Αρχική » , » Σταυροφορίες: Το χριστιανικό τζιχάντ

Σταυροφορίες: Το χριστιανικό τζιχάντ

{[['']]}
Πηγή: Βαsιλική Λάζου - Hot History 

Η προσπάθεια κυριαρχίας της χριστιανικής Δύσης στις προσοδοφόρες περιοχές και στους εμπορικούς δρόμους της ανατολικής Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής έχει μακραίωνη ιστορία. Είτε ως ιερός πόλεμος για την «απελευθέρωση» των Αγίων Τόπων από τους άπιστους μουσουλμάνους είτε ως τυχοδιωκτικές εκστρατείες μισθοφόρων οι σταυροφορίες ήταν ένα παιχνίδι εξουσίας και πλούτου με προκάλυμμα την πίστη.

Για σχεδόν τρεισήμισι αιώνες, από την πρώτη «σταυροφορία του λαού» το 1096 έως τις τελευταίες σταυροφορίες του Μου και του 15ου αιώνα, ορδές θρησκόληπτων χριστιανών, καιροσκόπων και έμμισθων στρατιωτών διέτρεχαν τον τότε «πολιτισμένο» κόσμο, από την Ευρώπη έως τις βυζαντινές κτήσεις και τη Μέση Ανατολή, με ομολογημένο σκοπό να ξανακάνουν την Ιερουσαλήμ χριστιανική και πλείστους όσους ανομολόγητους.

Χωρικοί, ιππότες, βασιλιάδες, όπως ο Φίλιππος Β' της Γαλλίας και ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος της Αγγλίας, ένας αυτοκράτορας, ο Φρειδερίκος Α της Γερμανίας, προκαθήμενοι της Καθολικής Εκκλησίας και επίσκοποι ανέλαβαν το «ιερό» καθήκον να υπερασπιστούν τη χριστιανοσύνη στην Ανατολή επιβάλλοντας την κυριαρχία τους στους Αγίους Τόπους και στην ευρύτερη περιοχή. Εκεί ήρθαν αντιμέτωποι με μουσουλμανικούς πληθυσμούς και σπουδαίους ηγέτες, όπως ο Σαλαντίν, ενώ συνάντησαν και ένα πολύμορφο μωσαϊκό χριστιανών διάφορων θρησκευτικών αποχρώσεων που διαβιούσαν στα διεκδικούμενα εδάφη ακόμη και από την εποχή του Χριστού.

Η Δ’ σταυροφορία διέλυσε οποιοδήποτε πρόσχημα θρησκευτικότητας. Αδηλος στόχος ο παραγκωνισμός των Βυζαντινών από τον πρωταγωνιστικό ρόλο τους στον χριστιανικό κόσμο της Ανατολής. Οι σταυροφόροι λοξοδρόμησαν από τον ιερό προορισμό τους και βρέθηκαν να πολιορκούν τα τείχη της βασιλεύουσας.
Την άλωση της Κωνσταντινούπολης ακολούθησαν φοβερές λεηλασίες και βιαιοπραγίες ενάντια στον ομόθρησκο πλην ετερόδοξο πληθυσμό της. Τα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας διαμοιράστηκαν σε φραγκικά βασίλεια, πριγκιπάτα και δουκάτα, ενώ τη μερίδα του λέοντος και τα καλύτερα εμπορικά πόστα έλαβε η Βενετία, η οποία και τα διατήρησε μέχρι την πτώση της στα τέλη του 18ου αιώνα, δυόμισι αιώνες μετά τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Καθώς οι ιεροί τόποι άλλαζαν συνεχώς χέρια, μοναστικά τάγματα, στην ουσία πολυεθνικές εταιρείες, όπως οι Ιωαννίτες και Ναϊτες ιππότες, διαχειρίζονταν με παπική βούλα και νέμονταν τα λάφυρα του ιερού πολέμου αποκομίζοντας τεράστια κέρδη για τα μέλη τους και τους προστάτες τους.

Σταυροφορίες: Ενα παιχνίδι εξουσίας και πλούτου με πρόσχημα την πίστη

Επί 350 χρόνια ορδές τυχοδιωκτών, μισθοφόρων και θρησκόληπτων διέτρεχαν την Ευρώπη με ομολογημένο σκοπό την Ιερουσαλήμ αλλά και πολλούς ανομολόγητους

Του Γιάννη Μπαζού - Συγγραφέα.

Οι σταυροφορίες ήταν μια σειρά πολεμικών εκστρατειών που οργανώθηκαν με αφορμή την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων, οι οποίοι είχαν καταληφθεί τον 7ο αιώνα μΧ από τους μουσουλμάνους.
Υπάρχουν όμως πολλές αιτίες για τους πολέμους αυτούς. Αλλοι βλέπουν τις (σταυροφορίες ως απάντηση στον ιερό πόλεμο (τζιχάντ) που είχαν εξαπολύσει οι μουσουλμάνοι, άλλοι τις βλέπουν ως τζιχάντ των χριστιανών, άλλοι τις βλέπουν ως άμυνα απέναντι στην επαπειλούμενη διείσδυση των μουσουλμάνων στην Ευρώπη, άλλοι τις βλέπουν ως τις πρώτες απόπειρες της «υπερπόντιας Ευρώπης» και άλλοι ως τυχοδιωκτικές εκστρατείες μισθοφόρων.

Πάντως οι σταυροφορίες, ενώ ξεκίνησαν για να απελευθερώσουν τους Αγίους Τόπους και να «στηρίξουν» τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, στο τέλος συντέλεσαν στην αποδυνάμωσή της. Η πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης συντελέστηκε κατά τη διάρκεια της Δ' σταυροφορίας από τους χριστιανούς σταυροφόρους και η βασιλεύουσα δεν συνήλθε ποτέ από την περιπέτεια αυτή.
Επίσης δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ενώ δηλωμένος στόχος των σταυροφόρων ήταν οι μουσουλμάνοι, η «οργή του Θεού» στράφηκε και εναντίον των Εβραίων της Ιβηρικής και της κεντρικής Ευρώπης. Εξάλλου όλοι οι θρησκευτικοί πόλεμοι εμφανίστηκαν από τη στιγμή που επικράτησε ο μονοθεϊσμός.

Η «σταυροφορία του Λαού» (1096)

Η Α' σταυροφορία άρχισε με κήρυγμα του πάπα Ουρβανού Β' που κάλεσε τους χριστιανούς να απελευθερώσουν τους Αγίους Τόπους από τους απίστους. Αυτό ενέπνευσε τον Πέτρο τον Ερημίτη ο οποίος ηγήθηκε περίπου 20.000 χωρικών οι οποίοι ξεκίνησαν μετά το Πάσχα του 1096 για να προσκυνήσουν στους Αγίους Τόπους.
Περνώντας από τη Γερμανία την άνοιξη του 1096 προέβησαν σε διώξεις και σφαγές των Εβραίων της Κολωνίας, του Μάιντς και της ευρύτερης περιοχής του Ρήνου. Οταν έφτασαν στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ο αυτοκράτορας Αλέξιος A' Κομνηνός τους προέτρεψε να περιμένουν την άφιξη και των δυτικών ευγενών για να συνεχίσουν με ασφάλεια το ταξίδι τους. Οι προσκυνητές όμως προχώρησαν, έπεσαν σε ενέδρα των Τούρκων λίγο έξω από τη Νίκαια (της Ασίας) και αποδεκατίστηκαν (σώθηκαν 3.000). Η κίνηση αυτή ονομάστηκε «σταυροφορία του λαού» και θεωρείται προοίμιο της A' σταυροφορίας.

A ’ σταυροφορία (1096-1099)

Οι σταυροφόροι ξεκίνησαν από τη Γαλλία (Αύγουστος 1096) και την Ιταλία (Σεπτέμβριος 1096). Ο Ούγος του Βερμαντουά και μια στρατιά 100.000 αντρών χωρισμένη σε τέσσερα τμήματα ταξίδεψε ανατολικά έως την Κωνσταντινούπολη. Οι σταυροφόροι ήταν κυρίως Γάλλοι και Νορμανδοί ιππότες υπό την ηγεσία αρχόντων όπως οι Γοδεφρείδος του Μπουιόν, Βαλδουίνος του Μπουγιόν, Ροβέρτος Β' της Νορμανδίας, Ραϊμόνδος της Τουλούζης, Ροβέρτος της Φλάνδρας, Τανκρέδος της Οτβίλ και Στέφανος του Μπλουά και υποσχέθηκαν να επιστρέψουν τα χαμένα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Οι σταυροφόροι συγκρούστηκαν για πρώτη φορά με τους Τούρκους στην πολιορκία της Αντιόχειας που κράτησε δέκα μήνες (Οκτώβριος 1097 - Ιούνιος 1098). Οι σταυροφόροι κατέλαβαν την πόλη, κατέσφαξαν τους μουσουλμάνους, όμως λίγο αργότερα έγιναν αυτοί πολιορκημένοι όταν ο ατάμπεης της Μοσούλης Κερμπογκά κύκλωσε την Αντιόχεια.
 Ο Βοϊμόνδος του Τάραντα με ηρωική έξοδο νίκησε τον στρατό του Κερμπογκά, αλλά τελικά κράτησε την Αντιόχεια παρά τις υποσχέσεις προς τον Βυζαντινό αυτοκράτορα. Οι υπόλοιποι σταυροφόροι βάδισαν νότια κατά μήκος της ακτής και πολιόρκησαν την Ιερουσαλήμ στις 7 Ιουνίου του 1099. Παρά τη σθεναρή αντίσταση των μουσουλμάνων και των Εβραίων κατοίκων της πόλης, η Ιερουσαλήμ έπεσε και διαγουμίστηκε στις 15 Ιουλίου του 1099.

Η A' σταυροφορία δημιούργησε τέσσερα σταυροφορικά κράτη: την Κομητεία της Εδεσσας (Συρία), το Πριγκιπάτο της Αντιόχειας, την Κομητεία της Τρίπολης και το Βασίλειο της Ιερουσαλήμ. Τα σταυροφορικά κράτη παρέμειναν έως το 1127, όταν ο Ιμάντ Αντ Ντιν Ζεγκί διορίστηκε κυβερνήτης της Μοσούλης και κατέλαβε τον επόμενο χρόνο το Χαλέπι και το 1144 την Κομητεία της Εδεσσας.

Β' (1147-1149). Χωριστά Γάλλοι - Γερμανοί 

Αυτό ανάγκασε τον πάπα Ευγένιο Γ' να κηρύξει νέα σταυροφορία τον Μάρτιο του 1145. Εξέδωσε βούλα την 1η Δεκεμβρίου του 1145 και έστειλε τον Βερνάρδο του Κλερβό να ξεσηκώσει τον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο Ζ'. Ο απεσταλμένος του πάπα έπεισε τον βασιλιά της Γαλλίας να εκστρατεύσει και κατάφερε να σταματήσει τους διωγμούς των Εβραίων στη Γαλλία αλλά και στη Γερμανία όπου ταξίδεψε για να πείσει και τον βασιλιά Κοράδο Γ' Χοενστάφεν, ο οποίος ξεκίνησε τον Μάιο του 1147.

Ο γερμανικός στρατός διέσχισε την Ουγγαρία και εισήλθε ειρηνικά στα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Οι σταυροφόροι έφτασαν στα περίχωρα της Πόλης και πέρασαν στη Μικρά Ασία δίχως να περιμένουν τους Γάλλους. Προχώρησαν έως το Δορύλαιο όπου έπεσαν σε ενέδρα των Τούρκων και αποδεκατίστηκαν. Οσοι επέζησαν επέστρεψαν στην Κωνσταντινούπολη.

Οι Γάλλοι ξεκίνησαν στα τέλη Ιουνίου του 1147 και όταν έφτασαν στον Δούναβη οι Βυζαντινοί ζήτησαν σεβασμό στους πληθυσμούς της αυτοκρατορίας, πράγμα που τηρήθηκε. Οι Βυζαντινοί ανεφοδίαζαν τον στρατό των σταυροφόρων σε όλη την πορεία και φτάνοντας στην Κωνσταντινούπολη τους δέχτηκε ο αυτοκράτορας Μανουήλ A' Κομνηνός. Ο Λουδοβίκος και ο Κοράδος χώρισαν στην Εφεσο γιατί ο Γερμανός ηγεμόνας αρρώστησε και επέστρεψε στην Πόλη.

Οι Γάλλοι συνέχισαν έως την Αττάλεια και από εκεί συνέχισαν με πλοία. Κάποιοι έμειναν στην Αττάλεια και ένα μικρό τμήμα τους συνάντησε τον υπόλοιπο στρατό στην Αντιόχεια. Εκεί ο Λουδοβίκος συναντήθηκε με τον Ραϊμόνδο του Πουατιέ που διαφέντευε την Αντιόχεια, αλλά δεν εκστράτευσε μαζί του κατά του Νουρεντίν και συνέχισε για την Ιερουσαλήμ.

Εφτασε στην ιερή πόλη το 1148 και συναντήθηκε με τον αναρρώσαντα Κοράδο. Επειτα από δύο μήνες απραξίας και φιλονικιών μεταξύ τους οι δύο ηγεμόνες τελικά επιτέθηκαν μαζί με τον Βαλδουίνο της Ιερουσαλήμ στη Δαμασκό. Παρά τις κάποιες επιτυχίες δεν μπόρεσαν να την πολιορκήσουν αποτελεσματικά και φιλονικούσαν για την αρχηγία, ενώ ο Νουρεντίν ερχόταν να βοηθήσει τον εμίρη της Δαμασκού. Τελικά μπρος στον κίνδυνο να εγκλωβιστούν ανάμεσα στον στρατό της Δαμασκού και τον στρατό του Νουρεντίν υποχώρησαν και η σταυροφορία έληξε άδοξα.

Η συμμαχία των τριών ηγεμόνων διαλύθηκε, ο Κοράδος επέστρεψε στη Γερμανία και έμεινε ο Λουδοβίκος της Γαλλίας έως το 1149, αρνούμενος να δεχτεί την αποτυχία του. Η σταυροφορία αυτή αφύπνισε τους μουσουλμάνους, οι οποίοι ενωμένοι θα χτυπούσαν πλέον αλύπητα τις σταυροφορικές ηγεμονίες. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Κοράδος συμμάχησε με τον Μανουήλ Κομνηνό κατά των Νορμανδών της Σικελίας, ενώ αντίθετα ο Λουδοβίκος έστεψε τον Νορμανδό ηγεμόνα Ρογήρο βασιλιά της Σικελίας. Ετσι, η φιλονικία συνεχίστηκε, με τους Γάλλους να κατηγορούν τους Γερμανούς και τους Βυζαντινούς και τους Γερμανούς να κατηγορούν τους Γάλλους για την αποτυχία. Ολο αυτό προκάλεσε μίσος και καχυποψία κατά των Βυζαντινών, που εκδηλώθηκε ανοικτά στη Δ' σταυροφορία.

Αντίθετα με τις άδοξες περιπέτειες των σταυροφόρων στους Αγίους Τόπους, μια άλλη σταυροφορική δύναμη έφτασε στην Πορτογαλία και συμμαχώντας με τον βασιλιά της Πορτογαλίας Αλφόνσο A' κατόρθωσαν να απελευθερώσουν τη Λισσαβώνα από τους μουσουλμάνους το 1147. Επίσης όταν άρχισε η Β' σταυροφορία έγινε και η βενδική σταυροφορία (1147-1162), στην οποία πολέμησαν οι Σάξονες και οι Δανοί κατά των Πολάβων Σλάβων (πέριξ του Ελβα). Οι Βένδες (δυτικοί Σλάβοι των γερμανικών περιοχών) νίκησαν τους Δανούς και αναγνώρισαν τον Σάξονα ηγεμόνα Ερρίκο τον Λέοντα, ο οποίος πέτυχε την τελική του επικράτηση το 1162 στη μάχη του Ντέμιν.

Γ ’ 01871192). Σαλαντΐν Vs Ριχάρδος 

Ο Σαλαντΐν (σουλτάνος της Αιγύπτου) κατόρθωσε να ενώσει τους μουσουλμάνους, που νίκησαν τους διασπασμένους σταυροφόρους και κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ το 1187. Η είδηση αυτή επέφερε τον αιφνίδιο θάνατο του πάπα Ουρβανού Γ'. Ο νέος πάπας Γρηγόριος Η' κήρυξε τη Γ' σταυροφορία, στην οποία συμμετείχαν ο αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Φρειδερίκος A' της Γερμανίας (Μπαρμπαρόσα), ο βασιλιάς Φίλιππος Β' της Γαλλίας και ο Ριχάρδος Α' ο Λεοντόκαρδος της Αγγλίας. Ο Φρειδερίκος πέθανε διαβαίνοντας έφιππος τον ποταμό Καλύκανδο αφού νίκησε τους Σελτζούκους σε τρεις μάχες στο Ικόνιο. Τον αντικατέστησε ο γιος του Φρειδερίκος της Σουηβίας και με τον στρατό πέρασαν από την Αντιόχεια στην Ακρα που ήδη πολιορκούνταν.

Ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος και ο Φίλιππος της Γαλλίας ξεκίνησαν από τη νότια Γαλλία, πέρασαν από τη Σικελία και συνέχισαν για την Παλαιστίνη χωριστά. Ο στόλος του Ριχάρδου προσορμίστηκε στην Κύπρο αφού λόγω καταιγίδας έχασε κάποια καράβια, στα οποία επέβαιναν η αδερφή του Ιωάννα και η μέλλουσα σύζυγός του Βερεγγάρια, καθώς και τα χρήματα που είχαν συγκεντρωθεί για τη σταυροφορία.

Τις επόμενες μέρες έμαθαν ότι τα πλοία είχαν αιχμαλωτιστεί από τον Ισαάκιο Κομνηνό, τον άνθρωπο που είχε αποσπάσει την Κύπρο από τους Βυζαντινούς. Ο Ριχάρδος κυρίεψε την Κύπρο, συνέλαβε τον Ισαάκιο, απελευθέρωσε τα πλοία του και πούλησε το νησί στους Νάίτες. Οι ενωμένες δυνάμεις των σταυροφόρων μπήκαν στην Ακρα στις 12 Ιουλίου του 1191.0 βασιλιάς Φίλιππος και ο δούκας Λεοπάλδος της Αυστρίας επέστρεψαν αφήνοντας την ηγεσία στον Λεοντόκαρδο. Ο Ριχάρδος βάδισε στην ενδοχώρα αλλά τον Νοέμβριο του 1191 αποφάσισε να μην πολιορκήσει την Ιερουσαλήμ, αναγκασμένος να περάσει τον χειμώνα στην ύπαιθρο, και επέστρεψε στην ακτή όπου έχτισε το κάστρο Ασκελόν.

Τον Απρίλιο του 1192 οι Ναίΐες επέστρεψαν την εξεγερμένη Κύπρο στον Ριχάρδο, ο οποίος την ξαναπούλησε στον έκπτωτο βασιλιά της Ιερουσαλήμ Γκυ ντε Λουζινιάν, ώστε να παραιτηθεί από κάθε δικαίωμα στο Βασίλειο της Ιερουσαλήμ. Στη θέση του έγινε βασιλιάς ο Κοράδος (Απρίλιος 1192), ο οποίος δολοφονήθηκε λίγες μέρες αργότερα από δύο Ασασίνους.

Τον Ιούνιο του 1192 ο Ριχάρδος βάδισε εναντίον της Ιερουσαλήμ, αλλά ο Σαλαντίν αφού κατέστρεψε όλα τα πηγάδια έξω από την πόλη κρατούσε την πόλη έχοντας το υπόλοιπο στράτευμα στα γύρω βουνά. Ο Ριχάρδος κατάλαβε ότι και να νικούσε δεν θα μπορούσε να κρατήσει την Ιερουσαλήμ. Υποχωρώντας προσπάθησε να καταλάβει το Κάιρο αλλά απέτυχε και επέστρεψε στην Ακρα
Ο Σαλαντίν βγήκε από την Ιερουσαλήμ και κατέλαβε τη Γιάφα. Ο Ριχάρδος επιτέθηκε στη Γιάφα και νίκησε αρχικά, αλλά οι δύο αντίπαλοι αντιλήφθηκαν ότι κανείς δεν μπορούσε να επικρατήσει ολοκληρωτικά και έκαναν συνθήκη στις 2 Σεπτεμβρίου 1192.

Η συνθήκη προέβλεπε ανακωχή για τρία χρόνια, όλη η παράλια ζώνη από την Τύρο έως τη Γιάφα θα ανήκε στο Βασίλειο της Ιερουσαλήμ, η Ασκελόν θα επιστρεφόταν στον Σαλαντίν -το κάστρο θα γκρεμιζόταν- και οι χριστιανοί προσκυνητές θα επισκέπτονταν την Ιερουσαλήμ με ασφάλεια.

Ο Σαλαντίν πέθανε το 1193, ο Γκυ πέθανε στην Κύπρο ο 1194 και το νησί κληρονόμησε ο αδερφός του Αμάλριχος. Ο Ριχάρδος επιστρέφοντας στην Αγγλία αιχμαλωτίστηκε κοντά στη Βιέννη από τον Λεοπόλδο της Αυστρίας, ο οποίος τον κατηγόρησε για τον φόνο του Κοράδου.
Ο Ριχάρδος απελευθερώθηκε (1194) καταβάλλοντας λύτρα 1S0.000 ασημένια μάρκα. Συμφιλιώθηκε με τον αδερφό του Ιωάννη τον Ακτήμονα και πέθανε το 1199 από γάγγραινα, τραυματισμένος από βέλος. Η αποτυχία κατάκτησης της Ιερουσαλήμ οδήγησε στη Δ' σταυροφορία. Το Βασίλειο της Ιερουσαλήμ άντεξε μέχρι το 1291, όταν καταλήφθηκε από τους Μαμελούκους.

Δ' (1202-1204). Το τέλος των προσχημάτων 

Η Δ' σταυροφορία επρόκειτο να διαλύσει κάθε θρησκευτικό πρόσχημα αποδεικνύοντας ότι οι σταυροφορίες ήταν πόλεμοι για πλούτη και εξουσία. Ο πάπας Ιννοκέντιος Γ' κήρυξε τη Δ' σταυροφορία ώστε -μαζί με τους Βυζαντινούς-να απαλλάξει τους Αγίους Τόπους από το ισλάμ.

Οι σταυροφόροι ξεκίνησαν με αρχηγό τον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό. Οι Βενετοί δέχτηκαν να περάσουν με πλοία τους σταυροφόρους στην Ανατολή, αλλά ήθελαν να πληρωθούν προκαταβολικά και επειδή αυτό ήταν αδύνατο πρότειναν στους σταυροφόρους να κατακτήσουν την πόλη Ζάρα (Ζαντάρ) της Αδριατικής.

Οι σταυροφόροι κατάκτησαν τη Ζάρα (24/11/1202) παρότι οι κάτοικοί της ήταν χριστιανοί και παρότι είχε προσαρτηθεί στην Ουγγαρία, ο βασιλιάς της οποίας λάμβανε μέρος στη σταυροφορία.

Ενώ οι σταυροφόροι βρίσκονταν στη Ζάρα εμφανίστηκε ο πρίγκιπας Αλέξιος Δ', γιος του εκθρονισμένου αυτοκράτορα Ισαάκιου Β', ζητώντας από τους σταυροφόρους να τον βοηθήσουν να καταλάβει την εξουσία με πλούσια χρηματικά ανταλλάγματα. Ετσι τον Μάιο του 1203 ο στόλος των σταυροφόρων ξεκίνησε από τη Ζάρα μαζί με τον πρίγκιπα Αλέξιο και τον Ενετό δόγη Δάνδολο και η εκστρατεία στους Αγίους Τόπους εγκαταλείφθηκε. Οι σταυροφόροι έφτασαν στην Πόλη τον Ιούνιο του 1203 και ο Αλέξιος Γ' που κυβερνούσε εγκατέλειψε την πόλη παίρνοντας και το δημόσιο ταμείο. Παρά τις προσπάθειες των Βυζαντινών, οι σταυροφόροι κατέλαβαν την πόλη, ο Ισαάκιος Β' απελευθερώθηκε από τη φυλακή και επανήλθε στον θρόνο, ενώ ο γιος του Αλέξιος Δ' ανακηρύχθηκε συναυτοκράτορας

Αφού όμως το δημόσιο ταμείο είχε κάνει φτερά ο νέος συναυτοκράτορας έβαλε νέους φόρους και δασμούς για να ξεπληρώσει τους σταυροφόρους. Ο λαός της Πόλης επαναστάτησε, τους ανέτρεψε και έφερε στην εξουσία τον Αλέξιο Ε' τον Μούρτζουφλο.

Οι σταυροφόροι μετά τον θάνατο των Κομνηνών (ύστερα από διαταγή του Μούρτζουφλου) θεώρησαν ότι είχαν απαλλαγεί από κάθε υποχρέωση που είχαν αναλάβει έναντι του Βυζαντίου.
Η επίθεση άρχισε στις 9 Απριλίου του 1204, δίχως επιτυχία, αλλά στις 12 Απριλίου οι δυτικοί πέτυχαν την κατάληψη δύο πύργων και άνοιξαν ρήγμα στα τείχη του Κεράτιου.

Ο Αλέξιος Ε' Μούρτζουφλος και οι υποτακτικοί του εγκατέλειψαν την Πόλη και οι σταυροφόροι την κατέλαβαν χωρίς ιδιαίτερη αντίσταση. Η Κωνσταντινούπολη λεηλατήθηκε άγρια και οι κάτοικοί της βιάστηκαν και σφαγιάστηκαν αλύπητα. Κατόπιν αποφασίστηκε η ίδρυση αυτοκρατορίας όμοιας με αυτήν που προϋπήρχε και τέθηκε ζήτημα εκλογής αυτοκράτορα. Ο Ερρίκος Δάνδολος κατόρθωσε να παραμερίσει τον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό και αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης έγινε ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας.

Βάσει της συμφωνίας διανομής (Partitio Terrarum Imperii Romaniae) ο Βαλδουίνος έλαβε τα πέντε όγδοα των εδαφών της Κωνσταντινούπολης και ο Δάνδολος τα τρία όγδοα μαζί με την Αγία Σοφία.
Ο Βαλδουίνος έλαβε την περιοχή της νότιας Θράκης, ένα μικρό τμήμα της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας στον Ελλήσποντο και μερικά νησιά του Αιγαίου. Ο Βονιφάτιος πήρε τη Μακεδονία με τη Θεσσαλονίκη και τη βόρεια Θεσσαλία.

Η Βενετία εξασφάλισε το Δυρράχιο, τα νησιά του Ιονίου, το μεγαλύτερο μέρος των νησιών του Αιγαίου, περιοχές σε Πελοπόννησο και Κρήτη και μερικά λιμάνια στη Θράκη. Η Αγία Σοφία περιήλθε στα χέρια του κλήρου της Βενετίας και ο Βενετός Θωμάς Μοροζίνι έγινε πατριάρχης και κεφαλή της Καθολικής Εκκλησίας της νέας αυτοκρατορίας.

Των Αλβιγηνών και των Παιδιών 

Η σταυροφορία των Αλβιγηνών έγινε για να εξοντωθούν οι αιρετικοί Καθαροί της Οξιτανίας (Ν. Γαλλίας). Οι Καθαροί κηρύχθηκαν παράνομοι και η ανεξαρτησία της Ν. Γαλλίας καταλύθηκε. Ο πάπας Ονώριος Γ' κήρυξε διωγμό των Καθαρών (προέρχονταν από τους αιρετικούς Βογόμιλους του Βυζαντίου) και στη Βοσνία και στην έκκλησή του ανταποκρίθηκαν οι Ούγγροι, που εκστράτευσαν δύο φορές (1234 και 1241), όμως η εκστρατεία τερματίστηκε λόγω της εισβολής των Μογγόλων στην Ουγγαρία.

Το 1212 περίπου 20.000 παιδιά -και όχι μόνο- από τη Γερμανία και τη Γαλλία αποφάσισαν να προσκυνήσουν στους Αγίους Τόπους εμπνευσμένα από το όραμα ενός θρησκόληπτου νεαρού ονόματι Νίκλαους. Οι προσκυνητές κινήθηκαν κατά μήκος του Ρήνου και έφτασαν στις Αλπεις εξουθενωμένοι αφού ο βαρύς χειμώνας δεν επέτρεπε στους κατοίκους να τους βοηθήσουν με προμήθειες.

Τελικά μόνο 7.000 παιδιά έφτασαν στη Μεσόγειο. Ομως στη Γένοβα «η θάλασσα δεν άνοιξε για να περάσουν οι πιστοί» κι έτσι ο Νίκλαους έφτασε στην Πίζα, απ’ όπου μερικές εκατοντάδες παιδιά έφυγαν με πλοία για την Ακρα. Φτάνοντας εξοντώθηκαν από τοξότες.
Ο Νίκλαους με 1.200 ακόλουθους έσπευσε στον πάπα Ιννοκέντιο Γ' για να τους απαλλάξει από τον όρκο των σταυροφόρων, όμως ο ποντίφικας τους έδωσε παράταση μέχρι να ενηλικιωθούν. Τα απομεινάρια των προσκυνητών έφτασαν τον Σεπτέμβριο του 1212 στο Μπρίντιζι. Κανείς δεν έφτασε στον προορισμό του και όσοι ταξίδεψαν με πλοία στην Παλαιστίνη σφαγιάστηκαν από πειρατές.

Οι 30.000 νέοι Γάλλοι προσκυνητές με αρχηγό τον Στεφάν από το Κλουά Σιρ Λουάρ πέρασαν από την Ορλεάνη στη Λυών και έφτασαν στη Μασσαλία όπου επιβιβάστηκαν σε επτά εμπορικά πλοία. Δύο πλοία βυθίστηκαν κοντά στη Σαρδηνία και τα υπόλοιπα πέντε αντί για την Παλαιστίνη έφτασαν στη βόρεια Αφρική, όπου τα παιδιά πουλήθηκαν σκλάβοι. Λέγεται ότι ο μύθος του Μαγεμένου Αυλού όπου τα παιδιά μιας πόλης χάνονται ακολουθώντας έναν ξένο που τα μάγεψε με τη φλογέρα του προέρχεται από αυτή την παράξενη και τραγική σταυροφορία

Ε’ (1217-1221) και ΣΤ (1228-1229)

Ο πάπας Ιννοκέντιος Γ' κήρυξε την Ε' σταυροφορία το 1217. Σταυροφόροι από τη Γερμανία, τη Φλάνδρα και τη Φρισία (Ολλανδία) μαζί με δυνάμεις του βασιλιά της Ουγγαρίας Ανδρέα Β' και του δούκα Λεοπόλδου ΣΤ' της Αυστρίας έφτασαν στην Ακρα τον Οκτώβριο του 1217 χωρίς να κατορθώσουν πολλά.
Ο βασιλιάς της Ουγγαρίας επέστρεψε απογοητευμένος και ο Λεοπόλδος μαζί με τον βασιλιά της Ιερουσαλήμ Ιωάννη του Μπριέν και τη συνδρομή νέων σταυροφόρων κατέλαβαν τη Δαμιέττη της Αιγύπτου τον Νοέμβριο του 1219. Χάρη στην αντίσταση του σουλτάνου Αλ Καμίλ οι σταυροφόροι δεν προχώρησαν στην ενδοχώρα και τελικά υπέγραψαν οκταετή ανακωχή εγκαταλείποντας την Αίγυπτο.

Ο αυτοκράτορας Φρειδερίκος Β' αφορίστηκε το 1228 από τον πάπα Γρηγόριο Θ' επειδή παρά τις υποσχέσεις του δεν προέβη σε σταυροφορία. Παρ’ όλα αυτά, τον Ιούνιο του 1228 έφυγε από το Μπρίντιζι και έφτασε μέσω Κύπρου στον Αγιο Ιωάννη της Ακρας τον Σεπτέμβριο του 1228.
Χωρίς μάχες ο Φρειδερίκος έκανε συνθήκη ειρήνης με τον Αλ Καμίλ, ηγεμόνα της Αιγύπτου, που επέτρεπε στους χριστιανούς να κυβερνούν στο μεγαλύτερο μέρος της Ιερουσαλήμ και σε μια λωρίδα εδάφους από την Ακρα έως την Ιερουσαλήμ, ενώ στους μουσουλμάνους δόθηκε ο έλεγχος των ιερών τόπων τους στην Ιερουσαλήμ. Ο Φρειδερίκος δεσμεύτηκε να προστατεύσει τον Αλ Καμίλ έναντι όλων των εχθρών του, ακόμη και χριστιανών.

Στη συνέχεια ο Θεοβάλδος A' της Ναβάρας, ο Πέτρος του Ντρε, ο Ούγος της Βουργουνδίας και άλλοι Γάλλοι ευγενείς έφτασαν στην Ακρα τον Σεπτέμβριο του 1239, όπου ο Θεοβάλδος υπέγραψε συνθήκη που επέστρεφε εδάφη στα σταυροφορικά κράτη αλλά προκάλεσε τη δυσαρέσκεια των φιλόδοξων σταυροφόρων. Ο Θεοβάλδος επέστρεψε στην Ευρώπη το 1240 και ακολούθησε ο Ριχάρδος της Κορνουάλης (μικρότερος αδερφός του βασιλιά Ερρίκου Γ' της Αγγλίας), ο οποίος έφτασε τον Οκτώβριο του 1240 στην Ακρα, επικύρωσε την τήρηση της συμφωνίας του Θεοβάλδου και επέστρεψε στην Ευρώπη τον Μάιο του 1241.

Ζ (1248-1254), Η’ και Θ' (1270-1272)

Το καλοκαίρι του 1244 ο Αλ Σαλίχ Αγιούμπ με στρατό Χωρεσμίων (σουνίτες Μαμελούκοι Τούρκοι) κατέλαβε την Ιερουσαλήμ. Οι Φράγκοι συμπαρατάχθηκαν με τον εμίρη της Χομς Ισμαήλ και τον θείο του Αγιούμπ, αλλά ηττήθηκαν έξω από τη Γάζα. Ο βασιλιάς της Γαλλίας Λουδοβίκος Θ' οργάνωσε σταυροφορία και τον Ιούνιο του 1249 αποβιβάστηκε κοντά στη Δαμιέττη.

Οι σταυροφόροι βάδισαν στην ενδοχώρα και ηττήθηκαν στη Μανσούρα, ο ίδιος ο Λουδοβίκος αιχμαλωτίστηκε κατά την υποχώρηση και απελευθερώθηκε πληρώνοντας 800.000 χρυσά βυζάντια και αποδεχόμενος δεκαετή ανακωχή. Ο Λουδοβίκος έμεινε έως το 1254 στη Συρία κατασκευάζοντας οχυρώσεις.

Το 1270 ο Λουδοβίκος επιτέθηκε στην Τύνιδα της βόρειας Αφρικής κατά τη θερμότερη εποχή του χρόνου, ο στρατός του αποδεκατίστηκε από τις ασθένειες και ο ίδιος πέθανε. Οι Μαμελούκοι τελικά εκδίωξαν τους Φράγκους και υποδούλωσαν τους χριστιανούς της Αντιόχειας. Ο ηγέτης των Μαμελούκων Μπαϊμπάρ έκανε συνθήκη με τον βασιλιά της Ιερουσαλήμ Ούγο.

Σταυροφορίες 14ου και 15ου αιώνα 

Η πρώτη από αυτές ήταν η προσπάθεια του Σιγιμούνδου του Λουξεμβούργου, βασιλιά της Ουγγαρίας το 1396 να εμποδίσει την επέκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μαζί του εκστράτευσαν πολλοί Γάλλοι ευγενείς, οι οποίοι πολιόρκησαν τη Νικόπολη της Βουλγαρίας.

Στη μάχη της Νικοπόλεως (25/9/1396) νίκησαν οι Οθωμανοί και έπιασαν αιχμαλώτους 3.000 χριστιανούς. Ο βασιλιάς της Πολωνίας Βλάντισλαβ Βαρνέντσικ εισέβαλε σε εδάφη που είχαν καταλάβει οι Οθωμανοί και τον Ιανουάριο του 1444 έφτασε στο Βελιγράδι. Υπογράφηκε ανακωχή, που αποκηρύχθηκε λίγες μέρες αργότερα από τον σουλτάνο Μουράτ Β', και τελικά οι σταυροφόροι σταμάτησαν στη μάχη της Βάρνας (Νοέμβριος 1444), όπου οι Οθωμανοί πέτυχαν αποφασιστική νίκη. Αυτή ήταν η τελευταία απόπειρα να βοηθηθεί η Κωνσταντινούπολη.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger