Αρχική » » "Χαρά και εργασία". Λογοτέχνες και καλλιτέχνες στην αυλή του Μεταξά

"Χαρά και εργασία". Λογοτέχνες και καλλιτέχνες στην αυλή του Μεταξά

{[['']]}
Ο δικτάτορας οραματίστηκε τον Τρίτο Ελληνικό Πολιτισμό και οι θεράποντες των τεχνών και των γραμμάτων έμελλε να τροφοδοτήσουν τι όραμά του.

Του Παναγιώτη Φρούτζου, δημοσιογράφου, Hothistory

Sτις 20 Νοεμβρίου 1937 ο «εθνικός κυβερνήτης» Ιωάννης Μεταξάς σε λόγο του κατά τη διάρκεια της ορκωμοσίας των φοιτητών του Πανεπιστημίου Αθηνών έθεσε το πλαίσιο του Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού που οραματιζόταν: «Δεν είναι μάταιον το σύνθημα το οποίο έρριψα περί του ελληνικού πολιτισμού της συγχρόνου Ελλάδος. Δεν δύναται να υπάρξη μία φυλή εάν δεν δημιουργήση πολιτισμόν ιδικόν της. Αλλως το έθνος δεν είναι παρά μόρια νεκρού σώματος, τα οποία μπορούν να χρησιμεύσουν ως λίπασμα δι’ άλλας φυλάς».

Αν προσπεράσουμε το γεγονός πως ο δικτάτορας ξεπέρασε κατά πολύ στην επιστημοσύνη τους μεταγενέστερους φαιδρούς «συναδέλφους» του της δεκαετίας του ’60, οι οποίοι για τον χυδαίο αλληγορικό τους λόγο αντλούσαν παραδείγματα μόνο από την ορθοπεδική -στο ρεπερτόριο του Μεταξά, πλην της ιατρικής, ήταν εύκαιρη και η γεωπονική-, θα πρέπει να καταλήξουμε στο πρώτο ερώτημα. Ποιο ακριβώς ήταν το περιεχόμενο του Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού;

Η χρήση μιας λέξης αρκεί για την αποκωδικοποίηση του νεφελώδους ιστορικού νεολογισμού. Επανελλήνιση, όπερ εστί μεθερμηνευόμενον -όσο είναι δυνατόν φυσικά να ερμηνευτεί μέσα από την ιδεολογική ασάφεια και την ελαστικότητα των πνευματικών ταγών της 4ης Αυγούστου- εκκαθάριση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος από τις παράσιτες και παρείσακτες ιδέες, τα αλλότρια ήθη και έθιμα, τα οποία παρεισέφρησαν στον ελληνικό οργανισμό από την Ανατολή παραμορφώνοντας την ελληνική πραγματικότητα και διαστρέφοντας τον χαρακτήρα και τον εξελικτικό ρυθμό της.

«Δεν θέλωμεν τους ξένους πολιτισμούς»

«Θέλωμεν να κάμωμεν πολιτισμόν ελληνικόν. Δεν θέλωμεν τους ξένους πολιτισμούς. Θέλωμεν ιδικόν μας πολιτισμόν, τον οποίον να τον ωθήσωμεν και να τον κάμωμεν ανώτερον από όλους τους πολιτισμούς εις την άκρην αυτήν της Ευρώπης» δήλωσε με παρρησία και με δημιουργική ορμή Βαλκάνιου όψιμου φασίστα ο Μεταξάς σε λόγο που εκφώνησε στην Κομοτηνή το φθινόπωρο του 1936.

Και το καλοκαίρι του 1937 στα Γιάννενα ξεδίπλωσε το αναγεννητικό πνευματικό του όραμα: «Από τώρα πρέπει να είσθε ετοιμασμένοι δι’ αυτό που θα κάμετε. Τότε, εσείς, θα ιδήτε τον τρίτον πολιτισμόν, τον ελληνικόν. Ο πρώτος επέρασε (ο αρχαίος) και δεν δύνασθε να τον ξανακάμετε σεις, ούτε είναι δουλειά σας. Ητο πολιτισμός ο οποίος είχε μεγάλο πνεύμα. Του έλειπεν όμως η θρησκευτική πίστις. Ηλθεν ο δεύτερος ελληνικός πολιτισμός (ο βυζαντινός). Αυτός είναι δυνατόν να μην έκαμε μεγάλα έργα διανοίας. Είχε όμως βαθειά θρησκευτική πίστι. Και τώρα έρχεσθε σεις και θα ανανεώσετε και τους δύο αυτούς πολιτισμούς και από μέσα και από μια βαθειά πολύ θρησκευτικήν πί-στιν, θα κοιτάξετε πώς θα ατενίσετε τα έργα των μεγάλων προγόνων σας, θάλποντες αυτά από μέσα από την πίστιν την θρησκευτικήν την οποίαν έχετε ως χριστιανοί».

Γιατί χαίρονται και χαμογελούν οι καλλιτέχνες, πατέρα;

Ενα δείγμα της κιτς αντίληψης του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου για τον βυζαντινό πολιτισμό. Μια αψίδα γεφυρώνει την πλατεία Κλαυθμώνος με την οδό Κοραή ενώ ο δικτάτορας "παρακολουθεί" μέσα από μια γιγαντοαφίσα

Ομως ο κυβερνήτης για να υλοποιήσει τις περισπούδαστες ενατενίσεις του θα έπρεπε να προστρέξει στους καθ’ ύλην αρμόδιους, τους οργανικούς διανοούμενους του προηγούμενου καθεστώτος.
Πράγμα που έπραξε. Στο πλαίσιο της πολιτιστικής στράτευσης για τα ιδανικά του έθνους περιλαμβανόταν και η πρόθεση για τη δημιουργία μιας αληθινά εθνικής τέχνης, όπως αναφέρει ο Σπυρίδων Γ. Πλουμίδης στη μελέτη του «Το καθεστώς Μεταξά (1936-1940)».

Ετσι τον Σεπτέμβριο του 1936 ιδρύθηκε ο Οργανισμός Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης με σκοπό «την μελέτη, προστασία, προαγωγή και διάδοση της Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης», μέσω της ίδρυσης αρχείου, μουσείου, βιβλιοθηκών κ.λπ.
Ακολούθησε η ίδρυση της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών (1938) για την «προαγωγή των Ελληνικών Γραμμάτων και της Ελληνικής Τέχνης», στην οποία συστεγάστηκαν η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, η Ενωσις Σωματείων Εικαστικών Τεχνών και η Ενωσις Ελλήνων Μουσουργών. Το καλοκαίρι του 1937 είχε προηγηθεί η συνάντηση του «εθνικού κυβερνήτη» με τον λογοτέχνη, δημοσιογράφο και εισηγητή δραματολογίου του Βασιλικού Θεάτρου Κωστή Μπαστιά και με τον Παντελή Πρεβελάκη προκειμένου να αναλάβουν ρόλο στην υπό αναδιοργάνωση Διεύθυνση Γραμμάτων και Καλών Τεχνών του υπουργείου Θρησκευμάτων και Παιδείας. Και οι δύο θα παίξουν σημαίνοντα ρόλο στα πράγματα της τέχνης στη διάρκεια του μεταξικού καθεστώτος.

Ο δικτάτορας άκουγε με ενδιαφέρον και συγχρονιζόταν με τις απόψεις του Μπαστιά σχετικά με την επικράτηση της δημοτικής γλώσσας, ενώ φάνηκε πρόθυμος να υιοθετήσει τις απόψεις για την αναβάθμιση του Βασιλικού Θεάτρου.
Η αποδοχή της θέσης του γενικού διευθυντή Γραμμάτων και Καλών Τεχνών υπήρξε φυσικό επακόλουθο, ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο Μεταξάς αποδέχτηκε τους όρους του: ανεξέλεγκτη εξουσία, αύξηση των δαπανών για τον πολιτισμό και ασυλία για πρόσωπα που απασχολούσαν για τα φρονήματά τους την Ασφάλεια προκειμένου να εργάζονται ελεύθερα στο θέατρο (βέβαια με τον ΑΝ 446 «περί θεάτρου» της 25ης Ιανουάριου 1937 θεσπίστηκαν αυστηρές ρυθμίσεις, ενώ το 1937 έγιναν περικοπές στην παράσταση της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή).

Ο Ιωάννης Μεταξάς ακολουθούμενος από τον Κωστή Μπαστιά, περιεργάζεται έναν πίνακα στην έκθεση Καλλιτεχνών.

Ο Μπαστιάς πρότεινε στον Πρεβελάκη να αναλάβει διευθυντής Καλών Τεχνών στη γενική διεύθυνση η οποία είχε μόλις ανατεθεί στον ίδιο.
Αν και ο τελευταίος είχε επιφυλάξεις, καθώς η νεωτερικότητα που πρέσβευε βρισκόταν σε αντιπαράθεση με τον ακαδημαϊσμό, αποδέχτηκε την πρόταση παίρνοντας τις διαβεβαιώσεις που ήθελε.

Αλλά ο Μπαστιάς και ο Πρεβελάκης δεν ήταν οι μόνοι πνευματικοί πυλώνες του νέου καθεστώτος.
Ο Αγγελος Τερζάκης συνεργάστηκε με τον Μπαστιά (όταν αυτός ανέλαβε τα καθήκοντα του γενικού διευθυντή) ως γραματέας στο Βασιλικό Θέατρο, ο Γιώργος Σεφέρης διορίστηκε από το 1937 διευθυντής στο γραφείο Εξωτερικού Τύπου υπό τον ενορχηστρωτή του οικοδομήματος της μεταξικής προπαγάνδας Θεολόγο Νικολούδη, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος συμμετείχε στο ΔΣ της Εθνικής Πινακοθήκης, ο Κλέων Παράσχος και η Ειρήνη Αθηναία συνεργάζονταν στη λογοκρισία των εντύπων, ο Τέλλος Αγρας εργαζόταν στο Γραφείο Προπαγάνδας της ΕΟΝ, ο Στράτης Μυριβήλης είχε αναλάβει τμηματάρχης Β' στη Βιβλιοθήκη της Βουλής (εισήγηση του Νίκου Σκοπλάκη στην εκδήλωση-συζήτηση «4 Αυγούστου σήμερα/Μέρες του 36» που είχε διοργανωθεί στην ταράτσα του Ελεύθερου Αυτοδιαχειριζόμενου Θεάτρου Εμπρός, 2013).

Η δημιουργία μιας "αληθινά εθνικής τέχνης" περιλαμβανόταν στις προτάσεις Μεταξά στο πλαίσιο της πολιτιστικής στράτευσης για τα ιδανικά του έθνους. Κάτω από τα συνθήματα της ΕΟΝ "Πίστις, Νίκη".

Ακόμη όμως και «ανεξάρτητοι» διανοούμενοι εναρμονίστηκαν με το πνεύμα του «πολιτισμικού εθνικισμού» του Μεταξά. Τον Μάρτιο του 1939 το λογοτεχνικό περιοδικό «Νέα Γράμματα» του Ανδρέα Καραντώνη είχε εκτενέστατο αφιέρωμα στον Περικλή Γιαννόπουλο, ενώ δύο χρόνια νωρίτερα ο Αγγελος Τερζάκης διατράνωνε την πεποίθησή του για τη δημιουργία ενός νέου νεοελληνικού πολιτισμού.

Ο πιο ασφαλής τρόπος διάχυσης των ιδεών του μεταξικού καθεστώτος υπήρξε το θέατρο. Ετσι στις 14 Μαΐου 1938 θεμελιώθηκε το Βασιλικό Θέατρο της Θεσσαλονίκης και στις 8 Δεκεμβρίου 1939 ανακοινώθηκε η ίδρυση του Λυρικού Θεάτρου Αθηνών, επιχορηγήθηκε γενναιόδωρα ο θίασος της Μαρίκας Κοτοπούλη, καθιερώθηκαν για πρώτη φορά παραστάσεις αρχαίου ελληνικού δράματος στο θέατρο της Επιδαύρου και συστηματοποιήθηκαν αυτές στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, ενώ συστήθηκαν περιοδεύοντες θίασοι (το Αρμα Θέσπιδος) - τμήματα του Βασιλικού Θεάτρου τα οποία θα διέδιδαν την τέχνη στις πιο απόμακρες περιοχές της χώρας, όπως παρατηρεί ο Σπυρίδων Γ. Πλουμίδης.
Η Εργατική Εστία επιδοτούσε τα εργατικά εισιτήρια για καλλιτεχνικές παραστάσεις και απέκτησε μάλιστα δικό της θέατρο στον Πειραιά για την ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου των εργατών.

Ο Μεταξάς στην Εορτή των Ηθοποιών στο Ζάππειο. Αριστερά του ο Κ. Κοτζιάς.

Νεωτερική φόρμα, πνευματική σηψαιμία, ηθική ακαμψία

Με αυτό τον τρόπο μεγάλο μέρος των οργανικών διανοούμενων της αστικής τάξης στελέχωσε τους μηχανισμούς που αφορούσαν την τέχνη και τα γράμματα του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, το οποίο ακολουθούσε, κατά το παράδειγμα της φασιστικής Ιταλίας, φιλονεωτερική πολιτική (στο επίπεδο του ύφους και της φόρμας και όχι του περιεχομένου, το οποίο θα έπρεπε να είναι αυστηρά «ελληνοκεντρικό» και να προωθεί τις παραδοσιακές αξίες).

Ο Ιωάννης Μεταξάς με τον Θεολόγο Νικολούδη και τη σύζυγό του στην Κινητή Εκθεση της 4ης Αυγούστου το 1940

Ετσι ανατέθηκε η διακόσμηση του δημαρχείου της Αθήνας στους Γιώργο Γουναρόπουλο, Φώτη Κόντογλου και Κωνσταντίνο Παρθένη, ο Μιχάλης Τόμπρος εκλέχτηκε καθηγητής στην ΑΣΚΤ με την υποστήριξη του Μεταξά και επιλέχτηκαν οι φορείς του νεωτερικού πνεύματος Τόμπρος, Παρθένης και Θεοδωρόπουλος προκειμένου να αντιπροσωπεύσουν την Ελλάδα στην Biennale Βενετίας το 1938.

Η πολιτική του Μεταξά για τα εικαστικά στηριζόταν σε τρεις βασικούς άξονες: στην αναδιοργάνωση και διεύρυνση των κρατικών θεσμών και υπηρεσιών, την εντατική αύξηση των οικονομικών παροχών για τις τέχνες, τη δίχως διάκριση υποστήριξη όλων των τεχνοτροπικών -αισθητικών τάσεων.

Ο Στρατής Μυριβήλης ανέλαβε καθήκοντα τμηματάρχη Β' στη βιβλιοθήκη της Βουλής, ενώ ο Αγγελος Τερζάκης γραμματέας στο Βασιλικό Θέατρο

Ο ίδιος ο δικτάτορας αγόραζε έργα από όλες τις εκθέσεις που επισκεπτόταν την ίδια στιγμή που παρακινούσε τους κυβερνητικούς φορείς, τους δήμους, τις τράπεζες, αλλά και τους βιομηχάνους και άλλους κοινωνικούς παράγοντες να πράξουν το ίδιο.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το υπουργείο Παιδείας και το υπουργείο Πρωτευούσης είχαν διαθέσει 1.350.000 δρχ. το 1938 και 1.000.000 δρχ. το 1939 για αγορές έργων από τις Πανελλήνιες Καλλιτεχνικές Εκθέσεις, ενώ είχε προβλεφτεί να διατεθούν 2.000.000 δρχ. για την ανέγερση ειδικής αίθουσας για την Πανελλήνια Εκθεση.

Ο Σύνδεσμος Ελλήνων Καλλιτεχνών δεν έμεινε ασυγκίνητος απέναντι στη φιλοκαλία, τη γενναιοδωρία και τη γαλαντομία του «εθνικού κυβερνήτη» και τον Νοέμβριο του 1937 εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο ανακήρυσσε «τον αρχηγόν του νέου κράτους κ. Ιωάννην Μεταξάν μέγαν ευεργέτην των Ελλήνων Καλλιτεχνών».

Στη δε έκθεση «Χαρά και Εργασία» η οποία διοργανώθηκε το 1938 στο Ζάππειο συμμετείχαν φιλελεύθεροι όπως και αριστεροί καλλιτέχνες: Γ. Λυδάκης, Ν. Καστανάκης, Η. Φέρτης, Κ. Ηλιάδης, Δ. Γιολδάσης, Αντ. Πολυκανδριώτης, Απ. Γεραλής κ.ά.), οι οποίοι φιλοτέχνησαν ζωγραφικές συνθέσεις με θέμα «τη ζωή του εργάτη και τα κρατικά και ιδιωτικά μέτρα για την προστασία και ψυχαγωγία των εργαζομένων».
Τέλος, ας σημειωθεί το γεγονός ότι στη Γ ’ Πανελλήνια Καλλιτεχνική Εκθεση (1940) βραβεύτηκαν οι Γιάννης Μόραλης, Γιάννης Παππάς και Τάσσος.

Οι ζωγράφοι Γιώργος Γουναρόπουλος και Φώτης Κόντογλου

Το μεταξικό καθεστώς κληροδότησε στη μεταπολεμική και μετεμφυλιακή Ελλάδα μια γενιά πρόθυμων λογοτεχνών και καλλιτεχνών. Πρόθυμων να ανταποκριθούν στα κελεύσματα της πολιτικής εξουσίας και να αναπαραγάγουν το πνεύμα μιας ελληνοκεντρικής αγκύλωσης.
Η συνέχεια του κράτους κατά τη διάρκεια του πολέμου και μετά τη λήξη του θα συνοδευόταν και από τη συνέχεια της δικτατορίας των ιδεών της προπολεμικής γενιάς των διανοούμενων οι οποίοι ήξεραν να αποδίδουν τα του καίσαρος τω καίσαρι (ακόμη και αν ο καίσαρας ήταν δικτάτορας και λεγόταν Μεταξάς). 
Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger