Προσφατες Αναρτησεις

Πολυτεχνείο 17 Νοεμβρίου 1973 – Πέπη Ρηγοπούλου λίγο πριν ορμήσει το τανκ: «“Σας αγαπώ” φώναξα σκαρφαλωμένη στην πόρτα»


Ο κόσμος ήταν μαζεμένος στο προαύλιο περιμένοντας. Οι ειδήσεις κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα. Τα μεγάφωνα συνέχιζαν να μιλούν. Λόγια που δεν θυμάμαι πια. Σαν να τα ρούφηξε το ηχητικό κενό που θυμάμαι λίγο πριν μπει το τανκς. Δύο αυτοκίνητα είχαν μεταφερθεί στην κεντρική πύλη. Ποια στιγμή δεν το θυμάμαι ακριβώς. Το ένα πίσω από το άλλο. Μπλε σκούρο το χρώμα τους. Μάρκα Μερσεντές. Μου έκανε εντύπωση που ήταν δύο. Πλησίασα τα κάγκελα από τη δεξιά πλευρά. Πολύς κόσμος. Προσπαθούσαμε να δούμε τι γίνεται έξω. Επειδή είχαμε μαζευτεί πολλοί, δεν μπορούσα να δω. Πλησίασα την κεντρική πύλη. Εκεί δεν ήταν μαζεμένοι πολλοί. Το αυτοκίνητο που είχε τοποθετηθεί δυσκόλευε την πρόσβαση. Και έτσι κοντά που ήταν δεν άφηνε χώρο για πολλούς. Ούτε μπορούσες εύκολα να σταθείς, γιατί ήταν και τα διάφορα σίδερα που είχαν μπει σαν αντιστήριξη. Στάθηκα στο κέντρο και λίγο δεξιά. Ανάμεσα στο αυτοκίνητο και στην κεντρική πύλη. Μαζί με άλλους. Δίπλα δίπλα. Για να βλέπω καλύτερα σκαρφάλωσα στην ποδιά της καγκελόπορτας. Με το ένα πόδι στην αρχή. Και το άλλο στον προφυλακτήρα του αυτοκινήτου. Δεν βόλευε πολύ. Γι’ αυτό έβαλα και τα δύο πόδια στην καγκελόπορτα. Στο κέντρο ακριβώς.

Οι περισσότεροι ήμασταν, νομίζω, μαζεμένοι στο προαύλιο. Και κολλημένοι όσο μπορούσαμε στα κάγκελα. Εκτός από αυτούς που έφυγαν εν τω μεταξύ. Και από τους άλλους που είχαν ίσως οργανωτικές ευθύνες και είχαν μείνει μέσα. Αν και η οποιαδήποτε οργάνωση είχε πλέον ξεπεραστεί από τα γεγονότα. Από τα μέλη της Συντονιστικής δεν ξέρω αν και ποιοι έφυγαν. Η διάσταση των απόψεων κατά τις τελευταίες ώρες δεν μου ήταν τότε γνωστή. Πόσα αισθήματα, πόσες αποφάσεις, πόσες αμφιβολίες χωρούσαν σε εκείνο το προαύλιο εκείνη τη νύχτα; Γι’ αυτό τα πράγματα είχαν μια πυκνότητα.

 Είχε πλέον γίνει γνωστό ότι δόθηκε εντολή να κατέβουν τα τανκς. «Τα τανκς κατεβαίνουν από το Γουδί. Τα τανκς στρίβουν από την Αλεξάνδρας και προχωρούν στην Πατησίων». Ακούγεται ο ήχος που κάνουν οι ερπύστριες. Μονότονος. Βλέπουμε τα τανκς που φτάνουν. Το ένα πίσω από το άλλο. Έφτασαν. Σταμάτησαν απέναντι από το προαύλιο. Άφησαν μια απόσταση. Σταθμεύουν στο απέναντι οδόστρωμα. Κάποια στιγμή ήταν τέσσερα απέναντί μας.[…] Μαζί τους εμφανίζονται κάποιοι στρατιωτικοί. Διακρίνω ένα κόκκινο μαντίλι στον λαιμό του ενός να ανεμίζει. Όχι από τον άνεμο. Από την ένταση. Δυνάμεις των ΛΟΚ, μαθαίνω αργότερα. Είχαν κατέβει και εκείνοι […] Έχουν πλησιάσει στα κάγκελα και μας λένε να βγούμε. Αυτοί που ήταν δίπλα μου στα δεξιά αρχίζουν να τους μιλάνε. Άρχισε μια κουβέντα ανά δύο, ανά τρεις. Μιλούσαν με αυτούς που ήταν απέναντί μας. Σαν να μη συνέβαινε αυτό που συνέβαινε.

 Νομίζω πως αυτή ήταν και η πρώτη στιγμή που μέσα μου διαμορφώθηκαν οι πρώτες στοιχειώδεις προσωπικές επιλογές. Ήμουν αντίθετη σε κάθε ατομική διαπραγμάτευση. Έκανα προσπάθεια να τους σταματήσω. Τους έλεγα να μην παίρνουν πρωτοβουλίες, ότι έπρεπε να περιμένουμε τη Συντονιστική να μας πει τι κάνουμε. Πώς ήταν δυνατόν να έχουμε εμείς τη δική τους πληροφόρηση; Εκείνοι μόνο μπορούσαν να μιλήσουν εκ μέρους όλων, πίστευα. Αφού δεν ήταν εκείνοι ακόμη εδώ, εμείς δεν έπρεπε να αρχίσουμε διαπραγματεύσεις με τους στρατιωτικούς. Ήταν σαφές: υπήρχε ανάμεσά μας μια διαχωριστική γραμμή. Από έξω εκείνοι και από μέσα εμείς. […] Όπου να ’ναι θα φανεί κάποιος από τη Συντονιστική. Γιατί αργούσαν; Και άφηναν τον οποιονδήποτε να μιλάει και να χαλάει, ίσως χωρίς να γνωρίζει, τη δική τους στρατηγική; Γιατί δεν μπορεί να μην έχουν σκεφτεί να μας προτείνουν κάτι για να βγούμε από αυτή την κατάσταση της αναμονής. Αν ήταν κοντά μας, μπορεί κάτι να καταφέρναμε.

 […] Ο λαός. Αυτό ήμασταν. Αποδείχτηκε στη συνέχεια. Ο ασύνταχτος λαός που είχε ξεπεράσει τον εαυτό του. Και που τώρα έβλεπε το κενό ηγεσίας και ήθελε να πάρει την πρωτοβουλία να κανονίσει κάτι που δεν κανονιζόταν πια από κανέναν.

 Κανείς από την ηγεσία μας, απ’ όσο γνωρίζω, δεν τραυματίστηκε. Κάποιοι λίγοι συνελήφθησαν επί τόπου· άλλοι έφαγαν ξύλο, ταπεινώθηκαν, βασανίστηκαν αργότερα. Αυτοί που τραυματίστηκαν ή πέθαναν εκείνο το βράδυ αλλά και τις επόμενες δύο ημέρες δεν ανήκαν, απ’ όσο γνωρίζω, σε κάποιο κόμμα. Εκτός ίσως από ελάχιστους. Ανάμεσα στους τραυματισμένους και τους νεκρούς ήταν μια λαϊκή τραγουδίστρια, ένας θαυματοποιός, υπάλληλοι, εργάτες, τεχνίτες, κάποιοι μαθητές, ένα μικρό αγόρι Υπήρξε ενδιαφέρον να δει κανείς από τις οργανώσεις και τα κόμματα αυτούς που είχαν τραυματιστεί; Γιατί δεν κατάφερε η Συντονιστική να κάνει τον απολογισμό εκείνων των ημερών; Και τελικά, τι περίμενα εγώ από τη Συντονιστική, μια ομάδα συνομήλικων πάνω κάτω ανθρώπων, και γιατί το περίμενα; Για να ζήσω αυτό το «εμείς», τη συλλογικότητα που πάντα επιθυμώ ή για να υποταχθώ σε μία αλλότρια βούληση από ανασφάλεια και προβληματισμό σχετικά με τις δικές μου δυνάμεις; […]

 Η Συντονιστική έστειλε αντιπροσώπους ή –το πιθανότερο– ήρθαν δύο τρεις από αυτούς με δική τους πρωτοβουλία. Υποθέτω ότι ένιωσαν την ευθύνη για όλο αυτό τον κόσμο που δεν ήξερε τι να κάνει και κατέβηκαν στην αυλή. Κάποιες αποφάσεις μπορεί να είχαν ήδη ληφθεί ή μπορεί να μην υπήρχαν. Τον μόνο που θυμάμαι ιδιαίτερα είναι ένα αγόρι που σκαρφάλωσε στα κάγκελα στα δεξιά μου, ενώ του φωνάζανε απέξω κάποιοι στρατιωτικοί: «Σταμέλλο, έλα κάτω» ή «κατέβα». Ιδιαίτερα νομίζω ο αξιωματικός που κρατούσε τον τηλεβόα, με το κόκκινο μαντιλάκι στον λαιμό και μας έλεγε να βγούμε. Μπορεί και ο επικεφαλής της αστυνομίας, όπως λέει στην κατάθεσή του. Είδα αυτόν που ονόμαζαν Σταμέλλο, που, νομίζω, φορούσε ή κρατούσε κάτι λευκό, να έχει σκαρφαλώσει στα κάγκελα. Να διστάζει. Ένα μέσα-έξω το σώμα του, μια αμφιβολία αν έπρεπε ή δεν έπρεπε να βγει. Να παλαντζάρει για λίγο. Και μετά να πηδάει. Από την άλλη πλευρά, στην Πατησίων. Και να παίρνει την ντουντούκα. Δεν άκουγα τι έλεγε. Με είχε σοκάρει το γεγονός ότι αυτό το παιδί, για να μας μιλήσει, πέρασε στο άλλο στρατόπεδο. Ήταν ένας από τους μέσα που είχε πάει δίπλα στους έξω. Το όνομά του το άκουγα πρώτη φορά.

 Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς το ήξεραν εκείνοι. Δεν ήξερα τότε τίποτε για τον Κυριάκο. Ότι ήταν από τους φοιτητές που στρατεύτηκαν, ότι είχε περάσει στρατοδικείο. Αλλά διαφωνούσα με αυτό που είχε κάνει. Εκείνη την ώρα έπρεπε να είμαστε όλοι από την ίδια πλευρά. Έτσι πίστευα. […]

Ύστερα από είκοσι περίπου χρόνια άκουσα να λέει ο Κώστας Λαλιώτης ότι ήταν αυτός που πήδηξε από την άλλη πλευρά, δεν ήταν ο Σταμέλλος. Σκέφτηκα, για να το λέει, έτσι θα είναι.

Πάντως εγώ δεν είχα δει και άλλον να πηδάει. Μόνο αυτόν που οι στρατιωτικοί φώναζαν Σταμέλλο. […]

 Τον Κυριάκο τον Σταμέλλο τον γνώρισα επιτέλους. Του είπα την ιστορία. «Εγώ ήμουνα» μου είπε εκείνος. «Είναι κάτι που θέλω να αφήσω στα παιδιά μου». […] Στα πρακτικά της δίκης, όσα υπάρχουν και όπως υπάρχουν, ο Κυριάκος Σταμέλλος, ο Κώστας Λαλιώτης και ο Στέφανος Τζουμάκας λένε ότι βγήκαν στο προαύλιο και έξω από αυτό για να διαπραγματευτούν με τους στρατιωτικούς και την αστυνομία. Ζήτησαν, όπως λένε οι δύο πρώτοι στις καταθέσεις τους, να γίνει η έξοδός μας το πρωί. Με το φως της μέρας. Δεν τα κατάφεραν.

 Τα συνθήματα συμφιλίωσης συνεχίζονταν: «Αδέρφια μας φαντάροι» ήταν το κυρίαρχο. Είχε πονέσει ο λαιμός μου από τις φωνές. Ένιωθα μια μεγάλη δύναμη μέσα μου. Ήλπιζα την ύστατη εκείνη στιγμή ότι θα μπορούσαμε να αποτρέψουμε την εισβολή. Δεν μπορεί να μπουν, σκεφτόμουνα. Δεν είναι δυνατόν να το κάνουν. Πρέπει να αντέξουμε ως το πρωί. Ξαφνικά κατάλαβα ότι έμεινα μόνη μου μπροστά στην πύλη. Πότε έφυγαν οι άλλοι που ήταν δίπλα μου; Γύρισα το κεφάλι μου να δω, δεν υπήρχε κανένας. Το αγόρι που ήταν επάνω στη δεξιά από εμένα κολόνα δεν το είχα αντιληφθεί. Γιατί εκείνη τη στιγμή, και ενώ είχα δει πιο νωρίς τον Κυριάκο να σκαρφαλώνει πιο ’κεί πάνω στα κάγκελα, δεν γύρισα τα μάτια μου πάλι προς τα επάνω. Το βλέμμα μου κινούνταν μόνο κυκλικά και μπροστά, προς τα εκεί από όπου περίμενα την επίθεση. Μετά τον πρώτο φόβο που ένιωσα, καθώς μας έλουσε στην αρχή το φως των προβολέων από τα τανκς, αλλά κυρίως καθώς μας σημάδευε στη συνέχεια η κάννη του ενός, με τον γνωστό ήχο που κάνει καθώς παίρνει θέση για να στοχεύσει, έπαψα να φοβάμαι. Δεν μπορώ να πω πόση ώρα κράτησε αυτό. […]

 Η απόλυτη σιγή που έπεσε ξαφνικά ήταν που με έκανε να γυρίσω και να καταλάβω ότι είχα μείνει μόνη πίσω από την πύλη. Πόση ώρα είχε περάσει από τα τελευταία συνθήματα; Πριν από πόσα λεπτά είχαν σβήσει οι τελευταίοι στίχοι από τον εθνικό ύμνο; Που τον είχαμε πει όλοι μαζί; Είχε δημιουργηθεί για λίγο ένα κενό ήχου. Φώναζα μόνη μου, αλλά μπορεί και να μη με άκουγε κανείς. Σαν στο όνειρο. Μόνο που δεν ένιωσα την αγωνία που συνοδεύει συνήθως το όνειρο. Γιατί η αγωνία του ονείρου έχει να κάνει με το μπλοκάρισμα της φωνής. Θέλεις να μιλήσεις, μιλάς ίσως, αλλά δεν βγαίνει η φωνή σου.. Ενώ εγώ την άκουγα να βγαίνει προς τα έξω.

Την ύστατη ώρα, όπως κατέθεσε ο χειριστής του τανκς, άλλαξαν θέση στην τεράστια κάννη στρέφοντάς την προς τα πίσω. Το στοιχείο αυτό το καταθέτει ως ένδειξη ότι δεν ήθελαν «να επιδράσει το επί σκοπώ πυροβόλο δυσμενώς ψυχολογικά επί των φοιτητών». Ακόμη, «για να μη πάθη καμμία ζημιά το πυροβόλο». Για να μη χαλάσει δηλαδή από την τυχόν πρόσκρουσή του με την πόρτα. […]

 Το μαρσάρισμα του τανκς έσπασε αυτό το ηχητικό κενό. Είχε αρχίσει να κινείται. Από την πλευρά της Στουρνάρη. Απέναντι και αριστερά καθώς κοιτώ από την πόρτα. Το βλέπω να έρχεται.

Όταν ξανασκεφτόμουν αυτή την εικόνα, και θέλοντας να μετρήσω τα χρονικά διαστήματα, είπα ότι μπορεί και να ήταν ένα άλλο, από την πλευρά της Αβέρωφ που εισέβαλε. Και όχι αυτό που έβλεπα να έρχεται. Γιατί το τανκς έμοιαζε να έρχεται από μακριά. […] Και ενώ ήμουνα στριμωγμένη ανάμεσα στα κάγκελα και το πρώτο αυτοκίνητο, είχα την αίσθηση ότι μου έμενε χρόνος για μια τελευταία κραυγή. «Σας αγαπάω» φώναξα σκαρφαλωμένη στην πόρτα, με τα χέρια και το πρόσωπό μου ανάμεσα στα κάγκελα. Ήταν οι τελευταίες λέξεις. Η τελευταία προσπάθεια να τους σταματήσω. […] Το τανκς είχε φτάσει, είχε παραβιάσει την πύλη […].

———-

 Η Πέπη Ρηγοπούλου (Χημικοί Μηχανικοί ΕΜΠ) ήταν πάνω στη σιδερένια πόρτα κατά την εισβολή του τανκς και τραυματίστηκε σοβαρά κινδυνεύοντας να χάσει τη ζωή της. Τελικά επέζησε με αρκετά προβλήματα υγείας, αποφοίτησε κατά τη μεταπολίτευση και ακολούθησε πανεπιστημιακή καριέρα διδάσκοντας στο Πολυτεχνείο Κρήτης, στη Φιλοσοφική Αθηνών και στο τμήμα ΕΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, του οποίου σήμερα είναι ομότιμη καθηγήτρια. Η προηγηθείσα μαρτυρία αποτελεί μικρό απόσπασμα από το βιβλίο της «Θάλαμος ανανήψεως» (Εκδόσεις Ταξιδευτής). Documento

{[['']]}

Οι οικογενειακές ρίζες του Βασίλη Παπακωνσταντίνου και το “χρονικό των κομμένων κεφαλών”

 



Αυτό δεν το γνωρίζαμε και το πληροφορηθήκαμε από ανάρτηση χρήστη του “Χ. Ενώ είναι γνωστό ότι ένας Διμοιρίτης του Αρχηγείου Μαινάλου του ΔΣΕ και αντιστασιακός της ΕΠΟΝ κατά την Κατοχή, έφερε το όνομα Βασίλης Παπακωνσταντίνου, δεν ξέραμε την σχέση που έχει με τον τραγουδιστή.

Το περιστατικό της δολοφονίας αυτού του αγωνιστή είναι γνωστό και μας λέει ότι στις 12/10/1949 χωροφύλακες από το Ίσαρι ειδοποιημένοι από τον συχωριανό του Παπακωνσταντίνου, Κώστα Γαλάνη, πλησίασαν το σημείο που ο αντάρτης αναπαυόταν και τον σκότωσαν. Οι χωροφύλακες έκοψαν το κεφάλι του και το κρέμασαν στο καμπαναριό της εκκλησίας του χωριού Ίσαρι.

Και με την ευκαιρία να μιλήσουμε λίγο για το χρονικό των κομμένων κεφαλών.

Το όργιο τρομοκρατίας που εξαπέλυσαν οι παρακρατικές – κρατικές συμμορίες που συγκροτήθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα σε όλη την επικράτεια, αμέσως μετά την συμφωνία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων από τον ΕΛΑΣ, δεν είχε προηγούμενο.

Θάνατοι, βασανισμοί και επίδειξη κομμένων κεφαλιών με ζουρνάδες και νταούλια, ήταν ενταγμένα στην καθημερινή δραστηριότητα του ένοπλου δεξιού παρακράτους που οργίαζε σε όλη την χώρα.

Το κράτος είχε αναθέσει σ’ αυτές τις συμμορίες να κάνουν την βρόμικη δουλειά. Κι αυτό γιατί εξαιτίας των δεσμεύσεων της Βάρκιζας, των βρετανικών περιορισμών και της κατακραυγής της διεθνούς κοινής γνώμης οι επίσημες κρατικές αρχές ήταν υποχρεωμένες να διατηρήσουν μια επίφαση νομιμότητας.
Οπότε, στην ουσία οι παρακρατικές συμμορίες έκαναν αυτό που δεν μπορούσαν να κάνει φανερά το αστικό κράτος με τους μηχανισμούς του

Εδώ να συμπληρώσουμε ότι για το χρονικό των κομμένων κεφαλών υπάρχουν λίγα και αποσπασματικά στοιχεία. Η έκταση όμως του κανιβαλισμού ήταν τέτοια που ο ίδιος ο Αμερικάνος πρόξενος στην Ελλάδα, μετά από εικόνες που δημοσιεύτηκαν στις ΗΠΑ, με κομμένα γυναικεία κεφάλια, προέβη σε διάβημα.. Η ελληνική απάντηση ήταν η παρακάτω: “Οι κομμένες κεφαλές και η δημόσια επίδειξή τους αποτελούν ελληνικό έθιμο”, όμως μας ενημερώνει σε μια ενδιαφέρουσα ανάρτηση που έχει το μπλοκ Ηφαιστος.


 

{[['']]}

Δημητριάδης Δημήτρης (Μήτος) από την Πτολεμαΐδα - Ένας από τους 200 ήρωες της Καισαριανής

Την Πρωτομαγιά του 1944, οι δυνάμεις κατοχής, σε αντίποινα για την εξόντωση ενός Γερμανού στρατηγού και του επιτελείου του, εκτέλεσαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής

200 αγωνιστές η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων ήταν κομμουνιστές και μέλη του ΚΚΕ.

Τους αγωνιστές αυτούς τους πήραν από το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου όπου ήταν φυλακισμένοι από τους Γερμανούς Ναζί. Η εκτέλεση αυτή που καθόλου τυχαία δεν έγινε την Πρωτομαγιά, διεθνή γιορτή της Εργατικής Τάξης, ήταν η εκδίκηση του φασισμού – Ναζισμού, ντόπιου και ξένου ενάντια στους αγωνιστές του Εργατικού αλλά και του Κομμουνιστικού Κινήματος. Η πλειοψηφία των εκτελεσμένων ήταν αυτοί που με τους αγώνες τους στην περίοδο του μεσοπολέμου πρωταγωνίστησαν στην ανάπτυξη του εργατικού Κινήματος, του ΚΚΕ και κάποιων άλλων μικρότερων οργανώσεων με Κομμουνιστική αναφορά. Ήταν αυτοί που κρατούνταν στις φυλακές και στις εξορίες από το 1936 όπου το αιματοβαμμένο καθεστώς της 4ης Αυγούστου (δικτατορία Μεταξά) τους συνέλαβε και τους παρέδωσε, με πρωτόκολλο μάλιστα, στους κατακτητές το 1941. Αυτοί αποτέλεσαν τους όμηρους των αρχών κατοχής που εκτελούσαν ως αντίποινα κάθε φορά που γινόταν κάποιο χτύπημα του ΕΛΑΣ και του αντιστασιακού κινήματος γενικότερα. 

Ανάμεσα στους 200 εκτελεσθέντες είναι και πέντε (5) αγωνιστές, κομουνιστές, όλοι μέλη του ΚΚΕ, από το Νομό Κοζάνης. Ο 38χρονος οικοδόμος Νικόλαος Πλακοπίτης από την Κοζάνη, ο Γιάννης Στάθης (Γιαννάκος) από τα Σέρβια, ο Αιβατζίδης Γιώργος μάγειρας από τα Σέρβια, ο Βασίλης Παπαβασιλείου, δάσκαλος από το Βελβεντό και ο Δημήτρης (Μήτος) Δημητριάδης του Κων/νου αγρότης από την Πτολεμαΐδα. 

Αναφέρεται από κάποιες πηγές και ο Μιχάλης Βούγιας από τον Πεντάλοφο όμως το όνομά του δεν βρίσκεται στο μνημείο στην Καισαριανή ούτε στις κυριότερες ιστορικές πηγές. Σύμφωνα με νεώτερα στοιχεία ο Μιιχάλης Βούγιας εκτελέστηκε στις 10 Μάιου του 1944 στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. [1] Αυτό φυσικά δεν τον κάνει λιγότερο αγωνιστή και ήρωα από τους άλλους αλλά την πρωτομαγιά του 1944 εκτελέστηκαν 200. Όταν συμπληρωθούν τα στοιχεία θα γράψουμε και τη δική του αγωνιστική πορεία που ξεκινάει ακόμα από τη δεκαετία του 1920.


 Η αγωνιστική πορεία του ηρωικού Κοζανίτη οικοδόμου Νικόλαος Πλακοπίτης καταγράφηκε σε τρία άρθρα που προέκυψαν από μια ερασιτεχνική έρευνα στις ιστορικές πηγές και στην προσωπική μαρτυρία του συντρόφου του και συντοπίτη μας Ζήση Τσαμπούρη όπως τα αποτύπωσε στο βιβλίο του «τα τετράδια της μνήμης – Το Εργατικό Κίνημα στην Κοζάνη (1930- 1943) από τις εκδόσεις «ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ» [2-3-4]

Δημήτρης (Μήτος) Δημητριάδης


 Τη φετινή Πρωτομαγιά την αφιερώνουμε στη μνήμη ενός από του 5 ήρωες της Κοζάνης, έναν από τους «αλύγιστους της ταξικής πάλης»[5] στον αγρότη, κομμουνιστή, μέλους του ΚΚΕ, Δημήτρη (Μήτο) Δημητριάδη που εκτελέστηκε με τους 200 στην Καισαριανή την Πρωτομαγιά του 1944. Ο Δημητριάδης ήταν παππούς του Μίμη Δημητριάδη πρώην βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ στο νομό Κοζάνης.

Ο Δημήτρης Δημητριάδης Γεννήθηκε γύρω στα 1910 στο Καρς του Καύκασου και ήρθε το 1923 ως πρόσφυγας στην Πτολεμαΐδα. Ασχολήθηκε με τη γεωργία, ήταν παντρεμένος με την Έλλη – Τσαχειρίδου- Δημητριάδου και είχε δυο παιδιά την Ραμόνα (Ανδρομάχη) που γεννήθηκε το 1935 και τον Κλεάνθη που γεννήθηκε το 1937.

Η πολιτική και συνδικαλιστική του δράση

Η συνδικαλιστική και πολιτική του δράση, σύμφωνα με τις πηγές, ξεκινάει το 1932 που βρίσκεται σε όξυνση η οικονομική κρίση του συστήματος που άρχισε το 1929. Στην Πτολεμαΐδα όπως και στις υπόλοιπες περιοχές το διάστημα αυτό η φτώχεια και η ανέχεια των αγροτών και των άλλων λαϊκών οικογενειών τσακίζει κόκαλα. Κατά τα μέσα Φλεβάρη οι αγρότες της Πτολεμαΐδας ξεσηκώνονται ζητώντας, οικονομικές ενισχύσεις, δωρεάν καλαμπόκι κ.α Η Χωροφυλακή της Πτολεμαΐδας συλλαμβάνει αυτούς που θεωρεί ηγέτες των αγροτών και  πρωταίτιους των κινητοποιήσεων. Οι συλληφθέντες είναι ο Δημήτρης Δημητριάδης, ο Αλέκος Θεοδωρίδης, ο Ν. Ιωαννίδης,  Ο Γ. Χονδροματίδης και ο Θ. Χαλκίδης.

Στην Υποδιεύθυνση Χωροφυλακή της Πτολεμαΐδας αφού τους μαύρισαν στο ξύλο μετά έδεσαν χειροπόδαρα τους Δημητριάδη, Θεοδωρίδη και Ιωαννίδη και τους πέταξαν στο μπουντρούμι (τους άλλους δυο τους απέλυσαν). Εκεί τους βασάνιζαν επί εφτά ώρες χτυπώντας τους με γροθιές και τους υποκόπανους των όπλων λέγοντάς τους: «Θα σας ψοφήσουμε σα σκυλιά, όπως ψόφησε ο Βασιλειάδης. *[6] Και μάλιστα έχουμε τον τρόπο να γλυτώσουμε». Όταν σταμάτησαν τα βασανιστήρια τους πέταξαν στο κρατητήριο και μετά τρεις μέρες τους έστειλαν σιδηροδέσμιους στον εισαγγελέα Κοζάνης να δικαστούν με βάση το ιδιώνυμο. Ο Εισαγγελέας αφού τους άκουσε τους απέλυσε και όρισε δίκη για τις 4 Απριλίου. [7]

Στις 4 Απρίλη έγινε το δικαστήριο και οι κατηγορούμενοι Δημήτρης Δημητριάδης,  Αλέκος Θεοδωρίδης και Ν. Ιωαννίδης καταδικάστηκαν, με βάση το ιδιώνυμο, σε 10 μήνες φυλακή ο καθένας και δέκα μήνες εξορία [8]

Δεν γνωρίζουμε αν οι ποινές που επέβαλε το δικαστήριο εκτίθηκαν τελικά επειδή τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου ο Δημήτρης Δημητριάδης συνελήφθη ξανά μαζί με άλλους πέντε πρωτοπόρους αγρότες κομμουνιστές. Ο λόγος ήταν ότι την 1η Αυγούστου, παγκόσμια ημέρα αντιπολεμικής δράσης τότε, αναρτήθηκαν στην Πτολεμαΐδα, όπως και στις άλλες πόλεις, αφίσες και κόκκινες σημαίες. Η χωροφυλακή τότε συνέλαβε 6 κομμουνιστές θεωρώντας ότι αυτοί είναι υπεύθυνοι για αυτές τις ενέργειες. Οι συλληφθέντες, οι οποίοι οδηγήθηκαν στις φυλακές της Κοζάνης ήταν οι: Γρ. Νικολαΐδης, Φίλιππας Παπαδόπουλος, Ν. Ιωαννίδης, Δημήτρης Δημητριάδης, Ηλ. Φαλεάδης και Θ. Χαλκίδης.

Στις φυλακές Κοζάνης ο Χαφιές και δολοφόνος Τσαρουχίδης άρπαξε το ξίφος ενός φρουρού φωνάζοντας «θα σας σκοτώσω όπως τον Βασιλειάδη» και μαζί με άλλους χαφιέδες επιτέθηκαν στους 6 αγωνιστές κρατώντας ξύλα και σίδερα όμως αυτοί κατάφεραν να τους τα πάρουν και να τους δώσουν ένα γερό «μάθημα»! Στο αυτόφωρο που τους πήγαν καταδικάστηκε ο Φ. Παπαδόπουλος σε 4 μήνες φυλακή και 500 δραχμές πρόστιμο για παράνομη οπλοφορία, με βάση κατάθεση χαφιέ ψευδομάρτυρα [9]

Αργότερα η Επιτροπή Ασφαλείας αποφάσισε να στείλει εξορία «εις νήσον τινά» τον Δημήτρη Δημητριάδη μαζί με τον Νίκο Πλακοπίτη το Γ. Κοκολιό, Χ. Μενίδη από τη Σιάτιστα και τον Γ. Γκουστουμάνη. Οι παραπάνω κομμουνιστές άσκησαν έφεση και αφέθηκαν ελεύθεροι με την υποχρέωση να δίνουν παρόν δυο φορές την ημέρα [10]

Οι «περιπέτειες» του Δημήτρη Δημητριάδη και των συντρόφων του θα συνεχιστούν και το 1933 όταν θα συλληφθεί ξανά με άλλους τρεις αγρότες κομμουνιστές επειδή έκαναν έναν χορό για ενίσχυση της Εργατικής Βοήθειας. Οι σύντροφοί τους μαζεύτηκαν και πήγαν στην Υποδιοίκηση χωροφυλακής Πτολεμαΐδας να διαμαρτυρηθούν για τις άδικες συλλήψεις αλλά αντί να βρουν το δίκιο τους συνελήφθησαν άλλοι οχτώ αγρότες και στάλθηκαν όλοι μαζί στις φυλακές της Κοζάνης. Στη δίκη καταδικάστηκαν οι Λ. Σαλονικίδης και Θ. Σιδηρόπουλος σε δυο χρόνια και τρεις μήνες φυλακή και από ένα χρόνο εξορίας στον καθένα. Στους Δ. Δημητριάδη και Γ. Χονδροματίδη 18 μήνες φυλακή και από ένα χρόνο εξορία. Στους Φ. Παπαδόπουλο, Μιχ. Χονδροματίδη, Γ.Μιχαηλίδη, Κ. Βουνοτρυπίδη, Γαβρ. Ιωαννίδη και Γ. Κοσμίδη δυο χρόνια φυλακή.

Στις 20 Ιουνίου οι 12 αγρότες Κομμουνιστές ειδοποιήθηκαν ότι θα μεταφερθούν στις φυλακές της Λάρισας όπου θα γίνει το εφετείο. Οι φυλακές της Κοζάνη αντιλαλούν από τον ύμνο της Διεθνούς που τραγουδάν οι φυλακισμένοι Κομμουνιστές δείχνοντας έτσι ότι δεν τους τρομάζουν οι απειλές της αστικής τάξης. Στο εφετείο που έγινε στη Λάρισα στις 20 Ιουλίου παρέμειναν οι ίδιες ποινές που προαναφέρθηκαν στους 10 αγωνιστές ενώ οι Τριανταφυλίδης και Καλαντερίδης δήλωσαν ότι δεν είναι Κομμουνιστές και αφέθηκαν ελεύθεροι. [11]

Στη δικτατορία του Μεταξά ξανά συλλαμβάνεται και η πρόταση του διοικητή Χωροφυλακής Κοζάνης είναι να εξορισθεί ως αμετανόητος Κομμουνιστής. Τελικά αυτό μάλλον δεν θα υλοποιηθεί αλλά θα συλληφθεί πάλι το 1938 για να σταλεί σιδηροδέσμιος εξορία στην Ανάφη. Η γυναίκα του Έλλη έχοντας τα δυο μωρά στην αγκαλιά της (Ο Κλεάνθης ήταν 10 μηνών και η Ανδρομάχη 2,5 χρονών) θα βγει μαζί με άλλους συγγενείς στην κεντρική Πλατεία της Πτολεμαΐδας για να τον αποχαιρετήσουν. Αυτή θα είναι και η τελευταία φορά που θα ανταμώσει η οικογένεια.

Η Εξορία στην Ανάφη


Στην Ανάφη ο Δημήτρης Δημητριάδης εντάχτηκε στην ΟΣΠΕ (Ομάδα Συμβίωσης Πολιτικών Εξορίστων) και βοήθησε αποφασιστικά στην επιβίωση των συναγωνιστών του μέσα από υπεύθυνες θέσεις. Ανέλαβε την προμήθεια της ομάδας με αγροτικά προϊόντα από τους ντόπιους αγρότες και από τα «σέμπρικα» κτήματα που καλλιεργούσε η ίδια η ΟΣΠΕ. Επίσης ήταν ο εκδοροσφαγέας της ομάδας αφού η ΟΣΠΕ είχε και ένα κοπάδι με γιδοπρόβατα που τα βοσκούσαν δυο τσοπάνοι μέλη της Ομάδας και γνώστες του αντικειμένου. Εκτός των άλλων συμμετείχε στα μαθήματα αυτομόρφωσης που γινόταν οργανωμένα στην Εξορία  και στην έκδοση των εφημερίδων της ΟΣΠΕ. Μια από της εφημερίδες ήταν η «Γαζέτα» που την έγραφαν και τη διακινούσαν οι Πόντιοι και οι «Καραμανλήδες» εξόριστοι. Εκεί ο Τάσος Αποστολίδης, εξόριστος σκιτσογράφος που εκτελέστηκε και αυτός με τους 200, του αφιέρωσε ένα σκίτσο που φαίνεται να χορεύει συνοδεία ποντιακής λίρας.


 Δημητριάδης Δ: «Από τα νεκρά κορμιά μας θα βγουν χιλιάδες μαχητές»

Μεταφέρουμε εδώ αυτούσιο έναν διάλογο του Δημήτρη Δημητριάδη με την Ανουσώ που ήταν κόρη του Ρουσέτη Σιγάλα και η οικογένειά του συμπαθούσε και βοήθησε πολύ τους εξόριστους. Η συζήτηση γίνεται στο κτήμα «Χριστός» που ήταν του Σιγάλα και το παραχώρησε στην ΟΣΠΕ για να σφάζει κρυφά τα σφάγια της Ομάδας που ήταν αδήλωτα στους Ιταλούς κατακτητές. Εκεί ο «Μίτος» μάθαινε την τέχνη του και στην Ανουσιώ που τότε ήταν παιδούλα 14-15 χρονών.

Οπότε μια μέρα λέει η Ανουσιώ στον Δημήτρη Δημητριάδη:

-          Εδώ στην εξορία τόσα χρόνια θα σκουληκιάσετε καημένε Δημητρό….. Είναι μεγάλο κρίμα γιατί είστε όλοι σας καλοί άνθρωποι! Δεν θυμόσαστε, αλήθεια, τις οικογένειές σας, τα παιδιά σας; Πονάει η ψυχή μου σαν το σκέπτομαι.

-          Α… καλή μου κόρη, απαντά ο «Μίτος», συγκινημένος, από αυτά τα σκουλήκια των δικών μας κορμιών θα βγούνε χιλιάδες μαχητές που θα πνίξουν τα κακό θεριό πάνω στη Γη, το άδικο και τον φασισμό….

Η μικρή Ανουσιώ ακούει και σκέπτεται πάντα τα λόγια των συντρόφων και ολοένα μέσα της γεννιέται το φως… [12]

ΑΝΟΥΣΙΩ ΣΙΓΑΛΑ ΧΑΛΑΡΗ


 Όταν έφυγαν και οι τελευταίοι εξόριστοι ο Γερό Σιγάλας, φοβούμενος πιθανή τυμβωρυχία,  πήγε στο νεκροταφείο και μάζεψε τα κόκαλα των νεκρών εξόριστων αγωνιστών σε ένα δισάκι και τα έδωσε στην 16χρονη τότε Ανουσιώ για να τα κρύψει. Οι πρώην εξόριστοι αγωνιστές της Ανάφης της αφιέρωσαν ένα ποίημα:

«Πέρα στων νεκρών την Πόλη

στη μακρινή ανάφη

τα κόκαλα εμάζεψε η Ανουσιώ μονάχη.

Γέμισε το δισάκι της

σαν μάνα να τα κλάψει

περνάει λαγκάδια και βουνά

να πάει να τα φυλάξει.

Η Ανουσιώ Σιγάλα λίγο αργότερα παντρεύτηκε τον συντοπίτη της ΕΛΑΣίτη και κομμουνιστή Πέτρο Χάλαρη και απέκτησαν τέσσερα παιδιά μεταξύ αυτών και τον Αντώνη Χάλαρη ο οποίος υπήρξε ιδρυτής και πρόεδρος του κόμματος ΑΚΕΠ το οποίο κατέβαινε στις εκλογές επί σειρά ετών μέχρι τη δεκαετία του 1990. Το μετεμφυλιακό κράτος «αντάμειψε» με διώξεις και κυνηγητό την Ανουσιώ και την οικογένειά της μέχρι που την απέλυσε από τη θέση καθαρίστριας που είχε στο Α` Νεκροταφείο Αθηνών![13

Η τραγική και άνανδρη δολοφονία της Έλλης Τσαχειρίδου, Δημητριάδου

Στις 5 Αυγούστου του 1943, σε  χαράδρα του «Κουρί» Πτολεμαΐδας, εκτέλεσαν οι Έλληνες Ναζί συνεργάτες των κατακτητών της ομάδας του ταγματασφαλίτη Γιώργου Πούλου, έξι ΕΠΟΝιτες, έξι νεαρά στελέχη  του ΕΑΜ και μέλη του ΚΚΕ οι περισσότεροι.

Η ηγετική ομάδα του ΕΑΜ της Εορδαίας (Ιωαννίδη, Δημητριάδου, Παπαδόπουλος, Θεοδωρίδης, όλοι από τον νέο Συνοικισμό Πτολεμαΐδας) μετά την δουλειά στα χωράφια συνεδρίαζε στην χαράδρα στο Κουρί. Εκεί είχε συνάντηση με τους δύο αγωνιστές από την Γαλάτεια. Η ένοπλη ομάδα του συνεργάτη των Γερμανών κατακτητών  Γ. Πούλου (6-7 άτομα) τους εντόπισε έπειτα από παρακολούθηση των 2 από την Γαλάτεια... Συνέλαβε τους άοπλους αγωνιστές οι οποίοι συζητούσαν απλώς και αφού τους βασάνισαν τους σκότωσαν επί τόπου... Δεν υπήρχε συμπλοκή,  σύγκρουση ή κάποια αντιπαράθεση... Τους εκτέλεσαν εν ψυχρό και χωρίς καμία αιτία, πέρα από το γεγονός ότι ήταν μέλη του ΕΑΜ. Μία μαζική δολοφονία αόπλων ανθρώπων από ενόπλους «Έλληνες» Ναζί. Ένα ειδεχθές έγκλημα. Χωρίς να τιμωρηθούν ποτέ, χωρίς καμία λογοδοσία στην δικαιοσύνη.

Στη μια και μοναδική γυναίκα της ομάδας, την Έλλη Δημητριάδου Τσαχειρίδου σύζυγο του Δ.Δημητριάδη και μητέρα δυο παιδιών έβγαλαν και τα πιο βρώμικα ένστικτα τους αφού πριν τη σκοτώσουν τη βίασαν επανειλημμένα. Για αρκετές μέρες δεν επέτρεπαν στους συγγενείς να πλησιάσουν στον χώρο της σφαγής και να παραλάβουν τις σωρούς και να τους θάψουν.

Οι δολοφονημένοι ήταν οι:

Έλλη Δημητριάδου (ετών 23),

Δημήτρης Θεοδωρίδης (ετών 29),

Κωνσταντίνος Ιωαννίδης (ετών 30),

Κων/νος Καραμπίνης (ετών 28),

Δημήτριος Παπαδόπουλος (ετών 25),

Ευστράτιος Ταζούδης (ετών 31) [14]


 Δημήτρης Δημητριάδης εκτελέστηκε την Πρωτομαγιά του 1944 στο σκοπευτήριο της Καισαριανής με 200 αγωνιστές η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων ήταν κομμουνιστές, μέλη του ΚΚΕ οι περισσότεροι. Στήθηκε παλικαρίσια στον τοίχο της Καισαριανής τραγουδώντας τον ύμνο της Διεθνούς και τον Εθνικό ύμνο ελπίζοντας πως «από το άψυχο κορμί του θα βγουν χιλιάδες μαχητές που θα χτυπήσουν το άδικο και τον φασισμό».

Κοζάνη 30/4/2022

Στέφανος Πράσσος

*Ο Κομμουνιστής Γεώργιος Βασιλειάδης από την Πτολεμαΐδα εκτελέστηκε «εν ψυχρώ» με πιστόλι την 28η Οκτωβρίου του 1931 ώρα 7η πρωινή από τον χαφιέ της ασφάλειας Τσαρουχίδη. Αυτόπτες μάρτυρες είπαν ότι αφού ο χαφιές άδειασε πάνω στο θύμα το πιστόλι του έφερε και την καραμπίνα για να τον αποτελειώσει. Ο λόγος είναι ότι το θύμα πήγε στο σπίτι του χαφιέ για να του ζητήσει τα δικαιώματα βοσκής των βουβαλιών του. Νωρίτερα ο Βασιλειάδης έστειλε τον γιό του να τα ζητήσει αλλά ο χαφιές Τσαρουχίδης τον πλάκωσε στο ξύλο και τον έδιωξε. Πολλοί αγρότες μαζεύτηκαν έξω από το σπίτι του δολοφόνου, γνωρίζοντας το ποιόν του, και απειλούσαν να τον λιντσάρουν. Η χωροφυλακή Πτολεμαΐδας δεν είχε δυνάμεις για να σώσει τον χαφιέ της και έφερε ενισχύσεις από την Κοζάνη.   [15]

Υ.Γ Ευχαριστώ πολύ τον Μίμη Δημητριάδη για τα βιογραφικά στοιχεία και τις φωτογραφίες που μου παραχώρησε από το προσωπικό του Αρχείο.

[1] Ριζοσπάστης 10/5/1946

[2]   Oι 200 της Καισαριανής, ο Πλακοπίτης και τα αγριοπερίστερα.

[3] Ο Νίκος Πλακοπίτης, το "ανθρωποπάζαρο" και μια επεισοδιακή απεργία οικοδόμων ατην Κοζάνη.

[4] Χειμώνας του 1934- Ηρωική διαδήλωση ανέργων στην Κοζάνη

[5] «Οι αλύγιστοι της Ταξικής Πάλης». Λεύκωμα της ΚΝΕ από τη «Σύγχρονη Εποχή»

[6] (σ.Ριζοσπάστη: «πρόκειται για τον σύντροφο των Καΐλαρίων που προ μηνών δολοφόνησε στο δρόμο ο χαφιές Τσαρουχίδης») Ριζοσπάστης 4/3/1932

[7] Ριζοσπάστης 4/3/1932

[8] Ριζοσπάστης 11/4/1932

[9] Ριζοσπάστης 13/8/1932

[10] Ριζοσπάστης 23/11/1932

[11] Ριζοσπάστης 2/7/1933

[12] Από το βιβλίο του Γρεβενιώτη Κομμουνιστή Κώστα Μπίρκα «Με την ψυχή στα δόντια- ΚΑΤΟΧΗ- ΑΝΑΦΗ» εκδόσεις ΜΕΛΙΣΣΑ 1966

[13] Κώστας Μπίρκας «Με την ψυχή στα δόντια- ΚΑΤΟΧΗ- ΑΝΑΦΗ» εκδόσεις ΜΕΛΙΣΣΑ 1966

[14] https://kokinokamini.blogspot.com/2020/08/6.html

 [15] [Ριζοσπάστης 4/12/1931] 

Εικόνες

[1] Ο Δ. Δημητριάδης φαντάρος. Από το προσωπικό αρχείο του Μίμη Δημητριάδη

[2] Ο Μιχάλης Βούγιας από: Ριζοσπάστης 10/5/1946

[3] Ο Δ. Δημητριάδης στην Ανάφη: Κώστας Μπίρκας «Με την ψυχή στα δόντια- ΚΑΤΟΧΗ- ΑΝΑΦΗ» εκδόσεις ΜΕΛΙΣΣΑ 1966

[4] Ο Δ. Δημητριάδης στην Ανάφη: Κώστας Μπίρκας «Με την ψυχή στα δόντια- ΚΑΤΟΧΗ- ΑΝΑΦΗ» εκδόσεις ΜΕΛΙΣΣΑ 1966

[5] Σκίτσο του Τάσου Αποστολίδη από την εφημερίδα των εξορίστων «Γαζέτα»

[6] Η Ανουσιώ και ο πατέρας της Ρουσέτης Σιγάλας: Κώστας Μπίρκας «Με την ψυχή στα δόντια- ΚΑΤΟΧΗ- ΑΝΑΦΗ» εκδόσεις ΜΕΛΙΣΣΑ 1966

[7] Η Έλλη Δημητριάδου: Από το προσωπικό αρχείο του Μίμη Δημητριάδη

[8] Ριζοσπάστης 27/4/1975

Πηγή: Στέφανος Πράσσος - https://kozani.tv/

{[['']]}

Η σφαγή στη Κατράνιτσα από τους Ναζί (24/4/1944)

Η Κατρανίτσα (Πύργοι Κοζάνης) είναι ένα  κεφαλοχώρι στις δυτικές πλαγιές του Βέρμιου εκεί που απλώνεται απαλά η πεδιάδα της Εορδαίας. Την εποχή της ναζιστικής κατοχής το χωριό  αριθμούσε 1.302 κατοίκους και  ο ρόλος που έπαιξε στην εθνική αντίσταση ήταν ιδιαίτερης σημασίας καθώς λόγω της θέσης  του υπήρξε ορμητήριο των ανταρτών του ΕΛΑΣ και σημαντικός τροφοδότης τόσο σε έμψυχο όσο και σε άψυχο υλικό. 

Από εκεί, τα λαϊκά ένοπλα τμήματα εξορμούσαν εναντίον των ντόπιων δοσιλογικών ομάδων από τα γύρω χωριά (ΠΑΟ, Τάγματα ασφαλείας, Πουλικοί).  Ενέδρευαν και εξουδετέρωναν στρατιώτες των SS και πίεζαν ολοένα τις γερμανικές θέσεις.  

Όλα αυτά ήταν γνωστά στους Γερμανούς ναζί, ωστόσο αυτό που τελικά τράβηξε την προσοχή τους στην περιοχή ήταν ότι με τις παραπάνω αντάρτικες ενέργειες και την πίεση που τους ασκούνταν κινδύνευαν να χάσουν την οδική και ιδιαίτερα την σιδηροδρομική συγκοινωνία και να αποκοπούν μεταξύ της άνω και κάτω Μακεδονίας (Η Κατρανιτσα βρισκόταν ανάμεσα στην Θεσσαλονίκη και το Βέρμιο). 

Έτσι αποφασίστηκαν οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις με σκοπό την δημιουργία νεκρής ζώνης γύρω από τις θέσεις που κατείχαν. 

Τα χαράματα της 23 Απριλίου του 1944 ήταν η σειρά της Κατρανίτσας να πληρώσει τον βαρύ φόρο αίματος στην λαϊκή υπόθεση της λευτεριάς της πατρίδας από τους ντόπιους και ξένους φασίστες. 

Τμήματα των SS με «εθελοντές» εθνικιστές του εγκληματία Γεωργίου Πούλου, Ιταλούς και  Τουρκμένους φασίστες που είχαν στρατολογίσει οι ναζί  εισέβαλαν στο κεφαλοχώρι και έπιασαν εξαπίνης τους κατοίκους του κάτω μαχαλά, αναγκάζοντας τους να αφήσουν τα σπίτια τους και να συγκεντρωθούν, άντρες,  γυναίκες και παιδιά στην πλατεία του χωριού. 

Με την γνωστή τακτική χώρισαν τους άντρες από τα γυναικόπαιδα και έστησαν τους άντρες (ηλικίας από 12 ετών και άνω) μπροστά από τα πολυβόλα.  Ήταν έτοιμοι να ξεκινήσουν το μακελειό όταν  την τελευταία στιγμή ένας αγγελιοφόρος μοτοσικλετιστής ακύρωσε την εκτέλεση με νέα διαταγή. Οι συλληφθέντες κάτοικοι έπρεπε να οδηγηθούν πεζοί σε μια πορεία 5 ωρών έως τα Χάνια Πτολεμαΐδας. Ενώ η μακριά πορεία απομακρυνόταν, πίσω τους οι δωσίλογοι συνεργάτες των ναζί, λεηλατούσαν και έκαιγαν το χωριό, αποτελειώνοντας ότι είχε μείνει  όρθιο. 

Κάποιοι τολμηροί που προσπάθησαν να το σκάσουν από τον όγκο της πορείας κατρακυλώντας στις πλαγιές του δρόμου τους προλάβαιναν οι σφαίρες από τα πολυβόλα μέσα στις χαράδρες. 

Κανείς δεν γλίτωνε ακόμα και παιδιά που κουρασμένα ξέμεναν πίσω εκτελούνταν επί τόπου. 

Μετά το τέλος αυτής της πορείας θανάτου οι όμηροι κάτοικοι έμειναν στα Χάνια 6 ημέρες με την εντολή να μην επιστρέψουν στο χωριό τους.

Χειρότερη μοίρα είχαν οι κάτοικοι του επάνω μαχαλά οι οποίοι όταν αντιλήφθηκαν όσα συνέβαιναν στους συγχωριανούς τους διακόσιοι περίπου εξ αυτών επιχείρησαν να διαφύγουν στις πλαγιές και τις κορφές του Βέρμιου. Με τα μωρά τους παραμάσχαλα και ότι άλλο μπορούσαν να περισώσουν κρύφτηκαν σε σπηλιές και λαγούμια περιμένοντας καρτερικά να κοπάσει το κακό. Δεν άργησαν να τους εντοπίσουν.  

Τις επόμενες μέρες οι Γερμανοί  ναζί, με την βοήθεια των αεροπλάνων τους κατάφεραν να βρουν τις κρυψώνες και να τους συλλάβουν. Μόνο λίγοι κατάφεραν να ξεφύγουν και όσοι πιάστηκαν οδηγήθηκαν σε μια πλάγια του βουνού και εκτελέστηκαν μαζικά. Τα γυναικόπαιδα αντιθέτως οδηγήθηκαν πίσω στο χωριό και κλείστηκαν στην εκκλησία της Μεταμόρφωσης. 

Μαρτυρίες επιζώντων λένε πως στον χώρο της εκκλησίας διαπράχθηκαν πολλοί βιασμοί γυναικών καθώς από μέσα άκουγαν κραυγές και ουρλιαχτά και είδαν  γερμανοντυμένους άντρες του Πούλου να βγαίνουν χαχανίζοντας από τον ναό κρατώντας στα χέρια σκισμένα γυναικεία εσώρουχα.  

Έπειτα τα ανθρωπόμορφα τέρατα του Τρίτου Ράιχ συγκέντρωσαν 180 περίπου άτομα σε παρακείμενο αχυρώνα, τον ψέκασαν με εύφλεκτη σκόνη και τον πυρπόλησαν καίγοντας ζωντανούς όσους ήταν μέσα. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια μίας από τους επιζήσαντες. «Βγήκε μια φωτιά πράσινη, με κόκκινη φλόγα και μια μεγάλη βοή. Τότε εγώ είπα: πάει τους κάψανε».

Στην συνοικία των Σεβαστιανών σκοτώσανε εν ψυχρώ 35 γυναίκες και παιδιά, ακόμα και  μωρά παιδιά τρυπήθηκαν από τις ξιφολόγχες τους χωρίς κανένα ίχνος ανθρωπιάς. 

Ανάμεσα στα θύματα που βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν από τους ναζί και τους συνεργάτες τους ήταν και η 35χρονη ΕΑΜίτησα δασκάλα Αναστασία Σιούλη καθώς και άλλα μέλη του ΕΑΜ.

Επικεφαλής της σφαγής ήταν ο χασάπης της Κλεισούρα Καστοριάς και αργότερα του Δίστομου Βοιωτίας, συν/ρχης της 4ης μεραρχίας των τεθωρακισμένων γρεναδιέρων των SS Καρλ Σύμερς. Σκοτώθηκε λίγους μήνες αργότερα στην Άρτα όταν το αυτοκίνητο του έπεσε πάνω σε νάρκη ανταρτών. 

Η επιχείρηση είχε την κωδική ονομασία Μαγιάτικη Καταιγίδα και ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη σφαγή που έγινε μετά από αυτή των Καλαβρύτων.

Από τη σπίθα στη φλόγα

{[['']]}

Βασιλική Σταυροπούλου: Η ηρωίδα ενός αντάρτικου τραγουδιού.


Εβδομήντα εννιά χρόνια έχουν περάσει από τον Αύγουστο του 1944, όταν οι Γερμανοί εκτέλεσαν μαζί με άλλους πατριώτες την Βασιλική Σταυροπούλου, τη "Μάνα του αντάρτη". Ηταν η γυναίκα που ενέπνευσε το ομώνυμο τραγούδι που έγινε γνωστό σ' όλη την Ελλάδα. Ομως λίγοι γνωρίζουν την ιστορία και το όνομα αυτής της γυναίκας του λαού, πως όπως χιλιάδες άλλες τα έδωσε όλα στον αγώνα, πεθαίνοντας με το όραμα της απελευθέρωσης να την πλησιάζει. Την ιστορία της αφηγείται ο Ευάγγελος Μαχαίρας, συνθέτης του εμβατηρίου, στο βιβλίο του "Πενήντα χρόνια μετά" (έκδοση "Σύγχρονη εποχή").

"Ενας αντιπροσωπευτικός τύπος της Ελληνίδας που πρωτοστάτησε στον απελευθερωτικό αγώνα ήταν η Βασιλική Σταυροπούλου, από το Βασαρά της Λακωνίας", γράφει ο Ε. Μαχαίρας. Πολλοί κάτοικοι του χωριού αυτού έχουν και θερινή κατοικία στα Βέροια που είναι πιο ορεινό και πιο δροσερό χωριό.

Ανάμεσα σ' αυτούς και η οικογένεια Σταυροπούλου. Είχε δύο παιδιά φοιτητές και τα δύο, ΕΠΟΝίτες που είχαν ριχτεί με ενθουσιασμό στον αγώνα και η κυρά - Βασιλική ήταν ο κινητήριος μοχλός όλων των γυναικείων οργανώσεων στα Βέροια. Δραστήρια γυναίκα, ακούραστη, πρόσχαρη, ευγενική, ήταν από πολύ πρωί σε κίνηση. Συγκέντρωνε τις γυναίκες για ζύμωμα, φούρνισμα, πλύσιμο και κάθε άλλη υπηρεσία που χρειάζονταν το αντάρτικο, μοίραζε υλικά για πλέξιμο, συγκέντρωνε τα έτοιμα πλεκτά, τα παράδινε στην ΕΤΑ (Επιμελητεία του Αντάρτη) συμμετείχε στην τοπική αυτοδιοίκηση, οργάνωνε γυναικείες ομάδες για διάφορες αποστολές και φυσικά σε όλες αυτές ήταν πρώτη, δεν έδινε μόνο κατευθύνσεις, αλλά εργαζόταν πρώτη και καλύτερη. Εδινε δηλαδή το παράδειγμα.

"Η γυναίκα αυτή έμοιαζε σε πολλά (δραστηριότητα, καλοσύνη, εξυπνάδα), με τη μητέρα μου και γι' αυτό το λόγο με συγκινούσε ιδιαίτερα. Αλλά ήταν και ο αντιπροσωπευτικός τύπος της ηρωίδας Ελληνίδας, της Σουλιώτισσας, της γυναίκας της Πίνδου. Τα παιδιά την είχαν ονομάσει "η μάνα του αντάρτη".

"Και ένα βράδυ ανάβλυσε στην καρδιά μου η επιθυμία να γράψω γι' αυτή ένα τραγούδι. Εγραψα, λοιπόν, τους παρακάτω στίχους με τον τίτλο:

Η μάνα του αντάρτη

Μέσα στην καταιγίδα του πολέμου,
στου φασισμού τη μαύρη σκοτεινιά,
πήρες ντουφέκι και θέλεις γιε μου
να πας αντάρτης, επάνω στα βουνά.

Σκλάβος δε θέλεις εσύ να ζήσεις,
σκλαβιάς δε στέργεις σίδερα βαριά.
Πήρες ντουφέκι, θες να πολεμήσεις
για της Ελλάδας μας τη λευτεριά.

Γεμίζουν γιε μου δάκρυα τα μάτια,
και σπαρταρά η δόλια μου η καρδιά,
τα σωθικά μου γίνονται κομμάτια
τώρα που φεύγεις με τ’ άλλα τα παιδιά.

Ομως, παιδί μου, χτυπάει η καμπάνα,
έφτασε η ώρα η σκληρή του χωρισμού,
Σήκω, κι εγώ σαν Ελληνίδα μάνα,
σε θέλω σταυραϊτό του λυτρωμού.

Με του ΕΛΑΣ τους ένδοξους αντάρτες
τη λευτεριά να φέρετε στη γη,
νέας ζωής, εμπρός επαναστάτες,
για να ροδίσει ολόφωτη αυγή.

"Οι στίχοι άρεσαν στους αντάρτες, συνεχίζει ο Ευάγγ. Μαχαίρας.

Ολοι έβλεπαν σ' αυτούς τη δική τους μάνα. Αλλά το πρόβλημα ήταν η μουσική. Δεν είχα ούτε τα στοιχειώδη προσόντα του συνθέτη. Αρχισα όμως να δοκιμάζω μουσικά μοτίβα που θα μπορούσαν να ταιριάσουν με τους στίχους. Και την άλλη μέρα είχα κάνει την εκλογή μου. Το βράδυ καθόμουν με τους αντάρτες της διμοιρίας πολυβόλων στο τζάκι ενός σπιτιού των Βεροίων, τους το τραγούδησα και τους άρεσε πολύ. Το έμαθαν αμέσως και την άλλη μέρα το πρωί ξεκινήσαμε για τις ασκήσεις μας με αυτό το εμβατήριο. Οι αντάρτες των άλλων διμοιριών αιφνιδιάστηκαν, αλλά το έμαθαν γρήγορα και κάθε πρωί το τραγουδήσαμε όλοι μαζί. Σε λίγες μέρες είχε διαδοθεί σ' όλα τα τμήματα του Πάρνωνα και του Ταϋγέτου και μέσα σ' ένα μήνα σ' όλα τα τμήματα της Πελοποννήσου. Ως το τέλος του 1943 είχε περάσει τον Κορινθιακό και τραγουδιόταν στη Ρούμελη, καθώς επίσης και στη Ζάκυνθο, και στην Κεφαλλονιά. Σίγουρα τα τραγούδια του Καρβούνη και του Ρώτα ήταν καλύτερα. Αλλά "η μάνα του αντάρτη" είχε συναίσθημα και μίλαγε στην καρδιά των ανταρτών και γρήγορα έγινε πανελλήνιο εμβατήριο.

