7.1.19

H ιστορία της Κούβας από την αποικιοκρατία μέχρι τη δικτατορία

Του Γιάννη Μπαζού - Συγγραφέα, Hot History

Ο Κολόμβος και ο χαμένος παράδεισος. Το 1513 αρχίζει η εισαγωγή σκλάβων από την Αφρική. Οι Αμερικανοί διώχνουν τους Ισπανούς, μετατρέπουν τη χώρα σε προτεκτοράτο τους και χρίζονται πρώτοι κυβερνήτες. Ο λοχαγός Μπατίστα επιβάλλεται με πραξικόπημα το 1934 και με εκλογές το 1940. Στις παραμονές της επανάστασης είναι ένα απέραντο πορνείο, στρατηγείο της μαφίας και με αμερικανοποιημένη οικονομία.

H ιστορία της Κούβας -για μας τους δυτικούς- αρχίζει από τη ν αποφράδα μέρα της 24ης Οκτωβρίου του 1492, όταν ο στόλος του Χριστόφορου Κολόμβου, στο ταξίδι του για την ανακάλυψη ενός δρόμου για την Ασία, εντόπισε και διεκδίκησε το νησί για την Ισπανία, δίνοντάς του το όνομα «Χουάνα» προς τιμήν του πρίγκιπα Δον Χουάν, γιου της βασίλισσας Ισαβέλλας.

Μέχρι τότε η ζωή στο Κουμπανακάν, όπως ήταν το αρχικό όνομα του νησιού, περνούσε ανέμελα και οι τρεις φυλές που το κατοικούσαν, οι Γουαναχατάμπι που είχαν αναπτύξει έναν πολιτισμό οστράκων (shell culture) ανάλογο των Ινδιάνων των υφάλων της Φλόριντα, οι γεωργοί Ταίνο που καλλιεργούσαν γιούκα, αραποσίτι, φιστίκια, πιπεριές, φρούτα και καπνό και οι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες Σιμπονέι, ζούσαν αρμονικά στον μικρό τους παράδεισο.

Ο βασιλιάς Φερδινάνδος το 1508 όρισε τον Ντιέγκο Κολόμβο, γιο του Χριστόφορου, «κυβερνήτη των Ινδιών», διοικητή της Εσπανιόλα, του Πουέρτο Ρίκο, της Κούβας και της Τζαμάικας και «αντιβασιλέα - ναύαρχο» (ως κληρονόμος των τίτλων του πατέρα του είχε δικαίωμα στο 10% των βασιλικών κερδών) κι αυτός διέταξε τον Ντιέγκο Βελάσκεθ να αποικίσει την Κούβα.

Το 1511 ο Βελάσκεθ αποβιβάστηκε στην Κούβα κι έναν χρόνο αργότερα, στις 2 Φεβρουάριου του 1512, ο αρχηγός των ιθαγενών Χατουέι αλυσοδέθηκε σε έναν στύλο για να αποκαλύψει πού είναι ο χρυσός. Κάηκε ζωντανός, αρνούμενος να δεχτεί έναν σταυρό που του πρότειναν για να σώσει την ψυχή του.

Η «ευρωπαϊκή» ιστορία της Κούβας άρχισε στις 24 Οκτωβρίου του 1492 όταν ο Χριστόφορος Κολόμβος την ανακάλυψε για λογαριασμό της Ισπανίας. Τερμάτισε έτσι την ανέμελη ζωή των ιθαγενών φυλών Γουαναχατάμπι, Ταΐνο και Σιμπονέι.

Στην πραγματικότητα δεν υπήρχε πολύς χρυσός στην Κούβα, μόνο λίγα ψήγματα στα ρυάκια. Υπήρχαν όμως σημαντική γεωργία που μπορούσε να αναπτυχθεί περαιτέρω και σκλάβοι για εμπόριο.

Επειδή όμως οι Ισπανοί εξόντωναν το «ιθαγενές εργατικό δυναμικό» με γοργούς ρυθμούς αποφάσισαν το 1513 να φέρουν σκλάβους από την Αφρική. Ετσι η πρώτη βασιλική άδεια για «εμπόριο νέγρων» εκδόθηκε το 1513, την ίδια χρονιά που ο Πόν-θε ντε Λεόν ανακάλυπτε τη Φλόριντα.

Το δουλεμπόριο θα κρατούσε έως το 1886. Πρωτεύουσα του νησιού στην αρχή ήταν το Σαντιάγκο ντε Κούμπα, αλλά το 1558 ο κυβερνήτης Ντιέγκο ντε Μαθαριέγος μετέφερε την κατοικία του στην Αβάνα η οποία τελικά έγινε πρωτεύουσα το 1607.

0 Ντιέγκο Βελάσκεθ αποίκισε την Κούβα το 1511. Εναν χρόνο αργότερα αλυσόδεσε σε έναν στύλο τον Χατουέι, αρχηγό των ιθαγενών, για να του αποκαλύψει πού βρίσκεται ο χρυσός και τελικά τον έκαψε ζωντανό. 

Η Κούβα είχε την ατυχία να έχει στρατηγική θέση ως προς την Καραϊβική και την Αμερική, γι’ αυτό στις 13 Αυγούστου του 1762 οι Αγγλοι κατέλαβαν το νησί και λεηλάτησαν την Αβάνα.
Η βρετανική κατοχή κράτησε έναν χρόνο, έως τις 6 Ιουλίου του 1763, όταν οι Αγγλοι επέστρεψαν την Κούβα στους Ισπανούς με αντάλλαγμα τη Φλόριντα.
Γκρίζα ζώνη θεωρήθηκαν τα μικρά κοραλλιογενή νησιά (τα λεγάμενα Κις) στα ανοιχτά της Φλόριντα, τα οποία οι Αγγλοι θεωρούσαν ότι ανήκαν στη Φλόριντα, ενώ οι Ισπανοί θεωρούσαν ότι ανήκαν στην Κούβα. Οταν τελικά η Φλόριντα πέρασε στους Αγγλους, πολλοί Ισπανοί μετοίκησαν στην Κούβα, ενώ λίγο αργότερα ήρθαν και Γάλλοι από την Αϊτή, όταν ξέσπασε εκεί η επανάσταση των μαύρων σκλάβων. Ετσι ο πληθυσμός του νησιού αυξήθηκε και προστέθηκε και μια κοινότητα κρεολών.

Ο αξιωματικός Ναρσίσο Λόπες μετά το 1849 επέστρεψε στην Κούβα και έκανε τρεις απόπειρες να ξεσηκώσει τους συμπατριώτες του. Συνελήφθη από τους Ισπανούς και εκτελέστηκε το 1851

Cuba libre και δεκαετής πόλεμος (1868-1378)

Το 1849 ο αξιωματικός Ναρσίσο Αόπες διέφυγε από την Κούβα και πέρασε στη Φλόριντα όπου προσπάθησε να ξεσηκώσει τους εκεί Κουβανούς ενάντια στους Ισπανούς. Ο Λόπες και οι άντρες του έκαναν δύο απόπειρες που απέτυχαν λόγω της αμερικανικής απροθυμίας, ενώ την τρίτη φορά με 600 συντρόφους του αποβιβάστηκαν στην τοποθεσία Καρντένας στην Κούβα, αλλά δεν βρήκαν την αναμενόμενη υποστήριξη από τους ντόπιους και τελικά επέστρεψαν άπρακτοι.
Ο Λόπες έκανε νέα απόπειρα τον Αύγουστο του 1851 και αποβιβάστηκε με 400 άντρες στην τοποθεσία Πινάρ ντελ Ρίο.
Ηττήθηκε από τους Ισπανούς, συνελήφθη και εκτελέστηκε. Ο Λόπες ενσάρκωσε το όραμα της «Cuba libre» που αποτελεί διαχρονικά οργανικό κομμάτι της «αμερικανοτραφούς» κουβανικής κουλτούρας.


Τον Οκτώβριο του 1868 ο μεγαλοκτηματίας Κάρλος Μανουέλ ντε Σέσπεντες κήρυξε την ανεξαρτησία της Κούβας και απελευθέρωσε όλους τους σκλάβους της φυτείας του ενάντια στη θέληση του κυβερνήτη Φρανθίσκο ντε Δερσούντι, ο οποίος είχε καταστείλει κάθε ελευθερία, διαιωνίζοντας ένα καθαρά δουλοκτητικό καθεστώς.
Η κίνηση αυτή έγινε αφορμή για να ξεσπάσει ένας δεκαετής πόλεμος (Ten Years War, 1868-1878) που κατέληξε στην κατάργηση της δουλείας το 1886. Με την κατάργηση της δουλείας αυξήθηκαν τα ποσοστά των μικρών καλλιεργητών, ενώ η παραγωγή ζάχαρης περιορίστηκε στις εταιρείες και στους λίγους πολύ ισχυρούς κτηματίες. Παράλληλα άρχισαν να ρέουν κεφάλαια από τις ΗΠΑ, κεφάλαια που επενδύθηκαν κυρίως στην παραγωγή ζάχαρης, καπνού και στην εξόρυξη μετάλλων. Το 1895 οι επενδύσεις από τις ΗΠΑ έφταναν τα 50.000.000 δολάρια. Ετσι η Κούβα μπορεί να ήταν πολιτικά δεμένη στο άρμα της Ισπανίας, αλλά οικονομικά ήταν εξαρτημένη από τις ΗΠΑ.

Ο Χοσέ Μαρτί (στη μέση) με άλλα ιδρυτικά μέλη του Επαναστατικού κόμματος

Χοσέ Μαρτί. Η επανάσταση του 1895 

Ο εμφύλιος στην Κούβα τελείωσε το 1878 αλλά όχι και οι συγκρούσεις και διαμάχες. Χρειάστηκαν οι προσπάθειες ενός ανθρώπου, του Χοσέ Χουλιάν Μαρτί, για να γίνει η επανάσταση του 1895.
Ο Μαρτί αναζήτησε στρατιωτικούς ηγέτες, βρήκε χρηματοδότηση και οργάνωσε την αποστολή.

Στις 24 Φεβρουάριου 1895 ξέσπασε επανάσταση στην Κούβα. Ο Αμερικανός πρόεδρος Ουίλιαμ ΜακΚίνλεϊ προσφέρθηκε να παράσχει αμερικανική μεσολάβηση, αλλά η Ισπανία αρνήθηκε.
Ο Μαρτί σκοτώθηκε στις 19 Μαΐου του 1895, μόλις αποβιβάστηκε στο Ντος Ρίος, αλλά οι σύντροφοί του συνέχισαν τον αγώνα ενάντια στους Ισπανούς. Ο αγώνας των Κουβανών πυροδότησε το φαντασιακό των φιλελεύθερων Αμερικανών που πίεζαν για παροχή βοήθειας στους εξεγερμένους. Ταυτόχρονα, όμως, η ιδέα της αμερικανικής επέκτασης στην Κούβα ωρίμαζε μέρα με την ημέρα στους πολιτικούς κύκλους των ΗΠΑ.

Ο ισπανοαμερικανικός πόλεμος (1898)

Τον Ιανουάριο του 1898 ξέσπασαν ταραχές στην Αβάνα μεταξύ των καθεστωτικών και των οπαδών της ανεξαρτησίας. Το αμερικανικό πολεμικό πλοίο «Μέιν», το οποίο είχε σταλεί για να προστατεύσει και να φυγαδεύσει εν ανάγκη τους Αμερικανούς πολίτες, ανατινάχθηκε και βυθίστηκε στις 15/2/1898 στο λιμάνι της Αβάνας. Τότε η κοινή γνώμη στις ΗΠΑ απαίτησε πόλεμο με την Ισπανία. Η αιτία της βύθισης του «Μέιν» δεν αποκαλύφθηκε ποτέ.

Στις 25 Απριλίου του 1898 οι ΗΠΑ κήρυξαν τον πόλεμο στην Ισπανία και οι συγκρούσεις μεταφέρθηκαν στις Φιλιππίνες όπου το αμερικανικό ναυτικό κατέστρεψε τον στόλο της Ισπανίας στον κόλπο της Μανίλας την 1η Μαΐου του 1898.

Εναν μήνα αργότερα, στις 10/6/1898, οι Αμερικανοί πεζοναύτες αποβιβάστηκαν στην Κούβα και προωθήθηκαν στο Σαντιάγκο ντε Κούμπα προκειμένου να αναγκάσουν τον ισπανικό στόλο της Καραϊβικής υπό τον ναύαρχο Πασκουάλ Θερβέρα να βγει στα ανοιχτά.
Οταν ο ισπανικός στόλος βγήκε από το λιμάνι στις 3 Ιουλίου του 1898 δέχτηκε συντριπτικό χτύπημα από τα κανόνια του αμερικανικού στόλου υπό τον ναύαρχο Ουίλιαμ Σάμπσον και βυθίστηκε.

Το οχυρό του Σαντιάγκο παραδόθηκε στις 17 Ιουλίου του 1898, βάζοντας τέλος στον σύντομο αυτόν πόλεμο. Το ίδιο έγινε και στο Πουέρτο Ρίκο. Ετσι στις 12 Αυγούστου του 1898 υπογράφηκε ανακωχή ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ισπανία. Ο πόλεμος κράτησε λίγους μήνες και τελικά η Κούβα έγινε προτεκτοράτο των ΗΠΑ με τη συνθήκη που υπογράφηκε στο Παρίσι στις 10 Δεκεμβρίου του 1898. Ταυτόχρονα οι ΗΠΑ αποκτούσαν το Πουέρτο Ρίκο και τη νήσο Γκου-άμ, ενώ και οι Φιλιππίνες πέρασαν στην κατοχή των ΗΠΑ έναντι 20.000.000 δολαρίων. Η κυριαρχία της Ισπανίας στο νησί -και στην Καραϊβική- τερματίστηκε επίσημα την 1η Ιανουάριου του 1899.

Η στρατιωτική κυριαρχία των ΗΠΑ τερματίστηκε στις 20 Μαΐου του 1902. Στις 5 Μαΐου του 1902 συνήλθε το πρώτο Κογκρέσο της Κούβας. Ο Τομάς Εστράντα Πάλμα (πολίτης των ΗΠΑ) έγινε ο πρώτος πρόεδρος της νέας αυτής δημοκρατίας νικώντας στις προεδρικές εκλογές της 31ης Δεκεμβρίου του 1901 χωρίς αντίπαλο.
Ο έτερος διεκδικητής Μπαρτολομέ Μασό παραιτήθηκε λόγω της καταφανούς αμερικανικής υποστήριξης που είχε ο αντίπαλός του. Τελικά ο Πάλμα έγινε πρόεδρος το 1902 και ανακηρύχθηκε η ανεξαρτησία της Κούβας. Ομως παραχωρήθηκε το Γκουαντάναμο στις ΗΠΑ, κατά το γράμμα της Τροπολογίας Πλατ, η οποία προέβλεπε διαρκή επέμβαση των ΗΠΑ στην πολιτική ζωή της Κούβας. Ο πρόεδρος Πάλμα κυβέρνησε μετρημένα για τέσσερα χρόνια, αλλά επιχείρησε να γαντζωθεί στην εξουσία.

Κυβερνήτης ο Αμερικανός υπουργός Ταφτ 

Τον Σεπτέμβριο του 1905 τα πολιτικά πάθη οξύνθηκαν στην Κούβα και ο πρόεδρος Πάλμα νόθευσε τις εκλογές για μην αναδειχθεί νικητής ο πολιτικός του αντίπαλος φιλελεύθερος Χοσέ Μιγκέλ Γκόμες.

Τον Αύγουστο του 1906 οι φιλελεύθεροι επαναστάτησαν. Οταν ο πρόεδρος Πάλμα ζήτησε στρατιωτική παρέμβαση των ΗΠΑ, ο πρόεδρος Ρούζβελτ έστειλε τον υπουργό Πολέμου Ουλιαμ Ταφτ και τον υπουργό Εσωτερικών Ρόμπερτ Μπέικ να έρθουν σε επαφή με τις αντιμαχόμενες πλευρές. Ο πρόεδρος Πάλμα βλέποντας ότι δεν είχε την αμέριστη στήριξη των ΗΠΑ παραιτήθηκε στις 28 Σεπτέμβριο 1906.
Την επόμενη μέρα ο υπουργός Ταφτ όρισε με μεταβατική κυβέρνηση και έχρισε τον εαυτό του προσωρινό κυβερνήτη της Κούβας.

Ο πρόεδρος Ρούζβελτ στις 23 Οκτωβρίου 1906 εξέδωσε την εκτελεστική οδηγία 518 νομιμοποιώντας τον Ταφτ ενώ είχε ήδη διαταχθεί η απόβαση μιας μονάδας πεζοναυτών που θα προστάτευε τους Αμερικανούς του νησιού, θα επέβλεπε την παράδοση των εξεγερμένων μέχρι την άφιξη του ενδεδειγμένου στρατιωτικού σώματος από την Αμερική.
 Οι εξεγερμένοι είδαν θετικά την εμπλοκή των Α και παραδόθηκαν χωρίς αντίσταση.

Οι πρώτοι Αμερικανοί στρατιώτες αποβιβάστηκαν στις 6 Οκτωβρίου του 1906. Η στρατιωτική δύναμη αυτή ονομαζόταν Στρατός Κουβανικής Επέμβασης, αλλά ο Ουίλιαμ Ταφτ στις 15 Οκτωβρίου την ονόμασε Ειρηνευτικό Στρατό Κούβας.

Οι Αμερικανοί ανέπτυξαν και μια Στρατιωτική Μονάδα Πληροφοριών (Military Intelligence Division) η οποία συνέλεξε τα ονόματα και τα στοιχεία όσων συμμετείχαν στην εξέγερση του 1906, έκανε ακριβή χαρτογράφηση του νησιού και σημείωσε με φωτογραφική ακρίβεια κάθε στρατηγικό σημείο, τις σιδηροδρομικές διαβάσεις τις παροχές νερού για μελλοντικές χρήσεις.

Τα περισσότερα στρατεύματα ήταν στην περιοχή της Σάντα Κλάρα, αλλά στρατιωτικά έργα έγιναν σε πολλές περιοχές και στο Γκουαντάναμο. Οι Αμερικανοί οργάνωσαν επίσης την Αγροτική Πολιτοφυλακή της Κούβας (κάτι σαν τις δικές μας Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου - MAY) αλλά οι Κουβανοί προτίμησαν να οργανώσουν τον εθνικό στρατό τους.

Στις 13 Οκτωβρίου 1906 τη θέση του προσωρινού κυβερνήτη της Κούβας πήρε ο Αμερικανός διπλωμάτης Τσαρλς Εντουαρντ Μαγκούν, ο οποίος θεώρησε ότι το κλίμα ήταν καλό για να διενεργηθούν εκλογές.
Οι περιφερειακές εκλογές έγιναν στις 25 Μαΐου του 1908 και οι προεδρικές στις 14 Νοεμβρίου, υπό τη στενή επιτήρηση των ΗΠΑ. Τελικά νικητής αναδείχτηκε ο φιλελεύθερος Χοσέ Μιγκέλ Γκόμες, ο οποίος ανέλαβε κυβερνητικά καθήκοντα στις 28 Ιανουαρίου του 1909. Κατόπιν τούτου τα αμερικανικά στρατεύματα άρχισαν να αποσύρονται σταδιακά από τις 6 Φεβρουάριου του 1909.

Την εποχή αυτή οι Κουβανοί πατριώτες Αγκουστίν Μαρτίν Βελός και Φρανσίσκο Ροσάλες ιδρύουν το Κομμουνιστικό Κόμμα Κούβας στην περιοχή του Μανσανίλιο.

Φυλετικός και Πόλεμος της Τσαμπελόνα 

Το 1912 ο νέος πρόεδρος Γκόμες προσπάθησε να εντάξει τους μαύρους στο πολιτικό γίγνεσθαι της Κούβας, αλλά η κατάσταση ξέφυγε από τον έλεγχο όταν το Κόμμα Ανεξάρτητων Εγχρωμων προσπάθησε να αυτονομήσει την πολιτεία Οριέντε και να ιδρύσει ξεχωριστή μαύρη δημοκρατία.
Το κίνημα κατεστάλη από τον στρατηγό Μοντεαγούντο με τη βοήθεια των Αμερικανών πεζοναυτών που έσπευσαν να προστατεύσουν τις αμερικανικών συμφερόντων φυτείες ζαχαροκάλαμου και ακολούθησαν άγριες φυλετικές εκκαθαρίσεις.
Ο διάδοχος του Γκόμες στην προεδρία ήταν ο Μάριο Γκαρσία Μενοκάλ του Συντηρητικού Κόμματος και πρώην διαχειριστής της Αμερικανο-κουβανικής Εταιρείας Ζάχαρης.

Κατά τη διάρκεια της θητείας του Μενοκάλ το εμπόριο του ζαχαροκάλαμου έφτασε σε πολύ υψηλά επίπεδα, φέρνοντας μεγάλα οικονομικά ανταλλάγματα. Η επανεκλογή του Μενοκάλ το 1916 προκάλεσε την εξέγερση των φιλελεύθερων του Γκόμες. Η εξέγερση αυτή ονομάστηκε Πόλεμος της Τσαμπελόνα. Οι Αμερικανοί έστειλαν ξανά πεζοναύτες, η εξέγερση κατεστάλη και ο Γκόμες συνελήφθη.

Το 1920 πρόεδρος εκλέχθηκε ο Αλφρέντο Σάγιας, ο οποίος είχε λάβει μέρος στην εξέγερση του 1916.0 Σάγιας ανέλαβε το 1921 και σύναψε δάνειο με τις ΗΠΑ το 1922, έπειτα από ένα κατρακύλισμα των τιμών της ζάχαρης που έφερε την οικονομία της Κούβας σε οριακά επίπεδα.
Ο Αλφρέντο Σάγιας κυβέρνησε μέχρι το 1925, όταν εκλέχθηκε ο Χεράρδο Μασάδο. Αυτός ανέλαβε να υλοποιήσει μεγάλα έργα όπως τον κεντρικό αυτοκινητόδρομο, το κτίριο του Καπιτώλιου, την επέκταση του Πανεπιστημίου της Αβάνας κ.λπ. Η πρώτη τετραετία συνοδεύτηκε από αύξηση της παραγωγής ζάχαρης και σχετική ευμάρεια, αφού οι ΗΠΑ ήταν μεγάλη και έτοιμη αγορά για το προϊόν.

Στο τέλος όμως της θητείας του ο Μασάδο θέλησε να αναθεωρήσει το σύνταγμα του 1901, ώστε να παραμείνει στην εξουσία. Ετσι το 1928 έμεινε πραξικοπηματικά στην εξουσία με την ανοχή των ΗΠΑ, οι οποίες δεν έκαναν χρήση της Τροπολογίας Πλατ που τους έδινε το δικαίωμα να επεμβαίνουν στην πολιτική ζωή της Κούβας.

Η δεύτερη όμως τετραετία του Μασάδο συνοδεύτηκε από λιτότητα καθώς οι τιμές της ζάχαρης άρχισαν να πέφτουν από το 1925, φτάνοντας στο κραχ του 1929.
Ο Μασάδο αποκάλυψε το πραγματικό του πρόσωπο όταν το 1930 έκλεισε το Πανεπιστήμιο της Αβάνας λόγω της κριτικής που δεχόταν από το φοιτητικό Πανεπιστημιακό Διευθυντήριο, το οποίο είχε δημιουργηθεί το 1927.
Εξελίχθηκε σε στυγνό δικτάτορα, συλλαμβάνοντας και δολοφονώντας κάθε πολιτικό αντίπαλο, ακόμη και νεαρούς φοιτητές. Ετσι ξεπήδησε η μυστική οργάνωση ABC, η οποία προχώρησε σε τεροριστικές επιχειρήσεις κατά αστυνομικών κυρίως στόχων.

Μπατίστα Ενας λοχαγός μουλάτος 

Τον Σεπτέμβριο του 1933 έγινε πραξικόπημα από μερικούς λοχαγούς και κληρωτούς του κουβανικού στρατού, οι οποίοι στην πορεία συνασπίστηκαν με το Φοιτητικό Διευθυντήριο. Πρόεδρος έγινε ο Κάρλος Μανουέλ ντε Σέσπεντες, ο οποίος ηγήθηκε μιας κυβέρνησης πέντε ατόμων που ονομάστηκε Πενταρχία 1933. Υπό το βάρος όμως των κοινωνικών προβλημάτων η Πενταρχία παρέδωσε την εξουσία στον καθηγητή πανεπιστημίου Ραμόν Γκράου Σαν Μαρτίν.

Ετσι, τον Ιανουάριο του 1933 δημιουργήθηκε η προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση, ένας χαλαρός συνασπισμός αντίφρονούντων γύρω από τον λαοφιλή καθηγητή πανεπιστημίου Ραμόν Γκράου Σαν Μαρτίν.

Η προσωρινή κυβέρνηση εγγυήθηκε την αυτονομία του Πανεπιστημίου της Αβάνας, έδωσε δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, καθιέρωσε την οκτάωρη εργασία, ψήφισε νόμο που όριζε ότι στον αγροτικό, τον εμπορικό και το βιομηχανικό τομέα το 50% του εργατικού δυναμικού έπρεπε να είναι Κουβανοί και όρισε στόχο την αγροτική μεταρρύθμιση, υποσχόμενη νομιμοποίηση των τίτλων της μικρής ιδιοκτησίας.
Η προσωρινή κυβέρνηση άντεξε έως τον Ιανουάριο του 1934, όταν ανατράπηκε από έναν δεξιόστροφο συνασπισμό που έκανε πραξικόπημα στο οποίο ηγήθηκε ο μουλάτος λοχαγός Φουλχένσιο Μπατίστα, υποστηριζόμενος από τους Αμερικανούς.

Το 1940 στην Κούβα κηρύχθηκαν εκλογές, στις οποίες επικράτησε ο Μπατίστα υποστηριζόμενος από έναν ευρύ δημοκρατικό συνασπισμό που περιλάμβανε και τους κομμουνιστές του Χούλιο Αντόνιο Μέγια.
Αυτό έγινε επειδή ο Μπατίστα είχε στηρίξει τα εργατικά σωματεία και κάποιες εργατικές διεκδικήσεις. Ετσι, ο Φουλχένσιο Μπατίστα στηριζόμενος σε μια λαϊκίστικη πλατφόρμα έγινε ο πρώτος μη λευκός πρόεδρος -και ο μόνος έως τώρα- της Κούβας και πρωθυπουργός ο Κάρλος Σαλαντρίγας Σόγιας.

Ο Μπατίστα βάσει του νέου συντάγματος του 1940 δεν μπορούσε να κατέβει ξανά για υποψήφιος και διάλεξε διάδοχό του τον Κάρλος Σόγιας. Ομως στις εκλογές του 1944 αυτός ηττήθηκε από τον Ραμόν Γκράου Σαν Μαρτίν, τον καθηγητή πανεπιστημίου που είχε γίνει για λίγο πρόεδρος στην προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση του 1933.

Ο Γκράου Σαν Μαρτίν συνέχισε τη φιλεργατική πολιτική και καθώς η διακυβέρνησή του συνέπεσε με το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου η Κούβα είδε μια οικονομική άνθηση με το άνοιγμα των αγορών.
Ταυτόχρονα όμως αυξήθηκε πολύ η διαφθορά και η χώρα λόγω της γειτονίας της με τις ΗΠΑ γινόταν βάση του οργανωμένου εγκλήματος με εκτεταμένο ξέπλυμα χρήματος, ναρκωτικά και πορνεία, πράγμα που επιβεβαιώθηκε το 1946 με τη σύνοδο της Αβάνας, κατά την οποία οι ηγέτες της μαφίας και της Κόζα Νόστρα συναντήθηκαν στο ξενοδοχείο Νασιονάλ και πήραν αποφάσεις για το μέλλον του οργανωμένου εγκλήματος.

Η προεδρία του Γκράου Σαν Μαρτίν έδωσε τη θέση της στην προεδρία του Κάρλος Πρίο Σοκαράς. Η νέα κυβέρνηση δεν μπόρεσε να καταπολεμήσει τη διαφθορά ούτε να μετριάσει τα πολιτικά πάθη.
Ο εναγκαλισμός με τις ΗΠΑ και το οργανωμένο έγκλημα ευτέλιζε την πολιτική ζωή της Κούβας, η οποία κάθε 13 μήνες άλλαζε πρωθυπουργό.

Ο Φουλχένσιο Μπατίστα, ενώ είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, εκλέχθηκε γερουσιαστής εν απουσία του το 1948.
Επιστρέφοντας στην Κούβα το 1952 πήρε την άδεια να κατέβει στις εκλογές, ιδρύοντας το Κόμμα Ενωμένης Δράσης. Ομως όλα τα προγνωστικά έδειχναν ότι δεν επρόκειτο να νικήσει.
Στις 10 Μαρτίου του 1952, τρεις μήνες πριν από τις εκλογές, ο Μπατίστα με την υποστήριξη των ΗΠΑ και του στρατού κατέλαβε την εξουσία. Η δικτατορία του Μπατίστα αμερικανοποίησε πλήρως τη ζωή στην Κούβα, η οποία έγινε ένα απέραντο πορνείο.

Ο Μπατίστα ανακάλεσε το σύνταγμα του 1940, κατάργησε όλες τις πολιτικές ελευθερίες, όλα τα εργατικά κεκτημένα και το δικαίωμα στην απεργία, ευθυγραμμίστηκε με τους μεγαλοκτηματίες και δημιούργησε προνομιακές σχέσεις με την αμερικανική μαφία.
Οταν ξέσπασαν ταραχές στο πανεπιστήμιο επέβαλε πλήρη λογοκρισία και απάντησε με συλλήψεις, βασανιστήρια και δημόσιες εκτελέσεις. Ο αριθμός των θυμάτων της δικτατορίας έφτασε τις 20.000. Το ξεπούλημα της χώρας δεν είχε προηγούμενο.

«Στις αρχές του 1959 οι εταιρείες των ΗΠΑ κατείχαν το 40% των φυτειών ζαχαροκάλαμου, σχεδόν όλα τα ράντσα βοοειδών, το 90% των ορυχείων και των μεταλλείων, το 80% των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, όλη τη βιομηχανία πετροχημικών και τα 2/3 των εισαγωγών της Κούβας». Οι Κουβανοί δεν είχαν πλέον τόπο για να σταθούν.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου