Ο Φιντέλ στο ντοκιμαντέρ του Ολιβερ Στόουν "Commandante" (2003) μαζί με τον δημιουργό της ταινίας.
Πώς είδαν Αμερικανοί και Βρετανοί σκηνοθέτες τη χώρα της Καραβαϊκής πριν και μετά την επανάσταση.
Του Παναγιώτη Φρούντζου, δημοσιογράφου - Hot History :Documento"
Οι Αμερικανοί πάντα αγαπούσαν την Κούβα. Την πειθήνια χώρα της Καραϊβικής που κέντριζε το ενδιαφέρον τους για εξωτικές περιπέτειες. Περιπέτειες επιχειρηματικές, περιπέτειες ερωτικές, περιπέτειες τυχοδιωκτικές. Η Κούβα ξυπνούσε στο φαντασιακό του μέσου Αμερικανού πολύχρωμες μνήμες από τα εκτυφλωτικά μιούζικαλ της Κάρμεν Μιράντα· ας πούμε ότι η Κούβα ήταν το πιο εύγευστο φρούτο στα ευφάνταστα φρουτένια καπέλα της Μιράντα (μικρή έως ελάχιστη σημασία είχε το γεγονός πως η σταρ του Χόλιγουντ καταγόταν από τη Βραζιλία - ούτως ή άλλως στην περιορισμένη γεωγραφική αντίληψη του μέσου Αμερικανού Βραζιλία και Κούβα είναι όμορες χώρες).
0 Μάρλον Μπράντο και η Τζιν Σίμονς στο «Μάγκες και κούκλες» (1955)
Στην Αβάνα ο κυνικός τζογαδόρος Σκάι Μάστερσον (Μάρλον Μπράντο) θα «τυλίξει» τη σεμνότυφη στα όρια της ερωτικής απάθειας Σάρα Μπράουν (Τζιν Σίμονς) στο «Μάγκες και κούκλες» (Guys and dolls, 1955) του Τζόζεφ Μάνκιεβιτς.
Και αυτό γιατί η Αβάνα είναι μαυλιστική σαν μια νότα καταδικασμένη να «πατηθεί» στα βήματα μιας υγρής ρούμπας.
Ο «Κατάσκοπος στην Αβάνα» (Αλεκ Γκίνες, Μορίν Ο'Χάρα) γυρίστηκε δύο μήνες μετά την πτώση του Μπατίστα και λέγεται πως ο Κάστρο παρακολούθησε το γύρισμα κάποιων σκηνών
Μια άλλη εκδοχή της κουβανικής πρωτεύουσας εμφανίζεται στον «Κατάσκοπο στην Αβάνα» (Our man in Havana, 1959) του Κάρολ Ριντ. Εδώ η πόλη κυριαρχείται από ανυπόφορη σαρκική ακολασία και απόλυτη πολιτική διαφθορά· διαφθορά που καθηλώνει τον εργαζόμενο λαό σε μια ζωή γεμάτη στερήσεις. Το βρετανικό συνεργείο ξεκίνησε τα γυρίσματα της ταινίας στην Αβάνα μόλις δύο μήνες μετά την πτώση της δικτατορίας του Μπατίστα.
Μάλιστα ο Φιντέλ Κάστρο παρακολούθησε τις σκηνές που γύρισαν στην πλατεία του Καθεδρικού Ναού στις 13 Μαΐου 1959.
Η ιδεαλιστική βάση της αριστερόστροφης «σέκτας» του Χόλιγουντ τις περισσότερες φορές είναι αποπνικτικά πληκτική (ποιος αλήθεια μπορεί να λησμονήσει τους ανυπόφορους μελοδραματισμούς των «Κόκκινων» του Γουόρεν Μπίτι;).
Ενας τζογαδόρος, ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ, κι ένας έρωτας (με τη Λένα Ολιν) που παλεύει με τον επαναστατικό αναβρασμό κυριαρχούν και στο «Αβάνα» (1990) του Σίντνεϊ Πόλακ
Υπάρχουν κάποιες στιγμές βέβαια που η πλήξη και ο άστοχος ακαδημαϊσμός υποχωρούν και η αλήθεια παρουσιάζεται αν όχι με διαλεκτικό έστω με νατουραλιστικό τρόπο, όπως στην περίπτωση της «Αβάνας» (Havana, 1990) του Σίντνεϊ Πόλακ.
Και πάλι προεπαναστατική Κούβα, και πάλι πρωταγωνιστής ένας τζογαδόρος (ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ στον ρόλο του Τζακ Γουέιλ), και πάλι ένας έρωτας να παλεύει με τον επαναστατικό αναβρασμό στη χώρα για το ποιος θα έρθει στο πρώτο πλάνο της ταινίας.
Ακόμη κι έτσι όμως η Αβάνα του Μπατίστα δανείζεται χρώματα από την πλούσια παλέτα της πολιτικής και κοινωνικής διαφθοράς αλλά και, από την άλλη, της προσμονής της κοινωνικής αλλαγής.
Φ.Φ. Κόπολα και Ολιβερ Στόουν
Το 1974 ήταν δύσκολη χρονιά για καλές ειδήσεις: η Ολλανδία της αναρχούμενης πειθαρχίας χάνει τον τελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου από τη νερόβραστη Δυτική Γερμανία, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επιστρέφει στην Ελλάδα ενδεδυμένος την προβιά του σωτήρα, ο λαϊκός παράγοντας στην Πορτογαλία άφησε τους στρατιωτικούς να ανατρέψουν τη δικτατορία του Σαλαζάρ.
Η μόνη καλή είδηση ήρθε από τη δυτική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Φ.Φ. Κόπολα παρέδιδε το δεύτερο μέρος γκανγκστερικής σάγκας του της οποίας μεγάλο μέρος της εκτυλίσσεται στην Αβάνα.
Ο μύθος πάει κάπως έτσι: οι γνωστότεροι μαφιόζοι των ΗΠΑ νιώθουν πίεση από την παρέμβαση του κράτους στις υποθέσεις τους και αποφασίζουν να μεταβάλουν την Αβάνα στο επόμενο Λας Βέγκας. Ο αφρός του αμερικανικού παρασιτικού κεφαλαίου με τη συνδρομή των εταιρειών-βιτρίνα της CIA βρίσκουν τον ιδανικό συμπαίκτη στο πρόσωπο του δικτάτορα Μπατίστα την ίδια ώρα που στα περίχωρα της πρωτεύουσας ακούγονται οι πυροβολισμοί των ανταρτών.
Παραμονή της Πρωτοχρονιάς 1959 ο στρατηγός Φουλχένσιο Μπατίστα εύχεται ευτυχισμένο
το νέο έτος στη μάζωξη παρακμιακών αριστοκρατών και καπιταλιστών που ρεβεγιονάρουν στο προεδρικό μέγαρο και εγκαταλείπει τη χώρα με προορισμό τη Δομινικανή Δημοκρατία. Οι αρουραίοι φεύγουν πρώτοι από το πλοίο που βυθίζεται.
Η Κούβα του Κόπολα έχει εμπορευματοποιήσει τις ανθρώπινες σχέσεις και τα πάντα αξιολογούνται με μέτρο το δολάριο. Η ζωή έχει μηδαμινή αξία αν δεν συνεισφέρει στην αύξηση του μαφιόζικου τζίρου. Η μόνη ελπίδα και πάλι προέρχεται από τους guerillas που θυσιάζουν τη ζωή τους για τη σοσιαλιστική ουτοπία, πάει να πει για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Στον «Νονό II» (1974)του Κόπολα οι μαφιόζοι γίνονται μάρτυρες της κατάρρευσης του καθεστώτος Μπατίστα. Λι Στράζμπεργκ και Αλ Πατσίνο
Αυτή την αξιοπρέπεια που φαίνεται ότι δεν πολυαπασχολούσε τον Φιντέλ Κάστρο στο ντοκιμαντέρ «Comandante» του Ολιβερ Στόουν (2003). Τρεις μέρες κράτησε η συνέντευξη που πήρε ο Αμερικανός σκηνοθέτης στο φάντασμα του παλιού guerilla και δεν δυσκολεύτηκε να πέσει θύμα της επαναστατικής γοητείας του.
Κανένας αντίλογος στον μονόλογο του Φιντέλ: «Τι είναι ένας δικτάτορας; Και είναι απαραίτητα κακός; Είμαι δικτάτορας του εαυτού μου και δούλος του λαού μου» (ας δώσουμε λίγο περισσότερη προσοχή στην κτητική αντωνυμία που συνοδεύει τη λέξη λαός). Στην ερώτηση δε του Στόουν αν υπάρχουν ακόμη πόρνες στην Κούβα ο κομαντάτε απαντά με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «Ναι, αλλά τώρα είναι μορφωμένες».
Η εμπορευματοποίηση του ανθρώπινου σώματος μπορεί να συνεχίζεται αλλά με διαφορετικούς όρους πλέον. Το αντεστραμμένο είδωλο του καπιταλισμού θυμίζει σε απελπιστικό βαθμό το πρόσωπο του «υπαρκτού».
ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου