19.11.18

"Πανσπουδαστική Νο 8": Ενας από τους "350 προβοκάτορες" (αυτο)αποκαλύπτεται

Στην κατάληψη/εξέγερση του Πολυτεχνείου ο υποφαινόμενος Ζήσης I. Καραβάς (φωτογραφία από εκείνη την περίοδο/αρχές 1974) ήμουν ένας από τους «350 προβοκάτορες, πράχτορες κ.λπ.» που, κατά την περιβόητη «Πανσπουδαστική No 8», την Τετάρτη 14 Νοέμβρη 1973 κατέβηκαν οργανωμένα από την οδό Σόλωνος και μπήκαν στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ).

Φυσικά επρόκειτο για κανονικούς φοιτητές από Νομική, Φιλοσοφική, Ιατρική και Φυσικομαθηματική (οι τελευταίοι ήρθαν από το κτίριο του Χημείου/Σόλωνος 104 & Μαυρομιχάλη).

Συγκεκριμένα, όλα ξεκίνησαν από μια συγκέντρωση στη Νομική (Σόλωνος & Σίνα) για τους φοιτητές που η χούντα τους είχε κόψει την αναβολή στράτευσης. Εκεί ήταν που ανακοινώθηκε (με κομιστή της «είδησης» το μετέπειτα μέλος της Συντονιστικής Κατάληψης Διονύση Μαυρογένη του Φαρμακευτικού) ότι αστυνομικοί χτυπούν τους φοιτητές που είχαν συνελεύσεις στο Πολυτεχνείο, οπότε σχηματίστηκε μια μίνι διαδήλωση που κατέληξε στο ΕΜΠ.

Σημειωτέον ότι κάποιες σχολές στο Μετσόβιο (Πολιτικών Μηχανικών, Μηχανολόγων - Ηλεκτρολόγων, ίσως και Τοπογράφων) τελούσαν υπό κατάληψη, με τους φοιτητές τους να διαμαρτύρονται για «υποβάθμιση» των πτυχίων τους αν γινόταν δεκτή ενός είδους «εξίσωση» με εκείνα των «υπομηχανικών» του λεγάμενου «Μικρού Πολυτεχνείου», όπως διεκδικούσαν σπουδαστές και καθηγητές του δεύτερου που ήταν ανώτερη σχολή.

Ετσι, λοιπόν, τονώθηκε και διευρύνθηκε (με φοιτητές κι από άλλες σχολές) η υφιστάμενη «εσωτερική» κατάληψη στο Μετσόβιο, παίρνοντας ασφαλώς στη συνέχεια άλλη πολιτική χροιά, καθώς γενικεύτηκε ο χαρακτήρας της εξέγερσης με αντιχουντικά και αντιαμερικανικά συνθήματα, προσλαμβάνοντας μια (εν πολλοίς) αυθόρμητη μεν αλλά ευρύτερα δημοκρατική και (τρόπον τινά) παλλαϊκή διάσταση για «ψωμί - παιδεία - ελευθερία» κ.λπ.

Σε ό,τι με αφορά, εκείνη την ώρα της Τετάρτης 14/11 που γινόταν η προαναφερθείσα συγκέντρωση στη Νομική δεν ήμουν εκεί, καθώς βρισκόμουν για κάποιο μάθημα στο κατάμεστο από 400-500 πρωτοετείς αμφιθέατρο Παπαρρηγοπούλου της Φιλοσοφικής (συστεγαζόταν με τη Νομική στο ίδιο κτίριο επί των οδών Σόλωνος & Σίνα).
Τότε, λοιπόν, ήταν που μπήκαν διακόπτοντας το μάθημα -αν δεν με απατά η μνήμη μου, πρόκειται για τα... αχώνευτα λατινικά με καθηγητή της έδρας τον φόβο και τρόμο Ηλιόπουλο- κάποιες ηλικιακά μεγαλύτερες συναδέλφισσες-συνδικαλίστριες και μας απηύθυναν προσκλητήριο για συντεταγμένη κάθοδο στο Πολυτεχνείο, καθώς είχε ήδη κυκλοφορήσει η φήμη για επεισόδια με την αστυνομία εκεί.

Θυμάμαι σίγουρα ότι αρχικά μπήκαν στο αμφιθέατρο οι ενταγμένες στην ΑντιΕΦΕΕ Αριάδνη Αλαβάνου (κατόπιν στη Συντονιστική Κατάληψης Πολυτεχνείου) και Βέρα Δαμόφλη (είχε συμμετάσχει στις Επιτροπές Κατάληψης Νομικής), ενώ λίγο μετά προστέθηκε η αείμνηστη Αγγελική Ξύδη (επίσης ΑντιΕΦΕΕ/ΚΝΕ, Επιτροπές Κατάληψης Νομικής, A' Συντονιστική Κατάληψης Πολυτεχνείου και πρώτη μεταδικτατορική πρόεδρος του φοιτητικού συλλόγου Φιλοσοφικής «Ο Πλάτων», η οποία για την αντιδικτατορική δράση της συνελήφθη από τη χούντα, κρατήθηκε και βασανίστηκε απάνθρωπα στο ΕΑΤ/ΕΣΑ).
Κάποια στιγμή πρέπει να μπήκαν και η Λίκα (Αγγελική) Κωστή (ανεξάρτητη αριστερή προσκείμενη στην ΑντιΕΦΕΕ, που αργότερα εκλέχτηκε στη Συντονιστική Κατάληψης του Πολυτεχνείου μαζί με την Αριάδνη) με την Αλκμήνη Ψιλοπούλου (ενταγμένη στον Ρήγα Φεραίο, ενώ ήταν αυτή που εκλέχτηκε στην Επιτροπή φοιτητών της Φιλοσοφικής ως σύνδεσμος της σχολής μας με τη Συντονιστική Κατάληψης του Πολυτεχνείου).

Οποιες και να ’ταν πάντως εκείνες που μας ξεσήκωναν -όσες/ους τέλος πάντων ξεσήκωσαν από τους... ψαγμένους πρωτοετείς της Φιλοσοφικής-, ήμουν ένας από μερικούς/ές που ανταποκρίθηκαν και ενσωματώθηκα (άγνωστος μεταξύ αγνώστων) στη μίνι διαδήλωση κι έτσι βρέθηκα στο υπό κατάληψη Πολυτεχνείο, όντας πολιτικά ανένταχτος αριστερός. Τη νύχτα της Τετάρτης δεν έμεινα μέσα, όμως την επομένη (Πέμπτη 15/11) το απόγευμα επέστρεψα μαζί με τους συγχωριανούς φίλους μου, τον μακαρίτη Αποστόλη (Φίφη) Παπανδρέου και τον Γιάννη Παπαδόγιαννη, συμμετέχοντας πλέον στην κατάληψη μέχρι την εισβολή του τανκς.

Οσο τώρα για το πώς βγήκα σώος από το Πολυτεχνείο εκεήνη την αιματοβαμμένη νύχτα της 16ης προς 17η Νοέμβρη 1973, πρέπει να παραδεχτώ ότι στάθηκα τυχερός, καθώς με την εισβολή του τανκς και την έφοδο των στρατιωτών στον προαύλιο χώρο του ΕΜΠ έτρεξα προς τα πίσω από μπροστά όπου ήμουν κοντά στα κάγκελα επί της Πατησίων (παρεμπιπτόντως, επικείμενης της εισβολής του τανκς κυριαρχούσαν τα συνθήματα «Ο στρατός με το λαό» και «Φαντάροι είστε αδέρφια μας», ενώ λέγαμε και τον εθνικό ύμνο). Και στάθηκα τυχερός, γιατί πολλοί από εκείνους που βγήκαν από την κεντρική πύλη στην Πατησίων έπεσαν στα νύχια των μπάτσων, οι οποίοι, αφού
τους περιποιήθηκαν δεόντως με τα κλομπ, τους τσουβάλιασαν στις κλούβες της αστυνομίας και τους μετέφεραν στα κρατητήρια της Γενικής Ασφάλειας όπου τους σάπισαν στο ξύλο ξανά και ξανά!

Τρέχοντας, λοιπόν, με τον Φίφη προς τα εσωτερικά κτίρια του ΕΜΠ, και με τις σφαίρες (πλαστικές αλλά και πραγματικές/τα πρώτα χρόνια φαίνονταν ακόμη κάποιες «ουλές» σε μαρμάρινες κολόνες και σκάλες των κτιρίων) να σφυρίζουν πάνω απ’ τα κεφάλια μας, πέσαμε πάνω στους φαντάρους που μας έσπρωχναν με την κάννη του όπλου στην πλάτη μας λέγοντας «άντε στο διάολο, κωλόπαιδα,φύγετε γρήγορα από δω» κι έτσι βγήκαμε από την πύλη της οδού Στουρνάρη. Πάνω στον πανικό και στην αναμπουμπούλα, με τις αστυνομικές σφαίρες να σφυρίζουν και από το ύψος της πλατείας Εξαρχείων, κάναμε αριστερά από τη Στουρνάρη στην οδό Μπουμπουλίνας, όπου, για καλή μας τύχη, άνοιξε μια σιδερένια εξώπορτα πολυκατοικίας και ένας μεσήλικας κύριος (οπαδός της Ενωσης Κέντρου, όπως μας δήλωσε μετά) μας έβαλε στο διαμέρισμά του -ένα ημιυπόγειο- ώσπου να ξημερώσει και να πάρει ο καθένας τον δρόμο του έχοντας ακόμη κατακόκκινα μάτια και μύτες από τα δακρυγόνα.

Τις δυο τρεις ώρες πού μείναμε εκεί συζητούσαμε φυσικά ψιθυριστά για τα γεγονότα και ποιος ξέρει τι μακελειό γίνεται τώρα εκεί έξω, έχοντας ανταλλάξει όσον αφορά την ταυτότητά μας μόνο τα μικρά μας ονόματα και τη σχολή που φοιτούσαμε.
Ημασταν τέσσερις. Ενας μακρυμάλλης, ο Τάκης (Παναγιώτης), δευτεροετής στους Πολιτικούς Μηχανικούς του ΕΜΠ. Ο συντοπίτης μου αδερφικός φίλος, ο μακαρίτης πλέον Φίφης, που πήγαινε τότε στη Σχολή Σταυράκου για την... αναβολή στράτευσης καθώς θα έφευγε για Ιταλία (Φαρμακευτική). Ο υποφαινόμενος (Ζήσης, πρωτοετής στη Φιλοσοφική) και ο επίσης πρωτοετής στην Αρχιτεκτονική Αποστολής ο... μονοσάνδαλος (είχε χάσει το ένα του παπούτσι από ένα ζευγάρι μπλε ελβιέλες που φορούσε)...

Ετσι, λοιπόν, απέφυγα τη σύλληψη και έπειτα από καμιά δεκαριά μέρες αναχώρησα (μαζί με τους άλλους δύο συντοπίτες συναγωνιστές) για το χωριό μου, το Ασμήνιο/Ποτόκι της επαρχίας Ιστιαίας στη βόρεια Εύβοια. Εκεί όπου στα καφενεία πέριξ της πλατείας μας την έπεφταν διάφοροι μοχθηροί χουντοφασίστες, μιλώντας τάχα σε τρίτο πληθυντικό αλλά απευθυνόμενοι ευθέως σε μας φωνάζοντας: «Τους πούστηδες, έπρεπε να τους στήσουν όλους στον τοίχο, στα τρία μέτρα! Να τα εκτελέσουν όλα τα κωλόπαιδα, που ήθελαν, λέει, επανάσταση... Ποια επανάσταση, ρε; Κομμουνιστική; Μία είναι η Επανάσταση, κουφάλες, η εθνοσωτήριος που έγινε στις 21 Απριλίου 1967, κωλόπαιδα, παλιοκομμούνια! Και σιγά μην πάρετε πτυχία τώρα...» .
Φυσικά δεν κωλώναμε και πλακωνόμαστε (λεκτικά) μαζί τους! Αλλωστε δεν το ’χαμέ κρύψει ότι «ναι, ρε, ήμασταν μέσα στην κατάληψη του Πολυτεχνείου!»

Επιστρέφοντας, μετά τις γιορτές Χριστουγέννων -Πρωτοχρονιάς, στην Αθήνα περνούσα από τη Φιλοσοφική στη χάση και στη φέξη (και με χίλιες δυο προφυλάξεις), ώσπου μετά την πρώτη εξεταστική περίοδο του Ιουνίου 74 ξαναγύρισα για καλοκαίρι στο χωριό, όπου και με βρήκε η μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974.

Πηγή: Περιοδικό "Αιρετικά"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου