας δεχτεί σοβαρά πλήγματα από την τρομοκρατία που υφίσταντο, οι εαμικές δυνάμεις εξαντλούσαν κάθε νόμιμο μέσο, προβαίνοντας σε καταγγελίες και μηνύσεις με αδύναμη νομική βάση. Παρείχαν έτσι στις διωκτικές αρχές νομιμοφανείς προφάσεις για την απόρριψη των μηνύσεων ως προσπαθειών να υπερπολιτικοποιηθούν οι υποθέσεις. Σε κάθε περίπτωση, το σκεπτικό του δικαστηρίου βασιζόταν στην αναξιοπιστία των εαμικών μαρτύρων.

Και η βρετανική πολιτική διευκόλυνε το έργο του. Αφενός, η άρνηση των Βρετανών να αναμειχθούν στρατιωτικά συντηρούσε τη «λευκή τρομοκρατία» και τον φόβο των αντιποίνων, που έκαναν όλο και περισσότερους μάρτυρες να απέχουν από το δικαστήριο ή, κατά την παράστασή τους, να ανακαλούν τις προηγούμενες καταθέσεις τους. Αφετέρου, οι βρετανικές υπηρεσίες προμήθευαν απλόχερα -και ενίοτε άκριτα- με βεβαιώσεις ένταξης σε συμμαχικά δίκτυα τους κατηγορουμένους για δοσιλογισμό, ενισχύοντας έτσι τη μανιχαϊστική αξιολόγηση των μαρτυριών από το δικαστήριο: αξιόπιστες όταν επρόκειτο για «εθνικιστές», αναξιόπιστες όταν επρόκειτο για κομμουνιστές.10

Σε γενικές γραμμές οι κύριοι άξονες δράσης των ΕΔΔ είχαν πλέον οριστεί. Προκειμένου να αποκατασταθεί η συνέχεια του κράτους-έθνους την οποία είχαν τόσο βίαια διακόψει το 1941-1944, η στρατιωτική ήττα και το επαναστατικό κίνημα. Καταβλήθηκε άλλωστε προσπάθεια να αποκατασταθούν αμέσως οι εξέχοντες εκπρόσωποι των πνευματικών ελίτ, όπως ο ακαδημαϊκός Σπυρίδων Μελάς, που είχε διαγράφει έναν χρόνο νωρίτερα από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών. ή ο Λάμπρος Κατσιλάμπρος, καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.11

Η αντιμετώπιση που επιφυλάχθηκε στα «μικρά ψάρια» προανήγγελλε τη συνολικότερη επανένταξη τόσο των αντικομμουνιστών διανοουμένων όσο και του ένοπλου βραχίονα του δοσιλογισμού. Κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου και του χειμώνα 1945-1946, εκδόθηκαν μια σειρά απαλλακτικών βουλευμάτων που κατά κανόνα αφορούσαν πρώην ταγματασφαλίτες -στην πλειονότητά τους, μεταξύ δεκαοκτώ και είκοσι δύο ετών-, μολονότι είχαν αποδεδειγμένα συμμετάσχει σε ναζιστικά αντίποινα και σε δολοφονίες αντιστασιακών. 12

Οι αθωωτικές αποφάσεις, όμως, αφορούσαν και γνωστά μέλη του « σκληρού πυρήνα» του δοσιλογισμού: από απλούς πράκτορες της Ειδικής Ασφάλειας και των Ες Ες. που απαλλάχθηκαν λόγω του νεαρού της ηλικίας τους, 13 μέχρι τον ψυχίατρο και νευρολόγο Σ. Βλαβιανό. ο οποίος, καίτοι γνωστός τοις πάσι ως αρχηγός της ναζιστικής οργάνωσης ΕΣΠΟ απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες. στη βάση της -μίας και μοναδικής - μαρτυρίας ενός άλλου μέλους της οργάνωσης. 14

Τέλος, και για να κλείσουμε το κεφάλαιο επιστρέφοντας στο σημείο από όπου ξεκινήσαμε -τα χαμένα ίχνη των πρακτόρων της Γκεστάπο-, το Συμβούλιο απάλλαξε επίσης, στα τέλη Οκτωβρίου-αρχές Νοεμβρίου, είκοσι έναν κατηγορούμενους ως πράκτορες της Γκεστάπο -καταγεγραμμένους στους γερμανικούς καταλόγους που έπεσαν στα χέρια των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών-, στηριζόμενο σε ένα έγγραφο της υποδιεύθυνσης Γενικής Ασφαλείας, από το οποίο προέκυπτε ότι:
«τά έν τώ καταλόγω τούτω πρόσωπα είναι ή ανύπαρκτα ή ψευδώς άναφέρονται ώς πράκτορες τής Γκεστάπο, το δι' ότι οι Γερμανοί έκ προθέσεως κυκλοφορούν ψευδείς καταλόγους πρακτόρων πρός συγκάλυψιν τών πραγματικών πρακτόρων [...]» 15.

Είναι, λοιπόν, προφανές ότι η διαδικασία ενσωμάτωσης των πρώην δοσιλόγων από τις υπηρεσίες Ασφαλείας του καθεστώτος δεν εξαιρούσε ούτε τον σκληρό, καθαρόαιμο ναζιστικό τους πυρήνα. Η επιχείρηση που στόχευε να περιορίσει τόσο τις πράξεις που θεωρούνταν «εθνική προδοσία», όσο και τον κύκλο των ανθρώπων που θεωρούνταν ή χαρακτηρίζονταν «δοσίλογοι» βρισκόταν πλέον σε καλό δρόμο. Αν ο ένας πυλώνας αυτής της διαδικασίας ήταν η προανακριτική διαδικασία, ο έτερος ήταν οι επ’ ακροατηρίου συζητήσεις.

Παραπομπές

1. Στο βούλευμα υπ' αριθ. 125 σ. 5-6. το δικαστήριο υιοθετεί το σενάριο της εξάρθρωσης μιας μυστικής ομάδας (της Κομμουνιστικής Οργάνωσης της Χωροφυλακής), που εξύφαινε κομμουνιστική συνωμοσία για να διαλύσει το Σώμα. Σενάριο μάλλον απίθανο, καθώς ίχνη του δεν βρίσκουμε πουθενά αλλού. Πρόκειται πιθανότατα για μία από τις θεωρίες συνωμοσίας που επικαλούνταν τότε ενάντια στον εσωτερικό (εαμικό) εχθρό.
2. Απόφαση υπ. αριθ. 125.3 Οκτωβρίου 1945 την οποία παρουσιάσαμε λίγο πιο πάνω, και υπ’ αριθ. 135 της 15ης Οκτωβρίου 1945.
3. Απόφαση υπ' αριθ. 125.3 Οκτωβρίου 1945. ό.π.
4. Πρόκειται για τις αποφάσεις υπ αριθ. 206 της 21ης Νοεμβρίου και υπ' αριθ. 246 της 8ης Δεκεμβρίου 1945.ό.π.
5. Ο Λευτέρης Αποστόλου ήταν ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ και συγγραφέας του βιβλίου με θέμα τις δίκες των κατοχικών κυβερνήσεων.
6. Πρβλ. την αναφορά του Κ. Τσάτσου στη διένεξη γύρω από το παρελθόν του Ντάκου. ό.π.. σ. 22-23. Βλ. επίσης Ελευθερία. 18 Νοεμβρίου 1945. σχετικά με την πολιτική τοποθέτηση των δικαστών που τον αθώωσαν.
7. Όσον αφορά την αυτοασυλία των δικαστικών, βλ. κυρίως τις αποφάσεις υπ’ αριθ. 105 της 30ής Αυγούστου 1945 που αθώωνε επτά δικαστικούς κατηγορούμενους γα παρακώλυση της διαδικασίας απελευθέρωσης (φυλακισμένων γυναικών στην υπηρεσία των Συμμάχων από μια διευθύντρια των γυναικείων φυλακών της Αθήνας (πρβλ. σχετικά Ελεύθερη Ελλάδα. 6 Νοεμβρίου 1945, που ανέφερε αυτή την υπόθεση, όταν ο δικαστής είχε πλέον επανενταχθεί)· υπ' αριθ. 128. 2 Οκτωβρίου 1945. που αθώωνε έναν Εισαγγελέα Εφετών Κέρκυρας· υπ’ αριθ. 157. 30 Οκτωβρίου 1945, που αθώωνε έναν Εισαγγελέα της Αθήνας ό.π.: ΕΜΑ/ΒΒ/1 και 2/1945).
8. Αφθονούν οι περιπτώσεις αξιωματικών της Αστυνομίας και της Χωροφυλακής που αθωώθηκαν, από τα τέλη Νοεμβρίου 1945 και μετά. Ενδεικτικά μόνα οι αποφάσεις υπ' αριθ. 259.268.269. και όλες όσες εκδόθηκαν στις 15 Δεκεμβρίου 1945. Το κείμενό τους είναι πανομοιότυπο μόνο τα ονόματα διαφέρουν. Ένας από τους αθωωθέντες ήταν και ο Δ. Παπαδόγκωνας, ανιψιός του αρχηγού των Ταγμάτων Ασφαλείας Πελοποννήσου και πρωταγωνιστής των εκτελέσεων τις πρώτες ημέρες της Απελευθέρωσης. πρβλ. Ελευθερία. 19 Οκτωβρίου 1944. Βλ.. επίσης, σχετικά με τους άλλους αξιωματικούς της Αστυνομίας που αθωώθηκαν, τις αποφάσεις υπ' αριθ. 285 της 17ης Δεκεμβρίου και 346 της 29ης Δεκεμβρίου 1945. ό.π.
9. 0 Κόλλιας ανήλθε με εντυπωσιακή ταχύτητα τις δικαστικές βαθμίδες. Εγινε Αντεισαγγελέας Εφετών τον Φεβρουάριο του 1945. και προήχθη στον Αρειο Πάγο τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς. Στην υπόθεση της δολοφονίας Λαμπράκη από ομάδα παρακρατικών, τον Μάιο του 1963 ενεπλάκη προσωπικά, επιχειρώντας να «διαχωρίσει» τον φάκελο του Αρχηγού της Αστυνομίας Θεσσαλονίκης. Σχετικά με την πειθαρχική ποινή που του επιβλήθηκε τότε από τους επικεφαλής του Αρείου Πάγου, βλ. Ελευθερία, Μάρτιος 1965.
10. Μεταξύ των διασημότερων δοσιλόγων που είχαν λάβει βρετανική βεβαίωση ήταν και ο Γ. Ντάκος (απόφαση υπ' αριθ. 125). Χαρακτηριστική για την ευκολία με την οποία εκδίδονταν και κυκλοφορούσαν οι βρετανικές βεβαιώσεις ήταν η περίπτωση ενός διαβόητου πράκτορα της Ειδικής Ασφάλειας ο οποίος εξασφάλισε τη βεβαίωσή του μέσα στη σύγχυση των Δεκεμβριανών. Αργότερα, στη δίκη της Ειδικής Ασφάλειας, ο Βρετανός που του είχε χορηγήσει τη βεβαίωση παραδέχτηκε ότι δεν γνώριζε για ποιον ακριβώς επρόκειτο.
11 Η περίπτωση του Σπ. Μελά είναι ίσως η γνωστότερη, και έχουν γραφτεί πολλά σχετικά. Αφού διαγράφηκε ταπεινωτικά, έναν χρόνο νωρίτερα, από την Εταιρεία Λογοτεχνών, έδρασε μεθοδικά για να επιτύχει τη (νομική τουλάχιστον) αποκατάστασή του, και αθωώθηκε με την απόφαση υπ' αριθ. 381 της 31ης Δεκεμβρίου 1945.ojt. Για μια συνοπτική παρουσίαση των πεπραγμένων του Μελά εκείνη την ταραγμένη περίοδο, βλ  Γ. Θεοτοκάς. Τετράδια ημερολογίου, ό.π., σ. 506-508- και. του ιδίου. «Η περίπτωση του Σπύρου Μελά». Νέα Εστία. έτος κβ'. τόμ 44. τεύχος 506. 1 Αυγούστου 1948. σ. 953-956. Το 1942 ο Κατσιλάμπρος  διορίστηκε καθηγητής από την κυβέρνηση Τσολάκογλου, και δημοσίευσε πολλά άρθρα, πλέκοντας το εγκώμιο του πρωθυπουργού και των δυνάμεων του Αξονα (απόφαση υπ' αριθ. 233.8 Δεκεμβρίου t945. ό.π.).
 12. Βλ. την περίπτωση του Ε.Μεσ.. είκοσι δύο ετών το 1945 για τον οποίο το Δικαστικό Συμβούλιο δέχτηκε ότι είχε συμμετάσχει στα μπλόκα που οργάνωσαν από κοινού τα Τάγματα Ασφαλείας και τα γερμανικά στρατεύματα, στις συλλήψεις, στα βασανιστήρια, ακόμα και στις δολοφονίες Ελλήνων πολιτών «…ώστόσο, έκ των γεγονότων συνάγεται οτι ό κατηγορούμενος δέν προέβη στις συλλήψεις καί στή βία προκειμένου νά παραδώσει τούς μάρτυρες στους Γερμανούς, άλλα γιά νά τεθούν ύπό προσωρινή κράτηση από τά Τάγματα Ασφαλείας […] έν συνεχεία, πράγματι διέπραξε τις βιαιοπραγίες που τού καταλογίζονται, άλλα ούδαμώς προκύπτει ότι αυταί έλαβον χώραν ένεκα τής δράσεως τών παθόντων κατά τού εχθρού» (απόφαση 346. 29 Δεκεμβρίου 1945.ό.π.).
13. Πρβλ. την περίπτωση του Αλ. Ιωαν.. δεκαεπτά ετών (!) το 1945. για τον οποίο το δικαστήριο δέχτηκε ότι είχε υπηρετήσει στην Ειδική Ασφάλεια για μικρό μόνο χρονικό διάστημα, γεγονός που σε συνδυασμό με το νεαρό της ηλικίας του δεν δικαιολογούσε την παραπομπή του σε ακροαματική διαδικασία (βούλευμα υπ' αριθ. 206. 26 Νοεμβρίου 1945. ό.π.).
14. Βούλευμα υπ’ αριθ. 366 της 18ης Δεκεμβρίου 1945.
15. Απόφαση υπ’ αριθ. 176 της 2ας Νοεμβρίου 1945.

ΤΕΛΟΣ


Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger