3.3.19

Μακαρθισμός: Ο φόβος πάνω από την Αμερική - Τζόζεφ Μακάρθι: Βιογραφία ενός κατ' επάγγελμα κομμουνιστοφάγου

«Δεν έχετε ίχνος αξιοπρέπειας, κύριε ΜακΚάρθι;»

Του Αρτέμη Ψαρομήλιγκου - Hot History

Η φράση αυτή ακούστηκε μέσω της αμερικανικής τηλεόρασης στις 9 Ιουνίου 1954. Την εκτόξευσε ο δικηγόρος της Βοστόνης Τζόζεφ Γουέλτς που υπερασπιζόταν τον υπουργό Στρατιωτικών Ρόμπερτ Στίβενς και τον αμερικανικό στρατό εναντίον του πανίσχυρου γερουσιαστή ΜακΚάρθι, ο οποίος είχε τρομοκρατήσει τις ΗΠΑ επί έξι χρόνια.
Ηταν -σε «ζωντανή μετάδοση»- το τέλος του φανατικού ιεροεξεταστή που είχε συκοφαντήσει, είχε καταστρέφει την καριέρα και τη ζωή ανθρώπων, είχε οδηγήσει κάποιους στον θάνατο και είχε απλώσει ένα πέπλο τρόμου πάνω από τη χώρα.

Ομως ο ΜακΚάρθι δεν ήταν «ένας τρελός» που είχε επιβληθεί αυτοδύναμα στο αμερικανικό πολιτικό στερέωμα. Ηταν ο «χρήσιμος τρελός» που ανέλαβε να πραγματοποιήσει το μεγαλύτερο πολιτικό πογκρόμ που έχουν γνωρίσει οι ΗΠΑ.
Ηταν η προσωποποίηση μιας ανάγκης του ίδιου του συστήματος να «αποκαθαρθεί» από τη... μόλυνση που είχε υποστεί κατά τη διάρκεια του Β ’ Παγκόσμιου Πολέμου με την αναγκαστική αμερικανοσοβιετική συμμαχία.
Ο «θείος Τζο» (έτσι αποκαλούσε ο αμερικανικός Τύπος τον Ιωσήφ Στάλιν, ο οποίος είχε κερδίσει τον τίτλο του ανθρώπου της χρονιάς το 1940 και το 1943 στο «Time») ήταν ο σταθερός σύμμαχος του Ρούσβελτ. Ο πρόεδρος του Νιου Ντιλ βαρυνόταν τώρα, μετά τον θάνατό του, με κατηγορίες για υπερβολικά φιλεργατικά προγράμματα και υποψίες ανοχής προς τον κομμουνισμό.

Η επικράτηση των κομμουνιστών του Μάο στην Κίνα και ο πόλεμος της Κορέας έστρωσαν τον δρόμο για μια πανεθνική υστερία. Η μακαρθική ρητορική της αντικομμουνιστικής «σταυροφορίας» ήταν ένα πολιτικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε αποτελεσματικά για την επιστροφή των Ρεπουμπλικάνων στη διακυβέρνηση ύστερα από 20 χρόνια. Ο Φρανκενστάιν-ΜακΚάρθι στράφηκε εναντίον των δημιουργών του. Κατηγόρησε για ύποπτους και τον Αϊζενχάουερ και τον στρατηγό Μάρσαλ!

Η πειθάρχηση του συνόλου της κοινωνίας περνούσε μέσα από την υποταγή των συνδικάτων, του Τύπου και κυρίως του «κόκκινου» Χόλιγουντ. Εκεί κρίθηκαν χαρακτήρες και αντοχές. Δεν μπορεί να ενσαρκώνεις στο πανί τον άντρα τον πολλά βαρύ και να ’σαι χαμερπής καταδότης των συναδέλφων σου.
Αντρας λοιπόν ήταν ο χοντρός Ζίρο Μόστελ. Οχι ο καουμπόι Ρόναλντ Ρέιγκαν. Και γυναίκα -γυναικάρα για να ακριβολογούμε- ήταν η Λορίν Μπακόλ, όχι η Λουσίλ Μπολ.
Αντρας στη ζωή και την οθόνη ήταν ο «Σπάρτακος» Κερκ Ντάγκλας, που έβγαλε στο φως το όνομα του σεναριογράφου, του «μαυροπινακισμένου» Ντάλτον Τράμπο. Παλικάρια και ο ευγενής Τζιν Κέλι καθώς και ο λεπτεπίλεπτος Ντάνι Κέι.

Τζόζεφ Μακάρθι: Βιογραφία ενός κατ' επάγγελμα κομμουνιστοφάγου

Κατά φαντασίαν ήρωας, ανακάλυψε τη χρυσοφόρο πολιτική φλέβα του αντικομμουνισμού. Ξεκίνησε το 1950 εξαπολύοντας κατηγορώ ενάντια σε όσους "είχαν παραδώσει την Κίνα στον κομμουνισμό".

Του Γιάννη Μπαζού - Συγγραφέα.

Ο Τζόζεφ ΜακΚάρθι γεννήθηκε στις 14 Νοεμβρίου του 1908 στο Γκραν Σουτ του Ουισκόνσιν, μια τυπική αγροτική περιοχή. Η οικογένεια ΜακΚάρθι ανήκε στον ιρλανδικό συνοικισμό (Irish Settlement) ως αφοσιωμένοι Ιρλανδοί καθολικοί, εγγράμματοι, αλλά δίχως ιδιαίτερη παιδεία.
Ο Τζόζεφ ήταν το πέμπτο από τα εννέα παιδιά της οικογένειας και ως ντροπαλός χαρακτήρας είχε την εύνοια της υπερπροστατευτικής μητέρας του.

Στα 14 χρόνια του σταμάτησε το σχολείο για να βοηθήσει την οικογένεια. Αργότερα μετακόμισε στη γειτονική πόλη Μάναβα όπου ανέλαβε ένα παντοπωλείο και στα 20 χρόνια του γράφτηκε στο γυμνάσιο αποφοιτώντας έναν χρόνο αργότερα.

Σπούδασε για δύο χρόνια ηλεκτρολόγος, όμως, άλλαξε κατεύθυνση και τελείωσε τα νομικά στο Πανεπιστήμιο του Μαρκέτ στο Μιλγουόκι, όπου αναδείχτηκε πρόεδρος της σχολής του.
Αποφοίτησε το 1935, αναζήτησε δουλειά σε δικηγορικό γραφείο και προσπάθησε να γίνει εισαγγελέας με τη βοήθεια των Δημοκρατικών. Υστερα προσεταιρίστηκε τους Ρεπουμπλικάνους και υπέβαλε αίτηση για ένταξη στο δικαστικό σώμα, καταφέρνοντας να γίνει ο νεότερος περιοδεύων δικαστής (circuit judge) της πολιτείας του Ουισκόνσιν, στην ηλικία των 30 ετών.
Εν τω μεταξύ είχε αποκτήσει τη φήμη μανιώδους χαρτοπαίκτη.

«Tail gunner Joe» και «Pepsi-Cola kid»

To 1942, στον B' Παγκόσμιο Πόλεμο, ο ΜακΚάρθι υπηρέτησε ως υπολοχαγός στους πεζοναύτες στον Ειρηνικό παίρνοντας μέρος σε δώδεκα αποστολές ως «παρατηρητής-πυροβολητής» στο ουραίο πυροβόλο του αεροσκάφους. Αργότερα, για να λάβει τη διάκριση του «air medal» δήλωσε ψευδώς πως είχε λάβει μέρος σε 32 αποστολές ως πυροβολητής και μάλιστα έδωσε στον εαυτό του το παρωνύμιο «Tail gunner Joe».
Επίσης αποδείχτηκε πως είχε πλαστογραφήσει μια συστατική επιστολή του ναυάρχου Τσέστερ Νίμιτζ και διέδιδε ψευδώς ότι τραυματίστηκε στο πόδι άλλοτε από αντιαεροπορικά πυρά και άλλοτε σε κάποιο πλοίο. Τελικά έλαβε το παράσημο από τους πεζοναύτες το 1952 λόγω της πολιτικής του φήμης.

Το 1944 πολιτικοί φίλοι του στο Ουισκόνσιν τον ενέταξαν στα ψηφοδέλτια για να διεκδικήσει την είσοδό του στη Γερουσία. Την πρώτη φορά απέτυχε, λαμβάνοντας όμως πάνω από 100.000 ψήφους.

Το 1945 επέστρεψε στο Ουισκόνσιν όπου επανεκλέχθηκε «περιοδεύων δικαστής».
Τελικά το 1946 ο ΜακΚάρθι νίκησε τον αντίπαλό του Ρόμπερτ λα Φολέτ, γόνο παλαιός πολιτικής οικογένειας, και έγινε ο νεότερος γερουσιαστής των ΗΠΑ.
Ο ΜακΚάρθι προεκλογικά υπερτόνισε τα «στρατιωτικά του ανδραγαθήματα» για να φανεί ήρωας παραμερίζοντας κάθε ηθικό ενδοιασμό.

Στη διάρκεια της πρώτης θητείας του πέρασε απαρατήρητος ασχολούμενος με δευτερεύοντα θέματα, όπως τα στεγαστικά προγράμματα ή οι ποσοστώσεις εισαγωγής ζάχαρης. Αρχισαν όμως να εγείρονται κάποια ηθικά ζητήματα για το άτομό του, όπως κάποιες παράνομες επιστροφές φόρων, ένα δάνειο από στέλεχος της Pepsi που του χάρισε το παρωνύμιο «Pepsi-Cola kid» και η ψήφιση του νομοσχεδίου Ταφτ - Χάρτλεϊ, για το οποίο έθεσε βέτο ο πρόεδρος Τρούμαν, αφού απαγόρευε τη δράση των εργατικών συνδικάτων.
Τότε ο ΜακΚάρθι κατάλαβε ότι χρειαζόταν κάποιο τέχνασμα ώστε να στρέψει τις έρευνες μακριά από το πρόσωπό του.

Ο πόλεμος της Κορέας που άρχισε τον Ιούνιο του 1950 και η επίθεση κατά των "υπόπτων" που εξαπέλυσε ο γερουσιαστής τον εκτόξευσαν στο ζενίθ της δημοσιότητας.

Στις 7 Ιανουάριου του 1950 ο ΜακΚάρθι αναζήτησε ένα πολιτικό θέμα για την προεκλογική του καμπάνια. Οι συνεργάτες του του πρότειναν τον κομμουνισμό αφού στην αρχή του Ψυχρού Πολέμου οι Αμερικανοί φοβούνταν την εξάπλωσή του και την παρουσία κομμουνιστών ανάμεσά τους.
Ο ΜακΚάρθι τον Φεβρουάριο του 1950 εξαπέλυσε δριμύ κατηγορώ ενάντια σε όσους «είχαν παραδώσει την Κίνα στον κομμουνισμό».

Πρώτα στράφηκε ενάντια στους βλαστούς των παλαιότερων πολιτικών οικογενειών «που είχαν γεννηθεί με ασημένια κουτάλια» και τώρα στελέχωναν το υπουργείο Εξωτερικών και στη συνέχεια δημιούργησε σκάνδαλο όταν μιλώντας στο Ουίλιν της Δυτικής Βιρτζίνια ισχυρίστηκε ότι: «Στο υπουργείο Εξωτερικών είχαν εισχωρήσει 205 άτομα που αποτελούσαν κίνδυνο για την ασφάλεια της χώρας, εκ των οποίων οι 57 είχαν φάκελο κομμουνιστή».
Ταυτόχρονα με τις κατηγορίες αυτές και εκμεταλλευόμενος τη δημοσιότητα απαίτησε να γίνει εκτενής έρευνα για να αντιμετωπιστεί ο «ερυθρός τρόμος» (red scare).

Οι κατηγορίες αυτές τον εκτόξευσαν στο ζενίθ της δημοσιότητας και καθώς τον Ιούνιο του 1950 άρχισε ο πόλεμος της Κορέας ξέσπασε πρωτοφανής αντικομμουνιστική υστερία στις ΗΠΑ.
Ο γερουσιαστής ΜακΚάρθι κλήθηκε στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων, αλλά δεν κατέδειξε ούτε ένα στέλεχος του υπουργείου Εξωτερικών ή άλλου υπουργείου που να διαθέτει κομματική ταυτότητα.

Ο λαϊκιστής ΜακΚάρθι δίχασε τους Αμερικανούς. Οι μισοί τον θεωρούσαν φλογερό πατριώτη που αγωνιζόταν κατά του κομμουνισμού και οι άλλοι μισοί τον θεωρούσαν αδίστακτο αριβίστα, έναν επικίνδυνο πολιτικό που προσπαθούσε να αποκτήσει φήμη και εξουσία εκτοξεύοντας βαρύτατες αλλά αστήρικτες κατηγορίες κατά των πολιτικών του αντιπάλων, δημιουργώντας κλίμα καχυποψίας και τρομοκρατίας, το οποίο υπονόμευε τις εθνικές παραδόσεις και τις πολιτικές ελευθερίες (civil liberties) των ΗΠΑ.

Παρ’ όλα αυτά ο ΜακΚάρθι πέτυχε τον σκοπό του και τον Σεπτέμβριο του 1950 άρχισε να επιβάλλεται μια σειρά μέτρων παρακολούθησης των κυβερνητικών υπαλλήλων παρά την αντίθεση του προέδρου Χάρι Τρούμαν.

Καθολικισμός, ομοφοβία και «ερυθρός κίνδυνος»

Ο ΜακΚάρθι συγκρούστηκε με την κυβέρνηση Τρούμαν και ιδιαίτερα με τον υπουργό Αμυνας Τζορτζ Κάτλετ Μάρσαλ, τον εμπνευστή του σχεδίου Μάρσαλ για την ανασύνταξη της Ευρώπης (βραβείο Νόμπελ για την Ειρήνη το 1953).
Ο ΜακΚάρθι κατόρθωσε να έχει την πλήρη συναίνεση των καθολικών στο θέμα του αντικομμουνισμού.
Με αυτό το σκεπτικό οργάνωσε εκστρατεία (The lavender scare) εναντίον των ομοφυλόφιλων που υπηρετούσαν στον δημόσιο τομέα θεωρώντας τους ευάλωτους σε κάθε είδος εκβιασμού.

Οι καθολικοί στις ΗΠΑ αντιπροσώπευαν το 20% των ψηφοφόρων. Μέσα σ’ αυτό το πνεύμα του καθολικισμού, του αντικομμουνισμού και της ομοφοβίας ο ΜακΚάρθι ανέπτυξε στενές σχέσεις και με την εξέχουσα καθολική οικογένεια του Τζόζεφ Κένεντι του πρεσβύτερου. Ο νεαρός Ρόμπερτ Κένεντι αρχικά είχε προσληφθεί από τον ΜακΚάρθι στη Μόνιμη Υποεπιτροπή προτού έρθει σε ρήξη μαζί του.-

"Πως κάνετε έτσι; Κομμουνιστές κυνηγάμε", σχολιάζει σατιρικά ο Χέρπλοκ τη δράση της επιτροπής.

Οι εξαγγελίες ΜακΚάρθι έφεραν το νόμο Μακ - Κάραν (Σεπτέμβριος 1950), σύμφωνα με τον οποίο, όποιος ήταν κομμουνιστής έπρεπε να σπεύσει να το δηλώσει στον γενικό εισαγγελέα.

0 ΜακΚάρθι επανεκλέχθηκε το 1952 και έγινε πρόεδρος της Επιτροπής Κυβερνητικών Επιχειρήσεων (Committee on Government Operations) της Γερουσίας αλλά και μιας μόνιμης Υποεπιτροπής Ερευνών, η οποία αποτελούσε το βασικό εργαλείο του αντικομμουνιστικού αγώνα.
Για δύο ολόκληρα χρόνια ανέκρινε εκατοντάδες εργαζομένους στη δημόσια διοίκηση για τις υποτιθέμενες διασυνδέσεις τους με τους κομμουνιστές. Και παρότι δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει ούτε μία κατηγορία ούτε να στηρίξει νομικά κάποια δίωξη εναντίον κάποιου δημόσιου λειτουργού, έγινε αφορμή να χάσουν τη δουλειά τους πολλοί άνθρωποι.

Οι αστήρικτες κατηγορίες του ΜακΚάρθι στράφηκαν ακόμη και κατά του προέδρου Ντουάιτ Αϊζενχάουερ και άλλων συντηρητικών αλλά και δημοκρατικών ηγετών.
Ο ΜακΚάρθι άρχισε να χάνει την επιρροή του όταν στράφηκε ενάντια στον στρατό των ΗΠΑ, μια συμπαγή ιεραρχία διαμορφωμένη στη στρατιωτική ακαδημία του Ουέστ Πόιντ και στα πεδία των μαχών.

Το φθινόπωρο του 1953 ο ΜακΚάρθι, διακόπτοντας τον μήνα του μέλιτος με την Τζιν Κερ την οποία είχε μόλις παντρευτεί, στράφηκε κατά του στρατού ψάχνοντας κατασκόπους στο Σώμα Διαβιβάσεων (Army Signal Corps) στο Fort Monmouth. Τελικά οι έρευνες απέβησαν άκαρπες και τότε στράφηκε
ενάντια στον στρατιωτικό οδοντίατρο Ιρβινγκ Πέρες, ο οποίος κάποτε ήταν μέλος του Αμερικανικού Εργατικού Κόμματος.
Ο Πέρες αποστρατεύτηκε μετά τιμής από τον στρατηγό Ραλφ Ζουίκερ, ο οποίος αρνήθηκε να απαντήσει στις ελεεινολογίες του ΜακΚάρθι.

Στις αρχές του 1954 ο στρατός των ΗΠΑ αντεπιτέθηκε στο περιβάλλον ΜακΚάρθι. Οι ακροάσεις κράτησαν 36 ημέρες και μεταδόθηκαν τηλεοπτικά. Την 30ή μέρα ο Τζόζεφ Νάι Γουέλτς νομικός στρατιωτικός εκπρόσωπος, αηδιασμένος από τις μεθοδεύσεις του ΜακΚάρθι, τον προκάλεσε να παραδώσει στον γενικό εισαγγελέα Χέρμπερτ Μπράουνελ τη λίστα με τους 130 κομμουνιστές που είχαν εισχωρήσει στον στρατό των ΗΠΑ «προτού δύσει ο ήλιος».
Ο ΜακΚάρθι τότε κατηγόρησε τον δικηγόρο Φρεντ Φίσερ, ο οποίος εργαζόταν στο γραφείο του Γουέλτς και κάποτε ανήκε σε μια προοδευτική ένωση δικηγόρων.
Η χυδαιότητα και οι τραμπούκικες ανακριτικές μέθοδοι του ΜακΚάρθι ανάγκασαν τον Τζόζεφ Νάι Γουέλτς να επέμβεί: «Αρκετά, γερουσιαστά! Μα δεν έχετε ίχνος αξιοπρέπειας, κύριε ΜακΚάρθι;».

Οταν οι Ρεπουμπλικάνοι έχασαν τον έλεγχο της Γερουσίας στις ενδιάμεσες εκλογές εκείνου του Νοεμβρίου, ο ΜακΚάρθι απομακρύνθηκε από τη θέση του προέδρου της ανακριτικής επιτροπής. Στις 2 Δεκεμβρίου του 1954 η Γερουσία εξέδωσε ψήφισμα καταδικάζοντάς τον με 67 ψήφους έναντι 22 για «πράξεις ενάντια στις παραδόσεις της Γερουσίας», βάζοντας τέλος στην εποχή του μακαρθισμού. Ο ΜακΚάρθι πέθανε τρία χρόνια αργότερα, στις 2 Μαΐου του 1957, απομονωμένος από όλους, από κίρρωση του ήπατος λόγω αλκοολισμού.
Αργότερα αποκαλύφθηκε πως από το 1950 ήταν εθισμένος στην ηρωίνη και ο Χάρι Ανσλιντζερ (Federal Bureau of Narcotics) φρόντιζε με διακριτικότητα να του τη χορηγεί μέχρι τον θάνατό του.

 ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου