{[['']]}
Αποσπάσματα απ' το βιβλίο του Τάσου Κατσαρού "Μια απόφαση. Μάχομαι μέχρι το τέλος".
Στην Ελλάδα, από τη συμφωνία της Βάρκιζας ως τις 31 Μαρτίου, που άρχισε επίσημα ο εμφύλιος πόλεμος με την επίθεση των ανταρτών στο αστυνομικό τμήμα Λιτόχωρου, υπήρχαν επίσημα 1.289 δολοφονίες αριστερών και δημοκρατικοί πολιτών, 6.671 τραυματισμοί, 31.632 βασανισμοί, 18.767 λεηλασίες και φυλακίσεις, 84.931 συλλήψεις, 509 απόπειρες δολοφονίας, 265 βιασμοί και πράξεις βίας κατά γυναικών.
Ξεκινώντας μια γρήγορη ανασκόπηση, μπορούμε να πούμε ότι, από ταξική πλευρά, οι περισσότεροι αντάρτες προέρχονταν από τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις, δηλαδή ήταν εργάτες και εμποροϋπάλληλοι. Ένα μεγάλο τμήμα των ανταρτών αποτελούταν επίσης από αγρότες, εφόσον το μεγαλύτερο μέρος της χώρας ήταν αγροτικές εκτάσεις, ακόμα και μέσα στις πόλεις. Αργότερα, μετά τον πόλεμο, έγιναν στη χώρα μας, όπως και σε πολλές άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, προσπάθειες εκβιομηχάνισης, με βάση το σχέδιο Μάρσαλ. Έτσι ονομάστηκε το πρόγραμμα αποκατάστασης και ανάπτυξης της Δυτικής Ευρώπης, με σκοπό το δέσιμο αυτών των χωρίον στο αμερικάνικο άρμα. (Το πόσο ισχυρό και σημαντικό ήταν το σχέδιο Μάρσαλ και το πόσο επηρέασε το δρόμο που ακολούθησε η χώρα μας, θα το αναφέρουμε επιγραμματικά λίγο πριν το τέλος του κεφαλαίου αυτού). Μέχρι εκείνη την περίοδο η οικονομία της χώρας ήταν σε μεγάλο βαθμό αγροτική. Με την κήρυξη του πολέμου από τη Γερμανία, άρχισαν να εμφανίζονται δειλά-δειλά κάποιες ομάδες αντίστασης-σαμποτέρ.
Αργότερα, το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας μπήκε στο Ε.Α.Μ. Στην αρχή, το Ε.Α.Μ. κατάφερε να σπάσει τον αποκλεισμό τροφίμων, λόγω του οποίου, το χειμώνα του 1941, πέθαναν δεκάδες χιλιάδες κόσμου από την πείνα στην Αθήνα και στις άλλες μεγάλες πόλεις.
Το Ε.Α.Μ. ανάγκασε τους Γερμανούς κατακτητές να δώσουν συσσίτια στο λαό. Ένα σημαντικό συλλαλητήριο που απέτρεψε την πολιτική επιστράτευση από τον Χίτλερ, ήταν αυτό που έγινε στις 5 Μαρτίου του 1943. Σ' αυτό το συλλαλητήριο ο λαός θρήνησε 13 νεκρούς και 134 τραυματίες. Αργότερα οργανώθηκε ένα επίσης σημαντικό συλλαλητήριο από το Ε.Α.Μ., που ματαίωσε την κάθοδο των βουλγάρων κατακτητών στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (Ιούλιο του 1943), το οποίο είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 29 αγωνιστών και τον τραυματισμό άλλων 195. Εκείνη την περίοδο περίπου, οργανώθηκε και η ένοπλη αντίσταση κατά των κατακτητών και των συνεργατών τους. Έγιναν σαμποτάζ σε στρατιωτικές και πολιτικές μονάδες, έγιναν εκτελέσεις δοσίλογων από την κατοχική Ο.Π.Λ.Α., που ανακούφισαν τον πληθυσμό, και αργότερα κανονικές μάχες με τους Γερμανούς, οι οποίοι είχαν τεράστια υπεροπλία, λόγω της πολεμικής βιομηχανίας που είχαν υπό τον έλεγχο τους, σε όλη σχεδόν τη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη.
Φυσικά κανένα κίνημα, ούτε το Ε.Α.Μ., θα μπορούσε να σταθεί χωρίς τη λαϊκή υποστήριξη σε ύπαιθρο και πόλεις. Ο λαός ήταν αυτός που τροφοδοτούσε τον Ε.Λ.Α.Σ., έδινε πληροφορίες για τον κατακτητή και τους συνεργάτες του, πληροφορίες για διάφορα περάσματα, βοηθούσε στο κρύψιμο αγωνιστών. Κι όλα αυτά, βέβαια, έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή των αγωνιστών και των δικών τους ανθρώπου.
Πριν από τη δικτατορία του Μεταξά, στις εκλογές που είχαν γίνει το 1936, το Κ.Κ.Ε., το οποίο κατέβηκε με το Συνασπισμό Παλλαϊκού Μετώπου (δημιουργία του Αγροτικού κόμματος), είχε πάρει εκλογικά 5,7%. Με τη δικτατορία του Μεταξά, το Κ.Κ.Ε. είχε διαλυμένο μηχανισμό με δύο κεντρικές επιτροπές και δύο Ριζοσπάστες. Ο ένας ήταν της Ασφάλειας, η οποία είχε φυλακίσει τα πιο μαχητικά στελέχη στην Ακροναυπλία και στην Αίγινα. Πολλά από αυτά τα στελέχη παραδόθηκαν από την κυβέρνηση Μεταξά στους Γερμανούς και εκτελέστηκαν. Αυτό το Κ.Κ.Ε., λοιπόν, βρέθηκε ξαφνικά να καθοδηγεί ένα ολόκληρο κίνημα, έναν λαό.
Σ' αυτό το σημείο πρέπει να τονίσουμε ότι στην πρωτοπορία για την οργάνωση της αντίστασης στη χώρα μας, όπως και σε όλη την Ευρώπη, όπου υπήρξε αντίσταση, βρέθηκαν τα Κομμουνιστικά Κόμματα. Αργότερα, με τις συμφωνίες που έγιναν μεταξύ των αντάρτικων δυνάμεων και των Άγγλων, υπήρξε κάποια συνεργασία σε επιχειρησιακό επίπεδο, χωρίς βέβαια, οι τελευταίοι να ξεχνάνε να ενισχύουν περισσότερο τον Ε.Δ.Ε.Σ., τον κυριότερο αντίπαλο του Ε.Λ.Α.Σ. Τον καθοδηγούσαν μάλιστα έτσι, ώστε να τον ωθούν σε σύγκρουση με τον Ε.Λ.Α.Σ. Φυσικά, σκοπός των Άγγλων ήταν να βάλουν τη χώρα κάτω από το δικό τους έλεγχο. Δεν ήταν λίγες οι μάχες που έγιναν μεταξύ των δύο αντάρτικοι οργανώσεων. Έτσι, με την απελευθέρωση της χώρας από τους Γερμανούς, οι Άγγλοι έκαναν ανοιχτή εισβολή στην Αθήνα και σε συνεργασία με ταγματασφαλίτες, τους οποίους απελευθέρωσαν από τις φυλακές, υποχρέωσαν τον Ε.Λ.Α.Σ. σε ήττα και οπισθοχώρηση γύρω από την Αθήνα, το Φεβρουάριο του 1945.
Τι να πούμε τώρα για την ανικανότητα της ηγεσίας εκείνα τα χρόνια, που στην κρίσιμη στιγμή έστειλε τον Άρη στην Ήπειρο, για να διαλύσει τα τμήματα του Ζέρβα! Κατ' άλλους, η οπορτουνιστική τάση της ηγεσίας είχε ξεκινήσει αρκετά νωρίτερα, με τη συνεργασία που έγινε με τους Άγγλους. Πιο συγκεκριμένα» η συνθήκη του Λιβάνου που έγινε στις 20 Μαΐου του 1944, μεταξύ της εξόριστης Ελληνικής κυβέρνησης, της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (Π.Ε.Ε.Α.), του Κ.Κ.Ε.. των υπόλοιπων κομμάτων, του Ε.Α.Μ. και του Ε.Λ.Α.Σ., πρόβλεπε τα εξής: διάλυση όλων των ένοπλων ομάδων, δημιουργία ενιαίου στρατού, δημοψήφισμα για το πολίτευμα και συγκρότηση κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Έτσι, οι λαϊκές δυνάμεις υποτίμησαν την ισχύ τους και έκαναν παραχωρήσεις που δεν ανταποκρίνονταν στις πραγματικές τους δυνάμεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, για επιστροφή της εξόριστης κυβέρνησης στην Ελλάδα και έδωσε τη δυνατότητα στην άκρα δεξιά να εξαπολύσει τρομοκρατία, με στηρίγματα Βρετανικά στρατεύματα.
Η κατρακύλα, όμως. της τότε ηγεσίας δεν είχε σταμάτημα. Στις 26 Σεπτεμβρίου του 1944 πραγματοποιήθηκε μια άλλη Συνθήκη, η γνωστή σε όλους Συνθήκη της Καζέρτας. Σ' αυτήν πήραν μέρος: ο Στρατηγός Σκόμπυ, ο Βρετανός Υπουργός Μέσης Ανατολής, ο Άγγλος πρεσβευτής στην Ελλάδα, ο Αρχιστράτηγος Συμμαχικών δυνάμεων της Μεσογείου, ο τότε Πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, αντιπροσωπεία του Ε.Α.Μ.- Ε.Λ.Α.Σ. και, φυσικά, ο Ζέρβας από τον Ε.Δ.Ε.Σ.
Η Συνθήκη αυτή σε γενικές γραμμές προέβλεπε: πρώτον, όλες οι αντάρτικες δυνάμεις να βρίσκονται υπό τις διαταγές της Ελληνικής κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας και η Ελληνική κυβέρνηση να θέσει τις δικές της δυνάμεις υπό τις διαταγές του Σκόμπυ. Δεύτερον, τα τάγματα ασφαλείας να θεωρηθούν εχθρικοί σχηματισμοί, εκτός εάν παραδίνονταν στο Στρατηγό, Διοικητή των Ελληνικών δυνάμεων. Τρίτον, οι αρχηγοί των Ελλήνων ανταρτών υποσχέθηκαν ότι θα απαγόρευαν κάθε απόπειρα των μονάδων τους να αναλάβουν την εξουσία στα χέρια τους. Εάν γινόταν κάτι τέτοιο. οι πράξεις αυτές θα χαρακτηρίζονταν ως εγκληματικές και θα τιμωρούνταν ανάλογα.
Ως αβίαστο συμπέρασμα βγαίνει, ότι ο Σκόμπυ έδινε ρητές και κατηγορηματικές διαταγές, σαν να απευθυνόταν σε κάποια αποικία της Αγγλίας. Έτσι, μ' αυτό τον τρόπο, προδιέγραψε το τέλος των αγωνιστών που επιθυμούσαν να κρατήσουν μια αξιοπρεπή στάση. Λόγω των παραπάνω σφαλμάτων, το Ε.Α.Μ. έδωσε τη δυνατότητα στους Άγγλους να κάνουν ανοιχτή εισβολή στην Αθήνα το Δεκέμβρη του 1944 και έπειτα από σκληρές μάχες, υποχρέωσαν τον Ε.Λ.Α.Σ. σε ήττα και οπισθοχώρηση έξω από την Αθήνα. Στη συνέχεια, το Ε.Α.Μ. συνθηκολόγησε με τους Άγγλους και αφόπλισε τις μονάδες του, παρόλο που είχε το υπόλοιπο μέρος της επικράτειας στα χέρια του. Έτσι, στις 12 Φεβρουαρίου του 1945 υπόγραψε μια ταπεινωτική συμφωνία, γνωστή ως Συμφωνία της Βάρκιζας.
Με την ονομασία αυτή είναι γνωστή η συμφωνία που υπογράφτηκε στις 12 Φεβρουαρίου του 1945, στο παραλιακό θέρετρο της Αττικής, στη Βάρκιζα, ανάμεσα σε αντιπροσώπους του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (Ε.Α.Μ.) της Ελλάδας, (Γιώργος Σιάντος, γραμματέας της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε., Δημήτριος Παρτσαλίδης, γραμματέας της Κ.Ε. του Ε.Α.Μ. και Ηλίας Τσιριμώκος, Γεν. Γραμματέας της ΕΛΔ) και την Ελληνική κυβέρνηση, την οποία εκπροσωπούσαν οι: Ιωάννης Σοφιανόπουλος, υπουργός Εξωτερικών, Περικλής Ράλλης, υπουργός Εσωτερικών και Ιωάννης Μακρόπουλος, υπουργός Γεωργίας.
Η συμφωνία έθετε οριστικό τέρμα στις επιχειρήσεις των τμημάτων του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (Ε.Λ.Α.Σ.) από το ένα μέρος, και των αγγλικών στρατευμάτων από το άλλο, τα οποία είχαν αποβιβαστεί τον Οκτώβριο του 1944 στην Ελλάδα.
Με τη συμφωνία της 12ης Φεβρουαρίου του 1945, η ελληνική κυβέρνηση αναλάμβανε την υποχρέωση, συμφωνά με τις δημοκρατικές αρχές, να εξασφαλίσει την ελεύθερη εκδήλωση των κοινωνικών και πολιτικών φρονημάτων των πολιτών, με την κατάργηση όλων των ανελεύθερων νόμων και την εξασφάλιση των ατομικών ελευθεριών, της ελευθερίας του τύπου, του συνέρχεστε, του συνεταιρίζεστε. Η συμφωνία προέβλεπε επίσης την άμεση κατάργηση του στρατιωτικού νόμου, την αποστράτευση των μόνιμων και εφεδρικών δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ., του Ε.Λ.Α.Ν. και της Εθνικής Πολιτοφυλακής και τη συγκρότηση Εθνικού στρατού, με το κάλεσμα κλάσεων και την εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού, δηλαδή: δημόσιων υπαλλήλων, υπαλλήλων προσώπων Δημοσίου Δικαίου, δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων, άλλων υπηρεσιών των Σωμάτων Ασφαλείας, Χωροφυλακής και Αστυνομίας πόλεων, με κριτήρια την επαγγελματική επάρκεια, το χαρακτήρα και το ήθος και κατά πόσο συνεργάστηκαν ή χρησιμοποιήθηκαν από τον κατακτητή. Η συμφωνία καθόριζε τη διενέργεια ελεύθερου δημοψηφίσματος και εκλογών Συντακτικής Συνέλευσης το 1945. Χορηγούνταν αμνηστία μόνο στα «πολιτικά αδικήματα τελεσθέντα από 3η; Δεκεμβρίου 1944 μέχρι την υπογραφή της συμφωνίας» και εξαιρούνται από την αμνηστία «τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας». Το πρωτόκολλο παράδοσης οπλισμού που υπογράφηκε από τον Ε.Λ.Α.Σ. είναι το εξής:
1) Πυροβόλα διαφόρων τύπων 100
2) Όλμοι ομαδικοί 81
3) Όλμοι ατομικοί 138
4) Πυροβόλα 419
5) Οπλοπολυβόλα 1.412
6) Αυτόματα τυφέκια 713
7) Τυφέκια και πιστόλια 48.973
8) Τυφέκια αντιαρματικά 57
9) Συσκευές ασυρμάτων 17
Οι δυνάμεις του Ε.Α.Μ - Ε.Λ.Α.Σ., τηρώντας τη Συμφωνία της Βάρκιζας, παρέδωσαν τον οπλισμό των τμημάτων τους και προσανατολίζονταν προς την ομαλή εξέλιξη της κατάστασης. Οι αντιδραστικές όμως δυνάμεις, παραβαίνοντας ανοιχτά τη Συμφωνία, εξαπέλυσαν τρομοκρατία κατά των δυνάμεων της Εθνικής Αντίστασης, γεγονός που οδήγησε στην τραγική περίοδο του εμφυλίου πολέμου.
Έτσι, απ' τα χέρια του Ε.Λ.Α.Σ. τα όπλα πέρασαν στα χέρια των παρακρατικών και των ταγματασφαλιτών. οι οποίοι άρχισαν να οργιάζουν με τη ανοχή της Αστυνομίας, μέχρι το Μάρτη του 1946, παραμονή των εκλογών, όταν με την αποχή του Κ.Κ.Ε. και των άλλων μικρών κομμάτων της αριστεράς, άρχισε ο εμφύλιος, με την επίθεση στο αστυνομικό τμήμα Λιτόχωρου. Ήταν, όμως, πολύ αργά. Όχι μόνο γιατί τα περισσότερα όπλα τα είχε στα χέρια του το παρακράτος. 'Οχι μόνο γιατί τα πιο μαχητικά στελέχη ήταν εξόριστα ή φυλακισμένα και περίμεναν δίκες από Στρατοδικεία. Άλλα κυρίους, γιατί δεν μπορείς να αφοπλίζεις έναν λαό, να του λες ότι μέχρι εδώ ήταν, και ότι από δω και μπρος θα πρέπει να δουλέψει μαζί με την αστική τάξη για την προκοπή της χώρας και στο παρά πέντε να τον καλείς να πάρει ξανά τα όπλα.
Από ιδεολογική πλευρά, το Σύστημα κατάφερε να κρατήσει τις κοινωνικές τάξεις που ήθελε να έχει μαζί του. Μπορεί, δηλαδή, στο Ε.Α.Μ., το 80% όσων συμμετείχαν, να ήταν εργάτες, αγρότες, μικρέμποροι, κληρικοί, ακόμη και μεγαλέμποροι, στον εμφύλιο, όμως, το Σύστημα κατάφερε να πείσει αρκετό κόσμο, ψευδώς βέβαια, ότι αρχικός σκοπός των κομμουνιστών ήταν να καταλάβουν την εξουσία και όχι να διώξουν τον κατακτητή. Κατάφεραν να περάσουν το μήνυμα ότι οι κομμουνιστές ήθελαν να φέρουν τα πάνω κάτω στην πατρίδα, στην θρησκεία και στην οικογενειακή γαλήνη των πολιτών. Στην καλύτερη περίπτωση, έλεγαν ότι απελευθερώθηκε μεν η Ελλάδα, αλλά τώρα έπρεπε να δουλέψουν όλοι μαζί ενάντια στην απειλή από το Βορρά. Εξάλλου η χώρα μας είχε τώρα έναν ισχυρό σύμμαχο, τις Η.Π.Α.
Είναι πρωτόγνωρο στην ιστορία, ο στρατιωτικός ηγέτης ενός απελευθερωτικού κινήματος μιας χώρας, όπως ήταν ο Αρης Βελουχιώτης, να αποκηρύσσεται από την ίδια την πολιτική του ηγεσία και τελικά να εξοντώνεται μ' αυτό τον τρόπο. Μετά από αυτήν την κατάσταση πώς να ξεσηκωθεί ξανά ο λαός; Έτσι, εκείνα τα πέτρινα χρόνια, ήταν λογικό να ξεσηκωθεί το πιο προχωρημένο τμήμα του κινήματος, οι καταδιωγμένοι αγωνιστές, αυτοί που πίστευαν στην κοινωνική επανάσταση και ήταν προετοιμασμένοι για όλα. Τώρα, όμως, είχαν απομείνει πολλοί λιγότεροι. Γιατί από την επίθεση στο αστυνομικό τμήμα του Λιτόχωρου, μέχρι την κανονική έναρξη του εμφυλίου, πέρασε αρκετός καιρός, τόσος όσος χρειαζόταν κράτος και παρακράτος για να εξοπλιστούν, για να γίνουν βίαιες στρατολόγησεις από το στρατό και να ξεκόψουν τις περιοχές εφοδιασμού του Δημοκρατικού Στρατού. Έφτασαν μάλιστα στο σημείο να ξεσπιτώσουν χωρικούς μαζικά, γιατί πίστευαν ότι ο Δ.Σ. θα μπορούσε να στρατολογηθεί και να ανεφοδιαστεί ακόμη κι από αυτούς. Γνωστό είναι, άλλωστε, το παράδειγμα του Καραβάν Σαράι.
Αυτά γίνονταν στην Ελλάδα του '48-'49, όταν κάποιοι υπόσχονταν σε υψηλόβαθμα στελέχη του Δ.Σ., 3000 σοβιετικά κανόνια και αεροπλάνα που, φυσικά, δεν ήρθαν ποτέ. Κι όλα αυτά, σύμφωνα με ομολογίες κορυφαίων στρατιωτικών στελεχών του Δ.Σ.
Όσον αφορά τα πραγματικά μεγέθη, την πραγματική κατάσταση στη στρατιωτική αντιπαράθεση, τα πράγματα έχουν ως εξής: στην επιχείρηση του Εθνικού Στρατού «Πύραυλος», η οποία έγινε στη Στερεά Ελλάδα την 1η Μαΐου του 1949, ο κυβερνητικός στρατός είχε στη διάθεση του 70.000 άνδρες, 140 κανόνια και 60 αεροπλάνα, ενώ οι αντάρτες αντιπαρέθεσαν το πολύ 5.000 ενόπλους και περίπου δυο με τρεις χιλιάδες περιφερόμενους, άοπλους άνδρες που τους θέριζε η πείνα. Με τέτοια διαφορά, λοιπόν, λογικό ήταν να πέσει η Ρούμελη, με τον ηρωικό χαμό του αρχηγού της Αλέξανδρου, (Διαμαντή) στις 21 Ιουνίου 1949.Το ίδιο είχε συμβεί λίγους μήνες πριν, με μικρότερο αριθμό μαχητών, στην Πελοπόννησο. Η επιχείρηση είχε ονομαστεί «Περιστερά». Κι εδώ οι αντάρτες πολέμησαν μέχρι το τέλος. Κι εδώ είχαμε τον ηρωικό θάνατο του Στρατηγού της Μεραρχίας Στέφανου Γκιουζέλη, τον Ιανουάριο του 1949.
Συνοπτικά, φτάνουμε στην τελική σύγκρουση στο Βίτσι-Γράμμου. Η διαφορά στρατιωτικών δυνάμεων ήταν τεράστια. Άλλη μια άνιση μάχη δόθηκε σε έναν άνισο πόλεμο. Αυτή τη φορά, όμως ήταν καθοριστική. Τον Ιούλιο του 1949 η Εθνική Στρατιά είχε συγκροτηθεί μπροστά στο Γράμμο-Βίτσι. Την αποτελούσε 150.000 στρατός, ενισχυμένος με καινούρια βομβαρδιστικά «Helldivers», συν τα εκατό που υπήρχαν από πριν, τα οποία δεν σταμάτησαν να ρίχνουν βόμβες «Ναpalm». Ας σημειωθεί ότι αυτή ήταν η πρώτη φορά που οι Αμερικάνοι χρησιμοποίησαν τις παραπάνω βόμβες. Τέλος, ο Εθνικός Στρατός είχε στη διάθεση του 200 άρματα, 150 πεδινά και ορειβατικά κανόνια και αξιόλογο αριθμό μοιρών καταδρομών.
Από την άλλη πλευρά, οι δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού δεν ξεπερνούσαν τους 11.500 μαχητές, τα 50 ορειβατικά και ορεινά κανόνια και μερικές δεκάδες αντιαρματικά και αντιαεροπορικά (σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του Γ.Ε.Σ.).
Μετά από σκληρές μάχες το Βίτσι έπεσε. Παρόλα αυτά, μεγάλο τμήμα των ανταρτών, περίπου 2.500 άνδρες, έκαναν ελιγμό στο Γράμμο, μην κάνοντας έτσι το χατίρι του στρατού που πίστευε ότι ο πόλεμος θα τελείωνε εκεί. Έτσι, o πόλεμος συνεχίστηκε για λίγο ακόμη στο Γράμμο, μέχρι τις 27 Αυγούστου, όταν ήρθε και η οριστική ήττα των ανταρτών.
Κλείνοντας αυτό το κεφάλαιο δε θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε στο σχέδιο Μάρσαλ, το οποίο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην τελική έκβαση που είχε ο εμφύλιος πόλεμος, συντελώντας στο δέσιμο της Ελλάδας στο άρμα των Αμερικάνων και της Δύσης γενικότερα. Πήρε τ' όνομα του από τον Τζώρτζ Μάρσαλ Κάτλετ (1880, Γούνιον τάουν, 1959 Ουάσινγκτον). Αμερικάνος στρατηγός και πολιτικός. Ήταν αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού των H.Π.Α. από το 1939 ως το 1945.
Συμμετείχε στις σπουδαιότερες διεθνείς διασκέψεις του Β' Παγκοσμίου πολέμου (1939-1945) στην Τεχεράνη, στη Γιάλτα, στο Πότσδαμ και αλλού. Ως υπουργός εξωτερικών των Η.Π.Α. ήταν από τους αρχιτέκτονες της πολιτικής του «ψυχρού πολέμου». Έλαβε ενεργό μέρος στην επεξεργασία του «δόγματος Τρούμαν» και του προγράμματος Αμερικάνικης «βοήθειας» στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, απ' όπου πήρε και το όνομα του το σχέδιο Μάρσαλ.
Έτσι ονομάστηκε το πρόγραμμα αποκατάστασης και ανάπτυξης της Ευρώπης μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο (1939-1945), με τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας από τις Η.Π.Α. Σκοπό είχε να στηρίξει τις κατεστραμμένες, από τον πόλεμο, χώρες του καπιταλισμού στη Δ. Ευρώπη, να εμποδίσει τις κοινωνικές αλλαγές στην Ευρώπη και να δημιουργήσει ενιαίο μέτωπο εναντίον απελευθερωτικών κινημάτων και της Ε.Σ.Σ.Δ.
Το σχέδιο Μάρσαλ και το λεγόμενο «δόγμα Τρούμαν» προηγήθηκαν -και διευκόλυναν τη δημιουργία του επιθετικού σχηματισμού ΝΑΤΟ (1949). Η ιδέα του σχεδίου Μάρσαλ διατυπώθηκε από τον υπουργό Εξωτερικών Τζ. Κ, Μάρσαλ στην ομιλία του στις 5 Ιουλίου του 1947 στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.
Πρόταση για να συμμετέχουν στο σχέδιο Μάρσαλ έγινε και σε χώρες των Λαϊκών Δημοκρατιών, οι οποίες, όμως, την απέρριψαν κατηγορηματικά. Συγκατατέθηκαν να συμμετέχουν σ' αυτό 16 καπιταλιστικά κράτη: Μ. Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Ελβετία, Σουηδία, Νορβηγία, Δανία, Ιρλανδία, Ισλανδία, Πορτογαλία, Αυστρία, Ελλάδα και Τουρκία.
Το σχέδιο Μάρσαλ μπήκε σε εφαρμογή τον Απρίλη του 1948, περίοδο κατά την οποία μπήκε σε ισχύ και στις Η.Π.Α. ο νόμος του τετραετούς προγράμματος «βοήθεια σε ξένα κράτη», ο οποίος προέβλεπε τη χορήγηση βοήθειας στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες με διμερείς συμφωνίες. Οι συμφωνίες υπογράφηκαν το 1948 με όλες τις προαναφερόμενες χώρες, εκτός από την Ελβετία, η οποία αρνήθηκε να υπογράψει τέτοιες συμφωνίες, παρόλο που συμμετείχε στο σχέδιο Μάρσαλ. Με βάση αυτές τις συμφωνίες οι χώρες που συμμετείχαν στο σχέδιο Μάρσαλ, υποχρεώνονταν: να βοηθήσουν στην ανάπτυξη της «ελεύθερης επιχειρηματικότητας», να ενθαρρύνουν τις Αμερικάνικες ιδιωτικές επενδύσεις, να συνεργαστούν για τη μείωση των τελωνιακών δασμών, να εφοδιάζουν τις Η.Π.Α. με εμπορεύματα τα οποία χρειάζονταν, να εξασφαλίσουν οικονομική σταθερότητα, να δημιουργήσουν ειδικά κεφάλαια σε εθνικό νόμισμα με την αμερικάνικη βοήθεια, η δαπάνη των οποίων θα βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των Η.Π.Α., και να παρουσιάζουν κανονικούς απολογισμούς.
Τέλος, η βοήθεια παρεχόταν από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό των Η.Π.Α. με τη μορφή δωρεών, επιχορηγήσεων και δανείων. Από τον Απρίλιο του 1948 μέχρι το Δεκέμβριο του 1951, οι Η.Π.Α. δαπάνησαν για το σχέδιο Μάρσαλ περίπου 17 δις δολάρια, από τα οποία το 60% πήραν η Μ. Βρετανία, η Γαλλία, η Ιταλία και με τη συμφωνία Η.Π.Α. - ΟΔΓ του 1949 η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.
Στις 30 Δεκεμβρίου του 1951 το σχέδιο Μάρσαλ έπαυσε επίσημα να ισχύει και αντικαταστάθηκε με το νόμο «για αμοιβαία κατοχύρωση της ασφάλειας» (•ψηφίστηκε από το Κογκρέσο στις 10 Οκτωβρίου 1951), που προέβλεπε ταυτόχρονη παροχή στρατιωτικής και πολιτικής βοήθειας.
Όπως φαίνεται, λοιπόν, η τύχη της Ελλάδας, όπως και των παραπάνω χωρίον που αναφέρθηκαν, κρίθηκε μακριά απ' τη χώρα. Ήταν πολύ δύσκολο ν' αφήσουν οι ξένοι ιμπεριαλιστές να χαθεί η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης και του πλούτου που μπορούσε να παράγει η χώρα αυτή.
Όσον αφορά το Κ.Κ.Ε., πράγματι καθοδήγησε μια κοινωνική επανάσταση, μαζί με ένα μεγάλο τμήμα του λαού που ακολούθησε αυτό το δρόμο. Πρέπει να πούμε, όμως, ότι το άπειρο τότε Κ.Κ.Ε., βρέθηκε μπροστά σε πολλά και δύσκολα ζητήματα, τα οποία κλήθηκε να επιλύσει μόνο του, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Έτσι δικαιολογούνται τα σφάλματα και οι παρεκτροπές της ηγεσίας του. Αυτό ομολογούν οι περισσότεροι ιστορικοί αναλυτές, αλλά και παλιοί αριστεροί αγωνιστές που έζησαν εκείνη την περίοδο.
Είναι σίγουρο ότι από την έναρξη ακόμα των γεγονότων, το στρατιωτικό τμήμα του κινήματος, έπρεπε να συμμετείχε πιο ενεργά στη λήψη αποφάσεων, διότι αυτό θυσιαζόταν καθημερινά στο πεδίο των μαχών. Αν τον πόλεμο τον κέρδιζαν οι ήρωες, θα τον είχε κερδίσει σίγουρα ο Δημοκρατικός Στρατός, που ήταν κατά βάση εθελοντικός. Αντίθετα, αν ο Εθνικός Στρατός περίμενε να στρατολογηθεί εθελοντικά, ίσως να μην κατάφερνε να μαζέψει ούτε ένα τάγμα!
Η τραγική κατάληξη του εμφυλίου θα μπορούσε να είχε αποτραπεί, αν η πολιτική ηγεσία του Κ.Κ.Ε. κρατούσε ξεκάθαρη στάση από την αρχή και αν χρησιμοποιούσε αυτή τους Αγγλους αντί να χρησιμοποιηθεί απ' αυτούς.
Η άποψη κάποιων ότι αν έκανε ανοιχτή επέμβαση η Σοβιετική Ένωση, τα πράγματα θα είχαν πάρει άλλο δρόμο, είναι τουλάχιστον εξωπραγματική. Όπως φάνηκε αργότερα, όταν ξεκαθάρισαν τα πράγματα, η Σοβιετική Ένωση δε θα διακινδύνευε ποτέ έναν παγκόσμιο πόλεμο για χάρη της Ελλάδας και εκείνη την περίοδο ήθελε να μάζεψει τα ερείπια της, να ανασυνταχθεί, να οργάνωσει και να αναπτύξει τη δική της οικονομία. Έτσι φτάσαμε σ' αυτά τα τραγικά αποτελέσματα του εμφυλίου, τόσο για την αριστερά, όσο και για τη χώρα μας, που γύρισαν την Ελλάδα πολλά χρόνια πίσω και στιγμάτισαν τη ζωή πολλών ανθρώπων για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες.
Στην Ελλάδα, από τη συμφωνία της Βάρκιζας ως τις 31 Μαρτίου, που άρχισε επίσημα ο εμφύλιος πόλεμος με την επίθεση των ανταρτών στο αστυνομικό τμήμα Λιτόχωρου, υπήρχαν επίσημα 1.289 δολοφονίες αριστερών και δημοκρατικοί πολιτών, 6.671 τραυματισμοί, 31.632 βασανισμοί, 18.767 λεηλασίες και φυλακίσεις, 84.931 συλλήψεις, 509 απόπειρες δολοφονίας, 265 βιασμοί και πράξεις βίας κατά γυναικών.
Ξεκινώντας μια γρήγορη ανασκόπηση, μπορούμε να πούμε ότι, από ταξική πλευρά, οι περισσότεροι αντάρτες προέρχονταν από τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις, δηλαδή ήταν εργάτες και εμποροϋπάλληλοι. Ένα μεγάλο τμήμα των ανταρτών αποτελούταν επίσης από αγρότες, εφόσον το μεγαλύτερο μέρος της χώρας ήταν αγροτικές εκτάσεις, ακόμα και μέσα στις πόλεις. Αργότερα, μετά τον πόλεμο, έγιναν στη χώρα μας, όπως και σε πολλές άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, προσπάθειες εκβιομηχάνισης, με βάση το σχέδιο Μάρσαλ. Έτσι ονομάστηκε το πρόγραμμα αποκατάστασης και ανάπτυξης της Δυτικής Ευρώπης, με σκοπό το δέσιμο αυτών των χωρίον στο αμερικάνικο άρμα. (Το πόσο ισχυρό και σημαντικό ήταν το σχέδιο Μάρσαλ και το πόσο επηρέασε το δρόμο που ακολούθησε η χώρα μας, θα το αναφέρουμε επιγραμματικά λίγο πριν το τέλος του κεφαλαίου αυτού). Μέχρι εκείνη την περίοδο η οικονομία της χώρας ήταν σε μεγάλο βαθμό αγροτική. Με την κήρυξη του πολέμου από τη Γερμανία, άρχισαν να εμφανίζονται δειλά-δειλά κάποιες ομάδες αντίστασης-σαμποτέρ.
Αργότερα, το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας μπήκε στο Ε.Α.Μ. Στην αρχή, το Ε.Α.Μ. κατάφερε να σπάσει τον αποκλεισμό τροφίμων, λόγω του οποίου, το χειμώνα του 1941, πέθαναν δεκάδες χιλιάδες κόσμου από την πείνα στην Αθήνα και στις άλλες μεγάλες πόλεις.
Το Ε.Α.Μ. ανάγκασε τους Γερμανούς κατακτητές να δώσουν συσσίτια στο λαό. Ένα σημαντικό συλλαλητήριο που απέτρεψε την πολιτική επιστράτευση από τον Χίτλερ, ήταν αυτό που έγινε στις 5 Μαρτίου του 1943. Σ' αυτό το συλλαλητήριο ο λαός θρήνησε 13 νεκρούς και 134 τραυματίες. Αργότερα οργανώθηκε ένα επίσης σημαντικό συλλαλητήριο από το Ε.Α.Μ., που ματαίωσε την κάθοδο των βουλγάρων κατακτητών στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (Ιούλιο του 1943), το οποίο είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 29 αγωνιστών και τον τραυματισμό άλλων 195. Εκείνη την περίοδο περίπου, οργανώθηκε και η ένοπλη αντίσταση κατά των κατακτητών και των συνεργατών τους. Έγιναν σαμποτάζ σε στρατιωτικές και πολιτικές μονάδες, έγιναν εκτελέσεις δοσίλογων από την κατοχική Ο.Π.Λ.Α., που ανακούφισαν τον πληθυσμό, και αργότερα κανονικές μάχες με τους Γερμανούς, οι οποίοι είχαν τεράστια υπεροπλία, λόγω της πολεμικής βιομηχανίας που είχαν υπό τον έλεγχο τους, σε όλη σχεδόν τη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη.
Φυσικά κανένα κίνημα, ούτε το Ε.Α.Μ., θα μπορούσε να σταθεί χωρίς τη λαϊκή υποστήριξη σε ύπαιθρο και πόλεις. Ο λαός ήταν αυτός που τροφοδοτούσε τον Ε.Λ.Α.Σ., έδινε πληροφορίες για τον κατακτητή και τους συνεργάτες του, πληροφορίες για διάφορα περάσματα, βοηθούσε στο κρύψιμο αγωνιστών. Κι όλα αυτά, βέβαια, έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή των αγωνιστών και των δικών τους ανθρώπου.
Πριν από τη δικτατορία του Μεταξά, στις εκλογές που είχαν γίνει το 1936, το Κ.Κ.Ε., το οποίο κατέβηκε με το Συνασπισμό Παλλαϊκού Μετώπου (δημιουργία του Αγροτικού κόμματος), είχε πάρει εκλογικά 5,7%. Με τη δικτατορία του Μεταξά, το Κ.Κ.Ε. είχε διαλυμένο μηχανισμό με δύο κεντρικές επιτροπές και δύο Ριζοσπάστες. Ο ένας ήταν της Ασφάλειας, η οποία είχε φυλακίσει τα πιο μαχητικά στελέχη στην Ακροναυπλία και στην Αίγινα. Πολλά από αυτά τα στελέχη παραδόθηκαν από την κυβέρνηση Μεταξά στους Γερμανούς και εκτελέστηκαν. Αυτό το Κ.Κ.Ε., λοιπόν, βρέθηκε ξαφνικά να καθοδηγεί ένα ολόκληρο κίνημα, έναν λαό.
Σ' αυτό το σημείο πρέπει να τονίσουμε ότι στην πρωτοπορία για την οργάνωση της αντίστασης στη χώρα μας, όπως και σε όλη την Ευρώπη, όπου υπήρξε αντίσταση, βρέθηκαν τα Κομμουνιστικά Κόμματα. Αργότερα, με τις συμφωνίες που έγιναν μεταξύ των αντάρτικων δυνάμεων και των Άγγλων, υπήρξε κάποια συνεργασία σε επιχειρησιακό επίπεδο, χωρίς βέβαια, οι τελευταίοι να ξεχνάνε να ενισχύουν περισσότερο τον Ε.Δ.Ε.Σ., τον κυριότερο αντίπαλο του Ε.Λ.Α.Σ. Τον καθοδηγούσαν μάλιστα έτσι, ώστε να τον ωθούν σε σύγκρουση με τον Ε.Λ.Α.Σ. Φυσικά, σκοπός των Άγγλων ήταν να βάλουν τη χώρα κάτω από το δικό τους έλεγχο. Δεν ήταν λίγες οι μάχες που έγιναν μεταξύ των δύο αντάρτικοι οργανώσεων. Έτσι, με την απελευθέρωση της χώρας από τους Γερμανούς, οι Άγγλοι έκαναν ανοιχτή εισβολή στην Αθήνα και σε συνεργασία με ταγματασφαλίτες, τους οποίους απελευθέρωσαν από τις φυλακές, υποχρέωσαν τον Ε.Λ.Α.Σ. σε ήττα και οπισθοχώρηση γύρω από την Αθήνα, το Φεβρουάριο του 1945.
Τι να πούμε τώρα για την ανικανότητα της ηγεσίας εκείνα τα χρόνια, που στην κρίσιμη στιγμή έστειλε τον Άρη στην Ήπειρο, για να διαλύσει τα τμήματα του Ζέρβα! Κατ' άλλους, η οπορτουνιστική τάση της ηγεσίας είχε ξεκινήσει αρκετά νωρίτερα, με τη συνεργασία που έγινε με τους Άγγλους. Πιο συγκεκριμένα» η συνθήκη του Λιβάνου που έγινε στις 20 Μαΐου του 1944, μεταξύ της εξόριστης Ελληνικής κυβέρνησης, της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (Π.Ε.Ε.Α.), του Κ.Κ.Ε.. των υπόλοιπων κομμάτων, του Ε.Α.Μ. και του Ε.Λ.Α.Σ., πρόβλεπε τα εξής: διάλυση όλων των ένοπλων ομάδων, δημιουργία ενιαίου στρατού, δημοψήφισμα για το πολίτευμα και συγκρότηση κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Έτσι, οι λαϊκές δυνάμεις υποτίμησαν την ισχύ τους και έκαναν παραχωρήσεις που δεν ανταποκρίνονταν στις πραγματικές τους δυνάμεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, για επιστροφή της εξόριστης κυβέρνησης στην Ελλάδα και έδωσε τη δυνατότητα στην άκρα δεξιά να εξαπολύσει τρομοκρατία, με στηρίγματα Βρετανικά στρατεύματα.
Η κατρακύλα, όμως. της τότε ηγεσίας δεν είχε σταμάτημα. Στις 26 Σεπτεμβρίου του 1944 πραγματοποιήθηκε μια άλλη Συνθήκη, η γνωστή σε όλους Συνθήκη της Καζέρτας. Σ' αυτήν πήραν μέρος: ο Στρατηγός Σκόμπυ, ο Βρετανός Υπουργός Μέσης Ανατολής, ο Άγγλος πρεσβευτής στην Ελλάδα, ο Αρχιστράτηγος Συμμαχικών δυνάμεων της Μεσογείου, ο τότε Πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, αντιπροσωπεία του Ε.Α.Μ.- Ε.Λ.Α.Σ. και, φυσικά, ο Ζέρβας από τον Ε.Δ.Ε.Σ.
Η Συνθήκη αυτή σε γενικές γραμμές προέβλεπε: πρώτον, όλες οι αντάρτικες δυνάμεις να βρίσκονται υπό τις διαταγές της Ελληνικής κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας και η Ελληνική κυβέρνηση να θέσει τις δικές της δυνάμεις υπό τις διαταγές του Σκόμπυ. Δεύτερον, τα τάγματα ασφαλείας να θεωρηθούν εχθρικοί σχηματισμοί, εκτός εάν παραδίνονταν στο Στρατηγό, Διοικητή των Ελληνικών δυνάμεων. Τρίτον, οι αρχηγοί των Ελλήνων ανταρτών υποσχέθηκαν ότι θα απαγόρευαν κάθε απόπειρα των μονάδων τους να αναλάβουν την εξουσία στα χέρια τους. Εάν γινόταν κάτι τέτοιο. οι πράξεις αυτές θα χαρακτηρίζονταν ως εγκληματικές και θα τιμωρούνταν ανάλογα.
Ως αβίαστο συμπέρασμα βγαίνει, ότι ο Σκόμπυ έδινε ρητές και κατηγορηματικές διαταγές, σαν να απευθυνόταν σε κάποια αποικία της Αγγλίας. Έτσι, μ' αυτό τον τρόπο, προδιέγραψε το τέλος των αγωνιστών που επιθυμούσαν να κρατήσουν μια αξιοπρεπή στάση. Λόγω των παραπάνω σφαλμάτων, το Ε.Α.Μ. έδωσε τη δυνατότητα στους Άγγλους να κάνουν ανοιχτή εισβολή στην Αθήνα το Δεκέμβρη του 1944 και έπειτα από σκληρές μάχες, υποχρέωσαν τον Ε.Λ.Α.Σ. σε ήττα και οπισθοχώρηση έξω από την Αθήνα. Στη συνέχεια, το Ε.Α.Μ. συνθηκολόγησε με τους Άγγλους και αφόπλισε τις μονάδες του, παρόλο που είχε το υπόλοιπο μέρος της επικράτειας στα χέρια του. Έτσι, στις 12 Φεβρουαρίου του 1945 υπόγραψε μια ταπεινωτική συμφωνία, γνωστή ως Συμφωνία της Βάρκιζας.
Με την ονομασία αυτή είναι γνωστή η συμφωνία που υπογράφτηκε στις 12 Φεβρουαρίου του 1945, στο παραλιακό θέρετρο της Αττικής, στη Βάρκιζα, ανάμεσα σε αντιπροσώπους του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (Ε.Α.Μ.) της Ελλάδας, (Γιώργος Σιάντος, γραμματέας της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε., Δημήτριος Παρτσαλίδης, γραμματέας της Κ.Ε. του Ε.Α.Μ. και Ηλίας Τσιριμώκος, Γεν. Γραμματέας της ΕΛΔ) και την Ελληνική κυβέρνηση, την οποία εκπροσωπούσαν οι: Ιωάννης Σοφιανόπουλος, υπουργός Εξωτερικών, Περικλής Ράλλης, υπουργός Εσωτερικών και Ιωάννης Μακρόπουλος, υπουργός Γεωργίας.
Η συμφωνία έθετε οριστικό τέρμα στις επιχειρήσεις των τμημάτων του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (Ε.Λ.Α.Σ.) από το ένα μέρος, και των αγγλικών στρατευμάτων από το άλλο, τα οποία είχαν αποβιβαστεί τον Οκτώβριο του 1944 στην Ελλάδα.
Με τη συμφωνία της 12ης Φεβρουαρίου του 1945, η ελληνική κυβέρνηση αναλάμβανε την υποχρέωση, συμφωνά με τις δημοκρατικές αρχές, να εξασφαλίσει την ελεύθερη εκδήλωση των κοινωνικών και πολιτικών φρονημάτων των πολιτών, με την κατάργηση όλων των ανελεύθερων νόμων και την εξασφάλιση των ατομικών ελευθεριών, της ελευθερίας του τύπου, του συνέρχεστε, του συνεταιρίζεστε. Η συμφωνία προέβλεπε επίσης την άμεση κατάργηση του στρατιωτικού νόμου, την αποστράτευση των μόνιμων και εφεδρικών δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ., του Ε.Λ.Α.Ν. και της Εθνικής Πολιτοφυλακής και τη συγκρότηση Εθνικού στρατού, με το κάλεσμα κλάσεων και την εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού, δηλαδή: δημόσιων υπαλλήλων, υπαλλήλων προσώπων Δημοσίου Δικαίου, δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων, άλλων υπηρεσιών των Σωμάτων Ασφαλείας, Χωροφυλακής και Αστυνομίας πόλεων, με κριτήρια την επαγγελματική επάρκεια, το χαρακτήρα και το ήθος και κατά πόσο συνεργάστηκαν ή χρησιμοποιήθηκαν από τον κατακτητή. Η συμφωνία καθόριζε τη διενέργεια ελεύθερου δημοψηφίσματος και εκλογών Συντακτικής Συνέλευσης το 1945. Χορηγούνταν αμνηστία μόνο στα «πολιτικά αδικήματα τελεσθέντα από 3η; Δεκεμβρίου 1944 μέχρι την υπογραφή της συμφωνίας» και εξαιρούνται από την αμνηστία «τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας». Το πρωτόκολλο παράδοσης οπλισμού που υπογράφηκε από τον Ε.Λ.Α.Σ. είναι το εξής:
1) Πυροβόλα διαφόρων τύπων 100
2) Όλμοι ομαδικοί 81
3) Όλμοι ατομικοί 138
4) Πυροβόλα 419
5) Οπλοπολυβόλα 1.412
6) Αυτόματα τυφέκια 713
7) Τυφέκια και πιστόλια 48.973
8) Τυφέκια αντιαρματικά 57
9) Συσκευές ασυρμάτων 17
Οι δυνάμεις του Ε.Α.Μ - Ε.Λ.Α.Σ., τηρώντας τη Συμφωνία της Βάρκιζας, παρέδωσαν τον οπλισμό των τμημάτων τους και προσανατολίζονταν προς την ομαλή εξέλιξη της κατάστασης. Οι αντιδραστικές όμως δυνάμεις, παραβαίνοντας ανοιχτά τη Συμφωνία, εξαπέλυσαν τρομοκρατία κατά των δυνάμεων της Εθνικής Αντίστασης, γεγονός που οδήγησε στην τραγική περίοδο του εμφυλίου πολέμου.
Έτσι, απ' τα χέρια του Ε.Λ.Α.Σ. τα όπλα πέρασαν στα χέρια των παρακρατικών και των ταγματασφαλιτών. οι οποίοι άρχισαν να οργιάζουν με τη ανοχή της Αστυνομίας, μέχρι το Μάρτη του 1946, παραμονή των εκλογών, όταν με την αποχή του Κ.Κ.Ε. και των άλλων μικρών κομμάτων της αριστεράς, άρχισε ο εμφύλιος, με την επίθεση στο αστυνομικό τμήμα Λιτόχωρου. Ήταν, όμως, πολύ αργά. Όχι μόνο γιατί τα περισσότερα όπλα τα είχε στα χέρια του το παρακράτος. 'Οχι μόνο γιατί τα πιο μαχητικά στελέχη ήταν εξόριστα ή φυλακισμένα και περίμεναν δίκες από Στρατοδικεία. Άλλα κυρίους, γιατί δεν μπορείς να αφοπλίζεις έναν λαό, να του λες ότι μέχρι εδώ ήταν, και ότι από δω και μπρος θα πρέπει να δουλέψει μαζί με την αστική τάξη για την προκοπή της χώρας και στο παρά πέντε να τον καλείς να πάρει ξανά τα όπλα.
Από ιδεολογική πλευρά, το Σύστημα κατάφερε να κρατήσει τις κοινωνικές τάξεις που ήθελε να έχει μαζί του. Μπορεί, δηλαδή, στο Ε.Α.Μ., το 80% όσων συμμετείχαν, να ήταν εργάτες, αγρότες, μικρέμποροι, κληρικοί, ακόμη και μεγαλέμποροι, στον εμφύλιο, όμως, το Σύστημα κατάφερε να πείσει αρκετό κόσμο, ψευδώς βέβαια, ότι αρχικός σκοπός των κομμουνιστών ήταν να καταλάβουν την εξουσία και όχι να διώξουν τον κατακτητή. Κατάφεραν να περάσουν το μήνυμα ότι οι κομμουνιστές ήθελαν να φέρουν τα πάνω κάτω στην πατρίδα, στην θρησκεία και στην οικογενειακή γαλήνη των πολιτών. Στην καλύτερη περίπτωση, έλεγαν ότι απελευθερώθηκε μεν η Ελλάδα, αλλά τώρα έπρεπε να δουλέψουν όλοι μαζί ενάντια στην απειλή από το Βορρά. Εξάλλου η χώρα μας είχε τώρα έναν ισχυρό σύμμαχο, τις Η.Π.Α.
Είναι πρωτόγνωρο στην ιστορία, ο στρατιωτικός ηγέτης ενός απελευθερωτικού κινήματος μιας χώρας, όπως ήταν ο Αρης Βελουχιώτης, να αποκηρύσσεται από την ίδια την πολιτική του ηγεσία και τελικά να εξοντώνεται μ' αυτό τον τρόπο. Μετά από αυτήν την κατάσταση πώς να ξεσηκωθεί ξανά ο λαός; Έτσι, εκείνα τα πέτρινα χρόνια, ήταν λογικό να ξεσηκωθεί το πιο προχωρημένο τμήμα του κινήματος, οι καταδιωγμένοι αγωνιστές, αυτοί που πίστευαν στην κοινωνική επανάσταση και ήταν προετοιμασμένοι για όλα. Τώρα, όμως, είχαν απομείνει πολλοί λιγότεροι. Γιατί από την επίθεση στο αστυνομικό τμήμα του Λιτόχωρου, μέχρι την κανονική έναρξη του εμφυλίου, πέρασε αρκετός καιρός, τόσος όσος χρειαζόταν κράτος και παρακράτος για να εξοπλιστούν, για να γίνουν βίαιες στρατολόγησεις από το στρατό και να ξεκόψουν τις περιοχές εφοδιασμού του Δημοκρατικού Στρατού. Έφτασαν μάλιστα στο σημείο να ξεσπιτώσουν χωρικούς μαζικά, γιατί πίστευαν ότι ο Δ.Σ. θα μπορούσε να στρατολογηθεί και να ανεφοδιαστεί ακόμη κι από αυτούς. Γνωστό είναι, άλλωστε, το παράδειγμα του Καραβάν Σαράι.
Αυτά γίνονταν στην Ελλάδα του '48-'49, όταν κάποιοι υπόσχονταν σε υψηλόβαθμα στελέχη του Δ.Σ., 3000 σοβιετικά κανόνια και αεροπλάνα που, φυσικά, δεν ήρθαν ποτέ. Κι όλα αυτά, σύμφωνα με ομολογίες κορυφαίων στρατιωτικών στελεχών του Δ.Σ.
Όσον αφορά τα πραγματικά μεγέθη, την πραγματική κατάσταση στη στρατιωτική αντιπαράθεση, τα πράγματα έχουν ως εξής: στην επιχείρηση του Εθνικού Στρατού «Πύραυλος», η οποία έγινε στη Στερεά Ελλάδα την 1η Μαΐου του 1949, ο κυβερνητικός στρατός είχε στη διάθεση του 70.000 άνδρες, 140 κανόνια και 60 αεροπλάνα, ενώ οι αντάρτες αντιπαρέθεσαν το πολύ 5.000 ενόπλους και περίπου δυο με τρεις χιλιάδες περιφερόμενους, άοπλους άνδρες που τους θέριζε η πείνα. Με τέτοια διαφορά, λοιπόν, λογικό ήταν να πέσει η Ρούμελη, με τον ηρωικό χαμό του αρχηγού της Αλέξανδρου, (Διαμαντή) στις 21 Ιουνίου 1949.Το ίδιο είχε συμβεί λίγους μήνες πριν, με μικρότερο αριθμό μαχητών, στην Πελοπόννησο. Η επιχείρηση είχε ονομαστεί «Περιστερά». Κι εδώ οι αντάρτες πολέμησαν μέχρι το τέλος. Κι εδώ είχαμε τον ηρωικό θάνατο του Στρατηγού της Μεραρχίας Στέφανου Γκιουζέλη, τον Ιανουάριο του 1949.
Συνοπτικά, φτάνουμε στην τελική σύγκρουση στο Βίτσι-Γράμμου. Η διαφορά στρατιωτικών δυνάμεων ήταν τεράστια. Άλλη μια άνιση μάχη δόθηκε σε έναν άνισο πόλεμο. Αυτή τη φορά, όμως ήταν καθοριστική. Τον Ιούλιο του 1949 η Εθνική Στρατιά είχε συγκροτηθεί μπροστά στο Γράμμο-Βίτσι. Την αποτελούσε 150.000 στρατός, ενισχυμένος με καινούρια βομβαρδιστικά «Helldivers», συν τα εκατό που υπήρχαν από πριν, τα οποία δεν σταμάτησαν να ρίχνουν βόμβες «Ναpalm». Ας σημειωθεί ότι αυτή ήταν η πρώτη φορά που οι Αμερικάνοι χρησιμοποίησαν τις παραπάνω βόμβες. Τέλος, ο Εθνικός Στρατός είχε στη διάθεση του 200 άρματα, 150 πεδινά και ορειβατικά κανόνια και αξιόλογο αριθμό μοιρών καταδρομών.
Από την άλλη πλευρά, οι δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού δεν ξεπερνούσαν τους 11.500 μαχητές, τα 50 ορειβατικά και ορεινά κανόνια και μερικές δεκάδες αντιαρματικά και αντιαεροπορικά (σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του Γ.Ε.Σ.).
Μετά από σκληρές μάχες το Βίτσι έπεσε. Παρόλα αυτά, μεγάλο τμήμα των ανταρτών, περίπου 2.500 άνδρες, έκαναν ελιγμό στο Γράμμο, μην κάνοντας έτσι το χατίρι του στρατού που πίστευε ότι ο πόλεμος θα τελείωνε εκεί. Έτσι, o πόλεμος συνεχίστηκε για λίγο ακόμη στο Γράμμο, μέχρι τις 27 Αυγούστου, όταν ήρθε και η οριστική ήττα των ανταρτών.
Κλείνοντας αυτό το κεφάλαιο δε θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε στο σχέδιο Μάρσαλ, το οποίο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην τελική έκβαση που είχε ο εμφύλιος πόλεμος, συντελώντας στο δέσιμο της Ελλάδας στο άρμα των Αμερικάνων και της Δύσης γενικότερα. Πήρε τ' όνομα του από τον Τζώρτζ Μάρσαλ Κάτλετ (1880, Γούνιον τάουν, 1959 Ουάσινγκτον). Αμερικάνος στρατηγός και πολιτικός. Ήταν αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού των H.Π.Α. από το 1939 ως το 1945.
Συμμετείχε στις σπουδαιότερες διεθνείς διασκέψεις του Β' Παγκοσμίου πολέμου (1939-1945) στην Τεχεράνη, στη Γιάλτα, στο Πότσδαμ και αλλού. Ως υπουργός εξωτερικών των Η.Π.Α. ήταν από τους αρχιτέκτονες της πολιτικής του «ψυχρού πολέμου». Έλαβε ενεργό μέρος στην επεξεργασία του «δόγματος Τρούμαν» και του προγράμματος Αμερικάνικης «βοήθειας» στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, απ' όπου πήρε και το όνομα του το σχέδιο Μάρσαλ.
Έτσι ονομάστηκε το πρόγραμμα αποκατάστασης και ανάπτυξης της Ευρώπης μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο (1939-1945), με τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας από τις Η.Π.Α. Σκοπό είχε να στηρίξει τις κατεστραμμένες, από τον πόλεμο, χώρες του καπιταλισμού στη Δ. Ευρώπη, να εμποδίσει τις κοινωνικές αλλαγές στην Ευρώπη και να δημιουργήσει ενιαίο μέτωπο εναντίον απελευθερωτικών κινημάτων και της Ε.Σ.Σ.Δ.
Το σχέδιο Μάρσαλ και το λεγόμενο «δόγμα Τρούμαν» προηγήθηκαν -και διευκόλυναν τη δημιουργία του επιθετικού σχηματισμού ΝΑΤΟ (1949). Η ιδέα του σχεδίου Μάρσαλ διατυπώθηκε από τον υπουργό Εξωτερικών Τζ. Κ, Μάρσαλ στην ομιλία του στις 5 Ιουλίου του 1947 στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.
Πρόταση για να συμμετέχουν στο σχέδιο Μάρσαλ έγινε και σε χώρες των Λαϊκών Δημοκρατιών, οι οποίες, όμως, την απέρριψαν κατηγορηματικά. Συγκατατέθηκαν να συμμετέχουν σ' αυτό 16 καπιταλιστικά κράτη: Μ. Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Ελβετία, Σουηδία, Νορβηγία, Δανία, Ιρλανδία, Ισλανδία, Πορτογαλία, Αυστρία, Ελλάδα και Τουρκία.
Το σχέδιο Μάρσαλ μπήκε σε εφαρμογή τον Απρίλη του 1948, περίοδο κατά την οποία μπήκε σε ισχύ και στις Η.Π.Α. ο νόμος του τετραετούς προγράμματος «βοήθεια σε ξένα κράτη», ο οποίος προέβλεπε τη χορήγηση βοήθειας στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες με διμερείς συμφωνίες. Οι συμφωνίες υπογράφηκαν το 1948 με όλες τις προαναφερόμενες χώρες, εκτός από την Ελβετία, η οποία αρνήθηκε να υπογράψει τέτοιες συμφωνίες, παρόλο που συμμετείχε στο σχέδιο Μάρσαλ. Με βάση αυτές τις συμφωνίες οι χώρες που συμμετείχαν στο σχέδιο Μάρσαλ, υποχρεώνονταν: να βοηθήσουν στην ανάπτυξη της «ελεύθερης επιχειρηματικότητας», να ενθαρρύνουν τις Αμερικάνικες ιδιωτικές επενδύσεις, να συνεργαστούν για τη μείωση των τελωνιακών δασμών, να εφοδιάζουν τις Η.Π.Α. με εμπορεύματα τα οποία χρειάζονταν, να εξασφαλίσουν οικονομική σταθερότητα, να δημιουργήσουν ειδικά κεφάλαια σε εθνικό νόμισμα με την αμερικάνικη βοήθεια, η δαπάνη των οποίων θα βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των Η.Π.Α., και να παρουσιάζουν κανονικούς απολογισμούς.
Τέλος, η βοήθεια παρεχόταν από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό των Η.Π.Α. με τη μορφή δωρεών, επιχορηγήσεων και δανείων. Από τον Απρίλιο του 1948 μέχρι το Δεκέμβριο του 1951, οι Η.Π.Α. δαπάνησαν για το σχέδιο Μάρσαλ περίπου 17 δις δολάρια, από τα οποία το 60% πήραν η Μ. Βρετανία, η Γαλλία, η Ιταλία και με τη συμφωνία Η.Π.Α. - ΟΔΓ του 1949 η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.
Στις 30 Δεκεμβρίου του 1951 το σχέδιο Μάρσαλ έπαυσε επίσημα να ισχύει και αντικαταστάθηκε με το νόμο «για αμοιβαία κατοχύρωση της ασφάλειας» (•ψηφίστηκε από το Κογκρέσο στις 10 Οκτωβρίου 1951), που προέβλεπε ταυτόχρονη παροχή στρατιωτικής και πολιτικής βοήθειας.
Όπως φαίνεται, λοιπόν, η τύχη της Ελλάδας, όπως και των παραπάνω χωρίον που αναφέρθηκαν, κρίθηκε μακριά απ' τη χώρα. Ήταν πολύ δύσκολο ν' αφήσουν οι ξένοι ιμπεριαλιστές να χαθεί η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης και του πλούτου που μπορούσε να παράγει η χώρα αυτή.
Όσον αφορά το Κ.Κ.Ε., πράγματι καθοδήγησε μια κοινωνική επανάσταση, μαζί με ένα μεγάλο τμήμα του λαού που ακολούθησε αυτό το δρόμο. Πρέπει να πούμε, όμως, ότι το άπειρο τότε Κ.Κ.Ε., βρέθηκε μπροστά σε πολλά και δύσκολα ζητήματα, τα οποία κλήθηκε να επιλύσει μόνο του, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Έτσι δικαιολογούνται τα σφάλματα και οι παρεκτροπές της ηγεσίας του. Αυτό ομολογούν οι περισσότεροι ιστορικοί αναλυτές, αλλά και παλιοί αριστεροί αγωνιστές που έζησαν εκείνη την περίοδο.
Είναι σίγουρο ότι από την έναρξη ακόμα των γεγονότων, το στρατιωτικό τμήμα του κινήματος, έπρεπε να συμμετείχε πιο ενεργά στη λήψη αποφάσεων, διότι αυτό θυσιαζόταν καθημερινά στο πεδίο των μαχών. Αν τον πόλεμο τον κέρδιζαν οι ήρωες, θα τον είχε κερδίσει σίγουρα ο Δημοκρατικός Στρατός, που ήταν κατά βάση εθελοντικός. Αντίθετα, αν ο Εθνικός Στρατός περίμενε να στρατολογηθεί εθελοντικά, ίσως να μην κατάφερνε να μαζέψει ούτε ένα τάγμα!
Η τραγική κατάληξη του εμφυλίου θα μπορούσε να είχε αποτραπεί, αν η πολιτική ηγεσία του Κ.Κ.Ε. κρατούσε ξεκάθαρη στάση από την αρχή και αν χρησιμοποιούσε αυτή τους Αγγλους αντί να χρησιμοποιηθεί απ' αυτούς.
Η άποψη κάποιων ότι αν έκανε ανοιχτή επέμβαση η Σοβιετική Ένωση, τα πράγματα θα είχαν πάρει άλλο δρόμο, είναι τουλάχιστον εξωπραγματική. Όπως φάνηκε αργότερα, όταν ξεκαθάρισαν τα πράγματα, η Σοβιετική Ένωση δε θα διακινδύνευε ποτέ έναν παγκόσμιο πόλεμο για χάρη της Ελλάδας και εκείνη την περίοδο ήθελε να μάζεψει τα ερείπια της, να ανασυνταχθεί, να οργάνωσει και να αναπτύξει τη δική της οικονομία. Έτσι φτάσαμε σ' αυτά τα τραγικά αποτελέσματα του εμφυλίου, τόσο για την αριστερά, όσο και για τη χώρα μας, που γύρισαν την Ελλάδα πολλά χρόνια πίσω και στιγμάτισαν τη ζωή πολλών ανθρώπων για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες.
Δημοσίευση σχολίου