{[['']]}
Ο Πρόλογος του 1891 στο βιβλίο του Μαρξ «Ο Εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία»
Στον πρόλογο που κάνει στην τρίτη έκδοση του Εμφυλίου Πολέμου στη Γαλλία (ο πρόλογος χρονολογείται από τις 18 Μαρτίου 1891, και δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στη Neue Zeit), ο Ένγκελς μαζί με άλλα ενδιαφέροντα ζητήματα σχετικώς με το Κράτος, μας δίνει μια θαυμαστή περίληψη των διδαγμάτων της Κομμούνας. Η περίληψη αυτή επιβεβαιωμένη από όλη την πείρα της περιόδου των είκοσι χρονών που χωρίζουν τον συγγραφέα από την Κομμούνα και στρεφόμενη κυρίως εναντίον της «προληπτικής πίστεως προς το Κράτος» που ήταν τόσο απλωμένη στη Γερμανία, μπορεί πολύ σωστά να ονομασθεί η τελευταία λέξη του Μαρξισμού για το ζήτημα που εξετάζουμε.
Στη Γαλλία, παρατηρεί ο Ένγκελς, οι εργάτες οπλίζονταν ύστερα από κάθε επανάσταση. «Συνεπώς το πρώτο έργο τον κάθε αστού που ήταν επικεφαλής του Κράτους ήταν ο αφοπλισμός των εργατών. Έτσι ύστερα από κάθε επανάσταση που κέρδιζαν οι εργάτες μια νέα πάλη προέκυπτε που τελείωνε κάθε φορά με την ήττα τους...»
Συνοψίζεται εδώ η πείρα των αστικών επαναστάσεων, με τρόπο τόσο σύντομο όσο και εκφραστικό. Η ουσία όλου του ζητήματος- καθώς και του ζητήματος του Κράτους-δηλαδή αν έχει όπλα η καταπιεζόμενη τάξη, εκτίθεται εδώ με θαυμάσιο τρόπο. Αυτό ακριβώς είναι το ουσιώδες σημείο που τις πιο πολλές φορές αγνοούν και οι καθηγητές που βρίσκονται κάτω από την επιρροή της καπιταλιστικής ιδεολογίας και οι δημοκράτες της μικροαστικής τάξης. Στη Ρωσική Επανάσταση του 1917, η τιμή ότι πρόδωσε το μυστικό των αστικών επαναστάσεων ανήκει στον «Μενσεβίκο» και αυτοκαλούμενο «Μαρξιστή» Τσερετέλι:. Στον «ιστορικό του λόγο της 9ης (22ας) Ιουνίου ο Τσερετέλλι ανακοίνωσε την απόφαση της πλουτοκρατίας να αφοπλίσει τους εργάτες της Πετρούπολης παρουσιάζοντας εννοείται την απόφαση αυτή ως δική του και ως ζωτική ανάγκη του Κράτους.
Ο ιστορικός λόγος του Τσερετέλλι στις 9 (22) Ιουνίου θα είναι για κάθε ιστορικό της Επανάστασης του 1917 μία από τις φανερότερες αποδείξεις ότι ο συνασπισμός των σοσιαλεπαναστατών και των μενσεβίκων υπό την αρχηγία τον κ. Τσερετέλλι, ετάχθη με το μέρος της καπιταλιστικής τάξης, εναντίον του επαναστατικού προλεταριάτου.
Μια άλλη παρατήρηση του Ένγκελς, σχετικά με το ζήτημα του Κράτους, αναφέρεται στη θρησκεία. Είναι γνωστό ότι ή Γερμανική Σοσιαλδημοκρατία, ανάλογα με τον βαθμό της κατάπτωσης της και της οπορτουνιστικής κατευθύνσεώς της, έπεφτε ολοένα περισσότερο στην υποκριτική παρερμηνεία της περίφημης αρχής ότι «η θρησκεία είναι ιδιωτική υπόθεση. Δηλαδή η αρχή αυτή καταντούσε να σημαίνει ότι ακόμη και για το Κόμμα του επαναστατικού προλεταριάτου το ζήτημα της θρησκείας ήταν ιδιωτική υπόθεση. Και ακριβώς αυτή την τελεία προδοσία του επαναστατικού προγράμματος του προλεταριάτου, καταπολέμησε ο Ένγκελς. Στα 1891 είδε μόνο τις πρώτες αρχές τού οπορτουνισμού μέσα στο κόμμα του και γι αυτό εκφράζεται στο ζήτημα τούτο με προφύλαξη.
«Με το γεγονός ότι στην Κομμούνα είχαν θέση, σχεδόν αποκλειστικά, μόνο εργάτες ή αναγνωρισμένοι αντιπρόσωποι των εργατών, οι αποφάσεις της διακρίνονταν από τον τελείως προλεταριακό τους χαρακτήρα. Οι αποφάσεις αυτές ή καθιέρωναν μεταρρυθμίσεις που η δημοκρατική πλουτοκρατία είχε αποκρούσει μόνο από ταπεινή δειλία, άλλα που αποτελούσαν το αναγκαίο θεμέλιο για την ελεύθερη δράση της εργατικής τάξης. Τέτοια, παραδείγματος χάρη, ήταν η παραδοχή της αρχής ότι σε σχέση με το Κράτος η θρησκεία είναι απλώς ιδιωτική υπόθεση. Ή η Κομμούνα έθετε σε εφαρμογή διατάγματα απευθείας για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και, έτσι άνοιγε βέβαια βαθιές πληγές στο παλιό κοινωνικό σώμα».
Ο Ένγκελς τονίζει ιδιαίτερα τις λέξεις «σε σχέση με το Κράτος», δίνοντας έτσι όχι απλώς έναν υπαινιγμό, αλλά ένα φανερό χτύπημα στον γερμανικό οπορτουνισμό που είχε διακηρύξει ότι η θρησκεία είναι ιδιωτική υπόθεση σε σχέση με το κόμμα, ταπεινώνοντας έτσι το κόμμα του επαναστατικού προλεταριάτου στο, επίπεδο των πιο επιπόλαιων μικροαστών οπαδών της «ελεύθερης σκέψης» που είναι πρόθυμοι να δεχτούν ένα μη - θρησκευτικό Κράτος, αλλά αρνούνται κάθε αγώνα του κόμματος εναντίον του θρησκευτικού δηλητηρίου που ναρκώνει τον λαό.
Ο ιστορικός του μέλλοντος που θα ερευνήσει τις ριζικές αιτίες της αισχρής χρεοκοπίας της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας στα 1914, θα βρει πολλά ενδιαφέροντα στο σημείο αυτό, αρχίζοντας από τα άρθρα του πνευματικού αρχηγού του Κόμματος, του Κάουτσκυ, που ανοίγουν την πόρτα πλατειά στον οπορτουνισμό και τελειώνοντας στην στάση τον Κόμματος απέναντι τον Lοs-νοn-Κirche-Bewengung (το κίνημα για την εκτόπιση της Εκκλησίας) στα 1913.
Ας δούμε όμως πώς, είκοσι χρόνια ύστερα από την Κομμούνα, ο Ένγκελς συνοψίζει τα διδάγματά της προς το αγωνιζόμενο προλεταριάτο.
Αυτά είναι τα διδάγματα στα οποία ο Ένγκελς δίνει θεμελιώδη σημασία.
«Ακριβώς αυτή η καταπιεστική δύναμη της παλιάς συγκεντρωτικής Κυβέρνησης, ο στρατός, η πολιτική αστυνομία, η γραφειοκρατία που ο Ναπολέων δημιούργησε στα 1798, και που από τότε, κάθε νέα Κυβέρνηση χρησιμοποίησε ως απαραίτητο όπλο εναντίον των αντίπαλων της- ακριβώς αυτή η δύναμη θα έπεφτε σε όλη τη Γαλλία όπως έπεσε στο Παρίσι.
Η Κομμούνα ήταν υποχρεωμένη να αναγνωρίσει αμέσως ότι η εργατική τάξη, αφού κατέλαβε την εξουσία δεν μπορούσε να εξακολουθήσει τις κυβερνητικές λειτουργίες με τον παλιό μηχανισμό ότι για να μη χάσει πάλι την νεοαποκτημένη κυριαρχία της, η εργατική τάξη έπρεπε, απ’ το ένα μέρος να σαρώσει ολόκληρη την παλιά καταπιεστική μηχανή που έως τότε είχε χρησιμοποιηθεί εναντίον της, και από το άλλο μέρος να εξασφαλισθεί απέναντι των δικών της αντιπρόσωπων και υπαλλήλων, καθιερώνοντας την αρχή ότι όλοι, χωρίς εξαίρεση, μπορούν σε κάθε στιγμή να ανακληθούν».
Ο Ένγκελς τονίζει άλλη μια φορά ότι όχι μόνο σε μία Μοναρχία, αλλά και σε μια δημοκρατική πολιτεία, το Κράτος μένει Κράτος, δηλαδή διατηρεί το θεμελιώδες και χαρακτηριστικό στοιχείο του, που είναι η μεταμόρφωση των αρχόντων –«των υπηρετών της κοινωνίας»-και των οργάνων του σε κυβερνήτες της κοινωνίας.
«Εναντίον της μοιραίας αυτής μεταμόρφωσης όλων των κυβερνητικών συστημάτων που είχαν υπάρξει έως τότε, δηλαδή της μεταμορφώσης του Κράτους και των οργάνων του από υπηρέτες σε κυβερνήτες της κοινωνίας, η κομμούνα χρησιμοποίησε δύο αποτελεσματικά μέσα. Πρώτον διόριζε σε όλες τις θέσεις, διοικητικές, δικαστικές, και εκπαιδευτικές πρόσωπα εκλεγόμενα με καθολική ψηφοφορία, καθιερώνοντας συγχρόνως το δικαίωμα της ανάκλησης σε κάθε στιγμή των εκλεγέντων από τους εκλογείς των. Δεύτερον πλήρωνε όλους τους υπαλλήλους, ανώτερους και κατώτερους, με το ίδιο ημερομίσθιο που έπαιρναν και οι άλλοι εργάτες. Ο μεγαλύτερος μισθός που πλήρωνε η Κομμούνα ήταν 6.000 φράγκα. *
Έτσι δημιουργήθηκε ένας αποτελεσματικός φραγμός κατά της θεσιθηρίας και του καριερισμού», χωρίς να αναφέρουμε τις υποχρεωτικές εντολές που επέβαλλε η Κομμούνα στους εκλεγόμενους σε αντιπροσωπευτικούς θεσμούς».
Ο Ένγκελς καθορίζει εδώ τα όρια μεταξύ μιας δημοκρατίας που μεταμορφώνεται σε Σοσιαλισμό και του Σοσιαλισμού. Για την καταστροφή του Κράτους πρέπει να μετατραπούν οι λειτουργίες της δημόσιας υπηρεσίας σε απλές λειτουργίες έλεγχου και λογιστικής που θα μπορεί να τις εκτελεί η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού ή και κάθε άτομο. Και για να εκμηδενισθούν τελείως οι πολιτικοί τυχοδιώχτες, πρέπει να γίνει αδύνατο, με τον μικρό μισθό, οι δημόσιες υπηρεσίες να χρησιμοποιηθούν ως βάθρο για να πηδούν στις επικερδείς θέσεις των τραπεζών και των Μετοχικών Εταιρειών, όπως γίνεται γενικά στις πιο ελευθερές καπιταλιστικές χώρες..
Ο Ένγκελς όμως δεν κάνει το λάθος που κάνουν μερικοί μαρξιστές για το ζήτημα του δικαιώματος της αυτοδιοίκησης ενός έθνους, ότι δηλαδή αυτό είναι αδύνατο μέσα στον Καπιταλισμό και θα είναι περιττό στο Σοσιαλισμό.
Η πνευματώδης ίσως, πραγματικά όμως εσφαλμένη, αυτή γνώμη θα μπορούσε να εφαρμοσθεί για κάθε δημοκρατικό θεσμό, καθώς και για την πληρωμή μικρών μισθών στους υπαλλήλους γιατί όσο διαρκεί η ζωή του καπιταλισμού μία τελεία δημοκρατία είναι αδύνατη, ενώ στον Σοσιαλισμό κάθε πολιτική δημοκρατία εξαφανίζεται.
Αυτό είναι ένα σόφισμα ανάλογο με το παλιό έξυπνο πρόβλημα ποτέ ένας άνθρωπος γίνεται φαλακρός, όταν του βγάζουν μία-μία τρίχα απ’ τα μαλλιά του.
Η εξέλιξη της δημοκρατίας μέχρι τέλους, η αναζήτηση των τύπων, της εξέλιξης αυτής, η πρακτική τους απόδειξη-όλα αυτά περιλαμβάνονται στον αγώνα για την Κοινωνική Επανάσταση. Αν τα πάρουμε χωριστά, ο Σοσιαλισμός δεν φέρνει καμιά Δημοκρατία. Στην σημερινή όμως ζωή η Δημοκρατία δεν πρέπει να «παίρνεται μόνη της» πρέπει να «παίρνεται μαζί» με άλλα πράγματα, πρέπει να επεκτείνεται η επιρροή της και στο οικονομικό μέρος έτσι θα επιταχυνθεί η μεταμόρφωση της οικονομικής ζωής, η οποία θα υποστεί επίσης την επίδραση της οικονομικής εξέλιξης. Αυτή είναι ή διαλεκτική μέθοδος της σημερινής ζωντανής ιστορίας. Ο Ένγκελς εξακολουθεί :
«Η συντριβή (Sprebgug) αυτή του παλιού κυβερνητικού μηχανισμού και η αντικατάσταση του από ένα νέο, πραγματικά δημοκρατικό, περιγράφεται λεπτομερώς στο τρίτο μέρος του Εμφύλιου Πολέμου. Θα ήταν αναγκαίο να ασχοληθούμε άλλη μία φορά με λίγα λόγια γιαυτό το σημείο, δηλαδή, για μερικά στοιχεία της αντικατάστασης αυτής, γιατί στην Γερμανία η προληπτική πίστη προς το Κράτος πέρασε πια τα όρια τής φιλοσοφίας και μπήκε στην γενική συνείδηση της πλουτοκρατίας και ακόμη και πολλών εργατών. Σύμφωνα με την διδασκαλία των φιλόσοφων, το Κράτος «είναι η πραγματοποίηση της ιδέας» ή κατά μετάφραση στη Θεολογική γλώσσα «το Βασίλειο του Θεού επί της Γης» το Κράτος είναι «ο αγρός, στον οποίον καρποφορεί ή αιώνια αλήθεια και δικαιοσύνη».
Και έτσι γεννιέται μια προληπτική υποταγή στο Κράτος-μια προληπτική υποταγή που ριζώνεται πολύ εύκολα γιατί ο λαός είναι συνηθισμένος, από την κούνια του, να σκέπτεται ότι οι υποθέσεις και τα συμφέροντα ολόκληρης της κοινωνίας δεν μπορούν να κυβερνηθούν και να προστατευθούν αλλιώς παρά μόνο με τον τρόπο που υπάρχει-δηλαδή δια μέσω του Κράτους και των καλοπληρωμένων υπαλλήλων του. Ο κόσμος νομίζει ότι κάνει παρά πολύ μεγάλο βήμα προς τα εμπρός, αν αποτινάξει την πίστη στην κληρονομική Μοναρχία και ασπασθεί μια δημοκρατική πολιτεία.
Στην πραγματικότητα, το Κράτος δεν είναι τίποτε άλλο παρά μηχανισμός καταπίεσης της μιας τάξης από την άλλη, τόσο στην Μοναρχία, όσο και στην Δημοκρατική Πολιτεία, χωρίς την παραμικρή διάφορα. Ή καλύτερα το Κράτος είναι μια αρρώστια που κληρονομάει το προλεταριάτο όταν βγει νικηφόρο στον αγώνα για την κυριαρχία της τάξης του. Το νικηφόρο προλεταριάτο, ακριβώς όπως ή Κομμούνα, θα υποχρεωθεί αμέσως να κόψει τα κακά στοιχεία της αρρώστιας αυτής, έως ότου μια νέα γενεά, μεγαλώσει μέσα σε νέες κι ελεύθερες κοινωνικές συνθήκες, θα έχει την ικανότητα να συντρίψει όλα τα άχρηστα παλιά σκουπίδια της Κρατικής οργάνωσης».
Ο Ένγκελς καθιστά προσεκτικούς τους Γερμανούς, όταν η Μοναρχία αντικατασταθεί από την Δημοκρατία, να μη ξεχνούν τις βασικές σοσιαλιστικές αρχές για το ζήτημα του Κράτους γενικώς. Τα λόγια του είναι σήμερα ένα άμεσο μάθημα για τους κ. κ. Τσερετέλλι και Τσέρνωφ, που με την τακτική του συμβιβασμού τους απέδειξαν μία προληπτική πίστη και σεβασμό απέναντι τον Κράτους !
Αλλά δύο σημεία. 1) Όταν ο Ένγκελς λέει ότι στο δημοκρατικό πολίτευμα «χωρίς την παραμικρή διαφορά» από μία Μοναρχία, το Κράτος εξακολουθεί να είναι ένας «μηχανισμός καταπίεσης μίας τάξης από την άλλη», αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι η μορφή της καταπίεσης είναι κάτι αδιάφορο για το προλεταριάτο, όπως «διδάσκουν» μερικοί αναρχικοί. Μια πλατύτερη, πιο ελεύθερη και φανερή μορφή της πάλης των τάξεων και της καταπίεσης μιας τάξης από την άλλη, βοηθάει πάρα πολύ το προλεταριάτο στον αγώνα του για την εκμηδένιση όλων των τάξεων. 2) Το ζήτημα γιατί μόνο μια καινούρια γενεά θα είναι ικανή να σαρώσει τελείως τον παλιό σκελετό του Κράτους, αυτό είναι συνδεδεμένο με το ζήτημα τής εγκατάλειψης της Δημοκρατίας, στο οποίο ερχόμαστε τώρα.
(*) Δηλαδή περίπου 2.400 ρούβλια το χρόνο ή σύμφωνα με τις σημερινές (1917) ανταλλακτικές τιμές στη Ρωσία 6.000 ρούβλια. Οι Μπολσεβίκοι που πρότειναν 9.000 ρούβλια μισθό για τα μέλη της κάθε Τοπικής Δούμας κάνουν ασυγχώρητο λάθος, ενώ έπρεπε να προτείνουν ως ανώτατο μισθό 6.000 ρούβλια για όλους τους δημοσίους υπαλλήλους –ποσό που είναι τελείως αρκετό για τον καθένα. (Ο Συγγραφέας)
Πως σκέπτεται ο Ένγκελς για την εξαφάνιση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Στον πρόλογο που κάνει στην τρίτη έκδοση του Εμφυλίου Πολέμου στη Γαλλία (ο πρόλογος χρονολογείται από τις 18 Μαρτίου 1891, και δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στη Neue Zeit), ο Ένγκελς μαζί με άλλα ενδιαφέροντα ζητήματα σχετικώς με το Κράτος, μας δίνει μια θαυμαστή περίληψη των διδαγμάτων της Κομμούνας. Η περίληψη αυτή επιβεβαιωμένη από όλη την πείρα της περιόδου των είκοσι χρονών που χωρίζουν τον συγγραφέα από την Κομμούνα και στρεφόμενη κυρίως εναντίον της «προληπτικής πίστεως προς το Κράτος» που ήταν τόσο απλωμένη στη Γερμανία, μπορεί πολύ σωστά να ονομασθεί η τελευταία λέξη του Μαρξισμού για το ζήτημα που εξετάζουμε.
Στη Γαλλία, παρατηρεί ο Ένγκελς, οι εργάτες οπλίζονταν ύστερα από κάθε επανάσταση. «Συνεπώς το πρώτο έργο τον κάθε αστού που ήταν επικεφαλής του Κράτους ήταν ο αφοπλισμός των εργατών. Έτσι ύστερα από κάθε επανάσταση που κέρδιζαν οι εργάτες μια νέα πάλη προέκυπτε που τελείωνε κάθε φορά με την ήττα τους...»
Συνοψίζεται εδώ η πείρα των αστικών επαναστάσεων, με τρόπο τόσο σύντομο όσο και εκφραστικό. Η ουσία όλου του ζητήματος- καθώς και του ζητήματος του Κράτους-δηλαδή αν έχει όπλα η καταπιεζόμενη τάξη, εκτίθεται εδώ με θαυμάσιο τρόπο. Αυτό ακριβώς είναι το ουσιώδες σημείο που τις πιο πολλές φορές αγνοούν και οι καθηγητές που βρίσκονται κάτω από την επιρροή της καπιταλιστικής ιδεολογίας και οι δημοκράτες της μικροαστικής τάξης. Στη Ρωσική Επανάσταση του 1917, η τιμή ότι πρόδωσε το μυστικό των αστικών επαναστάσεων ανήκει στον «Μενσεβίκο» και αυτοκαλούμενο «Μαρξιστή» Τσερετέλι:. Στον «ιστορικό του λόγο της 9ης (22ας) Ιουνίου ο Τσερετέλλι ανακοίνωσε την απόφαση της πλουτοκρατίας να αφοπλίσει τους εργάτες της Πετρούπολης παρουσιάζοντας εννοείται την απόφαση αυτή ως δική του και ως ζωτική ανάγκη του Κράτους.
Ο ιστορικός λόγος του Τσερετέλλι στις 9 (22) Ιουνίου θα είναι για κάθε ιστορικό της Επανάστασης του 1917 μία από τις φανερότερες αποδείξεις ότι ο συνασπισμός των σοσιαλεπαναστατών και των μενσεβίκων υπό την αρχηγία τον κ. Τσερετέλλι, ετάχθη με το μέρος της καπιταλιστικής τάξης, εναντίον του επαναστατικού προλεταριάτου.
Μια άλλη παρατήρηση του Ένγκελς, σχετικά με το ζήτημα του Κράτους, αναφέρεται στη θρησκεία. Είναι γνωστό ότι ή Γερμανική Σοσιαλδημοκρατία, ανάλογα με τον βαθμό της κατάπτωσης της και της οπορτουνιστικής κατευθύνσεώς της, έπεφτε ολοένα περισσότερο στην υποκριτική παρερμηνεία της περίφημης αρχής ότι «η θρησκεία είναι ιδιωτική υπόθεση. Δηλαδή η αρχή αυτή καταντούσε να σημαίνει ότι ακόμη και για το Κόμμα του επαναστατικού προλεταριάτου το ζήτημα της θρησκείας ήταν ιδιωτική υπόθεση. Και ακριβώς αυτή την τελεία προδοσία του επαναστατικού προγράμματος του προλεταριάτου, καταπολέμησε ο Ένγκελς. Στα 1891 είδε μόνο τις πρώτες αρχές τού οπορτουνισμού μέσα στο κόμμα του και γι αυτό εκφράζεται στο ζήτημα τούτο με προφύλαξη.
«Με το γεγονός ότι στην Κομμούνα είχαν θέση, σχεδόν αποκλειστικά, μόνο εργάτες ή αναγνωρισμένοι αντιπρόσωποι των εργατών, οι αποφάσεις της διακρίνονταν από τον τελείως προλεταριακό τους χαρακτήρα. Οι αποφάσεις αυτές ή καθιέρωναν μεταρρυθμίσεις που η δημοκρατική πλουτοκρατία είχε αποκρούσει μόνο από ταπεινή δειλία, άλλα που αποτελούσαν το αναγκαίο θεμέλιο για την ελεύθερη δράση της εργατικής τάξης. Τέτοια, παραδείγματος χάρη, ήταν η παραδοχή της αρχής ότι σε σχέση με το Κράτος η θρησκεία είναι απλώς ιδιωτική υπόθεση. Ή η Κομμούνα έθετε σε εφαρμογή διατάγματα απευθείας για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και, έτσι άνοιγε βέβαια βαθιές πληγές στο παλιό κοινωνικό σώμα».
Ο Ένγκελς τονίζει ιδιαίτερα τις λέξεις «σε σχέση με το Κράτος», δίνοντας έτσι όχι απλώς έναν υπαινιγμό, αλλά ένα φανερό χτύπημα στον γερμανικό οπορτουνισμό που είχε διακηρύξει ότι η θρησκεία είναι ιδιωτική υπόθεση σε σχέση με το κόμμα, ταπεινώνοντας έτσι το κόμμα του επαναστατικού προλεταριάτου στο, επίπεδο των πιο επιπόλαιων μικροαστών οπαδών της «ελεύθερης σκέψης» που είναι πρόθυμοι να δεχτούν ένα μη - θρησκευτικό Κράτος, αλλά αρνούνται κάθε αγώνα του κόμματος εναντίον του θρησκευτικού δηλητηρίου που ναρκώνει τον λαό.
Ο ιστορικός του μέλλοντος που θα ερευνήσει τις ριζικές αιτίες της αισχρής χρεοκοπίας της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας στα 1914, θα βρει πολλά ενδιαφέροντα στο σημείο αυτό, αρχίζοντας από τα άρθρα του πνευματικού αρχηγού του Κόμματος, του Κάουτσκυ, που ανοίγουν την πόρτα πλατειά στον οπορτουνισμό και τελειώνοντας στην στάση τον Κόμματος απέναντι τον Lοs-νοn-Κirche-Bewengung (το κίνημα για την εκτόπιση της Εκκλησίας) στα 1913.
Ας δούμε όμως πώς, είκοσι χρόνια ύστερα από την Κομμούνα, ο Ένγκελς συνοψίζει τα διδάγματά της προς το αγωνιζόμενο προλεταριάτο.
Αυτά είναι τα διδάγματα στα οποία ο Ένγκελς δίνει θεμελιώδη σημασία.
«Ακριβώς αυτή η καταπιεστική δύναμη της παλιάς συγκεντρωτικής Κυβέρνησης, ο στρατός, η πολιτική αστυνομία, η γραφειοκρατία που ο Ναπολέων δημιούργησε στα 1798, και που από τότε, κάθε νέα Κυβέρνηση χρησιμοποίησε ως απαραίτητο όπλο εναντίον των αντίπαλων της- ακριβώς αυτή η δύναμη θα έπεφτε σε όλη τη Γαλλία όπως έπεσε στο Παρίσι.
Η Κομμούνα ήταν υποχρεωμένη να αναγνωρίσει αμέσως ότι η εργατική τάξη, αφού κατέλαβε την εξουσία δεν μπορούσε να εξακολουθήσει τις κυβερνητικές λειτουργίες με τον παλιό μηχανισμό ότι για να μη χάσει πάλι την νεοαποκτημένη κυριαρχία της, η εργατική τάξη έπρεπε, απ’ το ένα μέρος να σαρώσει ολόκληρη την παλιά καταπιεστική μηχανή που έως τότε είχε χρησιμοποιηθεί εναντίον της, και από το άλλο μέρος να εξασφαλισθεί απέναντι των δικών της αντιπρόσωπων και υπαλλήλων, καθιερώνοντας την αρχή ότι όλοι, χωρίς εξαίρεση, μπορούν σε κάθε στιγμή να ανακληθούν».
Ο Ένγκελς τονίζει άλλη μια φορά ότι όχι μόνο σε μία Μοναρχία, αλλά και σε μια δημοκρατική πολιτεία, το Κράτος μένει Κράτος, δηλαδή διατηρεί το θεμελιώδες και χαρακτηριστικό στοιχείο του, που είναι η μεταμόρφωση των αρχόντων –«των υπηρετών της κοινωνίας»-και των οργάνων του σε κυβερνήτες της κοινωνίας.
«Εναντίον της μοιραίας αυτής μεταμόρφωσης όλων των κυβερνητικών συστημάτων που είχαν υπάρξει έως τότε, δηλαδή της μεταμορφώσης του Κράτους και των οργάνων του από υπηρέτες σε κυβερνήτες της κοινωνίας, η κομμούνα χρησιμοποίησε δύο αποτελεσματικά μέσα. Πρώτον διόριζε σε όλες τις θέσεις, διοικητικές, δικαστικές, και εκπαιδευτικές πρόσωπα εκλεγόμενα με καθολική ψηφοφορία, καθιερώνοντας συγχρόνως το δικαίωμα της ανάκλησης σε κάθε στιγμή των εκλεγέντων από τους εκλογείς των. Δεύτερον πλήρωνε όλους τους υπαλλήλους, ανώτερους και κατώτερους, με το ίδιο ημερομίσθιο που έπαιρναν και οι άλλοι εργάτες. Ο μεγαλύτερος μισθός που πλήρωνε η Κομμούνα ήταν 6.000 φράγκα. *
Έτσι δημιουργήθηκε ένας αποτελεσματικός φραγμός κατά της θεσιθηρίας και του καριερισμού», χωρίς να αναφέρουμε τις υποχρεωτικές εντολές που επέβαλλε η Κομμούνα στους εκλεγόμενους σε αντιπροσωπευτικούς θεσμούς».
Ο Ένγκελς καθορίζει εδώ τα όρια μεταξύ μιας δημοκρατίας που μεταμορφώνεται σε Σοσιαλισμό και του Σοσιαλισμού. Για την καταστροφή του Κράτους πρέπει να μετατραπούν οι λειτουργίες της δημόσιας υπηρεσίας σε απλές λειτουργίες έλεγχου και λογιστικής που θα μπορεί να τις εκτελεί η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού ή και κάθε άτομο. Και για να εκμηδενισθούν τελείως οι πολιτικοί τυχοδιώχτες, πρέπει να γίνει αδύνατο, με τον μικρό μισθό, οι δημόσιες υπηρεσίες να χρησιμοποιηθούν ως βάθρο για να πηδούν στις επικερδείς θέσεις των τραπεζών και των Μετοχικών Εταιρειών, όπως γίνεται γενικά στις πιο ελευθερές καπιταλιστικές χώρες..
Ο Ένγκελς όμως δεν κάνει το λάθος που κάνουν μερικοί μαρξιστές για το ζήτημα του δικαιώματος της αυτοδιοίκησης ενός έθνους, ότι δηλαδή αυτό είναι αδύνατο μέσα στον Καπιταλισμό και θα είναι περιττό στο Σοσιαλισμό.
Η πνευματώδης ίσως, πραγματικά όμως εσφαλμένη, αυτή γνώμη θα μπορούσε να εφαρμοσθεί για κάθε δημοκρατικό θεσμό, καθώς και για την πληρωμή μικρών μισθών στους υπαλλήλους γιατί όσο διαρκεί η ζωή του καπιταλισμού μία τελεία δημοκρατία είναι αδύνατη, ενώ στον Σοσιαλισμό κάθε πολιτική δημοκρατία εξαφανίζεται.
Αυτό είναι ένα σόφισμα ανάλογο με το παλιό έξυπνο πρόβλημα ποτέ ένας άνθρωπος γίνεται φαλακρός, όταν του βγάζουν μία-μία τρίχα απ’ τα μαλλιά του.
Η εξέλιξη της δημοκρατίας μέχρι τέλους, η αναζήτηση των τύπων, της εξέλιξης αυτής, η πρακτική τους απόδειξη-όλα αυτά περιλαμβάνονται στον αγώνα για την Κοινωνική Επανάσταση. Αν τα πάρουμε χωριστά, ο Σοσιαλισμός δεν φέρνει καμιά Δημοκρατία. Στην σημερινή όμως ζωή η Δημοκρατία δεν πρέπει να «παίρνεται μόνη της» πρέπει να «παίρνεται μαζί» με άλλα πράγματα, πρέπει να επεκτείνεται η επιρροή της και στο οικονομικό μέρος έτσι θα επιταχυνθεί η μεταμόρφωση της οικονομικής ζωής, η οποία θα υποστεί επίσης την επίδραση της οικονομικής εξέλιξης. Αυτή είναι ή διαλεκτική μέθοδος της σημερινής ζωντανής ιστορίας. Ο Ένγκελς εξακολουθεί :
«Η συντριβή (Sprebgug) αυτή του παλιού κυβερνητικού μηχανισμού και η αντικατάσταση του από ένα νέο, πραγματικά δημοκρατικό, περιγράφεται λεπτομερώς στο τρίτο μέρος του Εμφύλιου Πολέμου. Θα ήταν αναγκαίο να ασχοληθούμε άλλη μία φορά με λίγα λόγια γιαυτό το σημείο, δηλαδή, για μερικά στοιχεία της αντικατάστασης αυτής, γιατί στην Γερμανία η προληπτική πίστη προς το Κράτος πέρασε πια τα όρια τής φιλοσοφίας και μπήκε στην γενική συνείδηση της πλουτοκρατίας και ακόμη και πολλών εργατών. Σύμφωνα με την διδασκαλία των φιλόσοφων, το Κράτος «είναι η πραγματοποίηση της ιδέας» ή κατά μετάφραση στη Θεολογική γλώσσα «το Βασίλειο του Θεού επί της Γης» το Κράτος είναι «ο αγρός, στον οποίον καρποφορεί ή αιώνια αλήθεια και δικαιοσύνη».
Και έτσι γεννιέται μια προληπτική υποταγή στο Κράτος-μια προληπτική υποταγή που ριζώνεται πολύ εύκολα γιατί ο λαός είναι συνηθισμένος, από την κούνια του, να σκέπτεται ότι οι υποθέσεις και τα συμφέροντα ολόκληρης της κοινωνίας δεν μπορούν να κυβερνηθούν και να προστατευθούν αλλιώς παρά μόνο με τον τρόπο που υπάρχει-δηλαδή δια μέσω του Κράτους και των καλοπληρωμένων υπαλλήλων του. Ο κόσμος νομίζει ότι κάνει παρά πολύ μεγάλο βήμα προς τα εμπρός, αν αποτινάξει την πίστη στην κληρονομική Μοναρχία και ασπασθεί μια δημοκρατική πολιτεία.
Στην πραγματικότητα, το Κράτος δεν είναι τίποτε άλλο παρά μηχανισμός καταπίεσης της μιας τάξης από την άλλη, τόσο στην Μοναρχία, όσο και στην Δημοκρατική Πολιτεία, χωρίς την παραμικρή διάφορα. Ή καλύτερα το Κράτος είναι μια αρρώστια που κληρονομάει το προλεταριάτο όταν βγει νικηφόρο στον αγώνα για την κυριαρχία της τάξης του. Το νικηφόρο προλεταριάτο, ακριβώς όπως ή Κομμούνα, θα υποχρεωθεί αμέσως να κόψει τα κακά στοιχεία της αρρώστιας αυτής, έως ότου μια νέα γενεά, μεγαλώσει μέσα σε νέες κι ελεύθερες κοινωνικές συνθήκες, θα έχει την ικανότητα να συντρίψει όλα τα άχρηστα παλιά σκουπίδια της Κρατικής οργάνωσης».
Ο Ένγκελς καθιστά προσεκτικούς τους Γερμανούς, όταν η Μοναρχία αντικατασταθεί από την Δημοκρατία, να μη ξεχνούν τις βασικές σοσιαλιστικές αρχές για το ζήτημα του Κράτους γενικώς. Τα λόγια του είναι σήμερα ένα άμεσο μάθημα για τους κ. κ. Τσερετέλλι και Τσέρνωφ, που με την τακτική του συμβιβασμού τους απέδειξαν μία προληπτική πίστη και σεβασμό απέναντι τον Κράτους !
Αλλά δύο σημεία. 1) Όταν ο Ένγκελς λέει ότι στο δημοκρατικό πολίτευμα «χωρίς την παραμικρή διαφορά» από μία Μοναρχία, το Κράτος εξακολουθεί να είναι ένας «μηχανισμός καταπίεσης μίας τάξης από την άλλη», αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι η μορφή της καταπίεσης είναι κάτι αδιάφορο για το προλεταριάτο, όπως «διδάσκουν» μερικοί αναρχικοί. Μια πλατύτερη, πιο ελεύθερη και φανερή μορφή της πάλης των τάξεων και της καταπίεσης μιας τάξης από την άλλη, βοηθάει πάρα πολύ το προλεταριάτο στον αγώνα του για την εκμηδένιση όλων των τάξεων. 2) Το ζήτημα γιατί μόνο μια καινούρια γενεά θα είναι ικανή να σαρώσει τελείως τον παλιό σκελετό του Κράτους, αυτό είναι συνδεδεμένο με το ζήτημα τής εγκατάλειψης της Δημοκρατίας, στο οποίο ερχόμαστε τώρα.
(*) Δηλαδή περίπου 2.400 ρούβλια το χρόνο ή σύμφωνα με τις σημερινές (1917) ανταλλακτικές τιμές στη Ρωσία 6.000 ρούβλια. Οι Μπολσεβίκοι που πρότειναν 9.000 ρούβλια μισθό για τα μέλη της κάθε Τοπικής Δούμας κάνουν ασυγχώρητο λάθος, ενώ έπρεπε να προτείνουν ως ανώτατο μισθό 6.000 ρούβλια για όλους τους δημοσίους υπαλλήλους –ποσό που είναι τελείως αρκετό για τον καθένα. (Ο Συγγραφέας)
Πως σκέπτεται ο Ένγκελς για την εξαφάνιση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Δημοσίευση σχολίου