Στις 10 Μαρτίου έφυγε ο Αλέξης Πάρνης στα 99 του χρόνια. Ο Αλέξης Πάρνης (πραγματικό όνομα Σωτήριος Λεωνιδάκης), γεννήθηκε στις 24 Μαΐου 1924 και έφυγε στις 10 Μαρτίου 2023.
Σημαντικός διανοούμενος -ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και μυθιστοριογράφος- αγωνιστής της Αριστεράς -μαχητής του ΕΛΑΣ στην Εθνική Αντίσταση και του ΔΣΕ στον εμφύλιο πόλεμο- κριτικός προς τον σταλινισμό και την απανθρωποποίηση που επέφερε στο σοβιετικό πείραμα. Αλλά και... ζαχαριαδικός την εποχή (1956) που ο πάλαι ποτέ πανίσχυρος γενικός γραμματέας του ΚΚΕ αποκαθηλώθηκε από τους διεθνείς συντρόφους του "παγκόσμιου κόμματος", που τόσο πιστά υπηρέτησε κατά την κομματική του αποστολή στο βαλκανικό Νότο.
Ο ίδιος αφηγείται για την επαύριο της καθαίρεσης και της διαγραφής του Ζαχαριάδη: «Πήγα την επομένη στην Κα Γκε Μπε. Μου έδειξαν στην “Αυγή” το γράμμα των κρατουμένων γυναικών στις φυλακές Αβέρωφ, όπου υπέγραφαν την καθαίρεση του Ν. Ζαχαριάδη -ανάμεσά τους και η υπογραφή της Ρούλας Κουκούλου. Και μου λέει ο στρατηγός: “Εδώ τον αποκηρύσσει η γυναίκα του, εσύ γιατί επιμένεις να τον στηρίζεις τόσο πεισματικά; Πήγαινε με το κόμμα σου κι άσε τα συναισθηματικά”. Του είπα τότε: “Είμαι Κρητικο-Μανιάτης, δεν προδίδω δικούς μου”. Αυτός, φυσικά, δεν κατάλαβε τα περί καταγωγής και επειδή νόμισε ότι αναφέρομαι σε κάποια θεωρία-παρέκκλιση της μαρξιστικής, καθώς ακούστηκε σαν “Κρητικομάνιακ”, μου λέει με τρομερό ενδιαφέρον: “Για πες μου, τι είναι αυτό;” Ο Ζαχαριάδης γελούσε όταν του διηγήθηκα το περιστατικό. «Είσαι ένας παλιόμαγκας Πειραιώτης”, μου είπε.»
Ο Στάλιν ως «διορθωτής»!
Στο συγκλονιστικό του μυθιστόρημα «Ο διορθωτής» (εκδ. 1978) ο Πάρνης αποδεικνύει ότι έχει καταλάβει την ιστορία (κάτι που ακόμα είναι ζητούμενο για πολλούς Νεοέλληνες).. Ο Μεγάλος Διορθωτής είναι το παρατσούκλι που δίνει στον Στάλιν, μιας και η εποχή τους σταλινισμού δίνει το ιστορικό πλαίσιο στο μυθιστόρημά του. Ο κεντρικός του ήρωας είναι ο Λαζάρ Λευτέροβιτς Σεϊταντίνωφ ή στην πραγματικότητα ο Λάζαρος Σεϊτανίδης του Ελευθερίου.
Ο Λάζαρος είχε έρθει στη Ρωσία όταν ήταν 12 χρονών. Ήταν ένα από τα παιδιά της Γενοκτονίας του Πόντου: "...Οι ρίζες του Λαζάρ Λευτέροβιτς κρατούσαν από τη μακρινή Τραπεζούντα Ήταν παιδί ακόμα όταν σκοτώσανε οι Τσέτες τους γονιούς του -ο πατέρας του ο παπα-Λευτέρης, υπηρετούσε το Θεό σ' ένα παραλιακό χωριό της Μαύρης Θάλασσας. Μαζί με άλλους δυο μπήκαν στη βάρκα και βγήκαν στη ρωσική ακτή του Καυκάσου. .... Τον βάλανε σ' ένα άσυλο για τα ορφανά, εκεί στο Σουχούμ." Ο Λάζαρος έγινε τυπογράφος και δούλεψε σ' ένα τυπογραφείο την εποχή που στον Καύκασο επικρατούσαν οι μενσεβίκοι. Έτσι θα συνεχίσει και ως τυπογράφος την εποχή της κυριαρχίας των μπολσεβίκων. Στα χρόνια που διαδραματίζεται η ιστορία (Οκτώβριος 1937), ο Λαζάρ Λευτέροβιτς εργάζεται ως τυπογράφος στο τυπογραφείο "Κόκκινος Γουτεμβέργιος". Περιγράφει την ιστορία των ελληνικών σοβιετικών κοινοτήτων του Καυκάσου το Μεσοπόλεμο, έως το δραματικό τους τέλος την περίοδο 1937-38.
Βλαζοντας ο Πάρνης τον ήρωά του να συνομιλεί με τον Ιβάν Αλεξάντροβιτς, ένα παλιό γέρο μπολσεβίκο -"αναπληρωματικό μέλος της Κεντρικής Επιτροπής όταν έγινε η Οκτωβριανή εξέγερση στην Πετρούπολη"-που συμμετείχε στην καταστολή της εξέγερσης των ναυτών της Κροστάνδης, αγγίζει με τον πιο καυστικό τρόπο ολόκληρη τη σοβιετική ιστορία. Ο Ιβάν Αλεξάντροβιτς που συμμετείχε στην καταστολή της Κροστάνδης (Μάρτιος 1921), δηλαδή των πιο επαναστατικών στοιχείων του Οκτώβρη του 1917, όπως και όλοι οι πρωτεργάτες της καταστολής (Τρότσκι, Τουχατσέφσκι) θα είναι τελικά τα θύματα εκείνου του καθεστώτος που προστάτευσαν στην Κροστάνδη δολοφονώντας αυτούς που ήδη είχαν αντιληφθεί ότι η Επανάσταση είχε τελειώσει πλέον και βάδιζε το δρόμο προς την Κόλαση.
Μέσα από τη συνομιλία τους προβάλει και η ιστορική αντίληψη του ίδιου του Αλέξη Πάρνη για την εποχή που περιγράφει:
"-Θα ξέρετε βέβαια Λαζάρ Λευτέροβιτς, με ποιό τρόπο ο Τρομερός Τσάρος Ιβάν φέρθηκε στους δύο θαυμαστούς αρχιτέκτονες που χτίσανε το ναό του ''Βασίλιι Μπλαζένιι"...
-Ναι , βέβαια Ιβάν Αλεξάντροβιτς. Όταν τελειώσανε , τους αντάμοιψε με πλούτο και κτήματα. Όμως ταυτόχρονα τους τύφλωσε με πυρωμένο σίδερο. Έτσι δεν θα έφτιαχναν παρόμοιο θαύμα άλλου τσάρου.
-Ε λοιπόν... Το ίδιο μπορεί να γίνει με ολόκληρο λαό...
-Δηλαδή τι εννοείτε; έκανα αλαφιασμένος ο Λαζάρ Λευτέροβιτς
-Θαυμαστός αρχιτέκτονας είναι ο λαός.... Τον ανταμοίβεις λοιπόν για κάποιον άθλο του με βιομηχανικά συγκροτήματα, σχολεία, τεχνικές κατακτήσεις. Και ταυτόχρονα τον τυφλώνεις για να μην κάνεις άλλη επανάσταση..."
Θεέ μου! Τώρα πια ήταν φανερός ο υπαινιγμός ενάντια στον καιρό του Μεγάλου Διορθωτή. Που την πήγαινε λοιπόν την κουβέντα; Να τον κάψει πήγαινε; ...
-Μη φωνάζετε! Για το Θεό, πιο σιγά, Ιβάν Αλεξάντροβιτς! ψιθύριζε τρομαγμένος...
Ο άλλος, σα να κατάλαβε τον κίνδυνο. Χαμήλωσε τη φωνή. Το ψιθύρισμα όμως ανήσυχο και βιαστικό -κοιτούσε κάπου μακρυά, σαν καταδιωκόμενος που νοιώθει τον διώκτη να ζυγώνει με τ' άλογό του.
-Αν ζήσετε, θέλω να μεταφέρετε τα λόγια μου αυτά στους ανθρώπους. Κάποτε θα περάσουν οι φοβεροί καιροί.... Κοιτάχτε γύρω σας. Κοιτάχτε Λαζάρ Λευτέροβιτς... Σφάζονται, τυφλώνονται οι πρωτομάστορες του λαού.... Είτε τους παραπετάνε όπως κι εμένα -βλέπετε η αρώστεια με έκανε ακίνδυνο για το μεγάλο στραγγαλιστή... Κοιτάχτε με. Κοιτάχτε Λαζάρ Λευτέροβιτς. Ακόμα ζω και αναπνέω. Όμως δεν υπάρχω, από καιρό τώρα. Σε καμιά ιστορία, σε κανένα βιβλίο δεν θα βρείτε το όνομά μου. Το σβήσανε μαζί με τόσα άλλα. Κι όταν φτάνει η επέτειο της μεγάλης νίκης στην Κροστάνδη, παρουσιάζεται μονάχα το δικό του. Αυτός σχεδίασε τη μάχη, αυτός οδήγησε τα στρατεύματα στην έφοδο -όλα αυτός."
Δυό λόγια για τη ζωή του
Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 24 Μαΐου του 1924, με καταγωγή από την Κρήτη και την Μάνη. Οργανώθηκε από μικρός στην Εθνική Αντίσταση, έλαβε μέρος στην τελευταία μάχη κατά των Γερμανών στην Αθήνα και τραυματίστηκε στα Δεκεμβριανά. Έμαθε για το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στο νοσοκομείο της Κορυτσάς όπου νοσηλευόταν και τον Μάιο του 1945 μεταφέρθηκε στο Ρουμπίκ της Αλβανίας. Εκεί έγραψε το πρώτο του μονόπρακτο με τίτλο «Τελευταία νύχτα», έργο που αναφέρεται στα Δεκεμβριανά. Από τον Νοέμβριο του 1948 εργάστηκε ως πολεμικός ανταποκριτής, υπολοχαγός για το φύλλο του ΔΣΕ, «Δελτίο ειδήσεων» και αργότερα για την εφημερίδα «Προς την νίκη». Την ίδια περίοδο δημοσιεύει τη συλλογή διηγημάτων «Είμαι μαχητής του Δημοκρατικού Στρατού» που εκδόθηκε από στα τυπογραφία του ΔΣΕ στις Πρέσπες.
Με την κατάρρευση του μετώπου μεταφέρθηκε στην Τασκένδη του Ουζμπεκιστάν όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην τοπική εφημερίδα των Ελλήνων και το 1951 ξεκίνησε τις σπουδές του στο Λογοτεχνικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας «Μαξίμ Γκόρκυ». Κατά την περίοδο παραμονής του στην Μόσχα συνδέθηκε φιλικά με προσωπικότητες των γραμμάτων όπως ο Μπορίς Πάστερνακ και ο Ναζίμ Χικμέτ και ξεκίνησε την συγγραφή του επικού ποιήματος «Μπελογιάννης», το οποίο κέρδισε το πρώτο παγκόσμιο βραβείο ποίησης στο φεστιβάλ της Βαρσοβίας του 1955. Με πρόταση του Ν. Ζαχαριάδη, επιλέγεται το 1951 να σπουδάσει στο φημισμένο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο Μαξίμ Γκόρκι της Μόσχας. Ζει σε ντάτσα στο Περεντέλκινο, τον παραθεριστικό οικισμό των Σοβιετικών συγγραφέων, όπου γνωρίζει και συνδέεται φιλικά με τον Ναζίμ Χικμέτ και με τον Μπορίς Παστερνάκ και αρχίζει να δημοσιεύει ποιήματά του μεταφρασμένα στα ρωσικά.
Ο Ν. Σαραντάκος αναφέρει ένα επεισόδιο που διηγήθηκε ο ίδιος από την εποχή εκείνη: επειδή το πηγαινέλα από το Περεντέλκινο στο κέντρο της Μόσχας του έπαιρνε πολλές ώρες κάθε μέρα, ζήτησε και του παραχώρησαν στέγη στο Ινστιτούτο, ένα κρεβάτι σε μια πτέρυγα όπου στεγάζονταν φοιτητές βαριά τραυματίες και ανάπηροι του πολέμου. Έπιασε φιλίες μαζί τους, αλλά εκείνοι έπιναν από το πρωί ως το βράδυ, οπότε άρχισε πάλι να αναζητεί στέγη. Ο Ναζίμ Χικμέτ του είπε ότι μια γνωστή του είχε ένα άδειο δωμάτιο και μπορούσε να τον φιλοξενήσει και πράγματι μετακόμισε εκεί. Πολύ αργότερα, όταν ξαναπήγε στη Μόσχα το 1989, έμαθε πως το δωμάτιο το πλήρωνε ο Χικμέτ, που είχε εξορκίσει τη σπιτονοικοκυρά να μην αποκαλύψει το μυστικό.
Μετά την καθαίρεση του Ζαχαριάδη αρνήθηκε να τον αποκηρύξει. Έμεινε πιστός φίλος του και μάλιστα κρατούσε τον Σήφη, τον γιο του, όταν ο Ζαχαριάδης βρισκόταν εξορία στο δασαρχείο του Μποροβίτσι (πριν από το Σουργκούτ). Αυτά τα έχει διηγηθεί ο ίδιος στο βιβλίο του «Γεια χαρά Νίκος». Έτσι, ήρθε σε σύγκρουση με τη νέα ηγεσία του ΚΚΕ, με αποτέλεσμα να πέσει σε δυσμένεια και να σταματήσει να δημοσιεύει. Διαγράφτηκε από το ΚΚΕ και έχασε τη δουλειά του στο ελληνικό ραδιόφωνο της Μόσχας. Οι πολιτικοί πρόσφυγες-λογοτέχνες που ήταν πιστοί στη νέα ηγεσία του ΚΚΕ έστελναν επιστολές στα σοβιετικά περιοδικά να μη δημοσιεύουν έργα του «αδικαιολόγητα εγκωμιασμένου» Πάρνη.
Το 1960 το θεατρικό του έργο «Το νησί της Αφροδίτης» (με θέμα την Κύπρο) γνώρισε μεγάλη επιτυχία σε 180 θέατρα της Σοβιετικής Ένωσης με πάνω από 22.000 παραστάσεις. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτή την παράσταση «ήταν καλλιτεχνική, αλλά και πολιτική επιτυχία υπό την έννοια ότι μια υπερδύναμη, η ΕΣΣΔ φώναζε πως η Κύπρος ήταν ελληνική. ...Στα έργα μου δεν αντιμετώπισα ποτέ τους ήρωες μονοσήμαντα, από την ιδεολογία τους, αλλά ως τραγικά πρόσωπα, κι αυτό έχει τεράστια διαφορά. Τον τραγικό άνθρωπο τον σέβομαι όπου κι αν ανήκει. Ενώ είχα πάρει το Παγκόσμιο βραβείο για τον “Μπελογιάννη”, κάνω το “Νησί της Αφροδίτης” για ποιον; Για την ΕΟΚΑ, για τον Γρίβα.»
Η επιτυχία αυτή του έδωσε την δυνατότητα να επιστρέψει στην Ελλάδα το 1963 με ειδική άδεια της κυβέρνησης, και να ανεβάσει το έργο του στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος με σκηνοθέτη τον Αλέξη Σολομό και πρωταγωνίστρια την Κυβέλη (σύζυγο του Γεωργίου Παπανδρέου).
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα η γραφή του προσανατολίστηκε προς το ψυχογραφικό μυθιστόρημα με στοιχεία από τον ρωσικό ρεαλισμό. Από τις εκδόσεις Εστία εκδόθηκαν τα έργα του το «Ο διορθωτής» (1978), «Λεωφόρος Πάστερνακ» (1979), «Μια Πράγα στον καθένα» (1979), «Ο μαφιόζος» (1980), και «Ο κινηματίας» (1990). Από τις εκδόσεις Καστανιώτη εκδόθηκε το 2009 το μυθιστόρημα «Η οδύσσεια των διδύμων».
Πηγή: Βλάσης Αγτζίδης, διδάκτωρ σύγχρονης Ιστορίας, συγγραφέας. μέσω tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου