Αρχική » , » Αποδομώντας τον Χριστιανισμό. - Μεσσίες παλιάς και νέας κοπής

Αποδομώντας τον Χριστιανισμό. - Μεσσίες παλιάς και νέας κοπής

{[['']]}
Μια ιστορική διαδρομή με αφετηρία τη λύτρωση της ψυχής στις αρχαίες θρησκείες και κατάληξη τη συστηματική εξαπάτηση των πιστών από τη χριστιανική εκκλησία

Του Απόστολου Λυμπερϊδη, Συγγραφέα - "Αιρετικά"

Θα έχετε ακουστά, φαντάζομαι, ότι ο Χριστός ονομάζεται και Μεσσίας. Η λέξη Χριστός φυσικά δεν είναι όνομα αλλά ιδιότητα. Ας αρχίσουμε από κει λοιπόν προκειμένου να βρούμε τις ρίζες του χριστιανισμού, προτού «σκάψουμε» πιο βαθιά όπου θα μας αποκαλυφθεί η σχέση του χριστιανισμού με τη μυστηριακή θρησκεία του ορφισμού, μια νέα δοξασία που εμφανίστηκε στην αρχαία Ελλάδα από τον 6ο αιώνα πριν από τη νέα χρονολόγηση.

Αυτό που σήμερα λέμε πως εκφράζουν οι λέξεις μεσσίας και μεσσιανισμός δεν εκφραζόταν ανέκαθεν στο εβραϊκό λεξιλόγιο. Η εννοιολογική της εξέλιξη ακολούθησε την ιστορική και θρησκευτική πορεία του εβραϊκού λαού. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι με τη λέξη «Maschiach» (εβραϊκά) ή «Meschiha» (αραμαϊκά) εννοούμε έναν άνθρωπο που πήρε το χρίσμα από τον θεό. Είναι ο χρισμένος με λάδι θεού. Ο Χριστός δηλαδή. Ενας αληθινός βασιλιάς, σταλμένος από τον θεό για τον περιούσιο λαό του.
Θα μπορούσαμε επίσης να τον ονομάσουμε Διάμεσο ή Διαμεσολαβητή γιατί βρίσκεται ανάμεσα στον θεό και τον άνθρωπο. Ως έννοια εμφανίζεται όταν ο Μωυσής επιβάλλει στον λαό του την τήρηση των εντολών του όπως ο ίδιος διατάζει (Δευτ. 4.2).

Οι προφήτες ήξεραν τι ήθελε ο λαός και διατυμπάνιζαν τους πόθους του. Τότε ο λαός έτρεχε μαζικά από πίσω τους. Κυριολεκτικά κρέμονταν από τα χείλη τους, πιστεύοντας ότι μέσα από το στόμα τους μιλούσε ο ίδιος ο θεός. Ο διαμεσολαβητής προφήτης ήταν ο καθοδηγητής και ο νομοθέτης. Πρώτα οι κριτές ως ηγέτες του λαού (Κρ. 2.16) και στη συνέχεια ο Σαμουήλ με την ιδιότητα του αρχιερέα.
Η ιδιότητα του αρχιερέα φυσικά δεν είναι καινούργια. Οπως γνωρίζουμε, από τον Ααρών, τον αδερφό του Μωυσή, είχε θεσπιστεί ο θεσμός αυτός κατ’ εντολή του ίδιου του θεού (Εξ. 4.14). Σαμουήλ σημαίνει «όνομα θεού». Ο Σαούλ είναι ο πρώτος βασιλιάς που χρίζεται από τον Σαμουήλ «ελέω θεού» (Α' Σαμ. 10.1).

Η πίστη για τον μελλοντικό ερχομό ενός μεσσία εκφράζει έκτοτε τη μεσσιανική προσδοκία όπως την ξέρουμε σήμερα. Αυτή ακριβώς ήταν που επηρέασε και τους Εσσαίους.

Απόστολοι, οι προπαγανδιστές της μεσσιανικής ιδέας

Ο μεσσιανισμός των Εσσαίων φαντάστηκε την ημέρα της έλευσης σαν μια νέα εποχή που βρίσκεται πολύ κοντά. Οι εκλεκτοί του λαού έπρεπε να χωριστούν από τους άνομους των παράνομων πόλεων και γι' αυτό αυτοεξορίστηκαν στην έρημο, όπως παλιά όταν με την καθοδήγηση του Ιησού του Ναυή κατάκτησαν τη γη της επαγγελίας, τον τόπο του Ισραήλ. Ετσι και τώρα, σκάφτηκαν οι «υιοί του φωτός», κατατροπώνοντας τους «υιούς του σκότους και της ανομίας» θα κατακτήσουν το νέο Ισραήλ. Τότε η νέα Ιερουσαλήμ θα τεθεί επικεφαλής όλων των λαών της γης.

Το ιερατείο ήξερε πολύ καλά τι έκανε. Η προφητειολογία ενισχυμένη από τη μεσσιανική ιδέα απέτρεπε τον λαό από την επαναστατική δράση εφησυχάζοντάς τον ότι η λύτρωση θα έρθει εξωκοσμικά, από τον θεό. Στην ουσία τον έστρεφε στην αδράνεια καλλιεργώντας ένα αίσθημα υποταγής.

Η μεσσιανική προσδοκία αντικαθρεφτίζει και την αδυναμία του Ισραήλ, που σαν χώρα βρίσκεται σε άκρως στρατηγική θέση, να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις που το απειλούν. Για τόνωση εσωτερικής κατανάλωσης λοιπόν χρησιμοποιεί την έλευση του Μεσσία, ο οποίος τάχα θα τιμωρήσει τους εχθρούς του στο εγγύς μέλλον.

Ο προσηλυτισμός των Ιουδαίων της διασποράς, κυρίως εκείνων που ήρθαν σε επαφή με τους εθνικούς, έβγαλε την εβραϊκή σκέψη από το αδιέξοδο της υπερεθνικιστικής συνείδησης, καθιστώντας την έλευση του σωτήρα προσιτή σε όλους τους πολίτες των ελληνορωμαϊκών επαρχιών. Η σωτηριολογία εξαπλώθηκε με το προσηλυτιστικό έργο των εθνικών αποστόλων.

Φυτώριο προπαγανδιστών στις χώρες όπου κατοικούσαν Εβραίοι ήταν οι συναγωγές. Μέσα από τους χώρους αυτούς ο ιουδαϊσμός δεν διέδωσε μόνο τις μεσσιανικές του ιδέες αλλά αύξησε και την πολιτική του επιρροή. Χώρος προπαγάνδας ο οποίος αργότερα χρησιμοποιήθηκε και από τους προπαγανδιστές του χριστιανισμού, αφού η αρχική μεσσιανική ιδέα παραμορφώθηκε από τη σωτηριολογία του ελληνορωμαϊκού κόσμου, όπως θα δούμε παρακάτω.

Η σωτηριολογία της αρχαίας παράδοσης και ο ορφισμός

Η σωτηρία της ψυχής ήταν ένας πόθος που φώλιαζε σιωπηλά στις καρδιές των πιστών της ελληνιστικής εποχής, προτού ακόμη οι Εβραίοι συνειδητοποιήσουν την ανάγκη της έλευσης του Μεσσία για τη σωτηρία του Ισραήλ.
Οι Ισραηλίτες δεν επηρέασαν, μάλλον δάνειο πήραν από τον αρχαίο κόσμο της ειδωλολατρίας, δάνειο που ανασκεύασαν πολιτικά. Οι μυητικές τελετουργίες στον αρχαίο κόσμο ήταν θεατρικές παραστάσεις που είχαν σκοπό να ταυτίσουν την ανθρώπινη συνείδηση με τον θεό.

Η απομίμηση του μύθου στις τελετουργίες της μύησης έκρυβε μυστικιστικά το θείο. Η εκλαΐκευση αυτής της απομίμησης γέννησε την τραγωδία. Τα τελετουργικά δρώμενα της μύησης ήταν για τους πλούσιους.
Οι φτωχοί αναζητούσαν τη λύτρωση στην πίστη. Η φτώχεια, η αθλιότητα, η δυστυχία και γενικότερα η αποσύνθεση της κοινωνίας γέννησαν την ελπίδα της θείας παρέμβασης με την αποστολή ενός σωτήρα, ώστε να αντιμετωπιστεί η αβάσταχτη και άθλια ζωή τους.
Ετσι με την έλευση του σωτήρα όλοι είχαν δικαίωμα να σωθούν.

Η ελπίδα της κοινωνικής βελτίωσης ήταν κοινός πόθος από την Ανατολή μέχρι τη Δύση. Είναι η εποχή κατά την οποία η λατρεία των θεών της Ανατολής γίνεται μόδα στα μεγάλα εμπορικά κέντρα της Δύσης.
Γεννιέται η ανάγκη δημιουργίας ενός παγκόσμιου θεού. Ηταν απαίτηση της εποχής. Σε μια διεθνοποιημένη κοινωνία, ιδιαίτερα μετά τη ρωμαϊκή επικράτηση, η θρησκευτική παγκοσμιοποίηση επιβάλλεται όχι κυβερνητικά αλλά νομοτελειακά.
Οι εξωτικές ιδέες, η αστρολογία, οι εξορκισμοί και τα περίτεχνα θαύματα μαγείας, τα οποία επινοούνται από απατεώνες, κατακλύζουν τα λιμάνια και τα πολυπληθή κέντρα των ονομαστών πόλεων της αυτοκρατορίας.
Θρησκευτικοί σύλλογοι, ορφεοτελεστές, εταιρείες και ψευδοδιδάσκαλοι τύπου Περεγρίνου γυροφέρνουν στις φτωχογειτονιές όλων των επαρχιών. Η αυτοκρατορία γέμισε αγύρτες, προφήτες και θαυματοποιούς που πουλούν ελπίδα.

Μετά την περίοδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου οι άνθρωποι είχαν την τάση να θεοποιούν τους ηγέτες τους. Ο Δημήτριος ο Πολιορκητής και ο A' Πτολεμαίος ο Λόγου πήραν το προσωνύμιο του σωτήρα. Τ
ο ίδιο αργότερα και ο Ρωμαίος Αύγουστος που εγκαινίασε μια εποχή ομόνοιας και ειρήνης, καθιερώνοντας την καλή είδηση, το ευαγγέλιο. Εκτοτε όλοι οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες θεοποιούνται από τον λαό· οι ηγεμόνες ελπίζουν ότι μετά τον θάνατό τους θα φέρουν κάτι καλύτερο.

Την εποχή αυτή οι αναστημένοι θεοί της Ανατολής, οι οποίοι από καιρό έχουν χάσει τα χαρακτηριστικά της αγροτικής τους καταγωγής, μετουσιώνονται σε θείους εκφραστές, λυτρωτές των καταπιεσμένων και δύστυχων πιστών τους. Η ανάσταση ερμηνεύεται σαν σωτηρία και λύτρωση.

Ο Διόνυσος, ο γιος της Σεμέλης, δεν επισκέπτεται πια ζωντανός τον Αδη, αλλά κατεβαίνοντας μέσα από τον τάφο τον επισκέπτεται νεκρός μετά τον διαμελισμό του από τους τιτάνες.
Ο ίδιος ο Απόλλωνος ενταφιάζει το νεκρό σώμα, σύμφωνα με διαταγή του πατέρα του Δία. Δεν αναγεννιέται απλώς, όπως ξέρουμε, αλλά ανασταίνεται με την υπόσχεση της σωτηρίας της ψυχής του στον άλλο κόσμο.

Ο θεός έζησε, έπαθε, πέθανε και αναστήθηκε για να λυτρώσει τον άνθρωπο. Η νίκη του πάνω στον θάνατο συμβολίζει τη σωτηρία και οι πονεμένες καρδιές των πιστών έβρισκαν παρηγοριά για τη ζωή και ελπίδα μετά τον θάνατο.

Οι θρησκείες παγκοσμιοποιούνται και οι ιουδαιοχριστιανοί μέσα από τις συναγωγές καραδοκούν περιμένοντας να οικειοποιηθούν ό,τι τους βολεύει. Ακόμη και οι πρώτοι χριστιανοί, όπως γράφει ο Ιουστίνος, θεωρούν το «αίμα της σταφυλής» «δύναμη του Θεού» συνδέοντάς το με το αίμα του Χριστού· είναι οι ίδιοι που «απέδειξαν» ότι ο Ιησούς δεν γεννήθηκε από άνθρωπο αλλά από τον θεό αφού, αντί ανθρώπινου σπέρματος χρησιμοποιήθηκε θεία δύναμη!

Ακόμη και στην Παλαιά Διαθήκη στη φράση «δεν θέλει εκλείψει σκήπτρο εκ του Ιούδα, ούτε νομοθέτης εκ του μηρού αυτού» ο Διόνυσος υπονοείται, γιατί αυτός ήταν που γεννήθηκε από τον μηρό του Δία.
 Η συνέχεια άλλωστε είναι ακόμη πιο αποκαλυπτική: «Στ’ αμπέλι δένει το πουλάρι του, το γαϊδουράκι του στο κλίμα πλένει με κρασί τα ρούχα του, στο αίμα των σταφυλιών τη φορεσιά του» (Γέν. 49.10-11).

Ο Μουσαίος, κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, ήταν μαθητής του Ορφέα, σύμφωνα με τους Ιουδαίους όμως δεν είναι αυτός που ανήκει στη μούσα, αλλά ο ίδιος ο Μωυσής σύμφωνα με την ομοηχία του ονόματος!

Ο Φίλων της Αλεξανδρείας τον καιρό εκείνο (1ος αιώνας) στο «Περί κοσμοποιίας» σύγγραμμά του θεωρούσε τον Μωυσή πρόδρομο του Πλάτωνα.
Οντας πλατωνικός, ο Φίλων στο πιο πάνω σύγγραμμά του θεωρούσε τις ιδέες του Πλάτωνα σκέψεις του θεού. Είναι ο διαμεσολαβητής Λόγος, που ο Ιουδαίος φιλόσοφος τον λέει Μεσίτη ή Μεσσία.
Ο μεσσιανισμός τώρα δεν φαντάζει τόσο ξένος και εξωτικός αφού οι Ιουδαίοι τον ταύτισαν με τον δικό τους μεσσιανισμό που έως τότε μόνο εθνικό χρώμα είχε. Αλλά και στην ύστερη αρχαιότητα ο θεός δεν είναι σωτήρας μόνο του Ισραήλ αλλά λυτρωτής όλων των εθνών. Είναι ο ποιμένας που προστατεύει τον αμνό του.

Ετυμολογικά το κύριο όνομα Ιησούς παράγεται από τη ρίζα yasa που σημαίνει σώζω - ελληνοποιημένο μετατρέπεται σε «Ιάσων», που δηλώνει αυτόν που θεραπεύει. Το όνομα των Εσσαίων δεν απέχει πολύ από τους νέους θεραπευτές της ψυχής, όμως ο χαρακτήρας της πίστης τους παραμένει ακόμη σφιχταγκαλιασμένος με την ατομικότητα της ψυχής. Ο ορφικός βίος λυτρώνει την ψυχή, την απελευθερώνει από το δεσμωτήριο του σώματος και των συνεχών επαναγεννήσεων ακριβώς επειδή δέχεται την ομοουσιότητα του θεού. Η ομοουσιότητα δηλαδή δεν δείχνει μόνο τη θεϊκή καταγωγή του ανθρώπου αλλά και τη βεβήλωση του θείου. Αυτή δηλαδή που απαιτεί τη λύτρωση με τον εξαγνισμό της μυστηριακής μύησης.

Το ίδιο επίσης μπορεί να επιτύχει και ο έντιμος ορφικός βίος που καταδικάζει αυστηρά την κρεοφαγία, μνημονεύοντας το έγκλημα των τιτάνων. Η διονυσιακή ωμοφαγία μετατρέπεται στον ορφισμό σε αποχή από το κρέας. Η εκχυδαϊσμένη εκλαΐκευση του ορφισμού καταλήγει στους λεγάμενους ορφεοτελεστές που γυροβολούν σε πόλεις και χωριά πουλώντας βιβλία αμφίβολων συγγραφέων, ασκώντας «θεραπείες» και ξορκίζοντας αμαρτίες και δαιμόνια. Ο εκχυδαϊσμός αυτός την εποχή εκείνη ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσαν να φανταστούν αγύρτες και επινοητές ύποπτων θρησκευτικών δοξασιών.

Σε ολόκληρη την ελληνιστική εποχή αυτοί οι τσαρλατάνοι ποτέ δεν έλειψαν. Τον πρώτο αιώνα όμως μετά τη χρονολόγησή μας, που ο εκλεκτισμός στη φιλοσοφία και ο συγκρητισμός στη νέα θρησκεία βρίσκονται στο απόγειο, η διάδοση της πνευματικής κατάπτωσης αποθεώνεται.
Είναι η εποχή που ο Απολλώνιος ο Τυανέας περιπλανάται από τη δύση μέχρι την ανατολή, κηρύττοντας τις ορφικές και πυθαγόρειες πραγματείες του.
Με πόση σοβαρότητα και πόση αγυρτεία διαδόθηκαν αυτές κανείς δεν μπορεί να ξέρει, αφού η βιογραφία του γράφτηκε έναν αιώνα αργότερα. Αλλά και τότε πληθώρα αγυρτών διέδιδαν αμφίβολες δοξασίες, όπως ο Αβωνοτειχίτης και ο Περεγρίνος (βλ. Λουκιανό).
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον έδρασαν και οι συναγωγές όπου φανατικοί Εβραίοι προπαγανδιστές διέδιδαν τη μεσσιανική έλευση του δικού τους θεού. Η ιουδαϊκή επίδραση του γνωστικισμού είναι εμφανής. Χωρίς να καθοδηγούνται από μια κεντρική εξουσία, οι συναγωγές λίγο πολύ βρίσκονταν κάτω από την επιρροή των καθοδηγητών τους.

Ετσι κτιζόταν χρόνο με τον χρόνο η νέα θρησκεία. Καμιά θρησκεία δεν δημιουργείται από τη μια μέρα στην άλλη, σαν από μηχανής θεός, ούτε η γνώση -σε πείσμα των γνωστικών- εμφανίζεται αποκαλυπτικά. Οπως και καμιά θρησκεία δεν σβήνει εύκολα και ανώδυνα. Λες και φτιάχτηκαν εφτάψυχες, δύσκολα ξεριζώνονται από τη συνείδηση των ανθρώπων.
Ακριβώς αυτός είναι ο λόγος που δύσκολα οι νέες δοξασίες κατακτούν τη θέση που οι παλιές είχαν στην καρδιά των ανθρώπων. Ο καλύτερος τρόπος είναι οι παλιές ιδέες να εμφυτευτούν στις νέες, όπως το νέο κρασί μπαίνει στα παλιά βαρέλια.

Ο Χριστός σαν προαιώνιο σύμβολο σωτηριολογίας

Για το υπαρκτό ή ανύπαρκτο πρόσωπο του Ιησού έγραψαν τόσο πολλοί που κατάντησε τετριμμένο θέμα στον χώρο της φιλολογικής έρευνας του χριστιανισμού. Συμβολικά και αλληγορικά θα μπορούσε να πει κανείς ότι Χριστός πάντα υπήρχε και πάντα θα υπάρχει, σαν προαιώνιο και πανανθρώπινο σύμβολο λυτρωτικής προσδοκίας.

Η απρόσωπη ουσία του συμβόλου δημιουργεί ψυχισμό που ταυτίζεται με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του πιστού. Εδώ ο πιστός ανακαλύπτει αυτό που ζητάει. Ο σωτήρας, σαν το προαιώνιο σύμβολο ευεργεσίας του ανθρώπου, κάνει ζωντανή την παρουσία του σε όλα τα θρησκευτικά συστήματα, αφού η συμβολική του ουσία παραμένει απρόσωπη και ταυτισμένη με την προσωπική του πεποίθηση και προσδοκία.

Αν ο εγκόσμιος ηγεμόνας που προσαγορεύεται σωτήρ δεν κατάφερε να ευεργετήσει τον άνθρωπο στο μέτρο που αυτός προσδοκούσε, ο λυτρωτής της ψυχής μέσα από τη δημιουργική φαντασία του πιστού θα τον σώσει προστατεύοντάς τον. Αυτή την ακλόνητη βεβαιότητα εκφράζει ο σωτήρας ή ο λυτρωτής, είτε Διόνυσος ονομαζόταν είτε Ορφέας είτε Χριστός.
Για τα συμβολικά αυτά πρόσωπα καμιά ιστορική διαβεβαίωση δεν απαιτείται, γιατί εκφράζουν προαιώνια θρησκευτικά πιστεύω που σαν έννοιες βρέθηκαν κωδικοποιημένες μέσα στη δυναμική του συμβόλου.

Αλλά και η πίστη τι είναι άραγε; Δεν είναι η ακλόνητη βεβαιότητα που σαν αρχετυπική ιδέα αναδύεται μέσα από την άγνοια, τον φόβο και την ελπίδα του πιστού;
Το τρίπτυχο αυτό της μεταφυσικής αναζήτησης γεννά ιδέες μέσα στις οποίες ο μελετητής της θρησκειολογίας, σαν την περιπλανώμενη Ισιδα, ταξιδεύει στις τρικυμισμένες θάλασσες των αρχετυπικών συμβόλων.

Οταν επιβεβαιωθεί ότι ο Χριστός σαν σύμβολο συμβάλλει μόνο στο περιτύλιγμα της νέας θρησκείας, τότε θα επιβεβαιωθεί ότι όλες οι θρησκείες πηγάζουν και διαμορφώνονται από την ίδια πνευματική αναζήτηση. Εκεί βρίσκεται η ουσία όλων των θρησκειών. Μόνο το περιτύλιγμα τις διαφοροποιεί - είναι αυτό το περιτύλιγμα που τα ιερατεία χρησιμοποιούν για τους δικούς τους ιδιοτελείς σκοπούς.
Αναγνωρίζοντας τέτοιους «ποιμένες» (αρχηγούς), τα πρόβατα των κοπαδιών αέναα θα καθοδηγούνται στην πλάνη και στο ψέμα. Τα πρόβατα αυτά περιορισμένα μέσα στα όρια που τους θέτουν τα δόγματα θα αδιαφορούν πάντα, πεισματικά πολλές φορές, για την ύπαρξη και άλλων λιβαδιών, νιώθοντας ευγνωμοσύνη για το χορτάρι που κατανάλωσαν.
Ποτέ δεν θα καταλάβουν τον λόγο της ποιμενικής προστασίας.

Αναφερόμενοι στον χριστιανισμό, τη θρησκεία με τη μεγαλύτερη διάδοση και απήχηση στον πλανήτη μας, συνεχίζει να επιβιώνει παραχαράζοντας και μυθοποιώντας χωρίς αιδώ ιστορία δεκαεννιά αιώνων.
Αν την απομυθοποιήσουμε, θα αποκατασταθεί στο πραγματικό ιστορικό της πλαίσιο. Ξεσκίζοντας το φανταχτερό μυθικό της περίβλημα μας αποκαλύπτεται το πραγματικά ιστορικό της πρόσωπο. Δίχως το κάλυμμα του μύθου και του δόγματος όλες οι θρησκείες φαίνονται ίδιες. Ο δεισιδαίμων νους έχει πολλές φορεσιές, τις οποίες αλλάζει κάθε εποχή ανάλογα με την περίσταση.

Σε αυτό βοήθησαν και οι φιλόσοφοι. Χωρίς τη συμβολή ιδιαίτερα της ελληνικής ιδεαλιστικής φιλοσοφίας δεν ήταν δυνατόν η θρησκεία αυτή να απομακρυνθεί από τον ιουδαϊκό, σοβινιστικό χαρακτήρα της που τόσο ενοχλούσε τον ελληνορωμαϊκό κόσμο.
Τα ιουδαϊκά ήθη και έθιμα απομακρύνθηκαν γιατί η «νέα ιδέα» δεν είχε λόγο να θυμίζει τις εβραϊκές της καταβολές. Η ουσία του χριστιανισμού βρίσκεται στα πάθη του Χριστού που οι χριστιανοί βιώνουν το Πάσχα.
Ο Ιησούς Χριστός ήταν σύμβολο παγκόσμιας ακτινοβολίας πια. Ακόμη και σήμερα δεν τον
συγχέουν με την εβραϊκή του καταγωγή αλλά με το λυτρωτικό «πανανθρώπινο μήνυμα» που λέγεται πως φέρει.

Η γιορτή του Πάσχα διατηρήθηκε επειδή η ουσία του χριστιανισμού μεταλλάχτηκε με τα πάθη του Χριστού. Αλλά ακόμη και τότε δημιούργησε τέτοιες διαφωνίες ανάμεσα στις εκκλησίες που τις δίχασε για αρκετά χρόνια (βλέπε τεσσαρεσκαιδεκατίτες, ζητήματα και έριδες που προέκυψαν γύρω από τον εορτασμό του Πάσχα στο μνημειώδες έργο του Β. Στεφανίδη «Εκκλησιαστική ιστορία» σελ. 110-117).

Χαλκεύοντας την Ιστορία

Οι Ερμής, Ζωροάστρης, Ορφέας ή Μουσαίος, Αδωνης, Μωυσής ή Ιησούς -καλυμμένοι πίσω από τη διάδοση που συχνά τροφοδοτεί η λαϊκή παράδοση- παραμένουν πεισματικά θαμμένοι μέσα στον μύθο που τους περιβάλλει.
Οι πρώτοι «χριστιανοί» δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στον θρύλο του ιδρυτή τους κατασκεύασαν μια θρησκεία χαλκεύοντας σε μεγάλο βαθμό την ιστορία της ανθρωπότητας.
Οι παραχαράκτες της Ιστορίας διαστρέφοντας την αλήθεια κατάφεραν να μας πνίξουν στο ψέμα και στην απάτη.

Η μεταστροφή του μύθου σε πραγματικό γεγονός συνιστά απάτη. Οσο όμως θα υπάρχουν η άγνοια και η συσκότιση γύρω από τους μύθους που τροφοδότησαν τον μύθο του χριστιανισμού οι πιστοί θα συνεχίζουν να εξαπατώνται.
Ομως να ξέρουν ότι τα δάκρυα των παθών του Χριστού δεν είναι τα μοναδικά που τρέξανε από τα μάτια των πιστών νιώθοντας θλίψη και πόνο για τον θάνατο του θεού. Ούτε η χαρά της ανάστασης το μοναδικό λυτρωτικό μήνυμα των πιστών.

Τα Αδώνια ήταν η γιορτή που περιέκλειαν όχι μόνο τη θλίψη και τον θρήνο για τον θάνατο του Αδωνη αλλά και τη χαρά με την επιστροφή του, η οποία συμβόλιζε την επιστροφή της βλάστησης και της καρποφορίας.
Ο θρήνος των αδωνιαζουσών ήταν πένθιμο άσμα γυναικών που το έψαλλαν μπροστά στο ομοίωμα του Αδωνη κατά την πρώτη μέρα των γιορτασμών. Ο διάλογος ανάμεσα στη Γοργώ και την Πραξίνοα, τις δύο αδωνιάζουσες του 15ου ειδυλλίου του Θεόκριτου, δίνει ζωντανά και ανάγλυφα το κλίμα των γιορτασμών στην Αλεξάνδρεια του 3ου αιώνα πριν από τη χρονολόγησή μας (Θεόκριτος, «Συρακόσιαι ή αδωνιάζουσαι»).

Μια ολόκληρη εβδομάδα κρατούσαν οι εκδηλώσεις θλίψης που περιλάμβαναν αναπαράσταση του θείου δράματος με γυναίκες να θρηνούν γύρω από το ομοίωμα και τον τάφο του Αδωνη, τον οποίο στόλιζαν με λουλούδια (επιτάφιος).
Το ξύλινο ομοίωμά του Αδωνη πλενόταν και αρωματιζόταν με αιθέρια έλαια μυρτιάς και στη συνέχεια το τύλιγαν με μάλλινα σάβανα και το έθαβαν. Αργότερα όταν ο χώρος πλημμύριζε με φως ο ιερέας ανήγγειλε το χαρμόσυνο γεγονός της ανάστασης.
Ο κόσμος εκδήλωνε με χαρά τη μιμητική ανάσταση του θεού. Ετσι ανασταίνεται η φύση αλλά και η ψυχή του ανθρώπου ύστερα από τον θάνατό του.
Βλέπουμε λοιπόν ότι το δράμα της «ανθρώπινης ψυχής» και στον μύθο αυτό είναι απόλυτα πλατωνικό.

Η βιομηχανία της πλάνης δεν διέπρεψε μόνο σε θεωρητικό επίπεδο, όπως ήταν τα θαύματα και οι προφητείες, αλλά και σε απτό και χειροπιαστό επίπεδο, όπως ήταν τα «άγια σκηνώματα και λείψανα» που έπειθαν καλύτερα γιατί προκαλούσαν τη φαντασία, συντηρώντας την πίστη και διατρανώνοντας το γεγονός για το οποίο κατασκευάστηκαν.

Αγια λείψανα, παγίδες για αφελείς σε προσιτές τιμές

Το λείψανο επιβεβαιώνει τη δοξασία, γιατί γίνεται ζωντανή μαρτυρία, τεκμήριο και στοιχείο ακλόνητο για τον πιστό.
Η χριστιανική λειψανολατρία μπορεί να συνδέεται σαν συνήθεια με την ηρωολατρία των Ελλήνων, οι οποίοι θεωρούσαν τον τάφο του ήρωα πηγή ευτυχίας και ανέλπιστο θησαυρό για την πόλη που τον κατείχε.

Ομως η λατρεία αυτή στην αρχαία Ελλάδα ποτέ δεν έφτασε τα όρια του φαιδρού, του μακάβριου και της εμπορευματοποίησης, όρια που η χριστιανική εκκλησία ξεπέρασε. 
Μπορεί η Πυθία να χρησμοδότησε στους Αθηναίους να πάρουν τα κόκαλα του Θησέα, να τα τοποθετήσουν στο πιο τιμητικό μέρος της πόλης τους και να τα φυλάξουν με προσοχή, όμως ποτέ δεν τεμάχισαν τον νεκρό ήρωα σε φέτες και μικρές μερίδες πτώματος όπως έκαναν οι χριστιανοί στους τιμημένους τους μάρτυρες και αγίους. 

Η εμπορευματοποίηση των σκηνωμάτων των δήθεν αγίων με κάρες (κεφάλια), πόδια, χέρια, δάχτυλα, δόντια, τρίχες και άλλα μακάβρια υπολείμματα έκανε τον Θεοδόσιο τον «Μέγαν» να εκδώσει νόμο ενάντια στο εμπόριο των λειψάνων.
Για τους χριστιανούς τα λείψανα των «αγίων» ήταν «τιμιώτατα λίθων πολυτελών και δοκιμότερα υπέρ χρυσίου».

Μπορεί κανείς να αντιληφθεί τις διαστάσεις που πήρε το εμπόριο λειψάνων ανάμεσα στους απατεώνες της εποχής εκείνης και τη φαιδρότητα του προσκυνήματος για πράγματα ευτελή όπως οι πέτρες που ρίχτηκαν στον Αγιο Στέφανο ή οι αλυσίδες με τις οποίες τάχατες κάποτε είχαν δέσει τον Απόστολο Πέτρο.
Οπως γράφει χαριτωμένα και ο Κ. Ντέσνερ, «οι περισσότεροι σκελετοί, κόκαλα και κοκαλάκια έκαναν πιο έντονη, πιο διάσημη ζωή από ό,τι είχαν κάνει ποτέ όσο ζούσαν».
Μέχρι τα κόκαλα του γαϊδάρου του Βαλαάμ και των Βαΐων «βρήκαν» στο Μποβέ της Γαλλίας όπου είχαν τη γιορτή του γαϊδάρου προς ανάμνηση της υποτιθέμενης φυγής στην Αίγυπτο!

Για τη σύλληψη και τα πάθη του Ιησού οι απατεώνες κατασκευαστές λειψάνων δεν χρειάζονταν να επιστρατεύσουν υψηλά επίπεδα φαντασίας και ευρηματικότητας γιατί την εποχή που τα βατόμουρα ήταν φτηνά η αφέλεια περίσσευε και από τις δυο μεριές. Και από τη μεριά των απατεώνων και από εκείνη των αφελών.

Τραπεζομάντιλα, τραπεζομάχαιρα, ποτήρια και πινάκια του Μυστικού Δείπνου, αλυσίδες, χειροπέδες, μαστίγια και αγκαθωτά στεφάνια «βρέθηκαν».
Τίμια ξύλα και καρφιά, με τα οποία μπορεί κανείς να φτιάξει καράβια ολόκληρα, πουλήθηκαν αδρά, επιτρέποντας σε επιτήδειους απατεώνες να πλουτίσουν σε βάρος αφελών που πολλές φορές δεν είχαν να φάνε για να ζήσουν. 
Πέτρες, σφυριά, ακόντια, σφουγγάρια, χιτώνες, ζάρια, αίμα και δάκρυα είναι λίγα μόνο από τα εμπορεύματα του ψεύδους και της απάτης που οι επιτήδειοι λωποδύτες κατασκεύασαν για να εξαπατήσουν τους αφελείς.

Το πιο εντυπωσιακό ίσως «λείψανο» που διαθέτει η εκκλησία είναι το «σάβανο του Ιησού» γνωστό και ως «ιερή σινδόνη» - η δυτική εκκλησία το διαφημίζει ακόμη και από την τηλεόραση απαγορεύοντας όμως ρητά σε επιστήμονες να απλώσουν το χέρι τους πάνω του.
Υστερα από την παγκόσμια κατακραυγή το μικρό δείγμα που διέθεσαν για ραδιοχρονολόγηση (C14) απέδειξε περίτρανα την απάτη.
Πρόκειται για αντικείμενο κατασκευασμένο τον 13ο αιώνα!

Πράγματι, την πρώτη επίσημη αναφορά γι’ αυτό έχουμε το 1204. Επειτα από σιωπή εκατόν πενήντα χρόνων μαθαίνουμε ότι ένας Γάλλος ιππότης, ο Ζεφρί ντε Σαρνί, το πούλησε στον δούκα της Σαβοΐας.
Και τότε ξεκίνησαν τα πράγματα να περιπλέκονται ακόμη πιο πολύ καθώς ένας ηγέτης του δουκάτου εκείνου συνεργαζόταν με τον Λεονάρντο ντα Βίντσι (1452-1519), ο οποίος, ευρισκόμενος πάντα σε αντίθεση με την εκκλησία λόγω των καινοτόμων ιδεών του, σκέφτηκε να την παραπλανήσει βάζοντας στη σινδόνη -με μοναδικά πρωτοποριακό φωτογραφικό τρόπο- το δικό του πρόσωπο.

Η μέθοδος ραδιοχρονολόγησης έγινε σε ένα κομμάτι πανιού από την άκρη και όχι από σημείο όπου απεικονίζεται το πρόσωπο.
Η παπική εκκλησία δεν θα διακινδύνευε ποτέ να παραδώσει στην επιστήμη μέρος της σινδόνης «με αίμα» ώστε να μπορεί να υποβληθεί σε έλεγχο DNA. Τα αποτελέσματα θα αποδείκνυαν χρωμοσώματα X και Ψ καταργώντας κάθε υπόνοια για άμωμο σύλληψη και κατά συνέπεια για τη θεϊκή προέλευση του Χριστού.

Στις μέρες μας άλλη μια απάτη αποκαλύπτεται. Πρόκειται για την αφή του «αγίου φωτός».
Οι θεματοφύλακες της πίστης κάνουν λόγο για το μεγαλύτερο θαύμα της χριστιανοσύνης στην καρδιά του Πάσχα.
Αξιοθαύμαστα βιώνουμε το πείσμα των πιστών να δυσπιστούν στην απάτη του «θαύματος» ακόμη και την ώρα που ο ίδιος ο σκευοφύλακας του «Πανάγιου Τάφου» αποκαλύπτει ότι ο ίδιος το ανάβει με αναπτήρα ή σπίρτα και ο αρχιεπίσκοπος των Ιεροσολύμων διαβεβαιώνει τους πιστούς, οι οποίοι κρέμονται από το στόμα του, ότι το φως είναι φυσικό και το τελετουργικό απλώς θαυμαστό μυστήριο και όχι θαύμα. 

Οι πιστοί επιμένουν «μα αφού δεν καίει» την ίδια στιγμή που ο αρχιεπίσκοπος του «Πανάγιου Τάφου» κατηγορηματικά τους διαβεβαιώνει ότι «καίει και παρακαίει».
Δυστυχώς οι πιστοί δεν φαίνονται διατεθειμένοι να αποδεχτούν πως πρόκειται για κακότεχνη απάτη.
Προτιμούν το ψέμα, γιατί έτσι τους βολεύει, διαφορετικά γκρεμίζεται η πίστη τους. Οι πιστοί αυτοί δεν κατάλαβαν προτού πιστέψουν, αλλά από την αρχή πίστεψαν σε όσα επρόκειτο μετά να «καταλάβουν».

Ομως ούτε και οι κυβερνήσεις αισχύνονται, ακόμη και οι υποτιθέμενες αθεϊστικές, που χωρίς ντροπή ξοδεύουν εκατομμύρια στέλνοντας το προεδρικό αεροπλάνο να παραλάβει και να μεταφέρει την «ιερή φλόγα» που άναψαν επιτήδειοι με αναπτήρα. Γιατί; Γιατί πιστοί και ψηφοφόροι είναι συμμέτοχοι στην ανοησία και την αφέλεια.

Ελεος πια, αρκετά κράτησε η πλάκα αυτή. Ας ξεκινήσουμε να αποδομούμε τον χριστιανισμό αρχίζοντας από τις απάτες του.
Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger