{[['']]}
Ενα οδοιπορικό στο παρελθόν της ακροδεξιάς, από τους επιστράτους, την ΕΕΕ και τον Μεταξά έως τον Πλεύρη, την ΕΠΕΝ και τον Βορίδη.
«Ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης [...] υπήρξε ένας μεγάλος Ελληνας [...] Ηταν αυτός που ως σιδερένιος υπουργός Ασφαλείας του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου στην κυριολεξία εξαφάνισε το ΚΚΕ! Ηταν αυτός πάλι που πήρε την πρωτοβουλία για την ίδρυση του Κόμματος της 4ης Αυγούστου, που αποτέλεσε την κιβωτό για κάθε εθνικιστικό κίνημα που υπάρχει σήμερα. Είχαμε καθήκον και υποχρέωση να τιμήσουμε τον Κωνσταντίνο Μανιαδάκη».
Νίκος Μιχαλολιάκος, 28 Οκτωβρίου 1996. Ομιλία σε μνημόσυνο της Χρυσής Αυγής στους τάφους Ιωάννη Μεταξά και Κωνσταντίνου Μανιαδάκη
Η σχέση της σύγχρονης άκρας Δεξιάς με το ιστορικό παρελθόν της είναι πολυσύνθετο ζήτημα. Φασιστικά σύμβολα και μύθοι, φασιστικά συνθήματα του μεσοπολέμου, αναφορά σε ιδεολογικές αντιλήψεις του ιστορικού φασισμού (υπερεθνικισμός, αυταρχισμός, αντικομμουνισμός, αντισημιτισμός, πολιτικός αντιφιλελευθερισμός, ομοιογενοποιημένη κοινωνία) δείχνουν ότι η πολιτική κουλτούρα που γέννησε τον φασισμό και τον ναζισμό καλά κρατεί. Το ιστορικό νήμα της ακροδεξιάς στην Ελλάδα ξεκινά σε αδρές γραμμές από τις οργανώσεις των επιστράτων του εθνικού διχασμού.
Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εφέδρων, όπως ήταν το επίσημο όνομα, ιδρύθηκε από βετεράνους των Βαλκανικών Πολέμων τον Φεβρουάριο 1916. Στόχοι του ήταν η τήρηση και η διασφάλιση της «εθνικής πολιτικής» εναντίον των ξενικών επεμβάσεων και όσων εκπροσωπούσαν ξένα συμφέροντα. Με το Γενικό Επιτελείο Στρατού να παίζει αποφασιστικό ρόλο στην ίδρυσή τους και αυτοπροσδιοριζόμενοι ως «αυτόνομο λαϊκό κίνημα με εθνικούς στόχους», οι επίστρατοι επέδειξαν ακραίο επιθετικό πνεύμα ενάντια στον βενιζελισμό αλλά και τυφλή πίστη και αφοσίωση στον βασιλιά.
Αξιοσημείωτο, σχετικά με τις πολιτικές μετατοπίσεις, είναι ότι επικεφαλής τους ήταν ο Κωνσταντίνος Εσλιν, εκπρόσωπος των συντεχνιών που πρωτοστάτησαν στο κίνημα στο Γουδί το 1909.
Οπως επισημαίνει η καθηγήτρια του Παντείου ιστορικός Δέσποινα Παπαδημητρίου, «ο μαζικός πληβειακός χαρακτήρας του κινήματος των Επιστράτων και τα μέσα πολιτικής πάλης που υιοθέτησε, όπως οι ένοπλοι σχηματισμοί μάχης και η μεταφορά της βίας του πολέμου στις πόλεις, ο στρατιώτης ως ενσάρκωση του ηρωισμού και της αφοσίωσης στην πατρίδα, η λατρεία του αρχηγού –που συμβαίνει ωστόσο να είναι ο μονάρχης–, η κυριαρχία της βίας στην πολιτική ζωή και η απαξία στην ανθρώπινη ζωή –τη δική μας όταν πρόκειται για θυσία και του Αλλου όταν πρόκειται για τον εχθρό– δίνουν μια πρόγευση αλλά όχι τη γεύση του φασισμού».
Οι σύνδεσμοι επιστράτων διαλύθηκαν κατά απαίτηση των Αγγλογάλλων συμμάχων τον Ιανουάριο 1917. Αν και εργαστήρι φασισμού, το αντεπαναστατικό, αντιβενιζελικό αυτό κίνημα δεν παρήγαγε φασισμό ούτε αυτόνομο πολιτικό λόγο.
Στη σύγχρονη ακροδεξιά ρητορεία οι επίστρατοι λειτουργούν ως σύμβολο ενάντια στις επεμβάσεις των ξένων. Διαβάζουμε σε ομιλία στελέχους τοπικής χρυσαυγίτικης οργάνωσης τον Νοέμβριο 2013: «Το κίνημα των επιστράτων εκπροσωπεί την πλήρη αντίσταση ενάντια στην ξενική επιβολή, αλλά και την πίστη μας ότι η πατρίδα και το έθνος μας πρέπει να είναι ανεξάρτητα και κραταιά, χωρίς καμιά εξάρτηση από κανέναν ξένο παράγοντα».
Στον μεσοπόλεμο κύριος εκπρόσωπος του ελληνικού φασισμού αναδείχτηκε μια οργάνωση που ξεκίνησε το 1927 στη Θεσσαλονίκη. Η Εθνική Ενωσις Ελλάς (ΕΕΕ), γνωστότερη ως «Τρία Εψιλον», έθεσε στόχο την «άμυνα του έθνους» απέναντι σε ό,τι απειλούσε να διαταράξει την «προαιώνια τάξη», όπως η έκλυση των ηθών, η άρνηση της θρησκείας, η υπονόμευση της οικογένειας αλλά και η εγκατάσταση ξένων στοιχείων στη Μακεδονία που υπονομεύουν τα ελληνικά συμφέροντα προς όφελος των ξένων.
«Ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης [...] υπήρξε ένας μεγάλος Ελληνας [...] Ηταν αυτός που ως σιδερένιος υπουργός Ασφαλείας του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου στην κυριολεξία εξαφάνισε το ΚΚΕ! Ηταν αυτός πάλι που πήρε την πρωτοβουλία για την ίδρυση του Κόμματος της 4ης Αυγούστου, που αποτέλεσε την κιβωτό για κάθε εθνικιστικό κίνημα που υπάρχει σήμερα. Είχαμε καθήκον και υποχρέωση να τιμήσουμε τον Κωνσταντίνο Μανιαδάκη».
Νίκος Μιχαλολιάκος, 28 Οκτωβρίου 1996. Ομιλία σε μνημόσυνο της Χρυσής Αυγής στους τάφους Ιωάννη Μεταξά και Κωνσταντίνου Μανιαδάκη
Η σχέση της σύγχρονης άκρας Δεξιάς με το ιστορικό παρελθόν της είναι πολυσύνθετο ζήτημα. Φασιστικά σύμβολα και μύθοι, φασιστικά συνθήματα του μεσοπολέμου, αναφορά σε ιδεολογικές αντιλήψεις του ιστορικού φασισμού (υπερεθνικισμός, αυταρχισμός, αντικομμουνισμός, αντισημιτισμός, πολιτικός αντιφιλελευθερισμός, ομοιογενοποιημένη κοινωνία) δείχνουν ότι η πολιτική κουλτούρα που γέννησε τον φασισμό και τον ναζισμό καλά κρατεί. Το ιστορικό νήμα της ακροδεξιάς στην Ελλάδα ξεκινά σε αδρές γραμμές από τις οργανώσεις των επιστράτων του εθνικού διχασμού.
Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εφέδρων, όπως ήταν το επίσημο όνομα, ιδρύθηκε από βετεράνους των Βαλκανικών Πολέμων τον Φεβρουάριο 1916. Στόχοι του ήταν η τήρηση και η διασφάλιση της «εθνικής πολιτικής» εναντίον των ξενικών επεμβάσεων και όσων εκπροσωπούσαν ξένα συμφέροντα. Με το Γενικό Επιτελείο Στρατού να παίζει αποφασιστικό ρόλο στην ίδρυσή τους και αυτοπροσδιοριζόμενοι ως «αυτόνομο λαϊκό κίνημα με εθνικούς στόχους», οι επίστρατοι επέδειξαν ακραίο επιθετικό πνεύμα ενάντια στον βενιζελισμό αλλά και τυφλή πίστη και αφοσίωση στον βασιλιά.
Πρωτοσέλιδο της «Ελευθερίας» στις 20 Φεβρουαρίου 1945 για τη δίκη στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων με κατοχικά ανώτατα κυβερνητικά στελέχη στο εδώλιο. Ο «υπερυπουργός» Εκτωρ Τσιρονίκος, που σχημάτισε εξόριστη ναζιστική κυβέρνηση στη Βιέννη, καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο, αλλά η ποινή δεν εκτελέστηκε και του δόθηκε χάρη το 1952
Οπως επισημαίνει η καθηγήτρια του Παντείου ιστορικός Δέσποινα Παπαδημητρίου, «ο μαζικός πληβειακός χαρακτήρας του κινήματος των Επιστράτων και τα μέσα πολιτικής πάλης που υιοθέτησε, όπως οι ένοπλοι σχηματισμοί μάχης και η μεταφορά της βίας του πολέμου στις πόλεις, ο στρατιώτης ως ενσάρκωση του ηρωισμού και της αφοσίωσης στην πατρίδα, η λατρεία του αρχηγού –που συμβαίνει ωστόσο να είναι ο μονάρχης–, η κυριαρχία της βίας στην πολιτική ζωή και η απαξία στην ανθρώπινη ζωή –τη δική μας όταν πρόκειται για θυσία και του Αλλου όταν πρόκειται για τον εχθρό– δίνουν μια πρόγευση αλλά όχι τη γεύση του φασισμού».
Παρέλαση του τμήματος «νέων» των Ελπιδοφόρων στην Αθήνα στις 23 Μαρτίου 1963
Οι σύνδεσμοι επιστράτων διαλύθηκαν κατά απαίτηση των Αγγλογάλλων συμμάχων τον Ιανουάριο 1917. Αν και εργαστήρι φασισμού, το αντεπαναστατικό, αντιβενιζελικό αυτό κίνημα δεν παρήγαγε φασισμό ούτε αυτόνομο πολιτικό λόγο.
Στη σύγχρονη ακροδεξιά ρητορεία οι επίστρατοι λειτουργούν ως σύμβολο ενάντια στις επεμβάσεις των ξένων. Διαβάζουμε σε ομιλία στελέχους τοπικής χρυσαυγίτικης οργάνωσης τον Νοέμβριο 2013: «Το κίνημα των επιστράτων εκπροσωπεί την πλήρη αντίσταση ενάντια στην ξενική επιβολή, αλλά και την πίστη μας ότι η πατρίδα και το έθνος μας πρέπει να είναι ανεξάρτητα και κραταιά, χωρίς καμιά εξάρτηση από κανέναν ξένο παράγοντα».
Στον μεσοπόλεμο κύριος εκπρόσωπος του ελληνικού φασισμού αναδείχτηκε μια οργάνωση που ξεκίνησε το 1927 στη Θεσσαλονίκη. Η Εθνική Ενωσις Ελλάς (ΕΕΕ), γνωστότερη ως «Τρία Εψιλον», έθεσε στόχο την «άμυνα του έθνους» απέναντι σε ό,τι απειλούσε να διαταράξει την «προαιώνια τάξη», όπως η έκλυση των ηθών, η άρνηση της θρησκείας, η υπονόμευση της οικογένειας αλλά και η εγκατάσταση ξένων στοιχείων στη Μακεδονία που υπονομεύουν τα ελληνικά συμφέροντα προς όφελος των ξένων.
Κύριο χαρακτηριστικό του πολιτικού λόγου της ο αντισημιτισμός – σε μια πολυεθνική τότε Θεσσαλονίκη όπου ζούσαν... Εβραίοι. Μαζικές επιδείξεις των «χαλυβδόκρανων» με παρελάσεις συγκροτημένων τμημάτων στους κεντρικούς δρόμους της πόλης, εξορμήσεις στην επαρχία και πρακτική εφαρμογή των αντισημιτικών κηρυγμάτων, με αποκορύφωμα την πυρπόληση της εβραϊκής φτωχογειτονιάς του Κάμπελ τον Ιούνιο του 1931, δίνουν το στίγμα της οργάνωσης.
Υπό την ανοχή ή και τη συμπαράσταση των κρατικών αρχών στο πλαίσιο της αντικομμουνιστικής δράσης η ΕΕΕ έως τον Απρίλιο 1932 θα αναπτυχθεί οργανωτικά σε 27 παραρτήματα και 7.000 μέλη.
ΦΙΛΟΝΑΖΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΔΩΣΙΛΟΓΟΙ
Λίγο μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα η οργάνωση ανασυστήθηκε σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα ως Εθνικοσοσιαλιστικόν Κόμμα Ελλάδος, με ξεκάθαρο πλέον ναζιστικό υπόβαθρο.
Η ηγεσία της περιλάμβανε φανατικούς γερμανόφιλους, όπως ο Κωνσταντίνος Γούλας, καθώς και «γερμανοντυμένους» που καταδίωκαν ένοπλα την Αντίσταση στο πλευρό των ναζί, όπως ο Κωνσταντίνος Πούλος.
Με πρόσχημα την καταπολέμηση του κομμουνισμού το Εθελοντικό Τάγμα Πούλου διέπραξε, σε τακτική συμμαχία με τους κατακτητές, λεηλασίες, ξυλοδαρμούς, εμπρησμούς και δολοφονίες κατά μόνας ή σε συνεργασία με άλλους γνωστούς δωσίλογους, όπως ο Αντώνης Δάγκουλας, ο Κισά Μπατζάκ και ο Μιχάλαγας.
Μακρύς ο κατάλογος των ένοπλων συνεργατών των Γερμανών, από τα Τάγματα Ασφαλείας έως τη ναζιστική «κυβέρνηση της Βιέννης» του Εκτορα Τσιρονίκου.
Μετά την απελευθέρωση, τα Δεκεμβριανά και ο Εμφύλιος αποτέλεσαν κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τους συνεργάτες των Γερμανών. Στελέχη φασιστικών και ακροδεξιών οργανώσεων, παρά τον ενεργό –ακόμη και ένοπλο– δωσιλογισμό τους, διασώθηκαν από το μεταπολεμικό σύστημα προκειμένου να αποτελέσουν εθνικό ανάχωμα των «ελεύθερων λαών».
Με την εθνικοφροσύνη να αποτελεί βασικό πυλώνα του μεταπολεμικού πολιτικού συστήματος, η ελληνική Δεξιά ενσωμάτωσε τις οργανώσεις εκείνες οι οποίες έθεταν τον αντικομμουνισμό υπεράνω του αγώνα κατά των κατακτητών.
Και δεν αναφερόμαστε μόνο σε όσους υπηρέτησαν στα Τάγματα Ασφαλείας. Κυριότερος εκπρόσωπος η «ημιδωσιλογική» (κατά χαρακτηρισμό των Βρετανών) οργάνωση Χ του συνταγματάρχη Γρίβα.
Σε επαφή με εκπροσώπους του μοναρχισμού και οργανώσεις όπως η φιλοβασιλική Εθνική Δράσις του Σπύρου Μαρκεζίνη και η Επιτροπή Συντονισμού Εθνικού Αγώνος, η Χ οπλίστηκε από Βρετανούς με την ανοχή του κράτους και των αρχών και πρωτοστάτησε σε εκστρατεία Λευκής Τρομοκρατίας εναντίον των ΕΑΜικών οργανώσεων, των αριστερών και δημοκρατικών πολιτών, φτάνοντας το 1946 τις 50.000 άντρες, οι μισοί από τους οποίους ένοπλοι.
Οι χίτες ανέλαβαν τη βρόμικη δουλειά δημιουργώντας έναν ανεξέλεγκτο εθνικιστικό στρατό ανεύθυνο απέναντι στον νόμο αλλά υπεύθυνο πολιτικά για την αλόγιστη βία που έσπρωξε τη χώρα στον Εμφύλιο και υπονόμευσε κάθε προσπάθεια ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης.
Παρά τη μαζικότητα των παρακρατικών τους οργανώσεων οι χίτες δεν κατόρθωσαν να κεφαλαιοποιήσουν πολιτικά την επιρροή τους. Στις μεταπολεμικές εκλογές ο αριθμός των ψήφων που έλαβε η Χ ήταν μικρότερος από τον αριθμό των μελών της.
Οι ακραίες θέσεις της οργάνωσης οδήγησαν στη διακοπή των δεσμών με το Λαϊκό Κόμμα και τη βασιλόφρονα πολιτική ηγεσία, αν και εκπρόσωποί της ενσωματώθηκαν στα μετεμφυλιακά πολιτικά κόμματα.
Αυτό που απέμεινε ως πολιτική κουλτούρα ήταν η μνησικακία απέναντι στο πολιτικό κατεστημένο και τις ελίτ που ζητούσαν από τους αναλώσιμους παρακρατικούς να χύσουν το αίμα τους για τη διάσωση του «κινδυνεύοντος από τον κομμουνισμό» κοινωνικού καθεστώτος.
Η ΑΥΤΟΝΟΜΗΣΗ
Η πολιτική αυτονόμηση των ακροδεξιών οργανώσεων ξεκίνησε σταδιακά στη δεκαετία του 1960. Μόλις έναν μήνα μετά τη δολοφονία Λαμπράκη, το 1963, ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών Θωμάς Χατζίκος κατέγραψε μεγάλο αριθμό φασιστικών οργανώσεων, με σημαντική διείσδυση στον χώρο της νεολαίας και χρηματοδότηση από μυστικές υπηρεσίες.
Αναφέρονταν ενδεικτικά οργανώσεις όπως το Σώμα Ελπιδοφόρων Νέων που προέβλεπε στρατιωτικού τύπου εκπαίδευση για τα μέλη του, η Αντικομμουνιστική Σταυροφορία της Ελλάδος, το Σώμα Ελλήνων Αλκίμων ή ο Σύνδεσμος των Αγωνιστών και Θυμάτων Εθνικής Αντιστάσεως Βορείου Ελλάδος του Ξενοφώντος Γιοσμά, με άμεση εμπλοκή στη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ.
Το 1965 μια ολιγομελής ομάδα νεαρών με αρχηγό τον Κώστα Πλεύρη και υπαρχηγό τον Δημήτριο Δημόπουλο ίδρυσε την ακροδεξιά οργάνωση Κόμμα 4ης Αυγούστου (Κ4Α), τη «μήτρα που εγέννησε τας μετέπειτα εθνικιστικάς κινήσεις», σύμφωνα με τον ιδρυτή της.
Εγκέφαλος και υπαρχηγός υπήρξε ο Ανδρέας Δενδρινός και χειρ ο μανιακός της οπλοκατοχής Λογγίνος Παξινόπουλος.
Οι τεταρταυγουστιανοί ήταν οργανωμένοι με στρατιωτική δομή και σιδερένια πειθαρχία. Ηθικός τους συμπαραστάτης ο υφυπουργός Δημόσιας Ασφάλειας και Τάξης της δικτατορίας του Μεταξά Κωνσταντίνος Μανιαδάκης.
Μετά τα Ιουλιανά το Κ4Α υποστήριξε ανοιχτά την επιβολή δικτατορίας. Στη χούντα στελέχη του ανέλαβαν δημόσιες θέσεις στο πλευρό των ηγετών της δικτατορίας και προσπάθησαν χωρίς επιτυχία να εμφυσήσουν στο καθεστώς δομημένα φασιστικά στοιχεία.
ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΤΙΚΗ ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ
Από την ιδεολογική μήτρα της 4ης Αυγούστου προήλθε το νέο αίμα της ακροδεξιάς στη μεταπολίτευση, όπως ο ιδρυτής της Χρυσής Αυγής Νίκος Μιχαλολιάκος.
Μεταδικτατορικά βιώσαμε τη δράση της με τη φιλοξενία φυγόδικων ξένων φασιστών, όπως ο Ιταλός Ελιο Μασαγκράντε, καθώς και με την έκρηξη «τυφλών» ωρολογιακών βομβών μέσα στα σινεμά Ελλη και Ρεξ το 1978 κατά τις προβολές σοβιετικών ταινιών.
Συνελήφθη μια ομάδα δέκα ακροδεξιών, ανάμεσά τους και ο Νίκος Μιχαλολιάκος, τότε έφεδρος αξιωματικός. Η αρχική –κακουργηματική– κατηγορία εξέπεσε για τον ίδιο σε πλημμεληματική και επέσυρε φυλάκιση δεκατριών μηνών, η οποία στο εφετείο μειώθηκε στους έντεκα, τους οποίους είχε ήδη εκτίσει
Μέσα από τη φυλακή ο καταδικασμένος για τη γιάφκα με τα εκρηκτικά Αριστοτέλης Καλέντζης κατηγόρησε δημόσια τον Κ. Πλεύρη ως χαφιέ και αργυρώνητο της ΚΥΠ.
Οι συγκρούσεις μεταξύ ηγετικών στελεχών του Κ4Α ήταν σύνηθες φαινόμενο και είχε να κάνει με τον διαμοιρασμό μυστικών κονδυλίων και πόρων από μυστικές υπηρεσίες.
Tο 1985 ο Μαυρουδής Χρήστου Βορίδης θα αναλάβει τα ηνία της ΕΠΕΝ ως γενικός γραμματέας, διαδεχόμενος τον Νίκο Μιχαλολιάκο. O Βορίδης θα προωθήσει τη συγκρότηση ευρύτερου «πατριωτικού χώρου» με στελέχη ΕΠΕΝ και ΕΝΕΚ υπό την επωνυμία Ελληνικό Μέτωπο (1994).
Το 2000 έθεσε υποψηφιότητα για βουλευτής στο κοινό ψηφοδέλτιο ΕΜ και Πρώτης Γραμμής του Κ. Πλεύρη.
Το 2007 –ως Μάκης Βορίδης πλέον– εξελέγη με τον Λαϊκό Ορθόδοξο Συναγερμό του Καρατζαφέρη. Ο Γιώργος Καρατζαφέρης συνιστά ιδιαίτερη περίπτωση τηλεοπτικού «εισοδισμού».
Μέσω του ιδιωτικού καναλιού του η ελληνική ακροδεξιά απέκτησε μαζικό δίαυλο επικοινωνίας, «αναγεννήθηκε» τηλεοπτικά και δημιούργησε με ξενοφοβικό, δημαγωγικό και ρατσιστικό λόγο το πολιτιστικό υπόβαθρο για την υποδοχή των μισαλλόδοξων ιδεολογημάτων.
Αντλώντας από τις μεγάλες δεξαμενές των φιλοβασιλικών, του μεταξικού καθεστώτος και της δωσιλογικής Δεξιάς, η ελληνική ακροδεξιά εκφρασμένη στο κόμμα της Χρυσής Αυγής βρήκε τον δρόμο προς το κοινοβούλιο.
Η ιστορική συνέχεια της ακροδεξιάς δεν είναι μόνο οι ιδεολογικές αναφορές ή η συνέχεια των προσώπων. Δεν είναι οι παρακρατικοί μηχανισμοί, η αντικομμουνιστική σταυροφορία, οι ιδιωτικοί στρατοί. Είναι η διαχρονική της διείσδυση στο βαθύ κράτος. Και αυτό είναι πολύ πιο επικίνδυνο.
Πηγή: Βασιλική Λάζου, Διδάκτορας Ιστορίας Παντείου Πανεπιστημίου
** Περιοδικό Hot Doc #162, «Πραματευτές του μίσους», 23/09/2018
Δημοσίευση σχολίου