{[['']]}
Στην εφημερίδα «Τα Νέα» της 8ης Ιουλίου, παρουσιάστηκε ένα άρθρο του Γιώργου Ρωμαίου με τίτλο «Πώς ο Εμφύλιος οδήγησε σε κυβέρνηση Δεξιάς και Κέντρου». Πηγή έμπνευσης για το συγγραφέα αποτέλεσε - όπως φαίνεται - ένα άρθρο του Γιάννη Πρετεντέρη στην ίδια εφημερίδα στις 25 Ιουνίου, όπου υπογράμμιζε τη σημασία της συγκυβέρνησης Φιλελευθέρων - Λαϊκού Κόμματος, το Σεπτέμβρη του 1947 για την επιτυχή έκβαση - για την αστική τάξη εννοείται - του ταξικού εμφυλίου 1946 - 1949.
Τα δύο συγκεκριμένα άρθρα αποδεικνύουν, για πολλοστή φορά, πως η μελέτη της Ιστορίας αφορά περισσότερο την παρούσα τοποθέτηση και τους μελλοντικούς σχεδιασμούς των μελετητών της, παρά τις ιστορικές τους αναζητήσεις. Σε αυτό το σημείο έγκειται, εξάλλου, η σημασία και η σπουδαιότητα της μελέτης της, όταν τηρούνται οι ιστορικές αναλογίες και κατανοούνται οι διαφοροποιήσεις των αντικειμενικών συνθηκών.
Φυσικά, η τοποθέτηση του ερευνητή αφορά πρωτίστως τη θέση που λαμβάνει στην ταξική πάλη και συνεπώς το ταξικό πρίσμα μέσω του οποίου επιλέγει να αποτιμά τα ιστορικά γεγονότα. Με αυτή την έννοια, στον καπιταλισμό, όπως και σε κάθε ταξικό οικονομικοκοινωνικό σχηματισμό, δεν μπορεί να υπάρξει μια αντικειμενική Ιστορία, διότι δεν είναι δυνατόν οι εκμεταλλευτές και οι εκμεταλλευόμενοι να εξάγουν αμοιβαίως επωφελή συμπεράσματα από τη μελέτη της Ιστορίας. Αντικειμενικά, η ήττα του ενός είναι η νίκη του άλλου!
Εν προκειμένω, ο Γιώργος Ρωμαίος εξετάζει το διάστημα της μεγαλύτερης αποσταθεροποίησης του αστικού πολιτικού συστήματος, δηλαδή την περίοδο 1946 - 1949 που σημαδεύτηκε από την ένοπλη αντιπαράθεση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) με το αστικό κράτος και με τον αγγλικό και αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Μιλώντας γι' αυτή την εποχή, από τη σκοπιά των συμφερόντων της αστικής τάξης, παρουσίασε λίγο ως πολύ την αδυναμία σταθεροποίησης του αστικού πολιτικού συστήματος ως το μεγαλύτερο κίνδυνο της εποχής. Γι' αυτό, στη συνέχεια προέβαλε τη συγκυβέρνηση Φιλελευθέρων - Λαϊκού Κόμματος (Κέντρου - Δεξιάς), που αποσκοπούσε να διασώσει το αστικό πολιτικό σύστημα υπό τις «ευλογίες» του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, ως θετικό παράδειγμα, από το οποίο θα πρέπει να διδαχθούν σήμερα οι αστικές πολιτικές δυνάμεις και να παραμερίσουν τις όποιες διαφορές τους.
Κατ' αυτόν τον τρόπο και υπογραμμίζοντας τις ιστορικές αναλογίες, στον επίλογο του άρθρου του αποπειράθηκε, αφ' ενός να επιχειρηματολογήσει υπέρ της αναγκαιότητας της συγκυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, αφ' ετέρου, στο όνομα των δεινών του Εμφυλίου Πολέμου, υπονόησε πως και ο λαϊκός παράγοντας οφείλει στο όνομα της εθνικής ενότητας να κρατήσει μια περισσότερο προσεκτική (βλέπε υποτακτική) στάση απέναντι στην αστική εξουσία, σε αντίθεση με την ιστορική παρακαταθήκη του ΔΣΕ. Ετσι, ένδυσε για μια ακόμα φορά την ταξική προδοσία των εκμεταλλευομένων με το μανδύα της εθνικής (βλέπε αστικής) ενότητας.
Το αστικό πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα μετά την Κατοχή βρέθηκε στην πιο βαθιά κρίση του, αφού είχε απολέσει τη νομιμοποιητική του γείωση στις μάζες των εκμεταλλευομένων. Η αρνητική αυτή κατάσταση είχε ξεκινήσει με τη διάλυση των αστικών πολιτικών κομμάτων απ' τη μεταξική δικτατορία, η οποία αν και προσέδωσε στον αστικό πολιτικό κόσμο τον απαιτούμενο -σε περίοδο προετοιμασίας πολέμου- συγκεντρωτισμό, τον απέκοψε παράλληλα από τις λαϊκές μάζες. Η πτώση της επιρροής των αστικών πολιτικών δυνάμεων συνεχίστηκε και κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια της Κατοχής, όταν μια μερίδα του αστικού πολιτικού κόσμου ακολούθησε τον αγγλικό ιμπεριαλισμό στην Αίγυπτο, ενώ ένα άλλο τμήμα του έμεινε για να συνεργαστεί με τους κατακτητές.
Την ίδια περίοδο το ΕΑΜ, με μπροστάρη το ΚΚΕ, μετατράπηκε σε στήριγμα του λαού. Επειτα από τα τρία χρόνια της κατοχής και με δεδομένη την πολύπτυχη δράση των οργανώσεων της ΕΑΜικής Αντίστασης (ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ, ΟΠΛΑ, Αλληλεγγύη κ.λπ.) ο ταξικός συσχετισμός δυνάμεων είχε τροποποιηθεί εμφανώς. Ετσι, δεν απέμενε άλλος δρόμος στον αστικό πολιτικό κόσμο από το αιματοκύλισμα του λαϊκού παράγοντα.
Ο ένοπλος λαός που είχε αντιμετωπίσει τους ναζί και τους ντόπιους συνεργάτες τους έπρεπε να συντριβεί στρατιωτικά και να αφοπλισθεί. Αυτό έγινε κατορθωτό έπειτα από το Δεκέμβρη του '44 και τη συμφωνία της Βάρκιζας. Βέβαια, οι ρίζες της ήττας του λαϊκού παράγοντα ήταν βαθύτερες και απέρρεαν από το γεγονός ότι το ΚΚΕ δεν είχε επεξεργαστεί στρατηγική για τη μετατροπή του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα σε πάλη για την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Συνέπειες αυτής της αδυναμίας και της πολιτικής «εθνικής ενότητας» που ακολούθησε ήταν οι -προηγηθείσες της Συμφωνίας της Βάρκιζας- Συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας και η υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο στρατηγείο της Μέσης Ανατολής. Πριν τη Βάρκιζα, λοιπόν, ο ΕΛΑΣ είχε υπαχθεί στη βρετανική διοίκηση και το ΕΑΜ όχι μόνο είχε αναγνωρίσει τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, αλλά είχε συμφωνήσει να συμμετάσχει μαζί τους σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας.
Με αυτόν τον τρόπο, δόθηκε η δυνατότητα στην αστική τάξη και στον αγγλικό ιμπεριαλισμό να παρέμβουν στο μεταπολεμικό σκηνικό και να πρωτοστατήσουν στην ανασυγκρότηση του αστικού κράτους που είχε αποσαθρωθεί εξαιτίας της Κατοχής. Ειδικότερα το πρώτο διάστημα, το βάρος έπεσε στην ανασυγκρότηση και τον εξοπλισμό των κατασταλτικών δυνάμεων, ώστε να καταστεί εφικτή η αντιπαράθεση με τον ένοπλο λαό. Εντός του συγκεκριμένου πλαισίου και με την εποπτεία του αγγλικού ιμπεριαλισμού γεφυρώθηκαν οι ενδοαστικές αντιθέσεις ανάμεσα σε συμμάχους των Γερμανών και σε συμμάχους των Αγγλων εν ονόματι του κινδύνου του κομμουνισμού. Οι ταγματασφαλίτες, αλλά και οι επίσημοι κατασταλτικοί θεσμοί (Αστυνομία, Χωροφυλακή) που συνεργάζονταν με τους Γερμανούς, αναβαπτίστηκαν στο όνομα του έθνους.
Ομως, ο αφοπλισμός δεν αρκούσε για την οριστική αντιστροφή του ταξικού συσχετισμού. Γι' αυτό ακολούθησε ένα όργιο τρομοκρατίας:
«Ο αιματηρός απολογισμός (ΣΤΓ: Σε βάρος του ΕΑΜ και του ΚΚΕ) στον ένα χρόνο που είχε περάσει από τη συμφωνία της Βάρκιζας ήταν: νεκροί 1.289, τραυματίες 6.671, βασανισθέντες 31.632, συλληφθέντες 84.931. Βιασμένες γυναίκες 165. Ληστείες 6.567. Επιδρομές σε τυπογραφεία 572. Καταδιωκόμενοι δημοκρατικοί πολίτες πάνω από 100.000. Μοναρχοφασιστικές συμμορίες 206».1
Αυτό ήταν το καθεστώς νομιμότητας που ο Γ. Ρωμαίος κατηγορεί το ΚΚΕ ότι επιχείρησε να ανατρέψει με τη βία! Οπως κάθε συνεπής απολογητής της αστικής τάξης βλέπει τη βία μονάχα στην προσπάθεια της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων να αποτινάξουν την ταξική τους εκμετάλλευση και όχι στη μόνιμη κατάσταση της εξαθλίωσής τους, η οποία επιβάλλεται από την κυρίαρχη αστική τάξη όχι μόνο σε εμπόλεμες περιόδους, αλλά και σε καιρό ειρήνης, με όλα τα μέσα.
Πολύ περισσότερο, κλίμα τρομοκρατίας επικρατούσε και ανήμερα των εκλογών του 1946, αλλά αποσιωπάται εντέχνως από τον Ρωμαίο που δεν έκανε αναφορά στις συνθήκες διεξαγωγής τους, αλλά προτίμησε να αφήσει τον τότε αρθρογράφο της αντικομμουνιστικής εφημερίδας «Εμπρός» να μας περιγράψει την εκλογική διαδικασία.
Η ανάγκη θωράκισης της αστικής εξουσίας, αλλά και η δράση του ΔΣΕ έκαναν απαραίτητη την απρόσκοπτη λειτουργία του αστικού κοινοβουλευτισμού και τη γρήγορη συγκόλληση των διαφορετικών μερίδων της αστικής τάξης και σε πολιτικό επίπεδο. Η ύπαρξη κυβέρνησης και η λειτουργία του κοινοβουλίου δημιουργούσαν το υπόστρωμα της τυπικής νομιμοποίησης του αστικού καθεστώτος και της παρουσίασης της δράσης του ΔΣΕ ως αντιδημοκρατικής. Ετσι και αλλιώς μια τέτοια τοποθέτηση ήταν συμβατή με την παγκόσμια αντικομμουνιστική προπαγάνδα του καπιταλιστικού κόσμου, στο πλαίσιο της οποίας αυτοπαρουσιαζόταν ως «ελεύθερος κόσμος» και αποκαλούσε την ΕΣΣΔ «σιδηρούν παραπέτασμα».
Ας δούμε, όμως, ποιες πολιτικές δυνάμεις συγκρότησαν την αστικοδημοκρατική νομιμότητα. Οπως μαρτυρά ο νεοεκλεγείς τότε βουλευτής Μητσοτάκης και καταγράφεται στο άρθρο:
«Η Βουλή εκείνη, αν και μονόπλευρη εμπεριείχε στο εσωτερικό της πολλές και διαφορετικές τάσεις. Από υποστηρικτές των Ταγμάτων Ασφαλείας και της δικτατορίας Μεταξά μέχρι του Κρητικούς Φιλελεύθερους, εμάς...».
Δηλαδή, όλος ο «καλός ελεύθερος κόσμος»...!
Τα λόγια του Μητσοτάκη φανερώνουν ότι οι αστικές πολιτικές δυνάμεις εμπεριείχαν ακόμα και τους συνεργάτες των ναζί και αυτό ήταν απόλυτα αποδεκτό στο βαθμό που έπρεπε να αντιμετωπιστεί το ΚΚΕ και να προστατευθεί η αστική εξουσία. Επίσης, μέσα από το παραπάνω απόσπασμα δηλώνεται ευθέως γιατί και σήμερα είναι κροκοδείλια τα δάκρυα των αστικών πολιτικών δυνάμεων για τους σημερινούς φασίστες της Χρυσής Αυγής. Δε θα διστάσουν και πάλι να τους χρησιμοποιήσουν σε κάθε βρωμιά, αν πρέπει να αντιμετωπίσουν το εργατικό - κομμουνιστικό κίνημα.
Ποιο ήταν όμως το «θεάρεστο» έργο αυτών των αστικών συγκυβερνήσεων που θέλησε να προβάλει ο Ρωμαίος και τις αξιοποιεί και ως πρότυπο για τις αστικές πολιτικές δυνάμεις; Ηταν οι κυβερνήσεις του Γ΄ Ψηφίσματος και του αντικομμουνιστικού νόμου 509 του 1947. Με βάση αυτό το αντιδραστικό νομικό πλαίσιο που θωράκισε την αστική εξουσία μέχρι και τον Οκτώβρη του 1949 είχαν εκτελεστεί 3.033 (δεν υπολογίζονται όσοι δολοφονήθηκαν χωρίς δίκη από τις κρατικές κατασταλτικές δυνάμεις και τους παρακρατικούς) και από έκτακτα στρατοδικεία είχαν περάσει 49.650 την περίοδο 1946 - 1951, ενώ μετά το πέρας του Εμφυλίου 40.000 βρισκόντουσαν σε φυλακές και εξορίες.2
Μάλιστα, ο ίδιος ο Ρωμαίος παραθέτει τις εκτιμήσεις του εκπρόσωπου της αμερικανικής κυβέρνησης στην Ελλάδα, δικηγόρου Πολ Πόρτερ, που γράφοντας πιο απελευθερωμένα σε περιοδικό του εξωτερικού ήταν ιδιαίτερα κυνικός αναφορικά με την ταξική φύση των κυβερνήσεων της εποχής:
«Η κυβέρνηση δεν έχει καμιά άλλη πολιτική πρακτική από το να ζητά συνέχεια ξένη βοήθεια για να διατηρεί την εξουσία της και να διασώζει συνέχεια τα προνόμια μιας μικρής κλίκας εμπόρων και τραπεζιτών, οι οποίοι αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα. Η κλίκα αυτή είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί με κάθε μέσο τα οικονομικά της συμφέροντα και δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το τι μπορεί να στοιχίσει αυτό στην οικονομία της χώρας».
Η αστική τάξη, αφού εξασφάλισε την εξουσία και κατά προέκταση τα συμφέροντά της ήταν αναμενόμενο ότι θα επέβαλε και την ιδεολογία της ως κυρίαρχη, παρουσιάζοντας τα δικά της συμφέροντα ως συμφέροντα ολόκληρου του έθνους. Ετσι, η κυρίαρχη ιστοριογραφία κατέγραψε τη διάσωση της αστικής εξουσίας και κατά προέκταση του αστικού πολιτικού κόσμου ως διάσωση της χώρας και ο Ρωμαίος αποδείχτηκε καλός αντιγραφέας.
Κάνοντας μάλιστα ένα ακόμα βήμα, θεώρησε τις διώξεις και τις εκτελέσεις του αστικού μετεμφυλιακού καθεστώτος ως το αποτέλεσμα της πολιτικής του Ζαχαριάδη και του συνθήματος «το όπλο παρά πόδα». Ετσι, με κυνισμό απέδωσε τις ευθύνες των διώξεων στους διωκόμενους. Πολύ περισσότερο φανέρωσε τη διαχρονική αστική θέληση για ένα ΚΚΕ ακίνδυνο, το οποίο, εγκλωβισμένο στα όρια της αστικής νομιμότητας, θα κουβαλάει νερό στο μύλο της αναπαραγωγής της αστικής πολιτικής διαχείρισης. Μέσω αυτής της οδού, έκλεισε το μάτι και στον ΣΥΡΙΖΑ για την ανάγκη της «αριστεράς» που θα θωρακίζει τη σταθερότητα του αστικού πολιτικού καθεστώτος.
Από τα ίδια ιστορικά γεγονότα, εκτιμούμε ότι η εργατική τάξη πρέπει να εξάγει αντίθετης ταξικής κατεύθυνσης ιστορικά συμπεράσματα. Πιο συγκεκριμένα, μελετώντας τα ιστορικά δεδομένα της εποχής αποδεικνύεται ότι:
1. Στις μέρες μας, σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει μια αντίστοιχη αποσταθεροποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος. Σήμερα, η αστική τάξη έχει χάσει τη δυνατότητα της σταθερής εναλλαγής μονοκομματικών κυβερνήσεων ΝΔ - ΠΑΣΟΚ. Επομένως, αναζητά λύση συνεργασίας για την αστική διαχείριση και πρόληψη ριζοσπαστικοποίησης του εργατικού κινήματος, γενικότερα του λαϊκού. Η αναδιάρθρωση του αστικού πολιτικού συστήματος και η αποδυνάμωση των δύο πόλων που επικρατούσαν από την πτώση της χούντας δε θα επιφέρει κινδύνους για την καπιταλιστική εξουσία, στο βαθμό που θα εγκλωβίζει την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα σε νέους πολιτικούς σχηματισμούς που δεν την αμφισβητούν (είτε αυτό ονομάζεται ΣΥΡΙΖΑ είτε αλλιώς). Αυτό αποδείχτηκε περίτρανα και στις δύο προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
2. Από την άλλη πλευρά, ούτε ο λαϊκός παράγοντας είναι σε παρόμοια κατάσταση με αυτήν του 1946. Στην πλειοψηφία τους οι εκμεταλλευόμενοι σήμερα όχι μόνο δεν έχουν εμπειρία ένοπλης αντίστασης σε ξένο κατακτητή και ρήξης με την αστική εξουσία, αλλά δε μετέχουν καν σε συνδικάτα και μαζικές οργανώσεις. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις δεν έχουν συμμετάσχει ποτέ σε οικονομικό αγώνα εναντίον της εργοδοσίας τους. (Φυσικά, αυτή η κατάσταση δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως παγιωμένη, αλλά ως δυνάμει μετατρεπόμενη μέσω και της δράσης του ΚΚΕ).
3. Σε ακριβώς αυτήν την ανασύνταξη του κινήματος της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, στην οργάνωση του λαϊκού παράγοντα σε όλα τα μέτωπα οφείλει να προσβλέπει ο λαός και όχι στις μηχανορραφίες, στις σύμπνοιες και τις διαμάχες των αστικών πολιτικών κομμάτων. Το δείχνουν τα ιστορικά γεγονότα, μόνο τότε τον λογαριάζουν στα σοβαρά οι ταξικοί του αντίπαλοι. Προϋπόθεση της ανασύνταξης είναι ακριβώς το γκρέμισμα κάθε γέφυρας με τον αστικό πολιτικό κόσμο και ο προσανατολισμός της πάλης για να συγκροτηθεί η αντιμονοπωλιακή αντικαπιταλιστική συμμαχία, η οποία, στο έδαφος του αγώνα για την αναχαίτιση και την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής θα κατευθύνεται προς την εργατική εξουσία.
4. Η δημοκρατία που ευαγγελίζονται οι αστοί πολιτικοί στηρίζεται στην εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, στα πτώματα των πρωτοπόρων αγωνιστών της και στα στρατοδικεία. Η εθνική τους ενότητα συνιστά την εθελούσια υποταγή του λαϊκού παράγοντα στις αξιώσεις τους, δηλαδή στην εκπλήρωση των ταξικών τους συμφερόντων. Στα συγκεκριμένα όρια, όχι μόνο αποδέχονται, αλλά και πριμοδοτούν φωνές που ασκούν επιφανειακή κριτική. Την πολιτική δράση εκτός αυτών των ορίων την τσακίζουν.
5. Παρά τις διαμάχες των αστικών πολιτικών κομμάτων που καθρεφτίζουν τις διαμάχες των διαφορετικών μερίδων της αστικής τάξης ή ακόμα και την πρόταξη διαφορετικών διεθνών συμμαχιών, απέναντι στο λαό έχουν ενιαία κατεύθυνση και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να τα βρουν μεταξύ τους για να το χτυπήσουν και να διασώσουν την εξουσία τους. Τμήμα των αστικών πολιτικών δυνάμεων και του πολιτικού συστήματος είναι και οι φασίστες που αξιοποιούνται και χρησιμοποιούνται όταν το απαιτούν οι περιστάσεις.
Παραπομπές:
1. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ - Α΄ Τόμος (σ. 544), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2005.
2. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ - Β΄ Τόμος (1949 - 1968) (σ. 175), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2011.
Κώστας ΣΚΟΛΑΡΙΚΟΣ
Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ - ¨Ριζοσπάστης" 14.7.2913
Τα δύο συγκεκριμένα άρθρα αποδεικνύουν, για πολλοστή φορά, πως η μελέτη της Ιστορίας αφορά περισσότερο την παρούσα τοποθέτηση και τους μελλοντικούς σχεδιασμούς των μελετητών της, παρά τις ιστορικές τους αναζητήσεις. Σε αυτό το σημείο έγκειται, εξάλλου, η σημασία και η σπουδαιότητα της μελέτης της, όταν τηρούνται οι ιστορικές αναλογίες και κατανοούνται οι διαφοροποιήσεις των αντικειμενικών συνθηκών.
Φυσικά, η τοποθέτηση του ερευνητή αφορά πρωτίστως τη θέση που λαμβάνει στην ταξική πάλη και συνεπώς το ταξικό πρίσμα μέσω του οποίου επιλέγει να αποτιμά τα ιστορικά γεγονότα. Με αυτή την έννοια, στον καπιταλισμό, όπως και σε κάθε ταξικό οικονομικοκοινωνικό σχηματισμό, δεν μπορεί να υπάρξει μια αντικειμενική Ιστορία, διότι δεν είναι δυνατόν οι εκμεταλλευτές και οι εκμεταλλευόμενοι να εξάγουν αμοιβαίως επωφελή συμπεράσματα από τη μελέτη της Ιστορίας. Αντικειμενικά, η ήττα του ενός είναι η νίκη του άλλου!
Εν προκειμένω, ο Γιώργος Ρωμαίος εξετάζει το διάστημα της μεγαλύτερης αποσταθεροποίησης του αστικού πολιτικού συστήματος, δηλαδή την περίοδο 1946 - 1949 που σημαδεύτηκε από την ένοπλη αντιπαράθεση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) με το αστικό κράτος και με τον αγγλικό και αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Μιλώντας γι' αυτή την εποχή, από τη σκοπιά των συμφερόντων της αστικής τάξης, παρουσίασε λίγο ως πολύ την αδυναμία σταθεροποίησης του αστικού πολιτικού συστήματος ως το μεγαλύτερο κίνδυνο της εποχής. Γι' αυτό, στη συνέχεια προέβαλε τη συγκυβέρνηση Φιλελευθέρων - Λαϊκού Κόμματος (Κέντρου - Δεξιάς), που αποσκοπούσε να διασώσει το αστικό πολιτικό σύστημα υπό τις «ευλογίες» του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, ως θετικό παράδειγμα, από το οποίο θα πρέπει να διδαχθούν σήμερα οι αστικές πολιτικές δυνάμεις και να παραμερίσουν τις όποιες διαφορές τους.
Κατ' αυτόν τον τρόπο και υπογραμμίζοντας τις ιστορικές αναλογίες, στον επίλογο του άρθρου του αποπειράθηκε, αφ' ενός να επιχειρηματολογήσει υπέρ της αναγκαιότητας της συγκυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, αφ' ετέρου, στο όνομα των δεινών του Εμφυλίου Πολέμου, υπονόησε πως και ο λαϊκός παράγοντας οφείλει στο όνομα της εθνικής ενότητας να κρατήσει μια περισσότερο προσεκτική (βλέπε υποτακτική) στάση απέναντι στην αστική εξουσία, σε αντίθεση με την ιστορική παρακαταθήκη του ΔΣΕ. Ετσι, ένδυσε για μια ακόμα φορά την ταξική προδοσία των εκμεταλλευομένων με το μανδύα της εθνικής (βλέπε αστικής) ενότητας.
Οι συνθήκες του ιστορικού παραδείγματος
Το αστικό πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα μετά την Κατοχή βρέθηκε στην πιο βαθιά κρίση του, αφού είχε απολέσει τη νομιμοποιητική του γείωση στις μάζες των εκμεταλλευομένων. Η αρνητική αυτή κατάσταση είχε ξεκινήσει με τη διάλυση των αστικών πολιτικών κομμάτων απ' τη μεταξική δικτατορία, η οποία αν και προσέδωσε στον αστικό πολιτικό κόσμο τον απαιτούμενο -σε περίοδο προετοιμασίας πολέμου- συγκεντρωτισμό, τον απέκοψε παράλληλα από τις λαϊκές μάζες. Η πτώση της επιρροής των αστικών πολιτικών δυνάμεων συνεχίστηκε και κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια της Κατοχής, όταν μια μερίδα του αστικού πολιτικού κόσμου ακολούθησε τον αγγλικό ιμπεριαλισμό στην Αίγυπτο, ενώ ένα άλλο τμήμα του έμεινε για να συνεργαστεί με τους κατακτητές.
Την ίδια περίοδο το ΕΑΜ, με μπροστάρη το ΚΚΕ, μετατράπηκε σε στήριγμα του λαού. Επειτα από τα τρία χρόνια της κατοχής και με δεδομένη την πολύπτυχη δράση των οργανώσεων της ΕΑΜικής Αντίστασης (ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ, ΟΠΛΑ, Αλληλεγγύη κ.λπ.) ο ταξικός συσχετισμός δυνάμεων είχε τροποποιηθεί εμφανώς. Ετσι, δεν απέμενε άλλος δρόμος στον αστικό πολιτικό κόσμο από το αιματοκύλισμα του λαϊκού παράγοντα.
Ο ένοπλος λαός που είχε αντιμετωπίσει τους ναζί και τους ντόπιους συνεργάτες τους έπρεπε να συντριβεί στρατιωτικά και να αφοπλισθεί. Αυτό έγινε κατορθωτό έπειτα από το Δεκέμβρη του '44 και τη συμφωνία της Βάρκιζας. Βέβαια, οι ρίζες της ήττας του λαϊκού παράγοντα ήταν βαθύτερες και απέρρεαν από το γεγονός ότι το ΚΚΕ δεν είχε επεξεργαστεί στρατηγική για τη μετατροπή του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα σε πάλη για την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Συνέπειες αυτής της αδυναμίας και της πολιτικής «εθνικής ενότητας» που ακολούθησε ήταν οι -προηγηθείσες της Συμφωνίας της Βάρκιζας- Συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας και η υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο στρατηγείο της Μέσης Ανατολής. Πριν τη Βάρκιζα, λοιπόν, ο ΕΛΑΣ είχε υπαχθεί στη βρετανική διοίκηση και το ΕΑΜ όχι μόνο είχε αναγνωρίσει τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, αλλά είχε συμφωνήσει να συμμετάσχει μαζί τους σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας.
Με αυτόν τον τρόπο, δόθηκε η δυνατότητα στην αστική τάξη και στον αγγλικό ιμπεριαλισμό να παρέμβουν στο μεταπολεμικό σκηνικό και να πρωτοστατήσουν στην ανασυγκρότηση του αστικού κράτους που είχε αποσαθρωθεί εξαιτίας της Κατοχής. Ειδικότερα το πρώτο διάστημα, το βάρος έπεσε στην ανασυγκρότηση και τον εξοπλισμό των κατασταλτικών δυνάμεων, ώστε να καταστεί εφικτή η αντιπαράθεση με τον ένοπλο λαό. Εντός του συγκεκριμένου πλαισίου και με την εποπτεία του αγγλικού ιμπεριαλισμού γεφυρώθηκαν οι ενδοαστικές αντιθέσεις ανάμεσα σε συμμάχους των Γερμανών και σε συμμάχους των Αγγλων εν ονόματι του κινδύνου του κομμουνισμού. Οι ταγματασφαλίτες, αλλά και οι επίσημοι κατασταλτικοί θεσμοί (Αστυνομία, Χωροφυλακή) που συνεργάζονταν με τους Γερμανούς, αναβαπτίστηκαν στο όνομα του έθνους.
Ομως, ο αφοπλισμός δεν αρκούσε για την οριστική αντιστροφή του ταξικού συσχετισμού. Γι' αυτό ακολούθησε ένα όργιο τρομοκρατίας:
«Ο αιματηρός απολογισμός (ΣΤΓ: Σε βάρος του ΕΑΜ και του ΚΚΕ) στον ένα χρόνο που είχε περάσει από τη συμφωνία της Βάρκιζας ήταν: νεκροί 1.289, τραυματίες 6.671, βασανισθέντες 31.632, συλληφθέντες 84.931. Βιασμένες γυναίκες 165. Ληστείες 6.567. Επιδρομές σε τυπογραφεία 572. Καταδιωκόμενοι δημοκρατικοί πολίτες πάνω από 100.000. Μοναρχοφασιστικές συμμορίες 206».1
Αυτό ήταν το καθεστώς νομιμότητας που ο Γ. Ρωμαίος κατηγορεί το ΚΚΕ ότι επιχείρησε να ανατρέψει με τη βία! Οπως κάθε συνεπής απολογητής της αστικής τάξης βλέπει τη βία μονάχα στην προσπάθεια της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων να αποτινάξουν την ταξική τους εκμετάλλευση και όχι στη μόνιμη κατάσταση της εξαθλίωσής τους, η οποία επιβάλλεται από την κυρίαρχη αστική τάξη όχι μόνο σε εμπόλεμες περιόδους, αλλά και σε καιρό ειρήνης, με όλα τα μέσα.
Πολύ περισσότερο, κλίμα τρομοκρατίας επικρατούσε και ανήμερα των εκλογών του 1946, αλλά αποσιωπάται εντέχνως από τον Ρωμαίο που δεν έκανε αναφορά στις συνθήκες διεξαγωγής τους, αλλά προτίμησε να αφήσει τον τότε αρθρογράφο της αντικομμουνιστικής εφημερίδας «Εμπρός» να μας περιγράψει την εκλογική διαδικασία.
Η ανάγκη ενότητας των αστικών πολιτικών δυνάμεων
Η ανάγκη θωράκισης της αστικής εξουσίας, αλλά και η δράση του ΔΣΕ έκαναν απαραίτητη την απρόσκοπτη λειτουργία του αστικού κοινοβουλευτισμού και τη γρήγορη συγκόλληση των διαφορετικών μερίδων της αστικής τάξης και σε πολιτικό επίπεδο. Η ύπαρξη κυβέρνησης και η λειτουργία του κοινοβουλίου δημιουργούσαν το υπόστρωμα της τυπικής νομιμοποίησης του αστικού καθεστώτος και της παρουσίασης της δράσης του ΔΣΕ ως αντιδημοκρατικής. Ετσι και αλλιώς μια τέτοια τοποθέτηση ήταν συμβατή με την παγκόσμια αντικομμουνιστική προπαγάνδα του καπιταλιστικού κόσμου, στο πλαίσιο της οποίας αυτοπαρουσιαζόταν ως «ελεύθερος κόσμος» και αποκαλούσε την ΕΣΣΔ «σιδηρούν παραπέτασμα».
Ας δούμε, όμως, ποιες πολιτικές δυνάμεις συγκρότησαν την αστικοδημοκρατική νομιμότητα. Οπως μαρτυρά ο νεοεκλεγείς τότε βουλευτής Μητσοτάκης και καταγράφεται στο άρθρο:
«Η Βουλή εκείνη, αν και μονόπλευρη εμπεριείχε στο εσωτερικό της πολλές και διαφορετικές τάσεις. Από υποστηρικτές των Ταγμάτων Ασφαλείας και της δικτατορίας Μεταξά μέχρι του Κρητικούς Φιλελεύθερους, εμάς...».
Δηλαδή, όλος ο «καλός ελεύθερος κόσμος»...!
Τα λόγια του Μητσοτάκη φανερώνουν ότι οι αστικές πολιτικές δυνάμεις εμπεριείχαν ακόμα και τους συνεργάτες των ναζί και αυτό ήταν απόλυτα αποδεκτό στο βαθμό που έπρεπε να αντιμετωπιστεί το ΚΚΕ και να προστατευθεί η αστική εξουσία. Επίσης, μέσα από το παραπάνω απόσπασμα δηλώνεται ευθέως γιατί και σήμερα είναι κροκοδείλια τα δάκρυα των αστικών πολιτικών δυνάμεων για τους σημερινούς φασίστες της Χρυσής Αυγής. Δε θα διστάσουν και πάλι να τους χρησιμοποιήσουν σε κάθε βρωμιά, αν πρέπει να αντιμετωπίσουν το εργατικό - κομμουνιστικό κίνημα.
Ποιο ήταν όμως το «θεάρεστο» έργο αυτών των αστικών συγκυβερνήσεων που θέλησε να προβάλει ο Ρωμαίος και τις αξιοποιεί και ως πρότυπο για τις αστικές πολιτικές δυνάμεις; Ηταν οι κυβερνήσεις του Γ΄ Ψηφίσματος και του αντικομμουνιστικού νόμου 509 του 1947. Με βάση αυτό το αντιδραστικό νομικό πλαίσιο που θωράκισε την αστική εξουσία μέχρι και τον Οκτώβρη του 1949 είχαν εκτελεστεί 3.033 (δεν υπολογίζονται όσοι δολοφονήθηκαν χωρίς δίκη από τις κρατικές κατασταλτικές δυνάμεις και τους παρακρατικούς) και από έκτακτα στρατοδικεία είχαν περάσει 49.650 την περίοδο 1946 - 1951, ενώ μετά το πέρας του Εμφυλίου 40.000 βρισκόντουσαν σε φυλακές και εξορίες.2
Μάλιστα, ο ίδιος ο Ρωμαίος παραθέτει τις εκτιμήσεις του εκπρόσωπου της αμερικανικής κυβέρνησης στην Ελλάδα, δικηγόρου Πολ Πόρτερ, που γράφοντας πιο απελευθερωμένα σε περιοδικό του εξωτερικού ήταν ιδιαίτερα κυνικός αναφορικά με την ταξική φύση των κυβερνήσεων της εποχής:
«Η κυβέρνηση δεν έχει καμιά άλλη πολιτική πρακτική από το να ζητά συνέχεια ξένη βοήθεια για να διατηρεί την εξουσία της και να διασώζει συνέχεια τα προνόμια μιας μικρής κλίκας εμπόρων και τραπεζιτών, οι οποίοι αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα. Η κλίκα αυτή είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί με κάθε μέσο τα οικονομικά της συμφέροντα και δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το τι μπορεί να στοιχίσει αυτό στην οικονομία της χώρας».
Η αστική τάξη, αφού εξασφάλισε την εξουσία και κατά προέκταση τα συμφέροντά της ήταν αναμενόμενο ότι θα επέβαλε και την ιδεολογία της ως κυρίαρχη, παρουσιάζοντας τα δικά της συμφέροντα ως συμφέροντα ολόκληρου του έθνους. Ετσι, η κυρίαρχη ιστοριογραφία κατέγραψε τη διάσωση της αστικής εξουσίας και κατά προέκταση του αστικού πολιτικού κόσμου ως διάσωση της χώρας και ο Ρωμαίος αποδείχτηκε καλός αντιγραφέας.
Κάνοντας μάλιστα ένα ακόμα βήμα, θεώρησε τις διώξεις και τις εκτελέσεις του αστικού μετεμφυλιακού καθεστώτος ως το αποτέλεσμα της πολιτικής του Ζαχαριάδη και του συνθήματος «το όπλο παρά πόδα». Ετσι, με κυνισμό απέδωσε τις ευθύνες των διώξεων στους διωκόμενους. Πολύ περισσότερο φανέρωσε τη διαχρονική αστική θέληση για ένα ΚΚΕ ακίνδυνο, το οποίο, εγκλωβισμένο στα όρια της αστικής νομιμότητας, θα κουβαλάει νερό στο μύλο της αναπαραγωγής της αστικής πολιτικής διαχείρισης. Μέσω αυτής της οδού, έκλεισε το μάτι και στον ΣΥΡΙΖΑ για την ανάγκη της «αριστεράς» που θα θωρακίζει τη σταθερότητα του αστικού πολιτικού καθεστώτος.
Τα αντίπαλα ταξικά ιστορικά συμπεράσματα
Από τα ίδια ιστορικά γεγονότα, εκτιμούμε ότι η εργατική τάξη πρέπει να εξάγει αντίθετης ταξικής κατεύθυνσης ιστορικά συμπεράσματα. Πιο συγκεκριμένα, μελετώντας τα ιστορικά δεδομένα της εποχής αποδεικνύεται ότι:
1. Στις μέρες μας, σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει μια αντίστοιχη αποσταθεροποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος. Σήμερα, η αστική τάξη έχει χάσει τη δυνατότητα της σταθερής εναλλαγής μονοκομματικών κυβερνήσεων ΝΔ - ΠΑΣΟΚ. Επομένως, αναζητά λύση συνεργασίας για την αστική διαχείριση και πρόληψη ριζοσπαστικοποίησης του εργατικού κινήματος, γενικότερα του λαϊκού. Η αναδιάρθρωση του αστικού πολιτικού συστήματος και η αποδυνάμωση των δύο πόλων που επικρατούσαν από την πτώση της χούντας δε θα επιφέρει κινδύνους για την καπιταλιστική εξουσία, στο βαθμό που θα εγκλωβίζει την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα σε νέους πολιτικούς σχηματισμούς που δεν την αμφισβητούν (είτε αυτό ονομάζεται ΣΥΡΙΖΑ είτε αλλιώς). Αυτό αποδείχτηκε περίτρανα και στις δύο προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
2. Από την άλλη πλευρά, ούτε ο λαϊκός παράγοντας είναι σε παρόμοια κατάσταση με αυτήν του 1946. Στην πλειοψηφία τους οι εκμεταλλευόμενοι σήμερα όχι μόνο δεν έχουν εμπειρία ένοπλης αντίστασης σε ξένο κατακτητή και ρήξης με την αστική εξουσία, αλλά δε μετέχουν καν σε συνδικάτα και μαζικές οργανώσεις. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις δεν έχουν συμμετάσχει ποτέ σε οικονομικό αγώνα εναντίον της εργοδοσίας τους. (Φυσικά, αυτή η κατάσταση δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως παγιωμένη, αλλά ως δυνάμει μετατρεπόμενη μέσω και της δράσης του ΚΚΕ).
3. Σε ακριβώς αυτήν την ανασύνταξη του κινήματος της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, στην οργάνωση του λαϊκού παράγοντα σε όλα τα μέτωπα οφείλει να προσβλέπει ο λαός και όχι στις μηχανορραφίες, στις σύμπνοιες και τις διαμάχες των αστικών πολιτικών κομμάτων. Το δείχνουν τα ιστορικά γεγονότα, μόνο τότε τον λογαριάζουν στα σοβαρά οι ταξικοί του αντίπαλοι. Προϋπόθεση της ανασύνταξης είναι ακριβώς το γκρέμισμα κάθε γέφυρας με τον αστικό πολιτικό κόσμο και ο προσανατολισμός της πάλης για να συγκροτηθεί η αντιμονοπωλιακή αντικαπιταλιστική συμμαχία, η οποία, στο έδαφος του αγώνα για την αναχαίτιση και την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής θα κατευθύνεται προς την εργατική εξουσία.
4. Η δημοκρατία που ευαγγελίζονται οι αστοί πολιτικοί στηρίζεται στην εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, στα πτώματα των πρωτοπόρων αγωνιστών της και στα στρατοδικεία. Η εθνική τους ενότητα συνιστά την εθελούσια υποταγή του λαϊκού παράγοντα στις αξιώσεις τους, δηλαδή στην εκπλήρωση των ταξικών τους συμφερόντων. Στα συγκεκριμένα όρια, όχι μόνο αποδέχονται, αλλά και πριμοδοτούν φωνές που ασκούν επιφανειακή κριτική. Την πολιτική δράση εκτός αυτών των ορίων την τσακίζουν.
5. Παρά τις διαμάχες των αστικών πολιτικών κομμάτων που καθρεφτίζουν τις διαμάχες των διαφορετικών μερίδων της αστικής τάξης ή ακόμα και την πρόταξη διαφορετικών διεθνών συμμαχιών, απέναντι στο λαό έχουν ενιαία κατεύθυνση και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να τα βρουν μεταξύ τους για να το χτυπήσουν και να διασώσουν την εξουσία τους. Τμήμα των αστικών πολιτικών δυνάμεων και του πολιτικού συστήματος είναι και οι φασίστες που αξιοποιούνται και χρησιμοποιούνται όταν το απαιτούν οι περιστάσεις.
Παραπομπές:
1. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ - Α΄ Τόμος (σ. 544), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2005.
2. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ - Β΄ Τόμος (1949 - 1968) (σ. 175), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2011.
Κώστας ΣΚΟΛΑΡΙΚΟΣ
Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ - ¨Ριζοσπάστης" 14.7.2913
Δημοσίευση σχολίου