{[['']]}
Στις 11 Οκτωβρίου του 1947, έξω από τις φυλακές του Γεντί Κουλέ στη Θεσσαλονίκη, έγινε η εκτέλεση δέκα αγωνιστών, από τους 52 που λίγους μήνες πριν είχε καταδικάσει το έκτακτο στρατοδικείο της Θεσσαλονίκης σε θάνατο.
Με αυτή την πράξη ανοίγει ένας κύκλος εκτελέσεων και αίματος που κράτησε αρκετά χρόνια και συνοδεύτηκε με εξορίες και βασανιστήρια. Ανάμεσα στους εκτελεσμένους ξεχωρίζει η μορφή του Ακίνδυνου Αλβανού, από την Αγ. Παρασκευή.
«Είμαι από το χωριό Αγία Παρασκευή Μυτιλήνης. Το 1932 οργανώθηκα στο ΚΚΕ γιατί είναι κόμμα της εργατικής τάξης. Είμαι εργάτης και συλλογικά ανήκω σ’ αυτό. Από τότε που οργανώθηκα στο κόμμα, με την καθοδήγησή του, πάλεψα για την εξυπηρέτηση του εργαζόμενου λαού και για ζητήματα του χωριού, κυρίως για τους ακτήμονες. Σαν πρόεδρος του Συνεταιρισμού ακτημόνων, πάλεψα να πάρω τα τσιφλίκια, τα ανταλλάξιμα.
Η δουλειά μου αυτή χαρακτηρίστηκε αναρχική και εκτοπίστηκα ένα χρόνο στη Σύκινο. Πάλεψα επίσης ενάντια στους φόρους και τους φοροεισπράκτορες που έρχονται και πανικοβάλουν τον κόσμο. Παλέψαμε για την αναστολή των ενταλμάτων, για να τα πληρώσουν οι αγρότες όταν θα έχουν συγκομιδή». Με αυτά τα λόγια ξεκινάει την απολογία του ο Ακίνδυνος στο έκτακτο στρατοδικείο της Θεσσαλονίκης.
Να τι γράφει σχετικά για αυτή την υπόθεση ο Ριζοσπάστης στις 7/7/1933:
Συνεχίζει στην απολογία του ο Ακίνδυνος Αλβανός: «Η αναστολή πέτυχε, αλλά εγώ φυλακίστηκα επτά μήνες για αντίσταση κατά της αρχής. Οι δυο φυλακίσεις μου δεν προήλθαν από την προσπάθειά μου να ευνοήσω το άτομό μου, αλλά γιατί πάλευα για την καλυτέρευση της ζωής της τάξης που υπηρετεί το συμφέρον του λαού, γιατί έτσι θα βελτίωνα και το ατομικό μου συμφέρον.»
Δεν έγινε κατορθωτό να βρούμε πολλά στοιχεία από τη ζωή και τη δράση του Ακίνδυνου. Διαβάζοντας όμως την απολογία του, βλέπουμε ότι φυλακίστηκε για 7 χρόνια στην Ακροναυπλία, οι αρχές τον παρέδωσαν μαζί με άλλους φυλακισμένους κομμουνιστές στα στρατεύματα κατοχής και απέδρασε από το νοσοκομείο Σωτήρια το 1943: «Εμένα μαζί με άλλους μας μετέφεραν στη «Σωτηρία», σε ένα ξεχωριστό μέρος που είχαν κάνει σαν φυλακή και μας φύλαγαν εκεί.
Δε βγαίναμε καθόλου. Αυτή η δουλειά γίνεται το 1943. Κάθισα εκεί δυο μήνες και με τη βοήθεια του Εφεδρικού ΕΛΑΣ Αθηνών, δραπετεύσαμε και φύγαμε, καθείς για εκεί που τον καλούσε το καθήκον.
Εγώ μαζί με άλλους, τράβηξα για τη Μακεδονία και ανέβηκα στην ελεύθερη Ελλάδα. Οργάνωσα το νοσοκομείο ανταρτών στο χωριό Αβδέλλες και από κει πέρασα στη Βέροια, στο Γιδά, στη Νάουσα κτλ. «. Οι Γερμανοί έφυγαν, ήλθε η απελευθέρωση, μετά η συμφωνία της Βάρκιζας, οι διωγμοί τα κυνηγητό. «Εδώ στη Θεσσαλονίκη » λέει ο Ακίνδυνος. «δημιουργήθηκε η πλατειά ή Μαζική Λαϊκή Αυτοάμυνα, που είχε δυο σκοπούς. Ο ένας ήταν να διαφωτιστεί ο κόσμος για το πως να αμυνθεί και ο άλλος, να ορμήσουν με ξύλα και με πέτρες να χτυπήσουν τους τραμπούκους. Η οργάνωση δεν είχε στρατό. Κάθε σπίτι, κάθε συνοικία, κάθε τετράγωνο, θα έπρεπε να αμυνθεί. Και αυτή τη δουλειά την ανέλαβα εγώ….»
Στις 30 Απριλίου 1947, έγινε στη Θεσσαλονίκη, επίθεση από ομάδα της ΟΠΛΑ , με πιστόλια και χειροβομβίδες κατά λεωφορείου της Πολεμικής Αεροπορίας στη στάση Μισραχή στη λεωφόρο Β. Όλγας. Σκοτώνονται 3 υποσμηναγοί, 1 σμηνίτης και ο οδηγος του λεωφορείου. Τραυματίζονται 8.
Στις 28 Αυγούστου 1947, αρχίζει η δίκη των 67 κατηγορουμένων για αυτή την επίθεση, στο Έκτακτο Στρατοδικείο της πόλης που συνεδριάζει στη μεγάλη αίθουσα της Σχολής Βαλαγιάννη.
Η «δίκη της ΟΠΛΑ» οπως έμεινε γνωστή διήρκεσε 18 μέρες. 52 από τους κατηγορούμενους καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν.
Απο τους πρώτους ήταν ο Ακίνδυνος.
Δημοσίευση σχολίου