Αρχική » » Ταγματασφαλίτες, μισθός, εξουσία, θηριωδία

Ταγματασφαλίτες, μισθός, εξουσία, θηριωδία

{[['']]}

 Πηγή:  Tου Σταύρου Παναγιωτίδη, υποψήφιου διδάκτορα Ιστορίας - History

Ενα γραμμάριο δράσης, ένας τόνος θεωρίας

Αυτό εξοικείωσε τον κόσμο με το ΕΑΜ, έσπασε τις προκαταλήψεις και τα στεγανά που δημιουργούσε στους λαϊκούς ανθρώπους η κρατική προπαγάνδα περί του κομμουνιστικού κινδύνου και του επέτρεψε να βαδίσει μαζί του στον δρόμο της αντίστασης. Η φράση του Ενγκελς «ένα γραμμάριο δράσης ισούται με έναν τόνο θεωρίας» είχε βρει την εφαρμογή και τη δικαίωση της.

Η πρώτη οργάνωση που δημιουργήθηκε από αυτό τον χώρο, πριν ακόμη από την Ιδρυση του ίδιου του ΕΑΜ, ήταν η Εθνική Αλληλεγγύη. Αξιοποίησε την πείρα των κομμουνιστών του μεσοπολέμου, οι οποίοι γνώριζαν πώς να δρουν σε συνθήκες παρανομίας. 

Πολύ σύντομα δημιουργήθηκαν πάρα πολλά επιμέρους δίκτυα από ανθρώπους που κυκλοφορούσαν αγαθά πρώτης ανάγκης, τα οποία συνδέθηκαν με την Αλληλεγγύη. Επίσης, το 1941 δημιουργήθηκε μια δομή κοινωνικού ιατρείου, το Καταφύγιο Επειγούσης Περιθάλψεως στη Νέα Σμύρνη, από τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών και με πρωτοβουλία γιατρών που ήταν ήδη οργανωμένοι στην Εθνική Αλληλεγγύη. Γενικώς, η οργάνωση λειτουργούσε ως κόμβος που συνέδεε τις δράσεις πολλών τυπικών και άτυπων συλλογικοτήτων, από τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών και τους προσκόπους μέχρι τοπικά δίκτυα, αθλητικούς και πολιτιστικούς συλλόγους.

Αντίστοιχες δράσεις οργανώθηκαν και στα πανεπιστήμια από το ΕΑΜ Νέων και την Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας, τους φοιτητές που είχαν άμεση ανάγκη, ειδικά όσους προέρχονταν από την επαρχία και δεν είχαν συγγενείς στην Αθήνα. Και πάλι η δράση αυτή διοχετεύτηκε μέσα από ήδη υπάρχοντες μηχανισμούς, όπως ο Εκπολιτιστικός Ομιλος του Πανεπιστημίου (ΕΟΠ), ο Σύλλογος Επαρχιωτών Φοιτητών (ΣΕΦ), το Ταμείο Απόρων Φοιτητών (ΤΑΦ) και άλλους. Σε αυτούς δραστηριοποιήθηκαν συνολικά 4.700 φοιτητές και φοιτήτριες. Ακόμη το ΕΑΜ δημιούργησε προμηθευτικούς συνεταιρισμούς, με στόχο την πρόσβαση σε διατροφικά και άλλα προϊόντα, σώζοντας κόσμο και χτυπώντας τα συμφέροντα των μαυραγοριτών.


Από το δεύτερο εξάμηνο του 1942 και συστηματικότερα το επόμενο έτος το ΕΑΜ αναβάθμισε τη δράση του με τη δημιουργία λαϊκών επιτροπών, οργανωμένων σε γειτονιές, εργασιακούς χώρους και εκπαιδευτικά ιδρύματα. Οι επιτροπές αυτές κατέγραφαν τις ανάγκες των πολιτών, διατροφικές και υγειονομικές -όπως το καθάρισμα των βόθρων, την παροχή καθαρού νερού, τον εφοδιασμό των γειτονιών με κλιβάνους για την απολύμανση των ρούχων- ή απαιτούσαν οργανωμένα από την κυβέρνηση και τους δήμους την ικανοποίησή τους.

Ενας αμφίδρομος μετασχηματισμός

Κεντρικό ρόλο σας λαϊκές επίτροπός το ΕΑΜ έδωσε σε ανθρώπους που είχαν ήδη κοινωνικό κύρος και δεν υπήρχε επάνω τους καμία υποψία για συμπόρευση με τους κομμουνιστές. Αστυνομικός ιερείς, ανώτατοι δημόσιοι υπάλληλοι και γιατροί μπήκαν μπροστά δίνοντας ουσιαστικά κάλυψη στη δράση του ΕΑΜ και ταυτόχρονα το ΕΑΜ πετύχαινε να τους φέρει σε επαφή μαζί του, οδηγώντας σημαντικό κομμάτι του κόσμου των πόλεων στην εκτίμηση του ρόλου και της δράσης της Αριστεράς για τη σωτηρία του λαού αλλά και στην εξοικείωση με τη μαζική συλλογική δράση ως ουσία της πολιτικής. 

Αλλά όλη αυτή η διαδικασία μετασχημάτιζε και το ίδιο το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, οδηγώντας τα ακόμη πιο βαθιά στη συνειδητοποίηση της πολιτικής ως διαδικασίας που για να είναι πραγματικά αποτελεσματική και να εκπροσωπεί με γνήσιο τρόπο τα λαϊκά συμφέροντα δεν μπορεί παρά να είναι συμπεριληπτική σε προσωπικές και συλλογικές στάσεις, ιδέες και αναπαραστάσεις.

Οταν λίγο αργότερα ο ΕΛΑΣ εξοπλίστηκε καλύτερα χάρη στην άτακτη διάλυση των ιταλικών μονάδων, κλιμάκωσε τη δράση του και πέρασε σε ένοπλες επιθέσεις κατά των μαυραγοριτών. Μέσα από τις ανακοινώσεις του το ΕΑΜ κατάφερνε να διασαφηνίσει αυτό που ήδη έδειχνε η δράση του. Οι μαυραγορίτες ήταν εχθροί του έθνους γιατί συνεργάζονταν με τον κατακτητή, αλλά ταυτόχρονα ήταν και εχθροί ειδικότερα των λαϊκών στρωμάτων γιατί τα οδηγούσαν στην πείνα και την εξαθλίωση. Ετσι, μέσω του εθνικού αγώνα το ΕΑΜ και το ΚΚΕ εξοικείωναν τους ανθρώπους με την ταξική θέαση της κοινωνίας.

Τον Οκτώβριο του 1943 ο ΕΛΑΣ προχώρησε σε μια γενική επιχείρηση εντοπισμού και ανοίγματος όλων των αποθηκών της Αθήνας όπου οι μαυραγορίτες έκρυβαν τα προϊόντα τους. Σκοπός των τελευταίων ήταν να προκαλέσουν τεχνητή έλλειψη στην αγορά ώστε να ανεβάσουν ακόμη περισσότερο τις τιμές και τα κέρδη τους. Μάλιστα μετά το άνοιγμα των αποθηκών ο ΕΑΑΣ δεν έδωσε τα προϊόντα στον κόσμο δωρεάν αλλά με την καταβολή ενός λογικού τιμήματος, ώστε να δοθεί εικόνα τάξης και πειθαρχίας και να μην επιτραπεί να γίνει λόγος για αναρχία και αταξία. Με όλα αυτά ο ΕΛΑΣ δεν είχε μόνο την εικόνα του εκδικητή. Γινόταν η προϋπόθεση της επαναθεμελϊωσης της ηθικής υπόστασης της κοινωνίας. 

Σε μια από τις προκηρύξεις του, απευθυνόμενος στους μαυραγορίτες, έλεγε:

ΕΑΜ προειδοποιεί μαυραγορίτες

«Από καιρό παρακολουθούμε τα εγκλήματά σας αυτά. Μα ελπίζαμε πως ο ηρωικός αγώνας που διεξάγει ολόκληρος ο Ελληνικός Λαός [...] για την Λευτεριά της Πατρίδας [...] θα σας συγκινούσε. Αντίθετα όχι μόνον μείνατε ασυγκίνητοι αλλά κάτω από την αδηφάγο μανία του κέρδους, αδικαιολόγητα τις τελευταίες μέρες ανυψώσατε τις τιμές των ειδών σε δυσθεώρητα ύψη και εξαφανίσατε από την αγορά είδη στοιχειωδώς απαραίτητα για την διατροφή του λαού μας [...] 

Σας προειδοποιούμε γι΄αυτό και σας καλούμε: Ν’ ανοίξετε τις αποθήκες σας και να θέσετε στη διάθεση του Λαού τα είδη διατροφής που κρύβετε. Να καθορίσετε τιμές τέτοιες [...] που να είναι προσιτές στο Λαό μας που υποφέρει».

Κάπως έτσι, το ΕΑΜ δημιούργησε πολύ ισχυρά ερείσματα στις γειτονιές της Αθήνας, κάτι που του επέτρεψε να βρίσκει καταφύγια και ενισχύσεις στον τελευταίο χρόνο της Κατοχής, όταν οι μάχες με τους ναζί εντείνονταν και οι άνθρωποι αναγνώριζαν στα πρόσωπα των μαχητών αυτούς που τους βοηθούσαν τα προηγούμενα χρόνια. 

Κατά μία έννοια οι γειτονιές «ανταπέδωσαν» στο ΕΑΜ τη βοήθειά του, αλλά ακόμη περισσότερο η στάση τους αυτή ήταν η φυσιολογική συνέπεια του ότι και οι ίδιοι οι άνθρωποί τους συμμετείχαν συχνά στις δράσεις του ΕΑΜ. Αυτό ίσχυε ακόμη περισσότερο στις προσφυγικές συνοικίες, όπου οι κάτοικοι μέσα από τη δύσκολη εμπειρία της εγκατάστασης σε έναν ξένο τόπο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή είχαν ήδη διαμορφώσει γνώσεις και δομές για την αλληλεγγύη και την επίλυση προβλημάτων. Ετσι, εκεί το ΕΑΜ συχνά δεν χρειάστηκε να διαμορφώσει πολλά νέα δίκτυα αλλά συνδέθηκε με τα ήδη υπάρχοντα, των οποίων οι μνήμες έγιναν ξανά δράση και πολιτική εμπλοκή. 

Σε πολλές περιπτώσεις το να μπει ένας άνθρωπος από αυτές τις γειτονιές στο ΕΑΜ σήμαινε ότι συστηνόταν με το ΕΑΜ απευθείας όλος ο περίγυρός του, η γειτονιά του, τα συγγενικά, επαγγελματικά και φιλικά δίκτυά του, γιατί οι άνθρωποι των περιοχών αυτών διαμόρφωναν σχέσεις υψηλού βαθμού συνοχής. Αυτό μαζί με άλλα στοιχεία, όπως ο αντι-βασιλικός και -θα λέγαμε- «αντιδεξιός» πολιτικός χαρακτήρας πολλών προσφύγων, εξηγεί και γιατί το ΕΑΜ εμφανίστηκε πολύ ισχυρό στις συνοικίες τους.

Η ανοιχτή σύγκρουση με τους ναζί στην Αθήνα έφερε και τη μαζική πια ένταξη στο ΕΑΜ. Η κλιμάκωση της σύγκρουσης ώθησε ακόμη πιο πολύ τους πολίτες στον αγώνα για την ελευθερία. Το ΕΑΜ γινόταν πια ο ένοπλος απελευθερωτής αλλά και ο χώρος που έδινε στους πολίτες και ειδικά στα κατώτερα στρώματα ελπίδα για το μέλλον μετά τον πόλεμο, την προοπτική μιας άνοιξης για την Ελλάδα, μιας νέας ζωής που τους περίμενε να χτιστεί από τα χέρια τους, όπως από τα χέρια τους έμεινε όρθια η Ελλάδα στην Κατοχή. Αυτός ο κόσμος ήταν πολύ περισσότερος από τον κόσμο της συνενοχής, της προδοτικής «εθνικοφροσύνης», που όμως τελικά βγήκε κερδισμένος μετά τον Εμφύλιο.

Εκ των υστέρων επιχειρήθηκε οι προδοτικές οργανώσεις τους να αποκατασταθούν νομικά και ιστοριογραφικά. Χαρακτηριστικές είναι οι εκθέσεις που έδωσαν πρώην μέλη των ταγμάτων στη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, όπου ελαχιστοποιούνταν οι βίαιες δράσεις τους και παρουσιαζόταν μια «επιθετικά απολογητική» υποστήριξη της συμμετοχής τους στα τάγματα, βάζοντας τους ίδιους στο επίκεντρο της σύγκρουσης με το «κομμουνιστικό ΕΑΜ», σαν οι Γερμανοί απλώς να παρίστανται και οι επιθέσεις τους προς το ΕΑΜ να μην επηρέαζαν την έκβαση του εθνικού αγώνα.

Βέβαια, οι προσπάθειες αυτές δεν ήταν πάντα επιτυχείς. Ειδικά στην αρχή η εικόνα των ταγμάτων ήταν ακόμη πρόσφατη και οι εθνικόφρονες πραγματικοί αντιστασιακοί ήθελαν να αποφύγουν την ταύτισή τους με τα τάγματα, οπότε είτε απέφευγαν να αναφερθούν σε αυτά είτε τα καταδίκαζαν χωρίς πολλές περιστροφές. Ασφαλώς υπήρχαν και φωνές υποστήριξής τους, όπως ο κατοχικός πρωθυπουργός Ράλλης. Σχεδόν όλοι, πάντως, απέδιδαν τη συγκρότηση των ταγμάτων στην «τρομοκρατική» δράση του ΕΑΜ, «ξεχνώντας» πως η βασική σύγκρουση στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο δεν ήταν η εσωτερική αλλά αυτή μεταξύ κατακτητών και κατεκτημένων, άρα κάθε προτεραιοποίηση του αντικομμουνιστικού αγώνα καθίστατο εκ των πραγμάτων προδοτική. 

Αργότερα, η εκλογική επιτυχία της ΕΔΑ το 1958, που την έφερε στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, προκάλεσε μια προσπάθεια καταπολέμησης της Αριστερός διά της ιστοριογραφίας.

Κοινό χαρακτηριστικό των έργων αυτής της βιβλιοπαραγωγής ήταν η προσπάθεια παρουσίασης των «εγκλημάτων» των κομμουνιστών και η υποστήριξη της -ανοιχτής πλέον- προσπάθειας επίσημης δικαίωσης των ταγμάτων. Τα κυρτότερα από αυτά τα βιβλία γράφτηκαν από γνωστές τότε περιπτώσεις εθνικοφρόνων αξιωματικών. Σε αυτά είτε παρέχεται πλήρης υποστήριξη στη στάση και στις επιλογές των ταγμάτων είτε απλώς δικαιολογούνται, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν χαρακτηρίζονται ως αντεθνικώς δρώντα. Τέλος, στη χούντα η έμμεση αναγνώριση της εθνικής δράσης των ταγμάτων γίνεται στοιχείο της επίσημης κρατικής ιδεολογίας. Τα τάγματα εκθειάζονται, σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα χωρίς ούτε τη στοιχειώδη κριτική για τη συνεργασία τους με τους Γερμανούς. Αντιθέτως, η κατηγορία περί προδοσίας παρουσιάζεται ως χαλκευμένη από «αντεθνικούς κύκλους».

Γενικώς, η υπεράσπιση των ταγμάτων επιχειρούνταν πάντα μέσω μιας σειράς διαχρονικού χαρακτήρα επιχειρημάτων.

Πρώτον, η φιλοσυμμαχική και φιλο-βρετανική στάση τους και η νομιμοφροσύνη τους προς την εξόριστη κυβέρνηση. Η ένοπλη δράση τους στο πλευρό της Βέρμαχτ υποστηριζόταν πως στρεφόταν μόνο κατά των κομμουνιστών. Δεύτερον, η «φαινομενική» και «προσωρινή» συνεργασία τους με τους κατακτητές. Πραγματοποιούσαν μάλιστα έναν κωμικό παραλληλισμό των ταγμάτων με τους αρματολούς της περιόδου της οθωμανοκρατίας, λόγω του ότι και αυτοί είχαν εξοπλιστεί από τους καταχτητές. Συνοδεύονταν από αναφορές στην «ανεξαρτησία» των ταγμάτων έναντι των δυνάμεων κατοχής και τη δήθεν ύπαρξη σχεδίου επίθεσης εναντίον τους σε ενδεχόμενη συμμαχική απόβαση.

Τρίτον, το παρελθόν πολλών από τα στελέχη των ταγμάτων που είχαν συμμετάσχει στις πολεμικές επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία και την Αλβανία, το εθνικό φρόνημά τους και η στενή συνεργασία τους με τις κατά τόπους εκκλησιαστικές ιεραρχίες.

Τέταρτον, ο αμυντικός χαρακτήρας τους, αφού υποστήριζαν πως τα τάγματα δρούσαν με αποκλειστικό σκοπό «την υπεράσπιση των αστικών κέντρων και των χωριών από την ΕΑΜική τρομοκρατία».

Πέμπτον, η ιδιότητά τους ως έλασσον κακό, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αύξηση της επιρροής του ΕΑΜ-ΕΑΑΣ.

Η παρουσίαση των ταγμάτων ως αποτέλεσμα της δράσης του ΕΑΜ και η προτίμησή τους έναντι του τελευταίου αποτελούν στην πραγματικότητα την πιο ειλικρινή εκδοχή της περιβόητης θεωρίας των δύο άκρων. Πάντα όποτε υπήρξε ενδεχόμενο ανάληψης της εξουσίας από την Αριστερά η οικονομική ελίτ και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι έπαιζαν το χαρτί της ακροδεξιάς. Στη Γερμανία του μεσοπολέμου, όπου οι σοσιαλδημοκράτες προτίμησαν να δώσουν στον Χίτλερ την καγκελαρία για να σταματήσουν την άνοδο των κομμουνιστών. 

Στην Ελλάδα πριν από τον Εμφύλιο, όπου ο κεντρώος πολιτικός και άμεσος συνεργάτης του Γεώργιου Παπανδρέου Θεμιστοκλής Τσάτσος υποστήριζε πως με βάση το «εσωτερικό κριτήριο» της χώρας, δηλαδή το ενδεχόμενο μιας κομμουνιστικής επανάστασης, τα τάγματα πρόσφεραν πατριωτικές υπηρεσίες. Στον μεταπολεμικό κόσμο, όπου τα μεγάλα καπιταλιστικά κράτη υπέθαλψαν φασιστικές δικτατορίες στις χώρες όπου δυνάμωνε το λαϊκό κίνημα. 

Τελικά στην Ελλάδα της κρίσης, όπου τα μεγάλα ΜΜΕ εξωράιζαν τη Χρυσή Αυγή και τη δράση της για να διοχετεύσουν σε αυτήν την πολιτική οργή του κόσμου και όχι σε ριζοσπαστικές προοδευτικές λύσεις.

Αλλά και στο πεδίο της ιστοριογραφίας λίγα χρόνια πριν, όταν παρουσιάζονταν πομπωδώς σε συνέδρια και στον Τύπο ως «νέος τρόπος θέασης της Ιστορίας» ερμηνευτικά σχήματα που ήθελαν τα Τάγματα Ασφαλείας να δημιουργούνται ως απάντηση στην «κόκκινη βία» του ΕΑΜ, από πανεπιστημιακούς καθηγητές όπως οι κ. Καλύβας και Μαραντζίδης. Ιστορικές προσεγγίσεις απίθανης ανιστορικότητας, τόσο στα επιμέρους στοιχεία τους (όπως η γενική ερμηνεία του φαινομένου του ένοπλου δωσιλογισμού μέσα μόνο από μια έρευνα σε κάποια χωριά και μαρτυρίες παρμένες 60 χρόνια μετά τα γεγονότα) όσο και στην κεντρική τους ιδέα, αυτήν του παραμερισμού από το προσκήνιο της ιστορίας της βασικής σύγκρουσης του Β' Παγκόσμιου Πολέμου μεταξύ φασισμού και ελευθερίας, μεταξύ καταχτητών και κατεκτημένων λαών, και αντικατάστασής της από τη σύγκρουση εθνικιστών και κομμουνιστών. Σαν φωτογραφία που παρουσιάζει τη σύγκρουση αυτή έχοντας υποστεί κακό μοντάζ, όπου δίπλα από τον ταγματασφαλίτη έχει αφαιρεθεί ο ναζί που του έδωσε το όπλο που κρατάει. Αλλά η Ιστορία είναι πεισματάρα.

(Ο τίτλος του άρθρου είναι κατά το πρώτο μέρος του «κλεμμένος» από την ομώνυμη συλλογή διηγημάτων του Μάριου Χάκκα).

Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger