{[['']]}
Διηγείται η Λιλίκα Βασιλάκη: «Η ιστορία του κινήματος και του Κόμματός μας είναι τεράστια σε αγώνες, προσφορά και θυσίες. Πολλοί έχουν γράψει βιβλία, δημοσιεύσεις προσωπικών αναμνήσεων και γεγονότων. Όλα πολύτιμα και χρήσιμα για την Ιστορία και για τη διδαχή των νέων γενεών. Φυσικά, πολλά δεν έχουν έρθει στο φως και από δική μας υπαιτιότητα κι αναβλητικότητα. Αφορμή για το σημερινό μου σημείωμα είναι κάτι ανέλπιστο, που έφτασε στα χέρια μου ύστερα από 62 ολόκληρα χρόνια. Γνώριζα τα γεγονότα αυτά από το σύντροφό μου Αλέξανδρο (Αλέκο) Βασιλάκη, δικηγόρο, εξόριστο τότε στον Αϊ-Στράτη. Αλλο όμως αυτό κι άλλο τα γραπτά που σας στέλνω και που είναι ντοκουμέντα.
Γνωστό είναι πως η αστική τους δημοκρατία δεν άντεχε τις φωνές και τις αγωνίες των εργαζόμενων και λαϊκών στρωμάτων και έκανε τα αδύνατα δυνατά να φιμώσει τις φωνές με φυλακές, εξορίες, δολοφονίες στα μπουντρούμια της Ασφάλειας, με πάγους -ρετσινόλαδα, εκτελέσεις και λοιπά. Τα ωραία νησιά μας Ικαρία, Φολέγανδρος, Σίφνος, Σίκινος, Αϊ-Στράτης, που παραθερίζουν σήμερα ντόπιοι και ξένοι, αλλά και Γιούρα, Μακρόνησος κλπ, έχουν πολλά να διηγηθούν για τους αγωνιστές που στάθηκαν όρθιοι, υπερήφανοι, υπερασπιζόμενοι τα δίκια του εργάτη, του φτωχού, για μια Ελλάδα σοσιαλιστική.
Για να έρθω στο θέμα: Οπως είναι γνωστό, με την κήρυξη του πολέμου στις 28 Οκτώβρη του 1940, ήδη βρίσκονταν στις φυλακές κι εξορίες χιλιάδες κομμουνιστές, που αμέσως και με την επιστολή του Γενικού Γραμματέα Νίκου Ζαχαριάδη, από την Ασφάλεια όπου κρατούνταν, αλλά και με αποφάσεις των συνελεύσεων στις εξορίες (Ακροναυπλία κλπ.), ζήτησαν να πάνε στο μέτωπο για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, υπερασπιζόμενοι την πατρίδα από την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας. Τι θα περίμενε κανείς από τους κυβερνώντες; Να τους στείλει στο μέτωπο φυσικά... Ομως δεν ήθελαν να γίνει πραγματικό το ΟΧΙ του λαού και να ξεθωριάσει το τυπικό «όχι» του Μεταξά. Ετσι δεν τους απελευθέρωσαν. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά όταν ήρθαν οι Γερμανοί, οι δοσίλογοι, οι ριψάσπιδες, οι συνεργάτες των κατακτητών, οι βασανιστές του λαού, τους παρέδωσαν με ονομαστικές καταστάσεις στους κατακτητές.
Οσοι μπόρεσαν μέσα στις πρώτες μέρες να δραπετεύσουν από μερικά νησιά, αμέσως καταπιάστηκαν με το θέμα της επιβίωσης του λαού και της απελευθέρωσης, δημιουργώντας το θρυλικό ΕΑΜ - ΕΛΑΣ - ΕΠΟΝ - Εθνική Αλληλεγγύη, που τίμησαν την Ελλάδα παγκόσμια κι έδωσαν αμέτρητες θυσίες για τη χιλιάκριβη τη λευτεριά...
Στον Αϊ-Στράτη όμως, δεν μπόρεσαν να δραπετεύσουν. Οι κρατούμενοι εξόριστοι είχαν πολύ καλά οργανώσει την εκεί διαβίωσή τους και είχαν φροντίσει, στο μέτρο του δυνατού, να επιζήσουν. Τα πράγματα όμως δεν εκτυλίχτηκαν όπως θα έπρεπε. Είναι γνωστό πως τους ξεγέλασαν ότι θα τους αφήσουν κι όχι μόνο αυτό, αλλά τους έστησαν και προβοκάτσια.
Τις πρώτες μέρες μετά τη συνθηκολόγηση και την κατοχή της χώρας μας από τους Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους φασίστες, ο τότε διοικητής του Αϊ-Στράτη Κουσκούσης, και ο χωροφύλακας Ντουντουλάκης κάλεσε τους εξόριστους στην πλατεία για να τους ανακοινώσει τις προθέσεις του σχετικά με το αίτημά τους να τους αφήσει ελεύθερους. Οταν μαζεύτηκαν όλοι οι εξόριστοι κι αφού έγινε συζήτηση, τους είπε να γυρίσουν στα καταλύματά τους. Τότε απροσδόκητα άρχισαν οι πυροβολισμοί εναντίον των εξόριστων και σκοτώθηκαν επιτόπου οι Ν. Παπαδάτος, Π. Πέππας, Κ. Σκυφτούδης. (Σημείωση ιστολογίου: βλ. σχετική ανάρτηση ΕΔΩ.) Αλλοι τραυματίστηκαν...
Ακολούθησαν φωνές και διαμαρτυρίες «δολοφόνοι - δολοφόνοι, άνανδροι γιατί μας σκοτώνετε κλπ.». Δόθηκε εντολή να κλειστούν και να μην κυκλοφορούν καθόλου. Σε συνέχεια συνέλαβαν τους δυο δικηγόρους Αλέξανδρο Βασιλάκη και Γιάννη Βουρνά και τέσσερις άλλους εξόριστους και τους έστειλαν στη Μυτιλήνη να δικαστούν για στάση! Στους άλλους απαγόρευσαν τα δέματα, τις επιταγές από τους δικούς τους, τις προμήθειες από τα μαγαζιά και τους ντόπιους, την καλλιέργεια των κτημάτων που είχαν νοικιάσει και ακόμα να βγαίνουν για μάζεμα χόρτων. Το αποτέλεσμα; 44 νεκροί αγωνιστές, που τα ονόματά τους είναι καταγεγραμμένα στο Δήμο. Εκεί υπάρχει και το κενοτάφιο που έγινε αργότερα, πάλι από τους εξόριστους του μετεμφυλιακού δοσίλογου κράτους.
Οι έξι εξόριστοι, ύστερα από αφάνταστες ταλαιπωρίες με τα σαπιοκάραβα και δεμένοι, έφτασαν κάποτε στη Μυτιλήνη και κλείστηκαν στη φυλακή. Εκεί παρέμειναν αρκετό καιρό, πέρασαν από δίκη και παραδόξως αθωώθηκαν. Υπήρχαν φαίνεται δικαστές που ήταν έντιμοι. Δεν τους άφησαν όμως, αλλά τους μετέφεραν στην Ασφάλεια.
Εκεί είναι που, όπως φαίνεται, δεν τους δίνουν καθόλου τροφή και κινδυνεύουν να πεθάνουν από την πείνα. Είναι ήδη εξαντλημένοι από την πολύχρονη κράτησή τους. Οι δυο δικηγόροι συντάσσουν την αίτηση προς το Δικηγορικό Σύλλογο Μυτιλήνης, με την οποία ζητούν τη συναδελφική τους βοήθεια. Ο Δικηγορικός Σύλλογος όμως δε σπεύδει να ανταποκριθεί, αλλά ζητά την άδεια της Ασφάλειας για τη διενέργεια εράνου! Η Ασφάλεια τους απαντά ότι δεν τους επιτρέπει τον έρανο, διότι πρόκειται για αμετανόητους κομμουνιστές, οι οποίοι δεν υπογράφουν δήλωση μετανοίας και παράλληλα διατάζει τη μεταφορά τους ξανά στον Αϊ-Στράτη για να εκτίσουν την ποινή της εξορίας, που είχαν πριν τη δίκη.
Οταν ύστερα από άλλες ταλαιπωρίες έφτασαν στον Αϊ-Στράτη, βρήκαν τους επιζήσαντες της πείνας στην κυριολεξία αγνώριστους. Ποιος είσ' εσύ;.. Απίστευτη η βαρβαρότητα και η απανθρωπιά από Ελληνες σε Ελληνες. Στο μεταξύ είχε πάει ο Ερυθρός Σταυρός και κάπως διορθώθηκαν τα πράγματα, άρχισαν και κάποια δέματα και επιταγές από τους συγγενείς τους. Παρέμεναν όμως αιχμάλωτοι και με το φόβο να πάνε οι Γερμανοί να τους μεταφέρουν, όπως κι έγινε στις 17 Ιούνη του 1943, από το κεντρικό λιμάνι. Στάθηκαν όμως τυχεροί, γιατί τις ίδιες μέρες είχε αράξει σ' ένα μικρό ορμίσκο ένα καϊκι σταλμένο από τον ΕΛΑΝ Μακεδονίας, με επικεφαλής έναν παλιό εξόριστο στο νησί, τον Στράντζαλη. Οι εξόριστοι ειδοποιήθηκαν σπίτι - σπίτι και τη νύχτα της 17ης Ιούνη 1943 έφυγαν παίρνοντας μαζί τους τους χωροφύλακες με τα όπλα τους κι αφήνοντας τα υπάρχοντά τους στο νησί. Τρία μερόνυχτα θαλασσοδέρνονταν και τελικά βγήκανε στο Χολομώντα. Από εκεί οι οργανώσεις τους πήραν και τους έστειλαν σε διάφορες περιοχές, ανάλογα με την καταγωγή τους.
Ο Αλέκος έφτασε στην Αθήνα το φθινόπωρο του 1943, έμεινε και δούλεψε εδώ στην παρανομία και με την Απελευθέρωση ανέλαβε υπεύθυνα πόστα, κυρίως στην Αυτοδιοίκηση και αργότερα επικεφαλής της νομικής υποστήριξης των διωκόμενων αγωνιστών πανελλαδικά, ώσπου και ο ίδιος δικάστηκε δις εις θάνατον από τα θανατοδικεία των διαδόχων των συνεργατών των φασιστικών κυβερνήσεων. Ετσι έφτασε να ζήσει 20 χρόνια σε εξορίες και φυλακές.
Ο Γιάννης Βουρνάς βρέθηκε στην Πελοπόννησο κι έμεινε γνωστός ως «Φωτεινός» για την ευφράδειά του και τη γλυκύτητα του χαρακτήρα του. Αργότερα πήρε μέρος στον Εμφύλιο και μετά την ήττα βρέθηκε στην ΕΣΣΔ, όπου έζησε αρκετά χρόνια έως τον επαναπατρισμό του.
Τα άγνωστα ως τώρα ντοκουμέντα είναι η αίτηση με το γραφικό χαρακτήρα του Αλέκου Βασιλάκη και την υπογραφή των Αλέκου Βασιλάκη και Γιάννη Βουρνά, καθώς και η αίτηση του Δικηγορικού Συλλόγου Λέσβου και η απάντηση της Ασφάλειας. Το σημερινό σημείωμά μου ας είναι για να τιμήσουμε τη μνήμη τους, τη μνήμη του σ. Γιάννη Λίππα, που ήταν μαζί τους και έφυγε πρόσφατα, των 44 νεκρών από την πείνα και των αμέτρητων τιμημένων νεκρών αγωνιστών στις μάχες και στα εκτελεστικά αποσπάσματα, στα θύματα τρομοκρατίας, στις οικογένειες που στήριξαν τους αγώνες των παιδιών τους και που πλήρωσαν ακριβά με θύματα και διωγμούς».
1) Η αίτηση των Αλέκου Βασιλάκη και Γιάννη Βουρνά
Μυτιλήνη 28 Μαρτίου 1942
Προς
Το Διοικητικόν Συμβούλιον του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης
Ενταύθα
Κύριοι συνάδελφοι,
Από εξαετίας σχεδόν εδιώχθημεν από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου διά τας πολιτικάς μας πεποιθήσεις.
Εκτοτε και μέχρι του παρελθόντος Σεπτεμβρίου συνεχώς παρεμείναμεν ως εξόριστοι εις διαφόρους ερημονήσους του Αιγαίου, αποσπασθέντες από τας οικογενείας μας και τας επαγγελματικάς μας ασχολίας, και υποστάντες παντοειδείς κακουχίας και στερήσεις.
Κατά το τέλος Σεπτεμβρίου π.έ. μετήχθημεν εις την πόλιν σας και ενεκλείσθημεν εις τας φυλακάς μαζί με τέσσαρας άλλους συνεξορίστους μας, προφυλακισθέντες με την κατηγορίαν της στάσεως. Παρεμείναμεν προφυλακισμένοι μέχρι της 18ης τρέχοντος, οπότε διετάχθη παρά του κ. Εισαγγελέως Εφετών Σύρου η αποφυλάκισίς μας, ως συμπληρωθέντος του χρόνου της προφυλακίσεως.
Από της αποφυλακίσεώς μας κρατούμεθα εις το Β΄ Αστυνομικόν Τμήμα, προοριζόμενοι και πάλιν διά τον προηγούμενον τόπον της εξορίας μας, την νησίδα «Αγιος Ευστράτιος».
Κατά τον χρόνον της παραμονής μας εν την φυλακή κατωρθώναμεν να αντιμετωπίζωμεν στοιχειωδώς το πρόβλημα του επισιτισμού μας με τα ολίγα όσπρια, τα οποία εχορήγει καθημερινώς εις τους κρατουμένους. Ηδη από της αποφυλακίσεώς μας δε λαμβάνομεν συσσίτιον. Δικαιούμεθα μόνον ως εξόριστοι 25δραχμον έκαστος ημερήσιον επίδομα απορίας. Αλλά και τούτο θα εισπράξωμεν βραδύτερον, εις τον τόπον της εξορίας.
Επίσης, λόγω διακοπής της τηλεγραφικής συγκοινωνίας δεν ηδυνήθημεν να επικοινωνήσωμεν με τας οικογενείας μας, από τας οποίας, μολονότι τελείως εξηντλημένας οικονομικώς, ηλπίζαμεν να τύχωμεν ποιας τίνος αρωγής.
Αντιλαμβάνεσθε συνεπώς το δύσκολον της θέσεώς μας. Να είμεθα δηλαδή ξένοι και άγνωστοι εις την πόλιν σας, με δύο από τους συγκατηγορουμένους μας ασθενείς φυματικούς, με ταξείδιον, που θα διαρκέσει ασφαλώς επί μήνα, ίσως και περισσότερον ακόμη. Δε δυνάμεθα ούτω να εξασφαλίσωμεν ουδέ το ελάχιστον συσσίτιον, όπερ είχαμεν εν τη φυλακή.
Οθεν, εκρίναμεν επιτετραμμένον να σας γνωρίσωμεν τα ανωτέρω, καθιστώντες ούτω την περίπτωσίν μας αντικείμενον της συναδελφικής σας αλληλεγγύης και ενδιαφέροντος, προς τα οποία και μόνον δυνάμεθα ν' απευθυνώμεθα.
Μετά τιμής και συναδελφικών αισθημάτων
Ιωάν. Χρ. Βουρνάς
Αλεξ. Π. Βασιλάκης
(Δικηγόροι Αθηνών)
2) Η αίτηση του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης
31 Μαρτίου 2 - Αρ. πρωτ. 101
Προς τον
κ. Διοικητήν Χωροφυλακής Λέσβου
ΕΝΤΑΥΘΑ
Εχομεν την τιμήν να γνωρίσωμεν υμίν ότι οι κ.κ. Ιωάν. Βουρνάς και Αλέξ. Βασιλάκης, δικηγόροι Αθηνών, κρατούμενοι εις το Β΄ Αστυνομικόν Τμήμα, δι' επιστολής των προς ημάς επικαλούνται υπέρ αυτών την αλληλεγγύην των Μελών του Συλλόγου, καθόσον, ευρισκόμενοι, ως εκθέτουσιν εν τη επιστολή των, από πολλού χρόνου μακράν των οικογενειών των και των επαγγελματικών των ασχολιών, στερούνται των μέσων ίνα ανταποκριθώσι εις τας στοιχειώδεις ανάγκας της διατροφής των.
Προκειμένου όπως αποφασίσωμεν την διενέργειαν εράνου μεταξύ των Μελών του Συλλόγου προς ανακούφισιν των ανωτέρω δύο συναδέλφων, παρακαλούμενων όπως μας γνωρίσητε αν δυνάμεθα να πράξωμεν τούτο.
Μετά τιμής
Ο Πρόεδρος
Ο Γεν. Γραμματέας
3) Η απάντηση της Χωροφυλακής Λέσβου
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΧΩΡ. ΛΕΣΒΟΥ
ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΕΙΔ. ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΑΡΙΘ. 9/102/8
Μυτιλήνη τη 4η Απριλίου 1942
ΠΡΟΣ
Τον Δικηγορικόν Σύλλογον Μυτιλήνης
ΕΝΤΑΥΘΑ
Επί τω υπ' αρίθμ. 101 ε. έτους εγγράφω σας, έχομεν την τιμήν να γνωρίσωμεν ότι οι κρατούμενοι εις το ενταύθα Β΄ Αστυνομικόν Τμήμα Δικηγόροι Ιωάννης Βουρνάς και Αλέξανδρος Βασιλάκης πρόκειται να μεταχθούν εις Αγιον Ευστράτιον προς συνέχισιν της εκτοπίσεώς των, εις ην διατελούν από πολλού. Ούτοι τυγχάνουν εκ των αμετανοήτων κομμουνιστών, αρνούμενοι να υπογράψουν δήλωσιν μετανοίας και ως εκ τούτου ευρίσκονται μακράν των οικογενειών των και των κυρίως επαγγελμάτων των, παρότι η Πολιτεία τοις παρέσχε τα μέσα όπως επανέλθουν εις την ευθείαν οδόν και ζήσουν ως νομιμόφρονες πολίται, εις όφελος του Κοινωνικού Συνόλου, ως αρμόζει εις επιστήμονας.
Κατόπιν τούτων και των απαγορευτικών διαταγών του Υπουργείου Δημοσίας Ασφαλείας και των Αρχών Κατοχής δε δυνάμεθα να επιτρέψωμεν την ενέργειαν εράνου μεταξύ των μελών υμών υπέρ των ως άνω εξορίστων.
Ο Διοικητής
Γαλούσης Νικ.
Μοίραρχος
Πηγή: Ριζοσπάστης
Ο Αη Στράτης χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σαν τόπος εξορίας το 1929. Χιλιάδες κομμουνιστές και δημοκράτες αγωνιστές θα ακολουθήσουν για πολλά χρόνια. Από το 1935 μέχρι στις 16 Ιούλη 1943, το μητρώο της ομάδας των εξόριστων κατέγραψε 950 περίπου αγωνιστές στο νησί του μαρτυρίου. Στα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής μια ομάδα εξόριστων βρίσκεται στο νησί. Ανάμεσά τους και ο Κώστας Μπόσης. Στις 26 Απρίλη του 1941, δυο μέρες πριν οι Γερμανοί καταλάβουν το νησί, τα όργανα του μεταξικού καθεστώτος, χωροφύλακες και πεζοναύτες, εμπόδισαν τη φυγή των εξόριστων. Πυροβόλησαν εναντίων τους και σκότωσαν τρεις. Κάτω από φριχτές συνθήκες πέθαναν από πείνα 33 εξόριστοι, μέχρι που το 1943 καταφέρνουν και δραπετεύουν με τη βοήθεια του καικϊού του ΕΛΑΝ οι εναπομείναντες 60. Ανάμεσα στους δραπέτες που γλίτωσαν από βέβαιο θάνατο και «τρία μερόνυχτα θαλασσοδέρνονταν μέχρι να βγουν στο Χολομώντα» είναι και ο Κώστας Μπόσης που λίγο αργότερα αποτύπωσε τη ζωή των εξόριστων στον Αη Στράτη, τις στερήσεις, την πείνα, τον θάνατο αλλά και την απαράμιλλη πίστη τους στα ιδανικά του σοσιαλισμού, στο βιβλίο του «ΑΗ ΣΤΡΑΤΗΣ, Η μάχη της πείνας των πολιτικών εξόριστων στα 1941».
http://kostasbosis.blogspot.gr/2013/01/blog-post_29.html#more
Γνωστό είναι πως η αστική τους δημοκρατία δεν άντεχε τις φωνές και τις αγωνίες των εργαζόμενων και λαϊκών στρωμάτων και έκανε τα αδύνατα δυνατά να φιμώσει τις φωνές με φυλακές, εξορίες, δολοφονίες στα μπουντρούμια της Ασφάλειας, με πάγους -ρετσινόλαδα, εκτελέσεις και λοιπά. Τα ωραία νησιά μας Ικαρία, Φολέγανδρος, Σίφνος, Σίκινος, Αϊ-Στράτης, που παραθερίζουν σήμερα ντόπιοι και ξένοι, αλλά και Γιούρα, Μακρόνησος κλπ, έχουν πολλά να διηγηθούν για τους αγωνιστές που στάθηκαν όρθιοι, υπερήφανοι, υπερασπιζόμενοι τα δίκια του εργάτη, του φτωχού, για μια Ελλάδα σοσιαλιστική.
Για να έρθω στο θέμα: Οπως είναι γνωστό, με την κήρυξη του πολέμου στις 28 Οκτώβρη του 1940, ήδη βρίσκονταν στις φυλακές κι εξορίες χιλιάδες κομμουνιστές, που αμέσως και με την επιστολή του Γενικού Γραμματέα Νίκου Ζαχαριάδη, από την Ασφάλεια όπου κρατούνταν, αλλά και με αποφάσεις των συνελεύσεων στις εξορίες (Ακροναυπλία κλπ.), ζήτησαν να πάνε στο μέτωπο για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, υπερασπιζόμενοι την πατρίδα από την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας. Τι θα περίμενε κανείς από τους κυβερνώντες; Να τους στείλει στο μέτωπο φυσικά... Ομως δεν ήθελαν να γίνει πραγματικό το ΟΧΙ του λαού και να ξεθωριάσει το τυπικό «όχι» του Μεταξά. Ετσι δεν τους απελευθέρωσαν. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά όταν ήρθαν οι Γερμανοί, οι δοσίλογοι, οι ριψάσπιδες, οι συνεργάτες των κατακτητών, οι βασανιστές του λαού, τους παρέδωσαν με ονομαστικές καταστάσεις στους κατακτητές.
Οσοι μπόρεσαν μέσα στις πρώτες μέρες να δραπετεύσουν από μερικά νησιά, αμέσως καταπιάστηκαν με το θέμα της επιβίωσης του λαού και της απελευθέρωσης, δημιουργώντας το θρυλικό ΕΑΜ - ΕΛΑΣ - ΕΠΟΝ - Εθνική Αλληλεγγύη, που τίμησαν την Ελλάδα παγκόσμια κι έδωσαν αμέτρητες θυσίες για τη χιλιάκριβη τη λευτεριά...
Στον Αϊ-Στράτη όμως, δεν μπόρεσαν να δραπετεύσουν. Οι κρατούμενοι εξόριστοι είχαν πολύ καλά οργανώσει την εκεί διαβίωσή τους και είχαν φροντίσει, στο μέτρο του δυνατού, να επιζήσουν. Τα πράγματα όμως δεν εκτυλίχτηκαν όπως θα έπρεπε. Είναι γνωστό πως τους ξεγέλασαν ότι θα τους αφήσουν κι όχι μόνο αυτό, αλλά τους έστησαν και προβοκάτσια.
Τις πρώτες μέρες μετά τη συνθηκολόγηση και την κατοχή της χώρας μας από τους Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους φασίστες, ο τότε διοικητής του Αϊ-Στράτη Κουσκούσης, και ο χωροφύλακας Ντουντουλάκης κάλεσε τους εξόριστους στην πλατεία για να τους ανακοινώσει τις προθέσεις του σχετικά με το αίτημά τους να τους αφήσει ελεύθερους. Οταν μαζεύτηκαν όλοι οι εξόριστοι κι αφού έγινε συζήτηση, τους είπε να γυρίσουν στα καταλύματά τους. Τότε απροσδόκητα άρχισαν οι πυροβολισμοί εναντίον των εξόριστων και σκοτώθηκαν επιτόπου οι Ν. Παπαδάτος, Π. Πέππας, Κ. Σκυφτούδης. (Σημείωση ιστολογίου: βλ. σχετική ανάρτηση ΕΔΩ.) Αλλοι τραυματίστηκαν...
Ακολούθησαν φωνές και διαμαρτυρίες «δολοφόνοι - δολοφόνοι, άνανδροι γιατί μας σκοτώνετε κλπ.». Δόθηκε εντολή να κλειστούν και να μην κυκλοφορούν καθόλου. Σε συνέχεια συνέλαβαν τους δυο δικηγόρους Αλέξανδρο Βασιλάκη και Γιάννη Βουρνά και τέσσερις άλλους εξόριστους και τους έστειλαν στη Μυτιλήνη να δικαστούν για στάση! Στους άλλους απαγόρευσαν τα δέματα, τις επιταγές από τους δικούς τους, τις προμήθειες από τα μαγαζιά και τους ντόπιους, την καλλιέργεια των κτημάτων που είχαν νοικιάσει και ακόμα να βγαίνουν για μάζεμα χόρτων. Το αποτέλεσμα; 44 νεκροί αγωνιστές, που τα ονόματά τους είναι καταγεγραμμένα στο Δήμο. Εκεί υπάρχει και το κενοτάφιο που έγινε αργότερα, πάλι από τους εξόριστους του μετεμφυλιακού δοσίλογου κράτους.
Οι έξι εξόριστοι, ύστερα από αφάνταστες ταλαιπωρίες με τα σαπιοκάραβα και δεμένοι, έφτασαν κάποτε στη Μυτιλήνη και κλείστηκαν στη φυλακή. Εκεί παρέμειναν αρκετό καιρό, πέρασαν από δίκη και παραδόξως αθωώθηκαν. Υπήρχαν φαίνεται δικαστές που ήταν έντιμοι. Δεν τους άφησαν όμως, αλλά τους μετέφεραν στην Ασφάλεια.
Εκεί είναι που, όπως φαίνεται, δεν τους δίνουν καθόλου τροφή και κινδυνεύουν να πεθάνουν από την πείνα. Είναι ήδη εξαντλημένοι από την πολύχρονη κράτησή τους. Οι δυο δικηγόροι συντάσσουν την αίτηση προς το Δικηγορικό Σύλλογο Μυτιλήνης, με την οποία ζητούν τη συναδελφική τους βοήθεια. Ο Δικηγορικός Σύλλογος όμως δε σπεύδει να ανταποκριθεί, αλλά ζητά την άδεια της Ασφάλειας για τη διενέργεια εράνου! Η Ασφάλεια τους απαντά ότι δεν τους επιτρέπει τον έρανο, διότι πρόκειται για αμετανόητους κομμουνιστές, οι οποίοι δεν υπογράφουν δήλωση μετανοίας και παράλληλα διατάζει τη μεταφορά τους ξανά στον Αϊ-Στράτη για να εκτίσουν την ποινή της εξορίας, που είχαν πριν τη δίκη.
Οταν ύστερα από άλλες ταλαιπωρίες έφτασαν στον Αϊ-Στράτη, βρήκαν τους επιζήσαντες της πείνας στην κυριολεξία αγνώριστους. Ποιος είσ' εσύ;.. Απίστευτη η βαρβαρότητα και η απανθρωπιά από Ελληνες σε Ελληνες. Στο μεταξύ είχε πάει ο Ερυθρός Σταυρός και κάπως διορθώθηκαν τα πράγματα, άρχισαν και κάποια δέματα και επιταγές από τους συγγενείς τους. Παρέμεναν όμως αιχμάλωτοι και με το φόβο να πάνε οι Γερμανοί να τους μεταφέρουν, όπως κι έγινε στις 17 Ιούνη του 1943, από το κεντρικό λιμάνι. Στάθηκαν όμως τυχεροί, γιατί τις ίδιες μέρες είχε αράξει σ' ένα μικρό ορμίσκο ένα καϊκι σταλμένο από τον ΕΛΑΝ Μακεδονίας, με επικεφαλής έναν παλιό εξόριστο στο νησί, τον Στράντζαλη. Οι εξόριστοι ειδοποιήθηκαν σπίτι - σπίτι και τη νύχτα της 17ης Ιούνη 1943 έφυγαν παίρνοντας μαζί τους τους χωροφύλακες με τα όπλα τους κι αφήνοντας τα υπάρχοντά τους στο νησί. Τρία μερόνυχτα θαλασσοδέρνονταν και τελικά βγήκανε στο Χολομώντα. Από εκεί οι οργανώσεις τους πήραν και τους έστειλαν σε διάφορες περιοχές, ανάλογα με την καταγωγή τους.
Ο Αλέκος έφτασε στην Αθήνα το φθινόπωρο του 1943, έμεινε και δούλεψε εδώ στην παρανομία και με την Απελευθέρωση ανέλαβε υπεύθυνα πόστα, κυρίως στην Αυτοδιοίκηση και αργότερα επικεφαλής της νομικής υποστήριξης των διωκόμενων αγωνιστών πανελλαδικά, ώσπου και ο ίδιος δικάστηκε δις εις θάνατον από τα θανατοδικεία των διαδόχων των συνεργατών των φασιστικών κυβερνήσεων. Ετσι έφτασε να ζήσει 20 χρόνια σε εξορίες και φυλακές.
Ο Γιάννης Βουρνάς βρέθηκε στην Πελοπόννησο κι έμεινε γνωστός ως «Φωτεινός» για την ευφράδειά του και τη γλυκύτητα του χαρακτήρα του. Αργότερα πήρε μέρος στον Εμφύλιο και μετά την ήττα βρέθηκε στην ΕΣΣΔ, όπου έζησε αρκετά χρόνια έως τον επαναπατρισμό του.
Τα άγνωστα ως τώρα ντοκουμέντα είναι η αίτηση με το γραφικό χαρακτήρα του Αλέκου Βασιλάκη και την υπογραφή των Αλέκου Βασιλάκη και Γιάννη Βουρνά, καθώς και η αίτηση του Δικηγορικού Συλλόγου Λέσβου και η απάντηση της Ασφάλειας. Το σημερινό σημείωμά μου ας είναι για να τιμήσουμε τη μνήμη τους, τη μνήμη του σ. Γιάννη Λίππα, που ήταν μαζί τους και έφυγε πρόσφατα, των 44 νεκρών από την πείνα και των αμέτρητων τιμημένων νεκρών αγωνιστών στις μάχες και στα εκτελεστικά αποσπάσματα, στα θύματα τρομοκρατίας, στις οικογένειες που στήριξαν τους αγώνες των παιδιών τους και που πλήρωσαν ακριβά με θύματα και διωγμούς».
Ακολουθούν τα τρία ντοκουμέντα
1) Η αίτηση των Αλέκου Βασιλάκη και Γιάννη Βουρνά
Μυτιλήνη 28 Μαρτίου 1942
Προς
Το Διοικητικόν Συμβούλιον του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης
Ενταύθα
Κύριοι συνάδελφοι,
Από εξαετίας σχεδόν εδιώχθημεν από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου διά τας πολιτικάς μας πεποιθήσεις.
Εκτοτε και μέχρι του παρελθόντος Σεπτεμβρίου συνεχώς παρεμείναμεν ως εξόριστοι εις διαφόρους ερημονήσους του Αιγαίου, αποσπασθέντες από τας οικογενείας μας και τας επαγγελματικάς μας ασχολίας, και υποστάντες παντοειδείς κακουχίας και στερήσεις.
Κατά το τέλος Σεπτεμβρίου π.έ. μετήχθημεν εις την πόλιν σας και ενεκλείσθημεν εις τας φυλακάς μαζί με τέσσαρας άλλους συνεξορίστους μας, προφυλακισθέντες με την κατηγορίαν της στάσεως. Παρεμείναμεν προφυλακισμένοι μέχρι της 18ης τρέχοντος, οπότε διετάχθη παρά του κ. Εισαγγελέως Εφετών Σύρου η αποφυλάκισίς μας, ως συμπληρωθέντος του χρόνου της προφυλακίσεως.
Από της αποφυλακίσεώς μας κρατούμεθα εις το Β΄ Αστυνομικόν Τμήμα, προοριζόμενοι και πάλιν διά τον προηγούμενον τόπον της εξορίας μας, την νησίδα «Αγιος Ευστράτιος».
Κατά τον χρόνον της παραμονής μας εν την φυλακή κατωρθώναμεν να αντιμετωπίζωμεν στοιχειωδώς το πρόβλημα του επισιτισμού μας με τα ολίγα όσπρια, τα οποία εχορήγει καθημερινώς εις τους κρατουμένους. Ηδη από της αποφυλακίσεώς μας δε λαμβάνομεν συσσίτιον. Δικαιούμεθα μόνον ως εξόριστοι 25δραχμον έκαστος ημερήσιον επίδομα απορίας. Αλλά και τούτο θα εισπράξωμεν βραδύτερον, εις τον τόπον της εξορίας.
Επίσης, λόγω διακοπής της τηλεγραφικής συγκοινωνίας δεν ηδυνήθημεν να επικοινωνήσωμεν με τας οικογενείας μας, από τας οποίας, μολονότι τελείως εξηντλημένας οικονομικώς, ηλπίζαμεν να τύχωμεν ποιας τίνος αρωγής.
Αντιλαμβάνεσθε συνεπώς το δύσκολον της θέσεώς μας. Να είμεθα δηλαδή ξένοι και άγνωστοι εις την πόλιν σας, με δύο από τους συγκατηγορουμένους μας ασθενείς φυματικούς, με ταξείδιον, που θα διαρκέσει ασφαλώς επί μήνα, ίσως και περισσότερον ακόμη. Δε δυνάμεθα ούτω να εξασφαλίσωμεν ουδέ το ελάχιστον συσσίτιον, όπερ είχαμεν εν τη φυλακή.
Οθεν, εκρίναμεν επιτετραμμένον να σας γνωρίσωμεν τα ανωτέρω, καθιστώντες ούτω την περίπτωσίν μας αντικείμενον της συναδελφικής σας αλληλεγγύης και ενδιαφέροντος, προς τα οποία και μόνον δυνάμεθα ν' απευθυνώμεθα.
Μετά τιμής και συναδελφικών αισθημάτων
Ιωάν. Χρ. Βουρνάς
Αλεξ. Π. Βασιλάκης
(Δικηγόροι Αθηνών)
2) Η αίτηση του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης
31 Μαρτίου 2 - Αρ. πρωτ. 101
Προς τον
κ. Διοικητήν Χωροφυλακής Λέσβου
ΕΝΤΑΥΘΑ
Εχομεν την τιμήν να γνωρίσωμεν υμίν ότι οι κ.κ. Ιωάν. Βουρνάς και Αλέξ. Βασιλάκης, δικηγόροι Αθηνών, κρατούμενοι εις το Β΄ Αστυνομικόν Τμήμα, δι' επιστολής των προς ημάς επικαλούνται υπέρ αυτών την αλληλεγγύην των Μελών του Συλλόγου, καθόσον, ευρισκόμενοι, ως εκθέτουσιν εν τη επιστολή των, από πολλού χρόνου μακράν των οικογενειών των και των επαγγελματικών των ασχολιών, στερούνται των μέσων ίνα ανταποκριθώσι εις τας στοιχειώδεις ανάγκας της διατροφής των.
Προκειμένου όπως αποφασίσωμεν την διενέργειαν εράνου μεταξύ των Μελών του Συλλόγου προς ανακούφισιν των ανωτέρω δύο συναδέλφων, παρακαλούμενων όπως μας γνωρίσητε αν δυνάμεθα να πράξωμεν τούτο.
Μετά τιμής
Ο Πρόεδρος
Ο Γεν. Γραμματέας
3) Η απάντηση της Χωροφυλακής Λέσβου
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΧΩΡ. ΛΕΣΒΟΥ
ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΕΙΔ. ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΑΡΙΘ. 9/102/8
Μυτιλήνη τη 4η Απριλίου 1942
ΠΡΟΣ
Τον Δικηγορικόν Σύλλογον Μυτιλήνης
ΕΝΤΑΥΘΑ
Επί τω υπ' αρίθμ. 101 ε. έτους εγγράφω σας, έχομεν την τιμήν να γνωρίσωμεν ότι οι κρατούμενοι εις το ενταύθα Β΄ Αστυνομικόν Τμήμα Δικηγόροι Ιωάννης Βουρνάς και Αλέξανδρος Βασιλάκης πρόκειται να μεταχθούν εις Αγιον Ευστράτιον προς συνέχισιν της εκτοπίσεώς των, εις ην διατελούν από πολλού. Ούτοι τυγχάνουν εκ των αμετανοήτων κομμουνιστών, αρνούμενοι να υπογράψουν δήλωσιν μετανοίας και ως εκ τούτου ευρίσκονται μακράν των οικογενειών των και των κυρίως επαγγελμάτων των, παρότι η Πολιτεία τοις παρέσχε τα μέσα όπως επανέλθουν εις την ευθείαν οδόν και ζήσουν ως νομιμόφρονες πολίται, εις όφελος του Κοινωνικού Συνόλου, ως αρμόζει εις επιστήμονας.
Κατόπιν τούτων και των απαγορευτικών διαταγών του Υπουργείου Δημοσίας Ασφαλείας και των Αρχών Κατοχής δε δυνάμεθα να επιτρέψωμεν την ενέργειαν εράνου μεταξύ των μελών υμών υπέρ των ως άνω εξορίστων.
Ο Διοικητής
Γαλούσης Νικ.
Μοίραρχος
Πηγή: Ριζοσπάστης
Ο Αη Στράτης χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σαν τόπος εξορίας το 1929. Χιλιάδες κομμουνιστές και δημοκράτες αγωνιστές θα ακολουθήσουν για πολλά χρόνια. Από το 1935 μέχρι στις 16 Ιούλη 1943, το μητρώο της ομάδας των εξόριστων κατέγραψε 950 περίπου αγωνιστές στο νησί του μαρτυρίου. Στα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής μια ομάδα εξόριστων βρίσκεται στο νησί. Ανάμεσά τους και ο Κώστας Μπόσης. Στις 26 Απρίλη του 1941, δυο μέρες πριν οι Γερμανοί καταλάβουν το νησί, τα όργανα του μεταξικού καθεστώτος, χωροφύλακες και πεζοναύτες, εμπόδισαν τη φυγή των εξόριστων. Πυροβόλησαν εναντίων τους και σκότωσαν τρεις. Κάτω από φριχτές συνθήκες πέθαναν από πείνα 33 εξόριστοι, μέχρι που το 1943 καταφέρνουν και δραπετεύουν με τη βοήθεια του καικϊού του ΕΛΑΝ οι εναπομείναντες 60. Ανάμεσα στους δραπέτες που γλίτωσαν από βέβαιο θάνατο και «τρία μερόνυχτα θαλασσοδέρνονταν μέχρι να βγουν στο Χολομώντα» είναι και ο Κώστας Μπόσης που λίγο αργότερα αποτύπωσε τη ζωή των εξόριστων στον Αη Στράτη, τις στερήσεις, την πείνα, τον θάνατο αλλά και την απαράμιλλη πίστη τους στα ιδανικά του σοσιαλισμού, στο βιβλίο του «ΑΗ ΣΤΡΑΤΗΣ, Η μάχη της πείνας των πολιτικών εξόριστων στα 1941».
http://kostasbosis.blogspot.gr/2013/01/blog-post_29.html#more
Δημοσίευση σχολίου