Αρχική » , » "Νεκρή Μεραρχία" Τόμος Β' Μέρος 12

"Νεκρή Μεραρχία" Τόμος Β' Μέρος 12

{[['']]}
Παναγιώτης Κούτρης απ’ το χωριό Καλλιρόη Μεσσηνίας. Πρωτοπόρος αντάρτης στην γερμανοϊταλική κατοχή. Πήρε μέρος μαζί με τον Κώστα Κανελλόπουλο, Μήτσο Κανελλόπουλο, Θανάση Κούτρη, Όθωνα Ντριβαλιάρη, Νίκο Χρονόπουλο κ.λπ. στο χτύπημα των Ιταλών στις 5.8.1942. Πολιτικός Επίτροπος τάγματος του Δ.Σ.Ε του Αρχηγείου Ταΰγετου. Αυτοκτόνησε στη μάχη της Ζαχάρως τον Οκτώβρη 1948, για να μην πέσει ζωντανός στα χέρια του εχθρού.

Βρήκα μια πέτρα και κάθισα. Σε λίγο σκέφτηκα τους τραυματίες μου. Κίνησα για το σπίτι που τους είχαν. Ευτυχώς οι περισσότεροι ήταν ελαφρά. Μόνο η Γεωργία χαροπάλευε. Ρώτησα το γιατρό. Μέχρι το πρωί θα πεθάνει. Είναι όλα κατεστραμμένα στη κοιλιά της μου απάντησε. Μπροστά στο θάνατο βρήκα το κουράγιο μου. Πήγα κοντά της. Πονούσε φοβερά. Της είχαν κάνει μια ένεση, αλλά ακόμη πονούσε. Της έδωσα κουράγιο. Με ρώτησε τι έγιναν οι άλλοι. Της είπα είναι καλά. «Εγώ λοχαγέ θα πεθάνω» μου είπε. «Δεν με νοιάζει, αλλά μόνο που πονάω». Τη μάλωσα και της είπα ότι ο γιατρός μου είπε, ότι το πρωί θα είναι καλύτερα. Πραγματικά το πρωί είχε ησυχάσει. Ήταν πια πολύ καλά!! Δεν πονούσε πια!! Είχε φύγει!

Μια ζωοδόχος πηγή είχε στερέψει έτσι απότομα όπως στερέουν οι πηγές μετά από κάποιο σεισμό. Η τύχη των βαρειά τραυματισμένων που έμειναν στην πλαγιά κάτω απ’ τα σπίτια της Δημητσάνας ήταν τραγικότερη. Όσους δεν μπορούσαν να κινηθούν, οι παληκαράδες της Γερμανοφρειδερίκης τους έκοψαν τα κεφάλια και τα πήγαν στην Δημητσάνα. Εκεί τους ευλόγισαν οι παπάδες για τα κατορθώματά τους. Ανάμεσά τους ήταν η Τασία Σαραντοπούλου από το χωριό Καραμούσταφα - Τριφυλίας. Είχαν τσακιστεί και τα δύο πόδια της από μια ριπή. Την ίδια τύχη είχε και η Δήμητρα Σαρλά αδελφή του Βασίλη από το χωριό Αώτι - Γορτυνίας. Αυτά τα μάθαμε από αυτούς που έζησαν. Αυτό αποδείχτηκε και απ’ το γεγονός ότι στην Τρίπολη δεν έφθασε κανένας βαρειά τραυματίας.

Αργά τη νύχτα ξεκινήσαμε για τα χωριά της Ηραίας. Ήταν μια νεκρώσιμη πομπή. Κουβαλούσαμε μαζί μας και τους τραυματίες μας. Κανένας δεν έβγαζε τσιμουδιά μόνο οι τραυματίες που και που βογγούσαν. Φωτίσαμε στο χωριό Αώτι, Ηραίας. Καθήσαμε για να ξεκουραστούμε. Ο Κονταλώνης με τους δικούς του, ελαφριά τραυματισμένους τράβηξε για το χωριό Μάτεσι - Πάνω Καρυές - Χειράδες - Ταΰγετο. Ο εχθρός είχε ένα καλά οργανωμένο δίκτυο στο δήμο Λυκοσσούρας και ιδιαίτερα στα χωριά Λύκαιο - Αυκόσσουρα - Άνω Καρυές. Συντονιστής του κλιμακίου ήταν ένας από το χωριό Βάστα που έμενε στο χωριό Λύκειο. Το δίκτυο λειτουργούσε άριστα, μέρα νύχτα. Τη νύχτα με φωτεινά σήματα και την ημέρα με σήματα και σημειώματα.

Αργότερα ο διοικητής του τμήματος πολιτοφυλακής Λυκοσσούρας, ένας τσαγγάρης στο επάγγελμα που λεγόταν Κάλλιας από το χωριό Παύλια Μεγαλόπολης, μπήκε στα ίχνη του δικτύου και με μια παγίδα που έστησε το ανακάλυψε. Συνελήφθησαν όλοι σχεδόν. Πέρασαν από στρατοδικείο στο χωριό Ανδρίτσαινα Ολυμπίας και οι δύο άντρες ντουφεκίστηκαν, οι γυναίκες δικάστηκαν με αναστολή και γύρισαν σπίτια τους.

Έμαθα λεπτομέρειες γύρω από αυτό το δίκτυο γιατί τις υπηρεσίες πληροφοριών τις είχα οργανώσει εγώ. Πρόεδρος του στρατοδικείου ήταν ο Ανδρέας Γιαλαμάς από το χωριό Γαράτζα Μεσσηνίας και τις ανακρίσεις τις έκανε ο επιτελής του Αρχηγείου Παναγιώτης Βλάχος ή Αναστασόπουλος από το χωριό Τσιωρωτά Μεσσηνίας. Αργότερα μετά την κατάρρευση, προσπάθησαν με χίλιους δυό τρόπους να μάθουν από μένα πως αποκαλύφθηκε αυτό το δίκτυό τους. Δεν έμαθαν ποτέ τίποτα ούτε από μένα ούτε από κανένα άλλο. Δεν υπάρχει κανένας λόγος και τώρα να μάθουν. Αυτοί που δούλεψαν δεν θέλουν πια βραβεία και εύφημες μνείες.

Αυτό λοιπόν το δίκτυο πρόδωσε την κίνηση του Κονταλώνη κι όταν έφθασε στο χωριό Χειράδες βρέθηκε μπροστά σε μια εχθρική διλοχία που είχε κινηθεί από τη Μεγαλόπολη. Κινδύνεψαν οι τραυματίες. Ευτυχώς τους κυνήγησε και δεν έπαθε κανείς τίποτε. Αυτή η κίνηση ήταν και το πρώτο σημάδι για την ύπαρξη εχθρικού δικτύου πληροφοριών. Από εκεί ξεκίνησε η έρευνα που κατάληξε στην αποκάλυψη.

Εμείς συνεχίσαμε την πορεία μας και φθάσαμε στο χωριό Χώρες της Γορτυνίας. Εκεί σταματήσαμε για ανασυγκρότηση. Ο Πέρδικας ήταν όπως και μεις τσακισμένος. Ουσιαστικά έπαψε να διοικεί το τάγμα. Θα προτιμούσε το θάνατο παρά να δει αυτή την καταστροφή. Αντιδρούσε όμως σωστά και με υπομονή. Εγώ δεν μπορούσα να τον βοηθήσω. Είχα θυμώσει μαζί του γιατί δεν με βοήθησε όταν με είχαν στριμώξει μέσα στις λάκκες. Τα είχα και με το Σαρήγιαννη γιατί κι αυτός μπορούσε να επέμβει, αφού έβλεπε ότι με λιάνιζαν τόσες ώρες. Όταν επενέβη ήταν πια αργά.

Τον Γκουζέλη ούτε ήθελαν να τον δουν τα μάτια μου. Είχαν περάσει σχεδόν 24 ώρες και εγώ ακόμη δεν είχα προσγειωθεί στην πραγματικότητα. Περίμενα ακόμη να φανούν δικοί μου ξεκομμένοι. Μάταια όμως. Με βασάνιζε μια έμμονη ιδέα. Έψαχνα να βρω μήπως εγώ δεν έπραξα καλά κι έπαθα ότι έπαθα. Μια εκδοχή εύρισκα ότι θα μπορούσε ίσως να αλλάξει την κατάσταση. Να άφηνα το λόχο στα υψώματα, να έπαιρνα έξι - επτά αντάρτες με τα πάτζερ, να έφθανα πολύ κοντά και με τα πρώτα πυρά να χτυπούσαμε τα εχθρικά πολυβολεία ολόγιωμα. Ύστερα, αφού εμείς θα είμαστε αποτελεσματικοί, τότε να εξορμούσε ο λόχος. Αυτό όμως θα σήμαινε αλλαγή του σχεδίου της διοίκησης μ’ όλες τις συνέπειες. Αν αποτύχαινα, τότε θα έπρεπε να με ντουφεκίσουν.

Τελικά κατά το μεσημέρι της μεθεπόμενης, πήγα στο Σαρήγιαννη και τα χοντροκόψαμε. Ζήτησα να με αντικαταστήσουν. Ο Σαρήγιαννης με έδιωξε χωρίς καν να μου απαντήσει. Μ’ έστειλε στο λόχο μου και μου είπε να μαζέψω τα μυαλά μου και να βοηθήσω τους άντρες μου, να βρουν το ηθικό τους. Το απόγευμα ήρθε στη διοίκηση του λόχου. Συζητήσαμε δύο ώρες. Μετά ήρθε και ο Πέρδικας, τα ξανασυζητήσαμε. Ο Σαρήγιαννης ήταν πειστικός. Έπρεπε σύντομα να ανασυγκροτηθούν τα τμήματα, να στελεχωθούν και να γίνουν αξιόμαχα. Σε δυό - τρεις μέρες μου έστειλαν πέντε ομαδάρχες από τους άλλους λόχους και δύο διμοιρίτες. Μου έστειλαν και είκοσι αντάρτες από τα έμπεδα. Γύρισε και ο επίτροπος του λόχου ο Παναγιώτης Κυριακόπουλος ή Πιπίνος από τον Πάρνωνα με τις δύο ομάδες. Έτσι σε μια βδομάδα ο λόχος ανασυγκροτήθηκε. Έπρεπε τώρα πια να βρει το ηθικό του και να εκπαιδευτεί λίγο - πολύ. Είχαμε και τρομερές ελλείψεις σε ρουχισμό και παπούτσια. Περιμέναμε να γίνει και η κριτική της μάχης. Αντί κριτικής μας κατέβασαν έτοιμα συμπεράσματα που δεν έπιαναν την ουσία της αποτυχίας.

Διαφωνήσαμε όλοι με τα συμπεράσματα. Είπαμε καθαρά ότι φταίει η διοίκηση της Μεραρχίας που έκανε την εκλογή του στόχου. Ο καθένας όμως ως προς την εκλογή του στόχου μπορεί να έχει την δική του γνώμη, δεν μπορεί να του ρίξεις ευθύνες. Ο Γκιουζέλης επέμενε ότι η Δημητσάνα ήταν εύκολος και καλός στόχος. Εκεί όμως που δεν μπορούσε να ξεφύγει ήταν το γεγονός ότι εμείς υποχρεωθήκαμε τελικά να δώσουμε μάχη ένας προς τρεις οχυρωμένους, πράγμα πρωτάκουστο. Και τα μουλάρια της επιμελητείας ήξεραν ότι πρέπει πάντα να εξασφαλίζεται υπεροχή ή τουλάχιστον ισοπαλία σε άντρες και μέσα και υπεροχή σε ηθικό. Ο Γκιουζέλης θεωρούσε ότι εμείς μπορούμε να κατορθώσουμε τα πάντα, να παραβιάσουμε όλους τους νόμους της ταχτικής. Πίστευε μέχρι τέλους ότι εμείς είμαστε κάτι άλλο. Είχαμε βέβαια πείρα, πείσμα, εφευρετικότητα, και παληκαριά δεν παύαμε όμως να είμαστε άνθρωποι από κρέας, όπως όλος ο κόσμος. Από την συγκέντρωση φύγαμε ο καθένας με τις απόψεις του αλλά πιο ψυχραμένοι μεταξύ μας από προηγούμενα. Στη συγκέντρωση δεν αναφέρθηκε το όνομα του Πέρδικα. Ούτε και κανένα από τα συμπεράσματα του έριχνε ευθύνες.

Μετά τη συγκέντρωση, την άλλη μέρα ανακοινώθηκε η απαλλαγή του από τη διοίκηση του τάγματος και προσωπικά στον ίδιο ανακοίνωσαν τους λόγους της αντικατάστασής του. Παραξενευτήκαμε όλοι για τον τρόπο που έγινε η αντικατάσταση. Έτσι όπως έγινε άφηνε πολλά περιθώρια για κουτσομπολιά σε βάρος του Πέρδικα. Γι αυτό τελικά ο Πέρδικας θεωρήθηκε από τους αντάρτες σαν υπεύθυνος για την αποτυχία.

Αυτό ήταν αδικία σε βάρος ενός στελέχους που δεν είχε καμιά τέτοια ευθύνη και άξιζε καλύτερης μεταχείρισης. Το σωστό θα ήταν να ανακοινωθούν οι λόγοι της αντικατάστασης δηλαδή η ανεπάρκεια των εφοδίων του για να διοικήσει τάγμα. Αυτή η αντικατάσταση έπρεπε να γίνει αργότερα όχι αμέσως. Έτσι δεν θα συκοφαντιόταν ο Πέρδικας και δεν θα περνούσε εκείνη τη σοβαρή κρίση που πέρασε τότε και που άφησε τα σημάδια της πάνω του και έγινε μπορούμε να πούμε αιτία για το θάνατό του. Έχασε την ηρεμία του, πέρασε σοβαρή κρίση συνειδήσεως, νευρασθένεια και ιλίγγους και τελικά έχασε την ακοή του, γιατί τ’ αυτιά του βούιζαν συνεχώς σαν να είχαν μέσα από ένα μελίσσι, όπως έλεγε ο ίδιος.

Εμείς ξεπεράσαμε τη κρίση μας μετά την αποτυχία της Δημητσάνας. Ο Πέρδικας όμως δεν την ξεπέρασε ποτέ γιατί αδικήθηκε. Βέβαια δεν φθάσαμε σε ακρότητες, όπως για την αποτυχία της μάχης στον Άγιο Βασίλειο ή τη Φλώρινα. Δεν σήκωνε τέτοια τότε για μας, αν και ο θάνατος μετά από τέτοια θυσία δεν έχει και μεγάλη σημασία για έναν ταγματάρχη που χάθηκε το τάγμα του. Λίγο τον κόφτει αν θα ζήσει ή όχι. Μπορώ να σας πω και δεν θα είναι υπερβολή ότι τον επιζητεί, τον θέλει κι ακόμη τον προκαλεί να έρθει για να δώσει τέλος στο προσωπικό του δράμα.

Το έζησα αυτό προσωπικά μετά τη Δημητσάνα, τόζησα στην περίπτωση του Πέρδικα και του Τσουκόπουλου. Το βρίσκεις και συ αναγνώστη στην περίπτωση του Σαρήγιαννη, του Σταθάκη και του Ρογκάκου που αυτοκτόνησαν, όταν διαλύθηκαν τα τμήματά τους. Ο Πέρδικας κάθε μέρα έβαζε το ερώτημα σε μας που είμασταν φίλοι του και παλαιοί: φταίει ή όχι για την αποτυχία. Κάθε φορά τα ίδια πράγματα από την αρχή αναλύαμε και κάθε φορά στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγαμε. Δηλαδή ότι δεν είχε ευθύνες για την αποτυχία.

Μετά τη Δημητσάνα ο κατήφορος συνεχίζεται. Είμαστε τώρα πια στον Αύγουστο του 1948 και ο πόλεμος έχει κριθεί οριστικά και αμετάκλητα, τελεσίδικα. Ο εχθρός ξεπέρασε την κρίση του, ανασυγκρότησε τον κρατικό του μηχανισμό, έφτιαξε τριακόσιες χιλιάδες στρατό και εξασφάλισε ανεξάντλητες εφεδρείες εσωτερικές και εξωτερικές. Η δική μας κρίση μεγάλωσε. Κανείς δεν μπορεί να μας βοηθήσει πια. Όλοι μας άφησαν στο έλεος του θεού και επειδή ο θεός είναι με τους παπάδες και οι παπάδες του εχθρού, είμαστε στο έλεος του εχθρού. Όσοι από τους φίλους μας και τους συντρόφους μας γνώριζαν τα πράγματα, κρατούσαν την αναπνοή τους για τη σφαγή μας. Δεν μπορούσαν όμως να κάνουν τίποτα. Είχαμε τις δικές μας αδυναμίες μας πρόδωσε και ο Τίτο και μάλιστα στην κρίσιμη στιγμή, δηλαδή τη στιγμή που υπήρχε προοπτική να έρθουν οι εχθροί μας σε συζητήσεις. Όταν όμως είδαν ότι ο Τίτο τραβήχτηκε και μας άφησε με τη θηλιά στο λαιμό, στο Γράμμο και στο Βίτσι, αυτοί τράβηξαν το σκοινί. Γι ’ αυτό είναι προδότης.

Ανανέωση του λόχου με παληκαρόπουλα

Μετά την ανασυγκρότηση ο λόχος μου ήταν όλο φρεσκαδούρα. Εδινε την εντύπωση ότι είναι λόχος από σχολιαρόπουλα. Όλα ήταν αμούστακα και κακοπερασμένα παιδάκια με τα ταγάρια στον ώμο και τα τσαρουχάκια τους, έμοιαζαν περισσότερο με τσοπανόπουλα. Με φώναξε ο Σαρήγιαννης και μου είπε ότι θα πρέπει ο λόχος να φύγει για το Μαίναλο. Εκεί θα παραμείνει τουλάχιστον ένα μήνα για να γυμναστεί. Αποστολή θα έχει να κάνει μικροενέδρες, σαμποτάζ και επιμελητειακές ενέργειες. Έχεις τρομερές ελλείψεις. Θα σε βοηθήσουμε αλλά μην περιμένεις και πολλά από εμάς. Δεν υπάρχει τίποτα. Μόνος σου θα τα λύσεις όλα. Ο επίτροπος του Αρχηγείου ο Κώστας Λαδάς από το χωριό Γαρδίκι, είχε το ψευδώνυμο Λιμποβίσης, κουνούσε το κεφάλι του και συμπλήρωσε στο τέλος: «Κάμε ότι μπορείς αν και δεν πρόκειται γρήγορα να γίνει λόχος αυτό το παιδομάζωμα».

Μέσα μου απότομα φουρτούνιασα κι άναψε μια φλόγα: «Μεγάλο λόγο θα πω» τους είπα, «αλλά θα τον πω. Μέσα σε ένα μήνα θάχω τον καλύτερο λόχο. Τούτον τον λόχο όμως δεν θα τον αφήσω να χαθεί όπως χάθηκε ο άλλος. Αυτό σας το δίνω γραφτό. Το κεφάλι μου μπορεί να το τσακίσετε το λόχο όμως όχι». Τα μάτια του Σαρήγιαννη έλαμψαν, χαμογέλασε και είπε στο Λαδά: «Αυτό ήταν. Αυτό ήθελα». Μετά γυρίζοντας σε μένα μου είπε: «Τώρα μπορείς να φύγεις. Άντε στο καλό. Σ’ ένα μήνα θα ιδωθούμε». Έτσι χωρίσαμε. Την προηγούμενη πέρασα από το νοσοκομείο και πήρα τρεις δικούς μου που είχαν ελαφρά τραύματα. Ο Γιατρός φώναζε, αλλά οι αντάρτες τον παρακάλεσαν και τελικά ήρθαν μαζί μου.

Έφυγα για το Μαίναλο. Μετά από δύο μέρες έφθασα. Έστησα το λημέρι στη θέση Πετρέλαια. Την ονομασία τη δώσαμε εμείς, γιατί εκεί είχαμε βάλει μερικά βαρέλια πετρέλαιο που είχαμε πάρει από τη Βυτίνα και το κάναμε διανομή στους χωρικούς. Πρόδωσε όμως ένας χωρικός από το χωριό Γαρζενίκου τη θέση μας και παραλίγο να μας τσακίσουν τα αεροπλάνα. Τη μέρα εκείνη, πριν από δεκαοχτώ μήνες, η ομάδα μου ήταν φυλάκιο πάνω στο ύψωμα. Παρατρίχα να μας τσακίσουν όλους γιατί πολυβόλησαν άγρια το ύψωμα. Ευτυχώς μόλις τα είδα να κάνουν τον πρώτο γύρο πάνω από το λημέρι απόσυρα την ομάδα από το ύψωμα και κατεβήκαμε στη μέση της πλαγιάς. Δεν θα είχαμε πάει πενήντα μέτρα και βούτηξε το πρώτο αεροπλάνο. Τον έλατο που είχαμε παρατηρητήριο τον κατακομμάτιασαν. Τον χωρικό αυτόν, τον πιάσαμε μετά από ένα χρόνο. Είχε γυιό χωροφύλακα κι έστελνε πληροφορίες. Είχε στείλει τον ανηψιό του, ένα παιδί να μας κατασκοπεύει. Πιάσαμε το παιδί μέσα στο λημέρι.
Αυτό μας είπε ότι τόστειλε ο θείος του κι έτσι πιάστηκε ο προδότης. Πέρασε στρατοδικείο και ντουφεκίστηκε. Έτσι αυτή η τοποθεσία πήρε το όνομα Πετρέλαια.

Έφτιασε κάθε ομάδα την καλύβα της και τη φωτιά της. Υπήρχαν και μερικά τσιγκόφυλλα. Έστειλα κι έφεραν και άλλα και έφτιασα τρία υπόστεγα ένα για κάθε διμοιρία, σε περίπτωση βροχής. Έφερα και από τα γύρω χωριά σαΐσματα και φλοκάτες. Έτσι οι αντάρτες κοιμόντουσαν καλά στα υπόστεγα. Ειδοποίησα το συνεργείο της επιμελητείας και οργάνωσα την τροφοδοσία. Κάθε μέρα είχαμε καλό φαγητό και μπόλικο ψωμί. Έκανα και δύο - τρεις ενέργειες στον κάμπο και έφερα πεντακόσια γιδοπρόβατα και δέκα βόδια. Κράτησα στο Μαίναλο εκατό διαλεχτά και τρία βόδια, τ ’ άλλα τάστειλα στο Αρχηγείο. Το πρωί οι αντάρτες έτρωγαν γάλα και τραχανά από κρεατόζουμο. Το μεσημέρι κρέας, το βράδυ κρέας. Έφερα και κρασί από μια βίλλα στο χωριό Βάγκου. Τόχε βάλει ένας Αμερικάνος - Έλληνας πριν τον πόλεμο κι έφυγε για την Αμερική. Ήταν κρασί δέκα χρονών.

Τα παιδόπουλα όταν άρχισαν να τρώνε καλά, πήραν πάνω τους. Τάχε ρέψει η μπομπότα και η ξεροφαγία. Ζωήρεψαν, δυνάμωσε η φωνή τους, γέμισαν και έγιναν έφηβοι. Γυάλισε ο σβέρκος τους και ίδρωσε το μουστάκι τους. Φαΐ, ασκήσεις, χορό και καθαρός αέρας. Έκανα και επιστράτευση στον κάμπο. Έτσι έφτασα τους εκατό. Ο τσαγγάρης του λόχου δούλευε όλη μέρα κι όλη νύχτα. Ο Διαμαντής ήταν λεβέντης σ’ όλα του. Έμαθα ότι ζει και χάρηκα τόσο πολύ. Πήραμε και παπούτσια από τα σπίτια των χωροφυλάκων στα χωριά. Αυτοί είχαν εφοδιάσει τους πατεράδες τους και τα αδέρφια τους. Τώρα τα παίρναμε εμείς που είχαμε ανάγκη. Μέσα σε δέκα μέρες ποδέθηκε και ντύθηκε όλος ο λόχος. Δεν υπήρχαν πια κάπες και ταγάρια, ούτε ντρίλινα παντελόνια. Κόψαμε και κουβέρτες και φτιάσαμε και δίκοχα. Ο λόχος άλλαξε όψη. Έγινε αγνώριστος. Δώδεκα ώρες την ημέρα είχαμε ασκήσεις και μαθήματα.

Μόλις πέρασε το εικοσαήμερο τον έβγαλα στην πρώτη ενέδρα, στη θέση Καμίνια στο δρόμο Βυτίνας - Δημητσάνας. Τους έβαλα όλους να ντουφεκίσουν. Χτυπήσαμε τη φάλαγγα που πήγαινε από τη Βυτίνα στη Δημητσάνα. Τα τανκς χάλασαν το κόσμο με τις ριπές. Σφύριζαν στα αυτιά τους δαιμονισμένα και οι όλμοι έσκαζαν ο ένας πίσω από τον άλλο. Τους άφησα εκεί δύο ώρες και μετά τους απέσυρα σιγά - σιγά. Έτσι βαφτίστηκαν για καλά. 'Οταν πηγαίναμε είχαν χάσει το χρώμα τους, τώρα ήταν όλο κέφι. Πείραζαν ο ένας τον άλλο σαν να ήταν δέκα χρόνια αντάρτες. Έτσι κάθε δεύτερη μέρα είχαμε μικροενέδρες και νυχτερινές κρούσεις στη Μεγαλόπολη, Δημητσάνα, Βυτίνα.

Αναίμακτη επίθεση στο Σανατόριο Τρίπολης

Κάναμε και μια μεγάλη ενέργεια. Πήγαμε και μπλοκάραμε το Σανατόριο της Τρίπολης για να πάρουμε υλικό. Η επιχείρηση πήγε καλά. Από την Τρίπολη δεν τόλμησαν να βγουν πιο πέρα από το ύψωμα του Άη - Θανάση. Από εκεί μας έριχναν. Τους ρίχναμε και μεις καμιά ψιλή. Πήραμε διακόσιες κουβέρτες και φάρμακα. Ήρθαν μαζί μας και τρεις φυματικοί. Ο ένας απ’ αυτούς που τον έλεγαν Νίκανδρο το επίθετό του δεν το θυμάμαι, ήταν παλιός κομμουνιστής και στέλεχος του κόμματος. Είναι κρίμα, που δεν θυμάμαι το όνομά του. Ήταν Αθηναίος και στο επάγγελμα τσαγκάρης, αν θυμάμαι καλά. Η κατάστασή του από υγεία ήταν σε κακά χάλια. Η φυματίωση τον είχε σαρακοφάει και συνεχώς είχε αιμόπτυση. Αυτός ήταν η αιτία που οργανώθηκε η επιχείρηση.

Πριν γίνει η επιχείρηση είχε περάσει από το Σανατόριο ο Πέρδικας με μια ομάδα ελεύθερων σκοπευτών. Αυτός ακολούθησε την ομάδα. Πήγε στη διοίκηση της Μεραρχίας. Εκεί γνωρίστηκε με το Γκιουζέλη σαν παλιός που ήταν και από εκεί γύρισε πίσω με διαταγή της Μεραρχίας, να πατήσουμε το Σανατόριο και να πάρουμε όλο τον ρουχισμό και τα φάρμακα. Το προηγούμενο βράδυ πριν την ενέργεια, τον φιλοξένησα στη διοίκηση του λόχου. Σχεδόν όλη τη νύχτα συζητούσαμε για πολλά και διάφορα. Ήταν ένας φλογερός επαναστάτης, παρ’ ότι η σωματική του κατάσταση δεν τον βοηθούσε. Ο πυρετός σιγόκαιε και τις τελευταίες δυνάμεις που είχε. Ήξερε ότι λίγα
ήταν τα ψωμιά του όμως δεν τόβαζε κάτω. Τον κουβαλούσαμε μαζί μας πάνω σ’ ένα μουλάρι γιατί αυτός ήξερε καλά το Σανατόριο και τις αποθήκες του. Εμένα με ανησυχούσε το γεγονός ότι θα πάρουμε κουβέρτες από τους αρρώστους και φοβόμουν ότι θα αρρωστήσουν οι αντάρτες. Αυτός τελικά με έπεισε ότι δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος αφού όλοι κάνουν θεραπεία και ο ήλιος σε δευτερόλεπτα απολυμαίνει τις κουβέρτες.

Μετά την επιχείρηση ακολούθησαν άλλοι τρεις. Ήταν κι αυτοί σε κακά χάλια. Τους είπαμε να καθίσουν στα κρεβάτια τους για να γίνουν καλά. Αυτοί μας απάντησαν ότι, εκεί θα πεθάνουν γι’ αυτό προτιμούν να πεθάνουν στο βουνό, κοντά μας λεύτεροι. Τους πήραμε τελικά. Τους αφήσαμε στο Μαίναλο, στο τηλεφωνικό κέντρο. Μετά από τρεις μήνες που πέρασα τυχαία από εκεί τους είδα κι έκοβαν ξύλα με το τσεκούρι. Δεν πίστευα στα μάτια μου. Είχαν συνέλθει. Ούτε πυρετός ούτε αιμοπτύσεις. Το βουνό και η λεύτερη ζωή, ο επαναστατικός ενθουσιασμός τσάκισαν τη φυματίωση και αποδείχτηκαν τα αποτελεσματικότερα φάρμακα. Αυτό αποδείχτηκε κι αργότερα στις φυλακές. Ο γιατρός φυματιολόγος διευθυντής του νοσοκομείου Σωτηρία των κρατουμένων, μοναρχικός στα φρονήματα έλεγε «θέλετε να γίνετε καλά και να νικήσετε την φυματίωση, γίνετε κομμουνιστές».

Η δολοφονία ενός κομμουνιστή Ιδεολόγου

Ο Νίκανδρος, όπως έμαθα μετά στις φυλακές από αντάρτες που ήταν συγκρατούμενοί του, συνελήφθη όταν έγιναν οι τελευταίες μεγάλες εκκαθαριστικές. Κατά τη σύλληψή του και σε όλη την διαδρομή από την Γορτυνία μέχρι το Λεβίδι καλούσε τους φαντάρους να μην υπηρετούν τα σχέδια του παλατιού και των Αμερικάνων, να μη σκοτώνουν το λαό. Κάθε τόσο τον έδερναν αυτός δεν σταματούσε όμως. Τέλος από το συνεχές ξυλοκόπημα τον πήραν τα αίματα. Όλη τη νύχτα έμειναν σ’ ένα σχολείο στο Λεβίδι. Είχε μαζί του μερικά χρήματα. Τάδωσε στους αντάρτες για να βάλουν δικηγόρο στη δίκη τους, όπως τους είπε.

Αυτός ήταν ο ηρωικός θάνατος του απλού και άγνωστου ηρώα Νίκανδρου. Ίσως κάποιος ξέρει και το επώνυμό του κι αποκαταστήσει τη μνήμη του. Ήταν κι αυτός από κείνο το ύφασμα που ύφανε η φωτιά της αντίστασης. Αυτό είναι το μεγάλο έγκλημα σε βάρος του επαναστατικού κινήματος της Ελλάδας και που βαρύνει την ηγεσία του κινήματος δηλαδή ότι έδωσαν την ευκαιρία στον εχθρό, με τα λάθη τους, να εξοντώσει την πρωτοπορία. Το κίνημα δεν μπορεί να φτιάνει Νίκανδρους από την μια μέρα στην άλλη.

Σήμερα, αφού έλειψαν οι Νίκανδροι, στο τελευταίο σκαλοπάτι ανέβηκαν αυτοί που λιγοκαρδίζουν και δεν τολμούν να κοιτάξουν ίσια τον εχθρό στα μάτια, δεν έχουν υπόψη τους να συγκρουστούν ανοιχτά και μ’ όλες τις μορφές αν χρειαστεί και τόχουν ρίξει στις μαντείες και ψευτοθεωρίες και ψάχνουν και ιδροκοπούν για πολλά, για να βρουν νέους δρόμους, το καθαρό κοινοβουλευτικό παιχνίδι όπως το λένε, για να παραδώσει η αντίδραση την εξουσία με το καλό. Και τους υπόσχονται ότι μετά την ήττα της, θα την αφήσουν να ζει συνεχίζοντας το καθαρό κοινοβουλευτικό παιχνίδι. Και επειδή δεν τα πιστεύουν οι ίδιοι ότι μπορεί να γίνουν αυτά βρήκαν και την εναλλακτική λύση που δεν θέλει καμιά θυσία που θα φέρει την αλλαγή με το αζημείωτο, ανέξοδα. Είναι αυτό που λένε « Όλα θάρθουν από την Ευρώπη. Θα μπούμε στην Ευρώπη κι αν είναι να έρθει ο Σοσιαλισμός θα έρθει από την Ευρώπη, θα τον φέρουν οι Ευρωπαίοι επαναστάτες. Τότε και μεις αφού θα είμαστε στην Ευρώπη θα γίνουμε σοσιαλιστική χώρα».

Αντί όμως να λένε όλα αυτά, καλύτερα θα ήταν πρώτα να μας πούνε σε κείνον τον σοσιαλισμό που θάρθει αρωματισμένος από τα Παρίσια, ποιος θα βάζει τον κόπο, την δουλειά και ποιος μόνο την όρεξη για το φαΐ; Ποιος θα βάζει το φαΐ και ποιος μόνο τα δόντια για να τρώει; Ποιος θα κρατάει το ταμείο κι’ από ποιόν θα παίρνει και σε ποιόν θα δίνει; Ποιος θα κρατάει την κουτάλα της διανομής; Άμα τα ξεκκαθαρίσουν αυτά, τότε ας πουν και για τα υπόλοιπα. Τότε αυτοί που κρατάνε σήμερα το ταμείο και την κουτάλα, θα τους δείξουν τι θα πει καθαρό κοινοβουλευτικό παιχνίδι και πλουραλισμός. Τότε αφού θα φάνε μερικές με την κουτάλα στο κεφάλι θα τους
δείξουν, κι’ αυτοί θα βρουν ποιο δρόμο θα πάρουν. Γι’ αυτά όμως δεν μιλάνε, άλλα λένε, μ’ άλλα λόγια και ψευτοθεωρίες για νέους δρόμους, εθνικούς δρόμους, ιδιομορφίες και τα τέτοια. Αλλά οι εθνικές ιδιομορφίες έχουν σχέση με τους τρόπους, τις μεθόδους, τους ρυθμούς, τις συμμαχίες, με τα προβλήματα κ.λπ., όμως όλες οδηγούν στην επαναστατική αλλαγή, στην ποιοτική αλλαγή και όχι στο κουβεντολόι και στη βλακώδη επιδίωξη να φτιάξουμε σοσιαλισμό, με καπιταλιστική ιδιοκτησία.

Ανακατεύουν το λάδι με το λιοκόκι. Το προϊόν με το υποπροϊόν. Αγνοούν όμως το άλεσμα και το πιεστήριο. Ότι χωρίς άλεσμα της ελιάς και την πίεση δεν βγαίνει λάδι. «Η κάργα βγάζει λάδι» λέει ο λαός. Αυτοί θέλουν να κάνουν το λύκο, πρόβατο δηλαδή να τρώει χορτάρι, και τους παπάδες αγγέλους. Φίδια που τους έφαγαν. Όσο πιο γρήγορα το καταλάβουν, τόσο καλύτερα, για να συνέλθουν.

Όλοι οι δρόμοι περνούν μέσα από την επαναστατική αλλαγή και επαναστατική αλλαγή σημαίνει, καταστροφή του παλιού και πάνω στα ερείπια χτίσιμο του νέου. Αν δεν καταστραφεί ο κρατικός μηχανισμός της βίας, αλλαγή δεν γίνεται. Η αντίδραση, τον κρατικό μηχανισμό δεν τον έφτιαξε για τα ωραία μας μάτια. Τον έφτιαξε για να κρατήσει την εξουσία παρά την θέλησή του λαού. Η αντίδραση έχει μυαλό και ξέρει τι κάνει. Οι ανανεωτές έχουν κεφάλι, αλλά χωρίς μυαλό. Το πιο ωραίο είναι ότι θεωρούν την Σοβιετική Ένωση σαν βασικό εμπόδιο για την πραγματοποίηση των θεωριών τους και επειδή δεν μπορούν να το πουν ανοιχτά, ανέλαβαν και το μεγάλο έργο να πείσουν το Σοβιετικό λαό ότι η ηγεσία του είναι με την πολιτική της, αντικομμουνιστική. Ευτυχώς τώρα πια περνούν στη σφαίρα του γελοίου, πράγμα που δείχνει ότι φθάνει το τέλος της ύπαρξής τους. Κουφιοκέφαλοι και αριβίστες, δεν καταλαβαίνουν ότι αν δεν υπήρχε η Σοβιετική Ένωση θα είμασταν τώρα για τους Αμερικάνους, οι μαύροι της Μεσογείου, που δεν θα είχαμε το δικαίωμα ψήφου. Που να τόλεγες του μακαρίτη του Νίκανδρου τότε, ότι θα βγούν από το κίνημα τέτοιοι φωστήρες.

Η συνεργασία μαζί του αν και ήταν τρία εικοσιτετράωρα, με βοήθησε πολύ να ξεπεράσω την κρίση μου. Ήταν απλός και όχι θεωρητικολόγος. Δεν είχε μόρφωση ήταν όμως πειστικός. Βέβαια πίστευε κι αυτός σαν θεό το Ζαχαριάδη. Είναι άλλη ιστορία αυτή. Όλοι τον πίστευαν. Αλλοίμονο αν δεν πιστεύουν τα στελέχη στις ικανότητες του Αρχηγού. Το κακό είναι ότι παραιτούνται, απο το δικαίωμα της κριτικής και του ελέγχου. Ο Νίκανδρος βοήθησε πολύ και τον Πέρδικα για να περάσει την κρίση του. Ο Πέρδικας τον άκουγε γιατί ήταν παλιός. Αυτό έφτανε για τον Μήτσο. Όλους τους παλιούς τους θεωρούσε άγιους του κινήματος.

Ο Πέρδικας μετά την μάχη της Δημητσάνας αφού του αφήρεσαν τη διοίκηση τάγματος, του ανέθεσαν τη διοίκηση δύο ομάδων ελεύθερων σκοπευτών. Στη μία είχε ομαδάρχη το Χρήστο Καμπέλο από το χωριό Λεβίδι Μαντινείας. Καλός ομαδάρχης και με πείρα. Στην άλλη είχε ομαδάρχη τον Κώστα Κολίτζα ή Εγγλέζο από το χωριό Βλαχέρνα Μαντινείας. Ελασίτης και καλό στέλεχος. Αυτές οι δύο ομάδες ήταν οι πιο καλές που είχε το Αρχηγείο μας. Υπήρχε και άλλη μια που δρούσε στην επαρχία Μεγαλόπολης με ομαδάρχη τον Μαινέλη ή Μίτζα από το χωριό Ποντιά της Μεσσηνίας. Αυτή η ομάδα δεν είχε σοβαρή δράση παρ’ ότι ο Μαινέλης ήταν καλός ομαδάρχης.

Ο Πέρδικας τώρα, ήταν στο στοιχείο του. Ο τομέας που θα μπορούσε να δράσει απλώνονταν από την επαρχία Μεγαλόπολης - Μαντινείας - Κυνουρίας - Αργολίδας - Ναυπλίας - Κορινθίας, κατά μήκος του αμαξωτού δρόμου και της σιδηροδρομικής γραμμής. Πραγματικά ο Πέρδικας αλώνιζε αυτές τις περιοχές. Όταν πήγαινε γι’ αυτή την δουλειά πέρασε από το Μαίναλο και κάθισε δυο βραδιές. Τον είδα αλλαγμένο. Είχε κάπως συνέλθει, ήταν όμως επίφοβος να κάνει καμιά κουτουράδα. Δυστυχώς όμως μετά από δύο μήνες περίπου ήρθε κι άλλο χτύπημα δυνατό και τον τσάκισε.

Στη μάχη της Ζαχάρως σκοτώθηκε η αδερφή του Παναγιώτα. Σε μένα έπεσε ο κλήρος να του αναγγείλω το λυπηρό γεγονός. Φάνηκε ότι το άντεξε καλά, όμως μέσα του βασανίζονταν. Ήταν το τέταρτο θύμα. Τον αδερφό του Αλέξη τον σκότωσαν οι γερμανοί στους Μύλους Αργοδίδας. Τον άλλο αδερφό του, τον Κώστα και τον γαμπρό του Νίκο Χρόνη τους σκότωσε ο Βρεττάκος στο χωριό Λυκόχια. Τώρα σκοτώθηκε και η αδερφή του Παναγιώτα. Αργότερα με τις εκκαθαριστικές θα σκοτωθεί και η άλλη αδερφή του η Γιαννούλα και τέλος ο ίδιος. Έζησε μόνο ο Λιάς.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger