{[['']]}
Όχι στον οπορτουνισμό του Μπουχάριν
Η Κεντρική Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η εκπληκτική αυτή πρόοδος δε γίνεται «σε πλήρη ηρεμία», αλλά ότι πραγματοποιείται μέσα από μια πολύ σκληρή πάλη των τάξεων.
«Στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα μας, με κύριο χαρακτηριστικό τον καπιταλιστικό κλοιό, μπορούμε να πούμε ότι η επίταση της πάλης των τάξεων και η πεισματώδης αντίσταση των καπιταλιστικών στοιχείων στην πρόοδο του σοσιαλισμού ενισχύουν την πίεση των μικροαστικών στοιχείων πάνω στο λιγότερο σταθερό κομμάτι του Κόμματός μας. Προάγουν μια ιδεολογία υπαναχώρησης απέναντι στις δυσκολίες, ενθαρρύνουν την αποστασία και τις απόπειρες συμφιλίωσης με τα κουλάκικα και καπιταλιστικά στοιχεία στις πόλεις και στην ύπαιθρο. (...) Σ’ αυτό οφείλεται το ότι η ομάδα του Μπουχάριν καθόλου δεν αντιλαμβάνεται την ένταση της πάλης των τάξεων. Αυτό αποτελεί επίσης τη βάση της υποτίμησης από μέρους της των δυνατοτήτων αντίστασης των κουλάκων και των νέπμαν, αυτής της αντιλενινιστικής θεωρίας, σύμφωνα με την οποία ο κουλάκος θα “ενσωματωθεί” στο σοσιαλισμό, και της αντίθεσης της ομάδας αυτής στην πολιτική της επίθεσης κατά των καπιταλιστικών στοιχείων στην ύπαιθρο».
«Οι δεξιοί δήλωναν ότι τα προγραμματισμένα ποσοστά ανάπτυξης της κολεκτιβοποίησης και της δημιουργίας των σοβχόζ ήταν εξωπραγματικά. Δήλωναν ότι έλειπαν οι υλικοτεχνικές προϋποθέσεις και ότι οι φτωχοί και μεσαίοι αγρότες δεν ήθελαν να περάσουν σε συνεταιριστικές μορφές γεωργίας. Στην πραγματικότητα, είμαστε μάρτυρες μιας τόσο ραγδαίας ανάπτυξης της κολεκτιβοποίησης και μιας τόσο ξέφρενης πορείας προς τις σοσιαλιστικές μορφές γεωργίας από την πλευρά των φτωχών και μεσαίων αγροτών, που το κολχόζνικο κίνημα έφτασε ήδη στο κρίσιμο σημείο του περάσματος προς την καθολική κολεκτιβοποίηση ολόκληρων περιφερειών (...) Οι δεξιοί οπορτουνιστές χρησιμεύουν, αντικειμενικά, ως φερέφωνα των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων των μικροαστικών στοιχείων και των ομάδων των κουλάκων καπιταλιστών».
Η Κεντρική Επιτροπή υποδεικνύει ότι θέλουν ιδιαίτερη προσοχή οι αλλαγές των μορφών της πάλης των τάξεων: αν, προηγουμένως, οι κουλάκοι έκαναν τα πάντα προκειμένου να εμποδίσουν το ξεκίνημα του κολχόζνικου κινήματος, άλλο τόσο επιδιώκουν τώρα να το φθείρουν από τα μέσα.
«Η μεγάλη ανάπτυξη του κολχόζνικου κινήματος προέκυψε μέσα σε μια κατάσταση έντονης ταξικής πάλης στην ύπαιθρο, που κατά τα άλλα αλλάζει τις μορφές και τις μεθόδους της. Οι κουλάκοι εντείνουν τον άμεσο και φανερό αγώνα τους κατά της κολεκτιβοποίησης, φτάνοντας ως την πραγματική τρομοκρατία (δολοφονίες, εμπρησμοί και δολιοφθορές). Παράλληλα, καταφεύγουν ολοένα και περισσότερο σε μορφές αγώνα και εκμετάλλευσης συγκαλυμμένες και παράνομες, εισδύοντας στα κολχόζ και στις ηγεσίες τους ακόμα, με σκοπό να τα διαβρώσουν και να τα κάνουν να εκραγούν από μέσα».
Αυτός είναι ο λόγος που επιβάλλεται να γίνει πολιτική δουλειά σε βάθος, ώστε να συγκροτηθεί ένας σίγουρος πυρήνας που θα μπορέσει να οδηγήσει το κολχόζ στο σοσιαλιστικό δρόμο.
«Το Κόμμα πρέπει να εξασφαλίσει την αποκρυστάλλωση ενός πυρήνα εργατών γης και φτωχών αγροτών μέσα στα κολχόζ με συνεχή και συστηματική δουλειά».
Νέες δυσκολίες, νέα καθήκοντα
Το Κόμμα δεν πρέπει να αφήσει να το συνεπάρουν οι επιτυχίες που επιτεύχθηκαν, αφού υπάρχουν «νέες δυσκολίες και ελλείψεις» που πρέπει να ξεπεραστούν. Η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής τις απαριθμεί:
«Το χαμηλό επίπεδο της τεχνικής υποδομής των κολχόζ. Το ακατάλληλο επίπεδο οργάνωσης και η χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας στα κολχόζ. Η σοβαρή έλλειψη κολχόζνικων στελεχών και η σχεδόν ολοσχερής απουσία ειδικών που είναι απαραίτητοι. Η πολύ κακή κοινωνική σύνθεση σε μια μερίδα των κολχόζ. Το γεγονός ότι οι μορφές διαχείρισης είναι ελάχιστα προσαρμοσμένες στην έκταση του κολχόζνικου κινήματος, ότι η ηγεσία δεν παρακολουθεί την ταχύτητα και το μέγεθος του κινήματος και το γεγονός ότι οι διοικητικοί μηχανισμοί που κατευθύνουν το κολχόζνικο κίνημα είναι συχνά εξαιρετικά ανεπαρκείς».
Η Κεντρική Επιτροπή αποφασίζει το άμεσο ξεκίνημα της κατασκευής δύο νέων εργοστασίων παραγωγής τρακτέρ δυναμικότητας 50.000 μονάδων το καθένα και δύο νέων βιομηχανικών συγκροτημάτων πολλαπλής παραγωγής, την αύξηση του αριθμού των εργοστασίων παραγωγής σύνθετων γεωργικών μηχανημάτων και των χημικών εργοστασίων, και την ανάπτυξη των Σταθμών Μηχανημάτων και Τρακτέρ (ΣΜΤ).
«Η συγκρότηση κολχόζ είναι αδιανόητη δίχως μια συνακόλουθη βελτίωση του πολιτιστικού επιπέδου του κολχόζνικου λαού»/
Αυτό που πρέπει να γίνει είναι: να ξεκινήσουν εκστρατείες για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, να δημιουργηθούν βιβλιοθήκες, να οργανωθεί η κατάρτιση των κολχόζνικων και μαθήματα δι’ αλληλογραφίας, να γίνουν σχολεία για τους νέους και να διαδοθούν μαζικά οι γεωργικές γνώσεις, να ενταθεί η πολιτική και πολιτιστική δουλειά ανάμεσα στις γυναίκες και να οργανωθούν βρεφονηπιακοί σταθμοί και δημόσια μαγειρεία, ώστε να γίνει πιο εύκολη η ζωή τους, να κατασκευαστούν δρόμοι και πολιτιστικά κέντρα, να λειτουργήσουν το ραδιόφωνο και ο κινηματογράφος, οι τηλεπικοινωνίες και το ταχυδρομείο στην ύπαιθρο, να εκδοθούν μια γενική εφημερίδα και μια ειδική που να απευθύνεται στους αγρότες κλπ
Τέλος, η Κεντρική Επιτροπή επισημαίνει τον κίνδυνο των αριστερών παρεκκλίσεων. Ο ριζοσπαστισμός των φτωχών αγροτών μπορεί να οδηγήσει στην υποτίμηση της ουμμαχίας με τους μεσαίους αγρότες.
«Η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής προειδοποιεί για τον κίνδυνο υποτίμησης των δυσκολιών σε ό,τι αφορά στη δημιουργία των κολχόζ και ιδιαίτερα για τον κίνδυνο της τυπολατρικής και γραφειοκρατικής αντιμετώπισής της και εκτίμησης των αποτελεσμάτων της».
Η απόφαση της 5ης Γενάρη του 1930
Έξι εβδομάδες αργότερα, συνεδριάζει και πάλι η Κεντρική Επιτροπή για να εκτιμήσει τη ραγδαία ανάπτυξη του κολχόζνικου κινήματος. Στις 5 Γενάρη του 1930, ανακοινώνει μια σημαντικότατη απόφαση με τίτλο Σχετικά με το βαθμό κολεκτιβοποίησης και τη συμβολή του κράτους στη δημιουργία κολχόζ. Να σημειωθεί ότι την άνοιξη του 1930, πάνω από 30 εκατομμύρια εκτάρια είχαν σπαρεί σε συνεταιριστική βάση, ξεπερνώντας ήδη τα 24 εκατομμύρια που ήταν ο τελικός στόχος του πεντάχρονου πλάνου.
«Έτσι, διαθέτουμε την υλική υποδομή για να αντικαταστήσουμε την παραγωγή μεγάλης κλίμακας των κουλάκων με την παραγωγή μεγάλης κλίμακας των κολχόζ. (...) Μπορούμε να εκπληρώσουμε το καθήκον της κολεκτιβοποίησης της συντριπτικής πλειονότητας των αγροκτημάτων» στο τέλος του πρώτου πεντάχρονου. Η κολεκτιβοποίηση των πιο σημαντικών σιτοπαραγωγικών περιοχών θα μπορέσει να ολοκληρωθεί ανάμεσα οτο φθινόπωρο του 1930 και την άνοιξη του 1932.
Το Κόμμα πρέπει να στηρίξει το αυθόρμητο κίνημα της βάσης και να επέμβει δραστικά για να το προσανατολίσει και να το καθοδηγήσει.
«Το κολχόζνικο κίνημα αναπτύσσεται αυθόρμητα από τη βάση. Οι οργανώσεις του Κόμματος, πρέπει να το καθοδηγήσουν και να του δώσουν μορφή, με σκοπό να εξασφαλιστεί η οργάνωση μιας αυθεντικά συλλογικής παραγωγής στα κολχόζ.»
Στην απόφαση επισημαίνεται ο κίνδυνος αριστερίστικων σφαλμάτων. Δεν πρέπει «να υποτιμηθεί η σημασία του αλόγου» και να εγκαταλειφθούν τα άλογα με την ελπίδα ότι θα παραληφθούν σύντομα τρακτέρ... Δεν πρέπει να επιδιώκεται η κολεκτιβοποίηση των πάντων.
Η πιο διαδεδομένη μορφή κολεκτιβοποίησης είναι το καρτέλ, όπου τα βασικά παραγωγικά μέσα (τα υποζύγια, τα γεωργικά μηχανήματα και εργαλεία, οι γεωργικές κτιριακές εγκαταστάσεις, τα ζώα για την παραγωγή εμπορεύσιμων προϊόντων) είναι κολεκτιβοποιημένα».
Και προπαντός:
«Η Κεντρική Επιτροπή προειδοποιεί πολύ σοβαρά τις οργανώσεις του Κόμματος για τον κίνδυνο να διευθύνεται το κολχόζνικο κίνημα “με διατάγματα” από τα πάνω: κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συντελέσει στο να εμφανιστεί ο κίνδυνος να αντικατασταθεί η αυθεντική σοσιαλιστική άμιλλα στην οργάνωση των κολχόζ, με ένα είδος “παιχνιδιού” κολεκτιβοποίησης».
Η «ΑΠΟΚΟΥΛΑΚΟΠΟΙΗΣΗ»
Για να πετύχει η κολεκτιβοποίηση, πρέπει να πειστούν οι φτωχοί και οι μεσαίοι αγρότες για την ανωτερότητα της συλλογικής καλλιέργειας της γης, που θα δώσει τη δυνατότητα της εκμηχάνισής της σε μεγάλη κλίμακα. Επειτα, η σοσιαλιστική βιομηχανία πρέπει να είναι σε θέση να παράγει τρακτέρ και άλλα μηχανήματα που αποτελούν την υλική υποδομή της κολεκτιβοποίησης. Τέλος, πρέπει να προσδιοριστεί η ορθή αντιμετώπιση των κουλάκων, των αμε τάπειστων αντιπάλων του σοσιαλισμού στην ύπαιθρο. Το τελευταίο αυτό πρόβλημα έγινε αφορμή για εκτενείς συζητήσεις μέσα στο Κόμμα.
Να πώς έμπαινε το ζήτημα, προτού η κατάσταση εξελιχθεί προς όφελος των κολχόζ. Μιλάει ο Μικογιάν, την 1η Μάρτη του 1929.
«Παρά την πολιτική κυριαρχία του Κόμματος στην ύπαιθρο, ο κουλάκος έχει περισσότερη δύναμη στον οικονομικό τομέα: το αγρόκτημά του είναι καλύτερο, το άλογό του είναι καλύτερο, τα μηχανήματά του είναι καλύτερα και τον ακούν για τις οικονομικές υποθέσεις. Ο μεσαίος αγρότης δείχνει να προτιμάει την οικονομική κυριαρχία του κουλάκου. Και η κυριαρχία του θα είναι ισχυρή όσο δεν έχουμε κολχόζ».
Φήμες και συκοφαντίες των κουλάκων
Η κυριαρχία του κουλάκου στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην πολιτιστική καθυστέρηση, τον αναλφαβητισμό, τη δεισιδαιμονία, τις μεσαιωνικές θρησκευτικές πεποιθήσεις της μεγάλης μάζας των αγροτών. Έτσι, το πιο τρομερό όπλο του, που δύσκολα εξουδετερώνεται, είναι η δυσφήμηση, η συκοφάντηση.
Το 1928-1929, παρόμοιες φήμες διατρέχουν την τεράστια σοβιετική επικράτεια. Στο κολχόζ, γυναίκες και παιδιά θα κολεκτιβοποιηθούν. Στο κολχόζ, όλος ο κόσμος θα κοιμάται κάτω από ένα τεράστιο κοινό σκέπασμα. Η μπολσεβίκικη κυβέρνηση θα υποχρεώσει τις γυναίκες να κόψουν τα μαλλιά τους για εξαγωγή. Οι μπολσεβίκοι θα σημαδέψουν τις γυναίκες στο μέτωπο για αναγνώριση. Θα εκρωσίσουν τους τοπικούς πληθυσμούς. Αυτές και πολλές άλλες τρομακτικές «πληροφορίες» κυκλοφορούσαν. Στα κολχόζ, οι γέροι θα καούν σε ειδικό κλίβανο για να μην τρώνε πια σιτάρι. Τα παιδιά θα τα πάρουν απ’ τους γονείς τους και θα τα στείλουν σε βρεφονηπιακούς σταθμούς. 4.000 νέες γυναίκες θα σταλούν στην Κίνα για να δουλέψουν στην κατασκευή του σιδηρόδρομου της Ανατολικής Κίνας. Οι κολχόζνικοι θα σταλούν πρώτοι στον πόλεμο. Επειτα, οι φήμες έλεγαν ότι, σύντομα, θα επέστρεφε ο στρατός των Λευκών. Οι πιστοί ενημερώθηκαν για την επερχόμενη έλευση του Αντίχριστου και τη συντέλεια του κόσμου σε δύο χρόνια.
Στο όκρουγκ του Ταμπόφ, οι κουλάκοι αναμίγνυαν πολύ έντεχνα τη διάδοση φημών και την πολιτική προπαγάνδα. Έλεγαν ότι «η δημιουργία των κολχόζ ισοδυναμεί με την εγκαθίδρυση ενός είδους καθεστώτος δουλείας, όπου ο χωρικός θα πρέπει να δουλεύει και πάλι με το μαστίγιο».
Η σοβιετική εξουσία θα έπρεπε πρώτα να φροντίσει να πλουτίσουν οι αγρότες και ύστερα να τους παρακινήσει να δημιουργήσουν κολχόζ, και να μην κάνει ό,τι κάνει τώρα, που προσπαθεί να δημιουργήσει ένα επιτυχημένο αγρόκτημα από κατεστραμμένα αγροκτήματα που δε διαθέτουν δημητριακά.
.Βλέπουμε εδώ να διαγράφεται η συμμαχία μεταξύ κουλάκων και μπουχαρινικών, με τους κουλάκους να μην αντιτάσσονται ανοιχτά στη σοβιετική εξουσία ούτε στα κολχόζ εξάλλου: θα πρέπει πρώτα να αφεθούν οι αγρότες να πλουτίσουν κι έπειτα θα υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα να εξεταστεί το ζήτημα της κολεκτιβοποίησης. Και καθώς ο Μπουχάριν μιλάει για «φεουδαρχική εκμετάλλευση της αγροτιάς», οι κουλάκοι καταγγέλλουν «το καθεστώς δουλείας»...
Τι πρέπει να γίνει με τους κουλάκους;
Πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ο κουλάκος: Τον Ιούνη του 1929, ο Καρπίνσκι, ένα ανώτερο στέλεχος του Κόμματος, γράφει ότι πρέπει να επιτραπεί στους κουλάκους, όταν η κολεκτιβοποίηση αγγίζει την πλειονότητα των οικογενειών, να εντάσσονται στο κολχόζ με τον όρο ότι θα παραδίνουν τα μέσα παραγωγής τους για να συμπεριληφθούν στον πάγιο εξοπλισμό. Τον υποστήριζε ο Καμίνσκι, πρόεδρος της Ενωσης των κολχόζ. Στις 4 Ιούλη του 1929, πραγματοποιήθηκε μια σύσκεψη του αγροτικού τμήματος της Κεντρικής Επιτροπής. Η ίδια άποψη αναπτύχθηκε εκεί από την ηγεσία. Όμως, μεγάλη μερίδα των στελεχών, τοπικών υπευθύνων του Κόμματος, ήταν «κατηγορηματικά αντίθετοι» στην ένταξη των κουλάκων στα κολχόζ. Ενα στέλεχος δήλωσε:
«Αν μπει στο κολχόζ, ο κουλάκος θα μετατρέψει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τη συνένωση για την από κοινού καλλιέργεια της γης σε συνένωση με στόχο την απαλλαγή από τη σοβιετική εξουσία».
Τον Ιούλη του 1929, ο γραμματέας της Περιοχής του Κεντρικού Βόλγα, Χαταγέβιτς, δήλωσε ότι έπρεπε να γίνονται δεκτοί οι κουλάκοι που παραδίνουν τα μέσα παραγωγής τους στο κολχόζ, με τον όρο ότι το κολχόζ είναι ορθά προσανατολισμένο υπέρ των φτωχών και μεσαίων αγροτών και ότι έχει μια καλή διεύθυνση.
Ωστόσο, είχαν καταγραφείήδη ορισμένα περιστατικά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Στο Καζαχστάν, τον Αύγουστο του 1928, 700 εύπορες οικογένειες, ημιφεουδαρχικών τσιφλικάδων, είχαν εξοριστεί. Κάθε οικογένεια διέθετε τουλάχιστον εκατό ζώα που διαμοιράστηκαν στα ήδη συγκροτημένα κολχόζ και στους ατομικούς καλλιεργητές που παροτρύνονταν παράλληλα να σχηματίσουν κολχόζ. Το Φλεβάρη του 1929, σε μια επαρχιακή διάσκεψη στη Σιβηρία είχε αποφασιστεί να μη γίνονται δεκτοί οι κουλάκοι στα κολχόζ. Τ ον Ιούνη, ο Βόρειος Καύκασος είχε πάρει την ίδια απόφαση.
Στις 17 Σεπτέμβρη, η Πράβντα παρουσίαζε ένα εκρηκτικό ρεπορτάζ για το κολχόζ «Ο κόκκινος γεωργός», στον Κάτω Βόλγα. Ιδρυμένο το 1924, το πρότυπο αυτό κολχόζ είχε πάρει πιστώσεις 300.000 ρούβλια από το κράτος. Αλλά το 1929, η κοινωνικοποιημένη ιδιοκτησία του δεν άξιζε παρά μόνο 1.800 ρούβλια... Οι πιστώσεις είχαν είτε υπεξαιρεθεί είτε χρησιμοποιηθεί για προσωπικούς σκοπούς. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις των πλούσιων αγροτών είχαν επιχορηγηθεί με τα κεφάλαια αυτά. Ο πρόεδρος του κολχόζ ήταν ένας πρώην σοσιαλεπαναστάτης. Η διεύθυνση απαρτιζόταν από πρώην εμπόρους, ένα γιο παπά και τέσσερις άλλους πρώην σοσιαλεπαναστάτες. Ο Μόλοτοφ διατύπωσε το τελικό συμπέρασμα σ’ αυτήν την υπόθεση:
«Κουλάκικα και σοσιαλεπαναστατικά στοιχεία θα κρύβονται συχνά πίσω από το προπέτασμα καπνού του κολχόζ».
Χρειάζεται λοιπόν «ανελέητος αγώνας» κατά του κουλάκου και βελτίωση της οργάνωσης των φτωχών αγροτών και της ουμμαχίας ανάμεσα στους φιωχούς και μεσαίους αγρότες.
Το Νοέμβρη του 1929, ο Αζιζιάν, δημοσιογράφος ειδικευμένος στα γεωργικά ζητήματα, ανέλυσε τα κίνητρα που είχαν οι κουλάκοι για να μπουν στο κολχόζ: πρώτα απ’ όλα, θέλουν ν’ αποφύγουν την πίεση από τους φόρους και τις υποχρεωτικές παραδόσεις σιταριού, να κρατήσουν τα καλύτερα κομμάτια γης, να κρατήσουν τα εργαλεία και τα μηχανήματα τους, να εξασφαλίσουν τη μόρφωση των παιδιών τους. Την ίδια στιγμή, ένας άλλος δημοσιογράφος μεταδίδει ότι «το αδύναμο μισό του ανθρώπινου είδους» τα βρίσκει με τους κουλάκους, αλλά ότι οι αγρότες των συνεταιρισμών είναι κατηγορηματικοί λέγοντας ότι πρέπει «να σταλούν οι κουλάκοι του χωριού στη στέπα και να παραμείνουν σε καραντίνα για πενήντα χρόνια».
Η απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής της 5ης Γενάρη του 1930 βγάζει τα συμπεράσματα από όλες αυτές τις συζητήσεις και βεβαιώνει ότι χρειάζεται να περάσει κανείς «σε ό,τι αφορά στην πρακτική δουλειά του Κόμματος, από μια πολιτική περιορισμού των εκμεταλλευτικών τάσεων των κουλάκων σε μια πολιτική εξάλειψης των κουλάκων ως τάξης (...) Είναι απαράδεκτο να επιτραπεί στους κουλάκους να προσχωρήσουν στα κολχόζ».
Αγώνας μέχρι θανάτου
Έπειτα από αυτή την απόφαση με την οποία αναγγελλόταν το τέλος των καπιταλιστικών σχέσεων στην ύπαιθρο, οι κουλάκοι επιδόθηκαν σε έναν αγώνα μέχρις εσχάτων. Για να σαμποτάρουν την κολεκτιβοποίηση, έκαιγαν τη συγκομιδή, πυρπολούσαν τις σιταποθήκες. τα σπίτια και τις κτιριακές εγκαταστάσεις, σκότωναν μπολσεβίκους αγωνιστές.
Προπάντων, όμως, οι κουλάκοι ήθελαν να καταστήσουν αδύνατο το ξεκίνημα των συνεταιριστικών αγροκτημάτων καταστρέφοντας ένα σημαντικό μέρος των παραγωγικών μέσων στην ύπαιθρο, τα άλογα και τα βόδια. Το όργωμα γινόταν ακόμα με υποζύγια. Οι κουλάκοι εξολόθρευσαν τα μισά. Για να μην αναγκαστούν να παραχωρήσουν τα ζώα τους στην κοινότητα, τα σκότωναν και παρακινούσαν και τους μεσαίους αγρότες να κάνουν το ίδιο.
Από τα τριάντα τέσσερα εκατομμύρια άλογα που αριθμούσε η χώρα το 1928, δεκαπέντε εκατομμύρια ζούοαν ακόμα το 1932. Ενας μπολσεβίκος μίλησε λακωνικά για αφανισμό των αλόγων ως τάξης. Από τα 70,5 εκατομμύρια βοοειδών, παρέμεναν 40,7 εκατομμύρια το 1932, από τα 31 εκατομμύρια αγελάδων, τα 18 εκατομμύρια. Τα 11,6 από τα 26 εκατομμύρια χοίρων πέρασαν τη δοκιμασία της κολεκτιβοποίησης.
Η καταστροφή αυτή των παραγωγικών μέσων είχε, φυσικά, ολέθριες συνέπειες: το 1932, η ύπαιθρος γνώρισε ένα μεγάλο λιμό, που οφειλόταν εν μέρει στη δολιοφθορά και στις καταστροφές που είχαν πραγματοποιήσει οι κουλάκοι. Όμως, οι αντικομμουνιστές αποδίδουν στον Στάλιν και στην «αναγκαστική κολεκτιβοποίηση» τους θανάτους που προκάλεσε η εγκληματική δράση των κουλάκων...
Η απόφαση για την αποκουλακοποίηση
Το Γενάρη του 1930, ξέσπασε ένα αυθόρμητο κίνημα για την απαλλοτρίωση των περιουσιών των κουλάκων. Στις 28 Γ ενάρη του 1930, ο Κοσιόρ το χαιρέτισε ως «ένα ευρύ μαζικό κίνημα των φτωχών και μεσαίων αγροτών και των εργατών γης». Κάλεσε τις κομματικές οργανώσεις να μην περιστείλουν το κίνημα αυτό, αλλά να το οργανώσουν ώστε «να καταφέρουν ένα πραγματικά συντριπτικό χτύπημα στην πολιτική επιρροή και ιδιαίτερα στο οικονομικό μέλλον του κοινωνικού στρώματος των κουλάκων στο χωριό».96 Λίγο νωρίτερα, ο Όντιντσεφ, αντιπρόεδρος της Ενωσης των Κολχόζ της Δημοκρατίας της Ρωσίας, είχε πει:
«Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον κουλάκο, όπως αντιμετωπίσαμε την αστική τάξη το 1918».
Ο Κριλένκο ομολόγησε ένα μήνα αργότερα:
«Ένα αυθόρμητο κίνημα αποκουλακοποίησης ξέσπασε κατά τόπους. Μόνο σε μερικά μέρη ήταν καλά οργανωμένο».
Στις 30 Γενάρη του 1930, η Κεντρική Επιτροπή διατράνωσε τη θέλησή της να διευθύνει την αυθόρμητη αποκουλακοποίηση, εκδίδοντας μια απόφαση με τίτλο Σχετικά με τα μέτρα για την εξάλειψη των κουλάκικων αγροκτημάτων στις περιφέρειες προχωρημένης κολεκτιβοποίησης.
Σύμφωνα με την απόφαση, ο συνολικός αριθμός κουλάκικων οικογενειών, όλων των κατηγοριών, δεν ξεπερνούσε τα 3% με 5% στις σιτοπαραγωγές περιοχές και τα 2% με 3% στις μη σιτοπαραγωγές περιοχές.
Η κατηγορία 1 περιλάμβανε τους ενεργούς αντεπαναστάτες. Η OGPU (πολιτική αστυνομία) όφειλε να προσδιορίσει αν ένας κουλάκος ανήκε στην κατηγορία αυτή. Η απόφαση καθόριζε ένα όριο 63.000 οικογενειών για όλη την ΕΣΣΔ. Τα μέσα παραγωγής τους και οι προσωπικές τους περιουσίες έπρεπε να δημευθούν. Οι οικογενειάρχες θα καταδικάζονταν σε φυλάκιση ή θα οδηγούνταν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Οι «οργανωτές τρομοκρατικών ενεργειών, αντεπαναστατικών εκδηλώσεων και στασιαστικών σχηματισμών» μπορούσαν να καταδικαστούν σε θάνατο. Τα μέλη των οικογενειών τους θα εξορίζονταν, όπως τα άτομα της δεύτερης κατηγορίας.
Η κατηγορία 2 εμπεριείχε τους άλλους πολιτικά ενεργούς κουλάκους, κυρίως τους πιο πλούσιους κουλάκους και τους πρώην μεγαλογαιοκτήμονες. Η κατηγορία αυτή «εκδήλωνε μια πιο περιορισμένη ενεργό αντίσταση απέναντι στο σοβιετικό κράτος, αλλά απαρτιζόταν από αρχιεκμεταλλευτές που υποστήριζαν, φυσικά, την αντεπανάσταση». Οι λίστες όσων περιλαμβάνονταν στην κατηγορία αυτή έπρεπε να καταρτιστούν από το σοβιέτ της περιφέρειας και να εγκριθούν από το όκρουγκ στη βάση αποφάσεων που θα είχαν παρθεί από τις συνελεύσεις των συνεταιριστικών αγροκτημάτων ή των ομάδων των φτωχών αγροτών και εργατών γης. Ο αριθμός τους για το σύνολο της ΕΣΣΔ είχε καθοριστεί σε 150.000 οικογένειες. Τ ο μεγαλύτερο μέρος των μέσων παραγωγής και ένα μέρος των περιουσιών τους θα δημεύονταν. Κρατούσαν μόνο μια ποσότητα τροφής και ένα χρηματικό ποσό που μπορούσε να φτάνει τα 500 ρούβλια. Θα εξορίζονταν στη Σιβηρία, στο Καζαχστάν, στα Ουράλια.
Στην κατηγορία 3 ανήκε η πλειονότητα των κουλάκων που μπορούσαν να συμμαχήσουν με τη σοβιετική εξουσία. Η κατηγορία αυτή αριθμούσε μεταξύ 396.000 και 852.000 οικογένειες. Ένα μέρος μόνο των μέσων παραγωγής τους δημευόταν και τους επανεγκαθιστούσαν σε παρθένα εδάφη της περιφέρειας.
Την επομένη, 31 Γενάρη, ένα κύριο άρθρο του Μπολσεβίκου εξηγούσε ότι η εξάλειψη των κουλάκων ως τάξης ήταν «η τελευταία μάχη με τον εσωτερικό καπιταλισμό, που πρέπει να δοθεί ως το τέλος. Τίποτα δεν πρέπει να μας φράξει αυτό το δρόμο. Οι κουλάκοι ως τάξη δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν το ιστορικό προσκήνιο δίχως να προβάλουν μια από τις πιο άγριες αντιστάσεις».
Η επίθεση των κουλάκων διπλασιάζεται σε δύναμη
Στη Σιβηρία, καταγράφηκαν χίλιες τρομοκρατικές ενέργειες από την πλευρά των κουλάκων στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 1930. Μεταξύ 1 Φλεβάρη και 10 Μάρτη, καταγγέλθηκαν δεκαεννέα «στασιαστικές αντεπαναστατικές οργανώσεις» και 465 «κουλάκικες αντισοβιετικές ομάδες» που αριθμούσαν πάνω από 4.000 μέλη. Σύμφωνα με Σοβιετικούς ιστορικούς που έγραψαν το 1975, «την περίοδο από το Γενάρη ως τις 15 Μάρτη του 1930, οι κουλάκοι οργάνωσαν σε όλη τη χώρα (με εξαίρεση την Ουκρανία) 1.678 ένοπλες διαδηλώσεις, που συνοδεύτηκαν από δολοφονίες μελών του Κόμματος και των σοβιέτ και κολχόζνικων ακτιβιστών και καταστροφές κολχόζνικων ιδιοκτησιών». Στο όκρουγκ του Σαλσκ στο Βόρειο Καύκασο, το Φλεβάρη του 1930, ξέσπασαν ταραχές που κράτησαν πάνω από μια εβδομάδα. Καταστράφηκαν κτιριακές εγκαταστάσεις των σοβιέτ και του Κόμματος, καθώς και καταστήματα. Κουλάκοι που περίμεναν την αναχώρησή τους για την εξορία έριχναν τα συνθήματα:
«Ναι στην εξουσία των σοβιέτ, χωρίς κομμουνιστές και κολχόζ», «Διάλυση των κομματικών οργανώσεων και των κολχόζ» και «Ελευθερία στους συλληφθέντες κουλάκους και επιστροφή των δημευμένων περιουσιών τους». Αλλού, φώναζαν: «Ζήτω ο Λένιν και η εξουσία των σοβιέτ, κάτω τα κολχόζ».
Τέλη του 1930, από τις κατηγορίες 1,2 και 3, είχαν δημευθεί οι περιουσίες 330.000 κουλάκικων οικογενειών. Οι περισσότερες μεταξύ Φλεβάρη και Απρίλη. Δεν είναι γνωστός ο αριθμός κουλάκων της πρώτης κατηγορίας που εξορίστηκαν, αλλά είναι πιθανό ότι οι 63.000 αυτές οικογένειες ήταν οι πρώτες που χτυπήθηκαν. Ούτε ο αριθμός όσων εκτελέστηκαν είναι γνωστός στην κατηγορία αυτή. Οι εξόριστες οικογένειες της δεύτερης κατηγορίας θα πρέπει να ανέρχονταν σε 77.975 στα τέλη του 1930.102 Η μεγάλη πλειοψηφία εκείνων που έχασαν τις περιουσίες τους ανήκε στην τρίτη κατηγορία. Ορισμένοι επανεγκαταστάθηκαν στο ίδιο τους το χωριό. Η πλειονότητα στην περιφέρεια τους.
Ο Κάουτσκι και η «επανάσταση των κουλάκων»
Τη στιγμή που οι κουλάκοι έδιναν την τελευταία τους μάχη κατά του σοσιαλισμού, δέχτηκαν, σε διεθνές επίπεδο, μια απρόσμενη υποστήριξη. Το 1930, η γαλλική, γερμανική και βέλγικη σοσιαλδημοκρατία κινητοποιήθηκε κατά του μπολσεβικισμού... τη στιγμή ακριβώς που μια τρομακτική κρίση μάστιζε όλες τις ιμπεριαλιστικές χώρες. Το 1930, ο Κάουτσκι γράφει ένα βιβλίο, Ο μπολσεβικισμός σε αδιέξοδο.' Ο Κάουτσκι βεβαιώνει ότι στη Σοβιετική Ενωση χρειαζόταν μια δημοκρατική επανάσταση κατά «της σοβιετικής αριστοκρατίας». Εκφράζει την ελπίδα ότι «μια νικηφόρα αγροτική εξέγερση κατά του μπολσεβίκικου καθεστώτος» θα ξεσπάσει σύντομα στην ΕΣΣΔ. Μιλάει για «το φασιστικό εκφυλισμό του μπολσεβικισμού» που «είναι γεγονός εδώ και περίπου δέκα χρόνια»!
Ετσι, από το 1930, η σοσιαλδημοκρατία τραγουδάει το τροπάρι «κομμουνισμός = φασισμός». Η σοσιαλδημοκρατία αυτή, που υποστηρίζει την αποικιοκρατία, που πασχίζει να σώσει τον καπιταλισμό από την κρίση του 1929, που οργανώνει ή υποστηρίζει την αντεργατική καταστολή και που ένα μεγάλο μέρος της ετοιμάζεται να συνεργαστεί με τους ναζί!
Ο Κάουτσκι καταλήγει:
«Κύρια διεκδίκησή μας, είναι η δημοκρατία για όλους». Διατρανώνει την πεποίθησή του ότι πρέπει να σχηματιστεί ένα ενιαίο ευρύ μέτωπο μαζί με τη ρωσική Δεξιά για μια «κοινοβουλευτική δημοκρατία», λέγοντας πως «η αστική δημοκρατία είναι λιγότερο συνδεμένη με τα συμφέροντα της κεφαλαιοκρατίας στη Ρωσία απ’ ό,τι στη Δυτική Ευρώπη».
Ο Κάουτσκι συνόψισε τέλεια τη γραμμή της σοσιαλδημοκρατίας το 1930, που αγωνιζόταν κατά της ΕΣΣΔ: μια «δημοκρατική επανάσταση» κατά «της σοβιετικής αριστοκρατίας» και κατά «του φασιστικού εκφυλισμού του μπολσεβικισμού», ώστε να γίνει πραγματικότητα η «δημοκρατία για όλους» και να εγκαθιδρυθεί μια «κοινοβουλευτική δημοκρατία». Αναγνωρίζει κανείς μέσα σε όλα αυτά το πρόγραμμα που υιοθέτησαν το 1989 οι οπαδοί της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στην Ανατολική Ευρώπη και την ΕΣΣΔ.
«ΙΛΙΓΓΟΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ»
Την 1η Μάρτη του 1930, το 57,2% των αγροτικών οικογενειών είχε ενταχθεί στα κολχόζ. Η Κεντρική Περιοχή της Μαύρης Γης έφτανε ένα ποσοστό 83,3%, ο Βόρειος Καύκασος 79,4% και τα Ουράλια 75,6%. Η περιοχή της Μόσχας αριθμούσε 74,2% κολε-κτιβοποιημένες οικογένειες. Ο γραμματέας του Κόμματος, Μπάουμαν, απαιτούσε να ολοκληρωθεί η κολεκτιβοποίηση μέχρι τις 10 Μάρτη. Ο Κάτω Βόλγας αριθμούσε 70,1 % κολεκτιβοποιημένες οικογένειες, ο Κεντρικός Βόλγας 60,3% και η Ουκρανία 60,8%.
Η ραγδαία αυτή ανάπτυξη του κολχόζνικου κινήματος, καθώς και η βίαιη αντίσταση των κουλάκων, που παρέσυραν και ένα μέρος των μεσαίων αγροτών, προκάλεσαν και πάλι έντονες συζητήσεις και έγιναν αφορμή να εμφανιστούν αντίθετες απόψεις μέσα στο Κόμμα.
Το αργότερο στις 31 Γενάρη, ο Στάλιν και ο Μόλοτοφ έστειλαν ένα πηλεγράφημα στο γραφείο του Κόμματος για την Κεντρική Ασία υποδεικνύοντας ότι έπρεπε «να προωθηθεί η υπόθεση της κολεκτιβοποίησης στο μέτρο που οι μάζες συμμετέχουν πραγματικά».
Στις 4 Φλεβάρη, έπειτα από εισήγηση της Κεντρικής Επιτροπής, η επιτροπή του Κεντρικού Βόλγα έστειλε μια οδηγία στις τοπικές οργανώσεις που έλεγε ότι «η κολεκτιβοποίηση πρέπει να πραγματοποιηθεί στη βάση της ανάπτυξης μιας ευρείας μαζικής δουλειάς ανάμεσα στους φτωχούς και μεσαίους αγρότες, διεξάγοντας έναν αγώνα καθοριστικής σημασίας ακόμα και κατά της παραμικρής προσπάθειας να σπρωχτούν οι φτωχοί και μεσαίοι αγρότες στα κολχόζ με τη βοήθεια διοικητικών μεθόδων».
Στις 11 Φλεβάρη, κατά τη διάρκεια της συνδιάσκεψης των περιοχών των εθνικών μειονοτήτων (Κεντρική Ασία και Υπερκαυκασία), ο Μόλοτοφ προειδοποίησε για τον κίνδυνο των «κολχόζ στα χαρτιά». Επακόλουθο της συνδιάσκεψης αυτής ήταν να ασκηθεί κριτική για τις διοικητικές μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν στο Ουζμπεκιστάν και στην περιοχή των Τσετσένων, καθώς και για την έλλειψη προετοιμασίας των μαζών.
Στις 13 Φλεβάρη, η επιτροπή του Κόμματος της περιοχής του Βόρειου Καυκάσου υποχρέωνε σε παραίτηση ορισμένο αριθμό υπευθύνων των περιφερειών και των σοβιέτ χωριού, με τις κατηγορίες «της εγκληματικής χρησιμοποίησης διοικητικών μεθόδων, της παραποίησης της ταξικής γραμμής με την πλήρη αγνόηση των οδηγιών των ανώτερων οργάνων, των απαράδεκτων αδυναμιών στη δουλειά των σοβιέτ και της παντελούς απουσίας μαζικής δουλειάς, της απότομης και βάναυσης συμπεριφοράς προς τον πληθυσμό».
Στις 18 Φλεβάρη, η επιτροπή ασκούσε κριτική για την αναγκαστική και ολοσχερή κοινωνικοποίηση των αγελάδων, των πουλερικών, των κήπων, των παιδικών σταθμών, και για την ανυπακοή σας οδηγίες για την αποκουλακοποίηση. Τις κριτικές αυτές είχε εγκρίνει ο Στάλιν.
Ο Στάλιν επανορθώνει
Στις 2 Μάρτη του 1930, ο Στάλιν δημοσιεύει ένα άρθρο με τίτλο Ίλιγγος από τις επιτυχίες, που είχε μεγάλη απήχηση.
Ο Στάλιν βεβαιώνει ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, «παραβιάστηκε η λενινιστική αρχή της ελεύθερης προσχώρησης στην οργάνωση των κολχόζ». Χρειάζεται οι αγρότες να μπορέσουν να πειστούν, από την ίδια τους την εμπειρία, για «τη δύναμη και τη σημασία της νέας τεχνικής, για τη δύναμη και τη σημασία της νέας συλλογικής οργάνωσης». Στο Τουρκμενιστάν εκτοξεύθηκε η απειλή ότι θα κληθεί ο στρατός αν οι αγρότες δεν προσχωρήσουν στα κολχόζ. Επιπλέον, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η διαφορετικότητα των συνθηκών ανάλογα με τις περιοχές.
«(...) προσπαθούν όχι σπάνια να αντικαταστήσουν την πρόκαταρκτική δουλειά για την οργάνωση των κολχόζ με τη γραφειοκρατική υπαγόρευση με διατάγματα του κολχόζνικου κινήματος, με χάρτινες αποφάσεις για την ανάπτυξη των κολχόζ, με την οργάνωση στα χαρτιά κολχόζ, που ακόμα δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα, που για την “ύπαρξή" τους όμως υπάρχει ολόκληρη στοίβα από κομπαστικές αποφάσεις».
Έπειτα, ορισμένοι θέλησαν «να κοινωνικοποιήσουν τα πάντα», έκαναν «γελοίες προσπάθειες να πηδήξουν πάνω απ’ τον εαυτό τους». Μια τέτοια «ανόητη και επιζήμια βιασύνη » δεν μπορεί παρά να χύνει «νερό στο μύλο των ταξικών μας εχθρών». Η κυρίαρχη μορφή του κολχόζνικου κινήματος πρέπει να είναι το αγροτικό αρτέλ.
«Στο αγροτικό αρτέλ είναι κοινωνικοποιημένα τα βασικά μέσα παραγωγής και κυρίως αυτά που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή σιτηρών: εργασία, εκμετάλλευση της γης, μηχανές και άλλα εργαλεία, ζώα εργασίας, κτίρια του νοικοκυριού. Στο αρτέλ δεν κοινωνικοποιούνται: ο συνεχόμενος με το σπίτι χώρος (μικροί λαχανόκηποι, οπωρόκηποι), οι κατοικίες, ένα μέρος απ’ τα γαλακτοφόρα ζώα, τα μικρά ζώα, τα πουλερικά κλπ. Το αρτέλ είναι ο βασικός κρίκος του κολχόζνικου κινήματος, γιατί είναι η πιο κατάλληλη μορφή για τη λύση του προβλήματος των σιτηρών. Το πρόβλημα των σιτηρών, όμως, είναι ο βασικός κρίκος στο σύστημα όλης της αγροτικής οικονομίας».
Στις 10 Μάρτη, μια απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής επαναλάμβανε τα σημεία αυτά και ανέφερε ότι «σε ορισμένες περιφέρειες το ποσοστό των “αποκουλακοποιημένων” είχε ανεβεί ως το 15%». Μια ομάδα της Κεντρικής Επιτροπής εξέταζε τις περιπτώσεις των «αποκουλακοποιημένων» που είχαν σταλεί στη Σιβηρία. Σε 46.261 περιπτώσεις που εξετάστηκαν, το 6% είχε εξοριστεί άδικα. Σε τρεις μήνες, 70.000 οικογένειες αποκαταστάθηκαν στις πέντε περιοχές για τις οποίες διαθέτουμε πληροφορίες. Ο αριθμός αυτός θα πρέπει να συγκριθεί με τις 330.000 οικογένειες των τριών κατηγοριών των οποίων οι περιουσίες δημεύθηκαν στα τέλη του 1930.
Επανόρθωση και παγίωση
Ο Μόρις Χίντους, Αμερικανός ρωσικής καταγωγής, βρισκόταν στο χωριό όπου είχε γεννηθεί, όταν έφτασε εκεί το άρθρο του Στάλιν. Να η μαρτυρία του:
«Στην αγορά, αγρότες συναθροίζονταν, διάβαζαν δυνατά το άρθρο και το συζητούσαν για πολλή ώρα και με ένταση, και ορισμένοι ήταν τόσο ενθουσιασμένοι που αγόραζαν όση βότκα μπορούσαν να πληρώσουν και μεθούσαν».
«Ο Στάλιν είχε γίνει για ένα διάστημα λαϊκός ήρωας με τη δημοσίευση του Ίλ ιγγουαπό τις επιτυχίες», σημειώνει η Λιν Βιόλα.
Τη στιγμή που ο Στάλιν γράφει το άρθρο του, το 59% των αγροτών είχε ενταχθεί στα κολχόζ. Είναι ολοφάνερο ότι έλπιζε πως η πλειονότητά τους θα παρέμενε.
«(...) το καθήκον του Κόμματος: να στερεώσει τις επιτυχίες που κατακτήσαμε και να τις χρησιμοποιήσει σχεδιασμένα για την παραπέρα κίνηση προς τα μπρος».
Ένα διάταγμα στις 3 Απρίλη περιλάμβανε αρκετά ειδικά μέτρα που απέβλεπαν στην παγίωση των ήδη δημιουργημένων κολχόζ. Οι αγρότες των συνεταιριστικών αγροκτημάτων μπορούσαν να κατέχουν έναν ορισμένο αριθμό ζώων και να καλλιεργούν ένα κομμάτι γης για λογαριασμό τους. Μια πίστωση 500 εκατομμύρια ρούβλια εγκρίθηκε προς όφελος των κολχόζ για το τρέχον έτος. Κάμποσα χρέη των κολχόζ και των κολχόζνικων, καθώς και οφειλόμενες πληρωμές, ακυρώθηκαν. Μειώσεις φόρων αναγγέλθηκαν για τα δύο επόμενα χρόνια. Τέλη Μάρτη, ο Μόλοτοφ προειδοποιούσε για τον κίνδυνο χαλάρωσης και επέμενε στην κατά το δυνατό διατήρηση του βαθμού κολεκτιβοποίησης, με παράλληλη επανόρθωση των λαθών:
«Η προσέγγισή μας (...) είναι να ελιχθούμε, και, διασφαλίζοντας ένα ορισμένο επίπεδο οργάνωσης, έστω κι αν αυτό δεν ήταν εντελώς εθελούσιο, να φροντίσουμε για την παγίωση των κολχόζ». Ο Μόλοτοφ υπογράμμιζε ότι η «αρχή της εθελοντικής προσχώρησης των μπολσεβίκων» διαφέρει από την «αρχή της εθελοντικής προσχώρησης των σοσιαλεπαναστατών και των κουλάκων», που προϋπέθετε ότι οι συνθήκες ήταν οι ίδιες για το κολχόζ και για τον ατομικό καλλιεργητή.
Ήταν όμως επίσης απαραίτητο να διορθωθούν με αποφασιστικότητα τα λάθη της γραφειοκρατίας και των αριστεριστών. Στις 4 Απρίλη, ο Μπάουμαν, γραμματέας της επιτροπής της Μόσχας, ένας από τους προμαχώνες του «αριστερισμού», υποχρεώθηκε σε παραίτηση. Ο Καγκάνοβιτς, που τον αντικατέστησε, υποχρέωσε σε παραίτηση 153 υπεύθυνους περιφερειών και όκρουγκ.
Ο δεξιός οπορτουνισμός ξανασηκώνει κεφάλι
Σ’ έναν αγροτικό κόσμο όπου κυριαρχούσαν οι μικροί παραγωγοί, η κριτική που ασκήθηκε από τον Στάλιν εμπεριείχε αναγκαστικά σοβαρούς κινδύνους. Ο ενθουσιασμός εύκολα μπορεί να μετατραπεί σε αθυμία. Ο δεξιός οπορτουνισμός, πάντοτε παρών, μπορεί να ξανασηκώσει κεφάλι όταν εμφανίζονται αριστερίστικα λάθη. Σημαντικός ήταν ο αριθμός τοπικών υπευθύνων που καταλήφθηκαν από αίσθημα πανικού και σύγχυσης. Το ηθικό και η εμπιστοσύνη τους κλονίστηκαν. Ορισμένοι αποφαίνονταν ότι το άρθρο του Στάλιν είχε καταστρέψει πολλά βιώσιμα κολχόζ, ότι έκανε πάρα πολλές παραχωρήσεις στους κουλάκους και ότι σηματοδοτούσε μια αναδίπλωση προς τον καπιταλισμό.
Στο σύνολο του Κόμματος, οι δεξιές οπορτουνιστικές τάσεις, που μπήκαν στο περιθώριο το 1928-1929, παρέμεναν πάντοτε βαθιά ριζωμένες. Ορισμένοι, τρομοκρατημένοι από την ορμή και τη βιαιότητα της ταξικής πάλης στην ύπαιθρο, εκμεταλλεύονταν τις επικρίσεις για τις υπερβολές της κολεκτιβοποίησης, προκειμένου να ξαναρχίοουν την κριτική της ίδιας της κολεκτιβοποίησης.
Ο Σεργκέι Σιρτσόφ ανήκε στην οπορτουνιστική ομάδα του Μπουχάριν το 1927-1928. Ομως, τον Ιούλη του 1930, είχε προαχθεί σε αναπληρωματικό μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Στις 20 Φλεβάρη του 1930, μιλούσε για «την απάθεια και το μηδενισμό στην παραγωγή που είχαν διαπιστωθεί σε σημαντικό αριθμό αγροτών που εντάχθηκαν στα κολχόζ»». Εβαλλε κατά «του συγκεντρωτισμού και της γραφειοκρατίας»» που κυριαρχούσαν στα κολχόζ και έλεγε ότι έπρεπε «να αναπτυχθεί η πρωτοβουλία των αγροτών σε νέα βάση»». Ήταν μια στάση υπαναχώρησης και μια στροφή προς τις θέσεις των κουλάκων. Τον Αύγουστο του 1930, ο Σιρτσόφ θα εκφράσει τις επιφυλάξεις του για μια επανάληψη της κολεκτιβοποίησης και θα υποστηρίξει ότι τα κολχόζ δεν αξίζουν σπουδαία πράγματα, αν δε διαθέτουν γερή τεχνική υποδομή. Παράλληλα, θα εκφράσει το σκεπτικισμό του απέναντι στις προοπτικές του εργοστασίου παραγωγής τρακτέρ του Στάλιγκραντ. Το Δεκέμβρη του 1930, θα αποκλειστεί από την Κεντρική Επιτροπή.
Οι αντικομμουνιστές εφορμούν
Όλα τα αντικομματικά στοιχεία επιχειρούσαν να στρέψουν την κριτική για τις υπερβολές κατά της ηγεσίας του Κόμματος και κατά του Στάλιν. Βάλλοντας πότε με δεξιά επιχειρήματα και πότε με «αριστερή» φρασεολογία ενάντια στη λενινιστική γραμμή, επιδίωκαν να ανοίξουν τις πύλες στις αντικομμουνιστικές θέσεις. Στη διάρκεια μιας σύσκεψης στη Γεωργική Ακαδημία Τιμιριάζεφ της Μόσχας, κάποιος φώναξε μέσα στην αίθουσα:
«Πού ήταν η Κεντρική Επιτροπή όταν γίνονταν οι υπερβολές;» Σε κύριο άρθρο της Πράβντα στις 27 Μάη καταγγέλλονταν οι δημαγωγοί που προσπαθούσαν να χρησιμοποιήσουν την κριτική των λαθών για «να υποβαθμίσουν τη λενινιστική γραμμή του Κόμματος».
Κάποιος Μαμάγεφ, γράφει σε μια ελεύθερη στήλη:
«Προκύπτει αβίαστα το ερώτημα: ποιος είχε ιλίγγους; Θα έπρεπε να μιλάει κανείς για την ίδια του την αρρώστια, και όχι να δίνει μαθήματα στις μάζες του Κόμματο;». Ο Μαμάγεφ καταγγέλλει «την εφαρμογή σε μαζική κλίμακα κατασταλτικών μέτρων κατά των φτωχών και μεσαίων αγροτών». Η ύπαιθρος δεν είναι ώριμη για την κολεκτιβοποίηση όσο δεν είναι δυνατή η εκμηχάνισή της. Επειτα, επικρίνει την «προχωρημένη γραφειοκρατία» του Κόμματος και καταδικάζει «την τεχνητή όξυνση της ταξικής πάλης». Ο Μαμάγεφ καταγγέλθηκε, δίκαια, ως «πράκτορας των κουλάκων μέσα στο Κόμμα».
Εξορισμένος από τη Σοβιετική Ενωση, ο Τρότσκι θα τοποθετείται πλέον σχεδόν συστηματικά στον αντίποδα των υιοθετημένων από το Κόμμα θέσεων. Ήδη το Φλεβάρη του 1930, καταγγέλλει την κολεκτιβοποίηση και την αποκουλακοποίηση ως «γραφειοκρατική περιπέτεια». Η απόπειρα εγκαθίδρυσης του σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα, πάνω στη βάση του εξοπλισμού του καθυστερημένου αγρότη, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, λέει. Το Μάρτη, ο Τρότσκι μιλάει για «τον ουτοπικό και αντιδραστικό χαρακτήρα μιας κολεκτιβοποίησης σε ποσοστό 100%». «Η αναγκαστική οργάνωση μεγάλων συνεταιριστικών αγροκτημάτων δίχως την τεχνολογική υποδομή που μόνο αυτή θα μπορούσε να εξασφαλίσει την ανωτερότητά τους απέναντι στα μικρά αγροκτήματα» είναι μια αντιδραστική ουτοπία.
«Τα κολχόζ, προφητεύει, θα καταρρεύσουν ενόσω θα περιμένουν την τεχνική υποδομή».
Οι επικρίσεις αυτές του Τρότσκι, που ισχυριζόταν ότι εκπροσωπεί «την Αριστερά», δε διέφεραν πια σε τίποτε από εκείνες που εξακόντιζαν οι οπορτουνιστές της Δεξιάς.
Ο Κ. Ρακόφσκι, ο κυριότερος τροτσκιστής που παρέμενε στην ΕΣΣΔ σε εσωτερική εξορία, καλεί σε ανατροπή της «συγκεντρωτικής ηγεσίας, που διευθύνεται από τον Στάλιν». Τα κολχόζ θα διασπαστούν και θα συγκροτηθεί ένα μέτωπο της υπαίθρου κατά του σοσιαλιστικού κράτους. Δεν πρέπει να αποθαρρύνεται υπερβολικά ο κουλάκος από το να παράγει, καθώς παράλληλα θα περιορίζονται τα μέσα που θα διαθέτει. Πρέπει να εισαχθούν βιομηχανικά προϊόντα για τους αγρότες και να μειωθεί η ανάπτυξη της σοβιετικής βιομηχανίας. Ο Ρακόφσκι αναγνωρίζει ότι οι προτάσεις του μοιάζουν με εκείνες της μπουχαρινικής Δεξιάς, αλλά «εμείς είμαστε ένας στρατός που υποχωρεί με τάξη, ενώ εκείνοι είναι λιποτάκτες που εγκαταλείπουν το πεδίο της μάχης»..
Υποχώρηση και επιτυχία
Τελικά, το ποσοστό κολεκτιβοποίησης πέφτει κατακόρυφα από 57,2% την 1η Μάρτη του 1930 σε 21,9% την 1η Αυγούστου, για να ξανανέβει στο 25,9% το Γ ενάρη του 1931.
Στην Κεντρική Περιοχή της Μαύρης Γης, ο αριθμός αυτός πέφτει από 83,3% την 1η Μάρτη σε 15,4% την 1η Ιούλη. Η περιοχή της Μόσχας καταγράφει πτώση από 74,6% σε 7,5% την 1η Μάη. Η ποιότητα της πολιτικής και οργανωτικής δουλειάς αντικατοπτρίζεται καθαρά στον αριθμό των αγροτών που εγκαταλείπουν τα κολχόζ. Ο Κάτω Βόλγας, από 70,1 % την 1η Μάρτη, διατηρεί ποσοστό 35,4% την 1η Αυγούστου και ξανανεβαίνει στο 57,5% την 1η Γ ενάρη του 1931. Τα καλύτερα αποτελέσματα πετυχαίνει ο Βόρειος Καύκασος: 79,4%την 1η Μάρτη, 50,2%την 1η Ιούλη και60%την 1η Γενάρη του 1931.
Ωστόσο, στο σύνολό τους, τα επιτεύγματα του πρώτου αυτού κύματος κολεκτιβοποίησης παραμένουν αξιοπρόσεκτα.
Το ποσοστό κολεκτιβοποίησης ξεπερνάει ήδη κατά πολύ τις προβλέψεις για το τέλος του πρώτου πεντάχρονου πλάνου, το 1933. Το Μάη του 1930, μετά τις μαζικές αποχωρήσεις από τα κολχόζ, 6 εκατομμύρια οικογένειες παραμένουν ακόμα, ενώ τον Ιούνη του 1929 ήταν 1 εκατομμύριο. Το μέσο κολχόζ αριθμεί τώρα 70 οικογένειες αντί για 18 τον Ιούνη του 1929. Το επίπεδο κολεκτιβοποίησης είναι πιο ανεβασμένο, τα κολχόζ έχουν κυρίως τη μορφή αρτέλ, και όχι συνεταιρισμών για τη συλλογική καλλιέργεια της γης. Ο αριθμός των υποζυγίων ανέρχεται σε 2,11 εκατομμύρια το Γενάρη του 1930 και σε 4,77 εκατομμύρια το Μάη του 1930. Στα κολχόζ, υπάρχουν 81.957 κομματικά μέλη την 1η Ιούνη του 1929. Είναι 313.220 το Μάη του 1930. Πριν από το μεγάλο κύμα κολεκτιβοποίησης, τα κολχόζ περιλάμβαναν κυρίως ακτήμονες και φτωχούς αγρότες. Τώρα, μετέχει σε αυτά ένας μεγάλος αριθμός μεσαίων αγροτών. Το Μάη, το 32,7% των μελών της διεύθυνσης είναι πρώην μεσαίοι αγρότες.132 Το Μάη του 1930, τα πάγια κεφάλαια των κολχόζ ανέρχονται σε 510 εκατομμύρια ρούβλια, τα 175 εκατομμύρια από τα οποία προέρχονται από τη δήμευση των περιουσιών των κουλάκων.
Αξιοσημείωτα αποτελέσματα
Παρά τις τεράστιες ανακατατάξεις που είχε προκαλέσει η κολεκτιβοποίηση, η συγκομιδή του 1930 ήταν εξαιρετική. Σε αυτό είχαν συμβάλει οι καλές κλιματολογικές συνθήκες, γεγονός που οδήγησε το Κόμμα στην υποτίμηση των μελλοντικών δυσκολιών.
Η παραγωγή σιτηρών κυμαινόταν, σύμφωνα με διάφορους υπολογισμούς, από 77,2 μέχρι 83,5 εκατομμύρια τόνους, ενώ ήταν 71,7 το 1929.134 Χάρη στον εθνικό προγραμματισμό, η συγκομιδή γεωργικών προϊόντων για τη βιομηχανία, κυρίως βαμβακιού και τεύτλων, είχε αυξηθεί κατά 20%. Αντίθετα, λόγω της σφαγής μεγάλου αριθμού ζώων, η ζωική παραγωγή είχε περάσει από τα 5,68 δισεκατομμύρια ρούβλια στα 4,40: πτώση 22%.
Το 1930, το σύνολο του συνεταιριστικού τομέα (κολχόζ, σοβχόζ και ατομικοί κλήροι των κολχόζνικων) πραγματοποιούσε το 28,4% της ακαθάριστης γεωργικής παραγωγής, έναντι 7,6% τον προηγούμενο χρόνο.
Οι παραδόσεις σιτηρών στις πόλεις πέρασαν από τα 7,47 εκατομμύρια τόνους το 1929-1930 στα 9,09 εκατομμύρια το 1930-1931, δηλαδή σημείωσε αύξηση 21,7%. Ομως, λόγω της αστραπιαίας ανάπτυξης της βιομηχανίας, ο αστικός πληθυσμός που συμμετείχε στη διανομή άρτου είχε περάσει από τα 26 στα 33 εκατομμύρια, δηλαδή είχε αύξηση 27%.
Η κατανάλωση ειδών διατροφής μειωνόταν ελαφρά στην ύπαιθρο, περνώντας από τα 60,55 ρούβλια κατά άτομο το 1928 στα 61,95 το 1929 και στα 58,52 το 1930. Ομως, η κατανάλωση βιομηχανικών προϊόντων πέρασε από τα 28,29 ρούβλια το 1928 στα 32,20 τον επόμενο χρόνο και στα 32,33 το 1930. Η συνολική κατανάλωση του αγροτικού πληθυσμού εξελίχτηκε από ένα δείκτη 100 το 1928 σε 105,4 το 1929 και 102,4 το 1930. Επομένως, το βιοτικό επίπεδο είχε παρουσιάσει ελαφρά άνοδο στην ύπαιθρο, ενώ αντίστοιχη πτώση στην πόλη. Η συνολική κατ’ άτομο κατανάλωση στην πόλη είχε διαμορφωθεί από ένα δείκτη 100 το 1928 σε 97,6 το 1929 και 97,5 τον επόμενο χρόνο.
Αυτό διαψεύδει την κατηγορία του Μπουχάριν ότι ο Στάλιν είχε οργανώσει «τη φεουδαρχική-γραφειοκρατική εκμετάλλευση» της αγροτιάς: όλος ο εργαζόμενος πληθυσμός έκανε τεράστιες θυσίες για την εκβιομηχάνιση και οι θυσίες που ζητούσαν από τους εργάτες ήταν συχνά πιο βαριές από εκείνες που ζητούσαν από τους αγρότες.
Για να σιτιστούν οι πόλεις και να πετύχει η εκβιομηχάνιση, το σοβιετικό κράτος ακολουθούσε μια πολιτική εξαιρετικά χαμηλών τιμών για τα σιτηρά. Το 1930, όμως, σημειώθηκαν σημαντικές αυξήσεις στα αγροτικά εισοδήματα που προέρχονταν από τις πωλήσεις στις ελεύθερες αγορές και την εποχιακή απασχόληση. Όπως λέει ο Ντέιβις:
«Το κράτος εξασφάλιζε τον ανεφοδιασμό του σε βασικά γεωργικά προϊόντα σε τιμές πάρα πολύ κάτω από το επίπεδο της αγοράς. Αν, όμως, κοιτάζουμε συνολικά τη συγκέντρωση της αγροτικής παραγωγής από το κράτος και τις πωλήσεις στην αγορά, οι τιμές που πληρωνόταν ο παραγωγός αυξήθηκαν πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι οι τιμές των βιομηχανικών προϊόντων. Οι όροι συναλλαγής είχαν τροποποιηθεί προς όφελος της γεωργίας».
«Ο συγκεντρωτικός έλεγχος της γεωργικής παραγωγής φαίνεται ότι είχε μια κάποια επιτυχία ως προς τον πρωταρχικό του στόχο που ήταν να εξασφαλιστεί ο επισιτισμός του αστικού πληθυσμού και ο ανεφοδιασμός της βιομηχανίας με γεωργικές πρώτες ύλες».
Η ΑΝΘΗΣΗ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ
ΤονΟκτώβρη του 1930, το 78% των αγροτικών οικογενειών παραμένουν πάντοτε ατομικοί παραγωγοί, προσανατολισμένοι προς την αγορά. Η Πράβντα στις 21 Οκτώβρη γράφει:
«Κάτω από τις τωρινές περιστάσεις του φθινοπώρου, όπου είχαμε μια καλή συγκομιδή, κάτω από τις περιστάσεις πολύ υψηλών κερδοσκοπικών τιμών για τα σιτηρά, το κρέας και τα λαχανικά στην αγορά, ορισμένες οικογένειες μεσαίων αγροτών μεταμορφώνονται γρήγορα σε εύπορες οικογένειες μεσαίων αγροτών και σε κουλάκους».
Το δεύτερο κύμα κολεκτιβοποίησης
Μεταξύ Σεπτέμβρη και Δεκέμβρη του 1930, πραγματοποιείται μια προπαγανδιστική εκστρατεία για τα κολχόζ. Οι διευθύνσεις των κολχόζ μοιράζουν τους απολογισμούς δράσης στους ατομικούς καλλιεργητές των γύρω περιοχών. Συγκαλούνται ειδικές συσκέψεις για εκείνους που εγκατέλειψαν τα κολχόζ μετά το Μάρτη. 5.625 «επιτροπές στρατολόγησης» αποτελούμενες από κολχόζνικους επισκέπτονται το Σεπτέμβρη περιφέρειες με χαμηλά ποσοστά κολεκτιβοποίησης για να πείσουν τους αγρότες. Στην Κεντρική Περιοχή της Μαύρης Γης, 3,5 εκατομμύρια ατομικοί καλλιεργητές προσκαλούνται στις γενικές συνελεύσεις των κολχόζ, όπου συζητιέται ο ετήσιος απολογισμός.
Κουλάκοι που σαμποτάρουν την κολεκτιβοποίηση εξορίζονται συνεχώς, κυρίως από την Ουκρανία, όπου, αρχές του 1931, ο συνολικός αριθμός εξόριστων και των τριών κατηγοριών ανέρχεται σε 75.000.
Ωστόσο, η εκστρατεία του φθινοπώρου του 1930 υπέρ της κολεκτιβοποίησης καθοδηγείται με προσοχή από την ηγεσία του Κόμματος: δε διεξάγεται με την αυστηρότητα και το σθένος του πρώτου κύματος και δεν υπάρχει κεντρική καμπάνια για τον εκτόπισμα των κουλάκων.
Από την 1η Σεπτέμβρη ως τις 31 Δεκέμβρη του 1930,1.120.000 οικογένειες προσχωρούν στα κολχόζ. Το 25,9% των οικογενειών έχει πια επιλέξει τη συνεταιριστική γεωργία.
Με την παραχώρηση των καλύτερων γαιών και διαφόρων άλλων προνομίων στους κολχόζνικους, η οικονομική πίεση στους ατομικούς καλλιεργητές εντείνεται το 1931.
Μεταξύ Ιούνη 1930 και Ιούνη 1931, το δεύτερο κύμα κολεκτιβοποίησης ανεβάζει το ποσοστό των κολεκτιβοποιημένων νοικοκυριών από 23,6% σε 57,1 %.
Τα επόμενα τρία χρόνια, παρατηρείται μια ελαφριά αύξηση 4,6% κατά μέσο όρο, για να καταγραφεί τον Ιούνη του 1934 συνο λικό ποσοστό 71,4%.
Από τον Ιούνη του 1935 ως τον Ιούνη του 1936, σημειώνεται άνοδος από 83,2% σε 90,3% και ολοκληρώνεται ουσιαστικά η κολεκτιβοποίηση της γεωργίας.
Οικονομική και κοινωνική δημιουργικότητα
Η κολεκτιβοποίηση του 1930 συχνά λέγεται ότι επιβλήθηκε με τη βία στον αγροτικό πληθυσμό. Θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε την εκπληκτική οικονομική και κοινωνική δημιουργικότητα εκείνης της περιόδου, μια επαναστατική δημιουργικότητα που επέδειξαν οι μάζες, τα καθοδηγητικά στελέχη και η ηγεσία του Κόμματος. Τα περισσότερα από τα κύρια χαρακτηριστικά του σοσιαλιστικού γεωργικού συστήματος «επινοήθηκαν» στη διάρκεια του αγώνα της περιόδου 1929-1931. Ο Ντέιβις οφείλει να το ομολογήσει:
«Ήταν μια διαδικασία εκμάθησης μεγάλης κλίμακας, σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα, μέσα στο οποίο οι ηγέτες του Κόμματος και οι σύμβουλοί τους, οι κατά τόπους υπεύθυνοι του Κόμματος, οι αγρότες και οι οικονομικοί θεσμοί συνέβαλαν όλοι στο τελικό αποτέλεσμα (...) Τα κύρια χαρακτηριστικά του συστήματος των κολχόζ, που παγιώθηκαν το 1929-1930, διατηρήθηκαν ως το θάνατο του Στάλιν, και για ορισμένο χρονικό διάστημα μετά».
Αρχικά, το κολχόζ θεωρήθηκε ως εκείνη η μορφή οργάνωσης που θα επέτρεπε την εφαρμογή της μεγάλης μηχανοποιημένης παραγωγής σε μια καθυστερημένη αγροτική χώρα. Τα κολχόζ ήταν ουσιαστικά προσανατολισμένα προς την καλλιέργεια σιτηρών και γεωργικών πρώτων υλών για τη βιομηχανία, κυρίως βαμβακιού και τεύτλων. Η παραγωγή των κολχόζ παραδινόταν στο κράτος σε πολύ χαμηλές τιμές, γεγονός που επέτρεψε την ώθηση της σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης: τα ποσά που δαπανούσε το κράτος για να εξασφαλίσει τον επισιτισμό των αστικών πληθυσμών και τον ανεφοδιασμό της βιομηχανίας σε γεωργικές πρώτες ύλες παρέμεναν σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Οι κολχόζνικοι ανταμείβονταν από τα σημαντικά εισοδήματα που πραγματοποιούσαν από τις πωλήσεις στην ελεύθερη αγορά και από τις επικουρικές ενασχολήσεις τους.
Επειτα, το σύστημα των Μηχανοτρακτερικών Σταθμών δημιουργήθηκε ως κεντρικός άξονας της εισαγωγής μηχανημάτων στην ύπαιθρο. Ο Μπετελέμ γράφει:
«Στη βάση του σύννομου χαρακτήρα της κολεκτιβοποίησης, η γεωργία μπόρεσε να επωφεληθεί από μαζικές επενδύσεις που μεταμόρφωσαν ολοσχερώς τους τεχνικούς όρους των γεωργικών εκμεταλλεύσεων. (...) Αυτή η ολοσχερής ανατροπή της γεωργικής τεχνικής δεν κατέστη δυνατή παρά μόνο χάρη στην υποκατάσταση της μικρής και μεσαίας εκμετάλλευσης από τη μεγάλη εκμετάλλευση».
Πώς όμως έγινε δυνατή η εισαγωγή της σύγχρονης τεχνικής στα κολχόζ; Το ζήτημα δεν ήταν απλό.
Το καλοκαίρι του 1927, ο Μάρκεβιτς είχε δημιουργήσει στο Σεφτσένκο ένα πρωτότυπο σύστημα, το Μηχανοτρακτερικό Σταθμό, που διατηρούσε τον κεντρικό έλεγχο των μηχανών και τις πρόσφερε στα κολχόζ.
Αρχές του 1929, υπήρχαν δύο Μηχανοτρακτερικοί Σταθμοί, που ανήκαν στο κράτος, με 100 τρακτέρ. Υπήρχαν επίσης 50 «φάλαγγες τρακτέρ», των 20 τρακτέρ η καθεμιά, που ανήκαν στους σιτοπαραγωγικούς συνεταιρισμούς. 800 τρακτέρ ανήκαν σε 147 μεγάλα κολχόζ και η πλειονότητα των 20.000 τρακτέρ ήταν διασκορπισμένη στα μικρά κολχόζ.
Τον Ιούλη του 1929, τα περισσότερα τρακτέρ ήταν, επομένως, στα χέρια των γεωργικών συνεταιρισμών και των κολχόζ. Στη διάρκεια κάποιας σύσκεψης, ορισμένοι πρότειναν να πωλούνται τα τρακτέρ και τα μηχανήματα στα κολχόζ: αν οι αγρότες δεν έχουν την πλήρη κυριότητα των μηχανημάτων, δεν πρόκειται να κινητοποιηθούν για τη χρηματοδότησή τους. Όμως, η Επιθεώρηση Εργατών και Αγροτών επέκρινε τον Αύγουστο του 1929 τις εμπειρίες που υπήρχαν όταν τα τρακτέρ ανήκαν στους συνεταιρισμούς. Το σύστημα αυτό καθιστούσε αδύνατο το σοβαρό προγραμματισμό, δεν είχε γίνει η απαιτούμενη προετοιμασία του αγροτικού πληθυσμού και δεν υπήρχαν συνεργεία, με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται συχνά βλάβες λόγω κακής χρήσης και συντήρησης.
Τ ο Φλεβάρη του 1930, το Κόμμα εγκατέλειψε το πείραμα των γιγάντιων κολχόζ, πολύ δημοφιλές μέχρι τότε στους κύκλους των ακτιβιστών, για να υιοθετήσει το χωριό-κολχόζ ως βάση της κολεκτιβοποίησης. Το Σεπτέμβρη του 1930, το Κόμμα αποφάσισε τη συγκέντρωση όλων των τρακτέρ που χρησιμοποιούσαν τα κολχόζ στους Μηχανοτρακτερικούς Σταθμούς, που ανήκαν στο κράτος. Ο Μάρκεβιτς πρότεινε τη συγκέντρωση 200 τρακτέρ και ενός συνεργείου για την εξυπηρέτηση 40 έως 50.000 εκταρίων αρόσιμης γης. Υπογράμμιζε ότι ήταν αναγκαίο τα ζητήματα γεωργικής τεχνολογίας να διαχειρίζονται από ένα «ενοποιημένο οργανωτικό κέντρο» για όλη την ΕΣΣΔ. Επρεπε να επιλεγούν οι περιφέρειες που είχαν προτεραιότητα, να μελετηθεί η παγκόσμια τεχνολογία για να βρεθούν οι καλύτεροι τύποι μηχανημάτων, να παγιωθεί και να συγκεντροποιηθεί η προσφορά μηχανημάτων.
Την άνοιξη κιόλας του 1930, το σύστημα αυτό απέδειξε την ανωτερότητα του. Οι ΜΤΣ εξυπηρετούσαν μόλις το 8% των κολχόζ, αλλά το 62% των αγροτών αυτών παρέμεινε στο κολχόζ όταν έγινε η «αποχώρηση». Η συγκέντρωση των αγροτικών προϊόντων από το κράτος γινόταν πολύ πιο εύκολα μέσω των ΜΤΣ, αφού τα κολχόζ τους παρέδιδαν το ένα τέταρτο της σοδειάς ως πληρωμή.151 Οι εργαζόμενοι στους ΜΤΣ είχαν καθεστώς βιομηχανικού εργάτη. Εκπροσωπώντας την εργατική τάξη στην ύπαιθρο, ασκούσαν καθοριστική επιρροή στους κολχόζνικους στους τομείς της πολιτικής και τεχνικής διαπαιδαγώγησης, καθώς και της οργάνωσης. 25.000 χειριστές τρακτέρ καταρτίστηκαν το 1930. Την άνοιξη του 1931, οργανώθηκαν μαθήματα για 200.000 νέους αγρότες και αγρότισσες που θα έμπαιναν να εργαστούν στους ΜΤΣ, 150.000 από αυτούς ως χειριστές τρακτέρ.
Τρίτον, θεσπίστηκε ένα ευφυές σύστημα αμοιβής των κολχόζνικων, οι «εργατοημέρες».
Με διάταγμα της 28ης Φλεβάρη του 1933 οι κύριες γεωργικές εργασίες είχαν υπαχθεί σε επτά τιμολογιακές κατηγορίες, η αξία των οποίων, εκφρασμένη σε «εργατοημέρες» κυμαινόταν από 0,5 έως 1,5. Δηλαδή, η πιο σκληρή ή η πιο δύσκολη εργασία αμειβόταν τρεις φορές πιο πολύ απ’ ό,τι η εύκολη και ελαφριά εργασία. Το διαθέσιμο εισόδημα του κολχόζ κατανεμόταν, στο τέλος του χρόνου, ανάμεσα στους κολχόζνικους σύμφωνα με τον αριθμό των έργα τοημερών τους. Το μέσο ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, στις σιτοπαραγωγικές περιοχές, ήταν 600,2 κιλά σιτηρά και 108 ρούβλια το 1932. Το 1937, ήταν 1.741,7 κιλά σιτηρά και 376 ρούβλια.
Τέλος, βρέθηκε μια ισορροπία ανάμεσα στη συλλογική εργασία και την προσωπική δραστηριότητα των κολχόζνικων αγροτών. Τ ο πρότυπο καθεστώς του κολχόζ, που υιοθετήθηκε στις 7 Φλεβάρη του 1935, προσδιορίζει τις βασικές αρχές του κολχόζ, όπως αυτές προέκυψαν από πέντε χρόνια αγώνων και εμπειριών.154 Τ ο 1937, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις με τη μορφή ατομικών κλήρων των κολχόζνικων αντιπροσώπευαν το 3,9% του συνόλου των καλλιεργούμενων εκτάσεων, αλλά οι κολχόζνικοι έβγαζαν από αυτές το 20% των εισοδημάτων τους. Κάθε οικογένεια μπορούσε να διαθέτει τρία κερασφόρα ζώα, μεταξύ των οποίων μια αγελάδα, μια γουρούνα με τα γουρουνάκια της, δέκα πρόβατα και προβατίνες και απεριόριστο αριθμό πουλερικών και κουνελιών.
Οι επενδύσεις στην ύπαιθρο
Τέλη του 1930, οι ΜΤΣ διαχειρίζονταν 31.114 τρακτέρ. Σύμφωνα με το πρόγραμμα, θα έπρεπε να διαθέτουν 60.000 το 1931. Το πλάνο αυτό δεν καλύφτηκε. Τ ο 1932, οι ΜΤΣ διέθεταν 82.700 τρακτέρ. Οι υπόλοιπες 148.500 μονάδες βρίσκονταν στα σοβχόζ.
Ο συνολικός αριθμός τρακτέρ θα αυξηθεί σταθερά στη διάρκεια της δεκαετίας του ’30: από 210.900 το 1933, θα περάσει στις 276.400 τον επόμενο χρόνο, για να κάνει ένα άλμα στις 360.300 το
1935 και στις 422.700 το 1936. Το 1940, η ΕΣΣΔ αριθμεί 522.000 τρακτέρ.
Μια άλλη στατιστική δείχνει τον αριθμό των τρακτέρ σε μονάδες των 15 ίππων. Επιβεβαιώνει την εκπληκτική προσπάθεια που καταβλήθηκε στη διάρκεια των ετών 1930-1932.
Αρχές του 1929, η επαρχιακή ΕΣΣΔ αριθμούσε 18.000 τρακτέρ, υπολογισμένα σε μονάδες των 15 ίππων, 700 φορτηγά και 2 (δύο!) Θεροαλωνιστικές μηχανές. Αρχές του 1933, υπήρχαν 148.000 τρακτέρ, 14.000 φορτηγά και άλλες τόσες θεροαλωνιστικές μηχανές. Στις αρχές του πολέμου, το 1941, τα κολχόζ και τα σοβχόζ χρησιμοποιούσαν 684.000 τρακτέρ (πάντοτε σε μονάδες των 15 ίππων), 228.000 φορτηγά και 182.000 θεροαλωνιστικές μηχανές.
Η αστική τάξη άδικα εξοργίζεται για τη δήθεν καταπίεση που υπέστησαν οι πλούσιοι αγρότες εξαιτίας της κολεκτιβοποίησης. Γεγονός παραμένει ότι μέσα σε μια δεκαετία, ο Ρώσος αγρότης πέρασε από το μεσαίωνα στον 20ό αιώνα. Η τεχνική και πολιτιστική ανάπτυξή του υπήρξε θεαματική.
Οι πρόοδοι αυτές αντικατοπτρίζουν τη συνεχή αύξηση των επενδύσεων στη γεωργία. Από 379 εκατομμύρια ρούβλια το 1928, περνάνε στα 2.590 εκατομμύρια το 1930, στα 3.645 εκατομμύρια το 1931 και διατηρούνται στο επίπεδο αυτό για δύο χρόνια, για να φτάσουν στο αποκορύφωμά τους το 1934 με 4.661 εκατομμύρια και το 1935 με 4.983 εκατομμύρια ρούβλια.
Τα νούμερα αυτά αναιρούν τη θεωρία σύμφωνα με την οποία τα αστικά κέντρα «εκμεταλλεύτηκαν» τη σοβιετική γεωργία: ποτέ μια καπιταλιστική οικονομία δε θα είχε καταφέρει να πραγματοποιήσει τόσο σημαντικές επενδύσεις στην ύπαιθρο. Το μερίδιο της γεωργίας στο σύνολο των επενδύσεων περνούσε από το 6,5% το 1923-1924 στο 25% και στο 20% τα κρίσιμα χρόνια 1931 και 1932. Το 1935, το μερίδιό της ήταν 18%.
Ο θρίαμβος της σοσιαλιστικής γεωργίας
Η γεωργική παραγωγή γνώρισε μια γενική πρόοδο από το 1933 και μετά. Τη χρονιά πριν από την κολεκτιβοποίηση, η σοδειά των σιτηρών έφτασε τους 71,7 εκατομμύρια τόνους. Το 1930 γνώρισε μια εξαιρετική σοδειά 83,5 εκατομμυρίων τόνων. Το 1931 και το 1932,
η Σοβιετική Ένωση περνούσε τη βαθύτερη κρίση της, εξαιτίας των κοινωνικοοικονομικών ανακατατάξεων, της λυσσαλέας αντίστασης των κουλάκων, των ελάχιστων προνομίων που είχε γίνει δυνατό να παραχωρηθούν στους αγρότες αυτά τα κρίσιμα χρόνια για την ανάπτυξη της βιομηχανίας, του αργού ρυθμού εκμηχάνισης και της ξηρασίας. Η παραγωγή σιτηρών έπεφτε στους 69,5 και 69,9 εκατομμύρια τόνους. Έπειτα, ήρθαν τρεις διαδοχικές καλές σοδειές από το 1933 ως το 1935 των 89,8,89,4 και 90,1 εκατομμυρίων τόνων. Εξαιρετικά δυσμενείς κλιματολογικές συνθήκες επέφεραν μια κακή σοδειά 69,3 εκατομμυρίων τόνων το 1936, της οποίας όμως οι επιπτώσεις μετριάστηκαν χάρη στα αποθέματα και σε έναν καλό σχεδίασμά της κατανομής. Τον επόμενο χρόνο, επιτεύχθηκε μια συγκομιδή ρεκόρ 120,9 εκατομμυρίων τόνων, κι έπειτα συνεχίστηκε η καταγραφή υψηλών αριθμών: 94,99,105 και 118,8 εκατομμύρια μεταξύ 1938 και 1940.
Η σοσιαλιστική γεωργία πήρε τα πάνω της μόλις τα αποτελέσματα των σημαντικών βιομηχανικών επενδύσεων άρχισαν να γίνονται αισθητά. Η αξία της συνολικής γεωργικής παραγωγής αποτελματώθηκε μεταξύ 1928 και 1934, καθώς ταλαντεύτηκε ανάμεσα σε ένα μάξιμουμ 14,7 και ένα μίνιμουμ 13,1 δισεκατομμύρια ρούβλια. Έπειτα ανέβηκε στα 16,2 δισεκατομμύρια το 1935, στα 20,1 το 1937 και στα 23,2 το 1940.
Ένας αγροτικός πληθυσμός που αυξήθηκε από τα 120 στα 132 εκατομμύρια μεταξύ 1926 και 1940 μπόρεσε να θρέψει έναν αστικό πληθυσμό που αυξήθηκε από τα 26,3 στα 61 εκατομμύρια την ίδια χρονική περίοδο.
Η κατανάλωση των κολχόζνικων, το 1938, αντιστοιχούσε στα εξής ποσοστά σε σχέση με την κατανάλωση των αγροτών στο τσαρικό καθεστώς: ψωμί και αλεύρι, 125' πατάτες, 180' φρούτα και λαχανικά, 147· γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα, 148' κρέας και παστά, 179.
«Κολοσσιαία υποστήριξη»
Η κολεκτιβοποίηση της υπαίθρου ανέκοψε ευθύς αμέσως την αυθόρμητη τάση της μικρής εμπορικής παραγωγής να πολώνει την κοινωνία σε πλούσιους και φτωχούς, σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευμένους.
Οι κουλάκοι, οι αστοί της υπαίθρου, διώχθηκαν και εξαλείφθηκαν ως κοινωνική τάξη. Η ανάπτυξη μιας αστικής τάξης της υπαίθρου σε μια χώρα όπου το 80% του πληθυσμού εξακολουθούσε να ζει στην ύπαιθρο θα είχε πνίξει και αφανίσει το σοβιετικό σοσιαλισμό. Η κολεκτιβοποίηση εμπόδισε κάτι τέτοιο.
Η κολεκτιβοποίηση και η σχεδιασμένη οικονομία επέτρεψαν στη Σοβιετική Ένωση να αντισταθεί στη φασιστική επίθεση και να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον ολοκληρωτικό πόλεμο που εξαπέλυσαν οι Γερμανοί ναζί. Στα πρώτα χρόνια του πολέμου, η κατανάλωση σιτηρών χρειάστηκε να μειωθεί στο μισό, αλλά, χάρη στο σχεδίασμά, οι διαθέσιμες ποσότητες μοιράζονταν δίκαια. Οι περιοχές που καταλήφθηκαν και ερημώθηκαν από τους ναζί αντιπροσώπευαν το 47% του συνόλου των καλλιεργήσιμων εδαφών. Οι φασίστες κατέστρεψαν 98.000 συνεταιριστικές καλλιέργειες. Αλλά μεταξύ 1942 και 1944, 12 εκατομμύρια εκτάρια νέα εδάφη καλλιεργήθηκαν στα ανατολικά της χώρας.
Χάρη στο σοσιαλιστικό σύστημα, η γεωργική παραγωγή μπόρεσε, στην ουσία, να ξαναφτάσει στα επίπεδα του 1940 από το 1948 κιόλας.
Μέσα σε λίγα χρόνια, ένας εντελώς νέος τρόπος οργάνωσης της εργασίας, μια ολόπλευρη ανατροπή της τεχνικής και μια βαθιά πολιτιστική επανάσταση κατάφεραν να κερδίσουν την καρδιά των αγροτών. Ο Μπετελέμ σημειώνει:
«Η συντριπτική πλειονότητα των αγροτών έδειξε ότι είναι πολύ αφοσιωμένη στο νέο καθεστώς γεωργικής εκμετάλλευσης. Αυτό αποδείχτηκε στη διάρκεια του πολέμου, αφού στις περιοχές που είχαν καταλάβει τα γερμανικά στρατεύματα, και παρά τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι ναζιστικές αρχές, η κολχόζνικη μορφή γεωργικής εκμετάλλευσης διατηρήθηκε».
Αυτή είναι η άποψη ενός συμπαθούντος του κομμουνιστικού συστήματος, που θα ήταν χρήσιμο να συμπληρωθεί από την ακόλουθη μαρτυρία του Αλεξάντρ Ζινόβιεφ, ενός αντιπάλου του Στάλιν. Όταν ήταν παιδί, ο Ζινόβιεφ είχε ζήσει από κοντά την κολεκτιβοποίηση. Γράφει:
«Όποτε επέστρεφα στο χωριό, και πολλά χρόνια αργότερα, ρωτούσα συχνά τη μάνα μου και άλλους κολχόζνικους αν θα είχαν δεχτεί να ξαναπάρουν μια ατομική γεωργική εκμετάλλευση στην περίπτωση που θα τους προσφερόταν μια τέτοια δυνατότητα.
Όλοι μου απαντούσαν αρνητικά με κατηγορηματικό τρόπο. (...) Το σχολείο της πολίχνης είχε μόνο επτά τάξεις, αλλά χρησίμευε ως γέφυρα προς τις τεχνικές σχολές της περιοχής που κατάρτιζαν κτηνίατρους, αγρονόμους, μηχανικούς, οδηγούς τρακτέρ, λογιστές. Στο Τσούχλομο, υπήρχε ένα δευτεροβάθμιο σχολείο. Όλα αυτά τα ιδρύματα και τα επαγγέλματα ήταν στοιχεία μιας πολιτιστικής επανάστασης χωρίς προηγούμενο. Η κολεκτιβοποίηση είχε συμβάλει άμεσα σ’ αυτή την ανατροπή. Εκτός από αυτούς τους σχετικά καταρτισμένους ντόπιους ειδικούς, τα χωριά είδαν πράγματι να συρρέουν τεχνικοί από τις πόλεις, οι οποίοι ήταν προικισμένοι με δευτεροβάθμια ή ακόμα και ανώτερη παιδεία. Η δομή του πληθυσμού της υπαίθρου προσέγγισε τη δομή της αστικής κοινωνίας. Ήμουν μάρτυρας αυτής της εξέλιξης από τα παιδικά μου χρόνια. Αυτή η εξαιρετικά γρήγορη μεταμόρφωση της επαρχιακής κοινωνίας πρόσφερε στο νέο σύστημα κολοσσιαία υποστήριξη μέσα από τις ευρύτερες μάζες του πληθυσμού. Και αυτό παρά τις όποιες φρικαλεότητες της κολεκτιβοποίησης και της εκβιομηχάνισης».
Στην πραγματικότητα, τα εξαιρετικά επιτεύγματα του σοβιετικού καθεστώτος του πρόσφεραν «κολοσσιαία υποστήριξη» από τη μεριά των εργαζομένων και «απέχθεια για τις φρικαλεότητες» από τη μεριά των εκμεταλλευτριών τάξεων. Και ο Ζινόβιεφ ταλαντεύεται σταθερά ανάμεσα στις δύο αυτές θέσεις.
Φοιτητής μετά τον πόλεμο, ο Ζινόβιεφ μεταφέρει μια συζήτηση που είχε με έναν άλλο φοιτητή, αντίπαλο του κομμουνισμού:
«-Αν δεν είχαν γίνει η κολεκτιβοποίηση και η εκβιομηχάνιση, θα είχαμε καταφέρει να κερδίσουμε τον πόλεμο κατά των Γερμανών;
- Όχι.
- Χωρίς τα αυστηρά μέτρα του Στάλιν, θα είχαμε καταφέρει να διατηρήσουμε μια σχετική τάξη στη χώρα;
- Όχι.
- Αν δεν είχαμε αναπτύξει τη βιομηχανία και τον εξοπλισμό μας, θα ήμασταν σε θέση να διαφυλάξουμε την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία του κράτους μας;
- Όχι.
-Τότε, π προτείνεις;
-Μα, τίποτα!».
Η «ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ» ΤΗΣ ΚΟΛΕΚΤΙΒΟΠΟΙΗΣΗΣ
Τη δεκαετία του ’80, η Δεξιά επανέφερε στο προσκήνιο πολλά από τα θέματα που οι ναζί είχαν αναπτύξει κατά τη διάρκεια του ψυχολογικού πολέμου κατά της ΕΣΣΔ. Σε γενικές γραμμές, από το 1945, οι προσπάθειες για την αποκατάσταση του ναζισμού αρχίζουν από τη διαβεβαίωση ότι «ο σταλινισμός ήταν τουλάχιστον εξίσου βάρβαρος όσο ο ναζισμός». Ο Ερνστ Νόλτε, που σ’ αυτό το ζήτημα τον ακολούθησε και ο Γίργκεν Χάμπερμας, διαβεβαίωσε το 1986 ότι η εξολόθρευση των κουλάκων από τον Στάλιν μπορούσε μόνο να συγκριθεί με την εξολόθρευση των Εβραίων από τον Χίτλερ!
«Το Αουσβιτς δεν είναι, αρχικά, το αποτέλεσμα του παραδοσιακού αντισιμιτισμού. Κατά βάθος, δεν ήταν ουσιαστικά “γενοκτονία”, αλλά πρώτα απ’ όλα μια αντίδραση που γεννήθηκε από το άγχος απέναντι στις εξολοθρευτικές ενέργειες της ρωσικής επανάστασης. Το αντίγραφο ήταν πολύ πιο παράλογο απ’ ό,τι το πρωτότυπο».
Ετσι, λοιπόν, οι χιτλερικοί είχαν ταραχτεί από «το άγχος» απέναντι στα σταλινικά εγκλήματα. Ο Χίτλερ, στον καιρό του, χρησιμοποίησε παρόμοια επιχειρήματα: η επίθεση κατά της ΕΣΣΔ ήταν ένα μέτρο «αυτοάμυνας» απέναντι στην εβραιο-μπολσεβίκικη απειλή. Κι εκπλήσσονται ορισμένοι για την ανάκαμψη του φασισμού στη Γερμανία;
Ο σοβιετικός όρος «εξάλειψη των κουλάκων ως τάξης», δηλώνει σαφέστατα ότι πρόκειται για εξάλειψη της γεωργικής εκμετάλλευσης καπιταλιστικού τύπου που ανήκει στους κουλάκους και σε καμιά περίπτωση για φυσικό αφανισμό των κουλάκων. Αλλά σπεκουλάροντας με τη λέξη «εξάλειψη», ανενδοίαστοι άνθρωποι όπως ο Νόλτε και ο Κόνκουεστ ισχυρίζονται ότι οι κουλάκοι που εξορίστηκαν, «εξολοθρεύτηκαν»!
Ο Στέφαν Μερλ, Γερμανός ερευνητής, περιγράφει τις πρόχειρες διαδικασίες με τις οποίες οι πρώτοι κουλάκοι απαλλοτριώθηκαν και εξορίστηκαν στη Σιβηρία, κατά τη διάρκεια του μεγάλου κύματος κολεκτιβοποίησης από το Γενάρη ως το Μάρτη του 1930.
«Με το που μπήκε η άνοιξη, η κατάσταση στα στρατόπεδα υποδοχής επιδεινώθηκε. Επιδημίες εξαπλώθηκαν, προξενώντας μεγάλο αριθμό θυμάτων, κυρίως ανάμεσα στα παιδιά. Για το λόγο αυτό, όλα τα παιδιά αποσύρθηκαν από τα στρατόπεδα τον Απρίλη του 1930 και στάλθηκαν στα χωριά απ’ όπου κατάγονταν. Την εποχή εκείνη, είχαν ήδη εξοριστεί στο Βορρά γύρω στις 400.000 άτομα. Ως το καλοκαίρι του 1930, θα πρέπει να πέθαναν 20.000 με 40.000 άτομα».
Εδώ, ο Μερλ μας πληροφορεί παρεμπιπτόντως ότι ένας μεγάλος αριθμός «θυμάτων της τρομοκρατίας» χάθηκε εξαιτίας των επιδημιών και ότι το Κόμμα αντέδρασε γρήγορα για να προστατέψει τα παιδιά.
Ο Μερλ βεβαιώνει ότι οι μεταγωγές του φθινοπώρου του 1930 «πραγματοποιήθηκαν κάτω από λιγότερο βάρβαρες συνθήκες». Οι περισσότεροι στέλνονταν στη Σιβηρία και στο Καζαχστάν, «περιοχές όπου υπήρχε σημαντική έλλειψη εργατικής δύναμης». Στη διάρκεια των ετών 1930-1935, η Σοβιετική Ενωση είχε έλλειψη εργατικού δυναμικού κυρίως στις περιοχές όπου η γεωργική εκμετάλλευση είχε αρχίσει πρόσφατα. Το καθεστώς προσπαθούσε να χρησιμοποιεί όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις. Δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι θα «σκότωνε» ανθρώπους που εδώ και ένα ή δύο χρόνια καλλιεργούσαν τη γη στη Σιβηρία και στο Καζαχστάν. Ωστόσο, ο Μερλ εκτιμά ότι οι 100.000 κουλάκοι οικογενειάρχες της πρώτης κατηγορίας, που στάλθηκαν στα γκούλαγκ, πέθαναν όλοι. Όμως, το Κόμμα είχε εντάξει μόλις 63.000 κουλάκους στην πρώτη κατηγορία και μόνο εκείνοι που είχαν κριθεί ένοχοι για τρομοκρατικές και αντεπαναστατικές ενέργειες θα εκτελούνταν. Ο Μερλ συνεχίζει:
«100.000 άλλα άτομα έχασαν πιθανώς τη ζωή τους στις αρχές του 1930 είτε επειδή εκδιώχτηκαν από τα σπίτια τους, είτε επειδή εξορίστηκαν στο Βορρά, είτε επειδή εκτελέστηκαν». Επειτα προσθέτει σ’ αυτό το νούμερο 100.000 άτομα «που πέθαναν στους τόπους εξορίας ως το τέλος της δεκαετίας του ’30». Χωρίς άλλη διευκρίνιση ή ένδειξη.
Ο αριθμός των 300.000 νεκρών βασίζεται, λοιπόν, σε πολύ κατά προσέγγιση εκτιμήσεις και οι θάνατοι οφείλονται σε μεγάλο βαθμό σε φυσικά αίτια, στα γεράματα και στις αρρώστιες, στις γενικότερες συνθήκες της χώρας.
Ωστόσο, ο Μερλ υποχρεώθηκε να υπερασπιστεί τις «υπερβολικά χαμηλές» εκτιμήσεις του, απέναντι σε έναν κρυπτοφασίστα του είδους του Κόνκουεστ, ο οποίος πράγματι «υπολόγισε» ότι
6.500.000 κουλάκοι «σφαγιάστηκαν» στη διάρκεια της κολεκτιβοποίησης, από τους οποίους 3.500.000 στα στρατόπεδα της Σιβηρίας!
Ο Κόνκουεστ θεωρείται «αυθεντία» από όλη τη Δεξιά. Αλλά ο Μερλ διαπιστώνει ότι ο Κόνκουεστ δίνει δείγματα «τρομακτικής έλλειψης κριτικής απέναντι στις πηγές». Ο Κόνκουεστ «χρησιμοποιεί σκοτεινά γραπτά μετοίκων που επαναλαμβάνουν πληροφορίες από δεύτερο ή και τρίτο χέρι. (...) Συχνά, όσα παρουσιάζει ως “γεγονότα" δε στηρίζονται παρά σε μία μόνο αμφισβητήσιμη πηγή». «Ο αριθμός θυμάτων που αναφέρει ο Κόνκουεστ, είναι υπερδιπλάσιος του αριθμού των εξόριστων, σύμφωνα με τα “αποδεικτικά στοιχεία” του».
Εδώ και καιρό, λοιπόν, τα γραπτά συγγραφέων ξένων προς τον κομμουνισμό, όπως ο Μερλ, επέτρεπαν την αναίρεση των χονδροειδών συκοφαντιών του Κόνκουεστ.
Το 1990, οι Ζέμσκοφ και Ντουγκίν, δύο Σοβιετικοί ιστορικοί, δημοσίευσαν λεπτομερείς στατιστικές για το Γκούλαγκ. Ετσι, τα ακριβή νούμερα είναι τώρα διαθέσιμα και αναιρούν τις περισσότερες από τις παραποιήσεις του Κόνκουεστ.
Στη διάρκεια της πιο βίαιης περιόδου της κολεκτιβοποίησης, το 1930-1931, οι αγρότες απαλλοτρίωσαν 381.026 κουλάκους κι έστειλαν τις οικογένειές τους στα παρθένα εδάφη της Ανατολής. Επρόκειτο για 1.803.392 άτομα. Την 1η Γενάρη του 1932, καταγράφηκαν 1.317.022 στους τόπους εγκατάστασής τους. Η διαφορά είναι 486.000. Λόγω της γενικότερης αποδιοργάνωσης, μεγάλο μέρος των εξόριστων το έσκασε στη διάρκεια του ταξιδιού, που συχνά διαρκούσε τρεις μήνες ή και περισσότερο. (Συγκριτικά: από τους 1.317.022 εγκατεστημένους, 207.010 κατόρθωσαν να διαφύγουν μέσα στο 1932.).
Άλλοι, των οποίων επανεξετάστηκε η περίπτωση, μπόρεσαν να επιστρέφουν στα σπίτια τους. Ενας απροσδιόριστος αριθμός, που μπορεί να εκτιμηθεί στις 100.000, πέθαναν καθ’ οδόν, κυρίως εξαιτίας των επιδημιών. Ο σημαντικός αριθμός θανάτων στη διάρκεια των μετακινήσεων πρέπει να ενταχθεί στο γενικότερο πλαίσιο της εποχής: ένας πολύ αδύναμος διοικητικός μηχανισμός, αβέβαιες συνθήκες διαβίωσης για όλο τον πληθυσμό, χαώδεις καμιά φορά ταξικοί αγώνες μέσα σε ένα αγροτικό περιβάλλον που έκλινε προς τον αριστερισμό. Φυσικά, για κάθε νεκρό στη διάρκεια των μετακινήσεων, η Δεξιά βεβαιώνει ότι ο ένοχος είναι το Κόμμα, ο Στάλιν.
Όμως, ισχύει το αντίθετο. Το πώς αντιμετώπισε το Κόμμα το όλο ζήτημα εκφράζεται καθαρά σε μια από τις πολυάριθμες σχετικές αναφορές, την οποία έγραψε στις 20 Δεκέμβρη του 1931 ο υπεύθυνος ενός στρατοπέδου εργασίας στο Νοβοσιμπίρσκ.
«Η μεγάλη θνησιμότητα που παρατηρήθηκε στις αποστολές υπ’ αριθμ. 18 έως 23 που προέρχονταν από το Βόρειο Καύκασο -2.421 άτομα στα 10.086 που ξεκίνησαν- μπορεί να εξηγηθεί από τα παρακάτω αίτια:
1. Εγκληματική αμέλεια σε ό,τι αφορά στη συγκρότηση των ομάδων εξόριστων, ανάμεσα στους οποίους υπήρχαν πολλά παιδιά, ηλικιωμένοι πάνω από εξήντα πέντε ετών και άρρωστοι.
2. Μη τήρηση των οδηγιών που αφορούσαν στο δικαίωμα των εξόριστων να πάρουν μαζί τους προμήθειες για μετακίνηση δύο μηνών.
3. Απουσία βρασμένου νερού, που ανάγκασε τους εξόριστους να πιουν μολυσμένο νερό. Πολλοί πέθαναν από δυσεντερία και άλλες επιδημίες».
Όλοι αυτοί οι θάνατοι καταχωρούνται κάτω από τον τίτλο «σταλινικά εγκλήματα». Ομως, η αναφορά αυτή δείχνει ότι δύο από τα αίτια των θανάτων συνδέονται με τη μη τήρηση των οδηγιών του Κόμματος και το τρίτο έχει να κάνει με τις άθλιες συνθήκες και συνήθειες υγιεινής στο σύνολο της χώρας.
Ο Κόνκουεστ «υπολόγισε» ότι 3.500.000 κουλάκοι «εξολοθρεύτηκαν» στα στρατόπεδα εργασίας. Όμως, ο συνολικός αριθμός κουλάκων που στάλθηκαν στα στρατόπεδα εργασίας δεν ξεπέρασε ποτέ το 1.317.022! Και μεταξύ 1932 και 1935, ο αριθμός των αναχωρήσεων ξεπέρασε κατά 299.889 τις νέες αφίξεις. Από το 1932 ως τα τέλη του 1940, ο ακριβής αριθμός όλων των θανάτων, που οφείλονταν κατά κύριο λόγο σε φυσικά αίτια, ήταν 389.521. Και το νούμερο αυτό δεν αφορά μόνο στους εξόριστους κουλάκους, αφού από το 1935 κι άλλες κατηγορίες προσθέτονταν στον πληθυσμό των στρατοπέδων εργασίας.
Τι να πει κανείς για τη διαβεβαίωση του Κόνκουεστ ότι 6.500.000 κουλάκοι «σφαγιάστηκαν» στη διάρκεια των διαφόρων φάσεων της κολεκτιβοποίησης; Μόνο ένα μέρος των 63.000 αντεπαναστατών της πρώτης κατηγορίας εκτελέστηκε. Ο αριθμός θανάτων στη διάρκεια των μετακινήσεων, που οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο λιμό και στις επιδημίες, ήταν της τάξης των
100.000. Μεταξύ 1932 και 1940, μπορεί να εκτιμηθεί ότι 200.000 κουλάκοι πέθαναν στα στρατόπεδα εργασίας από φυσικά αίτια. Οι εκτελέσεις και οι θάνατοι αυτοί προέκυψαν στη διάρκεια του πιο γενικευμένου ταξικού αγώνα που γνώρισε ποτέ η ρωσική ύπαιθρος, ενός αγώνα που έφερε τα πάνω κάτω σε μια καθυστερημένη και πρωτόγονη ύπαιθρο.
Μέσα από αυτή την τεράστια αναμπουμπούλα, 120 εκατομμύρια αγρότες βγήκαν από το μεσαίωνα, τον αναλφαβητισμό και το σκοταδισμό, πλήγματα δέχτηκαν οι δυνάμεις της αντίδρασης, που είχαν συμφέρον από τη διατήρηση της εκμετάλλευσης και των εξευτελιστικών και απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης και εργασίας. Η καταστολή της αστικής τάξης και της αντίδρασης ήταν απολύτως αναγκαία για την πραγμάτωση της κολεκτιβοποίησης: μόνο η συλλογική δουλειά καθιστούσε δυνατή τη σοσιαλιστική εκμηχάνιση, προσφέροντας έτσι στις αγροτικές μάζες τη δυνατότητα να ζήσουν μια ελεύθερη, αξιοπρεπή και πολιτισμένη ζωή.
Από μίσος για το σοσιαλισμό, δυτικοί διανοούμενοι διέδωσαν τις παράλογες συκοφαντίες του Κόνκουεστ για τους 6.500.000 κουλάκους που «εξολοθρεύτηκαν». Ανέλαβαν έτσι να υπερασπίσουν την αστική δημοκρατία, την ιμπεριαλιστική δημοκρατία. Στη Μοζαμβίκη, το RENAMO, οργανωμένο από τη CIA και τις μυστικές υπηρεσίες της Νότιας Αφρικής, κατακρεούργησε η προκάλεσε το θάνατο από ασιτία 900.000 χωρικών από το 1980. Σκοπός του ήταν να αποτρέψει μια ανεξάρτητη Μοζαμβίκη με σοσιαλιστικό προσανατολισμό. Στη Μοζαμβίκη, οι δυτικοί διανοούμενοι δεν ήταν ανάγκη να επινοήσουν πτώματα, χρειαζόταν απλά να διαπιστώσουν τη βαρβαρότητα του ιμπεριαλισμού. Όμως, οι 900.000 αυτοί νεκροί θεωρούνται σαν να μην υπήρξαν ποτέ: δε γίνεται λόγος γι' αυτούς.
Η UNiTA στην Αγκόλα, πλαισιωμένη και υποστηριγμένη και αυτή ανοιχτά από τη CIA και τη Νότια Αφρική, σκότωσε πάνω από ένα εκατομμύριο στη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου κατά της πατριωτικής κυβέρνησης του Λαϊκού Κινήματος για την Απελευθέρωση της Αγκόλας (Μ Ρ LA). Αφού έχασε τις εκλογές του 1992, ο Σαβίμπι, ο άνθρωπος της CIA, έκρινε ότι μπορεί να ξαναρχίσει τον καταστροφικό του πόλεμο.
«Η τραγωδία στην Αγκόλα απειλεί τη ζωή 3 εκατομμυρίων ανθρώπων (...) Ο Σαβίμπι αρνήθηκε να παραδεχτεί την εκλογική νίκη της κυβέρνησης με 129 έδρες έναντι 91 και βύθισε και πάλι την Αγκόλα σε μια κτηνώδη σύρραξη που στοίχισε μέχρι τώρα 100.000 επιπλέον ζωές (εδώ και 12 μήνες.».
Εκατό χιλιάδες Αφρικανοί, φυσικά, δεν είναι τίποτα. Για πόσους δυτικούς διανοούμενους που αρέσκονται, ακόμα και σήμερα, να ουρλιάζουν κατά της κολεκτιβοποίησης, πέρασαν απαρατήρητα τα δύο εκατομμύρια χωρικοί της Μοζαμβίκης και της Αγκόλας, που κατακρεουργήθηκαν από τη Δύση για να μη γίνουν οι χώρες τους πραγματικά ανεξάρτητες και να μην ελέγχονται από το διεθνές κεφάλαιο;
Η ΚΟΛΕΚΤΙΒΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟ «ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ»
Τα ψέματα που έχουν ξεστομιστεί για την κολεκτιβοποίηση ήταν ανέκαθεν, για την αστική τάξη, τα αγαπημένα της όπλα στον ψυχολογικό πόλεμο κατά της Σοβιετικής Ενωσης.
Αναλύουμε το μηχανισμό ενός από τα πιο «δημοφιλή» ψέματα, και συγκεκριμένα το ολοκαύτωμα που διενήργησε ο Στάλιν σε βάρος του ουκρανικού λαού. Αυτή τη θαυμάσια επεξεργασμένη συκοφαντία τη χρωστάμε στην ιδιοφυία του Χίτλερ. Στο βιβλίο του Ο αγώνας μου, που γράφτηκε το 1926, είχε ήδη επισημάνει ότι η Ουκρανία ανήκε στο γερμανικό Lebensraum (ζωτικός χώρος). Η προπαγανδιστική εκστρατεία που διεξήγαγαν οι ναζί το 1934-1935 με θέμα την μπολσεβίκικη «γενοκτονία» στην Ουκρανία, σκοπό είχε να προετοιμάσει τα πνεύματα για την προσχεδιασμένη «απελευθέρωση» της Ουκρανίας. Θα δούμε γιατί το ψέμα αυτό επέζησε των ναζί δημιουργών του, για να γίνει όπλο στα χέρια των Αμερικανών. Να πώς γεννιούνται τα μυθεύματα για τα «εκατομμύρια θύματα του σταλινισμού».
Στις 18 Φλεβάρη του 1935, στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο τύπος του Χερστ -του φιλοναζί μεγιστάνα του τύπου- αρχίζει τη δημοσίευση μιας σειράς άρθρων του Τόμας Ουόκερ. Ο τελευταίος μέγας ταξιδευτής και δημοσιογράφος, περιδιάβασε τη Σοβιετική Ένωση για αρκετά χρόνια. Στην κορυφή της πρώτης σελίδας της εφημερίδας Chicago American στις 25 Φλεβάρη, ένας τεράστιος τίτλος: «Ο λιμός στη Σοβιετική Ενωση προκαλεί έξι εκατομμύρια θανάτους. Με κατασχεμένη τη σοδειά των χωρικών, οι άνθρωποι και τα ζώα τους πεθαίνουν». Στη μέση της σελίδας, άλλος τίτλος: «Δημοσιογράφος διακινδυνεύει τη ζωή του για να φωτογραφίσει το μακελειό». Στο κάτω μέρος της σελίδας: «Λιμός -έγκλημα κατά της ανθρωπότητας».
Την εποχή εκείνη, ο Λούις Φίσερ εργάζεται στη Μόσχα για την εφημερίδα The Nation. Η αποκλειστική είδηση του συναδέλφου του, ενός περιώνυμου αγνώστου, τον βασανίζει στο έπακρο. Διεξάγει μερικές έρευνες, για τις οποίες κρατάει ενήμερους τους αναγνώστες της εφημερίδας του.
«Ο κύριος Ουόκερ, όπως μας πληροφορούν, μπήκε στη Ρωσία την περασμένη άνοιξη, άρα την άνοιξη του 1934. Είδε το λιμό. Φωτογράψισε τα θύματά του. Κατέγραψε εκθέσεις από πρώτο χέρι για τις συμφορές από την ασιτία, που σου σπαράζουν την καρδιά. Σήμερα, ο λιμός στη Ρωσία είναι ένα πολύ καυτό θέμα. Γιατί ο κύριος Χερστ φύλαξε αυτά τα εκπληκτικά άρθρα για δέκα μήνες, προτού τα δημοσιεύσει; Οπότε, συμβουλεύτηκα τις σοβιετικές αρχές. Ο Τόμας Ουόκερ βρέθηκε μία μόνο φορά στη Σοβιετική Ένωση. Πήρε μία βίζα τράνζιτ από το σοβιετικό προξενείο στο Λονδίνο, στις 29 Σεπτέμβρη του 1934. Μπήκε στην ΕΣΣΔ από την Πολωνία με τρένο στο Νεγκορέλογε, στις 12 Οκτώβρη του 1934. Όχι την άνοιξη, όπως λέει. Στις 13, ήταν στη Μόσχα. Παρέμεινε στη Μόσχα από το Σάββατο 13 ως την Πέμπτη 18 και στη συνέχεια πήρε τον Υπερσιβηρικό που τον μετέφερε στα σύνορα μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Μαντζουρίας, στις 25 Οκτώβρη του 1934... Θα ήταν αδύνατο για τον κ. Ουόκερ, στις πέντε μέρες μεταξύ 13 και 18 Οκτώβρη, να διέσχισε το ένα τρίτο των σημείων που “περιγράφει” μέσα από την προσωπική του εμπειρία. Υποθέτω πως έμεινε αρκετά στη Μόσχα, ώστε να σχηματίσει με τη βοήθεια πικραμένων ξένων μια ιδέα για το “τοπικό χρώμα" της Ουκρανίας που χρειαζόταν, για να προσδώσει στα άρθρα του την κάλπικη φιλαλήθεια που διαθέτουν.»
Ο Φίοερ έχει ένα φίλο, επίσης Αμερικανό, τον Λίντσεί Πάροτ, που βρέθηκε στην Ουκρανία στις αρχές του 1934. Δεν παρατήρησε καμιά από τις επιπτώσεις του λιμού για τις οποίες κάνει λόγο ο τύπος του Χερστ. Αντίθετα, η σοδειά του 1933 ήταν άφθονη. Ο Φίσερ συμπεραίνει:
«Ο εκδοτικός οργανισμός του Χερστ και οι ναζί ξεκινούν μια όλο και πιο στενή συνεργασία. Δεν είδα ο τύπος του Χερστ να δημοσιεύει τις διηγήσεις του κ. Πάροτ για μια ευημερούσα σοβιετική Ουκρανία. Ο κ. Πάροτ είναι ο ανταποκριτής του κ. Χερστ στη Μόσχα... ».
Κάτω από μια φωτογραφία δύο σκελετωμένων παιδιών, ενός αγοριού και ενός κοριτσιού, ο Ουόκερ γράφει:
«Φρικιαστικό! Πάνω από το Χάρκοβο, ένα πολύ ισχνό κορίτσι και ο αδελφός του, δυόμισι ετών. Τ ο παιδί αυτό σερνόταν καταγής όπως ένας φρύνος και το δύσμοιρο σωματάκι του ήταν τόσο παραμορφωμένο από την ασιτία που δεν έμοιαζε με ανθρώπινο ον».
Ο Ντάγκλας Τοτλ, Καναδός συνδικαλιστής και δημοσιογράφος που αφιέρωσε ένα εξαιρετικά τεκμηριωμένο βιβλίο στο μύθο της «ουκρανικής γενοκτονίας» ανακάλυψε αυτή τη φωτογραφία του παιδιού-φρύνου, που τοποθετείται χρονικά στην άνοιξη του 1934 ... σε μια έκδοση του 1922 για το λιμό στη Ρωσία.
Μια άλλη φωτογραφία του Ουόκερ αναγνωρίστηκε ότι ανήκε σε στρατιώτη του αυστριακού ιππικού που στεκόταν δίπλα σ’ ένα ψόφιο άλογο, και ότι είχε τραβηχτεί κατά τη διάρκεια του A' Παγκόσμιου Πολέμου.
Αξιοθρήνητος ο κύριος Ουόκερ: το ρεπορτάζ του είναι κάλπικο, οι φωτογραφίες του είναι κάλπικες... ακόμα κι ο ίδιος είναι κάλπικος. Με το πραγματικό του όνομα, ο άνθρωπος λεγόταν Ρόμπερτ Γκριν. Είχε δραπετεύσει από την πολιτειακή φυλακή του Κολοράντο, όπου είχε εκτίσει δύο από τα οκτώ χρόνια της ποινής του. Επειτα, πήγε να σκαρφιστεί το ρεπορτάζ του στη Σοβιετική Ένωση. Οταν επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες, συνελήφθη και παραδέχτηκε μπροστά στο δικαστήριο ότι δεν πάτησε ποτέ το πόδι του στην Ουκρανία.
Ο πολυεκατομμυριούχος Ουίλιαμ Ράντολφ Χερστ είχε συναντήσει τον Χίτλερ στα τέλη του καλοκαιριού του 1934 για να κλείσει μαζί του μια συμφωνία που προέβλεπε ότι η Γερμανία θα αγόραζε στο εξής τις διεθνείς ειδήσεις της από την International News Service, μια εταιρία που ανήκε στον Χερστ. Την εποχή εκείνη, ο ναζιστικός τύπος είχε ήδη ξεκινήσει μια προπαγανδιστική εκστρατεία για το «λιμό στην Ουκρανία». Ο Χερστ θα συνεισφέρει στο έργο αυτό χάρη στη φαντασία του μεγάλου εξερευνητή του, του κυρίου Ουόκερ.
Κι άλλες παρόμοιες μαρτυρίες για το λιμό ακολουθούν στον τύπο του Χερστ. Έτσι, ένας κάποιος Φρεντ Μπιλ πιάνει την πένα. Αμερικανός εργάτης καταδικασμένος σε εικοσαετή φυλάκιση έπειτα από μια απεργία, φεύγει κρυφά για τη Σοβιετική Ένωση το 1930 και εργάζεται εκεί για δύο χρόνια στο εργοστάσιο παραγωγής τρακτέρ του Χάρκοβο. Το 1933, εκδίδει ένα μικρό βιβλίο με τίτλο Ξένοι εργάτες σε σοβιετικό εργοστάσιο παραγωγής τρακτέρ, όπου εξιστορεί με συμπάθεια τις προσπάθειες του σοβιετικού λαού. Τέλη του 1933, επιστρέφει στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τον περιμένουν η ανεργία αλλά και η φυλακή. Το 1934, αρχίζει να γράφει για το λιμό στην Ουκρανία, οπότε οι αρχές μειώνουν σημαντικά την ποινή φυλάκισής του. Οταν η «μαρτυρία» του εκδίδεται από τον Χερστ, τον Ιούνη του 1935, ο Τζ. Βόλινεκ, ένας άλλος Αμερικανός εργάτης που εργάστηκε πέντε χρόνια στο ίδιο εργοοτάοιο του Χάρκοο, θα αποκαλύψει τα ψέματα από τα οποία είναι γεμάτο το κείμενο αυτό. Σχετικά με τις πολυάριθμες συνομιλίες που ο Μπιλ ισχυρίζεται ότι παρακολούθησε, ο Βόλινεκ σημειώνει πως ο Μπιλ δε μιλούσε ούτε ρωσικά ούτε ουκρανικά. Το 1948, ο Μπιλ προσφέρει ακόμα τις υπηρεσίες του στην άκρα Δεξιά ως μάρτυρας κατηγορίας εναντίον κομμουνιστών, μπροστά στην Επιτροπή Μακάρθι.
ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΙΤΛΕΡ
Το 1935 κυκλοφορεί ένα βιβλίο στα γερμανικά του δόκτορα Έβαλντ Άμεντε Muss Russlandhungem?0ι πηγές του είναι ο ναζιστικός γερμανικός τύπος, ο φασιστικός ιταλικός τύπος, ο τύπος των Ουκρανών μεταναστών και των «ταξιδευτών» και «εμπειρογνωμόνων» που αναφέρονται χωρίς άλλες διευκρινίσεις. Δημοσιεύει φωτογραφίες για τις οποίες βεβαιώνει ότι «συγκαταλέγονται στις πιο σημαντικές πηγές για τη σημερινή πραγματικότητα της Ρωσίας». «Οι περισσότερες έχουν τραβηχτεί από έναν Αυστριακό ειδικό», λέει ο Άμεντε λακωνικά. Επειτα, υπάρχουν φωτογραφίες που ανήκουν στο δόκτορα Ντίτλοφ που ως τον Αύγουστο του 1933 εκπροσωπούσε τα συμφέροντα της γερμανικής κυβέρνησης στο Βόρειο Καύκασο. Ο Ντίτλοφ ισχυρίζεται ότι τράβηξε τις φωτογραφίες το καλοκαίρι του 1933 «στις γεωργικές περιοχές της ζώνης που έπληξε ο λιμός». Σαν ανώτερος υπάλληλος της ναζιστικής κυβέρνησης, πώς θα ήταν δυνατό ο Ντίτλοφ να μετακινηθεί από τον Καύκασο στην Ουκρανία για να επιδοθεί εκεί στο κυνήγι των εικόνων; Επτά από τις φωτογραφίες του Ντίτλοφ, ανάμεσά τους και «το παιδί-φρύνος», είχαν ήδη δημοσιευτεί από τον... Ουόκερ. Μια άλλη φωτογραφία απεικονίζει δύο σκελετωμένα αγοράκια, σύμβολα του ουκρανικού λιμού του 1933. Είχαμε τη δυνατότητα να δούμε την ίδια εικόνα στην τηλεοπτική σειρά «Η Ρωσία» του Πίτερ Ουστί-νοφ: είναι από ένα ντοκιμαντέρ για το λιμό στη Ρωσία το 1922! Μια άλλη φωτογραφία του Άμεντε είχε αρχικά δημοσιευτεί από το ναζιστικό όργανο Volkischer Beobachtercm^ 18 Αυγούστου του 1933. Και αυτή η φωτογραφία βρέθηκε σε βιβλία του 1922.
Ο Άμεντε είχε εργαστεί στην περιοχή του Βόλγα το 1913. Στη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου του 1917-1918, είχε καταλάβει διάφορές θέσεις στις φιλογερμανικές αντεπαναστατικές κυβερνήσεις της Εσθονίας και της Λετονίας. Έπειτα εργάστηκε για την κυβέρνηση Σκοροπάντσκι, την οποία εγκατέστησε ο γερμανικός στρατός στην Ουκρανία το Μάρτη του 1918. Βεβαιώνει ότι συμμετείχε στις εκστρατείες ανθρωπιστικής βοήθειας στη διάρκεια του λιμού στη Ρωσία το 1921-1922... εξ ου και η εξοικείωσή του με το φωτογραφικό υλικό της εποχής εκείνης. Για αρκετά χρόνια, ο Αμεντε ήταν γενικός γραμματέας του δήθεν «Ευρωπαϊκού Κογκρέσου των Εθνοτήτων», συγγενικού του ναζιστικού κόμματος, που συσπείρωνε μετανάστες από τη Σοβιετική Ένωση. Τέλη του 1933, ο Αμεντε γίνεται επίτιμος γραμματέας της «Επιτροπής παροχής βοήθειας στις περιοχές που επλήγησαν από το λιμό στη Ρωσία», την οποία διηύθυνε ο φιλοφασίστας καρδινάλιος Ίνιτσερ στη Βιέννη. Αρα ο Αμεντε ήταν στενά συνδεμένος με όλη την αντισοβιετική εκστρατεία των ναζί.
Όταν ο Ρίγκαν εξαπέλυσε την αντικομμουνιστική σταυροφορία του στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο καθηγητής Τζέιμς Ε. Μέις του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ έκρινε σκόπιμο να επανεκδώσει και να προλογίσει το βιβλίο του Αμεντε με τον τίτλο Ανθρώπινη ζωή στη Ρωσία. Ήταν το 1984. Έτσι, όλες οι ναζιστικές παραποιήσεις, τα ψεύτικα φωτογραφικά ντοκουμέντα, το πλασματικό ρεπορτάζ του Ουόκερ στην Ουκρανία, τιμήθηκαν με το ακαδημαϊκό κύρος που συνεπάγεται το όνομα Χάρβαρντ.
Τον προηγούμενο χρόνο, ακροδεξιοί Ουκρανοί μετανάστες είχαν εκδώσει στις Ηνωμένες Πολιτείες βιβλίο με τίτλο Ο μεγάλος λιμός στην Ουκρανία: Το άγνωστο ολοκαύτωμα. Ο Ντάγκλας Τοτλ μπόρεσε να πιστοποιήσει ότι όλες οι φωτογραφίες αυτού του βιβλίου είναι των ετών 1921 -1922. Έτσι, η φωτογραφία του εξωφύλλου προέρχεται από τη διεθνή επιτροπή παροχής βοήθειας προς τη Ρωσία του δόκτορα Φ. Νάνσεν και δημοσιεύτηκε στη σελίδα 6 του τεύχους 22 του περιοδικού Information, στη Γενεύη, στις 30 Απρίλη του 1922.
Ο αναθεωρητισμός των νεοναζί «αναθεωρεί» την ιστορία για να δικαιολογήσει, πρώτα απ’ όλα, τα βάρβαρα εγκλήματα του φασισμού κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Οι νεοναζί αρνούνται επίσης τα εγκλήματα που διαπράχτηκαν από τους χιτλερικούς σε βάρος των Εβραίων. Αρνούνται την ύπαρξη των στρατοπέδων εξόντωσης, όπου αφανίστηκαν εκατομμύρια Εβραίοι. Και εφευρίσκουν «ολοκαυτώματα» που δήθεν έγιναν από τους κομμουνιστές και τον Στάλιν. Με το ψέμα αυτό, προσπαθούν να δικαιολογήσουν τις κτηνώδεις σφαγές που διέπραξαν οι ναζί στη Σοβιετική Ένωση. Και για την αναθεώρηση αυτή στην υπηρεσία του αντικομμουνιστικού αγώνα, δέχονται την πλήρη υποστήριξη του Ρίγκαν, του Μπους, της Θάτσερ και Σία.
ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΚΑΡΘΙ
Χιλιάδες Ουκρανοί ναζί κατόρθωσαν να μπουν στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά την περίοδο Μακάρθι, κατέθεσαν τις μαρτυρίες τους με την ιδιότητα των θυμάτων της «κομμουνιστικής βαρβαρότητας». Ξανάφεραν στο προσκήνιο το μύθο του λιμού-γενοκτονίας μέσα από ένα δίτομο έργο με τίτλο Black Deeds of the Kremlin (Εγκληματικές πράξεις του Κρεμλίνου), το οποίο κυκλοφόρησε το 1953 και το 1955 και ήταν έκδοση της «Ουκρανικής ένωσης των θυμάτων της ρωσικής κομμουνιστικής τρομοκρατίας» και της «Δημοκρατικής οργάνωσης των επί σοβιετικού καθεστώτος διωχθέντων Ουκρανών». Στο βιβλίο αυτό, στο οποίο αναφέρεται κατά κόρον ο Ρόμπερτ Κόνκουεστ, γιατί του έχει ιδιαίτερη αδυναμία, δοξάζεται ο Πετλιούρα, υπεύθυνος για τη σφαγή δεκάδων χιλιάδων Εβραίων την περίοδο 1918-1920, και αποτίεται φόρος τιμής στον Σούχεβιτς, το ναζί διοικητή του τάγματος Ροσινιόλ και του Ουκρανικού Επαναστατικού Στρατού.
Το βιβλίο Εγκληματικές πράξεις του Κρεμλίνου περιέχει επίσης μια σειρά φωτογραφίες από το λιμό-γενοκτονία του 1932-1933. Ολες πλαστές. Από πρόθεση πλαστές. Μια εικόνα τιτλοφορείται «Μικρός κανίβαλος». Είναι παρμένη από το περιοδικό Information, τεύχος 22, της διεθνούς επιτροπής παροχής βοήθειας προς τη Ρωσία, που δημοσιεύτηκε το 1922 και όπου η λεζάντα της συγκεκριμένης φωτογραφίας αναφέρει «Κανίβαλος από τη Ζαπορόζγε: έφαγε την αδελφή του». Στη σελίδα 155 του παραπάνω έργου υπάρχει μια φωτογραφία τεσσάρων στρατιωτών και ενός αξιωματικού που μόλις έχουν εκτελέσει κάποιους ανθρώπους. Τίτλος: «Η εκτέλεση των κουλάκων». Λεπτομέρεια: οι στρατιώτες φορούν τη στολή του τσαρικού στρατού! Ετσι, μας δείχνουν τσαρικές εκτελέσεις ως αποδεικτικά στοιχεία των «εγκλημάτων του Στάλιν».
'Ενας από τους συγγραφείς του πρώτου τόμου των Εγκληματικών πράξεων του Κρεμλίνου είναι ο Αλεξάντρ Χάι-Χολόφκο που διετέλεσε υπουργός Προπαγάνδας στην κυβέρνηση της Οργάνωσης των Ουκρανών εθνικιστών του Μπαντέρα. Στη διάρκεια της σύντομης ύπαρξής της, η κυβέρνηση αυτή σκότωσε αρκετές χιλιάδες Εβραίους, Πολωνούς και μπολσεβίκους στο Λβοφ.
Ανάμεσα στα άτομα που αναφέρονται ως «χορηγοί» του έργου αυτού, είναι και ο Ανατόλ Μπιλοτσερκίφσκι, ο επονομαζόμενος Άντον Σπακ, ένας πρώην αξιωματικός της ναζιστικής αστυνομίας στην Μπίλα Τσέρκβα όπου, σύμφωνα με τη μαρτυρία του συγγραφέα Σκρίμπνιακ, διεύθυνε την εξόντωση δύο χιλιάδων πολιτών.8
ΜΕΤΑΞΥ 1 ΚΑΙ 15 ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΝΕΚΡΟΙ
Το Γενάρη του 1964, ο Ντάνα Ντάλριμπλ δημοσιεύει ένα άρθρο, «Ο σοβιετικός λιμός της περιόδου 1932-1934» στο περιοδικό Soviet Studies. Ισχυρίζεται ότι υπήρξαν 5.500.000 νεκροί, ο μέσος όρος από 20 εκτιμήσεις διαφόρων συγγραφέων.
Ένα ερώτημα έρχεται αμέσως στο μυαλό: Από ποιες πηγές προέρχονται οι «εκτιμήσεις» του καθηγητή;
Η πρώτη πηγή είναι ο Τόμας Ουόκερ, ο άνθρωπος που δήθεν ταξίδεψε στην Ουκρανία, για τον οποίο ο Ντάλριμπλ ισχυρίζεται ότι «μιλούσε πιθανώς τα ρωσικά»!
Η δεύτερη πηγή: Νίκολας Πριχόντκο, ένας ακροδεξιάς μετανάστης που στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής διετέλεσε υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού της Ουκρανίας! Μιλάει για 7.000.000 νεκρούς.
Ακολουθεί ο Ότο Σίλερ, ναζί ανώτερος υπάλληλος επιφορτισμένος με την αναδιοργάνωση της γεωργίας στην κατεχόμενη από τους χιτλερικούς Ουκρανία. Τ ο κείμενό του, το οποίο εκδόθηκε στο Βερολίνο το 1943 και κάνει λόγο για 7.500.000 νεκρούς, αναφέρεται από τον Ντάλριμπλ.
Η τέταρτη πηγή είναι ο Εβαλντ Αμεντε, ο ναζί που δεν ήταν πια στη Ρωσία από το 1922. Σε δύο γράμματα, δημοσιευμένα τον Ιούλη και τον Αύγουστο του 1934 στην εφημερίδα The New York Times, ο Αμεντε μιλάει για 7.500.000 νεκρούς και ισχυρίζεται ότι τον Ιούλη, πέθαιναν άνθρωποι στους δρόμους του Κιέβου. Μερικές μέρες αργότερα, ο ανταποκριτής της νεοϋορκέζικης εφημερίδας Χάρολντ Ντένι διαψεύδει τις πληροφορίες του Αμεντε:
«Ο ανταποκριτής σας ήταν στο Κίεβο για αρκετές μέρες, τον περασμένο Ιούλη, τότε που υποτίθεται ότι πέθαιναν οι άνθρωποι, και ούτε στην πόλη ούτε στη γύρω ύπαιθρο υπήρχε λιμός».
Μερικές εβδομάδες αργότερα, ο Χάρολντ Ντένι επανέρχεται στο θέμα αυτό:
«Πουθενά δεν επικρατούσε πείνα. Πουθενά ο κόσμος δε φοβόταν την πείνα. Υπήρχαν τρόφιμα, ανάμεσα στα άλλα και ψωμί, στις τοπικές αγορές. Οι χωρικοί ήταν χαρωποί και απλόχεροι σε ό,τι αφορά στα τρόφιμα».
Έπειτα, ο Φρέντερικ Μπίρτσαλ κάνει λόγο για πάνω από 4.000.000 νεκρούς σε ένα άρθρο του 1933. Την εποχή εκείνη είναι ένας από τους πρώτους Αμερικανούς δημοσιογράφους στο Βερολίνο, που εκφράζουν τη συμπάθειά τους για το χιτλερικό καθεστώς.
Οι πηγές έξι έως οκτώ είναι ο Ουίλιαμ X. Τσάμπερλεν, δύο φορές, και ο Γιουτζίν Λάιονς. Ο Τσάμπερλεν αναφέρει την πρώτη φορά τον αριθμό των 4.000.000 και τη δεύτερη φορά των 7.500.000 νεκρών, αριθμοί βασισμένοι «σε εκτιμήσεις αλλοδαπών κατοίκων της Ουκρανίας» - χωρίς άλλη διευκρίνιση. Οι πέντε εκατομμύρια νεκροί του Λάιονς είναι επίσης ο καρπός διαδόσεων και φημολογιών, «εκτιμήσεις ξένων και Ρώσων στη Μόσχα»! Ο Τσάμπερλεν και ο Λάιονς ήταν δύο επαγγελματίες αντικομμουνιστές. Έγιναν διευθυντικά στελέχη της «Αμερικανικής Επιτροπής για την Απελευθέρωση από τον μπολσεβικισμό», που χρηματοδοτούνταν κατά 90% από τη CIA. Η επιτροπή αυτή διεύθυνε το Radio Liberty.
Τ ο υψηλότερο νούμερο, 10.000.000, δίνεται, δίχως άλλες διευκρινίσεις, από τον Ρίτσαρντ Σάλετ μέσω του φιλοναζισηκού τύπου του Χερστ. Το 1932, ο αμιγώς ουκρανικός πληθυσμός ανερχόταν σε 25 εκατομμύρια κατοίκους...
Ανάμεσα στις είκοσι πηγές της «ακαδημαϊκής» εργασίας του κυρίου Ντάλριμπλ, τρεις προέρχονται από το φιλοναζιστικό τύπο του Χερστ και πέντε από δεξιά δημοσιεύματα της εποχής Μακάρθι (1949-1953).
Ο Ντάλριμπλ χρησιμοποιεί δύο Γερμανούς φασίστες συγγραφείς, έναν Ουκρανό πρώην συνεργάτη των κατακτητών, ένα δεξιό Ρώσο μετανάστη, δύο συνεργάτες της CIA και ένα δημοσιογράφο που συμπαθεί τον Χίτλερ. Ένα μεγάλο μέρος των αριθμών που δίνονται, προέρχονται από κάποιους «αλλοδαπούς κατοίκους της Σοβιετικής Ένωσης», αγνώστων λοιπών στοιχείων.
Οι δύο μικρότερες εκτιμήσεις, που χρονολογούνται από το 1933, έχουν γίνει από Αμερικανούς δημοσιογράφους που εργάζονταν στη Μόσχα και είναι γνωστοί για την επαγγελματική τους ευσυνειδησία, ο Ραλφ Μπαρνς της New York Herald Tribune και ο Ουόλτερ Ντιου-ράντι των New York Times. Ο πρώτος μιλάει για ένα εκατομμύριο και ο δεύτερος για δύο εκατομμύρια νεκρούς από το λιμό.
ΔΥΟ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΣΥΝΔΡΑΜΟΥΝ ΤΟΥΣ ΟΥΚΡΑΝΟΥΣ ΝΑΖΙ
Για να στηρίξει τη νέα αντικομμουνιστική σταυροφορία του και να δικαιολογήσει τη φρενήρη κούρσα των εξοπλισμών, ο Ρίγκαν υποστήριξε το 1983 μια μεγάλη καμπάνια για την «πεντηκοστή επέτειο του φονικού λιμού στην Ουκρανία». Για να γίνει αισθητή η τρομακτική απειλή που σκίαζε τη Δύση, χρειάζονταν αποδείξεις ότι ο κομμουνισμός είναι γενοκτονία. Τις αποδείξεις αυτές τις πρόσφεραν οι ναζί και οι συνεργάτες τους. Δύο Αμερικανοί καθηγητές τις κάλυψαν με το ακαδημαϊκό τους κύρος: Ο Τζέιμς Ε. Μέις του Χάρβαρντ, που συνεργάστηκε στη συγγραφή του έργου Λιμός στη Σοβιετική Ουκρανία και ο Ουόλτερ Ντούσνικ που έγραψε το βιβλίο Πενήντα χρόνια πριν: το ολοκαύτωμα από το λιμό στην Ουκρανία. Τρομοκρατία και αθλιότητα ως εργαλεία του σοβιετικού ρωσικού ιμπεριαλισμού, το οποίο προλόγισε ο Ντάνα Ντάλριμπλ. Το έργο του Μέις περιέχει 44 φωτογραφίες «από το λιμόγενοκτονία του 1932-1933». Είκοσι τέσσερις είναι παρμένες από δύο ναζιστικά συγγράμματα του Λάουμπενχαίμερ, ο οποίος αποδίδει τις περισσότερες φωτογραφίες του στον Ντίτλοφ και ξεκινάει την παρουσίασή του με ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Χίτλερ "Ο αγώνας μου".
«Αν ο Εβραίος, χάρη στη μαρξιστική του πίστη, κατορθώσει να νικήσει τους άλλους λαούς αυτού του κόσμου, το στεφάνι του θα είναι το επικήδειο στεφάνι της ανθρωπότητας και ο πλανήτης μας θα εξακολουθήσει να κινείται μέσα στο σύμπαν, όπως το έκανε εδώ και εκατομμύρια χρόνια, χωρίς ανθρώπινα όντα». Όλες οι φωτογραφίες των Λάουμπενχαίμερ-Ντίτλοφ είναι πλαστές, γιατί είναι από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και από το λιμό του 1921 -1922.11
Ο δεύτερος καθηγητής, ο Ουόλτερ Ντούσνικ, αναγνωρίστηκε ως στέλεχος της ουκρανικής εθνικιστικής οργάνωσης, που βρισκόταν κάτω από φασιστική επιρροή, και πέρασε στην ενεργό δράση από τα τέλη της δεκαετίας του ’30.
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ!
Ο Ντούσνικ επινόησε μια «επιστημονική» μέθοδο για να υπολογίσει τους νεκρούς από το «λιμό-γενοκτονία» και ο Μέις τον ακολούθησε σε αυτό το εγχείρημα.
«Όταν παίρνουμε τα δεδομένα της απογραφής του 1926 (...) και εκείνα της απογραφής της 17ης Γενάρη του 1939 (...) και τη μέση πληθυσμιακή ανάπτυξη πριν από την κολεκτιβοποίηση (2,36% ετησίως), μπορούμε να υπολογίσουμε ότι η Ουκρανία... έχασε 7.500.000 άτομα ανάμεσα στις δύο απογραφές»ι.
Οι υπολογισμοί αυτοί δεν αξίζουν απολύτως τίποτα.
Ο παγκόσμιος πόλεμος, οι εμφύλιοι πόλεμοι και ο μεγάλος λιμός των ετών 1920-1922 προκάλεσαν μείωση των γεννήσεων. Ομως, η νέα γενιά είναι 16 ετών, δηλαδή σε ηλικία τεκνοποίησης, το 1930. Αρα, η δομή του πληθυσμού ήταν τέτοια, που θα οδηγούσε αναγκαστικά σε πτώση των γεννήσεων τη δεκαετία του ’30.
Οι ελεύθερες αμβλώσεις προκάλεσαν επίσης μια ολοφάνερη μείωση των γεννήσεων τη δεκαετία του ’30, σε σημείο που η κυβέρνηση αναγκάστηκε να τις σταματήσει το 1936, αποσκοπώντας στην αύξηση του πληθυσμού.
Τα έτη 1929-1933 σημαδεύτηκαν από μεγάλους και βίαιους αγώνες στην ύπαιθρο, που συνοδεύονταν κάποιες στιγμές και από λιμό. Τέτοιες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες προκαλούν πτώση του ποσοστού των γεννήσεων.
Ο αριθμός των ατόμων που απογράφηκαν ως Ουκρανοί άλλαξε λόγω διεθνικών γάμων, λόγω αλλαγών της δηλωμένης εθνικότητας, λόγω μετοικήσεων.
Τα σύνορα της Ουκρανίας δεν είναι το 1939 ίδια με τα σύνορα του 1926. Οι Κοζάκοι του Κουμπάν, 2 με 3 εκατομμύρια άνθρωποι, είχαν απογραφεί ως Ουκρανοί το 1926, αλλά καταχωρίστηκαν ως Ρώσοι στα τέλη της δεκαετίας του ’20. Η νέα αυτή καταχώριση εξηγεί κιόλας από μόνη της το 25% με 40% των «θυμάτων του λιμού-γενοκτονίας» που υπολόγισαν οι Ντούσνικ-Μέις.
Να προσθέσουμε ότι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο πληθυσμός της Ουκρανίας αυξήθηκε κατά 3.339.000 άτομα μεταξύ 1926 και 1939. Μπορεί να συγκριθεί με την αύξηση του εβραϊκού πληθυσμού κάτω από τις συνθήκες της πραγματικής γενοκτονίας που οργανώθηκε από τους ναζί...
Για να δοκιμάσει την αξιοπιστία της «μεθόδου Ντούσνικ», ο Ντάγκλας Τοτλ πειραματίστηκε με την επαρχία Σασκάτσιουαν, στον Καναδά, όπου διαδραματίστηκαν τη δεκαετία του ’30 μεγάλοι αγροτικοί αγώνες. Η καταστολή υπήρξε συχνά αιματηρή. Ο Τοτλ θέλησε «να υπολογίσει» τα θύματα της «φονικής καταστολής» που διενεργήθηκε από τον καναδικό αστικό στρατό στην επαρχία Σασκάτσιουαν.
Αυτή η «επιστημονική μέθοδος», εφαρμοσμένη στον Καναδά, θα χαρακτηριστεί από κάθε λογικό άνθρωπο χονδροειδής φάρσα. Ωστόσο, εφαρμοσμένη στη Σοβιετική Ένωση, χρησιμοποιείται πλατιά στις δημοσιεύσεις της Δεξιάς ως «απόδειξη» της «σταλινικής» τρομοκρατίας.
Η ΚΑΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ
Οι ταινίες Συγκομιδή απελπισίας, με θέμα την ουκρανική «γενοκτονία», και The Killing Fields («Οι φονικοί αγροί»), με θέμα τη «γενοκτονία στην Καμπουτσέα, ήταν τα δύο πιο σημαντικά δημιουργήματα των κύκλων του Ρίγκαν για να πειστεί ο κόσμος ότι ο κομμουνισμός είναι συνώνυμο της γενοκτονίας. Η Συγκομιδή απελπισίας πήρε το χρυσό βραβείο του 28ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου και της τηλεόρασης της Νέας Υόρκης, το 1985.
Οι πιο σημαντικές μαρτυρίες της ταινίας για τη «γενοκτονία» παρουσιάζονται από Γερμανούς ναζί και τους πρώην συνεργάτες τους. Ο πρώτος μάρτυρας, ο Στεπάν Σκρίπνικ, ήταν αρχισυντάκτης της ναζιστικής εφημερίδας Volyn, κατά τη γερμανική κατοχή. Σε τρεις βδομάδες, με την ευλογία των χιτλερικών αρχών, ο άνθρωπος αυτός προβιβάστηκε από λαϊκός που ήταν σε επίσκοπο της ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, και στο όνομα της «χριστιανικής ηθικής», έκανε μια δυναμική προπαγάνδα υπέρ της Νέας Τάξης. Όταν τελείωσε ο πόλεμος, κατέφυγε στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Γερμανός Χανς φον Χέρβαρτ, άλλος μάρτυρας, εργάστηκε στη Σοβιετική Ενωση στην υπηρεσία που στρατολογούσε το στρατό του στρατηγού Βλάσοφ, ανάμεσα στους Σοβιετικούς κρατουμένους.
Ο συμπατριώτης του Άντορ Χένκε, που εμφανίζεται επίσης στην ταινία, ήταν ναζί διπλωμάτης.
Για να δώσουν μια ζωντανή εικόνα του «λιμού-γενοκτονίας» του 1932-1933, οι δημιουργοί της ταινίας χρησιμοποίησαν πλάνα από κινηματογραφημένα επίκαιρα πριν από το 1917, αποσπάσματα από τις ταινίες Ο τσάρος λιμός, του 1922, και Οπλοστάσιο, του 1929, και σκηνές από την Πολιορκία του Λένινγκραντ, που γυρίστηκαν στη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου...
Εχοντας δεχτεί τη γενική κατακραυγή το 1986 για τις παραποιήσεις αυτές, ο Μάρκο Κάρινικ, που ήταν υπεύθυνος για την ταινία αυτή και είχε φροντίσει για τις έρευνες, έκανε την παρακάτω δημόσια δήλωση:
«Κανένα από τα αποσπάσματα των κινηματογραφημένων αρχείων δεν χρονολογείται από τον ουκρανικό λιμό και πολύ λίγες φωτογραφίες του 1932-1933 δημοσιεύτηκαν, που να μπορεί να αποδειχτεί η αυθεντικότητά τους. Στο τέλος της ταινίας, μια δραματική σκηνή με ένα κάτισχνο κοριτσάκι, που χρησιμοποιήθηκε επίσης για το διαφημιστικό υλικό της ταινίας, δε χρονολογείται από το λιμό του 1932-1933». «Είχα παρατηρήσει ότι τέτοιου είδους ανακρίβειες δεν επιτρέπονται», έλεγε ο Κάρινικ στη διάρκεια μιας συνέντευξης, «αλλά δεν θέλησαν να μ’ ακούσουν».
ΣΥΓΚΟΜΙΔΗ ΤΗΣ ΘΛΙΨΗΣ:
Ο ΚΟΝΚΟΥΕΣΤ ΚΑΙ Η ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΟΥΚΡΑΝΩΝ ΝΑΖΙ
Το Γενάρη του 1978, ο Ντέιβιντ Λέι δημοσίευσε ένα άρθρο στην Guardian του Λονδίνου, στο οποίο αποκάλυπτε ότι ο Ρόμπερτ Κόνκουεστ είχε εργαστεί στην υπηρεσία παραπληροφόρησης, επίσημα ονομαζόμενη Information Research Department (IRD) των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών. Στις αγγλικές πρεσβείες, ο υπεύθυνος του IRD έχει ως καθήκον να διαθέτει στους δημοσιογράφους και στα δημόσια πρόσωπα «παραποιημένο» υλικό. Ο Λέι βεβαιώνει:
«Ο Ρόμπερτ Κόνκουεστ υπηρετούσε στο Information Research Department. Εργάστηκε για λογαριασμό του υπουργείου Εξωτερικών ως το 1956».
Με πρόταση του IRD, ο Κόνκουεστ γράφει ένα βιβλίο για τη Σοβιετική Ενωση. Το ένα τρίτο της έκδοσης αγοράστηκε από τον Πρέγκερ που συχνά δημοσιεύει και διανέμει βιβλία κατά παραγγελία της CΙΑ.
Το 1986, ο Κόνκουεστ συνέβαλε σημαντικά στην καμπάνια του Ρίγκαν για την κινητοποίηση του αμερικανικού λαού γύρω από την ενδεχόμενη κατάληψη των Ηνωμένων Πολιτειών από τον Κόκκινο Στρατό! Το βιβλίο του Κόνκουεστ τιτλοφορείται Τι να κάνετε όταν έρθουν οι Ρώσοι: εγχειρίδιο επιβίωσης.
Στο βιβλίο του Η μεγάλη τρομοκρατία, που εκδόθηκε το 1973, ο Κόνκουεστ είχε υπολογίσει τον αριθμό των νεκρών κατά την κολεκτιβοποίηση του 1932-1933 σε πέντε με έξι εκατομμύρια, οι μισοί στην Ουκρανία. Ακριβώς δέκα χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Ρίγκαν, με τη βοήθεια και της αντικομμουνιστικής υστερίας, ο Κόνκουεστ έκρινε σκόπιμο να επεκτείνει τις συνθήκες του λιμού ως το 1937 και να ανεβάσει τις «εκτιμήσεις» του στα 14 εκατομμύρια νεκρούς.
Το βιβλίο του Συγκομιδή της θλίψης, που εκδόθηκε το 1986, είναι μια ψευτοακαδημαίκή εκδοχή της ιστορίας, όπως τη διηγείται από τη δεκαετία του ’30 η ουκρανική άκρα Δεξιά.
Ο Κόνκουεστ ισχυρίζεται ότι η ουκρανική άκρα Δεξιά έδωσε έναν «αντιγερμανικό και αντισοβιετικό» αγώνα, επαναλαμβάνοντας έτσι το ψέμα που σκαρφίστηκαν οι εγκληματικές συμμορίες μετά την ήττα τους, τότε που μετανάστευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μιλώντας για την ιστορία της Ουκρανίας, ο Κόνκουεστ αναφέρεται στη γερμανική κατοχή με μία μόνο φράση, χαρακτηρίζοντάς τη σαν μια περίοδο ανάμεσα σε δύο κύματα κόκκινης τρομοκρατίας! Εξάλειψε εντελώς από τη διήγησή του την κτηνώδη τρομοκρατία που άσκησαν οι Ουκρανοί φασίστες στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, γιατί ανάμεσά τους βρήκε τους καλύτερους πληροφοριοδότες του για το «λιμό-γενοκτονία».
Ο Ρόμαν Σούχεβιτς διοικούσε το τάγμα Ροσινιόλ, το οποίο συγκροτούσαν Ουκρανοί εθνικιστές που φορούσαν τη γερμανική στολή. Το τάγμα του κατέλαβε το Λβοφ στις 30 Ιούνη του 1941 και έσφαξε, σε τρεις μέρες, 7.000 Εβραίους. Το 1943, ο Σούχεβιτς αναγορεύτηκε διοικητής του Ουκρανικού Επαναστατικού Στρατού (ΟΕΣ) του Στεπάν Μπαντέρα, οι άντρες του οποίου θα ισχυριστούν, μετά τον πόλεμο, ότι πολέμησαν τους Γερμανούς και τους Κόκκινους.
Όλες οι «διηγήσεις» τους για τις μάχες που ισχυρίζονταν ότι είχαν δώσει εναντίον των Γερμανών αποκαλύφτηκε πως ήταν ψευδείς. Είχαν δήθεν εκτελέσει τον αρχηγό του Γ ενικού Επιτελείου των SA, Βίκτορ Λούτζε. Όμως, αυτός είχε σκοτωθεί σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα κοντά στο Βερολίνο. Είχαν δήθεν δώσει μάχη εναντίον 10.000 Γερμανών στρατιωτών κοντά στη Βόλνια το καλοκαίρι του 1943.Ο ιστορικός Ρόιμπεν Αινσζταίν απέδειξε ότι στη μάχη αυτή είχαν πάρει μέρος 5.000 Ουκρανοί εθνικιστές, στο πλευρό 10.000 Γερμανών στρατιωτών, στη διάρκεια μιας μεγάλης επιχείρησης περικύκλωσης και αφανισμού του αντάρτικου στρατού που διοικούσε ο περίφημος μπολσεβίκος Αλεξέι Φιόντοροφ!
Ο Άινσζταίν σημειώνει:
«Οι συμμορίες του Ουκρανικού Επαναστατικού Στρατού, γνωστές με την επωνυμία Μπαντεριστές, αναδείχτηκαν στους πιο επικίνδυνους και βάναυσους εχθρούς των Εβραίων που επέζησαν των χωρικών και των Πολωνών αποίκων και όλων των ανταρτών που αγωνίζονταν ενάντια στους Γερμανούς».
Η 14η μεραρχία Βάφεν-Ες Ες Γαλικία ή μεραρχία Χαλίτσινα δη-μιουργήθηκε το Μάη του 1943. Στο κάλεσμά του προς τους Ουκρανούς για να καταταγούν, ο Κουμπίγιοβιτς, αρχηγός της Οργάνωσης των Ουκρανών Εθνικιστών, της τάσης Μέλνικ, δηλώνει:
«Η στιγμή που χρόνια περιμέναμε, έφτασε, τώρα που ο ουκρανικός λαός έχει και πάλι την ευκαιρία να δράσει με το όπλο στο χέρι για να πολεμήσει τον πιο φρικτό εχθρό του, τον εβραιομοσχοβίτικο μπολσεβικισμό. Ο Φίρερ του γερμανικού Μεγάλου Ράιχ δέχτηκε τη συγκρότηση ξεχωριστής μονάδας Ουκρανών εθελοντών».
Πριν από αυτό, οι ναζί είχαν επιβάλει την άμεση κυριαρχία τους στην Ουκρανία, χωρίς να αφήνουν καμιά αυτονομία στους Ουκρανούς συμμάχους τους. Στη βάση αυτού του ανταγωνισμού μεταξύ Ουκρανών και Γερμανών φασιστών, οι Ουκρανοί εθνικιστές θα οικοδομήσουν αργότερα το μύθο της «αντίστασής» τους στους Γερμανούς. Απωθούμενοι από τον Κόκκινο Στρατό, οι ναζί άλλαξαν τακτική το 1943, αναθέτοντας μεγαλύτερο ρόλο στους Ουκρανούς φονιάδες. Η δημιουργία «ουκρανικής» μεραρχίας Βάφεν-Ες Ες θεωρήθηκε ως νίκη του «ουκρανικού εθνικισμού»!
Στις 16 Μάη του 1944, ο αρχηγός των Ες Ες, Χίμλερ, συγχάρηκε τη μεραρχία Γ που απάλλαξε την Ουκρανία από όλους τους Εβραίους.
ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Δημοσίευση σχολίου