Αρχική » , » "Νεκρή Μεραρχία" Τόμος Β' Μέρος 6

"Νεκρή Μεραρχία" Τόμος Β' Μέρος 6

{[['']]}
 Επιχείρηση στην εχθρική βάση Χαλανδρίτσι Αχαΐας

Καθίσαμε στην Κάπελη τρεις μέρες για να ξεκουραστούμε καλά. Ήταν μαζί μας και η διοίκηση της Μεραρχίας. Μετά ξεκινήσαμε για την Αιγιάλεια. Πήραμε όλα τα προφυλακτικά μέτρα για να μη μαθευτεί η κίνησή μας. Ήμασταν δύο τάγματα. Ένα του Αρχηγείου Ταϋγέτου κι ένα του Μαινάλου. Περάσαμε από το χωριό Τριπόταμα απ’ έξω από το χωριό Λιβάρτζι - Άνω Βλασία. Κόψαμε αριστερά για να χάσουν την πορεία μας. Μείναμε έξω από το χωριό Μαζαράκι. Μετά γυρίσαμε δεξιά περάσαμε απ’ έξω από το χωριό Ποντιά - Δεμέστιχα- Λεόντιο και φθάσαμε πάνω στον ορεινό όγκο του Παναχαϊκού στη θέση Ρακίτα. Απέναντι μας ήταν η εχθρική βάση στο χωριό Σούλι.
Ένα απόκρυμνο χωριό, πάμπτωχο και δυστυχισμένο. Είχαν οπλίσει τους κατοίκους για να υπερασπίσουν την πείνα τους, τα τσαρούχια τους και την ψείρα τους. Τους έδιναν μερικές κονσέρβες και κανένα παντελόνι μεταχειρισμένο. Είχαν βέβαια το δικαίωμα να ληστεύουν τα γύρω χωριά. Κάθε φορά που κάναμε απόπειρα να τους αφοπλίσουμε αυτοί χάνονταν μέσα στους γκρεμούς και ήταν αδύνατο να τους πιάσουμε. Έπρεπε να τους κλείσουμε στις σπηλιές καμιά δεκαπενταριά μέρες για να παραδοθούν. Το Αρχηγείο Αχαΐας - Ηλείας δεν είχε ακόμη ασχοληθεί σοβαρά μ’ αυτούς.

Ήταν η δεύτερη νύχτα πορείας και κατά τις τρεις το πρωί φθάσαμε στη Ρακίτα. Εκεί μας περίμενε ο Μπασακίδης Κώστας, που ήταν τότε ακόμη διοικητής του Αρχηγείου Αχαΐας - Ηλείας. Ο Μπασακίδης ήταν μόνιμος αξιωματικός. Είχε προσχωρήσει στον ΕΛΑΣ από τους ΕΟΒΙΤΕΣ του Γιαννακόπουλου στο χωριό Δυράχι Αρκαδίας, όταν είδε τη συνεργασία του Γιαννακόπουλου - Βρεττάκου με τους Ιταλούς. Έγινε διοικητής λόχου στον ΕΛΑΣ, πολέμησε τους Γερμανούς και έγινε κομματικό στέλεχος. Ήταν ο πιο καλός αξιωματικός και υπόδειγμα κομματικού στελέχους. Ήταν από εκείνη την κάστα των μόνιμων αξιωματικών που μέσα στην καρδιά τους είχαν μόνο την Ελλάδα και το λαό της. Γνήσιος στρατιωτικός, λαϊκός ηγέτης. Η φασιστική δικτατορία του Μεταξά δεν κατόρθωσε να τον κάνει πρετωριανό. Αυτός έμεινε γνήσιος, αμόλυντος απόγονος των καπεταναίων της κλεφτουριάς του 1821. Τέτοιοι αξιωματικοί κράτησαν και κρατούν ακόμη το λαϊκό χαρακτήρα του Ελληνικού Στρατού. Μπορεί να τα καταφέρουν και να αναζωογονήσουν το πνεύμα της κλεφτουριάς μέσα στο στρατό και να μην αφήσουν τους Αμερικανούς να τον μεταβάλουν σε λεγεώνα των ξένων, όπως είναι ο Αμερικάνικος Στρατός.

Ο Μπασακίδης αναδείχτηκε σε ηγέτη του κινήματος στο Μωριά. Κι ήταν τότε μόνο τριάντα χρονών. Πριν έρθει ο Γκιουζέλης ήταν αρχηγός του Δ.Σ. στο Μωριά. Μετά έγινε διοικητής του Αρχηγείου Αχαΐας - Ηλείας και μετά τη συγκρότηση των δύο Ταξιαρχιών τοποθετήθηκε στο Επιτελείο της Μεραρχίας. Σκοτώθηκε στο Δρακοβούνι πάνω από τα Κερπινέϊκα Καλύβια με τις εκκαθαριστικές στις 13 Μάρτη 1949. Είχα τη δυστυχία να δω να σκοτώνεται ο καλύτερος από τους καλύτερους. Τις τελευταίες κουβέντες που άλλαξε ήταν αυτές που είπαμε μαζί. Τον είχαμε σχεδόν δύο χρόνια Αρχηγό. Για μας έμεινε για πάντα ο Αρχηγός. Έτσι τον φωνάζαμε.

Όταν φθάσαμε στη Ρακίτα, μας είχε ετοιμάσει κρέας βραστό και τραχανά. Φάγαμε μαζί με τον Μπασακίδη. Μετά πέσαμε να κοιμηθούμε. Τυλιχτήκαμε στις μαντύες μας αλλά ο ύπνος δεν μας έπαιρνε. Ο Μπασακίδης μας ρώταγε συνέχεια. Σε λίγο ο Σαρήγιαννης αποκοιμήθηκε, μετά αποκοιμήθηκε και ο Πέρδικας. Μείναμε οι δυό μας. Κόντεψε να μας πάρει το πρωί. Ήθελε να μάθει για όλους και για όλα. Όλη τη μέρα μείναμε σε αφάνεια στη Ρακίτα. Μόλις νύχτωσε ένα - ένα τα τμήματα έφευγαν για τις αποστολές τους.

Βασικός στόχος ήταν η εχθρική βάση στο χωριό Χαλανόριτσα Αχαΐας. Η βάση ήταν κοντά στην Πάτρα και είχε μόνιμες οχυρώσεις από τσιμεντένια οχυρά, σε κύκλο γύρω από τη διοίκηση της Χωροφυλακής. Την υπεράσπιζαν ενενήντα χωροφύλακες, όλοι τους φονιάδες. Η δύναμη αυτή είχε σχηματιστεί από τέσσερα αποσπάσματα χωροφυλάκων, που γύριζαν μετά το 1945 όλη την Αχαΐα κι είχαν ρημάξει τα χωριά στους ξυλοδαρμούς και στους φόνους. Ήταν ο τρόμος και ο φόβος από Πύργο μέχρι Πάτρα. Τώρα που κατάλαβαν τα σκούρα χώθηκαν σαν ποντικοί στις τσιμεντένιες τρύπες τους. Η δυσκολία δεν ήταν τα τσιμεντένια πολυβολεία τους. Η δυσκολία ήταν ότι σε είκοσι λεπτά της ώρας μπορούσαν να φθάσουν ενισχύσεις από την Πάτρα. Το μεγάλο σφάλμα αυτών που έκαναν την οχύρωση ήταν ότι έφτιασαν τα οχυρά μέσα στο χωριό ενώ θα έπρεπε να οχυρώσουν ένα ύψωμα. Τότε με τέτοια δύναμη πυρός, θα μπορούσε να κρατήσει μήνες. Ακόμη είχε κάνει το σφάλμα η οχύρωση να μην έχει βάθος και το κάθε οχυρό δεν είχε κλειστή άμυνα δική του. Έτσι αν έπεφτε ένα, όλη η οχύρωση κατέρεε. Έπρεπε υποχρεωτικά να μαζευτούν στο κεντρικό οχυρό της διοίκησης.

Αυτά όλα ο Μπασακίδης τα είχε επισημάνει και έστρωσε το σχέδιο έτσι που να μη φθάσει ενίσχυση, παρά μετά από ώρες. Μια ώρα σχεδόν θα έκανε ο εχθρός να εξακριβώσει που είναι ο βασικός μας στόχος. Μετά για να φθάσει θα έπρεπε να περάσει από την ενέδρα στη θέση Κουμπάρες, στο δρόμο Πάτρας - Χαλανδρίτσας, κάτω από το χωριό Καλλιθέα των Πατρών. Η θέση ήταν δυνατή και η κύρια δύναμη πυρός η δική μας θα τοποθετούνταν εκεί. Ταυτόχρονα θα προσβάλονταν όλες οι βάσεις γύρω από την Πάτρα μέχρι την Αχαΐα για να προκαλέσουμε σύγχυση στην εχθρική διοίκηση. Το ίδιο θα γίνονταν και για τις εχθρικές βάσεις από την Πάτρα μέχρι το Αίγιο. Ταυτόχρονα θα ανατινάζαμε το εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρισμού στον ποταμό Γλαύκο. Έτσι ρίχνοντας την Πάτρα στο σκοτάδι και χτυπώντας ορισμένα φυλάκια θα δίναμε την εντύπωση ότι πρόκειται για εγχείρημα νυχτερινό, για την ίδια την Πάτρα. Όλα αυτά για να μη φθάσουν έγκαιρα ενισχύσεις στη Χαλανδρίτσα.

Το συγκρότημα Κορινθίας, δηλαδή ο Μανώλης Σταθάκης μ’ όλη τη δύναμη θα χτυπούσε τις βάσεις από Πάτρα μέχρι Αίγιο. Ο Πέρδικας μ’ ένα λόχο θα χτυπούσε τη φρουρά του εργοστασίου Γλαύκος και θα τίναζε το εργοστάσιο. Ταυτόχρονα θα έπιανε με δύο ομάδες και μετά μ’ όλη τη δύναμη το μοναστήρι της Ομπλού. Δύο ομάδες ελεύθερων σκοπευτών του Αρχηγείου Αχαΐας - Ηλείας θα χτυπούσαν δύο φυλάκια μέσα στην Πάτρα. Ο λόχος του Τσουκόπουλου δηλαδή ο 5ος λόχος του Μαινάλου θα σήκωνε το βάρος της ενέδρας. Γι’ αυτό ενισχύθηκε και με τρία βαριά πολυβόλα ιταλικά Μπρέντα.

 Ο Τσουκόπουλος έστησε την ενέδρα σε σχήμα κεφαλαίου γόμα. Η ενέδρα έπιανε από το χωριό Καλλιθέα σ’ όλη την πλαγιά και το κεφάλι της έκλεινε κάθετα το δρόμο στη θέση Κουμπάρες, που είναι οι απανωτές στροφές. Εκεί ήταν τοποθετημένο κι ένα βαρύ πολυβόλο. Το άλλο ήταν στη μέση της πλαγιάς και το τρίτο ήταν στο χωριό Καλλιθέα. Ναρκοθετήθηκε και η γέφυρα στις Κουμπάρες. Έτσι όπως τοποθετήθηκε η ενέδρα ήταν αδύνατο να σπάσει. Δεν μπορούσε να ανατραπεί. Από το μοναστήρι της Ομπλού - Καλλιθέα - Κουμπάρες οι θέσεις ήταν δυνατές και γερά επανδρωμένες. Εκατόν πενήντα άνδρες με δεκαπέντε οπλοπολυβόλα και το κυριότερο τρία βαριά πολυβόλα δεν είναι εύκολο να τα ανατρέψεις ούτε σε μια, ούτε σε τρεις ώρες.

Το τάγμα του Αρίστου Καμαρινού δηλαδή του Ταϋγέτου θα ενεργούσε στη Χαλανδρίτσα. Θα διέθεται μία δύναμη λόχου για να ασφαλίσει την επιχείρηση. Θα ανέτρεπε τη δύναμη του φυλακίου που ήταν πάνω από το χωριό και ταυτόχρονα θα χτυπούσε τα οχυρά του χωριού. Στο χωριό θα ενεργούσε κυρίως σ’ ένα οχυρό. Θα το καθήλωνε με μαζικά πυρά και σε συνέχεια, θα το τίναζε με χειροβομβίδες. Μετά θα ξήλωνε και τ’ άλλα από πίσω. Έτσι μέσα σε μισή ώρα όλη η προσπάθεια θα συγκεντρωνόταν στο οχυρό της διοίκησης. Εκεί τα πράγματα θα τα βόλευαν όπως διαμορφώνονταν. Ακόμη μία διμοιρία του Μπασακίδη Αρχηγείο Αχαΐας - Ηλείας θα χτυπούσε την εχθρική βάση στο χωριό Σούλι. Θα την απασχολούσε όλη μέρα. Μια διμοιρία του Μπασακίδη θα χτυπούσε τη βάση στο χωριό Αχαγιά. 'Αλλες ομάδες του Μπασακίδη θα χτυπούσαν τις μικρές βάσεις στον κάμπο. Έτσι όλος ο κάμπος της Αχαγιάς - Πατρών και από Πάτρα μέχρι Αίγιο θα καίγονταν τα χαράματα, μια ώρα νύχτα.

Εγώ ήμουνα ακόμη στη διοίκηση αξιωματικός πληροφοριών κοντά στο Σαρήγιαννη. Ο Σαρήγιαννης θα ακολουθούσε το λόχο του Αλέκου Τσουκόπουλου και την πολυβολαρχία. Η διοίκηση θα στάθμευε πάνω από το χωριό Καλλιθέα, για να έχει επαφή και με τον Πέρδικα και τον Κανελλόπουλο που διεύθυνε την επιχείρηση στη Χαλανδρίτσα μαζί με τον Μπασακίδη. Εφεδρεία στη Χαλανδρίτσα έμενε μια διμοιρία του Μπασακίδη. Σε μας δύο ομάδες δικές μας.

Στο δρόμο χωρίσαμε με τον Πέρδικα. Φθάσαμε στις Κουμπάρες δύο ώρες νύχτα. Άρχισε η δουλειά. Έπρεπε να οργανωθούν οι θέσεις. Εγώ δεν είχα να κάνω τίποτα. Διπλώθηκα με τη μαντύα μου και κοιμήθηκα. Τον πήρα μια ώρα και πάνω. Άρχισε να χαράζει καλά. Τότε μονομιάς ο κάμπος ταράχτηκε. Άναψε το ντουφεκίδι παντού και ο ουρανός φωτίστηκε από τις εχθρικές φωτοβολίδες. Παντού οι βάσεις του εχθρού έριχναν φωτοβολίδες. Πέρα κάτω η Πάτρα κοιμόνταν βαθιά και κάπου - κάπου ορισμένα φωτάκια λαμπίριζαν. Μέσα στο λιμάνι ήταν πολλά μικρά και μερικά μεγάλα παπόρια σπαρμένα εδώ και εκεί. Τα φωτάκια τους αντιφέγγιζαν στο νερό κι έμοιαζαν σαν να κινιόνταν. Κι απότομα η Πάτρα χάθηκε από τα πόδια μας. Ήταν τόσο κοντά που νόμιζες ότι αν πηδήξεις θα βρεθείς στο κέντρο της. Χάθηκε απότομα σαν να ήταν όνειρο. Ακούστηκε ένας βαθύς και υπόκοφος κρότος. Ήταν φανερό. Ο Πέρδικας τίναξε το εργοστάσιο.

Σε λίγο μέσα στο σκοτάδι ξεχώριζαν οι προβολείς των αυτοκινήτων. Άρχισε ζωηρή κίνηση στους στρατώνες. Κατά τη Χαλανδρίτσα ακούγονταν βαθιά πολύ βαθιά ντουφεκίδι γερό. Σιγά - σιγά όσο προχωρούσε το φως της μέρας το ντουφεκίδι δεν ακούγονταν πια. Φώτισε καλά. Από εκεί που ήταν η διοίκηση βλέπαμε τα πάντα. Από το κέντρο της Πάτρας μέχρι τις Κουμπάρες και κάτω μέχρι την Αχαγιά και τη θάλασσα, όλος ο τόπος ήταν τηγάνι μπροστά μας. Οι θέσεις του λόχου δεν φαίνονταν καθόλου. Ο τόπος ήταν ντυμένος από κοντοπούρναρα κι άλλους θάμνους. Ο Τσουκόπουλος ήταν αυστηρός σ’ αυτά. Είχε ο ίδιος επιβλέψει για κάθε θέση. Ψάχναμε με το Σαρήγιαννη με τα κυάλια μας να βρούμε τις θέσεις, μα δεν τις ξεχωρίζαμε.

Είχε περάσει μια ώρα και από την Πάτρα δεν φαίνονταν τίποτα. Όσο περνούσε η ώρα εμείς χαιρόμασταν. Καμιά φορά φάνηκαν τα πρώτα τζέϊμς. Ένα - δύο - τρία - τέσσερα μια ουρά, κάπου είκοσι. Πλησίαζαν αργά - αργά. Δεν κρατήθηκα και κατέβηκα λίγο πιο κάτω που ήταν το βαρύ πολυβόλο. Βλέπαμε τα αυτοκίνητα να πλησιάζουν αργά και μεις τώρα βιαζόμασταν να ρθουν. Μπήκαν στην ενέδρα κι ακόμη προχωρούσαν. Είναι φοβερό να βλέπεις ανθρώπους να προχωρούν στο θάνατο. Όμως εμείς τρίβαμε τα χέρια από άγρια χαρά. Ο πόλεμος κάνει τον άνθρωπο θηρίο. Εξαφανίζει πέντε χιλιάδων χρόνια πολιτισμό και τον γυρίζει πίσω στην άγρια κατάσταση.


Όταν μπήκαν όλα στην ενέδρα αγαλιάσαμε. Στο βάθος κάτω φάνηκε άλλη φάλαγγα να βγαίνει από τη Πάτρα. Η πρώτη ήταν η εμπροσθοφυλακή. Τώρα φαίνεται έρχονται οι πολλοί, τα μεγάλα κεφάλια. Ώσπου να φθάσει το πρώτο αυτοκίνητο στη γέφυρα έφθασαν και τ’ άλλα. Τώρα όλος ο δρόμος μέχρι την Πάτρα ήταν σχεδόν με διακοπές γεμάτος από αυτοκίνητα. Μόλις έφθασε το πρώτο αυτοκίνητο στη γέφυρα, έγινε η ανατίναξη. Το αυτοκίνητο κόπηκε στην απέναντι μεριά χωρίς να ανατιναχτεί. Τότε έγινε το σώσε, χαλασμός κυρίου. Σε δέκα λεπτά η φάλαγγα κατακουρελιάστηκε. Όσοι φαντάροι γλύτωσαν από τις πρώτες ριπές έτρεχαν στον κάμπο να κρυφτούν όπου - όπου. Ευτυχώς γι’ αυτούς ο τόπος είχε πολλά χαντάκια και μικρές ρεματιές και χώθηκαν. Τα πολυβόλα μας κακάριζαν ακατάπαυστα και οι αντάρτες μάθαιναν σκοποβολή σε ζωντανό κινούμενο στόχο μέσα στον κάμπο. Τέτοιος σκοτωμός δεν είχε ξαναγίνει.

Τα αυτοκίνητα ανακατεύτηκαν. Άλλα τουμπάρισαν, τα πιο πολλά μπήκαν στα χωράφια κι άλλα έμειναν εκεί στην άκρη του δρόμου άψυχα κουφάρια. Μερικά γλύτωσαν γιατί βρέθηκαν πάνω στις κούρμπες. Τα τανκς που συνόδευαν τη φάλαγγα αιφνιδιάστηκαν. Μετά από δέκα λεπτά αντέδρασαν. Τραβήχτηκαν σε απυρόβλητες θέσεις κι άρχισαν να βάζουν καταιγιστικά, αλλά στα κουτουρού πάνω στις κορφές. Είχε περάσει μισή ώρα. Τα τανκς έβαζαν. Οι τραυματίες σύρθηκαν όπως - όπως προς τον κάμπο μέσα στις νεροφαγιές και οι γεροί μέσα από τα χαντάκια γύρισαν πίσω στον κάμπο κι από εκεί στα πίσω αυτοκίνητα. Στα τανκς σταματήσαμε να βάζουμε. Είδαν και αποείδαν κι αυτοί και σταμάτησαν. Γύρισαν πίσω κι ενώθηκαν με την άλλη φάλαγγα. Κάθε κίνηση σταμάτησε.

Πέρα μακρυά ορισμένα τζιπ πήγαιναν κι έρχονταν. Μέσα στην πόλη σ ’ ένα άνοιγμα συντάσσονταν στρατός και συνεχώς έβγαιναν αυτοκίνητα. Με τα κυάλια φαίνονταν καλά. Κουβαλούσαν, κουβαλούσαν, όλο κουβαλούσαν. Τώρα έκαναν άλλο κόλπο. Κουβάλησαν στρατό, τον αποβίβασαν, έφτιασαν μια βάση πυρός κι έκαναν προσπάθεια να υπερκεράσουν την ενέδρα από το χωριό Καλλιθέα. Εκεί ο Τσουκόπουλος με το βαρύ πολυβόλο και μια διμοιρία τους τσάκισε. Τον βοηθήσαμε και μεις με το πολυβόλο. Γρήγορα η επίθεση ανατράπηκε κι έγινε φυγή προς τα γρανιά του κάμπου. Μετά από μισή ώρα έκαναν επίθεση από το μοναστήρι της Ομπλού. Εκεί ο Πέρδικας οχυρωμένος τους λιάνισε. Τότε πείστηκαν ότι δεν μπορούν να περάσουν από αριστερά για να ανατρέψουν την ενέδρα.

Σταμάτησαν. Έφεραν μερικούς βαρείς όλμους κι άρχισαν να βομβαρδίζουν ασταμάτητα. Έριχναν όμως όπου νάναι. Απόδειξη ότι δεν μπορούσαν να επισημάνουν τη θέση μας. Είχαμε φτιάσει θέσεις ψεύτικες για να φαίνονται. Τις είχαμε οργανώσει εκεί που λένε οι κανονισμοί. Στη στρατιωτική «όφρυ». Τις πραγματικές τις είχαμε πιο κάτω, πολύ κοντά στο δρόμο. Αυτοί βομβάρδιζαν τις ψεύτικες. Δεν φαντάζονταν ότι θα κάναμε τέτοια τρέλα. Ήρθαν και δύο αεροπλάνα, και τα τανκς με καπνογόνα, τους έδειχναν που.να χτυπήσουν. Πολυβολούσαν συνεχώς. Έφευγαν και έρχονταν άλλα. Η ώρα περνούσε.

Στη διοίκηση ο Σαρήγιαννης μ’ ένα ραδιόφωνο παρακολουθούσε τις επαφές της Χαλανδρίτσας με την Πάτρα. Είχε πιάσει το μήκος κύματος του ασυρμάτου. Από την Χαλανδρίτσα έκαναν εκλείσεις να στείλουν ενισχύσεις. Από εκεί μάθαμε ότι έχουν όλοι μαζευτεί, στο οχυρό της διοίκησης. Άρα πάμε καλά.

Μετά από μισής ώρας βομβαρδισμό και πολυβολισμό των αεροπλάνων, έκαναν επίθεση με τμήματα πεζικού. Τους αποκρούσαμε. Σ ’ ένα τέταρτο έτρεχαν προς τον κάμπο στις θέσεις τους. Ανασυγκροτήθηκαν κι έκαναν κι άλλη επίθεση, το ίδιο. Κουβάλησαν κι άλλες δυνάμεις. Έκαναν συνεχώς επιθέσεις. Ήταν φανερό ότι ήθελαν να σπάσουν την ενέδρα. Ο Τσουκόπουλος όμως δεν λύγιζε. Όρθιος με τα κυάλια καθοδηγούσε τα πυρά των πολυβόλων. Τον άκουγα που φώναζε κι όταν αστοχούσαν, ούρλιαζε.

Η μάχη πεισμάτωσε. Εμείς ρίξαμε και την εφεδρεία. Έπιασε θέσεις και η διοίκηση. Ο Πέρδικας από το μοναστήρι της Ομπλού άκουγε το χαλασμό, κατάλαβε το σκοπό τους και μετατόπισε δύο ομάδες και τους χτυπούσε από πίσω. Αυτοί θα πρέπει να ήταν γύρω στις τρεις χιλιάδες. Εμείς όμως είχαμε θέσεις γερές. Επιθέσεις και κόντρα επιθέσεις μία κοντά στην άλλη, είχαν την ίδια τύχη. Την άμυνα την κράταγαν τα τρία βαριά πολυβόλα. Από το ραδιόφωνο ακούγαμε ότι η Χαλανδρίτσα καλούσε, παρακαλούσε, έβριζε, ζητούσε ενισχύσεις. Ο εχθρός απελπίστηκε με τις επιθέσεις προς Καλλιθέα. Αποφάσισε να ανοίξει δρόμο, ίσια εμπρός. ’Αρχισε επιθέσεις για να ανατρέψει την κεφαλή της ενέδρας. Το πολυβόλο όμως τους λιάνιζε.

Σκοπευτής ήταν ο Θανάσης Αυγέρος. Ένας αγρότης αντάρτης από τη Γορτυνία που τον είχαμε δικάσει σε θάνατο με αναστολή γιατί είχε συλληφθεί τρεις φορές να κοιμάται στη σκοπιά. Σαν σκοπευτής όμως ήταν άριστος. Το πολυβόλο ήταν η ζωή του. Τόχε σωστό έπιπλο. Γι’ αυτό αν και καταδικάστηκε δεν τον έβγαλαν από σκοπευτή. Σήμερα είχε τη γιορτινή του. Από το πρωί δέχονταν μετωπικές επιθέσεις, τα πυρά του τανκς και του αεροπλάνου. Κατά τις έντεκα το αεροπλάνο σκότωσε το μουλάρι της πολυβολαρχίας. Ο Αυγέρος τάβαλε με το αεροπλάνο. Όταν έκανε κύκλο για να βουτήξει από μπροστά του, ο Αυγέρος το χτυπούσε. Το αεροπλάνο όμως χτυπούσε την ψεύτικη θέση. Ο Αυγέρος ήταν χαμηλότερα. Αυτό τον γλύτωνε. Τέλος ο Αυγέρος το γάζωσε. Το αεροπλάνο έβγαλε καπνό και χύμιξε κατά τον κάμπο, έπεσε κοντά στην Αχαγιά. Οι αντάρτες ενθουσιάστηκαν από το αποτέλεσμα της μονομαχίας. Ήταν αδύνατο να σπάσει η ενέδρα.

Φάνηκε όμως η αδυναμία μας. Δεν οργανώσαμε στην κεφαλή της ενέδρας, θέσεις σε βάθος. Έτσι αν ανατραπεί ο Αυγέρος ο δρόμος θα ανοίξει. Δεν μπορούσε η ενέδρα να αναδιπλωθεί. Ο Σαρήγιαννης απέσυρε το πολυβόλο του κέντρου και δύο ομάδες της εφεδρείας και με έστειλε να πιάσω το ύψωμα πίσω από την ενέδρα, έτσι που όταν ανατραπεί η κεφαλή της ενέδρας να τους χτυπώ από λοξά για να τους καθυστερήσω.

Είχε πια πάει μεσημέρι. Από τη Χαλανδρίτσα δεν είχαμε ειδήσεις. Το ραδιόφωνο δεν έπιανε τίποτα. Το τελευταίο που ακούσαμε ήταν: «Γαμώ τον βασιλιά σας και την Φρειδερίκη σας. Εμείς εδώ χανόμαστε. Τώρα κάνουμε εξόρμηση» και μετά σιγή. Ευτυχώς ο εχθρός ξεμάτωσε. Σταμάτησε τις επιθέσεις. Τα αεροπλάνα συνέχιζαν. Καθώς ο ήλιος μεσουράνισε γυάλισαν οι ταινίες του πολυβόλου και το αεροπλάνο επισήμανε τη θέση του Θανάση Αυγέρου. Τον πολυβόλησε. Σκότωσε τον προμηθευτή και τραυμάτησε τον Αυγέρο. Τότε ο Αυγέρος αποσύνδεσε το πολυβόλο άφησε εκεί τον τρίποδα, πήρε το πολυβόλο και κουτσαίνοντας τό βγάλε πάνω. Μετά οι άλλοι πήραν και τον τρίποδα. Τώρα πια η διμοιρία που έφραζε το δρόμο αποσύρθηκε. Μου έστειλε ο Σαρήγιαννης και το πολυβόλο αυτό. Κλείναμε το δρόμο με πυρά από το ύψωμα, αλλά μπορούσε ο εχθρός να περάσει.

Επιτέλους ήρθε σύνδεσμος από τη Χαλανδρίτσα με σημείωμα του Κώστα Κανελλόπουλου στο οποίο έλεγε: «Να κρατήσετε οπωσδήποτε μισή ώρα ακόμη, πάμε καλά». Τότε ο Σαρήγιαννης διέταξε αντεπίθεση για να απασχολήσουμε τον εχθρό. Πραγματικά τους απασχολήσαμε. Φοβήθηκαν ότι θα τους κάνουμε σοβαρή επίθεση και τραβήχτηκαν λίγο πιο κάτω από το δρόμο. Εμείς όμως μόνο φωνές βάλαμε και δύο ομάδες έκαναν μερικά άλματα. Ο εχθρός φάνηκε ότι παραιτήθηκε από κάθε ενέργεια. Αυτό ήταν ανησυχητικό. Πέρασε όμως έτσι μια ώρα και τότε καταλάβαμε τι γίνονταν. Είχε στείλει άλλες δυνάμεις κάτω από τον κάμπο της Αχαΐας και από έναν καρρόδρομο τραβούσαν για τη Χαλανδρίτσα πίσω από εμάς. Είδαμε στον κάμπο τη σκόνη. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Μου έστειλε ο Σαρήγιαννης σημείωμα να τους χτυπώ με τα πολυβόλα. Ήταν μακρυά, μόλις - μόλις έφθαναν τα πυρά μας. Αυτοί προχωρούσαν. Ανάφερα στο Σαρήγιαννη ότι δεν γίνεται τίποτα. Τότε ο Σαρήγιαννης διέταξε να αποσυρθούμε. Η αποστολή μας είχε τελειώσει καλά.

Υποχωρήσαμε προς το χωριό Μπερδικώστα. Οι απώλειες μας ήταν μηδαμινές. Δύο νεκροί και τρεις ελαφρά τραυματισμένοι. Όταν πήγα εκεί ο Σαρήγιαννης ήταν ανήσυχος. Δεν ήξερε τι έγινε στη Χαλανδρίτσα. Μου γκρίνιαξε γιατί δεν συνέχισα να χτυπώ έστω και από μακρυά. Του είπα ότι πήγαιναν στράφι, ίσια που τους κάναμε αέρα να μην ιδρώνουν. Αυτός επέμενε και γω σώπασα. Πάνω στην ώρα ήρθε ο σύνδεσμος. Μας είπε ότι όλα τέλειωσαν καλά. Ενενήντα νεκροί χωροφύλακες. Μόνο δύο διέφυγαν. Δικοί μας τέσσερις τραυματίες. Υλικό άφθονο για ένα σύνταγμα. Τον ρωτήσαμε αν τους ενόχλησαν οι ενισχύσεις του εχθρού. Μας είπε ότι όταν αυτοί έμπαιναν στο χωριό, οι δικοί μας είχαν αποσυρθεί. Χαρήκαμε όλοι. Ο Σαρήγιαννης άρχισε να χαμογελά. Τότε είπε: «Ευτυχώς που δε χαλάσαμε όλες τις σφαίρες των πολυβόλων».

Ήρθε και ο Πέρδικας. Μας έφερε ευχάριστα νέα. Παραλίγο όμως να χτυπηθούν οι δικοί μας μέσα στο σκοτάδι μεταξύ τους. Τον ίδιο παραλίγο να τον σκοτώσει ο Γερμανάκος, Γιώργης Γεωργακόπουλος. Χωρίς να ξέρουν έπεσαν σε ένα καταυλισμό ανταρτόπληκτων. Τους αιφνιδίασαν και τους κυνήγησαν. Η ναρκοθέτηση του εργοστασίου δεν έγινε όπως έπρεπε και η ζημιά ήταν λίγη. Ο Πέρδικας σ’ αυτούς τους αιφνιδιασμούς ήταν μάνα καημένη. Τολμούσε πράγματα φοβερά μέσα στην καρδιά του εχθρού.

Από εκεί φύγαμε για το χωριό Μαζαράκι. Εκεί θα συναντούσαμε και τους άλλους. Τώρα ήταν τα ζόρια. Μετά από τόση κούραση, άντε ολονύκτιες πορείες να φθάσουμε στη Γορτυνία. Στου Μαζαράκι σμίξαμε με τους άλλους. Εκεί μάθαμε για τη μάχη. Έγινε όπως είχε σχεδιαστεί. Ο Κανελλόπουλος συγκέντρωσε επτά οπλοπολυβόλα και καθήλωσε με πυρά ένα οχυρό. Μετά δύο αντάρτες έρποντας πλησίασαν και τίναξαν δύο χειροβομβίδες μέσα από την πίσω πόρτα. Το οχυρό έπεσε χωρίς να λυθεί μύτη. Μετά χτύπησαν από πίσω ένα - ένα τα οχυρά. Αυτοί, όσοι πρόλαβαν μπήκαν στο κεντρικό κι εκεί πρόβαλαν γερή αντίσταση. Άρχισε πάλι να τους πιέζει με τον ίδιο τρόπο. Αυτοί όμως αντιστέκονταν, παρά την πίεση. Τότε σοφίστηκε ένα τέχνασμα.

Πριν αρχίσει την πίεση άφησε το πίσω μέρος της αστυνομίας, που οδηγούσε στη χαράδρα, ακάλυπτο. Συνέχισε την πίεση από μπρος τώρα μ’ όλα τα πυρά. Οι χωροφύλακες βρήκαν διέξοδο και εγκατέλειψαν την αστυνομία και πέσαν στη ρεματιά. Έπεσαν στη παγίδα. Πιο κάτω και πιο πάνω η ρεματιά ήταν κλεισμένη. Τότε υποχρεώθηκαν να πάρουν την πλαγιά. Εκεί πέθαναν όλοι. Οι αντάρτες τους φώναζαν να παραδοθούν. Μόνο δύο ή τρεις κατόρθωσαν να βγουν πάνω. ' Ισως κι αυτοί να πέθαναν.

Έτσι τελείωσε κι αυτή η επιχείρηση. Ήταν μια σπουδαία επιχείρηση και πολύ πετυχημένη. Οι απώλειές μας ήταν ασήμαντες. Οι απώλειες του εχθρού μεγάλες. Ενενήντα στη Χαλανδρίτσα και στις Κουμπάρες διπλάσιες και παραπάνω. Το μάτωμα ήταν τέτοιας έκτασης στις Κουμπάρες - Καλλιθέα, που ο εχθρός παρ’ ότι έβγαλε ακόμη και τους αστυφύλακες από την Πάτρα, αναγκάστηκε να σταματήσει τις επιθέσεις αν και είχε κινητοποιήσει περίπου τρεις χιλιάδες άνδρες και δεκαπέντε μηχανοκίνητα. Υλικό πήραμε μπόλικο. Αναπληρώσαμε αυτό που ξοδέψαμε και φορτώσαμε και είκοσι μουλάρια. Στο χωριό Μαζαράκι καθίσαμε δυό ώρες να ξεκουραστούμε. Το ρίξαμε στο πιοτό. Εκεί χωρίσαμε.

Ο Μπασακίδης με τις δυνάμεις του Αρχηγείου Αχαΐας - Ηλείας και το τάγμα του Ταΰγετου τράβηξαν για την Ηλεία. Εμείς για τον Ερύμανθο - Γορτυνία. Το πάθημα των Καλαβρύτων είχε γίνει μάθημα. Το τάγμα του Αρίστου θα έμενε στη βόρεια Πελοπόννησο για να βοηθήσει το νέο Αρχηγείο Αχαΐας - Ηλείας να δυναμώσει. Έμεινε εκεί όλο το καλοκαίρι. Έδωσαν πολλές μάχες και καθάρισαν όλη την ορεινή Αχαΐα - Ηλεία από τις μικροβάσεις. Έμεινε μαζί και ο Κανελλόπουλος και ο Γκιουζέλης. Το ΙΙο τάγμα Ταΰγετου δηλ. το τάγμα Καμαρινού ακολουθούσε την διοίκηση της μεραρχίας γι’ αυτό στις μάχες ουσιαστικά το διοικούσε ο Κανελλόπουλος όπως και στη μάχη της Χαλανδρίτσας έτσι και στις άλλες που έδωσε.

Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger