Αρχική » , » "Νεκρή Μεραρχία" Τόμος Β' Μέρος 10

"Νεκρή Μεραρχία" Τόμος Β' Μέρος 10

{[['']]}
Αντάρτες του Δ.Σ.Ε. Κάπου στο Μαίναλο χορεύουν.

Επιχείρηση κατά της Εχθρικής βάσης στην Δημητσάνα-Γορτυνίας-29 Αυγούστου 1948

Μια μέρα με φώναξαν στο Αρχηγείο. Ο διοικητής μου είπε αν ξέρω τη Μεγαλόπολη καλά. Του απάντησα την ξέρω όπως το σπίτι μου. Έχω καθίσει έξι χρόνια σαν μαθητής γυμνασίου σ’ αυτήν. Τότε μου λέει, μαζί με τον Αγγελονίδη Γιώργο να καθήσουμε και να κάνουμε ένα σχεδιάγραμμα με λεπτομέρειες, δρόμους, σοκάκια, σπίτια, μεγάλα κτίρια, εκκλησίες, κ.λπ. Δουλέψαμε μια εβδομάδα. Κάναμε έναν χάρτη - σχεδιάγραμμα 1 προς 1000. Δεν αφήσαμε τίποτα που να μη φαίνεται. Μετά μας έδωσαν τα δελτία πληροφοριών και τοποθετήσαμε τις δυνάμεις του εχθρού. Είμασταν χαρούμενοι γιατί το είχαμε σίγουρο ότι θα κάνουμε επίθεση στη Μεγαλόπολη. Γνωρίζαμε την πόλη. Μάθαμε και την οχύρωσή της. Ήταν αστεία. Γύρω - γύρω ένα συρματόπλεγμα και κάθε διακόσια μέτρα ένα τσιμεντένιο πολυβολείο. Στο κέντρο είχαν οχυρωθεί το Γυμνάσιο και η Αστυνομία. Αυτή η οχύρωση για μας ήταν αστεία. Θα την καβαλάγαμε με το πρώτο σάλτο και μετά θα ξηλώναμε τα πολυβολεία ένα - ένα σαν σάπια δόντια. Εμάς, μόνο οχύρωση σε βάθος και πυκνή, θα μπορούσε να μας κρατήσει.

Είδε και ο Πέρδικας το σχεδιάγραμμα. Πρόσθεσε μερικά εξώσπιτα προς τη δεξαμενή. Ο ενθουσιασμός μας όμως κρύωσε όταν ήρθε η διοίκηση της Μεραρχίας. Μάθαμε ότι έφυγε ο Κανελλόπουλος με τρεις ντόπιους για τη Ζάτουνα. Μετά μια μέρα γύρισε. Ύστερα ο ίδιος με τον Πέρδικα πήγαν στο χωριό Ζυγοβίστι. Ήταν φανερό ότι παρατηρούσαν τη Δημητσάνα. Ο Πέρδικας μου είπε ότι ο Κανελλόπουλος δίσταζε για τη Δημητσάνα επειδή ήταν στενό το μέτωπο και είχε μόνο δύο εισόδους, τη δημοσιά από την Βυτίνα και τη δημοσιά από Στεμνίτσα. Περιμέναμε ποιά απόφαση θα πάρει ο Γκιουζέλης. Μετά δύο μέρες ήρθε και ο Κονταλώνης με το τάγμα του Ξυδέα από τον Ταΰγετο.

Κάναμε και μια δοκιμή με το μπαζούκας σε κάτι καλύβια, στη θέση Ραπούνι. Αυτή ήταν όλη κι όλη η εκπαίδευση στα μπαζούκας. Μια - δυό ώρες θεωρία και μια δοκιμή. Κι όμως όλο το σχέδιο της επιχείρησης ακόμη και η εκλογή του στόχου στηρίχτηκε στα μπαζούκας. Πρόχειρα και επιπόλαια πράγματα. Να πηγαίνουμε στη μάχη με όπλα που δεν τα ξέραμε καλά - καλά.

Φαίνεται ότι στη διοίκηση της Μεραρχίας έγινε πάλη σοβαρή. Ο Κανελλόπουλος διαφωνούσε ως προς την εκλογή του στόχου. Προτιμούσε να χτυπήσουμε τη βάση στη Μεγαλόπολη. Είχε δίκιο. Εάν χτυπούσαμε τη Μεγαλόπολη, ότι κι αν συνέβαινε, δεν θα είχαμε πλήρη αποτυχία. Στη χειρότερη περίπτωση δεν θα καταλαμβάναμε το Γυμνάσιο. Αυτό δεν έλεγε και πολλά πράγματα. Θα το απομονώναμε και η εκμετάλλευση θα ήταν πλήρης, αφού το Γυμνάσιο είναι στην άκρη στην πόλη. Αυτή ήταν σίγουρη δουλειά. Η οχύρωσή τους ήταν ικανή μόνο για να σταματήσει ένα μπουλούκι πρόβατα. Ήταν ένας απλός φράχτης. Τα πολυβολεία είχαν διάστημα μεταξύ τους 100 - 200 μέτρα. Ότι χρειάζονταν για να εξοντωθούν ένα - ένα. Όμως ο Κανελλόπουλος δεν εισακούστηκε.

Αυτά τα διαπιστώσαμε όταν συγκέντρωσαν στη διοίκηση της Μεραρχίας τους διοικητές και επιτρόπους των λόχων και των ταγμάτων που θα έπαιρναν μέρος στην επιχείρηση. Εκεί πρώτος μίλησε ο Μέραρχος. Μας τόνισε τη σημασία που έχει η επιχείρηση. Δεν ξέρω όμως γιατί στο τέλος της ομιλίας του είπε να πούμε τη γνώμη μας και για την εκλογή του στόχου. Όλοι είπαν ότι η επιχείρηση κατά της Δημητσάνας θα επιτύχει, όπως και κατά της Μεγαλόπολης, αν γίνονταν. Όμως στη Δημητσάνα θα έχουμε περισσότερες απώλειες γιατί η θέση είναι οχυρή και το μέρος στενό. Στη Μεγαλόπολη θα έχουμε πολύ λιγότερες απώλειες γιατί η θέση είναι σχεδόν ανοχύρωτη και ανοιχτή. Στη Δημητσάνα θα ενεργήσουμε υποχρεωτικά από τρία σημεία δηλαδή από βορειοανατολικά, κατά του βασικού οχυρού, στο ύψωμα της Αγίας Παρασκευής, αξωνικά στο δημόσιο δρόμο, στο κτίριο του Γυμνασίου και από νοτιοδυτικά από τα αμπέλια.

Η άμυνα της Δημητσάνας έχει βάθος, με στήριγμα τα πολυβολεία στο Κάστρο το οποίο από δυτικά είναι απρόσβλητο, γιατί είναι γκρεμός, η απότομη χαράδρα του Λούσιου ποταμού. Ακόμη θα μας χτυπούν απ’ όλα τα σπίτια που είναι στην πλαγιά και έχουν άριστη θέα. Δηλαδή όλα τα σπίτια ήταν οχυρά. Στη Μεγαλόπολη η άμυνα δεν είχε συνοχή. Αποτελείτο από μια περιβολή με συρματόπλεγμα μόνο με στηρίγματα ανά εκατό - διακόσια μέτρα, τσιμεντένια πολυβολεία χωρίς να μπορεί να βοηθήσει το ένα το άλλο. Στο κέντρο υπήρχαν οχυρωμένα κτίρια αλλά χωρίς συνοχή, απομονωμένα το ένα, από το άλλο. Υπήρχαν και στη Δημητσάνα και στη Μεγαλόπολη δύο τρία - άρματα - κάργιες, αυτά δεν μας φόβιζαν γιατί με τα πάτζερ θα τα λυώναμε. Και χωρίς πάτζερ θα τα διαλύαμε γιατί είναι ανοιχτά. Όλοι περίπου είπαμε μυτά. Ενθουσιασμένοι από τα πάτζερ δεν δόσαμε σημασία ποιά βάση θα χτυπήσουμε. Εγώ ήθελα να χτυπήσουμε τη Μεγαλόπολη. Ήξερα την πόλη καλά και θα τα κατάφερνα μόνος μου. Στη Δημητσάνα θα είχα δυσκολίες. Είχα στην κατοχή περάσει δυό - τρεις φορές αλλά δεν την ήξερα καλά.

Όταν λοιπόν τελείωσαν οι διοικητές των τμημάτων τις ομιλίες τους, πήρε τον λόγο ο Κανελλόπουλος και είπε ότι μετά τις ομιλίες των διοικητών των τμημάτων θα πρέπει να ξανασυζητηθεί η εκλογή του στόχου. Φάνηκε δηλαδή ότι ζητούσε μια ευκαιρία για να ανατρέψει την απόφαση για το χτύπημα της Δημητσάνας. Αυτή η πρόταση του Κανελλόπουλου εκνεύρισε το Γκιουζέλη ο οποίος σε αυστηρό ύφος είπε ότι δεν πρέπει να επανερχόμαστε σε ζητήματα που έχει παρθεί απόφαση, αλλά θα πρέπει να κοιτάξουμε πως θα την εφαρμόσουμε καλύτερα. Ύστερα απ’ αυτό ο Κανελλόπουλος στενοχωρημένος, προχώρησε στην ανάλυση του σχεδίου της επιχείρησης, κατά της εχθρικής βάσης στη Δημητσάνα.

Στο οχυρό της Αγίας Παρασκευής θα ενεργούσε ένας λόχος του τάγματος του Ξυδέα, δηλαδή το 1 τάγμα Ταΰγετου. Στη δημοσιά από τη Στεμνίτσα στο κτίριο του Γυμνασίου και σε συνέχεια προς το κέντρο θα ενεργούσε ο λόχος του Παναγιώτη Σουγλάκου από τάγμα του Πέρδικα δηλαδή το I τάγμα του Μαινάλου. Από τα αμπέλια θα ενεργούσε ο λόχος ο δικός μου ο τρίτος λόχος του τάγματος του Πέρδικα. Ο λόχος του Αρίστου Βασιλόπουλου, δηλαδή ο πρώτος λόχος του τάγματος του Πέρδικα, θα έμενε εφεδρεία, όπως και ο λόχος του Οικονόμου Πέτρου από το τάγμα του Ξυδέα, θα έμενε εφεδρεία της Μεραρχίας. Δηλαδή θα έπαιρναν μέρος δύο τάγματα του Ξυδέα και του Πέρδικα. Όμως το μέρος ήταν τόσο στενό που μόνο οι τρεις λόχοι θα έπαιρναν μέρος. Ακριβώς για τον ίδιο λόγο, της στενότητας του χώρου, και οι δύο λόχοι, ο ένας του Ξυδέα στην Αγία Παρασκευή και του Σουγλάκου στο Γυμνάσιο θα ενεργούσαν κατ’ αρχή με μια διμοιρία.

Μόνο εγώ θα ενεργούσα και με τις τρεις διμοιρίες. Αυτό ήταν που φοβόμασταν όλοι, δηλαδή ότι θα χτυπούσαμε με λίγες δυνάμεις μια βάση με οχύρωση σε βάθος. Παρ ’ όλα αυτά εμείς, εκτός από τον Κανελλόπουλο, ελπίζαμε ότι θα τα καταφέρναμε γιατί δίναμε μεγάλη σημασία στη χρήση των πάτζερ.



Το δρόμο προς τη Βυτίνα θα τον έκλεινε ο Μανώλης Σταθάκης με ένα λόχο του Αρχηγείου Κορινθίας κι’ ένα λόχο του Αρχηγείου Μαινάλου από το II τάγμα δηλαδή το τάγμα Βρεττάκου. Δύο βαριά πολυβόλα της πολυβολαρχίας του Αρχηγείου Ταϋγέτου θα υποστήριζαν τον λόχο που θα ενεργούσε στην Αγία Παρασκευή. Τα τρία βαρειά πολυβόλα της πολυβολαρχίας του Αρχηγείου Μαινάλου θα υποστήριζαν τον λόχο του Σουγλάκου και το δικό μου. Ένα βαρύ πολυβόλο του Αρχηγείο Ταϋγέτου θα έπιανε από τη μεριά του χωριού Ζάτουνα και θα χτυπούσε αν και κάπως μακρυά το κάστρο της Δημητσάνας. Όταν λέμε κάστρο έχουμε στο νου τη συνοικία της Δημητσάνας, που είναι πάνω στο ύψωμα εκεί που ήταν κάποτε κάστρο. Από την μεριά της Ζάτουνας η Δημητσάνα ήταν απρόσβλητη γιατί είναι γκρεμός. Μια διμοιρία του Αρχηγείου Μαινάλου και δύο ομάδες πολιτοφυλακής θα έκλειναν το δρόμο από Μεγαλόπολη - Καρύ-ταινα - Ατσίχολο, στο γεφύρι του δρόμου από Καρύταινα - Ατσίχολο. Επιμένω πολύ στο σχέδιο της επιχείρησης γιατί λέγονται πολλά που δεν είναι σωστά. Ακόμη η μάχη στη Δημητσάνα είναι σημείο καμπής, για την εξέλιξη του ένοπλου αγώνα στο Μωριά.

Το σχέδιο ήταν το μοναδικό που μπορούσε να γίνει. Όπως όμως αποδείχτηκε είχε ένα βασικό λάθος. Εκτιμούσε σαν βασικό στήριγμα της άμυνας της Δημήτσανας το οχυρωμένο ύψωμα της Αγίας Παρασκευής. Αυτό από μια άποψη ήταν σωστό. Όμως η πόλη της Δημητσάνας μέσα είχε αυτοτελή οχύρωση. Και να έπεφτε η Αγία Παρασκευή η Δημητσάνα θα κρατούσε γιατί είχε άμυνα σε βάθος. Όλα τα σπίτια μπορούσαν να γίνουν οχυρά. Το σχέδιο ενεργείας δεν το είδε αυτό. Γι’ αυτό έβαλε σαν κύριο αντικειμενικό σκοπό να πέσει το ύψωμα της Αγίας Παρασκευής. Γι’ αυτό ο αιφνιδιασμός έπρεπε να επιτύχει στην Αγία Παρασκευή και μετά θα ενεργούσαμε εμείς.

Όμως έπρεπε να γίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο λόχος του Σουγλάκου και ο δικός μου έπρεπε να αιφνιδιάσουν τα εξωτερικά φυλάκια να τα ανατρέψουν και να γατζωθούμε στα πρώτα σπίτια. Εκεί δεν θα είμασταν εκτεθημένοι μόλις φώτιζε, στα πυρά του Κάστρου, του καμπαναριού, του σχολείου και των δύο αρμάτων. Όταν εμείς γατζώναμε στα πρώτα σπίτια η επιχείρηση θα είχε κριθεί. Κι αν αντιμετωπίζαμε ισχυρή αντίσταση από τα σπίτια που ήταν γεμάτα χιτοσυμμορίτες, θα κάναμε αυτό που είχαμε στο νου. Θα βάζαμε φωτιά. Τα σπίτια ήταν παλιά, το ένα πάνω στο άλλο και η Δημητσάνα θα καίγονταν σαν σωρός από φρύγανα. Αν γίνονταν αυτό, το ύψωμα της Αγίας Παρασκευής θα έπεφτε σαν ώριμο σύκο. Οι υπερασπιστές του αν δεν το εγκατέλλειπαν, θα εξοντώνονταν μια και θα τους χτυπούσαμε από γύρω - γύρω πια. Η φωτιά θα αχρήστευε και τα άρματα και τα άλλα εξωτερικά φυλάκια.

Αυτό το συζητούσαμε μεταξύ μας,δηλαδή να βάλουμε φωτιά. Τόμαθε ο Γκιουζέλης. Νόμισε ότι ο πόλεμος είναι καυγάς γυναικείος. Στο τέλος της ανάπτυξης που έκανε ο Κανελλόπουλος, που στήριζε τις ελπίδες του και στη φωτιά για να αποφύγουμε τη μάχη από σπίτι σε σπίτι και από σοκάκι σε σοκάκι και για να σπάσουμε με την πρώτη το ηθικό του εχθρού, πήρε το λόγο ο Γκιουζέλης και είπε ότι: «δεν θα βάλετε φωτιά παρά μόνο στο σπίτι από το οποίο θα δεχτείτε πυρά». Του υπενθυμήσαμε ότι είναι δύσκολο αν όχι αδύνατο σε κατοικημένο τόπο να βρεις από πού σε χτυπούν. Αυτός εκεί, τα ίδια και τα ίδια. Παρ’ όλα αυτά εμείς θα βάζαμε φωτιά κι άς έρχονταν ο Γκιουζέλης να βρεί αν δεχτήκαμε πυρά ή όχι. Η ευθύνη θα ήταν δική τους που οχυρώθηκαν στα σπίτια κι' έβαλαν προπέτασμα τα παιδιά τους.

 Γιατί να σκεφτούμε εμείς πρώτοι για τα παιδιά τους κι ’ όχι αυτοί:

Το δεύτερο λάθος του σχεδίου ήταν εξίσου σοβαρό. Στήριζε πολλές ελπίδες στη χρήση των πάτζερ για την ανατροπή της εξωτερικής άμυνας του εχθρού. Αυτό είχε σαν συνέπεια να εγκαταλείψουμε την παλιά και δοκιμασμένη τακτική μας, δηλαδή να κάνουμε διείσδυση μέσα από τα κενά της άμυνας του εχθρού με διαλεχτές ομάδες που χτυπούσαν μέσα στις εσωτερικές γραμμές του εχθρού, έφερναν σύγχυση, σμπαράλιαζε κάθε συντονισμός, προκαλούσαν πανικό και η εξωτερική άμυνα κατέρρεε μια και τα φυλάκια άκουγαν μάχη μέσα στο κέντρο, τάχαναν και το έβαζαν στα πόδια με ελάχιστη πίεση.

Τώρα αποφασίστηκε να χτυπήσουμε κατά μέτωπο και με τα πάτζερ να εξαφανίσουμε τα εξωτερικά φυλάκια. Αυτά τα δύο λάθη του σχεδίου, δηλαδή ο καθορισμός του πρώτου και βασικού στόχου και η υπερεκτίμηση της αποτελεσματικότητας των πάτζερς δημιούργησαν πρόσθετες δυσκολίες σ’ αυτές που υπήρχαν με την εκλογή σαν στόχου της βάσης της Δημητσάνας λόγω τοποθεσίας. Ήταν όλα εναντίον μας. Στενό μέρος, οχύρωση σε βάθος, εγκατάλλειψη του αιφνιδιασμού στην πόλη, απειρία στη χρήση των πάτζερ.

Στην πορεία της μάχης τα πράγματα πήγαν να διορθωθούν όμως έγιναν κι άλλα λάθη κι έτσι χάθηκε μια μάχη που κερδίσαμε. Δηλαδή πετύχαμε να τσακίσουμε την αντίσταση του εχθρού, τσακίσαμε την άμυνά του, καταλάβαμε την Αγία Παρασκευή κι όταν ήταν έτοιμος να καταρρεύσει ο εχθρός, λιποθυμήσαμε εμείς από αιμορραγία, δηλαδή οι απώλειες ήταν τόσο μεγάλες που δεν μπορέσαμε να συνεχίσουμε. Τις απώλειες δεν τις είχαμε στην επίθεση αλλά μετά, από λάθη των διοικήσεων των ταγμάτων.

Το ένα ήταν του Ξυδέα. Συγκέντρωσε δύο λόχους πάνω στο ύψωμα της Αγίας Παρασκευής για να κάνει εκμετάλλευση της επιτυχίας και τους τσάκισε η αεροπορία, διέλυσε δύο λόχους τους έκαψε με τις ναπάλμ. Το άλλο ήταν του Πέρδικα. Επέμενε στις επιθέσεις κατά μέτωπο αξωνικά στην δημοσιά ενώ είχε φωτίσει και από την άλλη, δεν μπόρεσε να φτιάσει μια βάση πυρός με τα πολυβόλα για να μας υποστηρίξει.

Όταν τέλειωσε το κλείσιμο, πήρε ξανά το λόγο ο Γκιουζέλης και παρακάλεσε τους διοικητές των λόχων να έχουν πάντα στο νου τους και την πολιτική σημασία κάθε ενέργειας και γι’ αυτό θα πρέπει να αποφύγουμε με κάθε μέσον τις ακρότητες. Θα ζητηθούν ευθύνες αν συμβούν ακρότητες και οι ποινές θα είναι αυστηρές. Επέμενε ξανά και ξανά πάνω σ’ αυτό γιατί φοβόταν ότι όποιος διοικητής λόχου έμπαινε στη Δημητσάνα, θα χρησιμοποιούσε την πιο εύκολη και σίγουρη μέθοδο για την εξόντωση του εχθρού. «Τη φωτιά».

Μετά τη συγκέντρωση σκορπίσαμε δύο - δυό -, τρεις και κανένας δεν πείστηκε να μη χρησιμοποιήσει τη φωτιά για να πετύχει το σκοπό του. Όλοι έλεγαν ότι προτιμούν να καεί όλη η Δημητσάνα παρά να χάσουν τη ζωή τους δυό - τρεις αντάρτες. Ο Κανελλόπουλος τραβήχτηκε ανήσυχος και στεναχωρημένος. Άλλοτε μετά από τέτοιες συγκεντρώσεις έρχονταν στις παρέες μας και συζητούσε ή καλαμπούριζε. Τώρα σαν κουρασμένος πήγε στο έλατό του, στο γιατάκι του, ξάπλωσε και άναψε τσιγάρο. Εμείς το παρατηρήσαμε, αλλά είχαμε ενθουσιαστεί με τα πάτζερ και αδημονούσαμε να τα χρησιμοποιήσουμε.

Οι λόχοι, όπως γίνονταν κάθε φορά πριν και μετά τη μάχη, τραγουδούσαν και χόρευαν. Μόλις σουρούπωσε συγκεντρώθηκαν στο πλάτωμα κατά τάγματα. Μίλησαν οι επίτροποι των ταγμάτων για τη μάχη και τη σημασία της. Ο επίτροπος ο δικός μας δηλαδή του Ιου τάγματος του αρχηγείου Μαινάλου που διοικητής του τότε ήταν ο Πέρδικας, ο Βασίλης Λουκαΐτης, δικηγόρος από την Τρίπολη, μίλησε καλά και ενθουσίασε τους αντάρτες.

Ήταν ο τελευταίος λόγος του. Την άλλη μέρα σκοτώθηκε. Υπακούοντας στη διαταγή μπήκε επικεφαλής στο λόχο του Παναγ. Σουγκλάκου με το πιστόλι στο χέρι και τράβηξε ίσια μέσα στη δημοσιά, δηλαδή ίσια στο θάνατο. Ήταν ένας γνήσιος επαναστάτης. Ήταν όμως άπειρος από πόλεμο, ούτε φαντάρος δεν είχε πάει. Όπως μου είπε ο Σουγκλάκος δεν πρόλαβε να κάνει πέντε σάλτα και τον έκοψε μια ριπή από το άρμα που χτυπούσε αξωνικά το δρόμο. Ήταν το τρίτο και τελευταίο παιδί
της Τριπολιτσιώτικης αγωνιστικής οικογένειας Λουκαΐτη που έδωσε τη ζωή του για ψηλά ιδανικά. Οι δύο αδερφές του Άννα και Κατίνα Λουκαΐτη εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς, μαζί μ’ άλλα τρία Επονίτικα στελέχη από τον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας στις 21 Ιουνίου 1944.

Εκεί σκοτώθηκε και ο επιτελής του τάγματος, ο Δήμος Χρυσαναθακόπουλος, καθηγητής γυμναστικής από το χωριό Πράσινο της Γορτυνίας. Ένα βλήμα βαριού όλμου έσκασε μπροστά στα πόδια του, ενώ έγραφε ένα σημείωμα για τη διοίκηση. Τον έκανε κομμάτια. Σ’ άλλη επίθεση τραυματίστηκε και ο Σουγλάκος στη μύτη. Ανέλαβε ο επίτροπος του λόχου. Τραυματίστηκε κι αυτός και τελικά τη διοίκηση του λόχου ανέλαβε ο επίτροπος του 1ου λόχου, ο Κατριβάνος Παναγιώτης. Όλοι αυτοί κι άλλοι πολλοί, το σούρουπο εκείνο, χορεύαμε.

 Δήμος Χρυσανθακόπουλος ή Πλάτης απ ’ το χωριό Πράσινο Γορτυνίας. Καθηγητής Γυμναστικής. Αγωνιστής Εθνικής Αντίστασης. Καπετάνιος λόχου του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Κορινθίας. Υπολοχαγός του Δ.Σ.Ε. επίτροπος του Ιου Τάγματος του Αρχηγείου Μαινάλου. Σκοτώθηκε στη μάχη της Δημητσάνας τον Αύγουστο του 1948.

Μόλις νύχτωσε καλά ξεκινήσαμε. Η νύχτα ήταν μικρή, ήταν καλοκαίρι ακόμη 29 Αυγούστου 1948 κι έπρεπε τα χαράματα να είμαστε στις θέσεις μας. Δεν είμασταν μακρυά αλλά από ένα σημείο κι ύστερα δεν θα ακολουθούσαμε το δρόμο, θα ξεστρατίζαμε στις πλαγιές. Έτσι θα αργούσαμε. Όταν κατά τα μεσάνυχτα φθάσαμε στο Ζυγοβιστινό βουνό εκεί χωρίσαμε, εμείς δηλαδή το τάγμα μας πήρε την πλαγιά, έπεσε στη ρεματιά παράκαμψε το χωριό, πήραμε το δρόμο για την Κλινίτσα μετά κατεβήκαμε στη δημοσιά πάνω από της Αιμυαλούς στα αμπέλια κι από εκεί μια ώρα νύχτα βγήκαμε φάτσα στη Δημητσάνα κάτω στα χωράφια και τ’ αμπέλια. Βλέπαμε τα φωτάκια της πόλης. Ακούγαμε τα σκυλιά και το μοτέρ του άρματος που κινείτο πότε -πότε. Είχαμε φθάσει νωρίς .Δεν έπρεπε να μας πάρουν χαμπάρι. Έπρεπε να αιφνιδιαστεί το φυλάκιο στη Αγία Παρασκευή. Στις πέντε θα άρχιζε η επιχείρηση. Εμείς από εκεί που είμαστε σε δέκα λεπτά φθάναμε στις θέσεις που θα εξορμούσαμε.

Ο Πέρδικας και τ’ άλλα στελέχη του τάγματος ψιλοκουβεντιάζαμε. Οι αντάρτες κοιμόντουσαν σαν να πήγαιναν σε γιορτή. Ήξεραν ότι σε μια ώρα θ’ άρχιζε η γιορτή και θα έπεφταν κεφάλια. Ήξεραν ότι μπορεί μετά από μια ώρα να μην υπάρχουν. Κάπου εκεί πέρα μέσα στην αποθεριά, ίσως ξάπλωναν για να ξεκουραστούν για πάντα, κι όμως κοιμούνταν. Η ψυχολογία του ανθρώπου είναι μυστήριο. Διαμορφώνεται μέσα από πολλές καταστάσεις και επιρροές και εκδηλώνεται παράξενα μερικές φορές. Ο ύπνος δεν είναι πάντα σημάδι ηρεμίας. Εγώ ήμουν ανήσυχος. Ήθελα να καπνίσω ένα τσιγάρο. Όμως δεν ήταν δυνατό. Απαγορεύονταν. Στο μυαλό μου στριφογύριζε πάντα η σκέψη πως θα γατζώσω στα πρώτα σπίτια.

Αυτό τον μικρό υπνάκο, πολλοί αντάρτες που δεν ήξεραν τα πράγματα μετά τη μάχη τον θεώρησαν υπεύθυνο για την αποτυχία δηλαδή ότι κοιμηθήκαμε και αργήσαμε. Κι όμως τίποτα τέτοιο δεν έγινε. Υποχρεωτικά σταματήσαμε γιατί φθάσαμε νωρίς. Δυστυχώς εμείς, το τάγμα του Πέρδικα, θα έπρεπε να περιμένουμε να εκδηλωθούν τα πυρά στην Αγία Παρασκευή και μετά να ενεργήσουμε. Μέχρι αυτή την στιγμή θα έπρεπε να είμαστε σε κατάσταση αναμονής και να αποφεύγουμε κάθε ενέργεια που θα προκαλούσε συναγερμό. Αυτό το ήξεραν μόνο οι διοικήσεις των λόχων. Οι αντάρτες δεν το ήξεραν γι’ αυτό μετά τη μάχη όλοι σχεδόν έβγαλαν το συμπέρασμα, ότι έφταιγε ο Πέρδικας για την αποτυχία επειδή κοιμηθήκαμε και αργήσαμε.

Η πεποίθησή τους αυτή στεριώθηκε και από το γεγονός ότι, ο Πέρδικας απαλλάχτηκε μετά τη μάχη από τα καθήκοντα του διοικητή του τάγματος, του αφαίρεσαν τη διοίκηση. Η αντικατάσταση του αυτή δεν είχε καμιά σχέση με το ότι κοιμήθηκαν οι αντάρτες. Η αντικατάσταση έγινε γιατί στη μάχη της Δημητσάνας, περισσότερο από αλλού, φάνηκαν οι ελλείψεις που είχε σαν διοικητής τάγματος. Φάνηκε λοιπόν αυτό που έλεγε και υποστήριζε ο ίδιος, δηλαδή ότι δεν έχει τις δυνατότητες να διοικήσει τάγμα, γιατί ο πόλεμος πήρε άλλη μορφή. Όλοι του έλεγαν ότι θα μάθει. Αυτός όμως ήξερε καλύτερα από τους άλλους μέχρι που μπορεί να απλώσει τα πόδια του. Μακάρι να είχε αυτή την συνείδηση για τις ικανότητες τον και ο Γκιουζέλης όπως είχε ο Πέρδικας. 

Όλοι γνωρίζαμε τις αδυναμίες μας σαν διοικητές τμημάτων γιατί ενώ είχαμε πείρα δεν είχαμε όμως τη θεωρητική κατάρτηση. Βοηθιόμασταν μεταξύ μας. Αφομοιώναμε αυτά που μας έλεγαν οι ειδικοί. Διαβάζαμε τα μαθήματά μας. Συζητούσαμε με τους διοικητές μας. Όμως ο καθένας έφτανε μέχρι εκεί που μπορούσε. Όποιον τράβηξαν πιο πάνω, τον κατάστρεψαν.

Επαναλαμβάνω ότι είναι προσβολή για την μνήμη του Πέρδικα να υποστηρίζεται ότι είναι υπεύθυνος για την αποτυχία της επιχείρησης στη Δημητσάνα. Λάθη στη διεύθυνση της μάχης έκαμε. Δεν ήταν όμως καθοριστικά. Πολύ περισσότερο δεν πρέπει να υποστηρίζεται ότι από τον ύπνο χάθηκε η μάχη.

Έγραψα ποιά λάθη καθόρισαν την αποτυχία και τα επαναλαμβάνω: 1) Η εκλογή του στόχου ήταν λάθος. Αυτό βαρύνει το Γκουζέλη. 2) Ο καθορισμός του οχυρού της Αγίας Παρασκευής σαν κεντρικού σημείου στήριξης της άμυνας του εχθρού. Αυτό βαρύνει τον Κανελλόπουλο και 3) η υπερκτίμηση της αποτελεσματικότητας των πάτζερ. Αυτό βαρύνει και τους διοικητές των Αρχηγείων και ταγμάτων. Τα άλλα επιμέρους λάθη δεν επέτρεψαν να διορθωθεί κάπως η κατάσταση και έγιναν η βασική αιτία για τις μεγάλες απώλειες μετά την κατάληψη της Αγίας Παρασκευής, στον πάνω τομέα, την αποτυχία της πρώτης εφόδου στο τομέα της δημοσιάς και κατά τη υποχώρηση στον τρίτο τομέα στα αμπέλια. Αυτό το συμπέρασμα βγήκε από την κριτική που έγινε σε επίπεδο Αρχηγείων. Κριτική της μάχης δεν έγινε αλλού. Μετά την αποτυχία της μάχης στο Μοναστήρι της Βλασίας, σταμάτησαν και κριτικές με πλατιά συμμετοχή. Είναι κι αυτό φρούτο της κάλυψης των ευθυνών για τις αποτυχίες.

Όσο πλησίαζε η ώρα τόσο τα νεύρα τέντωναν. Δέκα λεπτά πριν αρχίσει η μάχη χωρίσαμε με τον Πέρδικα. Αυτός τράβηξε για το Γυμνάσιο. Εγώ αφού είπα να ξυπολυθούν όλοι πλησίαζα σιγά - σιγά και αθόρυβα. Πλησίασα πολύ κοντά, όπως μου έλεγε ο σύνδεσμος που είχα για οδηγό. Οδηγός στο τμήμα το δικό μου ήταν ο Χρήστος Φιλίντας από το χωριό Μάρκου της Γορτυνίας. Ήταν ομαδάρχης στο λόχο του Σουγλάκου, αλλά τον έδωσαν για τη μάχη σε μένα, επειδή ήξερε πολύ καλά το μέρος της Δημητσάνας. Όμως δεν είχαμε πλησιάσει όσο έπρεπε ή μάλλον όσο ήθελα εγώ. Εγώ ήθελα να πλησιάσουμε στα πενήντα μέτρα έτσι που μ’ ένα σάλτο να καβαλήκουμε τα πολυβολεία του εχθρού. Εκεί κατάλαβα και την πρώτη αδυναμία για τη χρήση των πάτζερ. Με το σκοτάδι είναι αδύνατη η καλή σκόπευση. Μόνο κατά προσέγγιση μπορείς να σκοπεύσεις. Για να το κάνεις όμως αυτό πρέπει να έχεις πολλά βλήματα. Εμείς όμως έπρεπε να πετύχουμε με την πρώτη. Δεν είχαμε πολλά και ο εχθρός δεν θα μας περίμενε.

Ακόμη το έδαφος ήταν ακατάλληλο. Το πάτζερ πρέπει πίσω να έχει ακάλυπτο ελεύθερο μέρος, για να φύγουν τα αέρια από το σωλήνα εκτοξεύσεως, αλλιώς σε σκοτώνουν. Εκεί όμως το έδαφος ήταν απότομη πλαγιά, δεν μπορούσες να χρησιμοποιήσεις το πάτζερ από πρηνή θέση γιατί η μπούκα της σωλήνας έβλεπε προς το έδαφος. Έπρεπε να είσαι όρθιος. Αυτό όμως μπορούσες να το κάνεις πριν αρχίσουν τα πυρά.

Έδωσα εντολή να οπλιστούν τα πάτζερ. Πλησίασα ακόμη λίγο. Παρ’ όλα αυτά όταν φώτισε κατάλαβα ότι ήμουνα σε απόσταση πάνω από εκατό μέτρα και μπροστά μου υψώνονταν σαν πύργοι τα σπίτια της πόλης. Καμιά φορά άρχισε η μάχη στο ύψωμα της Αγίας Παρασκευής. Αμέσως γενικεύτηκε σ’ όλους τους τομείς. Στην αρχή φάνηκε ότι πέτυχε ο αιφνιδιασμός. Δεν ήταν όμως έτσι. Οι δικοί μας δεν μπόρεσαν να καβαλήσουν τα πολυβολεία. Έτσι καθηλώθηκαν μπροστά στα πολυβολεία. Οι οχυρώσεις ευτυχώς είχαν φτιαχτεί λάθος. Άφηναν απυρόβλητο κάτω από τα βραχάκια κάπου πενήντα μέτρα σε ημικύκλιο. Έτσι οι δικοί μας φώλιασαν εκεί χωρίς απώλειες. Όταν φώτισε, ο Κονταλώνης έφτιασε μια βάση πυρός μ’ ένα βαρύ πολυβόλο και οι χωροφύλακες δεν μπορούσαν να ξεμυτίσουν.

Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger