Αρχική » » Η σφαγή στη Κατράνιτσα από τους Ναζί (24/4/1944)

Η σφαγή στη Κατράνιτσα από τους Ναζί (24/4/1944)

{[['']]}

Η Κατρανίτσα (Πύργοι Κοζάνης) είναι ένα  κεφαλοχώρι στις δυτικές πλαγιές του Βέρμιου εκεί που απλώνεται απαλά η πεδιάδα της Εορδαίας. Την εποχή της ναζιστικής κατοχής το χωριό  αριθμούσε 1.302 κατοίκους και  ο ρόλος που έπαιξε στην εθνική αντίσταση ήταν ιδιαίτερης σημασίας καθώς λόγω της θέσης  του υπήρξε ορμητήριο των ανταρτών του ΕΛΑΣ και σημαντικός τροφοδότης τόσο σε έμψυχο όσο και σε άψυχο υλικό. 

Από εκεί, τα λαϊκά ένοπλα τμήματα εξορμούσαν εναντίον των ντόπιων δοσιλογικών ομάδων από τα γύρω χωριά (ΠΑΟ, Τάγματα ασφαλείας, Πουλικοί).  Ενέδρευαν και εξουδετέρωναν στρατιώτες των SS και πίεζαν ολοένα τις γερμανικές θέσεις.  

Όλα αυτά ήταν γνωστά στους Γερμανούς ναζί, ωστόσο αυτό που τελικά τράβηξε την προσοχή τους στην περιοχή ήταν ότι με τις παραπάνω αντάρτικες ενέργειες και την πίεση που τους ασκούνταν κινδύνευαν να χάσουν την οδική και ιδιαίτερα την σιδηροδρομική συγκοινωνία και να αποκοπούν μεταξύ της άνω και κάτω Μακεδονίας (Η Κατρανιτσα βρισκόταν ανάμεσα στην Θεσσαλονίκη και το Βέρμιο). 

Έτσι αποφασίστηκαν οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις με σκοπό την δημιουργία νεκρής ζώνης γύρω από τις θέσεις που κατείχαν. 

Τα χαράματα της 23 Απριλίου του 1944 ήταν η σειρά της Κατρανίτσας να πληρώσει τον βαρύ φόρο αίματος στην λαϊκή υπόθεση της λευτεριάς της πατρίδας από τους ντόπιους και ξένους φασίστες. 

Τμήματα των SS με «εθελοντές» εθνικιστές του εγκληματία Γεωργίου Πούλου, Ιταλούς και  Τουρκμένους φασίστες που είχαν στρατολογίσει οι ναζί  εισέβαλαν στο κεφαλοχώρι και έπιασαν εξαπίνης τους κατοίκους του κάτω μαχαλά, αναγκάζοντας τους να αφήσουν τα σπίτια τους και να συγκεντρωθούν, άντρες,  γυναίκες και παιδιά στην πλατεία του χωριού. 

Με την γνωστή τακτική χώρισαν τους άντρες από τα γυναικόπαιδα και έστησαν τους άντρες (ηλικίας από 12 ετών και άνω) μπροστά από τα πολυβόλα.  Ήταν έτοιμοι να ξεκινήσουν το μακελειό όταν  την τελευταία στιγμή ένας αγγελιοφόρος μοτοσικλετιστής ακύρωσε την εκτέλεση με νέα διαταγή. Οι συλληφθέντες κάτοικοι έπρεπε να οδηγηθούν πεζοί σε μια πορεία 5 ωρών έως τα Χάνια Πτολεμαΐδας. Ενώ η μακριά πορεία απομακρυνόταν, πίσω τους οι δωσίλογοι συνεργάτες των ναζί, λεηλατούσαν και έκαιγαν το χωριό, αποτελειώνοντας ότι είχε μείνει  όρθιο. 

Κάποιοι τολμηροί που προσπάθησαν να το σκάσουν από τον όγκο της πορείας κατρακυλώντας στις πλαγιές του δρόμου τους προλάβαιναν οι σφαίρες από τα πολυβόλα μέσα στις χαράδρες. 

Κανείς δεν γλίτωνε ακόμα και παιδιά που κουρασμένα ξέμεναν πίσω εκτελούνταν επί τόπου. 

Μετά το τέλος αυτής της πορείας θανάτου οι όμηροι κάτοικοι έμειναν στα Χάνια 6 ημέρες με την εντολή να μην επιστρέψουν στο χωριό τους.

Χειρότερη μοίρα είχαν οι κάτοικοι του επάνω μαχαλά οι οποίοι όταν αντιλήφθηκαν όσα συνέβαιναν στους συγχωριανούς τους διακόσιοι περίπου εξ αυτών επιχείρησαν να διαφύγουν στις πλαγιές και τις κορφές του Βέρμιου. Με τα μωρά τους παραμάσχαλα και ότι άλλο μπορούσαν να περισώσουν κρύφτηκαν σε σπηλιές και λαγούμια περιμένοντας καρτερικά να κοπάσει το κακό. Δεν άργησαν να τους εντοπίσουν.  

Τις επόμενες μέρες οι Γερμανοί  ναζί, με την βοήθεια των αεροπλάνων τους κατάφεραν να βρουν τις κρυψώνες και να τους συλλάβουν. Μόνο λίγοι κατάφεραν να ξεφύγουν και όσοι πιάστηκαν οδηγήθηκαν σε μια πλάγια του βουνού και εκτελέστηκαν μαζικά. Τα γυναικόπαιδα αντιθέτως οδηγήθηκαν πίσω στο χωριό και κλείστηκαν στην εκκλησία της Μεταμόρφωσης. 

Μαρτυρίες επιζώντων λένε πως στον χώρο της εκκλησίας διαπράχθηκαν πολλοί βιασμοί γυναικών καθώς από μέσα άκουγαν κραυγές και ουρλιαχτά και είδαν  γερμανοντυμένους άντρες του Πούλου να βγαίνουν χαχανίζοντας από τον ναό κρατώντας στα χέρια σκισμένα γυναικεία εσώρουχα.  

Έπειτα τα ανθρωπόμορφα τέρατα του Τρίτου Ράιχ συγκέντρωσαν 180 περίπου άτομα σε παρακείμενο αχυρώνα, τον ψέκασαν με εύφλεκτη σκόνη και τον πυρπόλησαν καίγοντας ζωντανούς όσους ήταν μέσα. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια μίας από τους επιζήσαντες. «Βγήκε μια φωτιά πράσινη, με κόκκινη φλόγα και μια μεγάλη βοή. Τότε εγώ είπα: πάει τους κάψανε».

Στην συνοικία των Σεβαστιανών σκοτώσανε εν ψυχρώ 35 γυναίκες και παιδιά, ακόμα και  μωρά παιδιά τρυπήθηκαν από τις ξιφολόγχες τους χωρίς κανένα ίχνος ανθρωπιάς. 

Ανάμεσα στα θύματα που βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν από τους ναζί και τους συνεργάτες τους ήταν και η 35χρονη ΕΑΜίτησα δασκάλα Αναστασία Σιούλη καθώς και άλλα μέλη του ΕΑΜ.

Επικεφαλής της σφαγής ήταν ο χασάπης της Κλεισούρα Καστοριάς και αργότερα του Δίστομου Βοιωτίας, συν/ρχης της 4ης μεραρχίας των τεθωρακισμένων γρεναδιέρων των SS Καρλ Σύμερς. Σκοτώθηκε λίγους μήνες αργότερα στην Άρτα όταν το αυτοκίνητο του έπεσε πάνω σε νάρκη ανταρτών. 

Η επιχείρηση είχε την κωδική ονομασία Μαγιάτικη Καταιγίδα και ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη σφαγή που έγινε μετά από αυτή των Καλαβρύτων.

Από τη σπίθα στη φλόγα

Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger