Αρχική » » Μια άλλη ματιά στον Στάλιν Μέρος 7ο

Μια άλλη ματιά στον Στάλιν Μέρος 7ο

{[['']]}
Το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο και η ήττα της Φινλανδίας προετοίμασαν τις συνθήκες της ήττας των ναζί από τον Κόκκινο Στρατό!

Τα δύο αυτά γεγονότα είχαν τέσσερις συνέπειες πρωταρχικής σημασίας:

-       Απέτρεψαν το σχηματισμό ενιαίου μετώπου των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων κατά της σοσιαλιστικής Σοβιετικής Ένωσης. Μια γερμανική επίθεση το 1939 θα είχε σίγουρα επιφέρει μια ιαπωνική επέμβαση στη Σιβηρία. Αντίθετα, η ΕΣΣΔ κατόρθωσε τώρα να υπογράψει με την Ιαπωνία ένα σύμφωνο μη επίθεσης που διατηρήθηκε ως την τελική ήττα του φασισμού.

- Η Γαλλία και η Αγγλία, που είχαν αρνηθεί σ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’30 ένα σύστημα συλλογικής ασφάλειας, υποχρεώθηκαν να μπουν σε μια ουσιαστική στρατιωτική συμμαχία με τη Σοβιετική Ένωση τη στιγμή που η Γερμανία παραβίαζε το γερμανο-οοβιετικό σύμφωνο.

- Η Σοβιετική Ένωση μπόρεσε να προχωρήσει τις αμυντικές γραμμές της κατά 150 έως 300 χιλιόμετρα. Ο παράγοντας αυτός επηρέασε σημαντικά την υπεράσπιση του Λένινγκραντ και της Μόσχας, στα τέλη του 1941.

- Η Σοβιετική Ένωση κέρδισε 21 μήνες ειρήνης που της επέτρεψαν να ενισχύσει με αποφασιστικό τρόπο την αμυντική βιομηχανία της και τις ένοπλες δυνάμεις της.

Ο ΣΤΑΛΙΝ ΔΕΝ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΕ ΣΩΣΤΑ ΤΟΝ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΟ ΠΟΛΕΜΟ;

Όταν ο Χρουστσόφ πήρε την εξουσία, άλλαξε εντελώς τη γραμμή του Κόμματος. Για να το πετύχει αυτό, αναγκάστηκε να δυσφημήσει τον Στάλιν και τη μαρξιστική-λενινιστική πολιτική του. Μέσα από μια σειρά απίστευτες συκοφαντίες, έφτασε ως το σημείο να αρνείται την τεράστια προσφορά του Στάλιν στην προετοιμασία και στη διεύθυνση του αντιφασιστικού πολέμου.

Έτσι, ο Χρουστσόφ ισχυρίστηκε ότι την περίοδο 1936-1941 ο Στάλιν δεν είχε προετοιμάσει σωστά τη χώρα για τον πόλεμο.

Να τα λόγια του:

«Ο Στάλιν υποστήριξε τη θέση σύμφωνα με την οποία η τραγωδία ήταν το αποτέλεσμα της κεραυνοβόλας επίθεσης των Γερμανών κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Όμως, σύντροφοι, αυτό είναι απόλυτα ανακριβές. Μόλις ο Χίτλερ ανέλαβε την εξουσία στη Γερμανία, έθεσε σαν καθήκον του την εξάλειψη του κομμουνισμού. (...) Διάφορα γεγονότα της προπολεμικής περιόδου δείχνουν ότι ο Χίτλερ προετοίμαζε έναν πόλεμο κατά του σοβιετικού κράτους». «Αν η βιομηχανία μας είχε κινητοποιηθεί με τον κατάλληλο τρόπο και στον επιθυμητό χρόνο, ώστε να προμηθεύσει το στρατό με το απαραίτητο υλικό, οι απώλειες μας στον πόλεμο θα είχαν σαφώς μειωθεί. (...) Ο στρατός μας δεν ήταν καλά εξοπλισμένος. (...) Η σοβιετική τεχνολογία παρήγαγε πριν από τον πόλεμο εξαιρετικά μοντέλα αρμάτων μάχης και πυροβόλων. Δεν οργανώθηκε, όμως, η μαζική παραγωγή αυτών των μοντέλων».

Το ότι αυτοί που πήραν μέρος στο 20ό Συνέδριο μπόρεσαν ν’ ακούσουν τις συκοφαντίες αυτές, χωρίς να ξεσπάσουν απ’ όλες τις μεριές έντονες διαμαρτυρίες, λέει πολλά για την πολιτική παρακμή που είχε ήδη πάρει το δρόμο της. Ωστόσο, μέσα στην αίθουσα βρίσκονταν δεκάδες στρατάρχες και στρατηγοί που ήξεραν πόσο γελοία ήταν τα λόγια αυτά. Εκείνη τη στιγμή, δεν άνοιξαν το στόμα τους. Ο στενός επαγγελματισμός τους, το στρατιωτικό πνεύμα αποκλειστικότητας, η άρνηση της πολιτικής πάλης μέσα στους κόλπους του στρατού, η απόρριψη της ιδεολογικής και πολιτικής καθοδήγησης του στρατού από το Κόμμα - όλα αυτά τους έφερναν πιο κοντά στον αναθεωρητισμό του Χρουστσόφ.

Ο Ζούκοφ, ο Βασιλέφσκι, ο Ροκοσόφσκι, στην ουσία όλοι οι μεγάλοι στρατιωτικοί αρχηγοί, δεν αποδέχτηκαν ποτέ την αναγκαιότητα της εκκαθάρισης του στρατού το 1937-1938. Ούτε είχαν καταλάβει τι διακυβευόταν σε πολιτικό επίπεδο στη δίκη του Μπουχάριν. Για τους λόγους αυτούς, υποστήριξαν τον Χρουστσόφ, όταν αυτός αντικατέστησε το μαρξισμό-λενινισμό με θέσεις που είχε σταχυολογήσει από τους μενσεβίκους, τους τροτσκιστές και τους μπουχαρινικούς. Αυτό εξηγεί γιατί οι στρατάρχες κατάπιαν τα ψέματα του Χρουστσιόφ αναφορικά με το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα ψέματα αυτά θα τα αναιρέσουν αργότερα στα απομνημονεύματά τους, όταν δε θα διακυβεύεται τίποτα πια σε πολιτικό επίπεδο και τα ζητήματα θα έχουν αποκτήσει καθαρά ακαδημαϊκό χαρακτήρα.

Στα Απομνημονεύματά του, που κυκλοφόρησαν το 1970, ο Ζούκοφ δίκαια υπογραμμίζει, απέναντι στους ισχυρισμούς του Χρουστσόφ, ότι η πραγματική αμυντική πολιτική άρχισε με την απόφαση του Στάλιν να ξεκινήσει την εκβιομηχάνιση το 1928.

«Θα μπορούσε να αναβληθεί κατά πέντε ή επτά χρόνια η εντατική ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας, ώστε να δοθούν στο λαό αντικείμενα καθημερινής κατανάλωσης πιο νωρίς και σε μεγαλύτερη ποσότητα. Αυτό δεν ήταν δελεαστικό;».

Ο Στάλιν προετοίμασε την υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης χτίζοντας πάνω από 9.000 βιομηχανικές επιχειρήσεις μεταξύ 1928 και 1941 και παίρνοντας τη στρατηγικής σημασίας απόφαση να εγκαταστήσει στα ανατολικά της χώρας μια ολοκαίνουργια ισχυρή βιομηχανική βάση. Σχετικά με την πολιτική εκβιομηχάνισης, ο Ζούκοφ αποτίει φόρο τιμής στη «σύνεση και τη διορατικότητα» του Στάλιν, που «επικυρώθηκαν με οριστικό τρόπο από την ανώτατη κρίση της ιστορίας» στη διάρκεια του πολέμου.

Το 1921, σε όλους σχεδόν τους τομείς της στρατιωτικής παραγωγής, χρειάστηκε να ξεκινήσουν όλα απ’ το μηδέν. Στα χρόνια του πρώτου και του δεύτερου πεντάχρονου πλάνου, το Κόμμα είχε προβλέψει για την πολεμική βιομηχανία ένα ποσοστό ανάπτυξης ανώτερο από εκείνο των άλλων κλάδων της βιομηχανίας.

Ας δούμε δύο σημαντικά νούμερα των δύο πρώτων πεντάχρονων.

Η ετήσια παραγωγή αρμάτων μάχης ήταν 740 μονάδες το 1930. Είχε ανέβει στις 2.271 μονάδες το 1938.21 Για την ίδια περίοδο, η κατασκευή αεροπλάνων είχε αυξηθεί από 860 σε 5.500 μονάδες το χρόνο.

Στη διάρκεια του τρίτου πεντάχρονου πλάνου, μεταξύ 1938 και 1940, η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε κατά 13% το χρόνο, ενώ η παραγωγή της αμυντικής βιομηχανίας κατά 39% .

Ο Στάλιν εκμεταλλεύτηκε την αναβολή που πέτυχε χάρη στο γερμανοσοβιετικό σύμφωνο για να προωθήσει τη στρατιωτική παραγωγή στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Ο Ζούκοφ μαρτυρεί σχετικά:

«Για να μπορούν τα αμυντικά εργοστάσια που είχαν μια κάποια σημασία να παραλαμβάνουν ό,τι χρειάζονταν, εκπρόσωποι της Κεντρικής Επιτροπής, έμπειροι οργανωτές και γνωστοί εμπειρογνώμονες διορίστηκαν επικεφαλής των κομματικών τους οργανώσεων. Οφείλω να πω ότι ο Ιωσήφ Στάλιν έκανε σημαντική δουλειά, ασχολούμενος προσωπικά με τις επιχειρήσεις που δούλευαν για την άμυνα. Γνώριζε καλά δεκάδες διευθυντές εργοστασίων, στελέχη που δούλευαν στο οργανωτικό του Κόμματος, αρχιμηχανικούς, τους έβλεπε συχνά και πετύχαινε, με την επιμονή που τον χαρακτήριζε, την εκτέλεση των προβλεπόμενων πλάνων».

Οι παραδόσεις στρατιωτικού υλικού που έγιναν μεταξύ 1ης Γενάρη του 1939 και 22 Ιούνη του 1941 είναι εντυπωσιακές.

Το πυροβολικό παρέλαβε 92.578 κομμάτια, απ’ τα οποία 29.637 ελαφριά πυροβόλα και 52.407 όλμους. Νέοι όλμοι των 82 και των 120 χιλιοστών παραλήφτηκαν λίγο πριν από τον πόλεμο.

Η Πολεμική Αεροπορία παρέλαβε 17.745 μαχητικά αεροπλάνα, από τα οποία τα 3.719 ήταν νέου τύπου. Στον τομέα της αεροναυπηγικής:

«Τα μέτρα που πάρθηκαν από το 1939 ως το 1941 δημιούργησαν τις κατάλληλες συνθήκες ώστε να επιτευχθεί γρήγορα, στη διάρκεια του πολέμου, ποσοτική και ποιοτική ανωτερότητα».

Ο Κόκκινος Στρατός παρέλαβε πάνω από 7.000 άρματα μάχης. Το 1940 αρχίζει η παραγωγή του μεσαίου τύπου τανκ Τ-34 και βαριού τύπου KV, που είναι ανώτερα από τα γερμανικά άρματα μάχης. Παράγονται ήδη 1.851 μόλις ξεσπάει ο πόλεμος.

Σχετικά με τα επιτεύγματα αυτά και σαν να θέλει να εκφράσει την περιφρόνησή του για τις κατηγορίες του Χρουστσόφ, ο Ζούκοφ προβαίνει σε μια αποκαλυπτική αυτοκριτική:

«Καθώς θυμάμαι όλα όσα εμείς οι στρατιωτικοί απαιτούσαμε από τη βιομηχανία στη διάρκεια των τελευταίων μηνών ειρήνης και πώς τα απαιτούσαμε, διαπιστώνω ότι δε λογαριάζαμε αρκετά τις πραγματικές οικονομικές δυνατότητες της χώρας».

Αυτή καθεαυτή η στρατιωτική προετοιμασία προωθήθηκε επίσης με το μεγαλύτερο δυνατό σθένος από τον Στάλιν. Οι στρατιωτικές αντιπαραθέσεις με την Ιαπωνία, από το Μάη ως τον Αύγουστο του 1939, και με τη Φινλανδία, μεταξύ Δεκέμβρη του 1939 και Μάρτη του 1940, συνδέονταν άμεσα με την αντιφασιστική αντίσταση. Αυτές οι πολεμικές εμπειρίες αναλύθηκαν σε βάθος για να καλυφτούν τα κενά και οι αδυναμίες του Κόκκινου Στρατού.

Το Μάρτη του 1940, εξετάστηκαν σε μια συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής οι στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά της Φινλανδίας.

«Οι αντιπαραθέσεις ήταν πολύ βίαιες. Η εκπαίδευση και η κατάρτιση των στρατευμάτων μας επικρίθηκαν αυστηρά», βεβαιώνει ο Ζούκοφ. Το Μάη, ο Ζούκοφ γίνεται δεκτός από τον Στάλιν που του λέει:
«Εχετε τώρα την πείρα της μάχης. Αναλάβετε τη διοίκηση της περιοχής του Κιέβου και χρησιμοποιήστε την πείρα σας για την εκπαίδευση των στρατευμάτων».

Για τον Στάλιν, το Κίεβο είχε ιδιαίτερη στρατιωτική σημασία. Εκεί περίμενε το κύριο χτύπημα, όταν θα εκδηλωνόταν η γερμανική επίθεση.

«Ο Στάλιν ήταν πεισμένος ότι οι χιτλερικοί, στη διάρκεια του πολέμου τους κατά της Σοβιετικής Ενωσης, θα επιχειρούσαν πρώτα να καταλάβουν την Ουκρανία και τη Λεκάνη του Ντονιέτς, ώστε να αποστερήσουν τη χώρα μας από τις σημαντικές αυτές οικονομικές περιοχές, να πάρουν το σιτάρι της Ουκρανίας, το γαιάνθρακα του Ντονιέτς και αργότερα το πετρέλαιο του Καυκάσου. Στη διάρκεια της εξέτασης του επιχειρησιακού σχεδίου, την άνοιξη του 1941, ο I. Στάλιν έλεγε: “Αν δε βάλει στο χέρι τις ζωτικής σημασίας πλουτοπαραγωγικές αυτές πηγές, η φασιστική Γερμανία δε θα μπορέσει να κάνει πόλεμο μεγάλης διάρκειας"».

Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1940, ο Ζούκοφ υποβάλλει τα στρατεύματά του οε έντονη πολεμική προετοιμασία. Διαπιστώνει ότι διαθέτει ικανούς νεαρούς αξιωματικούς και στρατηγούς. Τους βοηθάει ν’ αφομοιώσουν τα διδάγματα που απορρέουν από τις γερμανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά της Γαλλίας.

Από τις 23 Δεκέμβρη του 1940 ως τις 13 Γενάρη του 1941, όλοι οι ανώτεροι αξιωματικοί συγκεντρώνονται για μια μεγάλη σύσκεψη. Κεντρικό θέμα των συζητήσεων: Ο επικείμενος πόλεμος με τη Γερμανία. Η πείρα που έχει σωρευτεί για τους φασίστες με τα μεγάλα θωρακισμένα σώματα στρατού μελετιέται με ιδιαίτερη προσοχή. Την επομένη της σύσκεψης, πραγματοποιείται άσκηση επί χάρτου μεγάλης επιχειρησιακής και στρατηγικής σημασίας. Παραβρίσκεται και ο Στάλιν. Ο Ζούκοφ γράφει:

«Η κατάσταση από στρατηγική σκοπιά βασιζόταν στα υποτιθέμενα γεγονότα που θα ήταν δυνατό να εκτυλιχτούν στα δυτικά μας σύνορα σε περίπτωση που η Γερμανία θα εξαπέλυε επίθεση κατά της Σοβιετικής Ενωσης».

Ο Ζούκοφ διευθύνει τη γερμανική επίθεση, ο Παβλόφ τη σοβιετική αντίσταση.

«Η άσκηση ήταν γεμάτη δραματικές περιπέτειες για την “κόκκινη” πλευρά. Οι καταστάσεις που παρουσιάστηκαν μετά τις 22 Ιούνη του 1941 έμοιαζαν πολύ με εκείνες της άσκησης...», σημειώνει ο
Ζούκοφ. 0 Παβλόφ έχασε τον πόλεμο κατά των ναζί. Ο Στάλιν τον επέπληξε δριμύτατα:

«Ο διοικητής των στρατευμάτων μιας περιοχής πρέπει να κατέχει την τέχνη του πολέμου και να ξέρει να βρίσκει τη λύση κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις. Αυτό δε συνέβη στην περίπτωσή σας».

Η κατασκευή οχυρωματικών έργων κατά μήκος των νέων δυτικών συνόρων άρχισε το 1940. Για το ξεκίνημα του πολέμου, είχε ολοκληρωθεί η κατασκευή περίπου 2.500 εγκαταστάσεων από μπετόν. 140.000 άντρες εργάζονταν σ’ αυτές κάθε μέρα.

«Και ο Στάλιν μας πίεζε να τελειώσουμε», λέει ο Ζούκοφ.

Η 18η Συνδιάσκεψη του Κόμματος, από τις 15 ως τις 20 Φλεβάρη του 1941, είναι εξ ολοκλήρου αφιερωμένη στην προετοιμασία της βιομηχανίας και των μεταφορών εν όψει του πολέμου. Οι αντιπρόσωποι που ήρθαν απ’ όλη τη Σοβιετική Ενωση εκλέγουν έναν ορισμένο αριθμό στρατιωτικών για αναπληρωματικά μέλη της Κεντρικής Επιτροπής.

Αρχές Μάρτη του 1941, ο Τιμοσένκο και ο Ζούκοφ ζητούν από τον Στάλιν να επιστρατεύσει τους εφέδρους του πεζικού. Ο Στάλιν αρνείται, για να μη δώσει αφορμή στους Γερμανούς να κηρύξουν τον πόλεμο. Τελικά, τέλη Μάρτη, δέχεται να επιστρατεύσει γύρω στις 800.000 εφέδρους που στέλνονται στα σύνορα. Τον Απρίλη, το Γ ενικό Επιτελείο πληροφορεί τον Στάλιν ότι τα στρατεύματα των στρατιωτικών περιοχών της Βαλτικής, της Λευκορωσίας, του Κιέβου και της Οδησσού δε θα επαρκέσουν για την απόκρουση της επίθεσης. Ο Στάλιν αποφασίζει να προωθήσει στα σύνορα 28 μεραρχίες σε τέσσερις Στρατιές, και υπογραμμίζει την αναγκαιότητα να κινηθούν με εξαιρετική περίσκεψη για να μην προκαλέσουν τους ναζί.

Στις 5 Μάη του 1941, στο μεγάλο ανάκτορο του Κρεμλίνου, ο Στάλιν μιλάει μπροστά στους απόφοιτους αξιωματικούς των στρατιωτικών ακαδημιών. Κεντρικό θέμα της ομιλίας του:

«Οι Γερμανοί έχουν άδικο να πιστεύουν ότι ο στρατός τους είναι ανίκητος».

Ολα αυτά τα γεγονότα επιτρέπουν την αναίρεση των κακόβουλων επικρίσεων που εξακοντίζονται συνήθως κατά του Στάλιν:

«Είχε προετοιμάσει το στρατό για να επιτεθεί, αλλά όχι για ν’ αμυνθεί». «Είχε εμπιστοσύνη στο γερμανοσοβιετικό σύμφωνο και στον Χίτλερ, το σύνεργό του». «Δεν πίστευε ότι θα γινόταν πόλεμος με τους ναζί». Οι συκοφαντίες αυτές σκοπό έχουν να αμαυρώσουν τα ιστορικά κατορθώματα των κομμουνιστών και, κατά συνέπεια, να αυξήσουν το κύρος των αντιπάλων τους.

Ο Ζούκοφ, που έπαιξε ουσιαστικό ρόλο στην ανάληψη της εξουσίας από τον Χρουστσόφ μεταξύ 1953 και 1957, στα Απομνημονεύματά του, θέλησε να διαψεύσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την περιβόητη μυστική έκθεση του Χρουστσόφ. Σε ό,τι αφορά στην προετοιμασία της χώρας για τον πόλεμο, καταλήγει ως εξής:

«Το έργο της εθνικής άμυνας, όσον αφορά στα χαρακτηριστικά του και τις θεμελιακές και ουσιαστικές του κατευθύνσεις, είχε υλοποιηθεί κατά τον επιθυμητό τρόπο. Για χρόνια, έγιναν όλα ή σχεδόν όλα όσα ήταν δυνατό να γίνουν τόσο στον οικονομικό όσο και στον κοινωνικό τομέα. Όσο για την περίοδο που εκτείνεται από το 1939 ως τα μέσα του 1941, είναι μια εποχή όπου ο λαός και το Κόμμα κατέβαλαν, για να ενισχύσουν την άμυνα, ιδιαίτερα σημαντικές προσπάθειες, προσπάθειες που απαιτούσαν τη χρησιμοποίηση όλων των δυνάμεων και όλων των μέσων.
Μια αναπτυγμένη βιομηχανία, μια κολεκτιβοποιημένη γεωργία, η δημόσια εκπαίδευση, που επεκτάθηκε στο σύνολο του πληθυσμού, η ενότητα του έθνους, η ισχύς του σοσιαλιστικού κράτους, το υψηλό επίπεδο πατριωτισμού του λαού, η καθοδήγηση που, χάρη στο Κόμμα, μπορούσε κάθε στιγμή να διασφαλίσει την ενότητα ανάμεσα στο μέτωπο και τα μετόπισθεν, όλο αυτό το σύνολο παραγόντων αποτελούσε την πρώτη αιτία της μεγάλης νίκης με την οποία έμελλε να στεφθεί ο αγώνας μας κατά του φασισμού. Και μόνο το γεγονός ότι η σοβιετική βιομηχανία μπόρεσε να παραγάγει κολοσσιαία ποσότητα πολεμικού υλικού: γύρω στα 490.000 πυροβόλα και όλμους, πάνω από 102.000 άρματα μάχης και αεριωθούμενα, πάνω από 137.000 μαχητικά αεροπλάνα, αποδείχνει ότι οι βάσεις της οικονομίας, από στρατιωτική άποψη, είχαν μπει κατά τον επιθυμητό τρόπο και ήταν στέρεες. (...).

Σε ό,τι ήταν ουσιαστικό και θεμελιώδες, το Κόμμα και ο λαός κατάφεραν να προετοιμάσουν την άμυνα της πατρίδας. Και βέβαια, από το ουσιαστικό και το θεμελιώδες είναι που, σε τελική ανάλυση, κρίνεται η τύχη μιας χώρας που βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση».

Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ

Για να προσβάλουν το τεράστιο κύρος του Στάλιν, που ήταν αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος στρατιωτικός ηγέτης του αντιφασιστικού πολέμου, οι εχθροί του μακρολογούν για το «μνημειώδες σφάλμα» που διέπραξε μη προβλέποντας την ακριβή ημερομηνία της επίθεσης.

Ο Χρουστσιόφ, στη μυστική του έκθεση, υποστηρίζει:

«Ντοκουμέντα δείχνουν ότι στις 3 Απρίλη του 1941 ο Τσόρτσιλ προειδοποίησε προσωπικά τον Στάλιν πως οι Γερμανοί είχαν προβεί σε ανασύνταξη των ένοπλων δυνάμεων τους με πρόθεση να επιτεθούν στη Σοβιετική Ένωση. (...) Ωστόσο, ο Στάλιν αδιαφόρησε για τις προειδοποιήσεις αυτές».

Ο Χρουστσόφ συνεχίζει, λέγοντας ότι Σοβιετικοί στρατιωτικοί ακόλουθοι στο Βερολίνο είχαν μεταφέρει φήμες σύμφωνα με τις οποίες η επίθεση κατά της ΕΣΣΔ θα άρχιζε είτε στις 14 Μάη είτε στις 15 Ιούνη.

«Παρά τις σοβαρές αυτές προειδοποιήσεις, δεν είχαν παρθεί τα αναγκαία μέτρα για την προετοιμασία της άμυνας της χώρας. (...) Όταν τα φασιστικά στρατεύματα εισέβαλαν πραγματικά στο σοβιετικό έδαφος, η Μόσχα διέταξε να μην απαντηθούν τα γερμανικά πυρά. (...) Κάποιος Γερμανός πολίτης πέρασε τα σύνορά μας και υπέδειξε ότι τα γερμανικά στρατεύματα είχαν πάρει εντολές να εξαπολύσουν την επίθεσή τους τη νύχτα της 22ης Ιούνη, στις 3 η ώρα. Ο Στάλιν ενημερώθηκε αμέσως, αλλά και αυτή η προειδοποίηση αγνοήθηκε».

Η εκδοχή αυτή προβάλλεται απ’ όλη την αστική και αναθεωρητική φιλολογία. Ο Έλενσταίν, για παράδειγμα, γράφει ότι μέσα «στο δικτατορικό και προσωπικό σύστημα που ο Στάλιν είχε εγκαθιδρύσει, κανένας δεν τολμούσε να τον μεταπείσει για την εσφαλμένη αυτή κρίση του».
Τι θα μπορούσε να ειπωθεί για την πρώτη αυτή μέρα του πολέμου;

Ο Στάλιν ήξερε πάρα πολύ καλά ότι ο πόλεμος θα ήταν εξαιρετικά σκληρός, ότι οι φασίστες θα εξολόθρευαν αλύπητα τους Σοβιετικούς κομμουνιστές και, επιβάλλοντας τρομοκρατία χωρίς
προηγούμενο, θα καθιστούσαν υπόδουλους τους σοβιετικούς λαούς.

Η χιτλερική Γερμανία είχε ενισχυθεί απ’ όλο το ευρωπαϊκό οικονομικό δυναμικό. Κάθε μήνας, κάθε βδομάδα ειρήνης συνέβαλλε σημαντικά στην ενίσχυση της άμυνας της Σοβιετικής Ένωσης. Ο στρατάρχης Βασιλέφσκι σημειώνει:

«Η πολιτική ηγεσία της χώρας έβλεπε ότι ο πόλεμος πλησίαζε και κατέβαλλε τις μέγιστες δυνατές προσπάθειες για να καθυστερήσει τη χρονική στιγμή που η Σοβιετική Ενωση θα εμπλεκόταν στη σύρραξη. Ήταν μια συνετή και ρεαλιστική γραμμή. Η πρακτική της εφαρμογή απαιτούσε πρώτα απ’ όλα επιδέξιο χειρισμό των διπλωματικών σχέσεων με τις καπιταλιστικές χώρες, που ήταν ιδιαίτερα επιθετικές». Ο στρατός πήρε πολύ αυστηρές οδηγίες «να μην προβεί σε καμιά ενέργεια που η χιτλερική ηγεσία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να οξύνει την κατάσταση, για στρατιωτικές προκλήσεις».

Η κατάσταση στα σύνορα ήταν πολύ τεταμένη από το Μάη του 1941. Ο Κόκκινος Στρατός έπρεπε να διατηρήσει την ψυχραιμία του και να μην αφήσει να τον παρασύρουν οι γερμανικές προκλήσεις. Ο Βασιλέφσκι λέει σχετικά:

«Η κήρυξη των στρατευμάτων της συνοριακής ζώνης σε κατάσταση συναγερμού είναι από μόνη της ένα εξαιρετικό γεγονός. Η πρόωρη κήρυξη συναγερμού στις ένοπλες δυνάμεις μπορεί να προκαλέσει όχι λιγότερο κακό απ’ ό,τι η καθυστέρησή της. Από την εχθρική πολιτική ενός γειτονικού κράτους ως τον πόλεμο, υπάρχει συχνά τεράστια απόσταση».

Ο Χίτλερ δεν είχε κατορθώσει να κατακτήσει την Αγγλία ούτε να την κλονίσει. Επομένως, η Βρετανική Αυτοκρατορία παρέμενε πάντοτε η πρώτη δύναμη στον κόσμο. Ο Στάλιν ήξερε ότι ο Χίτλερ θα απέφευγε με κάθε τρόπο έναν πόλεμο σε δύο μέτωπα. Υπήρχαν εμπεριστατωμένα επιχειρήματα για να πιστεύει κανείς ότι ο Χίτλερ θα έκανε τα πάντα προκειμένου να νικήσει την Αγγλία προτού αρχίσει τις εχθροπραξίες κατά της ΕΣΣΔ.

Από αρκετούς μήνες, ο Στάλιν έπαιρνε πληροφορίες από τις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες που πρόβλεπαν γερμανική επίθεση σε μία ή δύο βδομάδες. Πολλές από τις πληροφορίες αυτές ήταν επίβουλες διαδόσεις των Βρετανών ή των Αμερικανών που ήθελαν να στρέψουν τους φασιστικούς λύκους κατά της σοσιαλιστικής χώρας. Κάθε μέτρο ενίσχυσης της άμυνας στα σοβιετικά σύνορα γινόταν αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους κύκλους της Δεξιάς στις Ηνωμένες Πολιτείες για ν’ αναγγελθεί μια επικείμενη επίθεση της ΕΣΣΔ κατά της Γερμανίας. Ο Ζούκοφ σημειώνει:

«Την άνοιξη του 1941, στις δυτικές χώρες διαδίδονταν κατά κόρον πληροφορίες προβοκατόρικου χαρακτήρα αναφορικά με σημαντικές στρατιωτικές προετοιμασίες που η Σοβιετική Ένωση είχε δήθεν αναλάβει κατά της Γερμανίας».

Η αγγλοαμερικανική Δεξιά έσπρωχνε, λοιπόν, τους φασίστες ενάντια στην ΕΣΣΔ.

Επιπλέον, ο Στάλιν δεν είχε καμιά εγγύηση για τη στάση των Αγγλων και των Αμερικανών σε περίπτωση ναζιστικής επίθεσης κατά της ΕΣΣΔ. Το Μάη του 1941, ο Ρούντολφ Ες, ο υπ’ αριθμ. δύο του ναζιστικού κόμματος, είχε φτάσει στην Αγγλία. Ο Σέφτον Ντέμλερ, διευθυντής ενός αγγλικού ραδιοφωνικού σταθμού ειδικευμένου σε προπαγανδιστικές εκπομπές με κατεύθυνση τη Γερμανία, σημειώνει στο βιβλίο του:

«Ο Ες δήλωσε ότι σκοπός του ταξιδιού του ήταν να προσφέρει την ειρήνη στους Άγγλους “κάτω από οποιεσδήποτε προϋποθέσεις”, αρκεί η Μεγάλη Βρετανία να δεχόταν να συμμετάσχει σε επίθεση κατά της Ρωσίας στο πλευρό της Γερμανίας. (...) “Μια νίκη της Αγγλίας, σε συμμαχία με τους Ρώσους", δήλωνε ο Ες, “θα σήμαινε νίκη των μπολσεβίκων. Θα σήμαινε αργά ή γρήγορα την κατάληψη της Γερμανίας και της υπόλοιπης Ευρώπης από τους Ρώσους”».

Στην Αγγλία, η τάση για συνεννόηση με τον Χίτλερ ενάντια στην ΕΣΣΔ είχε βαθιές ρίζες. Ένα πολύ πρόσφατο γεγονός ήρθε να το επιβεβαιώσει. Αρχές του 1993, στη Μεγάλη Βρετανία ξέσπασε διαμάχη σχετικά με το βιβλίο The End of Glory, μια βιογραφία του Τσόρτσιλ γραμμένη από τον Τζον Τσάρμλι. Ο Αλαν Κλαρκ, πρώην υπουργός Άμυνας της Θάτσερ, παρέμβηκε για να πει ότι ο Τσόρτσιλ θα είχε ενεργήσει καλύτερα αν είχε υπογράψει συνθήκη ειρήνης με τη Γερμανία την άνοιξη του 1941. Η ναζιστική Γερμανία και η μπολσεβίκικη Ρωσία θα είχαν αλληλοσπαραχτεί και η Αγγλία θα είχε καταφέρει να διατηρήσει την Αυτοκρατορία της!

Ας επιστρέφουμε στις αρχές του 1941.0 Στάλιν δεχόταν τότε πάνω στο γραφείο του πολλές πληροφορίες απ’ όλο τον κόσμο, που ανάγγελλαν επικείμενη επίθεση της Γ ερμανίας κατά της Αγλίας. Βλέποντας την ίδια στιγμή αναφορές, που προέρχονταν από την Αγγλία και που ανάγγελλαν επικείμενη επίθεση των ναζί κατά της Σοβιετικής Ενωσης, όφειλε να αναρωτηθεί: σε ποιο βαθμό πρόκειται για αγγλική παραπληροφόρηση, που αποβλέπει στην αποτροπή χιτλερικής επίθεσης κατά της Μεγάλης Βρετανίας;

Μετά τον πόλεμο, έγινε γνωστό ότι ο στρατάρχης Κάιτελ, εφαρμόζοντας εντολή του Χίτλερ της 3ης Φλεβάρη του 1941, είχε οργανώσει αυτό που αποκάλεσε «το πιο σημαντικό τέχνασμα παραπληροφόρησης στην ιστορία». Ο Ζούκοφ γράφει:

«(Ο γερμανικός στρατός) είχε τυπώσει σε μεγάλη ποσότητα ολόκληρη σειρά ντοκουμέντων σχετικών με την Αγγλία. Στις μονάδες είχαν σταλεί διερμηνείς αγγλικών. Προετοιμαζόταν η “απομόνωση” ορισμένων περιφερειών στις ακτές της Μάγχης, του Παντέ-Καλέ και της Νορβηγίας. Διαδίδονταν πληροφορίες σχετικά με ένα ανύπαρκτο αερομεταφερόμενο σώμα. Κατά μήκος των ακτών, είχαν εγκατασταθεί ψεύτικα πυροβολεία. (...) Η γερμανική προπαγάνδα, έχοντας διακόψει τις συνηθισμένες επιθέσεις της ενάντια στη Σοβιετική Ένωση, καταφερόταν πια μόνο κατά της Αγγλίας».

Όλα αυτά εξηγούν την εξαιρετική περίσκεψη που επέδειξε ο Στάλιν. Δεν ήταν σε καμιά περίπτωση ο τυφλός δικτάτορας που περιγράφει ο Έλενσταίν, αλλά ένας εξαιρετικά διορατικός κομμουνιστής ηγέτης που ζύγιζε όλες τις πιθανότητες. Ο Ζούκοφ αναφέρει σχετικά:

«Μια φορά, ο Στάλιν μου είπε: “Κάποιος μας στέλνει πολύ σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τις προθέσεις της χιτλερικής κυβέρνησης, αλλά έχουμε ορισμένες αμφιβολίες”... Ίσως να αναφε ρόταν στον Ρ. Ζόργκε».

Σύμφωνα με τον Ζούκοφ, οι σοβιετικές υπηρεσίες πληροφοριών φέρουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης ως προς τη λαθεμένη εκτίμηση για την ημερομηνία της επίθεσης. Στις 20 Μάρτη του 1941, ο αρχηγός τους, ο στρατηγός Γκόλικοφ, υπέβαλε στον Στάλιν έκθεση που περιείχε πληροφορίες εξαιρετικής σημασίας. Ανέφεραν, συγκεκριμένα, ότι η επίθεση θα γινόταν μεταξύ 15 Μάη και 15 Ιούνη. Αλλά στα συμπεράσματά του, ο Γ κόλικοφ σημείωνε ότι επρόκειτο για «παραπληροφόρηση, προερχόμενη από τις βρετανικές ή ίσως από τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες». Ο Γκόλικοφ εκτίμησε ότι η επίθεση θα γινόταν «τη στιγμή που θα ακολουθούσε τη νίκη της Γερμανίας επί της Αγγλίας».

Στις 13 Ιούνη, ο Τιμοσένκο ζητάει από τον Στάλιν να θέσει τα στρατεύματα σε κατάσταση συναγερμού.

«Θα το σκεφτούμε», απαντάει ο Στάλιν. Την επομένη, ο Τιμοσένκο και ο Ζούκοφ επαναφέρουν το ζήτημα. Ο Στάλιν τους λέει:

«Μου προτείνετε να προχωρήσω σε κινητοποίηση. Μα αυτό σημαίνει πόλεμο! Το καταλαβαίνετε;».

Ο Ζούκοφ αποκρίνεται ότι, σύμφωνα με τις υπηρεσίες πληροφοριών, οι γερμανικές μεραρχίες έχουν συμπληρωθεί. Ο Στάλιν ανταπαντά:

«Δεν μπορούμε να πιστέψουμε όλα όσα λένε οι υπηρεσίες πληροφοριών.»

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, ο Στάλιν δέχεται ένα τηλεφώνημα από τον Χρουστσιόφ.

«Από τις απαντήσεις του», θα γράψει ο Ζούκοφ, «καταλάβαμε ότι το θέμα αφορούσε στη γεωργία. “Ωραία”, είπε ο Στάλιν. Ο Χρουστσιόφ του περιέγραφε χωρίς αμφιβολία τις ρόδινες προοπτικές για μια καλή σοδειά».

Απ’ τη μεριά του Ζούκοφ, η παρατήρηση αυτή φανερώνει περίτεχνη δολιότητα. Ξέρουμε ότι ο Χρουστσόφ επιτέθηκε στον Στάλιν για «έλλειψη επαγρύπνησης» και για «ανευθυνότητα». Αλλά τη στιγμή ακριβώς που ο Ζούκοφ, ο Τιμοσένκο και ο Στάλιν εκτιμούν τις πιθανότητες μιας επικείμενης επίθεσης, ο άγρυπνος Χρουστσόφ μιλάει για λαχανικά και δημητριακά...

Το βράδυ της 21 ης Ιούνη, ένας Γερμανός λιποτάκτης αναφέρει ότι η επίθεση θ’ αρχίσει την επόμενη νύχτα. Ο Τιμοσένκο, ο Ζούκοφ και ο Βατούτιν καλούνται να παρουσιαστούν στο γραφείο του Στάλιν που τους ρωτάει:

«Και αν οι Γερμανοί στρατηγοί μας στέλνουν αυτόν το λιποτάκτη για να προκαλέσουν μια σύγκρουση;»

Ο Τιμοσένκο απαντάει: «Λέει αλήθεια».

Στάλιν: «Τι θα κάνουμε;»

Τιμοσένκο: «Τα στρατεύματα πρέπει να τεθούν σε συναγερμό».

Επειτα από μια σύντομη συζήτηση, οι στρατιωτικοί συντάσσουν ένα κείμενο στο οποίο ο Στάλιν κάνει μερικές διορθώσεις. Να η ουσία του.

«Διατάσσω:

α) Στη διάρκεια της νύχτας 21 προς 22.6.41 να καταληφθούν κρυφά οι εστίες πυράς των οχυρωμένων τομέων στα κρατικά σύνορα.

β) Κατά τα ξημερώματα της 22.6.41 να αποκεντρωθεί στα αεροδρόμια εκστρατείας ολόκληρη η αεροπορία, μαζί και η αεροπορία των τμημάτων και να καμουφλαριστεί επιμελώς.

γ) Όλα τα τμήματα να τεθούν σε πολεμικό συναγερμό, τα τμήματα να παραμείνουν αποκεντρωμένα και καμουφλαρισμένα».

Υπογράφουν Τιμοσένκο και Ζούκοφ. Η διαβίβασή του στις περιοχές ολοκληρώνεται λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Είναι ήδη 22 Ιούνη του 1941.

Σχετικά με τους πρώτους μήνες του πολέμου, ο Χρουστσόφ γράφει:

«Μετά τις πρώτες ήττες και τις πρώτες πανωλεθρίες στο μέτωπο, ο Στάλιν σκέφτηκε ότι ήρθε το τέλος. (...) Ο Στάλιν δεν καθοδηγούσε ουσιαστικά -και για μεγάλο χρονικό διάστημα- τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και έπαψε να κάνει οτιδήποτε. Δεν ξαναπήρε τον έλεγχο στα χέρια του παρά μόνο αφού δέχτηκε την επίσκεψη ορισμένων μελών του Πολιτικού Γ ραφείου». «Εγινε μια απόπειρα να συγκληθεί Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής τον Οκτώβρη του 1941, τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής κλήθηκαν στη Μόσχα. (...) Ο Στάλιν δε θέλησε ούτε να συναντήσει τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής ούτε να τους μιλήσει. Το γεγονός αυτό δείχνει πόσο είχε χάσει το ηθικό του ο Στάλιν τους πρώτους μήνες του πολέμου».

Ο Ελενσταίν επαυξάνει:

«Από τις 22 Ιούνη ως τις 3 Ιούλη, ο Στάλιν εξαφανίστηκε εντελώς. Έπινε συνέχεια βότκα και δεν ξεμέθυσε για έντεκα σχεδόν μέρες».
Ας επιστρέφουμε λοιπόν στον Στάλιν μας, τύφλα στο μεθύσι για έντεκα μέρες και με σπασμένο το ηθικό για άλλους τέσσερις μήνες.

Όταν στις 22 Ιούνη του 1941, στις 3 και 40' το πρωί, ο Ζούκοφ του ανακοινώνει ότι γερμανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν μεθοριακές πόλεις, ο Στάλιν του λέει να συγκαλέσει το Πολιτικό Γραφείο.
Τα μέλη του συγκεντρώνονται στις 4 και 30'. Ο Βατούτιν τους πληροφορεί ότι γερμανικές χερσαίες μονάδες έχουν περάσει στην επίθεση. Λίγο αργότερα, ανακοινώνεται η κήρυξη του πολέμου από τη Γερμανία.

Ο Στάλιν καταλαβαίνει καλύτερα απ’ τον καθένα σε τι βαρβαρότητα θα υποβληθεί η χώρα του. Παραμένει σιωπηλός για πολλή ώρα. Ο Ζούκοφ θυμάται τη δραματική αυτή στιγμή:

«Ο Στάλιν ήταν ένας άνθρωπος με θέληση, με αστραποβόλο βλέμμα, όπως λέμε. Μία μόνο φορά τον είδα αρκετά καταβλημένο. Ήταν την αυγή της 22ης Ιούνη του 1941: η πεποίθησή του για τη δυνατότητα αποτροπής του πολέμου μόλις είχε διαλυθεί».

Ο Ζούκοφ προτείνει τότε άμεση επίθεση κατά των εχθρικών μονάδων. Ο Στάλιν του λέει να συντάξει μια οδηγία, που φεύγει στις 7 και 15 '. «Δεν ανταποκρινόταν πια στην πραγματικότητα και δεν εφαρμόστηκε», σημειώνει ο Ζούκοφ.

Ο ισχυρισμός του Χρουστσιόφ σύμφωνα με τον οποίο ο Στάλιν «διέταξε να μην απαντηθούν τα γερμανικά πυρά» είναι επομένως ψευδής.

Αν ο Στάλιν κλονίστηκε τη στιγμή που έμαθε ότι ξέσπασε ο πόλεμος, «μετά τις 22 Ιούνη του 1941 και σε όλη τη διάρκεια του πολέμου ο Ιωσήφ Στάλιν εγγυόταν την αποφασιστική καθοδήγηση της χώρας, του πολέμου και των διεθνών μας σχέσεων».

Εξάλλου, την ίδια αυτή μέρα της 22ης Ιούνη, ο Στάλιν παίρνει αποφάσεις μεγάλης σημασίας. Ο Ζούκοφ αναφέρει σχετικά:

«Γύρω στη μία το μεσημέρι της 22ης Ιούνη, με φώναξε ο Στάλιν: “Οι διοικητές των μετώπων μας δεν έχουν αρκετή πείρα στη διεύθυνση των στρατιωτικών επιχειρήσεων, και, προφανώς, αρκετοί βρίσκονται σε αμηχανία. Το Πολιτικό  Γραφείο αποφάσισε να σας στείλει στο νοτιοδυτικό μέτωπο με την ιδιότητα του εκπροσώπου της Στάφκα. Στο δυτικό μέτωπο, θα στείλουμε το στρατάρχη Σαπόσνικοφ και το στρατάρχη Κούλικ”». Η Στάφκα ήταν το επιτελείο των στρατιωτικών και πολιτικών αρχηγών που περιέβαλλαν τον ανώτατο διοικητή, τον Στάλιν.

Το βράδυ της ίδιας μέρας, ο Ζούκοφ βρίσκεται ήδη στο Κίεβο. Εκεί μαθαίνει ότι ο Στάλιν μόλις έχει εκδώσει οδηγία για ν’ αρχίσουν επιχειρήσεις αντεπίθεσης. Ο Ζούκοφ κρίνει ότι είναι πρόωρη, αφού το Γενικό Επιτελείο δε διαθέτει ακόμα πληροφορίες για το τι πραγματικά συμβαίνει στα μέτωπα. Ωστόσο, ήδη από τις 24 Ιούνη, ο Ζούκοφ εξαπολύει αντεπίθεση με το 8ο και το 15ο μηχανοκίνητο σώμα. Ήταν «μια απ’ τις πρώτες πετυχημένες αντεπιθέσεις».

Δίκαια ο Ζούκοφ εφιστά την προσοχή στην «επιβλητική μάχη των συνόρων, της αρχικής περιόδου του πολέμου» που, όπως λέει, πολύ λίγο έχει μελετηθεί. Και βέβαια αυτό δεν είναι τυχαίο. Για τις ανάγκες των πολιτικών ραδιουργιών του, ο Χρουστσόφ έπρεπε να περιγράφει αυτή την περίοδο σαν μια ακολουθία εγκληματικών λαθών από τη μεριά του Στάλιν που είχε δήθεν αποδιοργανώσει εντελώς την άμυνα. Όμως, απέναντι στον αιφνιδιαστικό πόλεμο των ναζί, η αποδιοργάνωση, οι ήττες, οι σημαντικές απώλειες ήταν σε μεγάλο βαθμό αναπόφευκτες. Το σημαντικότερο γεγονός είναι ότι, κάτω από εξαιρετικά δύσκολες περιστάσεις, ο στρατός και τα διοικητικά στελέχη του αντιστάθηκαν με πείσμα και αποφασιστικότητα και, δίνοντας ηρωικές μάχες, άρχισαν να δημιουργούν από τις πρώτες κιόλας μέρες τις προϋποθέσεις για την αποτυχία του αιφνιδιαστικού πολέμου. Και όλα αυτά έγιναν δυνατά, σε μεγάλο βαθμό, χάρη στη δυναμική καθοδήγηση του Στάλιν.

Ήδη από τις 26 Ιούνη, ο Στάλιν παίρνει τη στρατηγικής σημασίας απόφαση να συγκροτήσει εφεδρικό μέτωπο, περίπου τριακόσια χιλιόμετρα πίσω από το μέτωπο, για να αναχαιτίσει τον εχθρό αν, παρ’ ελπίδα, κατόρθωνε να διασπάσει την άμυνα.

Την ίδια αυτή μέρα, διασπάται το δυτικό μέτωπο και οι ναζί εφορμούν στο Μινσκ, την πρωτεύουσα της Λευκορωσίας. Το βράδυ, ο Στάλιν καλεί τους Τιμοσένκο, Ζούκοφ και Βατούτιν και τους λέει:

«Σκεφτείτε και πείτε τι μπορεί να γίνει με την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί.» Ο Ζούκοφ μεταφέρει:

«Όλες οι προτάσεις μας επιδοκιμάστηκαν από τον Στάλιν: δημιουργία στις αρτηρίες που οδηγούν στη Μόσχα κλιμακωτής σε βάθος αμυντικής διάταξης, εξάντληση του εχθρού και, μετά την αναχαίτισή του στις αμυντικές γραμμές, αντεπίθεση όταν θα έχουν συγκεντρωθεί οι απαιτούμενες δυνάμεις, χάρη στην Απω Ανατολή και σε νέους στρατιωτικούς σχηματισμούς».

Στις 29 Ιούνη, αποφασίζεται η λήψη μιας σειράς μέτρων: ο Στάλιν θα τα ανακοινώσει στο λαό στην περίφημη ραδιοφωνική ομιλία του στις 3 Ιούλη του 1941. Το περιεχόμενό της εντυπωσίασε ιδιαίτερα όλους τους Σοβιετικούς χάρη στην απλότητά του και το πείσμα που ανέδινε για τη νίκη. Ο Στάλιν είπε συγκεκριμένα:

«Ο εχθρός είναι σκληρός και ανελέητος. Βάζει για σκοπό του να κατακτήσει τη γη μας, την ποτισμένη με τον ιδρώτα μας, ν’ αρπάξει το στάρι μας και τα πετρέλαιά μας, τον καρπό της δουλειάς μας. Βάζει για σκοπό του να παλινορθώσει την εξουσία των τσιφλικάδων, να παλινορθώσει τον τσαρισμό, να καταστρέψει τον εθνικό πολιτισμό και την εθνική ανεξαρτησία των Ρώσων, Ουκρανών, Λευκορώσων, Λιθουανών, Λετονών, Εσθονών, Ουζμπέκων, Τατάρων, Μολδαβών, Γεωργιανών, Αρμενίων, Αζερμπαίτζανών και άλλων ελεύθερων λαών της Σοβιετικής Ένωσης, να τους εκγερμανίσει, να τους μεταβάλει σε δούλους των Γερμανών δουκών και βαρόνων.

Πρόκειται λοιπόν για ζήτημα ζωής ή θανάτου του σοβιετικού κράτους, ζωής ή θανάτου των λαών της ΕΣΣΔ. Πρόκειται για το αν οι λαοί της Σοβιετικής Ένωσης θα είναι ελεύθεροι ή θα υποδουλωθούν. (...) Να μην ξέρουν οι άνθρωποί μας τι είναι φόβος στον αγώνα και να πηγαίνουν με αυταπάρνηση στον απελευθερωτικό μας πόλεμο για την Πατρίδα ενάντια στους φασίστες υποδουλωτές. Ο μεγάλος Λένιν, ο ιδρυτής του κράτους μας, έλεγε πως βασική ιδιότητα των σοβιετικών ανθρώπων πρέπει να είναι η τόλμη, το θάρρος, η άγνοια του φόβου μέσα στον αγώνα, η θέληση να πολεμήσουν μαζί με το λαό ενάντια στους εχθρούς της Πατρίδας μας. (...)

Ο Κόκκινος Στρατός, ο Κόκκινος Στόλος και όλοι οι πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης πρέπει να υπερασπίζονται κάθε σπιθαμή της σοβιετικής γης, να μάχονται ως την τελευταία σταγόνα του αίματός τους για τις πόλεις και τα χωριά μας. (...) Πρέπει να δυναμώσουμε τα μετόπισθεν του Κόκκινου Στρατού, υποτάσσοντας όλη τη δουλειά μας στα συμφέροντα αυτής της υπόθεσης, να εξασφαλίσουμε την εντατική λειτουργία όλων των επιχειρήσεων, να παράγουμε περισσότερα τουφέκια, πολυβόλα, πυροβόλα, σφαίρες, οβίδες, αεροπλάνα. (...)

Πρέπει να οργανώσουμε την αμείλικτη πάλη ενάντια σ’ αυτούς που αποσυνθέτουν τα μετόπισθεν, τους λιποτάκτες, τους πανικόβλητους, τους διαδοσίες, να εξοντώσουμε τους κατασκόπους, τους αντιπερισπαστές του εχθρού. (...) Σε περίπτωση ανάγκης υποχώρησης των τμημάτων του Κόκκινου Στρατού, πρέπει να αποσύρουμε όλο το τροχαίο σιδηροδρομικό υλικό, να μην αφήνουμε στον εχθρό ούτε μια ατμομηχανή, ούτε ένα βαγόνι, να μην αφήνουμε στον εχθρό ούτε ένα κιλό στάρι, ούτε ένα λίτρο καύσιμα. (...) Στις περιοχές τις κατεχόμενες από τον εχθρό, πρέπει να σχηματίζονται τμήματα παρτιζάνων, έφιππα και πεζά, να σχηματίζονται ομάδες καταστροφής για την πάλη ενάντια στα τμήματα του εχθρικού στρατού, για ν’ ανάψει ο ανταρτοπόλεμος. (...) Εμπρός, για τη νίκη!».

Στις 10 Ιούλη αρχίζει η μάχη του Σμολένσκ. Μετά την κατάληψη αυτής της στρατηγικής σημασίας πόλης, οι χιτλερικοί πιστεύουν πως μπορούν να εφορμήσουν στη Μόσχα, που βρίσκεται λιγότερο από 300 χιλιόμετρα μακριά. Η μάχη για το Σμολένσκ θα είναι λυσσαλέα και θα διαρκέσει δυο μήνες!

«Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αρχική περίοδο του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. (...) Οι χιτλερικοί είχαν χάσει σ’ αυτή 250.000 στρατιώτες και αξιωματικούς. (...) Έτσι, είχαμε κερδίσει χρόνο για να προετοιμάσουμε στρατηγικές εφεδρείες και να πάρουμε αμυντικά μέτρα προς την κατεύθυνση της Μόσχας».

Ο Βασιλέφσκι κάνει το ακόλουθο σχόλιο:

«Η μάχη του Σμολένσκ στάθηκε η αρχή της χρεοκοπίας του “κεραυνοβόλου πολέμου”. (...) Στάθηκε ένα θαυμάσιο, αλλά και πανάκριβο, βέβαια, σχολειό επεξεργασίας της πολεμικής τέχνης για το σοβιετικό μαχητή και διοικητή, ένα πολύτιμο σχολειό για τη σοβιετική διοίκηση, συμπεριλαμβανομένης και της Ανώτατης Διοίκησης, του Στάλιν».

Στις 30 Σεπτέμβρη, οι ναζί αρχίζουν την τελική επίθεση για την κατάληψη της Μόσχας.

450.000 κάτοικοι της πρωτεύουσας, 75% από τους οποίους γυναίκες, κινητοποιούνται για να κατασκευάσουν οχυρωματικά έργα και αντιαρματικές αμυντικές ζώνες. Τα στρατεύματα του στρατηγού Πανφίλοφ δίνουν ιστορικές μάχες για να υπερασπίσουν Το ύψωμα του Βολοκολάμσκ, μάχες που αποθανατίστηκαν στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Αλεξάντρ Μπεκ. Η Μόσχα βομβαρδίζεται από τη γερμανική πολεμική αεροπορία. Οι ναζί είναι στα 80 χιλιόμετρα. Ένα μέρος των κτιρίων της διοίκησης εκκενώνεται. Ο πανικός αρχίζει να κυριεύει τους κατοίκους.

Ομως ο Στάλιν αποφασίζει να μείνει στη Μόσχα. Οι μάχες γίνονται όλο και πιο σκληρές και, αρχές Νοέμβρη, η ναζιστική επίθεση αναχαιτίζεται. Αφού συμβουλεύεται τον Ζούκοφ, ο Στάλιν παίρνει την απόφαση να οργανώσει την παραδοσιακή στρατιωτική παρέλαση στις 7 Νοέμβρη στην Κόκκινη Πλατεία. Είναι μια πραγματική πρόκληση για τα ναζιστικά στρατεύματα που έχουν στρατοπεδεύσει μπροστά στις πύλες της Μόσχας. Ο Στάλιν βγάζει ένα λόγο που θα μεταδοθεί σε όλη τη χώρα.

«Ο εχθρός έφτασε στα πρόθυρα του Λένινγκραντ και της Μόσχας. Ο εχθρός υπολόγιζε πως με το πρώτο κιόλας χτύπημα ο στρατός μας θα σκορπιστεί και η χώρα μας θα γονατίσει. Μα ο εχθρός έπεσε τρομερά έξω στους υπολογισμούς του. Ο στρατός και ο στόλος μας, παρά τις προσωρινές αποτυχίες, αποκρούει ηρωικά τις επιθέσεις του εχθρού σε όλο το μήκος του μετώπου, προξενώντας του βαριές απώλειες, ενώ η χώρα μας -ολόκληρη η χώρα μας- οργανώθηκε σ’ ένα ενιαίο πολεμικό στρατόπεδο για να τσακίσει, μαζί με το στρατό μας και το ναυτικό μας, τους Γερμανούς κατακτητές. (...) Επιτρέπεται, λοιπόν, ν’ αμφιβάλλουμε ότι μπορούμε και πρέπει να νικήσουμε τους Γερμανούς κατακτητές; Ο εχθρός δεν είναι τόσο δυνατός όσο τον φαντάζονται μερικοί τρομαγμένοι διανοούμενοι. Ο διάβολος δεν είναι τόσο τρομερός όσο τον παρουσιάζουν. (...)

Σύντροφοι κόκκινοι φαντάροι και κόκκινοι ναύτες, διοικητές και πολιτικοί καθοδηγητές, παρτιζάνοι και παρτιζάνος! Εσάς ατενίζει όλος ο κόσμος σαν μια δύναμη ικανή να εκμηδενίσει τις ληστρικές στρατιές των Γερμανών κατακτητών. Σας ατενίζουν οι υποδουλωμένοι λαοί της Ευρώπης, που έχουν υποταχθεί στους Γερμανούς κατακτητές, σαν απελευθερωτές τους. Σας έλαχε μια μεγάλη απελευθερωτική αποστολή. Φανείτε άξιοι αυτής της αποστολής! Η νικηφόρα σημαία του μεγάλου Λένιν ας είναι οδηγός σας!».

Στις 15 Νοέμβρη, οι ναζί επιχειρούν τη δεύτερη επίθεσή τους κατά της Μόσχας. Στις 25, ορισμένες προωθημένες μονάδες εισχωρούν στα νότια προάστια της Μόσχας. Αλλά στις 5 Δεκέμβρη, η επίθεση αναχαιτίζεται. Όλο αυτό το διάστημα, νέα στρατεύματα απ’ όλη τη χώρα καταφτάνουν στη Μόσχα. Ακόμα και στις πιο δραματικές στιγμές, ο Στάλιν κράτησε στην εφεδρεία τις στρατηγικές αυτές δυνάμεις. Ο Ροκοσόφσκι γράφει:

«Αυτό απαιτούσε αυστηρό υπολογισμό και τεράστια αυτοκυριαρχία».

Αφού συμβουλεύτηκε όλους τους διοικητές, ο Στάλιν αποφασίζει μεγάλη αντεπίθεση που αρχίζει στις 5 Δεκέμβρη και στη διάρκεια της οποίας 720.000 κόκκινοι στρατιώτες απωθούν 800.000 χιτλερικούς από 100 ως 300 χιλιόμετρα.

«Για πρώτη φορά, τα “ανίκητα” γερμανικά στρατεύματα είχαν ηττηθεί, και ηττηθεί για τα καλά. Μπροστά στη Μόσχα, οι φασίστες είχαν χάσει πάνω από 500.000 άντρες, 1.300 άρματα μάχης, 2.500
πυροβόλα, πάνω από 15.000 αυτοκίνητα οχήματα και πολύ άλλο πολεμικό υλικό. Ο στρατός του Χίτλερ δεν είχε γνωρίσει μέχρι εκείνη τη στιγμή παρόμοιες απώλειες».

Πολλοί θεωρούν τη μάχη της Μόσχας ως την πραγματική καμπή του αντιφασιστικού πολέμου. Εγινε σε λιγότερο από έξι μήνες από τότε που ξέσπασε ο κεραυνοβόλος πόλεμος. Η ακλόνητη θέληση, η τεράστια οργανωτική ικανότητα και ο επιδέξιος χειρισμός των μεγάλων στρατηγικών προβλημάτων που επέδειξε ο Στάλιν, συνέβαλαν κατά πολύ.

Ο ΣΤΑΛΙΝ ΜΠΡΟΣΤΑ

ΣΤΟΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟ ΠΟΛΕΜΟ ΤΩΝ ΝΑΖΙ

Όταν μιλάμε για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, πρέπει πάντοτε να θυμόμαστε ότι στην πραγματικότητα δεν έγινε ένας μόνο πόλεμος, αλλά πολλοί. Ο πόλεμος που διεξήγαγαν ο γαλλικός και ο αγγλοαμερικανικός ιμπεριαλισμός κατά του Γερμανού ανταγωνιστή τους δεν είχε πολλά κοινά με τον αντιφασιστικό πατριωτικό πόλεμο που έδωσε η Σοβιετική Ένωση. Ο πόλεμος στη Δύση ήταν ένας πόλεμος ανάμεσα σε δύο αστικούς στρατούς. Στη μάχη κατά της χιτλερικής εισβολής, η γαλλική άρχουσα τάξη δεν ήθελε και δεν μπορούσε να κινητοποιήσει και να εξοπλίσει τις εργαζόμενες μάζες για έναν αγώνα μέχρις εσχάτων κατά του ναζισμού. Μετά την κατατρόπωση των στρατευμάτων του, ο Πετέν, ο ήρωας του A' Παγκόσμιου Πολέμου, υπέγραψε την πράξη συνθηκολόγησης και προχώρησε χωρίς πολλή σκέψη στη συνεργασία. Σχεδόν στο σύνολό της, η γαλλική μεγαλοαστική τάξη μπήκε κάτω από τις διαταγές του Χίτλερ, προσπαθώντας να αποκομίσει τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη από τη γερμανική Νέα Ευρώπη. Ο πόλεμος στη Δύση παρέμενε, κατά κάποιο τρόπο, ένας λίγο ως πολύ «πολιτισμένος» πόλεμος ανάμεσα σε «πολιτισμένους» αστούς.

Καμιά σύγκριση με τη Σοβιετική Ένωση. Ο σοβιετικός λαός χρειάστηκε ν’ αντιμετωπίσει έναν πόλεμο τελείως διαφορετικής φύσης. Και μία από τις αξίες του Στάλιν είναι ότι το κατάλαβε αυτό έγκαιρα και ότι προετοιμάστηκε ανάλογα.

Ήδη πριν από την έναρξη της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα, ο Χίτλερ είχε αναγγείλει καθαρά το χαρακτήρα του πολέμου. Στο Ημερολόγιό!ου, ο στρατηγός Χάλντερ παρέθεσε σημειώσεις από ένα λόγο που έβγαλε ο Χίτλερ στους στρατηγούς του, στις 30 Μάρτη του 1941.0 φύρερ μιλούσε για τον επικείμενο πόλεμο με τη Σοβιετική Ένωση:

«Πάλη δύο ιδεολογιών. Συντριπτική κρίση για τον μπολσεβικισμό: είναι σαν ένα έγκλημα κατά της κοινωνίας. Ο κομμουνισμός είναι ένας φοβερός κίνδυνος για το μέλλον. (...) Πρόκειται για έναν αγώνα ολοκληρωτικού αφανισμού. Αν δεν εξετάσουμε το ζήτημα απ’ αυτή τη σκοπιά, θα νικήσουμε σίγουρα τον εχθρό, αλλά σε τριάντα χρόνια ο κομμουνιστής εχθρός θα μας αντιταχθεί και πάλι. Δεν κάνουμε πόλεμο για να διατηρήσουμε τον εχθρό μας. (...) Αγώνας κατά της Ρωσίας: εξόντωση των μπολσεβίκων επιτρόπων και της κομμουνιστικής διανόησης».

Να παρατηρήσουμε ότι πρόκειται εδώ για «τελική λύση» - αλλά όχι απέναντι στους Εβραίους. Οι πρώτες υποσχέσεις για «ολοκληρωτικό πόλεμο» και «φυσική εξόντωση» απευθύνονταν στους Σοβιετικούς κομμουνιστές.

Και πραγματικά, οι μπολσεβίκοι, οι Σοβιετικοί, ήταν τα πρώτα θύματα των μαζικών εξοντώσεων.

Ο στρατηγός Νάγκελ γράφει το Σεπτέμβρη του 1941:

«Αντίθετα με το σιτισμό άλλων αιχμαλώτων (δηλαδή Άγγλων και Αμερικανών), τίποτα δε μας υποχρεώνει να φροντίζουμε να θρέφουμε μπολσεβίκους αιχμαλώτους».

Στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Άουσβιτς και του Τσέλμνο, «Σοβιετικοί αιχμάλωτοι ήταν οι πρώτοι, ή ανάμεσα στους πρώτους, που δολοφονούνταν με θανατηφόρες ενέσεις και αέριο». 

Ο αριθμός των Σοβιετικών αιχμαλώτων πολέμου που πέθαναν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, «στη διάρκεια μετακινήσεων» ή κάτω από «διάφορες περιστάσεις» ανέρχεται σε 3.289.000! Όταν εκδηλώνονταν επιδημίες στα παραπήγματα των Σοβιετικών, οι ναζί φρουροί δεν έμπαιναν μέσα «παρά μόνο με ομάδες φλογοβόλων, όταν, για λόγους υγιεινής”, οι ετοιμοθάνατοι και οι νεκροί καίγονταν όλοι μαζί πάνω στα γεμάτα ψείρες κρεβάτια τους από κουρέλια». Μπορεί και να δολοφονήθηκαν 5.000.000 αιχμάλωτοι, αν υπολογίσουμε τους Σοβιετικούς στρατιώτες που «εκτελούνταν απλά επιτόπου» τη στιγμή που παραδίνονταν.

Έτσι, οι πρώτες εκστρατείες εξόντωσης, και οι πιο εκτεταμένες, στράφηκαν κατά των σοβιετικών λαών, και ανάμεσά τους κατά του εβραϊκού σοβιετικού λαού. Οι λαοί της ΕΣΣΔ υπέφεραν πιο πολύ απ’ όλους, είχαν το μεγαλύτερο αριθμό νεκρών -23 εκατομμύρια- αλλά έδωσαν επίσης δείγματα της πιο σκληρής αποφασιστικότητας και του πιο φλογερού ηρωισμού.

Ως την επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης, δεν είχαν γίνει μεγάλες σφαγές εβραϊκών πληθυσμών. Ως εκείνη τη στιγμή, οι ναζί δεν είχαν συναντήσει πουθενά σοβαρή αντίσταση. Ομως, από τα πρώτα κιόλας βήματά τους στο σοβιετικό έδαφος, αυτοί οι Γερμανοί ευγενείς χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν αντιπάλους που πολεμούσαν ως την τελευταία σταγόνα του αίματός τους. Από τις πρώτες κιόλας βδομάδες, οι Γερμανοί υπέστησαν σοβαρές απώλειες, και αυτό απέναντι σε μια κατώτερη φυλή, απέναντι σε Σλάβους, και ακόμα χειρότερα, απέναντι σε μπολσεβίκους! Η μανία των ναζί για εξόντωση γεννήθηκε από τις πρώτες μαζικές απώλειές τους. Όταν το φασιστικό κτήνος άρχισε να ματώνει κάτω από τα χτυπήματα του Κόκκινου Στρατού, επινόησε την «τελική λύση» για το σοβιετικό λαό.

Στις 26 Νοέμβρη του 1941, το 30ό Σώμα Στρατού, που κατείχε μεγάλο σοβιετικό έδαφος, είχε διατάξει να εγκλειστούν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ως όμηροι «όλα τα άτομα που είχαν συγγενείς ανάμεσα στους παρτιζάνους (...), όλα τα άτομα για τα οποία υπήρχαν υποψίες ότι έχουν σχέσεις με τους παρτιζάνους, (...) όλα τα μέλη του Κόμματος και της Κομσομόλ, καθώς και τα δόκιμα μέλη, (...) όλα τα πρώην μέλη του Κόμματος, (...) όλα τα άτομα που κατείχαν επίσημα αξιώματα».Για κάθε Γερμανό στρατιώτη που σκοτωνόταν, οι ναζί αποφάσισαν να εκτελούν τουλάχιστον δέκα ομήρους.

Την 1η Δεκέμβρη του 1942, στη διάρκεια μιας συζήτησης με τον Χίτλερ για τον πόλεμο των Σοβιετικών παρτιζάνων, ο στρατηγός Γιοντλ συνόψισε τη γερμανική θέση μ’ αυτά τα λόγια:

«Στη μάχη, τα στρατεύματά μας μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν: να κρεμούν τους παρτιζάνους, να τους κρεμούν ακόμα και με το κεφάλι προς τα κάτω ή να τους διαμελίζουν».

Η κτηνωδία με την οποία οι χιτλερικοί κυνήγησαν και εξόντωσαν όλα τα μέλη του Κόμματος, όλους τους παρτιζάνους, όλους τους υπεύθυνους του σοβιετικού κράτους και τις οικογένειές τους μας βοηθάει να καταλάβουμε καλύτερα το νόημα των μεγάλων εκκαθαρίσεων των ετών 1937-1938. Στα κατεχόμενα εδάφη, αμετανόητοι αντεπαναστάτες που δεν είχαν εξοντωθεί το 1937-1938 μπήκαν στην υπηρεσία των χιτλερικών, δίνοντας τους πληροφορίες για όλους τους μπολσεβίκους, τις οικογένειες τους, τους συναγωνιστές τους.

Στο μέτρο που ο πόλεμος στην Ανατολή πήρε όλο και πιο άγριο χαρακτήρα, η φονική παράνοια των ναζί ενάντια σ’ ολόκληρο το λαό εντάθηκε. Ο Χίμλερ, απευθυνόμενος στους διοικητές των Ες Ες, θα μιλήσει τον Ιούνη του 1942 για «ολοκληρωτικό πόλεμο» ανάμεσα σε δύο «φυλές και λαούς» που έχουν εμπλακεί σε μια «χωρίς όρους» μάχη. Υπάρχει απ’ τη μια πλευρά «αυτό το ακατέργαστο υλικό, αυτή η μάζα, αυτοί οι πρωτόγονοι άνθρωποι ή μάλλον αυτοί οι υπάνθρωποι που κατευθύνονται από πολιτικούς επιτρόπους», και απ’ την άλλη πλευρά «εμείς, οι Γερμανοί».

Μια χωρίς προηγούμενο αιματηρή τρομοκρατία - αυτό ήταν το όπλο με το οποίο οι ναζί θέλησαν να εξαναγκάσουν τους Σοβιετικούς σε πολιτική και ηθική συνθηκολόγηση.

«Στις μάχες για την κατάληψη του Χάρκοβο», λέει ο Χίμλερ, «προηγούνταν η φήμη μας ότι ξυπνάμε το φόβο και σπέρνουμε τον τρόμο. Ηταν ένα εξαιρετικό όπλο που θα πρέπει πάντα να ενισχύεται».

Και οι ναζί ενίσχυσαν τον τρόμο.

Στις 23 Αυγούστου του 1942 στις έξι ακριβώς το απόγευμα, εκατοντάδες αεροπλάνα ξεφορτώνουν εμπρηστικές βόμβες πάνω από το Στάλινγκραντ. Στην πόλη αυτή, όπου ζουν 600.000 κάτοικοι, υπάρχουν πολλά ξύλινα ακίνητα, δεξαμενές βενζίνης, αποθέματα καυσίμων στα εργοστάσια. Ο Γερεμένκο, που διοικεί το μέτωπο του Στάλινγκραντ, γράφει:

«Το Στάλινγκραντ τυλίχτηκε στις φλόγες, στους καπνούς και την αιθάλη. Όλη η πόλη λαμπάδιασε. Τεράστιες φλόγες και σύννεφα καπνού στροβιλίζονταν πάνω από τα εργοστάσια. Οι δεξαμενές πετρελαίου έμοιαζαν ηφαίστεια που ξερνούσαν τη λάβα τους. Εκατοντάδες χιλιάδες ειρηνικοί κάτοικοι πέθαιναν. Η καρδιά έσφιγγε από συμπόνοια για τα αθώα θύματα του φασιστικού κανιβαλισμού».

Πρέπει να έχει κανείς σαφή αντίληψη αυτής της ανυπόφορης πραγματικότητας για να καταλάβει ορισμένες πλευρές αυτού που η αστική τάξη αποκαλεί «σταλινισμό». Στη διάρκεια της εκκαθάρισης χτυπήθηκαν αδιόρθωτοι γραφειοκράτες, ηττοπαθείς και συνθηκολόγοι. Πολλοί απ’ αυτούς στάλθηκαν στη Σιβηρία. Ένα κόμμα που θα διαβρωνόταν από την ηττοπάθεια και το πνεύμα συνθηκολόγησης δε θα είχε μπορέσει ποτέ να κινητοποιήσει και να πειθαρχήσει το λαό, ώστε να αντιταχθεί στη ναζιστική τρομοκρατία. Και αυτό έκαναν οι Σοβιετικοί στις πολιορκημένες πόλεις, στο Λένινγκραντ και στη Μόσχα. Ακόμα και στο μαγκάλι του Στάλινγκραντ, επέζησαν άνθρωποι, δεν παραδόθηκαν ποτέ και τελικά πήραν μέρος στην αντεπίθεση!

Στη διάρκεια της γερμανικής επίθεσης, τον Ιούνη του 1941, ο αρχηγός στρατιάς Παβλόφ, επικεφαλής του δυτικού μετώπου, επέδειξε σοβαρή ανικανότητα και αμέλεια, με αποτέλεσμα την απώλεια, στις 28 Ιούνη, της πρωτεύουσας της Λευκορωσίας, Μινσκ. Ο Στάλιν κάλεσε τον Παβλόφ και το επιτελείο του στη Μόσχα. Ο Ζούκοφ σημειώνει ότι «έπειτα από πρόταση του στρατιωτικού Συμβουλίου του δυτικού μετώπου», οδηγήθηκαν στη δικαιοσύνη και τουφεκίστηκαν. Ο Έλενσταίν σπεύδει να πει ότι έτσι «ο Στάλιν εξακολουθούσε να τρομοκρατεί το περιβάλλον του». Όμως, απέναντι στη ναζιστική βαρβαρότητα, η σοβιετική ηγεσία όφειλε να απαιτεί ακλόνητη στάση και αποφασιστικότητα σε κάθε δοκιμασία, και κάθε εκδήλωση σοβαρής ανευθυνότητας έπρεπε να τιμωρείται με την αναγκαία αυστηρότητα.

Όταν το φασιστικό κτήνος άρχισε να δέχεται θανατηφόρα χτυπήματα, θέλησε να αναθαρρέψει πίνοντας αίμα, προβαίνοντας σε γενοκτονία κατά του σοβιετικού λαού που είχε πέσει στα νύχια του.

Ο Χίμλερ δήλωσε στις 16 Δεκέμβρη του 1943 στη Βαίμάρη:

«Όποτε υποχρεώθηκα να δώσω σε ένα χωριό τη διαταγή να βαδίσουν κατά των παρτιζάνων και των Εβραίων επιτρόπων, έδωσα πάντοτε τη διαταγή να σκοτώσουν επίσης τις γυναίκες και τα παιδιά αυτών των παρτιζάνων και αυτών των επιτρόπων. Θα ήμουν άνανδρος και εγκληματίας απέναντι στους απογόνους μας, αν άφηνα να μεγαλώσουν τα γεμάτα μίσος παιδιά αυτών των υπανθρώπων που σκοτώθηκαν στη μάχη του ανθρώπου κατά του υπανθρώπου. Πρέπει πάντοτε να έχουμε συνείδηση του γεγονότος ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια αρχέγονη, φυσική και προαιώνια φυλετική σύγκρουση».

Ο αρχηγός των Ες Ες είχε πει σε μια άλλη ομιλία του στο Χάρκοβο, στις 24 Απρίλη του 1943:
«Με ποιον τρόπο θα κατορθώσουμε να αποσπάσουμε από το Ρώσο όσο το δυνατό περισσότερους άντρες, ζωντανούς ή νεκρούς; Θα το κατορθώσουμε σκοτώνοντας τους, αιχμαλωτίζοντας τους, κάνοντας τους να δουλέψουν πραγματικά και επιστρέφοντας (ορισμένα εδάφη) στον εχθρό μόνο αφού τα έχουμε ολότελα αδειάσει απ’ τους κατοίκους τους. Το να δώσουμε πίσω άντρες στο Ρώσο, θα ήταν χοντρό λάθος».

Αυτή η πραγματικότητα της ανήκουστης τρομοκρατίας που οι ναζί επέβαλαν ενάντια στη Σοβιετική Ένωση, ενάντια στην πρώτη σοσιαλιστική χώρα, ενάντια στους κομμουνιστές, σχεδόν συστηματικά αποκρύβεταιή ελαχιστοποιείται στην αστική φιλολογία. Αυτή η σιωπή έχει έναν πολύ συγκεκριμένο σκοπό. Τα άτομα που αγνοούν τα τερατώδη εγκλήματα που διαπράχτηκαν κατά των Σοβιετικών, μπορείς πιο εύκολα να τα κάνεις να πιστέψουν ότι ο Στάλιν ήταν ένας «δικτάτορας» που θα μπορούσε να συγκριθεί με τον Χίτλερ. Η αστική τάξη εξαφανίζει ταχυδακτυλουργικά την πραγματική αντικομμουνιστική γενοκτονία για να μπορέσει να προβάλει πιο ελεύθερα ό,τι κοινό έχει με το ναζισμό: το παράλογο μίσος για τον κομμουνισμό, το ταξικό μίσος για το σοσιαλισμό. Και για να συγκαλύψει τη μεγαλύτερη γενοκτονία του πολέμου, η αστική τάξη κατευθύνει αποκλειστικά το φως πάνω σε μια άλλη γενοκτονία, στη γενοκτονία των Εβραίων.

Σ’ ένα αξιόλογο βιβλίο, ο Αρνο Τζ. Μάγερ, ο πατέρας του οποίου ήταν αριστερός σιωνιστής, δείχνει ότι η εξόντωση των Εβραίων δεν άρχισε παρά μόνο από τη στιγμή που οι ναζί, για πρώτη φορά, υπέστησαν βαριές απώλειες. Αυτό ήταν τον Ιούνη-Ιούλη του 1941, από τον Κόκκινο Στρατό. Η κτηνωδία που ασκήθηκε κατά των κομμουνιστών, κι έπειτα οι απρόσμενες ήττες που κλόνισαν το αίσθημα του ανίκητου των υπερανθρώπων, δημιούργησαν το κατάλληλο κλίμα για το ολοκαύτωμα.

«Η γενοκτονία των Εβραίων σφυρηλατήθηκε στις φωτιές ενός φοβερού πολέμου για την κατάκτηση στη Ρωσία απεριόριστου “ζωτικού χώρου”, για τη συντριβή του σοβιετικού καθεστώτος και για την εξόντωση του διεθνούς μπολσεβικισμού. (...) Χωρίς την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, δε θα υπήρχε και δε θα μπορούσε να υπάρξει εβραϊκό δράμα, “τελική λύση”». Μόνο όταν οι ναζί βρέθηκαν αντιμέτωποι με την πραγματικότητα της ήττας στο ρωσικό μέτωπο, αποφάσισαν μια «συνολική και οριστική επίλυση» του «εβραϊκού προβλήματος» στη διάρκεια της συνδιάσκεψης της Βάνζεε στις 20 Γενάρη του 1942.

Οι ναζί διατράνωναν από πολλά χρόνια το μίσος τους για τον «εβραιο-μπολσεβικισμό», μιας και ο μπολσεβικισμός ήταν γι’ αυτούς η χειρότερη επινόηση των Εβραίων. Η σθεναρή αντίσταση των μπολσεβίκων εμπόδιζε τους χιτλερικούς να ξεμπερδέψουν με το βασικό εχθρό τους. Γι' αυτό κι έβγαλαν τ’ απωθημένα τους στους Εβραίους, τους οποίους εξολόθρευσαν σε μια κίνηση τυφλής εκδίκησης.

Καθώς η εβραϊκή μεγαλοαστική τάξη ήταν συμφιλιωτική με το χιτλερικό κράτος -και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και συνένοχη-η πλειονότητα των Εβραίων παραδόθηκε με καρτερικότητα στους δημίους της. Όμως, οι Εβραίοι κομμουνιστές, που δρούσαν μέσα σ’ ένα πνεύμα διεθνισμού, πολέμησαν με το όπλο στο χέρι τους ναζί και παρέσυραν ένα μέρος της εβραϊκής Αριστεράς στην αντίσταση. Η μεγάλη μάζα των φτωχών Εβραίων εκτελέστηκε στους θαλάμους αερίων. Αλλά πολλοί πλούσιοι κατάφεραν να διαφύγουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μετά τον πόλεμο, μπήκαν στην υπηρεσία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και του Ισραήλ, το προγεφύρωμά του στη Μέση Ανατολή. Μιλάνε αφειδώς για το ολοκαύτωμα των Εβραίων, αλλά από μια φιλοίσραηλινή οπτική. Ταυτόχρονα, εκδηλώνουν ελεύθερα τα αντικομμουνιστικά τους αισθήματα, προσβάλλοντας έτσι τη μνήμη των Εβραίων κομμουνιστών που αντιμετώπισαν πραγματικά τους ναζί.

Τελειώνοντας, μια λέξη για το πώς ο Χίτλερ προετοίμασε θεωρητικά τους ναζί, ώστε να σφαγιάσουν αδιακρίτως 23 εκατομμύρια Σοβιετικούς. Για να μετατρέψει τους άντρες του σε φονικές μηχανές, τους έβαλε στο μυαλό ότι ο μπολσεβίκος δεν ήταν παρά ένας υπάνθρωπος, ένα ζώο.

«Ο Χίτλερ προειδοποιούσε τα στρατεύματά του ότι οι εχθρικές δυνάμεις ήταν “σε μεγάλο βαθμό συγκροτημένες από ζώα, και όχι από στρατιώτες”, εκπαιδευμένα να πολεμούν με ζωώδικη αγριότητα».

Για να σπρώξει τα γερμανικά στρατεύματα στην εξόντωση των κομμουνιστών, ο Χίτλερ τους έλεγε πως ο Στάλιν και οι άλλοι Σοβιετικοί ηγέτες ήταν «αιμοσταγείς εγκληματίες (που) σκότωσαν και εξολόθρευσαν εκατομμύρια Ρώσους διανοούμενους πάνω στην άγρια δίψα τους για αίμα... (και) που άσκησαν την πιο βάναυση τυραννία όλων των εποχών».

«Στη Ρωσία, ο αιμοχαρής και τυραννικός Εβραίος σκότωσε, καμιά φορά με απάνθρωπα βασανιστήρια, ή εξολόθρευσε με λιμό, με πραγματικά υπερβολική αγριότητα, περίπου τριάντα εκατομμύρια ανθρώπους».

Έτσι, στο στόμα του Χίτλερ, το ψέμα των «τριάντα εκατομμυρίων θυμάτων του σταλινισμού» χρησίμευσε στην ψυχολογική προετοιμασία της ναζιστικής βαρβαρότητας και της γενοκτονίας των Σοβιετικών κομμουνιστών και παρτιζάνων.

Να παρατηρήσουμε παρεμπιπτόντως ότι ο Χίτλερ είχε αρχικά χρεώσει αυτά τα «τριάντα εκατομμύρια θύματα» στο λογαριασμό του... Λένιν. Πράγματι, το αηδιαστικό αυτό ψέμα υπάρχει ήδη στο Mein Kampf, που γράφτηκε το 1926, πολύ πριν από την κολεκτιβοποίηση και την εκκαθάριση! Επιτιθέμενος κατά του «εβραιο-μπολσεβικισμού», ο Χίτλερ γράφει:

«Με υπερβολική αγριότητα, ο Εβραίος σκότωσε στη Ρωσία περίπου τριάντα εκατομμύρια ανθρώπους, καμιά φορά και με απάνθρωπα βασανιστήρια».

Μισό αιώνα αργότερα, ο Μπρζεζίνσκι, ο επίσημος ιδεολόγος του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, θα επαναλάβει λέξη προς λέξη όλες αυτές τις ναζιστικές συκοφαντίες:

«Είναι απόλυτα λογικό (!) να εκτιμάει κανείς τα θύματα του Στάλιν σε όχι λιγότερο από είκοσι και ίσως ακόμα και σαράντα εκατομμύρια».

Ο ΣΤΑΛΙΝ, Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ,

ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ

Η χιτλερική επίθεση προκάλεσε καταιγισμό φωτιάς και σίδερου στη Σοβιετική Ένωση, ξεπερνώντας κατά πολύ κάθε φρικαλεότητα που ο κόσμος είχε γνωρίσει προηγούμενα. Ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας, μια τόσο τρομακτική δοκιμασία, μια τόσο ανήλεη βιαιότητα δεν επιβλήθηκε σε λαό, στα στελέχη και στην ηγεσία του. Κάτω από τέτοιες συνθήκες, δεν είναι δυνατό να λοξοδρομήσει κανείς, να ξεγελάσει τον εαυτό του, να ξεγλιστρήσει με τεχνάσματα και κούφια λόγια.
Η στιγμή της αλήθειας είχε έρθει για τον Στάλιν, τον ανώτατο ηγέτη του Κόμματος και της χώρας. Ο πόλεμος θα αξιολογούσε την πολιτική και ηθική δύναμή του, τη θέληση και την αντοχή του, τις πνευματικές και οργανωτικές του ικανότητες.

Ταυτόχρονα, θα δοκιμάζονταν όλες οι «αλήθειες» για τον Στάλιν, που είχαν αποκαλυφτεί με ιδιοτέλεια τόσο από τους χιτλερικούς όσο και την πιο αξιοσέβαστη Δεξιά: ο πόλεμος θα έλεγε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο την αλήθεια για το «δικτάτορα» Στάλιν, που η «προσωπική εξουσία» του δε σήκωνε «την παραμικρή αντίρρηση», για το «δεσπότη» που δεν ήξερε τι πάει να πει λογική, τον άνθρωπο «μέτριας νοημοσύνης» κλπ.

Μισό αιώνα μετά τον πόλεμο, οι συκοφαντίες αυτές, που διατυμπανίζονταν τότε από τους χειρότερους εχθρούς του σοσιαλισμού, έγιναν και πάλι αυταπόδεικτες «αλήθειες». Με τον καιρό, η παγκόσμια αστική τάξη κατάφερε να επιβάλει στους κύκλους της διανόησης το μονοπώλιο της ταξικής της αλήθειας.

Όμως, ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος μας είχε ήδη προσφέρει όλο το αναγκαίο υλικό για να καταγγείλουμε την πλαστή αυτή «αλήθεια», που είναι τόσο σημαντική για να διατηρηθεί το σύστημα εκμετάλλευσης και καταλήστευσης.

ΣΤΑΛΙΝ, Ο «ΔΙΚΤΑΤΟΡΑΣ»

Ας αρχίσουμε από αυτή την, κατά τα φαινόμενα αδιαμφισβήτητη, πρώτη «αλήθεια»: ο Στάλιν, ο μοναχικός άνθρωπος, ο δικτάτορας, που επέβαλλε την προσωπική του θέληση, που απαιτούσε ολοκληρωτική υποταγή στο άτομό του.

Μας την αποκαλύπτει ο Χρουστσόφ:

«Η συσσωρευμένη δύναμη στα χέρια ενός μόνο ανθρώπου, του Στάλιν, είχε σοβαρές συνέπειες στη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πόλεμου». «Ο Στάλιν ενεργεί για όλο τον κόσμο. Δεν υπολογίζει κανέναν, δε ζητάει τη γνώμη κανενός. Όταν ο Στάλιν ήταν παρών, δεν έμενε πια χώρος για κανέναν». «Ο Στάλιν από πεποίθηση δεν ενεργούσε με βάση τις εξηγήσεις και την υπομονετική συνεργασία με άλλους ανθρώπους, αλλά επιβάλλοντας τις αντιλήψεις του και απαιτώντας απόλυτη υποταγή στη γνώμη του.
Όποιος προσπαθούσε να εξηγήσει την άποψή του προοριζόταν για απομάκρυνση από την ηγετική ομάδα και, στη συνέχεια, για ηθική και φυσική εξόντωση». «Αυτή η αρρωστημένη καχυποψία προκαλούσε στον Στάλιν μια γενικευμένη δυσπιστία. (...) Η κατάσταση που προέκυπτε ήταν απλή: κανείς δεν μπορούσε πια να εκφράσει την προσωπική του θέληση».

Ο Έλενσταϊν ακολουθεί κατά βήμα τον Χρουστσόφ. Με χαρά καταγγέλλει «τις ιδιοτροπίες του δικτάτορα» που «δυσπιστούσε απέναντι σε όλους τους υφισταμένους του. (...) Τα λάθη στην καθοδήγηση του Στάλιν, με τις τραγικές συνέπειες, κατέστησαν πρώτα απ’ όλα δυνατά εξαιτίας της σοβιετικής δικτατορίας».
Ο Βασιλέφσκι, βοηθός αρχικά του Ζούκοφ, αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, και στη συνέχεια από το Μάη του 1942 αρχηγός ο ίδιος του Γ ενικού Επιτελείου, εργάστηκε στο πλευρό του Στάλιν σ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου.

«Ο I. Β. Στάλιν, σαν Ανώτατος Διοικητής, καλούσε για την εξέταση των τρεχόντων ζητημάτων πότε το ένα και πότε το άλλο υπεύθυνο πρόσωπο, τόσο από το μέτωπο όσο και από τα μετόπισθεν. (...) Ο Ανώτατος Διοικητής, για την επεξεργασία της μιας ή της άλλης επιχειρησιακής-στρατηγικής απόφασης είτε για την εξέταση άλλων σπουδαίων προβλημάτων, που αφορούσαν στη διεξαγωγή του ένοπλου αγώνα, καλούσε κοντά του υπεύθυνα πρόσωπα που είχαν άμεση σχέση με το εξεταζόμενο ζήτημα. (...) Κατά κανόνα, το πρώτο πρόχειρο σκίτσο της στρατηγικής απόφασης και του τρόπου πραγματοποίησής της το κατέστρωνε ένας στενός κύκλος προσώπων δίπλα στον Ανώτατο Διοικητή. Συνήθως ήταν μερικά από τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ και της Κρατικής Επιτροπής Άμυνας. (...)

Συχνά η δουλειά αυτή απαιτούσε ολόκληρα εικοσιτετράωρα. Στη διάρκεια αυτής της δουλειάς ο Ανώτατος Διοικητής, κατά κανόνα, συζητούσε παίρνοντας τις απαιτούμενες πληροφορίες και συμβουλές για τα μελετώμενα ζητήματα, από τους διοικητές και τα μέλη των πολεμικών συμβουλίων των αντίστοιχων μετώπων (...)». Να σημειώσουμε ότι η Κρατική Επιτροπή Άμυνας, με την καθοδήγηση του Στάλιν, ήταν επιφορτισμένη με τη διοίκηση της χώρας και συγκέντρωνε στα χέρια της όλη την εξουσία. Ο Βασιλέφσκι συνεχίζει:
«(...) το Πολιτικό Γραφείο της ΚΕ του Κόμματος, η καθοδήγηση των ένοπλων δυνάμεων, πάντοτε στηριζόταν στη συλλογική σκέψη. Να γιατί οι στρατηγικές αποφάσεις που λαμβάνονταν από την Ανώτατη Διοίκηση και που είχαν δεχτεί συλλογική επεξεργασία, κατά κανόνα ανταποκρίνονταν πάντοτε στη συγκεκριμένη, τη διαμορφούμενη στα μέτωπα κατάσταση, και οι απαιτήσεις που προβάλλονταν στους εκτελεστές ήταν πραγματοποιήσιμες (.. .)».

Ο Βασιλέφσκι είναι της γνώμης ότι το στιλ δουλειάς του Στάλιν βελτιώθηκε ακόμα περισσότερο στη διάρκεια της μάχης του Στάλινγκραντ και στη συνέχεια κατά τη διάρκεια των μεγάλων επιθέσεων εναντίον των χιτλερικών.

«Ο Σεπτέμβρης του 1942, οπότε δημιουργήθηκε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση που απαιτούσε επιδέξιο και ικανό χειρισμό των στρατιωτικών επιχειρήσεων, σηματοδότησε μια βαθιά μεταστροφή στην εξέλιξη του Στάλιν ως ανώτατου διοικητή. (...). Αναγκάστηκε να στηρίζεται σταθερά στη συλλογική εμπειρία των στρατιωτικών αρχηγών. Από τον καιρό εκείνο, μπορούσε να τον ακούσει κανείς να λέει συχνά: Γιατί, διάβολε, δεν το είπατε!” Από τότε, προτού πάρει μια απόφαση πάνω σε αυτό ή εκείνο το σημαντικό ζήτημα που σχετιζόταν με τη διεύθυνση του ένοπλου αγώνα, ο Στάλιν συμβουλευόταν κι άλλους, το συζητούσε με τη συμμετοχή του βοηθού του, των υπεύθυνων του Γενικού Επιτελείου, των βασικών ηγετικών στελεχών του Λαϊκού Επιτροπάτου Άμυνας, των διοικητών των μετώπων, καθώς και των επιτρόπων που ήταν υπεύθυνοι για την αμυντική βιομηχανία».

Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, ο στρατηγός Στεμένκο εργάστηκε στο Γ ενικό Επιτελείο, αρχικά ως αρχηγός του γραφείου επιχειρήσεων, έπειτα ως υπαρχηγός του Επιτελείου.

«Οφείλω να πω ότι ο Στάλιν δεν αποφάσιζε και δεν ήθελε ν’ αποφασίζει μόνος για τα σημαντικά ζητήματα του πολέμου. Καταλάβαινε απόλυτα την αναγκαιότητα της συλλογικής δουλειάς σ’ αυτόν τον περίπλοκο τομέα, αναγνώριζε τους ανθρώπους που ήταν αυθεντίες σε αυτό ή εκείνο το στρατιωτικό ζήτημα, υπολόγιζε τη γνώμη τους και ανταπέδιδε στον καθένα αυτό που του άξιζε».

Ο Ζούκοφ μνημονεύει πολλές και πολύ έντονες συζητήσεις και υπογραμμίζει τον τρόπο που κατέληγαν:

«Πολύ συχνά, στις συνεδριάσεις της Κρατικής Επιτροπής Αμυνας, ξεσπούσαν έντονες συζητήσεις, στη διάρκεια των οποίων οι γνώμες εκφράζονταν με συγκεκριμένο και κατηγορηματικό τρόπο. (...) Αν η συζήτηση δεν κατέληγε πουθενά, συγκροτούνταν επιτόπου μια επιτροπή από αντιπροσώπους των αντίπαλων παρατάξεων, που επιφορτιζόταν με την προετοιμασία ενός κειμένου κοινής αποδοχής. Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, η Κρατική Επιτροπή Άμυνας εξέδωσε περίπου δέκα χιλιάδες αποφάσεις και διατάγματα στρατιωτικού και οικονομικού χαρακτήρα».

Η εικόνα που ο Χρουστσόφ θέλησε να δώσει για τον Στάλιν, «το μοναχικό άνθρωπο που δεν υπολογίζει κανέναν», διαψεύδεται κατηγορηματικά από ένα επεισόδιο του πολέμου, στις αρχές Αυγούστου του 1941, που αφορούσε στον ίδιο τον Χρουστσόφ και το διοικητή Κιρπονός. Ο Βασιλέφσκι είναι αυτός που διηγήθηκε το περιστατικό, έχοντας προφανώς κατά νου το σημείο εκείνο της μυστικής έκθεσης, όπου ο Χρουστσόφ λέει:

«Στις αρχές του πολέμου, δεν είχαμε καν επαρκή αριθμό τουφεκιών».

Ο Στάλιν είχε δώσει την έγκρισή του στον Χρουστσιόφ για μια επίθεση που θα εξαπολυόταν στις 5 Αυγούστου του 1941. Ταυτόχρονα όμως, ο Στάλιν του είπε να προετοιμάσει την αμυντική γραμμή που ο ίδιος, ο Στάλιν, είχε προτείνει. Και ο Στάλιν εξηγούσε ότι «στον πόλεμο, πρέπει να υπολογίζει κανείς όχι μόνο το καλό, αλλά και το κακό, ακόμα και το χειρότερο. Αυτό είναι το μοναδικό μέσο για να μη βρεθούμε σε αδιέξοδο.»

Ο Χρουστσόφ είχε υποβάλει ένα σωρό παράλογα αιτήματα, στα οποία το Γενικό Στρατηγείο δεν μπορούσε να ανταποκριθεί. Ο Στάλιν έλεγε:

«-Δε θα ήταν φρόνιμο να σκεφτείτε ότι θα σας τα δώσει όλα έτοιμα κάποιος τρίτος. Να μάθετε μόνοι σας να εφοδιάζετε και να ενισχύετε τον εαυτό σας. Δημιουργήστε στις στρατιές εφεδρικά τμήματα, προσαρμόστε μερικά εργοστάσια για την παραγωγή όπλων, πολυβόλων, κινηθείτε (...) Το Λένινγκραντ πέτυχε ήδη να τακτοποιήσει την παραγωγή ΕΡΕΣ, των “κατιούσα” (...)

- Σύντροφε Στάλιν, όλες τις υποδείξεις σας θα τις εφαρμόσουμε. Δυστυχώς, εμείς δεν γνωρίζουμε την κατασκευή των ΕΡΕΣ. (...)

- Σχέδια υπάρχουν στους άνδρες σας και υποδείγματα υπάρχουν από καιρό. Αλλά φταίει η απροσεξία σας σ’ αυτή τη σοβαρή δουλειά».

Έτσι ο Στάλιν μάθαινε στους υφισταμένους του -και στη συγκεκριμένη περίπτωση στον Χρουστσόφ-να επιδείχνουν πρωτοβουλία, δημιουργικότητα και αίσθημα ευθύνης.

Τον Ιούλη του 1942, ο Ροκοσόφσκι, που είχε μέχρι τότε διοικήσει με πολλή ικανότητα μια Στρατιά, διορίστηκε από τον Στάλιν διοικητής του μετώπου του Μπριάνσκ. Αναρωτήθηκε αν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στα νέα του καθήκοντα. Ο Στάλιν τον υποδέχτηκε θερμά και του εξήγησε ακριβώς ποια ήταν η αποστολή του. Ο Ροκοσόφσκι περιγράφει το τέλος της συνάντησης.

«Ετοιμαζόμουν να σηκωθώ, αλλά ο Στάλιν μου είπε:

- Υπομονή, μείνετε στη θέση σας.

Ο Στάλιν τηλεφώνησε στον Ποσκρεμπίσεφ και του ζήτησε να φέρει μέσα ένα στρατηγό από τον οποίο μόλις είχε αφαιρεθεί η διοίκηση ενός μετώπου. Επακολούθησε ο εξής διάλογος:

- Παραπονιέστε ότι τιμωρηθήκατε άδικα;

- Ναι. Το γεγονός είναι ότι παρενοχλήθηκα στο διοικητικό μου έργο από τον εκπρόσωπο του Κέντρου.

- Σε τι σας παρενόχλησε;

-Ανακατευόταν στις διαταγές μου, οργάνωνε συγκεντρώσεις ενώ ήταν ώρα για δράση και όχι για συσκέψεις, έδινε αντιφατικές οδηγίες... Με λίγα λόγια, υποκαθιστούσε το διοικητή του μετώπου.

- Μάλιστα. Επομένως, σας παρενοχλούσε. Όμως, εσείς διοικούσατε το μέτωπο, έτσι δεν είναι;

-Ναι, εγώ...

- Σ’ εσάς το Κόμμα και η κυβέρνηση είχαν εμπιστευτεί το μέτωπο... Είχατε τηλεφωνική σύνδεση με το Κέντρο;

- Είχα μία.

- Γιατί δεν ενημερώσατε, έστω μία φορά, ότι σας παρενοχλούσαν στο διοικητικό σας έργο;

- Δεν τόλμησα να παραπονεθώ για τον εκπρόσωπό σας.

- Δεν τολμήσατε να τηλεφωνήσετε, και τελικά η επιχείρηση απέτυχε, να γιατί σας τιμωρήσαμε...

Βγήκα απ’ το γραφείο του Ανώτατου Διοικητή με τη σκέψη ότι μου είχε δοθεί, εμένα, που μόλις αναλάμβανα τη διοίκηση ενός μετώπου, ένα συγκεκριμένο μάθημα. Πιστέψτε με, έβαλα τα δυνατά μου να το αφομοιώσω».

Τέτοιες κυρώσεις επέβαλλε ο Στάλιν στους στρατηγούς που δεν τολμούσαν να υπερασπιστούν τη γνώμη τους επικοινωνώντας απευθείας μαζί του.

ΣΤΑΛΙΝ, Ο «ΥΣΤΕΡΙΚΟΣ»

Ας προσεγγίσουμε μια δεύτερη «αλήθεια» που φαίνεται να είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση: ο Στάλιν ασκεί προσωπική δικτατορία, συμπεριφέρεται συχνά σαν υστερικός και τσαρλατάνος και διευθύνει τον πόλεμο με ανεύθυνο τρόπο, χωρίς να γνωρίζει την πραγματική κατάσταση στα πεδία των μαχών.

Και πάλι ο άνθρωπος της «επιστροφής στο μεγάλο Λένιν», ο κύριος Χρουστσόφ, μας κάνει τις σχετικές αποκαλύψεις:

«Ακόμα και μετά την έναρξη του πολέμου η νευρικότητα και η υστερία που εκδήλωνε ο Στάλιν προκάλεσαν στο στρατό μας σοβαρές ζημιές. (...) Ο Στάλιν ξεχείλιζε από αρνητικά σχόλια για τον Ζούκοφ: "Λένε ότι ο Ζούκοφ, προτού βάλει μπρος μια επιχείρηση, ακολουθούσε την εξής διαδικασία: έπαιρνε λίγο χώμα στη χούφτα του, το μύριζε και δήλωνε: μπορούμε ν’ αρχίσουμε την επίθεση, ή αντίθετα: αυτή η προγραμματισμένη επιχείρηση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί”. (...) Ο Στάλιν κατέστρωνε τα σχέδιά του χρησιμοποιώντας μια υδρόγειο σφαίρα. (Αναστάτωση στην αίθουσα.) Ναι, σύντροφοι, με τη βοήθεια μιας υδρόγειος σφαίρας καθόριζε τη γραμμή του μετώπου (...) Ο Στάλιν απείχε πολύ απ’ το να καταλάβει την πραγματική κατάσταση που διαμορφωνόταν στο μέτωπο. Κάτι που ήταν φυσικό, αφού δεν είχε επισκεφτεί ποτέ κανένα τμήμα του μετώπου».

Ο Έλενσταιν που αποφεύγει να εκτεθεί επαναλαμβάνοντας την πολύ ανόητη παρατήρηση του Χρουστσιόφ σχετικά με την υδρόγειο σφαίρα, γίνεται ο σφοδρός επικριτής των αποτρόπαιων «μεθόδων διοίκησης» του Στάλιν:

«Αξίζει να υπογραμμιστεί ένα γεγονός: η σχεδόν ολοκληρωτική απουσία του Στάλιν, που δεν ήταν ούτε δίπλα απ’ τους στρατιώτες ούτε δίπλα απ’ τους πολίτες. Ποτέ δεν πηγαίνει στο μέτωπο. Αυτή η μέθοδος διοίκησης είναι ασφαλώς πιο επικίνδυνη από το να διευθύνεις τον πόλεμο με τη βοήθεια μιας υδρόγειος σφαίρας».

Ας ακούσουμε τώρα πώς μας παρουσιάζει ο Ζούκοφ τον Στάλιν, αυτόν τον «υστερικό» που δεν ανεχόταν την παραμικρή αντίρρηση:

«Η δουλειά της Στάφκα γινόταν, κατά γενικό κανόνα, κάτω από συνθήκες οργάνωσης, ηρεμίας. Όλοι μπορούσαν να εκφράσουν την άποψή τους. Ο Ιωσήφ Στάλιν απευθυνόταν σε όλους με τον ίδιο τρόπο, σε αυστηρό και αρκετά επίσημο τόνο. Ήξερε να ακούει όταν κάποιος του εξέθετε μια κατάσταση έχοντας πλήρη γνώση του θέματος. Πρέπει να πω -και ως προς αυτό πείστηκα στη διάρκεια των μακρών χρόνων του πολέμου- ότι ο Ιωσήφ Στάλιν δεν ήταν καθόλου ένας άνθρωπος μπροστά στον οποίο δεν μπορούσαν να θιγούν δύσκολα προβλήματα, με τον οποίο δεν μπορούσε να συζητήσει κανείς και ακόμα να υπερασπίσει δυναμικά την άποψή του. Αν ορισμένοι βεβαιώνουν το αντίθετο, θα πω απλά πως οι διαβεβαιώσεις τους είναι αναληθείς».

Παρακολουθούμε τώρα την αξέχαστη σκηνή όπου ο Ζούκοφ πηγαίνει να δει το δικτάτορα, με τη μικροσκοπική υδρόγειό του κάτω απ’ τη μασχάλη, για να του δείξει, στο περίπου φυσικά, τη διάταξη των στρατευμάτων στο μέτωπο. Επιστρέφοντας, ο Ζούκοφ θα γράψει:

«Το να πας στην αναφορά της Στάφκα, στο γραφείο του Ιωσήφ Στάλιν, με, ας πούμε, όχι πλήρως ενημερωμένους χάρτες, να του δώσεις στοιχεία κατά προσέγγιση ή, ακόμα χειρότερα, μεγαλοποιημένα, ήταν πράγμα αδύνατο. Ο Στάλιν δε δεχόταν τυχαίες απαντήσεις. Απαιτούσε σαφήνεια και πλήρη εξάντληση του θέματος. (...) Ο Στάλιν είχε ένα είδος ιδιαίτερης διαίσθησης για τα αδύναμα σημεία μιας έκθεσης ή ενός ντοκουμέντου, τα ανακάλυπτε και επέβαλλε αυστηρές κυρώσεις στους υπεύθυνους για τις ανακριβείς πληροφορίες. Διαθέτοντας το χάρισμα μιας εξαιρετικά πιστής μνήμης, θυμόταν ακριβώς τι είχε ειπωθεί και δεν έχανε ποτέ την ευκαιρία να επιπλήξει αρκετά άγρια τον υπεύθυνο μιας παράλειψης. Να γιατί βάζαμε τα δυνατά μας να προετοιμάσουμε τα ντοκουμέντα του Γενικού Επιτελείου με τη μέγιστη δυνατή φροντίδα».

Όσο για τον αρχηγό Στρατιάς Στεμένκο, αυτός καταπιάνεται απευθείας με την κατηγορία του Χρουστσόφ σύμφωνα με την οποία ο Στάλιν, που δεν πήγαινε να επισκεφτεί το μέτωπο, δεν μπορούσε να γνωρίζει την πραγματικότητα του πολέμου. «Ο ανώτατος διοικητής δεν μπορούσε, κατά τη γνώμη μας, να επισκέπτεται πιο συχνά τα μέτωπα. Θα ήταν ασυγχώρητη επιπολαιότητα η έστω και προσωρινή εγκατάλειψη της γενικής διοίκησης για την επίλυση ενός επιμέρους ζητήματος σε ένα οποιοδήποτε μεμονωμένο μέτωπο».

Μετακινήσεις αυτού του είδους ήταν άσκοπες, βεβαιώνει ο Βασιλέφσκι. Ο Στάλιν είχε στη Στάφκα την πιο ολοκληρωμένη και την πιο λεπτομερή ενημέρωση, «μπορούσε, ενώ ήταν στη Μόσχα, να παίρνει σωστές και αποτελεσματικές αποφάσεις». Ο Στάλιν έπαιρνε τις αποφάσεις του βασισμένος «όχι μόνο στα δεδομένα που ήταν γνωστά στο Κέντρο, αλλά λογαριάζοντας επίσης τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης κατάστασης».Πώς τα κατάφερνε; Ο Στάλιν έπαιρνε όλες τις σημαντικές πληροφορίες που έφταναν στις υπηρεσίες του Γενικού Επιτελείου, στο υπουργείο Αμυνας και στην Πολιτική Διεύθυνση του Κόκκινου Στρατού. Οι γνώσεις του για τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων μετώπων προέρχονταν από δύο πηγές. Κατ’ αρχήν, οι διοικητές των μετώπων του υπέβαλλαν τακτικά εκθέσεις. Επειτα, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ζούκοφ:

«Για τα σημαντικά ζητήματα, οι απόψεις του Ιωσήφ Στάλιν ήταν θεμελιωμένες σε μεγάλο βαθμό στις αναφορές των εκπροσώπων της Στάφκα που έστελνε στα στρατεύματα. Αυτοί όφειλαν να εκτιμήσουν επιτόπου την κατάσταση και να ζητήσουν τη γνώμη των διοικητών των μονάδων για τα συμπεράσματα του Γ ενικού Επιτελεί ου, για τις απόψεις και τις προτάσεις των διοικητών των μετώπων και για τις ειδικές αναφορές».

Οι εκπρόσωποι αυτοί της Στάφκα ήταν υποχρεωμένοι να στέλνουν κάθε μέρα αναφορά στον Στάλιν. Στις 16 Αυγούστου του 1943, πρώτη μέρα μιας σημαντικής επιχείρησης στα περίχωρα του Χάρκοβο, ο Βασιλέφσκι είχε παραλείψει να στείλει την αναφορά του. Ο Στάλιν του διαβίβασε αμέσως ένα μήνυμα που ανέφερε ότι «σε περίπτωση που ξεχάσετε έστω και μια φορά το χρέος σας απέναντι στο Γ ενικό Στρατηγείο, θα απαλλαχτείτε από τα καθήκοντα του αρχηγού του Γ ενικού Επιτελείου και θα ανακληθείτε από το μέτωπο. (...)».

Ο Βασιλέφσκι αναστατώθηκε. Όμως, δεν πειράχτηκε από αυτή την «αγριάδα». Αντίθετα, γράφει ότι

«ο Στάλιν δεν ήταν έτσι αυστηρός μόνον απέναντι σε μένα. Παρόμοια πειθαρχία απαιτούσε από τον καθένα εκπρόσωπο του Γενικού Στρατηγείου. (...) Νομίζω πως η έλλειψη οποιασδήποτε επιείκειας προς τον εκπρόσωπο του Γενικού Στρατηγείου ήταν δικαιολογημένη από τα συμφέροντα της επιχειρησιακής καθοδήγησης του ένοπλου αγώνα. Ο Ανώτατος Στρατιωτικός Διοικητής παρακολουθούσε πολύ προσεχτικά την πορεία των γεγονότων στα μέτωπα, επενέβαινε σε όλες τις αλλαγές σ’ αυτά και κρατούσε γερά στα χέρια του τη διεύθυνση των στρατευμάτων».

Αντίθετα με τον Χρουστσιόφ που ισχυρίζεται ότι είδε στην πράξη έναν Στάλιν ανεύθυνο και τσαρλατάνο, ο Βασιλέφσκι, που εργάστηκε τριάντα τέσσερις μήνες στο πλευρό του Στάλιν, αναλύει τη μέθοδο εργασίας του τελευταίου με τον εξής τρόπο:

«Ο Στάλιν άσκησε μεγάλη επιρροή στη διαμόρφωση του στιλ δουλειάς του Γενικού Στρατηγείου, τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα του οποίου ήταν η στήριξη στη συλλογική πείρα για την κατάστρωση των επιχειρησιακών και στρατηγικών σχεδίων, οι υψηλές απαιτήσεις, ο ζήλος, η μόνιμη επαφή με τα στρατεύματα, η ακριβής γνώση της κατάστασης στα μέτωπα. Οι υψηλές απαιτήσεις αποτελούσαν συστατικό κομμάτι του στιλ δουλειάς του Στάλιν ως ανώτατου διοικητή. Οχι μόνο ήταν αυστηρός, πράγμα που δικαιολογείται απόλυτα, ειδικά σε καιρό πολέμου, αλλά και δε συγχωρούσε ποτέ την έλλειψη ενάργειας στην εργασία, την ανικανότητα να προχωρήσουν τα πράγματα ως το τέλος».

Ένα συγκεκριμένο παράδειγμα θα δείξει με τον πιο πειστικό τρόπο τι ήταν αυτές οι περιβόητες «ανεύθυνες μέθοδοι διοίκησης» του Στάλιν.

Τον Απρίλη του 1942, η επίθεση του Κόκκινου Στρατού για την απελευθέρωση όλης της Κριμαίας είχε αποτύχει. Το Γενικό Στρατηγείο διέταξε τη διακοπή της και την οργάνωση κλιμακωμένης σε βάθος άμυνας. Είκοσι μία σοβιετικές μεραρχίες ήταν αντιμέτωπες με δέκα ναζιστικές μεραρχίες. Αλλά στις 8 Μάη. οι ναζί επιτέθηκαν και κατόρθωσαν να διασπάσουν τη σοβιετική άμυνα. Ο εκπρόσωπος του Γενικού Στρατηγείου, Μέχλις, στενός συνεργάτης του Στάλιν, έστειλε την αναφορά του, στην οποία ο ανώτατος διοικητής απάντησε ως εξής:

«Εσείς τηρείτε μια περίεργη στάση ξένου παρατηρητή, που δεν ευθύνεται για τις πράξεις του μετώπου της Κριμαίας. Αυτή η στάση είναι πολύ πρόσφορη, αλλά είναι πέρα για πέρα σάπια. Στο μέτωπο της Κριμαίας, εσείς δεν είστε ξένος παρατηρητής, αλλά υπεύθυνος εκπρόσωπος του Γενικού Στρατηγείου, που ευθύνεται για όλες τις επιτυχίες και τις αποτυχίες του μετώπου και είναι υποχρεωμένος να διορθώσει επιτόπου τα λάθη της διοίκησης. Εσείς μαζί με τη διοίκηση ευθύνεσθε για το γεγονός ότι η αριστερά πτέρυγα του μετώπου σας αποδείχτηκε πολύ αδύνατη. Αν “όλη η κατάσταση έδειχνε ότι το πρωί ο εχθρός θα επιτεθεί” κι εσείς δεν πήρατε όλα τα μέτρα για την οργάνωση της απόκρουσης και περιοριστήκατε στην παθητική κριτική, αυτό είναι χειρότερο για σας». Ο Στάλιν επέκρινε σε βάθος τις μεθόδους τυπικής και γραφειοκρατικής διοίκησης.

«Οι σύντροφοι Κοζλόφ (διοικητής του μετώπου) και Μέχλις θεωρούσαν ότι κύριο καθήκον τους ήταν να εκδίδουν διαταγές και ότι με την έκδοση της διαταγής τελειώνει και η αποστολή τους στην καθοδήγηση των στρατευμάτων. Οι άνθρωποι αυτοί δεν κατάλαβαν ότι η έκδοση διαταγής αποτελεί μόνο την απαρχή της δουλειάς και ότι το κύριο καθήκον της διοίκησης είναι να εξασφαλίσει την εκτέλεση της διαταγής, να την προωθήσει στους στρατιώτες, να οργανώσει τη βοήθεια στα στρατεύματα για την εκπλήρωση της διαταγής της διοίκησης, όπως έδειξε η κριτική ανάλυση της πορείας της επιχείρησης, η διοίκηση του μετώπου έδινε τις διαταγές της χωρίς να παίρνει υπόψη την κατάσταση στο μέτωπο, χωρίς να γνωρίζει την πραγματική κατάσταση των στρατευμάτων. Η διοίκηση του μετώπου δεν εξασφάλισε ακόμα και το φτάσιμο των διαταγών της στις στρατιές. (...)

Στις κρίσιμες μέρες της επιχείρησης, η διοίκηση του μετώπου της Κριμαίας και ο σ. Μέχλις, αντί να επικοινωνούν προσωπικά με τους διοικητές των στρατιών και αντί να τις βοηθούν προσωπικά στην πορεία της επιχείρησης, έχαναν τον καιρό τους σε πολυάριθμες και άγονες συνεδριάσεις του πολεμικού συμβουλίου. (...)

Το καθήκον συνίσταται στο ότι το διοικητικό μας προσωπικό πρέπει να ξεκόψει αποφασιστικά με τις βλαβερές μεθόδους της γραφειοκρατικής-χαρτοβασιλειακής καθοδήγησης και διεύθυνσης των στρατευμάτων, να μην περιορίζεται στην έκδοση διαταγών, αλλά να πηγαίνει συχνά στα στρατεύματα, στις στρατιές, τις μεραρχίες και να βοηθάει τους υφισταμένους στην υπόθεση της εκπλήρωσης των διαταγών της διοίκησης. Το καθήκον συνίσταται σε τούτο, το διοικητικό μας προσωπικό, οι επίτροποι και τα στελέχη της πολιτικής δουλειάς να ξεριζώσουν ως το τέλος τα στοιχεία απειθαρχίας στο περιβάλλον των μεγάλων και μικρών διοικητών».

Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, ο Στάλιν καταπολέμησε σθεναρά κάθε ανεύθυνη και γραφειοκρατική συμπεριφορά. Απαιτούσε δυναμικές επιτόπιες παρεμβάσεις.

ΣΤΑΛΙΝ, Η «ΜΕΤΡΙΑ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ»

Ας τελειώσουμε με την τρίτη «αλήθεια» για την προσωπικότητα του Στάλιν: άνθρωπος βάναυσος και ψυχρός, μέτριας νοημοσύνης, χωρίς εκτίμηση για τους ανθρώπους, που περκρρονούσε τους συνεργάτες του.

Όμως, οι άνθρωποι που «υπέμειναν» αυτό το τέρας τη μια μέρα μετά την άλλη στα τέσσερα φοβερά χρόνια του πολέμου μας δίνουν ένα πορτρέτο του Στάλιν που είναι ακριβώς το αντίθετο απ' αυτή την εικόνα.

Να πώς φωτογραφίζει ο Ζούκοφ το «αφεντικό» του.

«Ο I. Στάλιν δεν είχε τίποτα το ξεχωριστό, αλλά προκαλούσε δυνατή εντύπωση. Χωρίς να κρατάει καμιά πόζα, γοήτευε το συνομιλητή του με την απλή συμπεριφορά του. Ο ελεύθερος τρόπος με τον οποίο συνδιαλεγόταν, η ικανότητά του να διατυπώνει με σαφήνεια τη σκέψη του, η φυσική ροπή του πνεύματός του προς την ανάλυση, η μεγάλη πολυμάθειά του και η εκπληκτική μνήμη του ανάγκαζαν ακόμα και τα πιο νουθετημένα πρόσωπα που συνομιλούσαν μαζί του να είναι διαρκώς συγκεντρωμένα και επιφυλακτικά. (...) Ο Στάλιν διέθετε τεράστια φυσική νοημοσύνη, αλλά και εκπληκτική ευρυμάθεια. Είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω την ικανότητά του στην αναλυτική σκέψη κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων του Πολιτικού Γραφείου, της Κρατικής Επιτροπής Άμυνας και στην καθημερινή δουλειά στο Γ ενικό Στρατηγείο. Ακουγε προσεκτικά αυτούς που έπαιρναν το λόγο, καμιά φορά έκανε ερωτήσεις, έδινε απαντήσεις. Και, όταν τελείωνε η συζήτηση, διατύπωνε με σαφήνεια τα συμπεράσματα, έκανε τον απολογισμό. (...) Η εκπληκτική εργατικότητά του, η ικανότητά του να κατανοεί γρήγορα ένα θέμα, του επέτρεπαν να μελετάει και ν’ αφομοιώνει σε μια μέρα μεγάλη ποσότητα των πιο ποικίλων γεγονότων, πράγμα που απαιτεί εξαιρετικές ικανότητες».

Στο πορτρέτο αυτό, ο Βασιλέφσκι προσθέτει μερικές πινελιές για τις σχέσεις του Στάλιν με τους ανθρώπους:
«Ο Στάλιν ήταν προικισμένος με μεγάλη οργανωτική ικανότητα. Εργαζόταν πολύ ο ίδιος, ήξερε να βάζει τους άλλους να εργάζονται, να αντλεί όλα όσα μπορούσαν να προσφέρουν». «Ο Στάλιν είχε εκπληκτική μνήμη. Όχι μόνο γνώριζε όλους τους διοικητές των μετώπων και των στρατιών, που ήταν πάνω από εκατό, αλλά και ορισμένους από τους διοικητές των σωμάτων στρατού και των μεραρχιών, καθώς και υπεύθυνους του Λαϊκού Επιτροπάτου Άμυνας, χωρίς να γίνεται λόγος για το διευθυντικό προσωπικό του κρατικού και του κομματικού μηχανισμού στο κέντρο και στην επαρχία».

Επιπλέον, ο Στάλιν γνώριζε προσωπικά μεγάλο αριθμό κατασκευαστών αεροπλάνων, πυροβόλων και αρμάτων μάχης, τους κα-λούσε συχνά στο γραφείο του, τους έκανε λεπτομερείς ερωτήσεις.

ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΑΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝ

Πώς θα πρέπει τελικά να αξιολογήσει κανείς τις στρατιωτικές αρετές του ανθρώπου που καθοδήγησε το στρατό και τους λαούς της Σοβιετικής Ενωσης στη διάρκεια του μεγαλύτερου και πιο φρικιαστικού πολέμου που γνώρισε ποτέ η ιστορία;

Ας παρουσιάσουμε πρώτα την άποψη του Χρουστσιόφ.

«Ο Στάλιν προσπάθησε πολύ να θεωρηθεί μεγάλος στρατηλάτης. Ας αναφερθούμε, για παράδειγμα, στις ιστορικές κινηματογραφικές μας ταινίες. Είναι αηδιαστικό. Πρόκειται για συνεχή προβολή του θέματος ότι ο Στάλιν ήταν στρατιωτική ιδιοφυΐα».

«Δεν είναι ο Στάλιν, αλλά σαφώς ολόκληρο το Κόμμα, η σοβιετική κυβέρνηση, ο ηρωικός στρατός μας, οι ταλαντούχοι διοικητές του και οι γενναίοι στρατιώτες του που κατέκτησαν τη νίκη στο Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο. (Θύελλα παρατεταμένων χειροκροτημάτων.)».

Δεν είναι ο Στάλιν, όχι ο Στάλιν, αλλά ολόκληρο το Κόμμα. Και αυτό το Κόμμα ολόκληρο υπάκουε χωρίς αμφιβολία στις οδηγίες και τις διαταγές του Αγίου Πνεύματος.
Ο Χρουστσιόφ κάνει πως δοξάζει το Κόμμα, το συλλογικό αυτό όργανο πάλης, για να μειώσει το ρόλο του Στάλιν. Μεθοδεύοντας τη λατρεία της προσωπικότητάς του, ο Στάλιν είχε δήθεν καταχραστεί τη νίκη που το Κόμμα «ολόκληρο» είχε αποσπάσει. Λες κι ο Στάλιν δεν ήταν ο πιο ξεχωριστός ηγέτης αυτού του Κόμματος, αυτός που στη διάρκεια του πολέμου επέδειξε την πιο εκπληκτική εργατικότητα, τη μεγαλύτερη επιμονή και διορατικότητα. Λες κι όλες οι στρατηγικές αποφάσεις δεν παίρνονταν με τόλμη από τον Στάλιν, αλλά παρά τη θέλησή του, από τους υφισταμένους του.

Αν ο Στάλιν δεν ήταν στρατιωτική ιδιοφυία, πρέπει υποχρεωτικό να συμπεράνουμε ότι ο μεγαλύτερος πόλεμος στην ιστορία, ο πόλεμος που η ανθρωπότητα έδωσε κατά του φασισμού, κερδίθηκε χωρίς στρατιωτική ιδιοφυία. Γιατί σ’ αυτόν τον τρομερό πόλεμο, κανένας δεν έπαιξε ρόλο που να μπορεί να συγκριθεί με το ρόλο που έπαιξε ο Στάλιν. Ακόμα και ο Αβερελ Χάριμαν, ο εκπρόσωπος του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, αφού επανέλαβε τις υποχρεωτικές στερεότυπες εκφράσεις για τον «τύραννο που ήταν ο Στάλιν», υπογραμμίζει «τη μεγάλη νοημοσύνη του, τη φανταστική ικανότητά του να εισχωρεί στις λεπτομέρειες, την οξυδέρκειά του και την εκπληκτική ανθρώπινη ευαισθησία που μπορούσε να εκδηλώσει, τουλάχιστον στα χρόνια του πολέμου. Εκτιμούσα ότι ήταν καλύτερα ενημερωμένος απ’ ό,τι ο Ρούσβελτ, πιο ρεαλιστής απ’ ό,τι ο Τσόρτσιλ, ότι ήταν από πολλές απόψεις η πιο αποτελεσματική από τις ηγετικές φυσιογνωμίες του πολέμου».

«Όταν ο Στάλιν ήταν παρών, δεν έμενε πια χώρος για κανέναν. Και πού ήταν, λοιπόν, οι στρατιωτικοί διοικητές μας;», αναφώνησε ο δημαγωγός Χρουστσόφ. Κολάκευε τους στρατάρχες: εσείς δεν είστε οι πραγματικές στρατιωτικές ιδιοφυείς του Β' Παγκόσμιου Πολέμου; Τελικά ο Ζούκοφ και ο Βασιλέφσκι, οι δύο πιο διακεκριμένοι στρατιωτικοί διοικητές, είπαν τη γνώμη τους δεκαπέντε και είκοσι χρόνια, αντίστοιχα μετά την ατιμωτική εισήγηση του Χρουστσόφ.

Ας ακούσουμε πρώτα την κρίση του Βασιλέφσκι:

«(...) προοδευτικά άρχισε ο Στάλιν να εμβαθύνει όλο και περισσότερο στις έννοιες του σύγχρονου πολέμου, να λύνει εξαιρετικά ειδικευμένα τα ζητήματα της πολεμικής τέχνης. Σπουδαίο ορόσημο αποτέλεσε η μάχη του Στάλινγκραντ. Ισως, όμως, ο I. Β. Στάλιν άρχισε να κατακτά ολοκληρωτικά τις νέες μεθόδους και μορφές καθοδήγησης του ένοπλου αγώνα μόνο στη διάρκεια των μαχών στο τόξο του Κουρσκ. Από τότε πια ο Στάλιν δεν πρότεινε ποτέ πολεμικές επιχειρήσεις, αν δεν ήταν αποφασιστικές, ευέλικτες, κατέφευγε μαστορικά στη μαζική συγκέντρωση δυνάμεων, εκδήλωνε την τάση να λύσει το πρόβλημα της συντριβής του ενός είτε του άλλου συγκροτήματος του εχθρού με την κύκλωση. ΟI. Β. Στάλιν άρχισε να καταλαβαίνει καλά όχι μόνο την πολεμική στρατηγική, πράγμα που ήταν εύκολο γι’ αυτόν, γιατί ήταν μάστορας της πολιτικής στρατηγικής, αλλά και την τέχνη των επιχειρήσεων».

«Ο Στάλιν μπήκε για πάντα στη στρατιωτική ιστορία. Η αναμφισβήτητη προσφορά του είναι ότι, κάτω από την άμεση καθοδήγησή του ως ανώτατου διοικητή, οι σοβιετικές ένοπλες δυνάμεις κράτησαν σθεναρά στις αμυντικές εκστρατείες και τελείωσαν λαμπρά όλες τις επιθετικές επιχειρήσεις. Αλλά, όσο μπόρεσα να τον παρατηρήσω, δε μιλούσε ποτέ για τα επιτεύγματά του. Εν πάση περιπτώσει, δεν μου έτυχε ποτέ να τον ακούσω. Ο τίτλος του Ήρωα της Σοβιετικής Ενωσης και ο βαθμός του Στρατάρχη του απονεμήθηκαν έπειτα από πρόταση των διοικητών των μετώπων στο Πολιτικό Γραφείο. Όσο για τα λάθη που έγιναν στα χρόνια του πολέμου, μίλησε έντιμα και ειλικρινά γι’ αυτά».

«Ο Στάλιν, είμαι βαθιά πεισμένος γι’ αυτό, ιδιαίτερα από το δεύτερο μισό του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, ήταν η πιο ισχυρή και η πιο λαμπρή φυσιογνωμία της στρατιωτικής διοίκησης. Οργάνωνε με επιτυχία τη διεύθυνση των μετώπων, όλων των προσπαθειών της χώρας, με βάση την πολιτική του Κόμματος. (...) Ο Στάλιν έμεινε στη μνήμη μου ως ένας δεινός στρατιωτικός ηγέτης, που είχε ισχυρή θέληση και που δεν του έλειπε ταυτόχρονα η προσωπική γοητεία».

Ο Ζούκοφ αρχίζει δίνοντάς μας ένα πρότυπο σωστής μεθόδου διοίκησης, όπως το εξέθεσε ο Μάο Τσετούνγκ: να συγκεντρώνονται οι σωστές ιδέες των μαζών, προκειμένου να γυρίσουν πίσω σ’ αυτές με τη μορφή οδηγιών.

«Στον Ιωσήφ Στάλιν προσωπικά αποδόθηκαν λύσεις σε θέματα αρχής, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στις διαδικασίες επίθεσης του πυροβολικού, την κατάκτηση της κυριαρχίας στον αέρα, τις μεθόδους περικύκλωσης του εχθρού, το διασκορπισμό των περικυκλωμένων εχθρικών σχηματισμών και τη διαδοχική κατά στοιχεία εξόντωσή τους κλπ. Όλα αυτά τα σημαντικά ζητήματα της στρατιωτικής τέχνης αποτελούν τον καρπό μιας πρακτικής πείρας, που αποκτήθηκε στη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων, και οι μάχες είναι ο καρπός του βαθιού συλλογισμού και των συμπερασμάτων που αντλήθηκαν από αυτή την εμπειρία από το σύνολο των αρχηγών και από τα ίδια τα στρατεύματα. Όμως, η αξία του Στάλιν συνίσταται στο ότι δέχτηκε, όπως έπρεπε, τις συμβουλές των κορυφαίων στρατιωτικών ειδικών μας, τις συμπλήρωσε, τις αξιοποίησε και διαβίβασε γρήγορα με τη μορφή γενικών αρχών μέσα από τις εντολές και τις οδηγίες που απεύθυνε στα στρατεύματα, με στόχο την εξασφάλιση της πρακτικής διεύθυνσης των επιχειρήσεων».

«Ως τη μάχη του Στάλινγκραντ, ο I. Στάλιν δεν κατείχε παρά μόνο στις αδρές γραμμές τους τα προβλήματα της στρατηγικής, της επιχειρησιακής τεχνικής, της προετοιμασίας των σύγχρονων πολεμικών επιχειρήσεων στο επίπεδο ενός μετώπου, και κατά μείζονα λόγο στο επίπεδο ενός στρατού. Αργότερα, κυρίως από το Στάλινγκραντ και μετά, ο I. Στάλιν έμαθε σε βάθος την τέχνη να στήνει τις πολεμικές επιχειρήσεις ενός ή και περισσότερων μετώπων, και διεύθυνε τέτοιες επιχειρήσεις με ικανότητα, επιλύοντας πολλά σοβαρά προβλήματα στρατηγικής.

Στη διεύθυνση του ένοπλου αγώνα, ο I. Στάλιν βοηθήθηκε με ένα γενικό τρόπο από τη φυσική νοημοσύνη του και την οξυμένη διαίσθησή του. Ήξερε ν’ ανακαλύπτει το βασικό στοιχείο μιας στρατηγικής κατάστασης και, έχοντάς το κατανοήσει, ήξερε να απαντάει στον εχθρό, να εξαπολύει αυτή ή εκείνη τη σημαντική επιθετική επιχείρηση.

Δε χωράει αμφιβολία: ήταν άξιος για την ανώτατη διοίκηση».

ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΑΛΙΝ ΣΤΟΝ ΧΡΟΥΣΤΣΙΟΦ

Στις 9 Φλεβάρη του 1946, ο Στάλιν παρουσιάζει μπροστά στους εκλογείς του έναν απολογισμό του αντιφασιστικού πολέμου.

«Ο πόλεμος», λέει, «ήταν ένα μεγάλο σχολείο όπου όλες οι δυνάμεις του λαού δοκιμάστηκαν και επιβεβαιώθηκαν».

Ο Στάλιν κατακρίνει έμμεσα τις μιλιταριστικές αντιλήψεις σύμφωνα με τις οποίες ο Κόκκινος Στρατός θα ήταν ο βασικός πρωτεργάτης της νίκης. Πράγματι, η ιδέα του στρατού πάνω από το Κόμμα, που προπαγανδίστηκε την εποχή εκείνη από τον Τουχατσέφσκι, αναπτύχθηκε στο τέλος του πολέμου στο περιβάλλον του Ζούκοφ. Ο Στάλιν αναγνωρίζει βέβαια την τεράστια προσφορά του στρατού αλλά, λέει, «πρώτα απ’ όλα, είναι το σοβιετικό κοινωνικό μας καθεστώς που θριάμβευσε... Ο πόλεμος έδειξε ότι το σοβιετικό κοινωνικό καθεστώς είναι ένα πραγματικά λαϊκό καθεστώς». Η νίκη οφείλεται, κατά δεύτερο λόγο, στο «σοβιετικό πολιτικό καθεστώς μας... Το πολυεθνικό σοβιετικό κράτος μας άντεξε σε όλες τις δοκιμασίες του πολέμου και απέδειξε τη ζωτικότητά του».

Θα ήταν σφάλμα, συνεχίζει ο Στάλιν, να πιστεύουμε «ότι οφείλουμε το θρίαμβό μας αποκλειστικά και μόνο στη γενναιότητα των στρατευμάτων μας». Ο ηρωισμός του στρατού θα ήταν μάταιος δίχως τις τεράστιες αυτές μάζες των αρμάτων μάχης, των πυροβόλων, των πολεμοφοδίων που ο λαός έθετε στη διάθεση των στρατιωτών του. Και όλη αυτή η μυθική παραγωγή μπόρεσε να πραγματοποιηθεί χάρη στην εκβιομηχάνιση, «που ολοκληρώθηκε στην εξαιρετικά σύντομη χρονική προθεσμία των δεκατριών χρόνων» και χάρη στην κολεκτιβοποίηση που είχε δώσει τη δυνατότητα «να ξεμπερδέψουμε, σε μειωμένο χρονικό διάστημα, με την προαιώνια καθυστέρηση της γεωργίας μας». Και ο Στάλιν υπενθυμίζει τη μάχη που δόθηκε από τους τροτσκιστές και τους μπουχαρινικούς εναντίον της εκβιομηχάνισης και της κολεκτιβοποίησης.

«Πολλά σημαντικά μέλη του Κόμματος τράβηξαν συστηματικά το Κόμμα πίσω και προσπάθησαν με όλους τους τρόπους να το σπρώξουν στον “κανονικό”, καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης».

Ετσι, ο Στάλιν τόνισε σωστά το ρόλο-κλειδί που έπαιξαν το Κόμμα και οι εργαζόμενες μάζες στην προετοιμασία της άμυνας και στη διάρκεια του πόλεμου.

Το Φλεβάρη του 1946 επικυρώθηκε το νέο πεντάχρονο πλάνο.

Υποχωρώντας, ο γερμανικός στρατός ανατίναξε και πυρπόλησε εσκεμμένα ό,τι μπορούσε να είναι χρήσιμο στους Σοβιετικούς: 2.000 πόλεις, 70.000 χωριά και επιχειρήσεις που απασχολούσαν τέσσερα εκατομμύρια εργαζομένους καταστράφηκαν ολοκληρωτικά ή μερικά.

Στις περιοχές όπου εισέβαλαν τα γερμανικά στρατεύματα, οι καταστροφές αντιπροσωπεύουν το 40% με 60% του δυναμικού της βιομηχανίας επεξεργασίας άνθρακα, της παραγωγής ηλεκτρισμού, της σιδηροβιομηχανίας και μεταλλουργικής βιομηχανίας, των βιομηχανιών μηχανοκατασκευών.

Ορισμένοι εκτιμούσαν ότι η ΕΣΣΔ θα χρειαζόταν αρκετές δεκαετίες για να γιατρέψει τις πληγές που οι ναζί είχαν ανοίξει στο βιομηχανικό ιστό της. Όμως, χάρη σε τρία χρόνια εκπληκτικών προσπαθειών, η βιομηχανική παραγωγή του 1948 ξεπέρασε τη βιομηχανική παραγωγή του 1940.Παίρνοντας ως βάση το 1940, η παραγωγή άνθρακα έφτασε τότε στο 123, ηλεκτρισμού στο 130, μεταλλικών ελασμάτων στο 102, αυτοκινήτων και φορτηγών στο 161, μηχανών και μηχανημάτων στο 154, τσιμέντου στο 114.

Το 1950, στο τέλος του τέταρτου πεντάχρονου πλάνου, η βιομηχανική παραγωγή είναι αυξημένη κατά 73% σε σχέση με το 1940. Η παραγωγή των βασικών αγαθών διπλασιάστηκε, ενώ εκείνη των καταναλωτικών αγαθών σημείωσε αύξηση 23%.

Το πέμπτο πεντάχρονο, που καλύπτει την περίοδο 1951-1955, προβλέπει αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής κατά 12% το χρόνο. Νέο στοιχείο: η παραγωγή καταναλωτικών αγαθών θα γνωρίσει αξιόλογη αύξηση της τάξης του 65%. Τα βασικά αγαθά θα γνωρίσουν αύξηση 80% μέσα σε πέντε χρόνια.Αυτή την αλλαγή στην οικονομική πολιτική, ο Στάλιν την είχε ήδη αναγγείλει στο λόγο-απολογισμό του το 1946:

«Θα δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στην αύξηση της παραγωγής ειδών καθημερινής χρήσης, στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, μειώνοντας προοδευτικά την τιμή όλων των εμπορευμάτων, και στη δημιουργία ινστιτούτων επιστημονικών ερευνών όλων των ειδών».

ΟΙ ΗΠΑ ΔΙΑΔΕΧΟΝΤΑΙ ΤΗ ΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Ο αντιφασιστικός πόλεμος δεν είχε τελειώσει ακόμα, κι ένας μεγάλος αριθμός Αμερικανών στρατηγών ονειρευόταν μια ανατροπή των συμμαχιών για να εξαπολύσουν στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Στην περιπέτεια αυτή, υπολόγιζαν να χρησιμοποιήσουν... το ναζιστικό στρατό, εξαγνισμένο από τον Χίτλερ και το περιβάλλον του. Ο πρώην μυστικός πράκτορας Κούκριτζ μεταφέρει κάποιες κουβέντες που ειπώθηκαν το καλοκαίρι του 1945:

«Ο στρατηγός Πάτον ονειρευόταν να εξοπλίσει ξανά δύο μεραρχίες Βάφεν-Ες Ες για να τις ενσωματώσει στην (αμερικανική) 3η Στρατιά και να τις “οδηγήσει κατά των Κόκκινων”. Ο Πάτον είχε πολύ σοβαρά παρουσιάσει το σχέδιό του αυτό στο στρατηγό Μακ Νάρνι, στρατιωτικό κυβερνήτη των Ηνωμένων Πολιτειών στη Γερμανία... ‘Το τι σκέφτονται αυτά τα υποκείμενα οι μπολσεβίκοι, τι μπορεί, αλήθεια, να σας νοιάζει;” έλεγε ο Πάτον. “Αργά ή γρήγορα, θα χρειαστεί να πολεμήσουμε εναντίον τους. Γιατί όχι τώρα, όσο ο στρατός μας είναι άθικτος και μπορούμε να απωθήσουμε τον Κόκκινο Στρατό στη Ρωσία; Με τους Γερμανούς μου, είμαστε ικανοί να το κάνουμε. Απεχθάνονται τους κόκκινους αυτούς μπάσταρδους".» Ο Ρόμπερτ Μέρφι, πολιτικός σύμβουλος του Μακ Νάρνι, κάλεσε τον Πάτον.

«Ο Πάτον ρώτησε», γράφει ο Μέρφι, «αν υπήρχε περίπτωση να πάμε ως τη Μόσχα και πρόσθεσε ότι ήταν ικανός να φτάσει εκεί μέσα σε τριάντα μέρες, αντί να περιμένει να επιτεθούν οι Ρώσοι στις Ηνωμένες Πολιτείες».

Ο ναζί Γκέλεν και η CIA

Ο στρατηγός Γκέλεν ήταν ο αρχηγός της ναζιστικής κατασκοπείας στη Σοβιετική Ένωση. Το Μάη του 1945, αποφάσισε να παραδοθεί, μαζί με τα αρχεία του, στους Αμερικανούς. Παρουσιάστηκε στο γενικό επιτελάρχη Λούθερ Σίμπερτ, αρχηγό της υπηρεσίας πληροφοριών του ομίλου στρατιών του στρατηγού Μπράντλι. Έπειτα από εντολή του Σίμπερτ, ο ναζί Γ κέλεν σύνταξε μια έκθεση 129 σελίδων: Το σχέδιο μιας μυστικής οργάνωσης που θα στηριζόταν στις εργασίες της υπηρεσίας πληροφοριών και θα δρούσε κατά της Σοβιετικής Ένωσης υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών».

Ο Γκέλεν γνωρίστηκε με τις πιο υψηλές αμερικανικές στρατιωτικές αρχές και, όταν οι Σοβιετικοί εκπρόσωποι ζήτησαν να μάθουν νέα για τους Γκέλεν και Σέλενμπεργκ, δύο εγκληματίες πολέμου που έπρεπε να τους είχαν παραδοθεί, οι Αμερικανοί απάντησαν ότι δεν ήξεραν τι είχαν απογίνει. Και στις 22 Αυγούστου του 1945, μετέφεραν κρυφά τον Γκέλεν στις Ηνωμένες Πολιτείες.

 Ο ναζί Γκέλεν «διαπραγματεύτηκε» με τους όσους των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένου και του Αλαν Ντάλες, και κατέληξαν σε μια «συμφωνία»; η οργάνωση κατασκοπείας του Γκέλεν θα εξακολουθούσε να λειτουργεί αυτόνομα στη Σοβιετική Ένωση και «Αμερικανοί αξιωματικοί θα εξασφάλιζαν την επαφή με τις αμερικανικές υπηρεσίες. (...) Η οργάνωση του Γκέλεν θα χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για να παρέχει πληροφορίες σχετικές με τη Σοβιετική Ένωση και τις δορυφορικές της χώρες».

Στις 9 Ιούλη του 1946, ο Γκέλεν επέστρεψε στη Γερμανία για να επανενεργοποιήσει τη ναζιστική υπηρεσία του κατασκοπείας, κάτω από τον έλεγχο των Αμερικανών. Στρατολόγησε δεκάδες ανώτερους αξιωματικούς της Γκεστάπο και των Ες Ες, τους οποίους προμήθευσε με πλαστά χαρτιά.

Ο Τζον Λόφτους, στέλεχος των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, υπεύθυνος για τον εντοπισμό πρώην ναζί μετά τον πόλεμο, αναγκάστηκε να διαπιστώσει ότι χιλιάδες Ουκρανοί, Κροάτες και Ούγγροι φασίστες μπήκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες με τη βοήθεια μιας «ανταγωνιστικής» υπηρεσίας. Ο Λόφτους γράφει;

«Ο αριθμός των ναζί εγκληματιών πολέμου που εγκαταστάθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο εκτιμάται γύρω στις δέκα χιλιάδες».

Ήδη από το 1947 που οι Αμερικανοί άρχισαν τον Ψυχρό Πόλεμο, αυτοί οι «πρώην» ναζί έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα.

Έτσι, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός ήταν πραγματικά ο άμεσος συνεχιστής του ναζιστικού επεκτατισμού.

Η ατομική βόμβα... κατά της ΕΣΣΔ

Στις 21 Ιούλη του 1945, και ενώ η διάσκεψη του Πότσνταμ βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη, μια αναφορά για την πρώτη αμερικανική πυρηνική δοκιμή έφτανε στον Τρούμαν.

«Αυτό έδωσε στον πατέρα μου», γράφει η Μάργκαρετ Τρούμαν, «τη δυνατότητα να συνεχίσει τις συνομιλίες (με τον Στάλιν) με περισσότερη τόλμη και περισσότερο σθένος.» Και συνεχίζει:

«Ο πατέρας μου είχε σκεφτεί επισταμένα για τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να πληροφορήσει τον Στάλιν για την ύπαρξη της ατομικής βόμβας. Πλησίασε το Σοβιετικό “ηγέτη” και του γνωστοποίησε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν κατασκευάσει ένα νέο όπλο εξαιρετικής καταστροφικής ισχύος. Ο πρωθυπουργός Τσόρτσιλ και ο υπουργός Εξωτερικών Μπερνς έκαναν μερικά βήματα προς το μέρος τους και παρατήρησαν προσεκτικά την αντίδραση του Στάλιν. Διατήρησε απόλυτη ηρεμία».

Ο Ζούκοφ θυμάται τη συνομιλία ανάμεσα στον Στάλιν και τον Μόλοτοφ όταν επέστρεψαν εκεί όπου διέμεναν:

«Ο Β. Μ. Μόλοτοφ του είπε αμέσως:

- Θέλουν να εκβιάσουν.

Ο Στάλιν γέλασε.

-Άσ' τους να λένε. Θα πρέπει σήμερα κιόλας να ξανασυζητή-σουμε με τον Κουρτσάτοφ για να επιταχυνθεί η δουλειά μας.

Κατάλαβα ότι ο Στάλιν εννοούσε την ατομική βόμβα.»16

Ο Στάλιν ήταν ένας άνθρωπος αποφασισμένος και ήρεμος που δεν άφηνε ποτέ να τον φέρουν σε δύσκολη θέση, ούτε καν με τον πυρηνικό εκβιασμό.

Ο Τρούμαν, μόλις κατασκευάστηκε η ατομική βόμβα, θεώρησε ότι ήταν ένα όπλο μαζικής τρομοκρατίας, ικανό να εξασφαλίσει στις Ηνωμένες Πολιτείες την παγκόσμια ηγεμονία. Γράψει στα απομνημονεύματά του:

«Εβλεπα τη βόμβα ως στρατιωτικό όπλο και δεν αμφέβαλα ποτέ ότι θα χρησιμοποιούνταν. Όταν μίλησα στον Τσόρτσιλ, μου είπε χωρίς δισταγμό ότι ήταν υπέρ της χρήσης της πυρηνικής βόμβας».

Τέλη Ιούλη, η Σοβιετική Ενωση είχε πάρει την απόφαση να εμπλακεί στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας που προχωρούσε πια αναπόφευκτα στη στρατιωτική ήττα. Ωστόσο, χωρίς την παραμικρή
στρατιωτική αναγκαιότητα, οι Αμερικανοί αποφάσισαν να «δοκιμάσουν» τα πυρηνικά όπλα τους πάνω σε ανθρώπινα όντα. Ελπιζαν έτσι να τρομοκρατήσουν τους αντιπάλους τους σε βαθμό που ούτε οι ναζί δεν είχαν ποτέ διανοηθεί. Να σημειώσουμε ότι με τη μαζική εξόντωση Γιαπωνέζων, ο ιμπεριαλισμός σκόπευε κυρίως να τρομοκρατήσει τους Σοβιετικούς: το κύριο μήνυμα απευθυνόταν προς τον Στάλιν. Μόλις ο Τσόρτσιλ πληροφορήθηκε την ύπαρξη της ατομικής βόμβας, θέλησε να τη χρησιμοποιήσει... κατά της ΕΣΣΔ! Ο καθηγητής Γκάμπριελ Κόλκο γράφει:

«Ο στρατάρχης Άλαμ Μπρουκ πίστευε ότι ο παιδιάστικος ενθουσιασμός του πρωθυπουργού καταντούσε επικίνδυνος: “Θεωρούσε ήδη τον εαυτό του ικανό να καταστρέψει τα βιομηχανικά κέντρα της Ρωσίας"».

Στο Πότσνταμ, ο Τσόρτσιλ «πίεζε τους Αμερικανούς να χρησιμοποιήσουν τη βόμβα ως μέσο πολιτικής πίεσης πάνω στους Ρώσους».

Στις 6 Αυγούστου του 1945, μαθαίνοντας ότι η Χιροσίμα είχε καταστραφεί από τη βόμβα, ο Τρούμαν δήλωσε στους ανθρώπους που τον περιέβαλλαν:

«Είναι το μεγαλύτερο γεγονός στην ιστορία». Ο Τρούμαν τόλμησε να γράψει μια τέτοια φράση στα απομνημονεύματά του! Η απόφαση του αμερικανικού ιμπεριαλισμού να εξολοθρεύσει αδιακρίτως εκατοντάδες χιλιάδες Γιαπωνέζους πολίτες δείχνει σαφώς την απάνθρωπη και βάρβαρη φύση του: με αυτό τον τρόπο πήρε τη σκυτάλη από τις φασιστικές δυνάμεις. Στην επίσημη δήλωσή του την ίδια μέρα ο Τρούμαν είπε:

«Αν τώρα οι Γιαπωνέζοι δε δεχτούν τους όρους μας, μπορούν να περιμένουν να πέσει από τον ουρανό μια καταστροφική βροχή, που όμοιά της δεν έχει ξαναδεί ποτέ η γη».

Στις 9 Αυγούστου, μια δεύτερη πόλη, το Ναγκασάκι, σβήστηκε απ’ το χάρτη από την πυρηνική βροχή που είχε υποσχεθεί ο Τρούμαν. Στοίχισε τη ζωή σε 443.000 άτομα από τον άμαχο πληθυσμό της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι.. 

Σαν μόνη δύναμη που αξίωνε την παγκόσμια ηγεμονία, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρόβαλλαν ως άσπονδος εχθρός κάθε αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, που αγωνιζόταν για την ανεξαρτησία, τη λαϊκή δημοκρατία και το σοσιαλισμό. Αυτό είναι το νόημα του «δόγματος Τρούμαν», ενός δόγματος επεμβάσεων σε όλα τα σημεία του ορίζοντα με το πρόσχημα της «υπεράσπισης της ελευθερίας (της αγοράς, της εκμετάλλευσης) απέναντι στον κομμουνιστικό κίνδυνο». ΟΤρούμαν το διατύπωσε ως εξής στις 12 Μάρτη του 1947:

«Πιστεύω πως η πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών οφείλει να είναι η υποστήριξη των ελεύθερων λαών που αντιστέκονται στις απόπειρες υποδούλωσής τους από ένοπλες μειοψηφίες ή από εξωτερικές πιέσεις».

Ο «κίνδυνος του ρωσικού ολοκληρωτισμού» ήταν που «δικαιολογούσε» κυρίως αυτή την πολιτική των επεμβάσεων. Ο Τρούμαν δήλωσε πως «η νέα απειλή που αντιμετωπίζουμε φαίνεται το ίδιο σοβαρή όσο ήταν η ναζιστική Γερμανία».
Έχοντας εξουδετερώσει τον Χίτλερ, ανταγωνιστή του στη διεκδίκηση της παγκόσμιας ηγεμονίας, ο Τρούμαν επανέλαβε κατά λέξη όλες τις αντικομμουνιστικές συκοφαντίες των ναζί. Μιλώντας για τη Σοβιετική Ένωση, είπε:

«Μια ομάδα σκληροτράχηλων αλλά επιτήδειων φανατικών οργάνωσε μια δικτατορία με όλα τα εξωραϊστικά στοιχεία μιας κρατικής θρησκείας... Το άτομο υποτάχτηκε στο κράτος και καταδικάστηκε σε αιώνια δουλεία».

Έτσι, πριν καλά-καλά νικηθούν οι ναζί, ο Τρούμαν υιοθετεί τον κύριο προσανατολισμό τους, δηλαδή τον αντικομμουνισμό και τον αντισοβιετισμό. Όμως, ο ίδιος ο Χίτλερ είναι που, στις 31 Αυγούστου του 1944, είχε κάνει ένα πρώτο άνοιγμα προς τους Αμερικανούς.

«Μια νίκη των αντιπάλων μας θα οδηγήσει μοιραία στην μπολ-σεβικοποίηση της Ευρώπης. (...) Η συμμαχία των αντιπάλων μας απαρτίζεται από... ετερογενή στοιχεία...: υπερκαπιταλιστικά κράτη απ’ τη μια μεριά, υπερκομμουνιστικά κράτη απ’ την άλλη. (...) Θα φτάσει μια μέρα που αυτή η συμμαχία θα διαλυθεί. (...) Το παν είναι να περιμένεις τη στιγμή, όσο σοβαρή κι αν είναι η κατάσταση».

Για ν’ αποτρέψουν την επικείμενη ήττα, για να ανατρέψουν τις συμμαχίες, οι ναζί είχαν εντείνει προς το τέλος του πολέμου τη χυδαία κατασυκοφάντηση του κομμουνισμού. Ο Τρούμαν τους μιμείται, δεκαοκτώ μήνες αργότερα.

Η αντιιμπεριαλιστική πάλη και η πάλη για την ειρήνη

Πάνω σ’ αυτό το φόντο, μπορεί κανείς να κατανοήσει καλύτερα τη διεθνή πολιτική που ο Στάλιν ακολούθησε από το 1945 ως το 1953. Ο Στάλιν ανατάχθηκε με αποφασιστικότητα στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και στα πολεμικά του σχέδια. Στο μέτρο των δυνατοτήτων του, βοήθησε τα επαναστατικά κινήματα των διαφόρων λαών επιδείχνοντας ταυτόχρονα μεγάλη σύνεση.

Ο Στάλιν διεξήγαγε αγώνα σε τέσσερα μέτωπα ενάντια στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα: ενίσχυσε την άμυνα της Σοβιετικής Ένωσης, της βάσης του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος· βοήθησε τους λαούς που αποφάσισαν να προχωρήσουν στο δρόμο της λαϊκής δημοκρατίας και του σοσιαλισμού· υποστήριξε τις αποικιακές χώρες που ποθούσαν την ανεξαρτησία τους και ενθάρρυνε το πλατύ παγκόσμιο κίνημα για την ειρήνη, απέναντι στις νέες πολεμικές περιπέτειες του ιμπεριαλισμού.

Ο Στάλιν κατάλαβε καθαρά ότι ο σκοπός του αγγλοαμερικανικού ιμπεριαλισμού ήταν να «σώσει» τις αντιδραστικές τάξεις των χωρών που συνόρευαν με την ΕΣΣΔ και είχαν συνεργαστεί με τους ναζί, για να τις εντάξει στη στρατηγική του για παγκόσμια ηγεμονία. Ο προσανατολισμός αυτός είχε ήδη διαγραφεί καθαρά στη διάρκεια ακόμα του πολέμου.

Την 1η Αυγούστου του 1944, η πολωνική κυβέρνηση στο Λονδίνο πυροδότησε την εξέγερση της Βαρσοβίας. Οι αντιδραστικοί ρίχτηκαν σε μια εγκληματική περιπέτεια με μοναδικό σκοπό να εμποδίσουν τον Κόκκινο Στρατό να απελευθερώσει την πρωτεύουσα της Πολωνίας. Ο Κόκκινος Στρατός, που μόλις είχε προωθηθεί κατά 600 χιλιόμετρα, έχασε πολλούς άντρες και πολύ υλικό. Του ήταν αδύνατο να ανοίξει δρόμο ως τη Βαρσοβία για να βοηθήσει τους εξεγερμένους. Εξάλλου, οι Πολωνοί αντιδραστικοί είχαν εσκεμμένα κρύψει από τους Σοβιετικούς την πρόθεσή τους να προκαλέσουν εξέγερση. Όμως οι ναζί, που είχαν συγκεντρώσει κάμποσες μεραρχίες στη Βαρσοβία, κατακρεούργησαν τον πληθυσμό και κατάστρεψαν την πρωτεύουσα.Ο Στάλιν κατάλαβε ότι γινόταν ένας πόλεμος μέσα στον πόλεμο.

 Εγραψε στους Τσόρτσιλ και Ρούσβελτ:

«Αργά ή γρήγορα, θα μαθευτεί η αλήθεια για τη χούφτα των εγκληματιών που, προκειμένου να πάρουν στα χέρια τους την εξουσία, προκάλεσαν την περιπέτεια της Βαρσοβίας».

Στις 23 Αυγούστου του 1944, ο Κόκκινος Στρατός είχε απελευθερώσει το πρώτο ουγγρικό χωριό. Δύο μέρες αργότερα, η φασιστική κυβέρνηση του Χόρτι, που ήταν στην εξουσία από το 1919, μελετούσε την κατάσταση που μόλις είχε δημιουργηθεί.

«Οι Αγγλοσάξονες θα ήθελαν να αναχαιτίσουν οι Ούγγροι τους Ρώσους ως την κατάληψη της Ουγγαρίας από τους ίδιους», διαβάζουμε στα πρακτικά.

Ο Χόρτι και η κλίκα του ξεκίνησαν τον αγώνα κατά του «κόκκινου ιμπεριαλισμού» την ίδια ακριβώς στιγμή που τριάντα πέντε φασιστικές μεραρχίες προετοιμάζονταν να «υπερασπίσουν» τη Βουδαπέστη από το σοβιετικό στρατό. Από την ημέρα εκείνη, η ουγγρική αντίδραση έλπιζε να σωθεί χάρη στη βοήθεια των Αμερικανών που θα εγγυούνταν «την ουγγρική ανεξαρτησία» από το «σοβιετικό επεκτατισμό». Σε όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, το σύνθημα «εθνική ανεξαρτησία» θα χρησιμοποιηθεί από τις αντιδραστικές τάξεις για να πολεμήσουν, όχι μόνο το σοσιαλισμό, αλλά και τα θεμελιώδη εθνικά συμφέροντα και για να ενταχθούν στα αμερικανικά στρατηγικά σχέδια για παγκόσμια κυριαρχία.

Στην Ελλάδα, η εθνική αντίσταση, με την καθοδήγηση του Κομμουνιστικού Κόμματος, είχε προκαλέσει βαριές απώλειες στους ναζί. Όταν οι Γερμανοί εκκένωσαν την Αθήνα, στις 12 Οκτώβρη του 1944, οι 70.000 ένοπλοι αντιστασιακοί έλεγχαν σχεδόν όλη τη χώρα. Ο αγγλικός στρατός επενέβη για να εμποδίσει τον ελληνικό λαό να εγκαθιδρύσει μια επαναστατική εξουσία. Στις 5 Δεκέμβρη, ο Τσόρτσιλ γράφει στο στρατηγό Σκόμπι:

«Μη διστάσετε να ενεργήσετε σαν να βρισκόσασταν σε κατα κτημένη χώρα, όπου εκδηλώνεται τοπική εξέγερση».

Έτσι άρχισε ο μακρόχρονος πόλεμος των Αγγλοαμερικανών κατά των Ελλήνων αντιφασιστών.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Μοιράσου το :

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © ΙΣΤΟΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ - All Rights Reserved
Proudly powered by Blogger