"Εμείς οι αντάρτες του Πάρνωνα που γνωρίζαμε την Βασιλική Σταυροπούλου, το συνδέσαμε και με την ηρωική αυτή Ελληνίδα. Και όταν ύστερα από πολλούς μήνες(τον Αύγουστο 1944) την έπιασαν οι Γερμανοί και την εκτέλεσαν μαζί με άλλους πατριώτες έξω από τη Σπάρτη, το τραγουδούσαμε και δακρύζαμε.... "

Ο Ευάγγελος Μαχαίρας, συνθέτης του εμβατηρίου, ήταν νέος δικηγόρος, νεαρός έφεδρος αξιωματικός της Αλβανίας, που τραυματίστηκε πολύ βαριά έξω από το Τεπελένι στις 18 Δεκεμβρίου 1940.

Ο νεαρός αυτός δικηγόρος ανέβηκε στο βουνό και συνδέθηκε με την Εθνική Αντίσταση στα Βέροια της Λακωνίας, αναδείχτηκε σε δημιουργό από το μηδέν και σε οργανωτή δύο σπουδαίων αντάρτικων σχηματισμών. Του Λόχου Πολυβόλων, με τον οποίο και ξανατραυματίστηκε βαριά στο πεδίο της τιμής τον Μάιο του 1944, και του Συγκροτήματος Μηχανημάτων του 8ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Ο νεαρός αυτός καπετάνιος είναι ο μετέπειτα Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.



Από το βιβλίο "Πενήντα χρόνια μετά" (έκδοση "Σύγχρονη εποχή") του Ευάγγελου Μαχαίρα.
{[['']]}

Αλέξης Πάρνης (1924- 2023). Ένας ιδιαίτερος "ζαχαριαδικός"...


Στις 10 Μαρτίου έφυγε ο Αλέξης Πάρνης στα 99 του χρόνια. Ο Αλέξης Πάρνης (πραγματικό όνομα Σωτήριος Λεωνιδάκης), γεννήθηκε στις 24 Μαΐου 1924 και έφυγε στις 10 Μαρτίου 2023.

Σημαντικός διανοούμενος -ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και μυθιστοριογράφος- αγωνιστής της Αριστεράς -μαχητής του ΕΛΑΣ στην Εθνική Αντίσταση και του ΔΣΕ στον εμφύλιο πόλεμο- κριτικός προς τον σταλινισμό και την απανθρωποποίηση που επέφερε στο σοβιετικό πείραμα. Αλλά και... ζαχαριαδικός την εποχή (1956) που ο πάλαι ποτέ πανίσχυρος γενικός γραμματέας του ΚΚΕ αποκαθηλώθηκε από τους διεθνείς συντρόφους του "παγκόσμιου κόμματος", που τόσο πιστά υπηρέτησε κατά την κομματική του αποστολή στο βαλκανικό Νότο.

Ο ίδιος αφηγείται για την επαύριο της καθαίρεσης και της διαγραφής του Ζαχαριάδη: «Πήγα την επομένη στην Κα Γκε Μπε. Μου έδειξαν στην “Αυγή” το γράμμα των κρατουμένων γυναικών στις φυλακές Αβέρωφ, όπου υπέγραφαν την καθαίρεση του Ν. Ζαχαριάδη -ανάμεσά τους και η υπογραφή της Ρούλας Κουκούλου. Και μου λέει ο στρατηγός: “Εδώ τον αποκηρύσσει η γυναίκα του, εσύ γιατί επιμένεις να τον στηρίζεις τόσο πεισματικά; Πήγαινε με το κόμμα σου κι άσε τα συναισθηματικά”. Του είπα τότε: “Είμαι Κρητικο-Μανιάτης, δεν προδίδω δικούς μου”. Αυτός, φυσικά, δεν κατάλαβε τα περί καταγωγής και επειδή νόμισε ότι αναφέρομαι σε κάποια θεωρία-παρέκκλιση της μαρξιστικής, καθώς ακούστηκε σαν “Κρητικομάνιακ”, μου λέει με τρομερό ενδιαφέρον: “Για πες μου, τι είναι αυτό;” Ο Ζαχαριάδης γελούσε όταν του διηγήθηκα το περιστατικό. «Είσαι ένας παλιόμαγκας Πειραιώτης”, μου είπε.»

Ο Στάλιν ως «διορθωτής»!

Στο συγκλονιστικό του μυθιστόρημα «Ο διορθωτής» (εκδ. 1978) ο Πάρνης αποδεικνύει ότι έχει καταλάβει την ιστορία (κάτι που ακόμα είναι ζητούμενο για πολλούς Νεοέλληνες).. Ο Μεγάλος Διορθωτής είναι το παρατσούκλι που δίνει στον Στάλιν, μιας και η εποχή τους σταλινισμού δίνει το ιστορικό πλαίσιο στο μυθιστόρημά του. Ο κεντρικός του ήρωας είναι ο Λαζάρ Λευτέροβιτς Σεϊταντίνωφ ή στην πραγματικότητα ο Λάζαρος Σεϊτανίδης του Ελευθερίου.

Ο Λάζαρος είχε έρθει στη Ρωσία όταν ήταν 12 χρονών. Ήταν ένα από τα παιδιά της Γενοκτονίας του Πόντου: "...Οι ρίζες του Λαζάρ Λευτέροβιτς κρατούσαν από τη μακρινή Τραπεζούντα Ήταν παιδί ακόμα όταν σκοτώσανε οι Τσέτες τους γονιούς του -ο πατέρας του ο παπα-Λευτέρης, υπηρετούσε το Θεό σ' ένα παραλιακό χωριό της Μαύρης Θάλασσας. Μαζί με άλλους δυο μπήκαν στη βάρκα και βγήκαν στη ρωσική ακτή του Καυκάσου. .... Τον βάλανε σ' ένα άσυλο για τα ορφανά, εκεί στο Σουχούμ." Ο Λάζαρος έγινε τυπογράφος και δούλεψε σ' ένα τυπογραφείο την εποχή που στον Καύκασο επικρατούσαν οι μενσεβίκοι. Έτσι θα συνεχίσει και ως τυπογράφος την εποχή της κυριαρχίας των μπολσεβίκων. Στα χρόνια που διαδραματίζεται η ιστορία (Οκτώβριος 1937), ο Λαζάρ Λευτέροβιτς εργάζεται ως τυπογράφος στο τυπογραφείο "Κόκκινος Γουτεμβέργιος". Περιγράφει την ιστορία των ελληνικών σοβιετικών κοινοτήτων του Καυκάσου το Μεσοπόλεμο, έως το δραματικό τους τέλος την περίοδο 1937-38.

Βλαζοντας ο Πάρνης τον ήρωά του να συνομιλεί με τον Ιβάν Αλεξάντροβιτς, ένα παλιό γέρο μπολσεβίκο -"αναπληρωματικό μέλος της Κεντρικής Επιτροπής όταν έγινε η Οκτωβριανή εξέγερση στην Πετρούπολη"-που συμμετείχε στην καταστολή της εξέγερσης των ναυτών της Κροστάνδης, αγγίζει με τον πιο καυστικό τρόπο ολόκληρη τη σοβιετική ιστορία. Ο Ιβάν Αλεξάντροβιτς που συμμετείχε στην καταστολή της Κροστάνδης (Μάρτιος 1921), δηλαδή των πιο επαναστατικών στοιχείων του Οκτώβρη του 1917, όπως και όλοι οι πρωτεργάτες της καταστολής (Τρότσκι, Τουχατσέφσκι) θα είναι τελικά τα θύματα εκείνου του καθεστώτος που προστάτευσαν στην Κροστάνδη δολοφονώντας αυτούς που ήδη είχαν αντιληφθεί ότι η Επανάσταση είχε τελειώσει πλέον και βάδιζε το δρόμο προς την Κόλαση.

Μέσα από τη συνομιλία τους προβάλει και η ιστορική αντίληψη του ίδιου του Αλέξη Πάρνη για την εποχή που περιγράφει:

"-Θα ξέρετε βέβαια Λαζάρ Λευτέροβιτς, με ποιό τρόπο ο Τρομερός Τσάρος Ιβάν φέρθηκε στους δύο θαυμαστούς αρχιτέκτονες που χτίσανε το ναό του ''Βασίλιι Μπλαζένιι"...

-Ναι , βέβαια Ιβάν Αλεξάντροβιτς. Όταν τελειώσανε , τους αντάμοιψε με πλούτο και κτήματα. Όμως ταυτόχρονα τους τύφλωσε με πυρωμένο σίδερο. Έτσι δεν θα έφτιαχναν παρόμοιο θαύμα άλλου τσάρου.

-Ε λοιπόν... Το ίδιο μπορεί να γίνει με ολόκληρο λαό...

-Δηλαδή τι εννοείτε; έκανα αλαφιασμένος ο Λαζάρ Λευτέροβιτς

-Θαυμαστός αρχιτέκτονας είναι ο λαός.... Τον ανταμοίβεις λοιπόν για κάποιον άθλο του με βιομηχανικά συγκροτήματα, σχολεία, τεχνικές κατακτήσεις. Και ταυτόχρονα τον τυφλώνεις για να μην κάνεις άλλη επανάσταση..."

Θεέ μου! Τώρα πια ήταν φανερός ο υπαινιγμός ενάντια στον καιρό του Μεγάλου Διορθωτή. Που την πήγαινε λοιπόν την κουβέντα; Να τον κάψει πήγαινε; ...

-Μη φωνάζετε! Για το Θεό, πιο σιγά, Ιβάν Αλεξάντροβιτς! ψιθύριζε τρομαγμένος...

Ο άλλος, σα να κατάλαβε τον κίνδυνο. Χαμήλωσε τη φωνή. Το ψιθύρισμα όμως ανήσυχο και βιαστικό -κοιτούσε κάπου μακρυά, σαν καταδιωκόμενος που νοιώθει τον διώκτη να ζυγώνει με τ' άλογό του.

-Αν ζήσετε, θέλω να μεταφέρετε τα λόγια μου αυτά στους ανθρώπους. Κάποτε θα περάσουν οι φοβεροί καιροί.... Κοιτάχτε γύρω σας. Κοιτάχτε Λαζάρ Λευτέροβιτς... Σφάζονται, τυφλώνονται οι πρωτομάστορες του λαού.... Είτε τους παραπετάνε όπως κι εμένα -βλέπετε η αρώστεια με έκανε ακίνδυνο για το μεγάλο στραγγαλιστή... Κοιτάχτε με. Κοιτάχτε Λαζάρ Λευτέροβιτς. Ακόμα ζω και αναπνέω. Όμως δεν υπάρχω, από καιρό τώρα. Σε καμιά ιστορία, σε κανένα βιβλίο δεν θα βρείτε το όνομά μου. Το σβήσανε μαζί με τόσα άλλα. Κι όταν φτάνει η επέτειο της μεγάλης νίκης στην Κροστάνδη, παρουσιάζεται μονάχα το δικό του. Αυτός σχεδίασε τη μάχη, αυτός οδήγησε τα στρατεύματα στην έφοδο -όλα αυτός."

Δυό λόγια για τη ζωή του

Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 24 Μαΐου του 1924, με καταγωγή από την Κρήτη και την Μάνη. Οργανώθηκε από μικρός στην Εθνική Αντίσταση, έλαβε μέρος στην τελευταία μάχη κατά των Γερμανών στην Αθήνα και τραυματίστηκε στα Δεκεμβριανά. Έμαθε για το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στο νοσοκομείο της Κορυτσάς όπου νοσηλευόταν και τον Μάιο του 1945 μεταφέρθηκε στο Ρουμπίκ της Αλβανίας. Εκεί έγραψε το πρώτο του μονόπρακτο με τίτλο «Τελευταία νύχτα», έργο που αναφέρεται στα Δεκεμβριανά. Από τον Νοέμβριο του 1948 εργάστηκε ως πολεμικός ανταποκριτής, υπολοχαγός για το φύλλο του ΔΣΕ, «Δελτίο ειδήσεων» και αργότερα για την εφημερίδα «Προς την νίκη». Την ίδια περίοδο δημοσιεύει τη συλλογή διηγημάτων «Είμαι μαχητής του Δημοκρατικού Στρατού» που εκδόθηκε από στα τυπογραφία του ΔΣΕ στις Πρέσπες.

Με την κατάρρευση του μετώπου μεταφέρθηκε στην Τασκένδη του Ουζμπεκιστάν όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην τοπική εφημερίδα των Ελλήνων και το 1951 ξεκίνησε τις σπουδές του στο Λογοτεχνικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας «Μαξίμ Γκόρκυ». Κατά την περίοδο παραμονής του στην Μόσχα συνδέθηκε φιλικά με προσωπικότητες των γραμμάτων όπως ο Μπορίς Πάστερνακ και ο Ναζίμ Χικμέτ και ξεκίνησε την συγγραφή του επικού ποιήματος «Μπελογιάννης», το οποίο κέρδισε το πρώτο παγκόσμιο βραβείο ποίησης στο φεστιβάλ της Βαρσοβίας του 1955. Με πρόταση του Ν. Ζαχαριάδη, επιλέγεται το 1951 να σπουδάσει στο φημισμένο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο Μαξίμ Γκόρκι της Μόσχας. Ζει σε ντάτσα στο Περεντέλκινο,  τον παραθεριστικό οικισμό των Σοβιετικών συγγραφέων, όπου γνωρίζει και συνδέεται φιλικά με τον Ναζίμ Χικμέτ και με τον Μπορίς Παστερνάκ και αρχίζει να δημοσιεύει ποιήματά του μεταφρασμένα στα ρωσικά.

Ο Ν. Σαραντάκος αναφέρει ένα επεισόδιο που διηγήθηκε ο ίδιος από την εποχή εκείνη: επειδή το πηγαινέλα από το Περεντέλκινο στο κέντρο της Μόσχας του έπαιρνε πολλές ώρες κάθε μέρα, ζήτησε και του παραχώρησαν στέγη στο Ινστιτούτο, ένα κρεβάτι σε μια πτέρυγα όπου στεγάζονταν φοιτητές βαριά τραυματίες και ανάπηροι του πολέμου. Έπιασε φιλίες μαζί τους, αλλά εκείνοι έπιναν από το πρωί ως το βράδυ, οπότε άρχισε πάλι να αναζητεί στέγη. Ο Ναζίμ Χικμέτ του είπε ότι μια γνωστή του είχε ένα άδειο δωμάτιο και μπορούσε να τον φιλοξενήσει και πράγματι μετακόμισε εκεί. Πολύ αργότερα, όταν ξαναπήγε στη Μόσχα το 1989, έμαθε πως το δωμάτιο το πλήρωνε ο Χικμέτ, που είχε εξορκίσει τη σπιτονοικοκυρά να μην αποκαλύψει το μυστικό.

Μετά την καθαίρεση του Ζαχαριάδη αρνήθηκε να τον αποκηρύξει. Έμεινε πιστός φίλος του και μάλιστα κρατούσε τον Σήφη, τον γιο του, όταν ο Ζαχαριάδης βρισκόταν εξορία στο δασαρχείο του Μποροβίτσι (πριν από το Σουργκούτ). Αυτά τα έχει διηγηθεί ο ίδιος στο βιβλίο του «Γεια χαρά Νίκος». Έτσι, ήρθε σε σύγκρουση με τη νέα ηγεσία του ΚΚΕ, με αποτέλεσμα να πέσει σε δυσμένεια και να σταματήσει να δημοσιεύει. Διαγράφτηκε από το ΚΚΕ και έχασε τη δουλειά του στο ελληνικό ραδιόφωνο της Μόσχας. Οι πολιτικοί πρόσφυγες-λογοτέχνες που ήταν πιστοί στη νέα ηγεσία του ΚΚΕ έστελναν επιστολές στα σοβιετικά περιοδικά να μη δημοσιεύουν έργα του «αδικαιολόγητα εγκωμιασμένου» Πάρνη.

Το 1960 το θεατρικό του έργο «Το νησί της Αφροδίτης» (με θέμα την Κύπρο) γνώρισε μεγάλη επιτυχία σε 180 θέατρα της Σοβιετικής Ένωσης με πάνω από 22.000 παραστάσεις. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτή την παράσταση «ήταν καλλιτεχνική, αλλά και πολιτική επιτυχία υπό την έννοια ότι μια υπερδύναμη, η ΕΣΣΔ φώναζε πως η Κύπρος ήταν ελληνική. ...Στα έργα μου δεν αντιμετώπισα ποτέ τους ήρωες μονοσήμαντα, από την ιδεολογία τους, αλλά ως τραγικά πρόσωπα, κι αυτό έχει τεράστια διαφορά. Τον τραγικό άνθρωπο τον σέβομαι όπου κι αν ανήκει. Ενώ είχα πάρει το Παγκόσμιο βραβείο για τον “Μπελογιάννη”, κάνω το “Νησί της Αφροδίτης” για ποιον; Για την ΕΟΚΑ, για τον Γρίβα.»

Η επιτυχία αυτή του έδωσε την δυνατότητα να επιστρέψει στην Ελλάδα το 1963 με ειδική άδεια της κυβέρνησης, και να ανεβάσει το έργο του στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος με σκηνοθέτη τον Αλέξη Σολομό και πρωταγωνίστρια την Κυβέλη (σύζυγο του Γεωργίου Παπανδρέου).

Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα η γραφή του προσανατολίστηκε προς το ψυχογραφικό μυθιστόρημα με στοιχεία από τον ρωσικό ρεαλισμό. Από τις εκδόσεις Εστία εκδόθηκαν τα έργα του το «Ο διορθωτής» (1978), «Λεωφόρος Πάστερνακ» (1979), «Μια Πράγα στον καθένα» (1979), «Ο μαφιόζος» (1980), και «Ο κινηματίας» (1990). Από τις εκδόσεις Καστανιώτη εκδόθηκε το 2009 το μυθιστόρημα «Η οδύσσεια των διδύμων».

Πηγή:  Βλάσης Αγτζίδης,  διδάκτωρ σύγχρονης Ιστορίας, συγγραφέας. μέσω tvxs

{[['']]}

Υστερ(ικ)ός εθνικισμός στον αστερισμό των Πρεσπών

Λίγα ζητήματα έχουν απασχολήσει τον δημόσιο βίο της χώρας τα τελευταία περίπου 30 χρόνια με την ένταση και το πάθος με τα οποία αντιμετωπίστηκε, τόσο από την πολιτική ηγεσία όσο και από την ελληνική κοινωνία, το μακεδονικό ζήτημα. 

Η πολιτική αντιπαράθεση που ξέσπασε το 1992 μεταξύ της Ελλάδας και της πρώην «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» γύρω από την επίσημη ονομασία της δεύτερης, ως ανεξάρτητου πλέον κράτους μετά τη διάλυση της πάλαι ποτέ ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, αλλά και οι εντυπωσιακές σε όγκο κινητοποιήσεις που τη συνόδευσαν προσδιόρισαν σε μεγάλο βαθμό τη φυσιογνωμία της σύγχρονης εθνικής ιδεολογίας.

Ο ελληνικός εθνικισμός κατά τον 20ό αιώνα δεν υπήρξε σταθερός, αναλλοίωτος και ενιαίος στη μορφή του, αλλά γνώρισε τις μεταμορφώσεις που υπαγόρευσαν οι κρίσιμες ιστορικές καμπές στη διάρκειά του τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο. Από τον επιθετικό βενιζελικό μεγαλοϊδεατισμό και τις πολεμικές περιπέτειες των δυο πρώτων δεκαετιών, στην εθνικοφροσύνη και στον αντικομμουνισμό του μεσοπολέμου -ιδίως μετά το 1936- (που είδε στην άνοδο του εργατικού κινήματος και του κομμουνισμού τον απόλυτο κίνδυνο εθνικής μειοδοσίας), στη μεταπολεμική εθνικοφροσύνη των διώξεων, των απαγορεύσεων και του παρακράτους της δεκαετίας του 1950 με την κορύφωσή της την επταετία 1967-74, μέχρι τη σύγχρονη εκδοχή του, υπό την επίδραση κυρίως του κυπριακού και του μακεδονικού ζητήματος. 

Παρότι οι εντάσεις δεν ήταν ίδιες σε αυτές τις στιγμές και το ιστορικό πλαίσιο επίσης διέφερε, οι από τα πάνω εκπορευόμενες πολιτικές έβρισκαν ισχυρά ερείσματα στην ελληνική κοινωνία ακόμη και σε στρώματα που δεν τοποθετούνταν στα δεξιά του πολιτικού φάσματος.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές του 1990 με την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», πέρα από την εμφάνιση νέων κρατών στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη όπως και στα Βαλκάνια, εμπεδωνόταν η αντίληψη ότι η πολιτική, η οικονομία, η τεχνολογία, η επικοινωνία, η γνώση κ.λπ. αυτονομούνταν σε βαθμό που ξεπερνούσαν κατά πολύ τον περιορισμό τους στο ασφυκτικό πλαίσιο των εθνών - κρατών. Η τάση αυτή, το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης δηλαδή, αν και πράγματι έδινε την εντύπωση ότι για τον δυτικό κόσμο αναδείκνυε την αναδίπλωση σε ευρύτερες πολιτισμικές ταυτότητες πέραν των εθνικών, δεν θα μπορούσε να προσεγγιστεί ανεξάρτητα από την ορμή των νέων εθνικών ταυτοτήτων που αναπτύχθηκαν στα νέα κράτη, αλλά και από τον φόβο ότι στα υπόλοιπα η εθνική ταυτότητα κινδυνεύει.

Περίοδος του «αποκλειστικού μακεδονισμού»

Αυτές οι αλλαγές στις ισορροπίες δεν αφορούσαν αποκλειστικά το εσωτερικό τους αλλά επηρέαζαν και τις σχέσεις τους με τις γειτονικές τους χώρες. Σε αυτό το πλαίσιο εγγράφεται και η σύγκρουση της Ελλάδας με τη σημερινή Βόρεια Μακεδονία, όπου η αναδυόμενη εθνική μακεδονική ταυτότητα της δεύτερης προσέκρουσε στη βαθιά ριζωμένη ελληνική πεποίθηση περί ελληνικότητας της Μακεδονίας και αποκλειστικής χρήσης του μακεδονικού προσδιορισμού. 

Η αδιαλλαξία των δύο πλευρών οδήγησε σε μακρά διπλωματική κρίση με διεθνή εμπλοκή και επιμέρους συμβιβαστικές αλλά όχι οριστικές διευθετήσεις, μέχρι την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών μεταξύ των δύο κρατών τον Ιούνιο του 2018, με την οποία αναγνωρίστηκε επίσημα η Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου όμως και με αφορμή το μακεδονικό -και με μικρότερη ένταση το κυπριακό- αναδύθηκε μια μορφή εθνικοφροσύνης στη διαμόρφωση της οποίας πρωταγωνίστησαν μεν οι ελληνικές κυβερνήσεις, η ελληνική Δεξιά, η οργανωμένη και ανοργάνωτη ακροδεξιά και η εκκλησία, αλλά ταυτόχρονα βρήκε μεγάλη λαϊκή απήχηση πέραν των παραδοσιακών συντηρητικών δυνάμεων.

Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας υπήρξε διαδικασία που ξεκίνησε το 1990 με πολλές περιοχές τού άλλοτε ομόσπονδου κράτους να κηρύσσουν διαδοχικά την ανεξαρτησία τους. Η ανεξαρτησία της «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» (με αυτή την ονομασία εντάχτηκε ως μία από τις έξι συστατικές χώρες της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας το 1944. Στην Ελλάδα μετά το 1991 η χώρα αποκαλούνταν κράτος των Σκοπιών) κηρύχθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου του 1991, μετά το δημοψήφισμα που διεξάχθηκε στις 8 του ίδιου μήνα. Τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος ανέλαβε η κυβέρνηση του Κίρο Γκλιγκόροφ που είχε προκύψει από τις πρώτες πολύ- κομματικές εκλογές στη χώρα λίγους μήνες νωρίτερα (23/12/1990). Η τότε ελληνική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη αντέδρασε ξεκαθαρίζοντας ότι «η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να αναγνωρίσει κράτος ανεξάρτητο που θα φέρει το ιστορικό ελληνικό όνομα της Μακεδονίας».

Τον Δεκέμβριο του 1991 το υπουργικό συμβούλιο συνεδρίασε με θέμα τη διαχείριση του μακεδονικού καθότι επρόκειτο να το θέσει ενώπιον του Συμβουλίου των υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που θα διεξαγόταν τον ίδιο μήνα, καταλήγοντας σε τρεις αποφάσεις που θα έθετε ως όρους: α) Να αλλάξουν τα Σκόπια την ονομασία «Μακεδονία», β) Να αναγνωρίσουν ότι δεν έχουν βλέψεις ή διεκδικήσεις εις βάρος της χώρας μας. γ) Να αναγνωρίσουν ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα «μακεδονική» μειονότητα. Πράγματι, το Συμβούλιο αποδέχτηκε τις ελληνικές εισηγήσεις διαμηνύοντας στη νεοσύστατη δημοκρατία ότι αν επιθυμούσε την αναγνώρισή της, όφειλε «να δεσμευτεί ότι θα υιοθετήσει συνταγματικές και πολιτικές εγγυήσεις, ότι δεν έχει εδαφικές διεκδικήσεις απέναντι σε γειτονικό κράτος-μέλος της Κοινότητας και ότι δεν θα μετέρχεται εχθρικής προπαγάνδας εναντίον γειτονικού κράτους-μέλους της Κοινότητας, περιλαμβανομένης και της χρήσης ονομασίας η οποία υποδηλώνει εδαφικές διεκδικήσεις».

Αν και η στάση της Ευρώπης ερμηνεύτηκε ως επιτυχία από την κυβέρνηση, σύντομα ξέσπασε μια εσωτερική αντιπαράθεση όταν το ΠΑΣΟΚ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, την κατηγόρησε ότι έδειξε υποχωρητική στάση καθώς δεν έθεσε ως όρο ότι στην ονομασία του νέου κράτους δεν θα έπρεπε να περιλαμβάνεται όχι μόνο η λέξη Μακεδονία αλλά και τα παράγωγά της ή λοιποί προσδιορισμοί της (π.χ. Μακεδονικός-ή-ό, Ανω Μακεδονία, Βόρεια Μακεδονία, Μακεδονία του Βαρδάρη κ.λπ.). Ο υπουργός Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς αντέτεινε ότι απέναντι σε αυτό το ενδεχόμενο η ελληνική πλευρά διατηρούσε το δικαίωμα άσκησης βέτο.

Πρεμιέρα συλλαλητηρίων, Θεσσαλονίκη 1992

Από τη στιγμή αυτή το μακεδονικό ζήτημα πέρα από τη διεθνή του διάσταση αποκτά και χαρακτήρα εσωτερικού προβλήματος. Σε αυτό το πολιτικό κλίμα και υπό την επίδραση του εθνικιστικού λόγου που ανέπτυξαν για το ζήτημα τα ΜΜΕ θα οργανωθεί και το πρώτο μεγάλο συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη, στις 14 Φεβρουάριου 1992. 

Το συλλαλητήριο είχε προετοιμαστεί τους προηγούμενους μήνες από μια αντιπροσωπευτική επιτροπή πολιτών γνωστή ως «Μακεδονική Επιτροπή», χωρίς την παρεμβολή κομμάτων ή κομματικών αντιπαραθέσεων, στην οποία όμως μετείχαν επιφανείς πολίτες της Θεσσαλονίκης, όπως ο δήμαρχος της πόλης Ντίνος Κοσμόπουλος, ο επιχειρηματίας και πρόεδρος της ΔΕΘ Αλέξανδρος Μπακατσέλος, οι πρυτάνεις των πανεπιστημίων και μεμονωμένα στελέχη κομμάτων που εκλέγονταν στη Μακεδονία ανάμεσά τους κι ο Στέλιος Νέστωρ του Συνασπισμού (υπήρξε υποψήφιος για τον δήμο της πόλης το 1986). Κεντρικό πρόσωπο όμως σε αυτή την επιτροπή -και συντάκτης της διακήρυξης που καλούσε τον κόσμο στο συλλαλητήριο- ήταν ο δημοσιογράφος και δικηγόρος Νικόλαος Μέρτζος, προσωπικός σύμβουλος εκείνα τα χρόνια του Κων. Μητσοτάκη. Γνωστός για τις εθνικιστικές του απόψεις, ο Μέρτζος ήταν συγγραφέας του βιβλίου «Εμείς οι Μακεδόνες» και ο πρωταγωνιστικός του ρόλος υποδήλωνε, σύμφωνα με πολλούς, ότι η συγκέντρωση είχε την καθοδήγηση και την έγκριση του υπουργού Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά.

Θεωρήθηκε ένα από τα μεγαλύτερα και πιο μαζικά συλλαλητήρια που πραγματοποιήθηκαν ποτέ στη χώρα, με κάποιους υπολογισμούς να θέλουν τον αριθμό των συγκεντρωμένων να πλησιάζει το 1.000.000. Δεν θα ήταν υπερβολή αν μιλούσε κανείς για αποτύπωση μιας σπάνιας στιγμής εθνικιστικής έξαρσης, με ανθρώπους όλων των ηλικιών (ανάμεσα στους διαδηλωτές βρίσκονταν πολλοί μαθητές και φοιτητές) να φωνάζουν τα συνθήματα «Η Μακεδονία είναι ελληνική».

«Σκοπιανοί, μολών λαβέ», «Κάτω οι πλαστογράφοι της Ιστορίας» κά., τον δήμαρχο Κοσμόπουλο και τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα να εκφωνούν τις κεντρικές ομιλίες καλώντας τον Αντώνη Σαμαρά να μη δεχτεί την αναγνώριση του κράτους. των Σκοπιών με όνομα ή ονομασία που θα περιλαμβάνει τη λέξη «Μακεδονία», ανακατεύοντας τον Μέγα Αλέξανδρο, τον Βουκεφάλα, τον Αριστοτέλη, τον Κύριλλο και τον Μεθόδιο, τον Αγιο Δημήτριο και το Βυζάντιο σε μια ενιαία ιστορική αφήγηση γύρω από την ελληνικότητα της περιοχής και τονίζοντας ότι «η Μακεδονία ήταν, είναι και θα είναι ελληνική». Μπάντες παιάνιζαν εμβατήρια και παραδοσιακά τραγούδια, νέοι και νέες με παραδοσιακές μακεδονικές ενδυμασίες χόρευαν, πρόσκοποι, σύνδεσμοι απόστρατων, κόσμος στα μπαλκόνια χειροκροτούσε το πλήθος, ενώ ακόμη και στη θάλασσα βάρκες, καΐκια και ιστιοπλοϊκά σκάφη χαιρέτιζαν τη συγκέντρωση με κόρνες και όσοι είχαν επιβιβαστεί σε αυτά φορούσαν πορτοκαλί γιλέκα και άναβαν βεγγαλικά.

Επιμένει το ΚΚΕ για «εθνικιστικό φανατισμό»

ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑ ΤΟΣ ΣΕ ΣΧΟΛΙΟ ΤΟΥ 

To KKE, το μοναδικό κόμμα που δεν συμμετείχε στο εθνικό συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης. κλιμάκωσε την επιθετική του στάση μιλώντας για -επικίνδυνο εθνικιστικό φανατισμό· και για -εθνικιστική ψύχωση- Η νέα διαφοροποίηση έγινε με χθεσινό σχόλιο του Γραφείου Τύπου του ΚΚΕ που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κόμμα... -επιβεβαιώθηκε- αφού οι ομιλίες δεν απηχούσαν «γνήσια πατριωτικά αισθήματα». Στο σχόλιο ανάμεσα στα άλλα αναφέρεται:

-Το συγκεκριμένο συλλαλητήριο επιβεβαιώνει τη θέση του ΚΚΕ ότι δεν είχε ούτε στόχο -πράγμα όχι τυχαίο πολύ περισσότερο που με ευθύνη των οργανωτών δεν μπόρεσε να υπάρξει το κατάλληλο πλαίσιο πάλης για τη διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας και την αποτροπή πολεμικής εμπλοκής της χώρας.

*Οι βασικές ομιλίες στο συλλαλητήριο, οι διακηρύξεις της επιτροπής, αλλά και οι σωροί έντυπου υλικού διαφόρων παρακρατικών, εθνικιστικών οργανώσεων τις τελευταίες μέρες, δεν απηχούν τα γνήσια πατριωτικά αισθήματα για ειρήνη, φιλία και συνεργασία ανάμεσα στους λαούς.

-Ο επικίνδυνος εθνικιστικός φανατισμός δεν έγινε δυνατό να αποκρυβεί πίσω από τις ράφιναριομένες εκφράσεις που ακούστηκαν από τους δύο ομιλητές. Οι απόψεις που ακούστηκαν και από τα μεγάφωνα για β. Ηπειρο, Κορυτσά. Μοναστήριο. Αν Ρωμυλία. Κωνσταντινούπολη και τόσα άλλα, καλλιεργούν μόνο την εθνικιστική ψύχωση και δεν εξυπηρετούν φυσικά τα συμφέροντα του ελληνικού λαού και της χώρας.

• Από το Γραφείο Τύπου της Νέας Δημοκρατίας εκδόθηκε η παρακάτω ανακοίνωση -Τα υπολείμματα του ΚΚΕ είχαν σήμερα την ευκαιρία να εξιλεωθούν για ένα θλιβερό παρελθόν για το οποίο ακόμη και ο Ζαχαριάδης μετανόησε πριν τερματίσει το βίο του. Δεν το έπραξαν. Αντί τούτου επροτίμησαν και πάλι την απομόνωση της αποχής.

Αλλα και μετά το πανεθνικό και πραγματικά ιστορικό συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, αντί να πουν, τουλάχιστον, ότι διαψεύσθηκαν οι φόβοι- τους οποίους είχαν προβάλει, επιμένουν με πείσμα στους ακατανόητους για κάθε Ελληνα ισχυρισμούς τους.

Δυστυχώς, είναι αδιόρθωτοι. Οριστικά και αμετάκλητα·. 


Η πίεση μεταφέρεται στις συσκέψεις πολιτικών αρχηγών

Πέρα από τον όγκο του, το στοιχείο που προσέδωσε στο συλλαλητήριο μεγάλη βαρύτητα ήταν ότι δεν καταγράφηκαν κομματικές αντιπαραθέσεις και φάνηκε να κυριαρχεί μια εθνική ομοψυχία που τις υπερέβαινε. Για τη χάραξη της πολιτικής που θα ακολουθούνταν πραγματοποιήθηκαν το επόμενο διάστημα δύο συσκέψεις πολιτικών αρχηγών, στις 18 Φεβρουάριου η πρώτη και τις 13 Απριλίου η δεύτερη. Σε αυτήν έγινε φανερή η αντίθεση του Κων. Μητσοτάκη στις θέσεις του Αντ. Σαμαρά, που οδήγησε εντέλει στην αποπομπή του από την κυβέρνηση, όμως εκτός από το ΚΚΕ, που διαφώνησε συνολικά για τον τρόπο αντιμετώπισης του ζητήματος, ο Ανδρέας Παπανδρέου συντάχθηκε με τη σκληρή στάση έναντι των Σκοπιών ενώ η Μαρία Δαμανάκη. τότε πρόεδρος του Συνασπισμού, επέκρινε τον κ. Σαμαρά για λανθασμένους χειρισμούς χωρίς όμως να διαφωνεί με την ουσία των θέσεών του. 

Εχει επισημανθεί μάλιστα από πολλές πλευρές ότι ο Κων. Μητσοτάκης κατέληξε στην υιοθέτηση της μαξιμαλιστικής πολιτικής στο μακεδονικό (απόρριψη της λέξης Μακεδονία και των παραγώγων της), παρότι δεν ήταν θιασώτης της, εξαιτίας της πίεσης που άσκησαν τα τόσο μαζικά συλλαλητήρια του 1992.

Το δεύτερο μεγάλο συλλαλητήριο εκείνου του έτους πραγματοποιήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου στην Αθήνα, στο Πεδίον του Αρεως. Η κινητοποίηση ήταν και σ’ αυτό τεράστια. Ελληνες από όλες τις περιοχές της χώρας, κυρίως από την Πελοπόννησο και τα νησιά, αλλά και από την ανατολική και τη βόρεια Ελλάδα, συνέρρευσαν στην πρωτεύουσα. Εκεί συναντήθηκαν με τους Αθηναίους διαδηλωτές, με πολλές από τις εφημερίδες της εποχής να κάνουν λόγο για συνολικά περισσότερα από 1.500.000άτομα. 

Και σε αυτό, όπως και στο αντίστοιχο της Θεσσαλονίκης, πρωταγωνίστησαν τα συνθήματα «Η Μακεδονία είναι ελληνική», «Η Μακεδονία είναι Ελλάδα». «Κάτω τα χέρια απ’ τη Μακεδονία», «Μακεδονία 3.000 χρόνια» κ.ά. 

Μία από τις πιο ανησυχητικές όψεις του αθηναϊκού συλλαλητηρίου ήταν το γεγονός ότι δίπλα στο πλήθος έκανε την πρώτη της δημόσια εμφάνιση η ναζιστική οργάνωση Χρυσή Αυγή ξεκινώντας τη βίαιη δράση της. Μέλη της οργάνωσης με άρβυλα, στρατιωτικά ρούχα, πέτσινα μπουφάν, κοντό μαλλί, σβάστικες και κρατώντας μαχαίρια και ρόπαλα έκαναν επιθέσεις για να διαλύσουν καταλήψεις εγκαταλειμμένων σπιτιών, πέταγαν δακρυγόνα και έσπαγαν τζάμια. Είναι αυτή ακριβώς η χρονική στιγμή που ο ηγέτης της X Α Νίκος Μιχαλολιάκος έκρινε κατάλληλη για να εμφανιστεί η οργάνωση με τη μορφή πολιτικού κόμματος. Οπως ο ίδιος δήλωνε: «Στη Θεσσαλονίκη. την Αθήνα, σε όλες τις πόλεις της Ελλάδος αλλά και της ομογένειας γίνονται συλλαλητήρια γεμάτα εθνικό πάθος. Η Χρυσή Αυγή συμμετέχει σε αυτά και συσπειρώνει γύρω της χιλιάδες Ελληνες πατριώτες».

Πού οφειλόταν η μαζικότητα των συλλαλητηρίων

Πραγματικά, η μαζικότητα και λαϊκή απήχηση των συλλαλητηρίων του 1992 ήταν εντυπωσιακή. Τις ίδιες μέρες μάλιστα αντίστοιχες κινητοποιήσεις και εκδηλώσεις οργανώθηκαν και από την ελληνική ομογένεια σε περιοχές των ΗΠΑ και της Αυστραλίας. Ενα έθνος σε εθνικιστικό ντελίριο, με ελάχιστες κριτικές φωνές, που νιώθει ότι του κλέβουν την ιστορία, ότι απειλούν την εθνική του ταυτότητα, ότι απεργάζονται τον αφανισμό του. 

Πώς μπορεί να ερμηνευτεί όμως αυτή η μαζικότητα; Η απάντηση είναι σύνθετη και σίγουρα όχι μονοσήμαντη. Σε διεθνές πλαίσιο, η κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων σηματοδότησε το τέλος της διπολικής περιόδου του Ψυχρού Πολέμου. Προκλήθηκαν εδαφικές ανακατατάξεις, δημιουργήθηκαν μεταναστευτικά ρεύματα και σκληροί εθνικοί ανταγωνισμοί στα Βαλκάνια, με αποκορύφωμα τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Από το 1990 άρχισαν να καταφτάνουν στην Ελλάδα Αλβανοί και ομογενείς από τη Ρωσία μετανάστες προς αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής, που όμως δεν έγιναν δεκτοί στη χώρα με ιδιαίτερα φιλικές διαθέσεις.

Το στερεότυπο του ξένου που διεκδικεί την πρόσβαση σε στοιχειώδη κατά τ’ άλλα δικαιώματα αξιοπρεπούς διαβίωσης ενεργοποίησε ξενοφοβικά - ρατσιστικά ένστικτα σε μεγάλη μερίδα Ελλήνων. Πολλοί ένιωσαν ισχυρό αίσθημα ανασφάλειας που συνδεόταν με την άνοδο των εθνικισμών στα Βαλκάνια, αλλά και -πιο έμμεσα- με την αναταραχή στη Μέση Ανατολή. Την ίδια στιγμή στο εσωτερικό της χώρας κυριαρχούσε η σκανδαλολογία, με την υπόθεση Κοσκωτά να απασχολεί έντονα τη δημόσια ζωή και τα φαινόμενα διαφθοράς να πλήττουν την αξιοπιστία της πολιτικής τάξης εν γένει.

Συντηρητικοποϊηση, αποπολιτικοποίηση

Η σύγκλιση Αριστερός - Δεξιάς στο πλαίσιο της οικουμενικής κυβέρνησης θόλωσε τις ιδεολογικές διαφορές και συνέβαλε σε μια διαδικασία σταδιακής αποπολιτικοποίησης με κύρια χαρακτηριστικά την απαξίωση και την απογοήτευση. Φαίνεται ότι αυτοί οι παράγοντες συνδυαστικά επέδρασαν με τρόπο που ευνόησε τη συσπείρωση γύρω από τη συλλογική ταυτότητα του έθνους. 

Αυτή η συντηρητική αναδίπλωση δεν είχε μόνο αμυντικό χαρακτήρα αλλά για κάποιους εθνικιστικούς κύκλους της χώρας θα μπορούσε να εκφραστεί και επιθετικά, κυρίως με τη μορφή οικονομικής διείσδυσης σε κάποια γειτονική χώρα. Η θέση αυτή σχετιζόταν με το κλίμα οικονομικής ανάπτυξης και βελτίωσης στο εισόδημα και το βιοτικό επίπεδο, που καθιστούσε την Ελλάδα σημαντική δύναμη στον χώρο των Βαλκανίων. Και ήταν ακριβώς αυτοί οι εθνικιστικοί κύκλοι που πρωταγωνίστησαν στην οργάνωση των συλλαλητηρίων, εξέδιδαν ανακοινώσεις και ψηφίσματα υπό την ανοχή του ΥΠΕΞ και της κυβέρνησης.

Σε όλα αυτά χρειάζεται να προστεθεί ο καθοριστικός ρόλος των ΜΜΕ, έντυπων και ηλεκτρονικών, που στη συντριπτική τους πλειονότητα το διάστημα 1992-94 ακολούθησαν και ενίσχυσαν την επίσημη επιχειρηματολογία της εποχής και την εθνική προπαγάνδα για το μακεδονικό. Αντιμετώπισαν το ζήτημα με πληθώρα στερεοτύπων, δίνοντας χώρο σε αμφίβολης κατάρτισης αναλυτές και αναπαράγοντας τις ιστορικές ανακρίβειες περί ελληνικότητας και μοναδικότητας της Μακεδονίας. Εξαίρεση αποτέλεσαν ορισμένα δημοσιεύματα σε κάποια έντυπα, κυρίως της Αριστεράς, όπως στις εφημερίδες «Εποχή», «Αυγή» και «Ελευθεροτυπία» (κυρίως η στήλη του «Ιού»), καθώς και στα περιοδικά «Ο Πολίτης» και «Σύγχρονα Θέματα», που τόνιζαν την ανάγκη να εξεταστεί κριτικά το αμιγώς εθνικισπκό πλαίσιο εντός του οποίου διεξαγόταν η δημόσια συζήτηση στη χώρα

Η σύγχρονη εθνικοφροσύνη και η Συμφωνία των Πρεσπών

Μετά τα γεγονότα του 1992 και την άτεγκτη στάση της ελληνικής πλευράς γύρω από την ονομασία του νέου κράτους δεν προέκυψε λύση. 
Τον Οκτώβριο του 1993 το ΠΑΣΟΚ επανήλθε στην εξουσία και ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου συνέχισε τη σκληρή πολιτική της Ελλάδας. Εκείνος ήταν άλλωστε που στο συμβούλιο πολιτικών αρχηγών του Απριλίου 1992 είχε πιέσει και τελικά πείσει τον Κων. Μητσοτάκη και τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Κων. Καραμανλή να αποδεχτούν τη μαξιμαλιστική πολιτική στο μακεδονικό. 

Τον Απρίλιο του 1993 το νέο κράτος αναγνωρίστηκε στα Ηνωμένη Εθνη με την προσωρινή ονομασία Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ/FYROM), χωρίς το δικαίωμα ανάρτησης σημαίας ενώ τον Φεβρουάριο του 1994 η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε τον οικονομικό αποκλεισμό (εμπάργκο) της ΠΓΔΜ και τη διακοπή λειτουργίας του γενικού προξενείου της Ελλάδας στα Σκόπια, ως μέσο πίεσης για την αποδοχή των ελληνικών όρων.

Τον Σεπτέμβριο του επόμενου έτους υπογράφηκε η Ενδιάμεση Συμφωνία, η οποία προέβλεπε την υποχρέωση από την Ελλάδα να αναγνωρίσει τα Σκόπια με την προσωρινή ονομασία Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας μέχρι τα δυο κράτη να έρθουν σε οριστική Συμφωνία στο θέμα του ονόματος. Στο μεταξύ όλο και περισσότερες χώρες αναγνώριζαν την ΠΓΔΜ με το συνταγματικό της όνομα, δηλαδή Δημοκρατία της Μακεδονίας, κάτι που έπραξαν και οι ΗΠΑ το 2004. 

Είναι η εποχή που το μακεδονικό μπαίνει σε νέα φάση ενόψει των συζητήσεων για την ένταξη της ΠΓΔΜ στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Ούτε όμως κατά τη δεκαετία του 2000 δόθηκε οριστική λύση. Η κυβέρνηση του Κων. Καραμανλή το 2008 άσκησε βέτο στην ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν δυνατή από τη στιγμή που δεν είχε επιλυθεί το ζήτημα του ονόματος του νέου μέλους.

Από την ενδιάμεση στην τελική Συμφωνία των Πρεσπών

Οι προσδοκίες για εξεύρεση οριστικής λύσης μετατέθηκαν για τα τέλη του 2017 με αφορμή τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούλιο του 2018, καθώς η κυβέρνηση συνασπισμού κομμάτων της ΠΓΔΜ υπό τον Ζόραν Ζάεφ δήλωνε προδιάθεση προς την επίτευξη συμφωνίας με σύνθετη ονομασία που θα περιλάμβανε χρονικό ή γεωγραφικό προσδιορισμό. 

Τις διαπραγματεύσεις από την ελληνική πλευρά ανέλαβε ο υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Κοτζιάς. Την έναρξη των συνομιλιών ωστόσο έμελλε να συνοδεύσει μια σειρά νέων συλλαλητηρίων τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2018 σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα με κύριο αίτημα την αντίθεση στη χρήση του όρου Μακεδονία στη νέα ονοματολογία 

Για μια ακόμη φορά, με αρκετά διαφορετικούς όρους βέβαια απ’ ό,τι στις αρχές της δεκαετίας του 1990, εκδηλώθηκε μια άκρατη εθνικιστική μανία, που μοιραία έφερε στο μυαλό μνήμες από εκείνες τις μέρες. Βέβαια, στο μεσοδιάστημα η γνώση γύρω από τις διαφορετικές όψεις του μακεδονικού πολλαπλασιάστηκε, υπό την έννοια ότι αντιμετωπίστηκε, πέρα από το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, ως ευρύτερο ζήτημα με διαστάσεις που αφορούν το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού μιας χώρας, την εμβριθή μελέτη του εθνικού/εθνικιστικού φαινομένου και την ανάλυσή του στα ιστορικά του συμφραζόμενα, τον τρόπο διαμόρφωσης ενός συλλογικού «εμείς», τη διαδικασία συγκρότησης της συλλογικής μνήμης, των ταυτοτήτων κ.ά., με στόχο πάντα την προσέγγιση από ανθρωπιστική σκοπιά και τη συνακόλουθη απομάκρυνση από την εθνικιστική. Και αυτός ήταν ο βασικός λόγος που πολλοί διαφοροποιήθηκαν αυτήν τη φορά.

Μικρή συμμετοχή, μεγάλη επικινδυνότητα

Στα συλλαλητήρια του 2018 η συμμετοχή ήταν πολύ μικρότερη σε σχέση με τα παλαιότερα, η γραφικότητα όμως αυξημένη και η παρουσία της οργανωμένης και ανοργάνωτης ακροδεξιάς σύσσωμη. Στη διοργάνωσή τους πρωτοστάτησαν παμμακεδονικές οργανώσεις, όμως έσπευσαν για πολιτική σπέκουλα πολλά στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του κόμματος της ΝΔ (Αντ. Σαμαράς, Αδ. Γεωργιάδης, Μ. Βορίδης, Θ. Πλεύρης, Β. Κικίλιας, Κ. Κυρανάκης, Κ. Γκιουλέκας, Ελ Ράπτη κ.ά.), αλλά και κάποια από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ (Εύα Καίλή, Ντ. Γιαννακοπούλου, Σ. Καρανικόλας) και των ΑΝΕΛ.

Συλλαλητήρια πραγματοποιήθηκαν και σε άλλες πόλεις όπως στη Δράμα την Καβάλα και στο Αίγιο, αλλά και σε πόλεις του εξωτερικού, στο Λονδίνο, στη Στουτγάρδη, τη Φρανκφούρτη και τη Μελβούρνη. Ο τελικός στόχος τους πάντως δεν ευοδώθηκε. 

Στις 17 Ιουνίου 2018 υπογράφηκε η Συμφωνία των Πρεσπών μεταξύ Ελλάδας και Δήμοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας που καθιέρωνε επίσημα τη νέα ονομασία και καταργούσε τη συνταγματική ονομασία Δημοκρατία της Μακεδονίας και την προσωρινή ονομασία Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Αυτό που δεν κατάφεραν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις το πέτυχε τελικά μια αριστερή κυβέρνηση, δίνοντας έτσι τέλος σ’ αυτήν τη μακρά διπλωματική εμπλοκή που κατέληγε διαρκώς σε αδιέξοδο. 

Σε κάθε περίπτωση όμως οι αντιδράσεις που παρατηρήθηκαν στη χώρα στο περιθώριο των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας, δηλαδή από τα τέλη του 2017 έως και το καλοκαίρι του 2018, φανέρωσαν τους ισχυρούς ελληνικούς εθνικιστικούς θύλακες και τη σημαντική επιρροή τους, αλλά και τη σημασία της συμμετοχής των «απλών πολιτών» σε αυτές.

Με άλλα λόγια, και αφήνοντας στην άκρη το ποιόν των οργανωτών των συλλαλητηρίων, την ηχηρή παρουσία της ακροδεξιάς, τους ναζί της Χρυσής Αυγής, μητροπολίτες και λοιπούς ιερωμένους, όπως και τον γραφικό μιλιταρισμό. τα στοιχεία που φάνηκε να συνενώνουν τους «απλούς συμμετέχοντες πατριώτες» με όλους αυτούς -και διαγράφει προφανώς όλα εκείνα που τους διαφοροποιούν- είναι η λαϊκιστική ρητορική και ο εθνικισμός τους. Το σύνθημα «Η Μακεδονία είναι ελληνική (ή μία και ελληνική)» αποτελεί τον κοινό τόπο τους, τον χώρο εντός του οποίου συγκροτείται και εξαπλώνεται μια αυτάρεσκη, αντιδραστική και επιθετική ταυτότητα που εξουδετερώνει τις ευγενείς προθέσεις της καλόπιστης και αυθόρμητης (;) κινητοποίησης. Η συμμετοχή τους ως επιτελεστική πράξη υποστασιοποιεί το σύγχρονο σημαινόμενο του εθνικισμού. Και είναι κεφαλαιώδους σήμα- σύγχρονο σημαινόμενο του εθνικισμού. Και είναι κεφαλαιώδους σημασίας να επισημανθεί ότι η στάση του αντιπολιτευόμενου στην κυβέρνηση Τύπου υποδαύλιζε και ενθάρρυνε αυτές τις τάσεις.

Πηγή: Του Αλέξανδρου Παναγόπουλου, Διδάκτορα στο τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης στο ΕΚΠΑ- Hystory

{[['']]}

Οι “πλουτίσαντες επί Κατοχής” και η λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών της Θεσσαλονίκης

 


Υπέφερε τα πάνδεινα ο ελληνικός λαός την περίοδο της ναζιστικής Κατοχής 1941-1944. Εκτελέσεις, πείνα, βασανιστήρια, τρομοκρατία, λεηλασίες, βιασμοί απ' άκρη σε άκρη σε όλη τη χώρα. Ιδιαίτερα βαρύ, το τίμημα που πλήρωσαν η Θεσσαλονίκη και ολόκληρη η Μακεδονία στο χιτλερικό τέρας. Οι περίπου χίλιοι πεντακόσιοι εκτελεσμένοι από τους Γερμανούς κατακτητές, οι εκατοντάδες δολοφονημένοι από τους δωσίλογους συνεργάτες τους και οι δεκάδες χιλιάδες βασανισμένοι στα άντρα της Γκεστάπο, ο αφανισμός της πολυπληθούς Εβραϊκής κοινότητας με τους 50.000 Ισραηλίτες να μαρτυρούν στα κρεματόρια του Γ΄ Ράϊχ και οι νεκροί από την πείνα, το κρύο, τις στερήσεις, γεμίζουν πλήθος αιματοβαμμένων σελίδων στην ιστορία της Κατοχής.

Λίγο-πολύ είναι γνωστά τα βάσανα που πέρασε η συντριπτική πλειοψηφία των συμπατριωτών μας εκείνη τη μαύρη τετραετία. Όμως ελάχιστα γνωστά στους λίγους, άγνωστα στους περισσότερους, παραμένουν δύο ακόμη μεγάλα εγκλήματα των Ναζί στη Θεσσαλονίκη, οικονομικά τη φορά αυτή, που έμειναν για δεκαετίες στην αφάνεια με ευθύνη δυστυχώς του επίσημου ελληνικού κράτους. Κι αυτό γιατί είχαν ως πρωταγωνιστές αστέρες της οικονομικής ολιγαρχίας, της πλαστής "εθνικοφροσύνης" και του υπερπατριωτισμού. Με λίγα λόγια, όλα εκείνα τα στοιχεία που στήριξαν μετά το τέλος της Κατοχής το μετεμφυλιακό κράτος. Εξάλλου, στη Θεσσαλονίκη, ο «πατριωτισμός» ήταν πάντα ένα καλό διαβατήριο για κάθε είδους ανέλιξη. Σημαντικά τμήματα της χριστιανικής αστικής τάξης άνοιξαν τα σπίτια τους και συνδιασκέδαζαν με τους κατακτητές, ενώ άλλα στρώματα θεώρησαν τις κατοχικές δυνάμεις ως πολύτιμο σύμμαχο στην «ανάκτηση» της πόλης. Οι δυνάμεις κατοχής δεν απογοήτευσαν αυτές τις προσδοκίες. 1

Επρόκειτο για δύο κατηγορίες: Η μία αφορούσε τους "πλουτίσαντες επί Κατοχής", δηλαδή όσους εκμεταλλεύθηκαν τη δυστυχία των συμπολιτών τους και άρπαξαν το βιός τους, κυρίως τις κατοικίες και τα κάθε είδους ακίνητα που διέθεταν. Και η δεύτερη, όσους πήραν μέρος στο πλιάτσικο με τις περιουσίες των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, όταν αυτοί οδηγήθηκαν βίαια, στοιβαγμένοι σε βαγόνια που προορίζονταν για τη μεταφορά ζώων, στα στρατόπεδα εξόντωσης των Ναζί, όπου βρήκαν τραγικό θάνατο.

Τους πρώτους μήνες μετά την απελετυθέρωση δημοσιεύονταν στις εφημερίδες κατάλογοι πλουτισάντων επί Κατοχής και δωσιλόγων στους οποίους είχε επιβληθεί ειδική φορολογία

Α΄ Οι “πλουτίσαντες επί Κατοχής”

Ιδιαίτερα κατά το χειμώνα του 1941-1942 που οι κατακτητές, καταληστεύοντας τον πλούτο της χώρας, είχαν αρπάξει από τις κρατικές αποθήκες όλα τα αποθέματα τροφίμων με συνέπεια να υπάρξει λιμός, πολλοί ήταν αυτοί που αναγκάζονταν να πουλήσουν τα υπάρχοντά τους, για να εξασφαλίσουν κυριολεκτικά "μια μπουκιά ψωμί". Η ανθρωπιστική κρίση εκείνου του φρικτού χειμώνα, αποδεκάτισε κυρίως τα μεγάλα αστικά κέντρα. Η κρίση που είχε προκαλέσει η γερμανική κατοχή, είχε πάρει διαστάσεις ολέθρου. Από τη μία, οι Ναζί λεηλατούσαν την αγροτική παραγωγή και από την άλλη, έκλειναν τα μάτια στα εγκλήματα των ληστρικών συνεργατών τους, των μαυραγοριτών, που αντάλλασσαν έναν τενεκέ λάδι με ακριβές μονοκατοικίες στο κέντρο της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Υπολογίζεται ότι κάτω από αυτό το καθεστώς της αφόρητης πίεσης, 400 χιλιάδες πολίτες πούλησαν μέρος ή το σύνολο της περιουσίας τους. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Ληξιαρχείου Θεσσαλονίκης, εκείνο το χειμώνα είχαν χάσει τη ζωή τους από ασιτία 3.090 άνθρωποι, δηλαδή το 1,5 του συνολικού πληθυσμού της πόλης που εκείνη την περίοδο ανέρχονταν στους 226.147 κατοίκους. 2

Μπροστά στην πείνα και την απελπισία όσων είχαν να θρέψουν οικογένεια, κυρίως μικρά παιδιά, άρχισε να παίρνει τρομακτικές διατάσεις η αγοραπωλισία ακινήτων. Χιλιάδες φτωχοί βιοπαλαιστές, αναγκάστηκαν τότε να πουλήσουν τις μικροϊδιοκτησίες τους έναντι μηδαμινού τιμήματος. Οι πωλήσεις είχαν πάρει τέτοιες διαστάσεις, ώστε κι' αυτή ακόμη η κυβέρνηση του Καϊρου να πάρει θέση, διακηρύσσοντας σε ραδιοφωνική εκπομπή ότι θεωρεί άκυρες όλες τις μεταβιβάσεις ακινήτων.

Σύμφωνα με τον Σερραίο δικηγόρο Παπαντωνίου, που διετέλεσε διευθυντής του Υποθηκοφυλακείου Θεσσαλονίκης εκείνη την περίοδο, ο αριθμός των συμβολαίων για αγοραπωλησίες αυτού του είδους τα τρία χρόνια της Κατοχής, είχε ξεπεράσει τα 7.000 μόνο στην περιφέρεια του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης. Ποιοί ήταν αυτοί που αγόραζαν; Όπως ανέφερε ο ίδιος σε συνέντευξή του τους πρώτους μήνες μετά την απελευθέρωση:

"Ήσαν οι άνθρωποι της εποχής. Αυτοί που είχαν την ευχέρεια, εκείνοι που κολυμπούσαν μέσα στα πολλάκις εκατομμύρια από αστήρευτο πακτωλό των αγαθών της ευτυχίας του χρυσού. Εργολάβοι, μεγάλοι και μικροί. Συνεργάτες των κατακτητών. Μεγαλομαυραγορίτες. Βδέλλες γενικά αχόρταγες, που δεν εννοούσαν να σταματήσουν, που δεν έδειχναν καμία διάθεση να συγκινηθούν μπροστά στο ατέλειωτο δράμα του λαού".

Και ποιά ήταν τα θύματα;

"Άνθρωποι κατ΄εξοχήν της ανάγκης. Ράκη ανθρώπινα. Αρκεί αν λεχθεί ότι όλες γενικά οι πράξεις έγιναν στο ένα τέταρτο της πραγματικής τους αξιας". 3

Εφημερίδα Δημοκρατία 29-3-1945

Το μέγεθος της απληστίας

Η απληστία όσων είχαν αποφασίσει, διαθέτοντας τις πλάτες των κατακτητών, να αποκτήσουν, πατώντας "επί πτωμάτων" μεγάλες ακίνητες περιουσίες, είχε φτάσει στο κατακόρυφο. Σύμφωνα με τα ενδεικτικά στοιχεία που είχε δημοσιεύσει τους πρώτους μήνες μετά την απελευθέρωση η εφημερίδα της Θεσσαλονίκης Πρωϊνή Ώρα, ένας μηχανουργός, είχε αγοράσει 14 ακίνητα, ένας κατασκευαστής υποκαμίσων είχε αποκτήσει με αυτό τον τρόπο 20 ακίνητα και ένας μικρομπακάλης, ο Σάββας Τρυφ. 13 ακίνητα. Ενώ χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση ενός καφετζή, ο οποίος παρά το γεγονός ότι ο καφές είχε εξαφανιστεί την περίοδο της Κατοχής, αυτός κατάφερε να αγοράσει κοψοχρονιάς έξι ακίνητα. Και βέβαια, όλοι αυτοί, έχοντας την εύνοια των κατακτητών. Όπως ο εκδότης της χρηματοδοτούμενης από τους Γερμανούς φιλοναζιστικής εφημερίδας Νέα Ευρώπη Γεώργιος Πολλάτος που είχε αποκτήσει πέντε ακίνητα επί Κατοχής: τρία σπίτια στις 18-5-1942, την 1-9-1942 και στις 26-2-1943, καθώς ένα μεγάλο αγρόκτημα στις 7-5-1942 και ένα οικόπεδο στις 17-9-1942. 4

Λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση, είχε εκδοθεί επί κυβέρνησης Ν.Πλαστήρα ο αναγκαστικός νόμος Α.Ν. 182/45, “Περι ειδικής φορολογίας των κατά την πολεμικήν περίοδον πλουτισάντων, με βάση τον οποίο οι “πλουτίσαντες επί Κατοχής” ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν τους φόρους που θα ορίζονταν. Η τιμωρία που αντιμετώπιζαν ήταν αυστηρή, καθώς προβλεπόταν η εκτόπιση, η φυλάκιση και η δήμευση του συνόλου ή μέρους της περιουσίας τους.

Με βάση το νόμο αυτό, η επιτροπή που είχε συσταθεί στη Θεσσαλονίκη, άρχισε να καλεί διαφόρους, κυρίως άτομα που είχαν συνεργαστεί με τους Ναζί, ζητώντας τους να καταβάλουν στο κράτος χρηματικά ποσά, ως φόρο για τις περιουσίες που σχημάτισαν επί Κατοχής. Στον πρώτο κατάλογο που έδωσε η επιτροπή στη δημοσιότητα τον Ιούλιο του 1945, φιγουράριζαν γνωστά ονόματα του δωσιλογισμού και της συνεργασίας με τους χιτλερικούς, όπως των ιδιοκτητών χαρτοπαικτικών λεσχών και πρακτόρων της Γκεστάπο, Περικλή (Πέρι) Νικολαίδη και Λάσκαρη Παπαναούμ που καλούνταν να καταβάλουν από 150.000.000 δραχμές ο καθένας, του συνεργάτη των Γερμανών μεγαλοεργολάβου δημοσίων έργων Ιωάννη Μύλλερ (1000.000.000 δρχ), των δωσιλόγων δημοσιογράφων της Νέας Ευρώπης Δημήτριου Τσούρκα και Αλέξανδρου Ωρολογά που έπρεπε να καταβάλουν στο κράτος από 25.000.000 δρχ κ.α. 5

Είκοσι μέρες αργότερα, η επιτροπή αποφάσιζε να αυξήσει τα ποσά που έπρεπε να πληρώσουν στο κράτος οι πλουτίσαντες επί Κατοχής και έτσι καλούνταν να καταβάλουν στην Ε΄ Οικονομική Εφορεία Θεσσαλονίκης 2 δις δραχμές ο Λ.Παπαναούμ, 1.200 εκατ. ο Π.ΝΙκολαίδης, 800 εκατ. οι αδελφοί Χατζηνάκου, 600 εκατ. ο Μύλλερ, 400 εκατ. ένα άλλο "μπουμπούκι' της εθνικοφροσύνης, ο Νικίας Ναούμ, 200 εκατ. ο εκδότης της Νέας Ευρώπης Πολλάτος και από 100 εκατ. δραχ. οι Τσούρκας και Ωρολογάς κ.α. 6

Η δραστηριότητα της επιτροπής αυτής, που προεδρεύονταν από τον δικαστικό Χαράλαμπο Κάππο, είχε χαιρετιστεί θερμά από τον τύπο της εποχής, με την εφημερίδα Δημοκρατία να σημειώνει:"Η πόλις μας έχει να επιδείξει πλούσιον πάνθεον πλουτισάντων κατά την Κατοχήν. Φυσιολογική συνέπεια λοιπόν είναι μαζί με το Ειδικόν Δικαστήριον Δωσιλόγων, να έχει και την επιτροπήν εκείνην που ως σοβαρότατον μέλημά της έχει να ανακαλύψει και να φορολογήσει όλους αυτούς που όταν όλος ο κόσμος επαίνετο, συνηγωνίζοντο αδιάφοροι προς όλους, στην αύξησιν του πύργου των χρυσών εικοσαφράγκων των". 7

Οι δίκες των "πλουτισάντων επί Κατοχής"

Τους τελευταίους μήνες του 1946, είχαν εκδικαστεί στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων Θεσσαλονίκης οι υποθέσεις ενός σημαντικού αριθμού οικονομικών δοσιλόγων, μεταξύ των οποίων υπήρχαν και περιπτώσεις μεγάλων επιχειρήσεων. Οι δίκες αυτές για οικονομική συνεργασία με τους κατακτητές, από 20 που ήταν το 1945 είχαν φτάσει τον αριθμό 59 το 1946.

Ήταν χαρακτηριστική η δίκη δύο εργολάβων, των Μύλλερ και Αμπατιέλου που είχαν κατασκευάσει τον Απρίλιο του 1943 την περίφραξη του στρατοπέδου Βαρώνου Χιρς, όπου επρόκειτο να μεταφερθούν όλοι οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης πριν αποσταλούν για εξόντωση στα χιτλερικά κρεματόρια. Η προμήθειά για το συγκεκριμένο έργο, σύμφωνα με τους μάρτυρες κατηγορίας, ήταν 20%, ενώ επίσης κατασκεύασαν έναντι αδράς αμοιβής και ένα στρατώνα στο Λαγκαδά για τις ανάγκες του Γερμανικού στρατού. Ο ένας εργολάβος καταδικάστηκε σε δωδεκαετή φυλάκιση και δήμευση της μισής περιουσίας του. 8

Λίγο νωρίτερα, είχε δικαστεί ερήμην ένας από τους μεγαλοδωσίλογους της Θεσσαλονίκης, ο Παύλος Ντίνας, που είχε συστήσει εταιρία τεχνικών έργων, από την εκτέλεση των οποίων κέρδιζε τεράστια ποσά, σύμφωνα με τους μάρτυρες κατηγορίας. Η ανάθεση των έργων, στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και των Ιωαννίνων, γινόταν από τους Γερμανούς με τη μορφή ανταμοιβής για την προσφορά του Ντίνα στο έργο της Γκεστάπο, δεδομένου ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε απλά οικονομικές δοσοληψίες με τις Αρχές Κατοχής, αλλά συμπεριλαμβανόταν και στους καταδότες των γερμανικών υπηρεσιών. Στο τέλος το Δικαστήριο του επέβαλε την εσχάτη των ποινών, κρίνοντάς τον ένοχο γιατί εκμεταλλεύτηκε την οικονομική συνεργασία με τον εχθρό, κατέδωσε Έλληνες πολίτες και προέβη σε πράξεις βίας μετά τον εξοπλισμό του από τους Γερμανούς. 9

"Αυτοί που έπιναν το αίμα του λαού"

Για το ποιός ήταν στην πραγματικότητα ο Μύλλερ, ένας από τους μεγαλοπλουτίσαντες επί Κατοχής στον οποίο αναφερθήκαμε πιό πάνω, είναι χαρακτηριστικό ένα εκτενές δημοσίευμα, αμέσως μετά την απελευθέρωση, στη δεξιά εφημερίδα της Θεσσαλονίκης "Το Φως", όπου στα πλαίσια αφιερώματος με τίτλο «Αυτοί που έπιναν το αίμα του λαού», σκιαγραφούσε στις 15 Απριλίου 1945 με τα μελανότερα χρώματα τη δράση του. Κατά την περίοδο του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, ο Μύλλερ με συνεταίρο τον τότε Γενικό Διοικητή Μακεδονίας, ίδρυσε εταιρία μεταφορών με πολλά αυτοκίνητα. Είχαν αναλάβει τη μεταφορά υλικών για την εκτέλεση οχυρωματικών έργων. Μόλις καταλήφθηκε η Θεσσαλονίκη από τους Γερμανούς, πήρε την άδεια του Γερμανού στρατιωτικού διοικητή Φον Κρένσκι, να συγκεντρώσει τα αυτοκίνητα που είχαν επιστρατευθεί από τον ελληνικό στρατό. Στη συνέχεια κατέβηκε στην Αθήνα, όπου συγκέντρωσε τα υλικά αυτοκινήτων, κυρίως ανταλλακτικά, που είχαν αφήσει πίσω τους οι Άγγλοι, τα οποία και πούλησε. Το 1942 πέτυχε την επιστράτευση Εβραίων που εργάστηκαν στα γερμανικά έργα που είχε αναλάβει. Η εταιρία του εκμεταλλεύτηκε επίσης το φυσικό πλούτο Μακεδονίας - Θράκης και την ξυλεία του Ολύμπου. 10

Κι' όμως στη δίκη του Μύλλερ, που έγινε μεταξύ 3 έως 5 Δεκεμβρίου 1946 στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων Θεσσαλονίκης, κατηγορούμενος ότι λόγω των σχέσεων που είχε αναπτύξει με τους χιτλερικούς, αναλάμβανε προνομιακά την εκτέλεση διαφόρων έργων στρατηγικής σημασίας που ευνοούσαν τις κινήσεις των γερμανικών στρατευμάτων, εμφανίστηκε ως μάρτυρας υπεράσπισης ο αμφιλεγόμενος άλλοτε Γενικός Διοικητής Μακεδονίας, Αθανάσιος Χρυσοχόου. Καταθέτοντας ότι ο Μύλλερ με τις δραστηριότητές του, τάχα "πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην Ελλάδα, προσλαμβάνοντας εφέδρους στα έργα οδοποιίας και δίνοντας σχέδια δεξαμενών για το Στρατηγείο της Μ. Ανατολής". 11 

Το Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων Θεσσαλονίκης όχι μόνο δεν δέχτηκε εκείνους τους ισχυρισμούς, αλλά αντιθέτως καταδίκασε τον ελληνογερμανό μεγαλοεργολάβο σε ειρκτή πεντέμισι ετών και σε δήμευση της μισής περιουσίας του, ενώ το συνεργάτη του Δημήτριο Αμπατέλο τον καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη και δήμευση ολόκληρης της περιουσίας του.

Δυστυχώς, μετά το τέλος της Κατοχής και στο πλαίσιο του ανώμαλου καθεστώτος που επικράτησε στη διάρκεια του Εμφυλίου και το μετεμφυλιακά κράτος, οι μαυραγορίτες, οι δωσίλογοι και γενικά οι πλουτίσαντες επί Κατοχής, έμειναν ανέγγιχτοι και στο απυρόβλητο. Μάλιστα, προσέφυγαν στον Άρειο Πάγο και κατάφεραν να μπλοκάρουν την άμεση επιστροφή των ακινήτων που κατείχαν. Δυστυχώς, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε τότε ότι ο νόμος περί ακύρωσης αγοραπωλησιών επί κατοχής ήταν… αντισυνταγματικός. Μια απόφαση από την οποία εξαιρέθηκαν ευτυχώς μόνο οι μικροϊδιοκτήτες. 

Β΄ Η λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών

Το δεύτερο μεγάλο οικονομικό έγκλημα στη Θεσσαλονίκη της Κατοχής, ήταν η λεηλασία, η καταλήστευση των περιουσιών, μεγάλων και μικρών, του εβραϊκού στοιχείου της πόλης. Ένα πρωτοφανές πλιάτσικο κάθε κινητού και ακίνητου είδους που οργανώθηκε και διαπράχθηκε από τους χιτλερικούς κατακτητές, με τη συμμετοχή και Ελλήνων συνεργατών τους, οι περισσότεροι των οποίων διαμοιράσθηκαν τα κλοπιμαία, με τις ευλογίες των Ναζί, ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες που τους πρόσφεραν, κυρίως στην κατάδοση των πατριωτών που μετείχαν στο κίνημα της Εθνικής Αντίστασης. Μία λεηλασία που άρχισε λίγο μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην πρωτεύουσα του Μακεδονικού ελληνισμού, κορυφώθηκε μετά την έλευση στη Θεσσαλονίκη των λοχαγών των Ες-Ες Αλόϊς Μπρούνερ και Ντίτερ Βισλιτσένι που οργάνωσαν την εξόντωση του ισραηλιτικού πληθυσμού της πόλης και της υπόλοιπης Μακεδονίας και έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις ύστερα από την απέλαση στα στρατόπεδα εξόντωσης του Άουσβιτς και αλλού των 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης. 12 Τότε ήταν που επέπεσαν ως μαύρα κοράκια στις περιουσίες των δυστυχισμένων εκείνων ανθρώπων όλα τα μπουμπούκια του υποκόσμου που είχαν τεθεί στις υπηρεσίες των κατακτητών, ως ταγματασφαλίτες ή καταδότες αλλά και άνθρωποι του “καλού κόσμου” που επιδόθηκαν με πρωτοφανή αρπακτικότητα στην καταλήστευση όσων είχαν υποχρεωθεί να αφήσουν πίσω τους οι κατατρεγμένοι.

Από τους πρώτους κιόλας μήνες κατάληψης της Θεσσαλονίκης από τους χιτλερικούς, είχαν σημειωθεί δημεύσεις περιουσιών ή αυθαίρετες εκδιώξεις Εβραίων από τα σπίτια, τα καταστήματα και τις άλλες επιχειρήσεις τους. Οι κατασχέσεις γίνονταν από την υπηρεσία στεγάσεως αρχών Κατοχής ή τη Γερμανική Στρατιωτική Επιμελητεία, εκ μέρους ορισμένων γερμανών στρατιωτών με την υπόδειξη συχνά χριστιανών. 13

Ουσιαστικά, ήταν δύο οι κατηγορίες των ανθρώπων που επιδίωκαν να πάρουν την ακίνητη περιουσία που άφηναν πίσω τους οι προς εκτόπιση Εβραίοι. Από τη μία, ήταν πρόσφυγες που είχαν αφιχθεί στη Θεσσαλονίκη από τις βουλγαροκρατούμενες περιοχές της Ανατ. Μακεδονίας και προσπαθούσαν να βρουν στέγη ή να μπορέσουν να ανοίξουν ένα μαγαζάκι για να θρέψουν τις οικογένειές τους. Ο μεγαλύτερος όμως όγκος όσων επεδίωκαν να τοποθετηθούν ως “μεσεγγυούχοι”, με απώτερο στόχο να οικειοποιηθούν τα εβραϊκά ακίνητα, ήταν άνθρωποι που για να πετύχουν το σκοπό τους, επικαλούνταν την εύνοια των κατακτητών. Γιαυτό και τις περισσότερες φορές όταν περιέρχονταν στην κατοχή των επιτήδειων ένα εβραϊκό ακίνητο, αναγράφονταν ότι αυτό γίνονταν «κατόπιν γερμανικής διαταγής».

Δεν γλύτωσαν ούτε οι κινηματογράφοι

Η γερμανική υπηρεσία της Propagandastaffel υποχρέωσε τους εβραίους ιδιοκτήτες κινηματογραφικών επιχειρήσεων να τις μεταβιβάσουν με συμβολαιογραφική πράξη σε χριστιανούς της αρεσκείας των κατακτητών. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του κινηματογραφικού επιχειρηματία Μπ. Σεγούρα, Εβραίου που αργότερα είχε βαφτιστεί χριστιανός, ιδιοκτήτη τριών γνωστών κινηματογράφων της Θεσσαλονίκης, του αριστοκρατικού “Παλάς” στην παραλιακή λεωφόρο, του “Αττικόν” στο Βαρδάρι, όπου συνήθως οργάνωναν τις συγκεντρώσεις τους το ΚΚΕ και τα συνδικάτα και του “Αλκαζάρ” το οποίο στεγάζονταν στους χώρους του πρώην Χαμζά Μπέη Τζαμί. 14

Καταθέτοντας ως μάρτυρας, το Φεβρουάριο του 1959 στη δίκη του Μέρτεν, είχε αναφέρει ότι οι Γερμανοί με τρομοκρατικές μεθόδους προσπάθησαν να του πάρουν τους κινηματογράφους “και να τους δώσουν εις δικούς τους”. Και όταν αυτός αρνήθηκε, τον έκλεισαν στη φυλακή. Ένα πρωί, τον οδήγησαν σιδηροδέσμιο στα Γραφεία Προπαγάνδας, όπου περίμεναν εκεί ένας Γερμανός αξιωματικός και ένας συμβολαιογράφος. Ο πρώτος του ζήτησε επιτακτικά να υπογράψει ένα χαρτί ότι παραχωρεί τον ένα από τους κινηματογράφους του για να γίνει θέατρο προς ψυχαγωγία των Γερμανών. Και όταν υπέκυψε, τον άφησαν ελεύθερο. Όμως τον ξανασυνέλαβαν λίγο αργότερα, στις 28 Οκτωβρίου 1942 και τον φυλάκισαν στο στρατόπεδο “Παύλος Μελάς” για να τον εξαναγκάσουν να παραχωρήσει και τους άλλους δύο κινηματογράφους του, σε φιλικά προς τους κατακτητές άτομα. 15

Η ίδια υπηρεσία, σφράγισε και στη συνέχεια αφαίρεσε τα εμπορεύματα όλων των εβραϊκών χαρτοπωλείων και τυπογραφείων που υπήρχαν στην πόλη. 16 Τα απομνημονεύματα του Γιομτώβ Γιακοέλ αναφέρουν ακόμη ότι λίγο αργότερα ιδρύθηκε η Ελληνογερμανική Εταιρεία Χάρτου, η οποία εκμεταλλεύτηκε όλο αυτό το εμπόρευμα. 17

Λίγο αργότερα, 15 καταστηματάρχες εκδιώχτηκαν από την κεντρική αγορά της οδού Βασιλέως Ηρακλείου και εγκαταστάθηκαν σε αυτά χριστιανοί έμποροι. 18 Το ενδιαφέρον, λοιπόν, για τις εβραϊκές περιουσίες από τους Γερμανούς και τους Έλληνες συνεργάτες τους παρουσιάστηκε από νωρίς. Ωστόσο, πέρα από αυτούς, οι πολίτες της Θεσσαλονίκης δεν έδειξαν να ενδιαφέρονται. Ίσως επειδή στην αρχή οι αντιεβραϊκές ενέργειες αφορούσαν μεμονωμένα περιστατικά ή πάλι επειδή οι περισσότεροι κάτοικοι της πόλης ήταν ακόμη «μουδιασμένοι» από τη νέα κατάσταση που διαμορφωνόταν με τους Γερμανούς κατακτητές. 19

Ο ρόλος του Μέρτεν

“Ψυχή” των αντιεβραϊκών μέτρων και της λεηλασίας των περιουσιών τους, ήταν ο Γερμανός ανώτατος εισαγγελέας Μαξ Μέρτεν, σύμβουλος της Κομαντατούρ, που ασκούσε εξουσία στην υπόδουλη Θεσσαλονίκη ανώτερη και από τον Γερμανό στρατιωτικό διοικητή. Και όπως είχε καταθέσει στη δίκη του ο οικονομικός Έφορος Ηλίας Δούρος, ο Μέρτεν “έπαιξεν ενεργόν ρόλον εις την διάθεσιν των Ισραηλινών καταστημάτων, παραχωρών ταύτα εις πρόσωπα φιλικά, παρέχοντα υπηρεσίας ή διαδηλούντα την φιλίαν των προς την Κατοχήν, μεταξύ των οποίων και τον γνωστόν Λάσκαριν Παπαναούμ, προς όν είχε παραχωρήσει τα μεγάλα βυρσοδεψεία Αβαγιού, Αμίρ και Μεβορά. Επίσης μετά του Μάϊσνερ, περιήρχετο τα ισραηλιτικά καταστήματα, παραλαμβάνων τα εμπορεύματα και διαθέτον αυτά ως ίδια”. 20

Ο Μέρτεν στη δίκη του, που άρχισε στις 11 Φεβρουαρίου 1959, κατηγορούνταν μεταξύ άλλων ότι όχι μόνο οργάνωσε την εξόντωση των 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης και θανάτωσε άλλους 680 Έλληνες πολίτες από πρόθεση, αλλά ακόμη ότι αφαίρεσε “βιαίως και δολίως” από τους Ισραηλίτες της Θεσσαλονίκης τις περιουσίες τους. Που περιλάμβαναν πέρα από τα ακίνητα και χιλιάδες χρυσές λίρες, κοσμήματα, αντικείμενα αξίας, όπως πίνακες ζωγραφικής, εμπορεύματα κλπ. Ανάμεσα στις διάφορες περιπτώσεις αναφέρονταν η λεηλάτηση των ιστορικών καταστημάτων φωτογραφικών ειδών των αδελφών Κούνιο, του καταστήματος σιδηρικών του Σαούλ Άλβο, με σύνολο εμπορευμάτων αξίας 35.000 χρυσών λιρών, του καταστήματος Μπενρουμπή με εμπορεύματα αξίας 60.000 λιρών, της οικίας του Α. Αργυρόπουλου από το οποίο αφαίρεσαν την κινητή περιουσία και τιμαλφή αξίας 2.500 χρυσών λιρών, του καταστήματος σιδηρικών του Λάζαρου Σεφικά με εμπορεύματα 12.000 χρυσών λιρών κλπ. 21

Από την απληστία των Ναζί δεν ξέφυγαν και χριστιανοί επιχειρηματίες, όπως ο καπνέμπορος Ιωάννης Χατζησταυρόπουλος. Στον οποίο οι κατακτητές λίγο μετά που εισήλθαν στη Θεσσαλονίκη ανακοίνωσαν ότι τα καπνά ιδιοκτησίας του δεν ανήκουν πλέον στον ίδιο, αλλά στο Γερμανικό κράτος. Υποχρεώνοντάς τον να υπογράψει ένα χαρτί στο οποίο φαίνονταν πως πούλησε στους Γερμανούς τα καπνά του, που ανέρχονταν στους 800.000 οκάδες, αντί του ποσού των μόλις 175 λιρών. Και όταν διαμαρτυρήθηκε ότι το ποσό αυτό ήταν μηδαμινό, τον συνέλαβαν και τον έκλεισαν στο στρατόπεδο “Παύλος Μελάς, ως υπονομευτή του νομίσματος. Ενώ παράλληλα λεηλάτησαν το σπίτι του και το κατέλαβαν εκδιώκοντας τους ιδιοκτήτες του, οι οποίοι τελικά με τα πολλά παρακάλια, για να μη μείνουν στο δρόμο, περιορίστηκαν σε ένα από τα δωμάτιά του. 22

Η λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών, γενικεύτηκε όταν άρχισαν και οι συστηματικές διώξεις εναντίον τους και όταν όλος ο εβραϊκός πληθυσμός της πόλης εξαναγκάστηκε να μεταφερθεί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Βαρώνου Χιρς, που οι Γερμανοί είχαν δημιουργήσει στην περιοχή του παλιού σιδηροδρομικού σταθμού, πριν το μεγάλο ταξίδι προς το Άουσβιτς και το θάνατο. Μία ανακοίνωση του Φρούραρχου Θεσσαλονίκης των κατακτητών, που δημοσιεύθηκε το Μάρτιο του 1943 στο δημοσιογραφικό όργανο των κατακτητών, απαγόρευε αυστηρά την προσέγγιση στα εβραϊκά σπίτια. Υπό τον τίτλο “Τιμωρείται αυστηρότητα η είσοδος εις τας οικίας των Εβραίων”, η διαταγή του Γερμανικού Φρουραρχείου πρόσταζε: Ανακοινούται ότι η άνευ αδείας είσοδος εις εκκενωθείσας εβραϊκάς κατοικίας θεωρείται ως λεηλασία και τιμωρείται αναλόγως. Ο ΦΡΟΥΡΑΡΧΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. 23

Το διαβατήριο του “πατριωτισμού”

Στη Θεσσαλονίκη, ο «πατριωτισμός» ήταν πάντα ένα καλό διαβατήριο για κάθε είδους ανέλιξη. Σημαντικά τμήματα της χριστιανικής αστικής τάξης θεώρησαν τις δυνάμεις κατοχής ως μια κάποια λύση μπροστά στον κίνδυνο αποκοπής από τον εθνικό κορμό, άνοιξαν τα σπίτια τους και συνδιασκέδαζαν μαζί τους, ενώ άλλα στρώματα θεώρησαν τις κατοχικές δυνάμεις ως πολύτιμο σύμμαχο στην «ανάκτηση» της πόλης δια της λεηλασίας των εβραϊκών περιουσιών. Οι δυνάμεις κατοχής δεν απογοήτευσαν αυτές τις προσδοκίες. 24

Το μεγάλο πλιάτσικο, έγινε με τα 1.800 εμπορικά καταστήματα Εβραίων, τα πιο σημαντικά από τα οποία, δόθηκαν από τους Γερμανούς σε πρόσωπα της επιλογής τους, κυρίως καταδότες της Γκεστάπο και μέλη των συμμοριών των Ταγμάτων Ασφαλείας. Ωστόσο το ενδιαφέρον για τη διαχείριση των περιουσιών των εκτοπισμένων ήταν πολύ μεγάλο, μάλιστα υπήρξαν σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ οργανώσεων και φορέων της πόλης που θα λειτουργούσαν ως μεσεγγυούχοι. Οι μεσεγγυούχοι, ή αλλιώς επίτροποι, θα χρησιμοποιούσαν τα ακίνητα και τις επιχειρήσεις των Εβραίων ως πλήρεις ιδιοκτησίες τους μέχρι να επέστρεφαν οι πραγματικοί ιδιοκτήτες, κάτι που ελάχιστα έγινε αργότερα μετά το τέλος του πολέμου. Μάλιστα, εκείνη την περίοδο, σχηματίζονταν ουρές έξω από τα γραφεία των Ναζί από «ενδιαφερόμενους πολίτες». Οι αντιπαραθέσεις για τη διανομή των περιουσιών ήταν τόσο έντονες, ώστε οι Γερμανοί είχαν διορίσει νέες διοικήσεις στο επαγγελματικό και βιοτεχνικό επιμελητήριο.

Ενδεικτική ήταν η περίπτωση του απότακτου αντισυνταγματάρχη Γεώργιου Πούλου, περιβόητου για τα εγκλήματά του στη Μακεδονία της Κατοχής ως αρχηγού ενός από τα «Τάγματα Ασφαλείας», ο οποίος είχε λάβει από τα χέρια του Μαξ Μέρτεν, ως «επιβράβευση» για τις «καλές υπηρεσίες» του, τα κλειδιά του κοσμηματοπωλείου των αδερφών Ισαάκ και Ρόμπερτ Μποτόν επί της οδού Μητροπόλεως και Βασ. Κωνσταντίνου. Ρευστοποιώντας άμεσα τα τιμαλφή, αποκόμισε κέρδος 15.000 χρυσών λιρών τα οποία φημολογείται ότι διοχέτευσε στον αντικομμουνιστικό αγώνα. 25

Όπως προκύπτει από την έρευνα που διενήργησε η ιστορικός Μαρία Καβάλα, σε 500 δηλώσεις ακίνητης περιουσίας, από ένα σύνολο 5.000 που βρίσκονται στη Βιβλιοθήκη του Αμερικανικού Κολεγίου Θεσσαλονίκης, η ακίνητη περιουσία των Εβραίων της πόλης ήταν της τάξης των 316.100.642 αποπληθωρισμένων δραχμών. Από αυτή, ένα ποσοστό 2% αναλογούσε σε χρυσό, ξένα νομίσματα, κοσμήματα, πολύτιμους λίθους, των οποίων η αξία υπολογίζεται σε περίπου 6,5 εκατ. αποπληθωρισμένες δρχ. «Αυτός ο χρυσός κατατέθηκε στα χρηματιστήρια Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πάτρας για ν' αντιμετωπιστεί ο πληθωρισμός. Μ' αυτή την «ένεση» μπόρεσαν να πληρωθούν οι μισθοί του στρατού Κατοχής», επισήμανε η κ. Καβάλα. 26

Όταν ξεκίνησε η διανομή των "γερμανικών βραβείων" στις συμμορίες των δωσιλόγων για τις πολύτιμες υπηρεσίες που τους πρόσφεραν στην αντιμετώπιση της Εθνικής Αντίστασης, η πλειοψηφία του κόσμου των Ταγμάτων Ασφαλείας πριμοδοτήθηκε για τη συνεργασία της, ενώ κάποιοι απ' αυτούς αμείφθηκαν πλουσιοπάροχα για τη συνειδητή επιλογή να εκθέσουν τους εαυτούς τους ανεπανόρθωτα στα μάτια των συμπατριωτών τους. 

Οι υπόγειες διαδρομές πλουτισμού, η μαύρη αγορά, οι επιτάξεις προϊόντων, η λεηλασία περιουσιών, το πλιάτσικο, οι εκβιασμοί, ο χρηματισμός, η απομύζηση των κρατικών υπηρεσιών και των εσόδων τους, ήταν μόνο το "ορεκτικό" μπροστά σε ότι επρόκειτο να επακολουθήσει. Μετά τον εκτοπισμό των Θεσσαλονικέων Εβραίων, οι περιουσίες τους διατέθηκαν για να κορέσουν μια άλλη δίψα που ταλαιπωρούσε πολλούς του κόσμου αυτού: άλλοι χρησιμοποίησαν τις χρυσές λίρες για να χρηματοδοτήσουν το αντικομμουνιστικό τους πάθος, άλλοι για να ικανοποιηθούν για τον μέχρι τότε αγώνα τους εναντίον του κύριου ιδεολογικού εχθρού του Εθνικοσοσιαλισμού, μα κυρίως για να θησαυρίσουν, γεμίζοντας τις αποθήκες με τα προϊόντα του εγκλήματος και τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς με τις χρυσές λίρες και το αίμα των θυμάτων τους. 27

Σε ένα του σημείωμα ο αναπληρωτής προϊστάμενος της γερμανικής υπηρεσίας προπαγάνδας στη Θεσσαλονίκη, ανέφερε για τον Πούλο ότι “...δια την δράσιν του ως αρχηγού ενόπλων ελληνικών τμημάτων κατά του κομμουνισμού δεν ήμεθα εμείς οι αρμόδιοι να εκφέρωμεν γνώμην. Μέχρι της υπηρεσίας ημών όμως, καταφθάνουν πληροφορίαι ότι ο Πούλος χρηματίζεται ασυστόλως, λεηλατών και αυτάς ακόμη τας προίκας νεαρών κορασίδων εις τα χωρία όπου δρώσι τα τμήματά του. 28

Σε καθεστώς πλήρους ασυδοσίας, λόγω των υψηλών προστατών τους, οι ελληνόφωνοι συνεργάτες των κατακτητών προσπαθούσαν να αρπάξουν ότι μπορούσαν. Ενδεικτική ήταν η περίπτωση του ναζιστή πανεπιστημιακού, Βασίλειου Έξαρχου (1903-1973), τακτικού τότε καθηγητή της Θεολογίας στο ΑΠΘ. Πρώην διερμηνέας της ειδικής μονάδας (Sonderkommando Rosenberg) που το Γ΄ Ράιχ έστειλε το 1941 στην Ελλάδα για την αναζήτηση και κατάσχεση των εβραϊκών αρχείων και βιβλιοθηκών, επικεφαλής αργότερα (1944) του «Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος - Εθνική Ενωσις Ελλάς» της συμπρωτεύουσας, ο Εξαρχος κατηγορήθηκε μεσούσης της Κατοχής, τον Μάιο του 1943, από τον λοχαγό Νικόλαο Νικολάου, πρόσφυγα από τη βουλγαροκρατούμενη Θράκη, ότι αξιοποίησε τις επαφές του στη γερμανική διοίκηση για να τον αποβάλει από το εβραϊκής ιδιοκτησίας σπίτι όπου έμενε, προκειμένου να ιδιοποιηθεί τον χώρο και τα έπιπλα των ιδιοκτητών που μόλις είχαν σταλεί στο Άουσβιτς.

«Τόσο η ελληνική συντεταγμένη πολιτεία όσο και ο ελληνικός λαός, αλλά και η εβραϊκή κοινότητα της χώρας αποσιωπούν το θέμα της αρπαγής των εβραϊκών περιουσιών, προβάλλουν μύθους που καταρρίπτονται εύκολα από τη διερεύνηση του αρχειακού υλικού και το μόνο που διεκδικούν είναι οι αποζημιώσεις από το γερμανικό κράτος», είπε σε παλαιότερη συνέντευξή της η ιστορικός-ερευνήτρια Γαβριέλλα Ετμεκτσόγλου. Απόδειξη αυτής της ύποπτης σιωπής, είναι ότι έως σήμερα λιγότερο από το 20% των εβραϊκών περιουσιών που κατασχέθηκαν ή κλάπηκαν από τους ναζί και τους συνεργάτες τους έχουν επιστραφεί στους δικαιούχους. 29

Ο ιστορικός Στράτος Δορδανάς, επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, αναφερόμενος στο θέμα της λεηλασίας των εβραϊκών περιουσιών της Θεσσαλονίκης, επισήμανε ότι από την υφαρπαγή τους “αναδείχθηκαν νέες οικονομικές και κοινωνικές ελίτ στη Θεσσαλονίκη, στηριζόμενες στις εβραϊκές περιουσίες και το πιο τραγικό είναι ότι μετά την απελευθέρωση όσοι ελάχιστοι εβραίοι επέστρεψαν στην πόλη αντιμετώπισαν την απόλυτη εχθρότητα και αδιαφορία, είτε σε επίπεδο προσώπων είτε σε επίπεδο θεσμών και κράτους”. Και εύστοχα σχολιάζει το γεγονός ότι οι οικονομικοί δοσίλογοι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, διασώθηκαν, δεν καταδικάστηκαν και βρίσκονται στο απυρόβλητο. Καθώς, όπως παρατηρεί, “αν καταδικάζονταν θα έπρεπε το σύνολο σχεδόν της οικονομικής και επιχειρηματικής ζωής της Ελλάδας να καταδικαστεί, άρα η χώρα θα αποκεφαλιζόταν οικονομικά και επιχειρηματικά”. 30

Ο αραχνιασμένος φάκελος της λεηλασίας των εβραϊκών περιουσιών, όπως και των πλουτισάντων επι κατοχής, πρέπει επιτέλους κάποτε να ανοίξει. Το οφείλουν η Θεσσαλονίκη, η Ελλάδα ολόκληρη στους δεκάδες χιλιάδες Εβραίους συμπατριώτες μας, οι οποίοι όχι μόνο υπέστησαν τα μαρτύρια της κόλασης και οι περισσότεροι από αυτούς θανατώθηκαν στα κρεματόρια του ναζιστικού θηρίου, αλλά είδαν κιόλας, ανήμποροι να αντιδράσουν, ότι λεηλατήθηκε το βιός τους. Το Νοέμβριο του 2014, ο τότε δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, στα εγκαίνια του μνημείου για το εβραϊκό νεκροταφείο που ισοπεδώθηκε το 1942, είχε πει: «Η πόλη άργησε αδικαιολόγητα να σπάσει την άδικη και ένοχη σιωπή της, αλλά τώρα μπορεί να λέει ότι ντρέπεται για αυτή τη στάση».

Παραπομπές

1 Δημοσθένης Δώδος, "Η Θεσσαλονίκη και οι δωσίλογοι", Εφημερίδα των Συντακτών 24 Ιανουαρίου 2016

2. Μαρία Καβάλα, "Επιβίωση βιολογική και πνευματική", στο Βασίλης Γούναρης - Πέτρος Παπαπολυβίου Ο φόρος του αίματος στην κατοχική Θεσσαλονίκη. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 15-40

3. εφημερίδα Θεσσαλονίκης Δημοκρατία, 29 Μαρτίου 1945

4. εφημερίδα Θεσσαλονίκης Πρωϊνή Ώρα, 20 Μαίου 1946

5. . εφημερίδα Θεσσαλονίκης Δημοκρατία, 19 Ιουλίου 1945

6. . εφημερίδα Θεσσαλονίκης Δημοκρατία, 7 Αυγούστου 1945

7 εφημερίδα Θεσσαλονίκης Δημοκρατία, 25 Ιουλίου 1945

8 Δίκη Ειδικού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης αριθμ. 95, 10 Ιουλίου 1945

9 Σπύρος Κουζινόπουλος, “Οι "πλουτίσαντες επί Κατοχής" τα καταναγκαστικά έργα των Εβραίων και ο Χρυσοχόου”, https://farosthermaikou.blogspot.com/2019/04/blog-post_43.html , 23 Απριλίου 2019

10 εφημερίδα Το Φως, 15 Απριλίου 1945

11 Ελένη Χαϊδιά, "Ειδικό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης 1945-1946: Η περίπτωση των οικονομικών δωσιλόγων", στο συλλογικό Μετά τον πόλεμο, επιμέλεια Μαρκ Μαζάουερ, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2003, σελ. 208

12 Σπύρος Κουζινόπουλος, Υπόθεση Αλόϊς Μπρούνερ, ο δήμιος των 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης, Ιανός, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 30

13 Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου (εισ.-επιμ.), Γιομτώβ Γιακοέλ. Απομνημονεύματα 1941-1943, Παρατηρητής. Ίδρυμα Ετς Αχαΐμ, Θεσσαλονίκη 1993, σ. 53.

14 Κώστας Τομανάς, Οι κινηματογράφοι της παλιάς Θεσσαλονίκης, Νησίδες, χ.η.ε., σ. 16 και 24

15 εφημερίδα Μακεδονία, 17 Φεβρουαρίου 1959

16 Μαρία Καβάλα, Η καταστροφή των Εβραίων της Ελλάδας 1941-1944, Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγραμματα Καλλίπολις, Αθήνα 2015, σ.61

17 Ελένη Χαϊδιά, "Οι Έλληνες Εβραίοι της Θεσσαλονίκης: από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στις αίθουσες των ειδικών δικαστηρίων", στο συλλογικό έργο Οι Εβραίοι της Ελλάδας στην Κατοχή, Πρακτικά του Γ' Συμποσίου Ιστορίας της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικού Εβραϊσμού, Θεσσαλονίκη, 8 Νοεμβρίου 1996, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 43-52. Επίσης, Αμπατζοπούλου, Γιομτώβ… ό.π., σ. 98.

18 Αμπατζοπούλου, Γιομτώβ… ό.π., σ. 98.

19 Μαρία Καβάλα, Η καταστροφή των Εβραίων της Ελλάδας, ό.π., σ. 61-62

20 εφημερίδα Μακεδονία, 19 Φεβρουαρίου 1959

21 εφημερίδα Μακεδονία, 12 Φεβρουαρίου 1959

22 εφημερίδα Μακεδονία, 13 Φεβρουαρίου 1959

23 εφημερίδα Νέα Ευρώπη, 29 Μαρτίου 1943

24 Δημοσθένης Δώδος, Η Θεσσαλονίκη και οι δωσίλογοι, Εφημερίδα των Συντακτών, 24 Ιανουαρίου 2016

25 Ζώγια Κουταλιανου, “Σιωπή για τις περιουσίες των Εβραίων”, εφημερίδα Καθημερινή, 23 Μαίου 2009

26 εφημερίδα Καθημερινή, 23 Μαίου 2009

27 Στράτος Δορδανάς, 'Ελληνες εναντίον Ελλήνων, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 524

28 Εφετείο Θεσσαλονίκης, Δικογραφίες Δοσιλόγων: Υπηρεσιακόν Σημείωμα του αναπληρωτού προϊσταμένου της Προπαγάνας, Υπολοχαγού Άρεντ προς την Στρατιωτικήν Διοίκησιν-Εις χείρας του ανωτέρου Επιθεωρητού Βάγμερ, “Πούλος”, Θεσσαλονίκη 4 Μαίου 1944

29 εφημερίδα Καθημερινή, 23 Μαίου 2009

30 http://www.ww2wrecks.com/portfolio/οι-έλληνες-συνεργάτες-των-ναζί-στράτο

Η έρευνα αυτή του Σπύρου Κουζινόπουλου για τους πλουτίσαντες επί Κατοχής και τις εβραϊκές περιουσίες της Θεσσαλονίκης, δημοσιεύθηκε στην ειδική έκδοση "Σκιές και Ταμπού" της εφημερίδας Ντοκουμέντο, την Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020. Εμείς την αλιεύσαμε από εδώ.

{[['']]}
 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger