Για την αντιγραφή Κώστας Μ.
Η ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΝΑ ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΦΡΙΚΗΣ
του απεσταλμένου του «Ριζοσπάστη», Γ. Λαμπρινού
(Α) εφ. «Ριζοσπάστης», 23/6/1946, σελίδες 1 και 4
Εκεί που με το βούρδουλα και το αυτόματο ο μοναρχισμός διεξάγει τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του!
-Καρτερικά, ψύχραιμα ο λαός, αδάμαστος, περιμένει την ώρα του.
Όσο προχωρεί κανείς ταξιδεύοντας προς τη Μακεδονία έχει την εντύπωση ότι πατάει στα εδάφη άγνωστης γης. Προπαντός για τους αταξίδευτους κατοίκους της παλιάς Ελλάδας μοιάζει περισσότερο με χώρα παραμυθιού.
Χώματα γόνιμα, καπνά, στάρια, μπαμπάκια, οπωρώνες απέραντοι, εργοστάσια, νήματα και υφάσματα και πόλεμοι εδώ πάνω, πόλεμοι λυσσασμένοι για την κατοχή της, διεθνείς στρατοί, διασταυρώσεις ξένων και βαλκανικών συμφερόντων, όλα εξηγούν γιατί η Μακεδονία έγινε το «μήλον της Έριδος» στην ιστορία των τελευταίων τριάντα χρόνων.
Αλλά, τώρα, με το τέλος του πολέμου, οι ριζικές αλλαγές στα καθεστώτα της Βαλκανικής, που άλλαξαν την κοινωνική και πολιτική της όψη, η αντίρροπη αντιδημοκρατική πορεία της Ελλάδας, ο εγγλέζικος ιμπεριαλισμός, που έχει θρονιαστεί και ραδιουργεί παντού, ανεβάζουν και πάλι τη Μακεδονία στο κέντρο του βαλκανικού αλλά και του διεθνούς ενδιαφέροντος.
Από άγνωστη γη και ταραγμένη χώρα η Μακεδονία σήμερα θα μπορούσε να είναι αξιόλογα η ήσυχη, παραγωγική, ειρηνική εστία της εργασίας και της προκοπής για το καλό του φιλότιμου πληθυσμού της, της Ελλάδας και όλης της Βαλκανικής.
Ήρθαν όμως έτσι τα πράγματα και οι αιώνιοι ταραξίες της γαλήνης της, αφού διώχτηκαν από τους άλλους Βαλκανικούς συγκεντρώθηκαν εδώ, κάτω από τη φιλόξενη σκέπη της μοναρχοκρατούμενης Ελλάδας. Όλοι οι κυνηγημένοι σκοτεινοί φασίστες από τις γειτονικές βαλκανικές χώρες, οι ίδιοι που συμμάχησαν με τους Γερμανούς για να λεηλατήσουν τη Μακεδονία, βρήκαν εδώ καταφύγιο στην Ελλάδα για να συνεχίσουν το έργο τους.
Από πίσω τους, στα άφωτα παρασκήνια, η απαίσια όψη του αγγλικού ιμπεριαλισμού που κανοναρχεί τα πάντα.
Θα τα δούμε όλα αυτά και θα τα γνωρίσουμε.
Όταν έφθασα στη Θεσσαλονίκη, πριν από είκοσι μέρες, η ατμόσφαιρα ήτανε κιόλας ηλεκτρισμένη και απειλητική. Στην Αθήνα ετοιμαζόταν να κατατεθεί στη Βουλή το Ψήφισμα για τα «μέτρα τάξεως». Εδώ πάνου ο μοναρχικός τύπος βοούσε:
«Αναμένεται εντός 1-2 ημερών η έκρηξις κομμουνιστικής επαναστάσεως δια την αυτονόμησιν της Μακεδονίας»
«Η δράσις των αυτονομιστικών συμμοριών έφθασεν εις το κατακόρυφον».
«Η Θεσσαλονίκη περισφίγγεται υπό 2.000 ενόπλων».
Ομολογώ πως η καρδιά μου σφίχτηκε. Ήτανε φανερή η άθλια απόπειρα για την ιδεολογική και ψυχολογική προετοιμασία του μακεδονικού λαού να δεχθεί το «ψήφισμα» και την κατάλυση του Συντάγματος.
Άσχημα προμηνύματα.
Τι καινούρια βάσανα έμελλε τάχατες να υποφέρει και πάλι η Μακεδονία μας από τους ανθρώπους που την έχουν ξεπουλήσει στο παρελθόν τόσες φορές;
Ανεβαίνοντας προς την Έδεσσα, μέσα σε ένα αυτοκίνητο, όπου σαράντα άνθρωποι στοιβαγμένοι «ταξιδεύαμε», πήρα το βάπτισμα του πυρός στον πρώτο έλεγχο:
- Ταυτότητες, ρε!
Χωροφύλακες. Αυτόματα. Άγρια πρόσωπα. Κατεβαίνουμε και φόρα οι ταυτότητες. Κάποιος φουκαράς δεν έχει. Τον ψάχνουν για όπλα.
- Τι γυρεύεις ρε στην Έδεσσα; Σε στέλνει η ΝΟΦ .Ε; Κερ…!
Τον κράτησαν. Τι απόγινε δε μάθαμε. Η πόλη στρατοκρατούμενη. Στρατός, χωροφύλακες, περιπολίες, έφιπποι.
Από τις μοναρχικές εφημερίδες της Θεσσαλονίκης, που ήρθαν την άλλη μέρα, μάθαμε ότι οι αρχές της Έδεσσας είχαν …καταλυθεί από τους αντάρτες!
Φυσικά ούτε φύλλο δεν είχε κινηθεί. Είδα τον κόσμο να δουλεύει ήσυχα, τα έφιππα αποσπάσματα ανήσυχα να μπαινοβγαίνουν στην πόλη, είδα τα σπασμένα γραφεία του ΕΑΜ, είδα τις αρχές του τόπου και τους εργατικούς ηγέτες. Και θαύμασα το φρόνημα αυτού του λαού.
Αλλά το φρόνημα αυτό επίσης το θαύμασα ανεβαίνοντας προς τη Φλώρινα. Μας «ταξίδεψε» ένα μεγάλο φορτηγό αυτοκίνητο γεμάτο από νέα ζωηρά παιδιά, επονίτες. Στο μήκος του δρόμου οι χωρικοί δούλευαν στα χωράφια τους. Οι επονίτες χαιρετούσαν αντιφασιστικά. Και δεν είδα ένα γέρο, νέο, γυναίκα, που να μην απαντήσει με τη γροθιά υψωμένη.
Μερικοί χαιρετούσαν με τα δρεπάνια ψηλά. Ας σημειωθεί ότι πρόκειται για περιοχές, όπου οι συμπλοκές είναι πυκνές και τα πάνοπλα αποσπάσματα γυρίζουν απάνω-κάτω ολοένα.
Από τη Φλώρινα κρατώ μια ζωηρότατη εντύπωση. Πριν από λίγες μέρες τα αποσπάσματα είχαν «εξοντώσει» μια ομάδα ενόπλων.
Η επικεφαλής τους γυναίκα, Σοφία Ζυγομάλλη, νοσηλευόταν τραυματισμένη βαριά στο νοσοκομείο.
Ο δεξιός τύπος ούρλιαζε: Αυτονομιστές, οχρανίτες, Βούλγαροι!
Διάβασα όμως την κατάθεσή της στην αστυνομία:
«Είμαι Σλαβομακεδόνισσα. Πολέμησα στον ΕΛΑΣ για τη λευτεριά της πατρίδας μου της Ελλάδας. Και τώρα αγωνίζομαι από τις γραμμές του Αγροτικού Κόμματος για τη Λαϊκή Δημοκρατία στην Ελλάδα».
Ήταν ένας ηχηρός μπάτσος αυτός στα μούτρα των επισήμων αρχών του μοναρχικού κράτους που φωνασκούν για «αυτονομιστές» και «Βούλγαρους».
Είναι αδύνατο να αναπνεύσει κανείς εδώ πάνω και να φέρει σε πέρας έστω και μια δημοσιογραφική αποστολή.
Στην Καστοριά χρειάστηκε να μου γίνουν επανειλημμένες έρευνες στα χαρτιά μου και να δώσω εξηγήσεις για την κάθε γραμμή και την κάθε λέξη. Φυσικά δεν έγραφα τίποτε για την τρομοκρατία. Αλλιώς δε θα 'γραφα και σήμερα εδώ στην Αθήνα.
Πιο έξω από την Καστοριά, σε ένα χωριό το Βογατσικό, όταν οι χωροφύλακες στον έλεγχο άκουσαν για «Ριζοσπάστη» τα 'χασαν. Ο «Ριζοσπάστης» στο Βογατσικό στα σύνορα!
Η έρευνα γίνεται ενοχλητικά εξονυχιστικά. Τα λευκά δημοσιογραφικά χαρτιά εξετάζονται «επισταμένως» και «εμβριθώς» στο φως μήπως περιέχουν αόρατα γράμματα.
Ο κ. ενωμοτάρχης δεν μπορεί να το πιστέψει:
- Τι γυρεύει ρε, η φυλλάδας σας εδώ πάνω;
Του απαντώ ότι ο «Ριζοσπάστης» είναι η εφημερίδα του λαού, ότι με στέλνει για τα οικονομικά ζητήματα του τόπου, τη ζωή του, για τα προβλήματα της παραγωγής.
Βλέπει τις σημειώσεις, αλλά διαφωνεί ριζικά:
- Ελονοσία ρε, δεν έχουμε 90% στην Καστοριά. Όλο ψέματα γράφετε…
- Μα δεν τα λέω εγώ. Η υγειονομική υπηρεσία τα δίνει επισήμως… Με συγχωρείτε…
Ταξίδια πολύωρα και πολυήμερα με φέρνουν σε επαφή με τις μεγάλες πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας. Οι δρόμοι, τα περάσματα, τα χωριά και πολιτείες γεμάτα φυλάκια, ελέγχους, χωροφύλακες.
Η Κοζάνη είναι μια νεκρή πόλη. Πριν από λίγες μέρες πιάσαν όλους τους ηγέτες των εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων. Στους δρόμους της αυτοκίνητα φορτωμένους φαντάρους περνοδιαβαίνουν ουρλιάζοντας «Έρχεται! Έρχεται!». Ο κόσμος τους ακούει και δε μιλάει. Τους σιχαίνεται. Όμως ξέρει να περιμένει, ψύχραιμα, καρτερικά την ώρα του.
Η Δυτική Μακεδονία είναι σήμερα ένα απέραντο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ένας λαός που την κατοικεί αιώνες και πότισε τα χώματά της, με τον ιδρώτα και το αίμα του, στενάζει κάτω από το βούρδουλα και το αυτόματο νέων κατακτητών.
Περίμενε μια λευτεριά ύστερ’ από τόσους κόπους και τόσους αγώνες. Δεν την είδε. Τώρα γεμίζει τις φυλακές, τα κρατητήρια, τα νησιά της εξορίας, τα νεκροταφεία κάτω από τις συκοφαντικές βρισιές για οχρανίτη, αυτονομιστή και Βούλγαρο. Οι σλαβόφωνοι μαρτυρούν. Ο λαός στενάζει.
Ας ιδούμε τώρα από πιο κοντά όλη αυτή τη φοβερή κατάσταση.
(Β) εφ. «Ριζοσπάστης», 25/6/1946, σελίδες 1 και 2
Η πρώτη μου εντύπωση από την ώρα που πάτησα το πόδι μου στα χώματα της Δυτικής Μακεδονίας, στάθηκε μια εικόνα απαίσια.
Μια μέρα πριν τα αποσπάσματα είχανε φέρει από την ύπαιθρο το πτώμα ενός χωρικού και το είχαν εκθέσει στην Έδεσσα.
- Οχρανίτης!
Ο κόσμος σιωπηλός, μαζεύτηκε, είδε. Ύστερα το κουβέντιασε μόνος του λίγο μακρύτερα από τους ένοπλους χωροφύλακες. Τα πολλά τραύματα από το φανερό ξυλοκόπημα στο πρόσωπο έδειχναν πως δεν είχε σκοτωθεί σε συμπλοκή. Αλλά ξυλοκοπήθηκε ποιος ξέρει γιατί, πέθανε, ύστερα «σκοτώθηκε» και τελικά έγινε οχρανίτης και δημόσιο θέαμα.
Ο σιωπηλός κόσμος τάλεγε αυτά.
Η κυκλοφορία στην Έδεσσα με επίσημη διαταγή απαγορεύεται ύστερ’ από τα μεσάνυχτα. Αλλά ο πληθυσμός μαζεύεται πολύ νωρίς και η πόλη νεκρώνεται.
Έξω ακούγονται οι περιπολίες, τα τζιπ των Εγγλέζων, οι οπλές των αλόγων και κάπου κάπου ένα βραχνό τραγούδι που «τρώει τους κουκουέδες» και καταλήγει πάντα με τη ρητή δήλωση ότι «Έρχεται! Έρχεται!»
Το ίδιο βράδυ συγκεντρωμένοι σ’ ένα ήσυχο μακεδονικό σπίτι κουβεντιάζουμε. Τα λέμε έτσι, τα λέμε αλλιώς. Ο πατέρας της οικογένειας ένας γέρος Μακεδόνας νοικοκύρης, με παιδιά και αγγόνια, με τις φουρτούνες όλης της τελευταίας 30ετίας στο άσπρο κεφάλι του, είναι γεμάτος πόνο και πίκρα:
- Τι είναι τούτο το κακό πάλι, γιε μου; Με τον Τούρκο βάσανα, με τον Ιταλό, το Γερμανό, το Βούλγαρο βάσανα. Τώρα και με το ελληνικό; Δεν το χωράει το μυαλό μου. Άσπρισαν τα μαλλιά μου και ήσυχο ψωμί δε φάγαμε ακόμη. Δε θα μερώσει κάποτε ετούτος ο τόπος.
Είνε βαθύς ο καημός του, όπως βαθύς είναι ο καημός όλου του μακεδονικού λαού. Η συζήτηση γυρίζει στα περασμένα κι ο γέρος θυμάται με φρίκη τη ζωή του στη Θράκη, όταν έφυγε ο Τούρκος, στις πρώτες μεταπολεμικές χρονιές 1923-1924.
Το ελληνικό κράτος είχε στείλει τότε ένα μεγαθήριο της παλαιοκομματικής φαυλοκρατίας, το Χαράλαμπο Βοζίκη για γενικό διοικητή.
- Ήταν κλέφτης, μου λέει με έξαψη. Μας βασάνισε, μας λήστεψε και έφυγε…
Αλήθεια, αν εξετάσει κανείς την πολιτική του ελληνικού κράτους της ολιγαρχίας στα τελευταία είκοσι χρόνια ανάμεσα στους δύο πολέμους απέναντι στη Μακεδονία και στη Θράκη, χωρίς υπερβολή πρέπει να την χαρακτηρίσει αρπαχτική. Τις πήρε για παχιές αγελάδες που πρέπει να τι αρμέγεις χωρίς να τις ταΐζεις.
Από δω βγήκαν οι ονομασίες για το Μακεδονιστάν και το Θρακιστάν. Από δω ακόμη ξεπήδησε η αδικαιολόγητη αντιπάθεια των Μακεδονιτών απέναντι στους «χαμουτζήδες».
Ο πρωτεργάτης στις εσωτερικές αυτές διαιρέσεις στάθηκε πάντα η εκμεταλλευτική πολιτική της ολιγαρχίας. Ποιος δε θυμάται το περίφημο σύνθημα του «Μακεδόνα» πολιτευτή του Λαϊκού κόμματος, του περιβόητου προδότη Σωτήρη Γκοτζαμάνη στις παλιές εκλογές:
- Η Μακεδονία στους Μακεδόνες.
Τότε οι Ρωμιοί εθνικόφρονες όχι μόνο δεν τον είχαν συλλάβει για «οχρανίτη» ή «Βούλγαρο», αλλά τον τιμούσαν μέσα στην παλιά Βουλή για «εθνικόν άνδραν». Αργότερα ολοκλήρωσε την προδοτική πολιτική του με την παράδοση της Μακεδονίας στους Γερμανοβούλγαρους. Αυτή ήταν η εθνική του συνείδηση. Σήμερα το Λαϊκό κόμμα τσιμουδιά δε βγάζει για το παλιό επίλεκτο στέλεχός του.
Τα θυμίζω ολ’ αυτά στο γέρο Μακεδόνα και κουνάει με περίσκεψη σιωπηλός το κεφάλι.
Αλλά και στη Φλώρινα και στην Καστοριά και σε όσες μακεδονικές πολιτείες πέρασα, η εικόνα δεν είναι διαφορετική. Εδώ πάνω κατοικεί από αιώνες ένα γόνιμο, παραγωγικό στοιχείο που δουλεύει τη γη των πατεράδων του, εμπορεύεται, κινείται, δημιουργεί, μιλάει τη γλώσσα του, έχει τη δική του παράδοση: οι Σλαβόφωνοι.
Η καταγωγή τους σημειώνεται μέσα στα ιστορικά βάθη από τους από τους αιώνες της πρώτης χιλιετηρίδας μ.Χ. έζησαν απίθανες ιστορικές περιπέτειες, απάνω τους πέρασαν κάθε λογής κατακτητές, πλήρωσαν βαριούς φόρους σε μόχθους και αίμα αλλά έζησαν.
Τώρα κοντά τους ζούνε οι Μικρασιάτες πρόσφυγες ξεριζωμένοι από την πατρίδα τους, θύματα της ελληνικής τυχοδιωκτικής πολιτικής, όπως επίσης ζούνε και λιγότεροι Βλάχοι.
Ζήτησα να μιλήσω μαζί τους όπως και με τους ντόπιους, παντού όπου μπόρεσα μέσα στις συνθήκες ενός ασφυκτικού ταξιδιού χωρίς ελευθερία κινήσεων, με τον έλεγχο στις σημειώσεις και την κρυμμένη απειλή του χαφιέ πίσω από μια γωνιά ή σε ένα σταυροδρόμι.
Οι λίγοι που μπόρεσα να μιλήσω μαζί τους, κρατούσαν μια επιφύλαξη αλλά και μια συγκρατημένη περηφάνια. Είναι ντόμπροι άνθρωποι, λιγόλογοι και σταράτοι. Οπωσδήποτε δε φαίνεται καθόλου να έχουν χάσει το θάρρος τους.
- Μιλήστε ελεύθερα, είπα. Είμαι δημοσιογράφος, απεσταλμένος του «Ριζοσπάστη» και ζητώ να μάθω την αλήθεια…
- Δεν πρόκειται γι αυτό. Μα εδώ και οι τοίχοι έχουν αυτιά. Μάθε πως είμαστε Σλαβομακεδόνες, κατοικούμε εδώ αιώνες και μιλάμε τη γλώσσα που μας μάθανε οι μανάδες μας: τα σλάβικα.
Ούτε μπορούμε και ούτε υπάρχει λόγος να αλλάξουμε τη γλώσσα μας σήμερα. Δε θέλουμε να φύγουμε από την Ελλάδα γιατί κανείς δε θέλει να φύγει από τον τόπο του. Ούτε ζητάμε να πάμε με κανέναν άλλον. Είμαστε με την Ελλάδα και θέλουμε να μείνουμε Έλληνες πολίτες. Αν αγαπούμε την Ελλάδα το δείξαμε στον αλβανικό πόλεμο, όπου όλοι μας πολεμήσαμε και έχουμε εκατοντάδες σκοτωμένους, τραυματίες και ανάπηρους.
Στην κατοχή πολεμήσαμε τους Βούλγαρους και τους Ιταλούς. Τώρα μας λένε οχρανίτες και Βούλγαρους. Ψέμματα. Εμείς θέλουμε να ζήσουμε μέσα στην Ελλάδα, νάχουμε τα σχολεία και τη γλώσσα μας, να δουλεύουμε τη γη μας, να 'μαστε ισότιμοι με τους άλλους Έλληνες και να τους βοηθήσουμε στον αγώνα για τη δημοκρατία και την κυριαρχία του λαού. Αυτή είναι η αλήθεια.
Όλα τα άλλα είναι συκοφαντίες και βρισιές. Και αφού θέλεις να μάθεις τι γίνεται δω πάνου, άκουσέ τα. Μόνο μην κρατείς σημειώσεις γιατί δε θα ταξιδέψεις και πολύ.
Και μου αφηγήθηκαν πράγματα που θα προσπαθήσω και γω να σας διηγηθώ αύριο και μεθαύριο.
(Γ) εφ. «Ριζοσπάστης», 26/6/1946, σελίδες 1 και 2
Η συζήτηση με τους Σλαβομακεδόνες απλώνεται πολύ. Μου μιλάνε για τους αγώνες τους στην κατοχή κατά των κατακτητών.
- Άμα θέλεις να μάθεις την αλήθεια ρώτησε παντού και θα δεις πως πολεμήσαμε μεις στο πλευρό των Ελλήνων και του ΕΛΑΣ τους Ιταλοβούλγαρους φασίστες. Εδώ κάθε τόπος και κάθε πέτρα μαρτυράει για τον αγώνα μας. Στη δική μας περιοχή (Φλώρινα-Έδεσσα-Καστοριά) η πλειοψηφία στα τάγματα του ΕΛΑΣ ήταν Σλαβομακεδόνες. Είναι άπειρες οι μάχες που δώσαμε και χτυπήσαμε τους κομιτατζήδες και τους Γερμανούς…
Μου αναφέρουν τις μάχες στο Σκλήθρο και στη Βεύη, έξω από τη Φλώρινα, ακόμα στα Βρυτά, Νησί, Λιθαριά, Μουχαρέμ-Χαν, Μεσημέρι από την περιοχή της Έδεσσας, επίσης Μεσοποταμιά, Ποριά, Κολοκυθού, Λακώματα, Περικοπή, Πολυκέρασο, Κορισσό, Χρούπιστα, Τειχιό από την περιοχή Καστοριάς.
Με βασανίζει όμως μια απορία και ζητώ να την ξεκαθαρίσω:
- Όλ’ αυτά που μου λέτε τα ακούω και τα σημειώνω. Αλλά θέλω να μάθω το εξής: Όλοι οι Σλαβομακεδόνες πολέμησαν στο πλευρό των Ελλήνων;
- Όχι βέβαια. Αρκετούς μπόρεσε να παρασύρει ο Κάλτσεφ και να τους κάνει όργανά του. Αλλά πρέπει να ξέρεις ότι την ύπουλη δουλειά του Κάλτσεφ εμείς τη χτυπήσαμε και σχεδόν τη διαλύσαμε. Όταν πήγε στο χωριό Βεύη και προσπάθησε να το οπλίσει, οι κάτοικοί του (Σλαβομακεδόνες) βγήκαν στο βουνό. Έτσι δεν το κατόρθωσε. Και στο ίδιο χωριό εμείς στήσαμε ενέδρα για να τον σκοτώσουμε. Αλλά είχε τύχη γιατί πέρασαν μπροστά οι Γερμανοί, τους χτυπήσαμε και σκοτώσαμε κάμποσους.
Ζητάνε με επιμονή να μου δώσουνε να καταλάβω, πώς ο διωγμός που ασκείται εναντίον τους, ύστερα από τη Βάρκιζα και προπαντός στους τελευταίους μήνες, έχει πολιτικό χαρακτήρα, με καθορισμένη κατεύθυνση τους δημοκρατικούς Σλαβομακεδόνες και όχι τα πραγματικά υπολείμματα των κομιτατζήδων, που μένουν ανενόχλητοι.
Μου αναφέρουν για χαρακτηριστικό παράδειγμα τα δυο χωριά της Φλώρινας, το Σκλήθρο και τη Βεύη.
Το πρώτο είναι γνωστό κομιτατζιδοχώρι και δω ο Κάλτσεφ βρήκε πλούσιο υλικό για να οργιάσει. Όμως στις τελευταίες εκλογές ψήφισε ολόκληρο και φυσικά τους "εθνικόφρονες".
Σήμερα είναι το χαϊδεμένο χωριό των μοναρχικών της περιφέρειας. Ούτε κομιτατζήδες εδώ, ούτε τίποτα. Σβήσαμε όλα.
Η Βεύη όμως, που τα παιδιά της πολέμησαν στον ΕΛΑΣ, που χτύπησε τους κομιτατζήδες, που χάλασε τα σχέδια του Κάλτσεφ και δεν ψήφισε στις εκλογές (αποχή 90%), έγινε στόχος των μοναρχικών και τα περισσότερα παιδιά της (150 κλήσεις τους κοινοποιήσανε) είναι κλεισμένα στις φυλακές.
Όσοι πρόλαβαν έφυγαν απάνω στα βουνά.
Στις δίκες αυτές βάζουνε και μερικούς πραγματικούς οχρανίτες, όπως το Μάγγο, που τους δικάζουνε ερήμην για να φανεί πως κρίνουν αμερόληπτα όλους τους άλλους.
Ε λοιπόν, αυτή η εικόνα επικρατεί σε όλη τη Δυτική Μακεδονία.
Επειδή διατυπώνω ορισμένες αντιρρήσεις και ζητώ περισσότερες πληροφορίες οι συνομιλητές μου γίνονται πιο ζωηροί και μου απαντάνε με έξαψη:
- Αν τους ένοιαζε να κυνηγήσουν πραγματικά τους συνεργάτες των κατακτητών, τότε γιατί γυρίζει ελεύθερος ο Βόδικος [μη ευκρινές όνομα], που ίδρυσε το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα στη Φλώρινα, πρώτος ύψωσε τη γερμανική σημαία στο μαγαζί του και στρατολογούσε οχρανίτες;
Γιατί ο Μουστάκας, γνωστός συνεργάτης του Μπλαντένωφ, που κυνηγούσε με το Κομιτάτο τον κόσμο, είναι σήμερα πρόεδρος του χωριού Παπαγιάννη;
Γιατί ο Χατζητύπης από το Αμύνταιο, οργανωτής της Οχράνας της περιοχής, δικάστηκε 1 χρόνο μονάχα φυλακή δηλαδή αθωώθηκε;
Γιατί ο κ. Μπόνης, νομάρχης σήμερα στην Καστοριά, δε δικάζεται, αφού όλοι γνωρίζουν πως ήταν συνεργάτης του Μάγγου, του μεγαλύτερου οχρανίτη της Μακεδονίας, που χρηματοδοτούσε τους προδότες παοτζήδες με ειδικά κονδύλια από την Τράπεζα της Ελλάδος και δήλωνε στην κατοχή πως «οι Βούλγαροι έρχονται σα φίλοι να χτυπήσουν τους αντάρτες»;
Σου λέμε λοιπόν, ότι ο κατάλογος αυτός είναι μεγάλος κι όμως κανείς δεν παθαίνει τίποτα.
Η πρόθεσή μου είναι να ακούσω και τις γνώμες των αρχών και γι αυτό ζήτησα να ιδώ τον εισαγγελέα Φλωρίνης κ. Ευγενικό, που πραγματικά με δέχτηκε στο γραφείο του και μου δήλωσε πως η προσωπική του πεποίθηση είναι ότι υπάρχει αυτονομιστική κίνηση.
Μου έδωσε επίσης άδεια να επισκεφτώ τους φυλακισμένους.
170 άνθρωποι είναι στοιβαγμένοι μέσα σ’ έναν ελάχιστο χώρο, όπου κανονικά δεν πρέπει να παραμένουν ούτε 50.
Εκεί γνώρισα έναν αντιπροσωπευτικό τύπο Σλαβομακεδόνα, τον Κυριάκο Πιλάη, εθνοσύμβουλο της ΠΕΕΑ, πρώτον οργανωτή του αντάρτικου κινήματος στην περιφέρεια, επικηρυγμένον από τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους, πρωταθλητή της πάλης κατά των αυτονομιστών και σύμβολο της ενότητας Ελλήνων και Σλαβομακεδόνων.
Τώρα είναι κλεισμένος μέσα για «οχρανίτης».
Ο ίδιος μου ανάφερε μιαν άλλη χαρακτηριστική περίπτωση για τον καπετάνιο του ΕΛΑΣ Γιάννη Τσότσο, που σκοτώθηκε το 1944 σε μάχη με κομιτατζήδες και Γερμανούς και τώρα του κοινοποιούν κλήση να δικαστεί για «οχρανίτης».
Ο διοικητής Ασφαλείας Φλωρίνης κ. Στογιάννης μου μίλησε για την έκρυθμη κατάσταση στην ύπαιθρο, τις συμπλοκές , χαρακτήρισε τη δράση των ενόπλων αυτονομιστική και μου ανέφερε την περίπτωση της Σοφίας Ζυγομάλλη, που τραυματίστηκε βαριά σε συμπλοκή με τα αποσπάσματα και στην κατάθεσή της δήλωσε πως είναι Σλαβομακεδόνισσα και πως όλος ο αγώνας της στρέφεται στην αναγνώριση της ισονομίας για τους Σλαβομακεδόνες για την ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της χώρας και για τη Λαϊκή Δημοκρατία στην Ελλάδα.
Η κατάθεσή της έκαμε εντύπωση στις αρχές. Ο τύπος μίλησε πάλι για οχρανίτες. Αλλά η κατάθεση δεν ήρθε και δε θάρθει στη δημοσιότητα.
(Δ) εφ. «Ριζοσπάστης», 27/6/1946, σελ.3
Από πού έρχονται τα κηρύγματα του μίσους και του αλληλοσπαραγμού του λαού στη Δυτική Μακεδονία;
Να ένα ερώτημα που απαιτεί μια συγκεκριμένη απάντηση. Ο διωγμός δεν μπορεί φυσικά να οδηγήσει στην ειρήνη και στην ομαλότητα, απεναντίας η κατάσταση θα οξύνεται. Αλλά πού βρίσκονται οι πηγές του μίσους και του διωγμού, ποιοι ακολουθούν με γνώση και με σχέδια την πολιτική του εμφυλίου πολέμου, ποιοι δεν θέλουν το καλό και την ησυχία του λαού μας; Να το ζήτημα.
Στην Καστοριά μου έδειξαν την τοπική εφημερίδα του μοναρχικού βουλευτή Π. Ηλιάδη «Φωνή της Καστοριάς» της 24/3/1946 που γράφει:
«Σκεφθήτε και κάνετε όπως σας αρέσει σλαυόφωνοι "συναγωνιστάδες", σας παρακολουθούμε και κρατούμε ανοιχτό το λογαριασμό σας κάποια μέρα θα βάλουμε τα τεφτέρια κάτω».
Ήτανε παραμονές των τελευταίων «εκλογών». Και έλεγε στο λαό ο κύριος υποψήφιος: Ή μας ψηφίζετε για βουλευτές και τότε όλα μέλι-γάλα, ούτε οχρανίτες ούτε τίποτα ή δε μας ψηφίζετε και τότε είσαστε Βουλγαροαυτονομιστές και αλλοίμονό σας.
Μα ο κόσμος δεν ψήφισε, η αποχή ήταν μεγάλη, η αποδοκιμασία του μοναρχισμού συντριπτική και ναι μεν ο κ. Ηλιάδης βγήκε βουλευτής αντιστάσεως μη ούσης αλλά ο κοσμάκης πλήρωσε ακριβά την «κακοκεφαλιά» του.
Από τότε οι χωρικοί σέρνονται στα κρατητήρια, η κατηγορία του «ληστοτρόφου» και του «οχρανίτη» κοντεύει χωρίς διάκριση να αγκαλιάσει όλη την περιφέρεια.
Μου ανέφεραν την χαρακτηριστική περίπτωση του χωριού Τειχιό όπου ύστερα από τις εκλογές επέδραμαν οπλισμένοι εθνικόφρονες και οργίασαν απάνω σε ανθρώπους και σε ζωντανά (πήραν 2.000 πρόβατα, 800 μεγάλα ζώα, ρουχισμούς κλπ) ενώ πραγματικοί κομιτατζήδες που θάπρεπε να βρίσκονται στη φυλακή έμειναν ανενόχλητοι γιατί έγραφαν έξω από το σπίτι τους «Ελληνικό σπίτι. Ζήτω ο Βασιλιάς!»
Ακριβώς ύστερα από τις εκλογές ο νομάρχης Εδέσσης έστειλε μια εγκύκλιο σε όλα τα χωριά του νομού όπου δηλώνει «απεκδυόμενος πάσης ευθύνης ενώπιον Θεού και ανθρώπων» ότι θα επικηρύξει όλους όσοι απουσιάζουν στα βουνά ότι θα εκτοπίσει τους συγγενείς τους μέχρι τετάρτου βαθμού, ότι θα περικόψει τα τρόφιμα της ΟΥΝΡΑ, ότι θα αφαιρέσει τους κλήρους κλπ.
Στις 2 Ιουνίου έγινε συγκέντρωση «εθνικοφρόνων» στην Έδεσσα, όπου μίλησαν οι δικηγόροι Δεληβοριάς και Γκίλας και ζήτησαν να σχηματισθεί πολιτοφυλακή από μοναρχικούς σε όλα τα χωριά, να συλληφθούν όλα τα στελέχη του ΕΑΜ και να κλείσουν τα γραφεία τους.
Ήταν η προετοιμασία του κόσμου αυτή για ό,τι θα επακολουθούσε. Οπωσδήποτε η κυκλοφορία στα χωριά είναι απαγορευμένη απ’ τους τοπικούς μοναρχικούς φυσικά ύστερ’ από τις 8 το βράδυ. Αλίμονο σε κείνον που θα βρεθεί να διαβάζει «Λαϊκή Φωνή» της Θεσσαλονίκης.
Και ανάμεσα στην πληθώρα όμοιων περιπτώσεων μου ανέφεραν την τρομακτική περιπέτεια του χωριού Σαρακηνοί κοντά στην Αρδέα (Καρατζόβα).
Το χωριό έχει ιστορία εθνική, τα παιδιά του πολέμησαν στα ανταρτικά σώματα του Παύλου Μελά, έχει ακόμη δηλωμένη δημοκρατική συνείδηση και στις τελευταίες εκλογές ψήφισαν μόνο 7 από τους 527 εγγεγραμμένους.
Αυτό ήταν αρκετό για να έχει μπει καρφί στο μάτι των μοναρχικών.
Η αφορμή δόθηκε από κάποια συμπλοκή ενόπλων και χωροφυλάκων που έγινε στην περιοχή του χωριού όπως άλλωστε γίνονται συχνά σε όλη την περιφέρεια.
Ισχυρά αποσπάσματα κύκλωσαν την άλλη μέρα το χωριό, έτσι όπως γινόντουσαν κάποτε τα γερμανικά μπλόκα, μάζεψαν όλους τους κατοίκους στο σχολειό και δείρανε άσπλαχνα, καννιβαλικά μέχρι αίματος άντρες γυναίκες και παιδιά. Θρήνος και οδυρμός στο χωριό.
Έμειναν οι 50 μισοπεθαμένοι και αργότερα τους τύλιξαν σε προβιές οι δικοί τους για να θεραπευθούν. Ένας πέθανε.
Και 23 άντρες και γυναίκες κρατούνται από τότε στην Έδεσσα.
Ποιος θα απορήσει τώρα αν αρκετοί Σαρακηνιώτες πήραν τα βουνά; Θα ακολουθήσει φυσικά η εφαρμογή της εγκυκλίου του κ. Νομάρχη, θα εξορισθούν οι συγγενείς τους μέχρι τέταρτου βαθμού και τα τρόφιμα της ΟΥΝΡΑ θα κοπούνε. Αύριο –μεθαύριο θα παρουσιασθούν ένοπλοι. Αλλά η απορία θα παραμένει: Ποιος φταίει για όλην αυτή την τραγική κατάσταση;
Λίγο πιο κάτω από την Έδεσσα, μέσα στον κάμπο, είναι το περίφημο χωριό Κρύα Βρύση, η πατρίδα του διαβόητου προδότη Πούλου και το ορμητήριο των ταγμάτων του. Από δω ρήμαξαν όλη την περιοχή μαζί με τους Γερμανούς και φυσικά τους Βούλγαρους.
Τώρα ξαναγύρισαν ελεύθεροι από τη Γερμανία, είναι και πάλι ταμπουρωμένοι στο χωριό και πάνοπλοι.
Με πληροφορούν ότι πριν από ελάχιστες ημέρες τους δόθηκε (από ποιους τάχατες) νέος οπλισμός από 250 όπλα και 25 αυτόματα. Είνε και πάλι σήμερα ο φόβος και ο τρόμος της περιφέρειας.
Αυτά τα δύο χωριά, οι Σαρακηνοί και η Κρύα Βρύση, προσφέρουν ανάγλυφη την εικόνα μαζί με την εξήγησή της για τη φρικτή κατάσταση σήμερα στη Δυτική Μακεδονία.
Η Φλώρινα με την περιφέρειά της δεν παρουσιάζουν διαφορετική όψη από την Έδεσσα και την Καστοριά.
Οι φυλακές της είναι γεμάτες από χωρικούς που τους κουβαλάνε με την στερεότυπη πια κατηγορία του «ληστοτρόφου» και του «οχρανίτη».
Και δεν πρόκειται πια εδώ για τους Σλαβομακεδόνες παρά για όλο τον πληθυσμό.
Μου αναφέρουν σωρεία περιπτώσεων από χωριά που ο πληθυσμός τους, λιγότερο ή περισσότερο, έχει μετοικήσει στα κρατητήρια της Φλώρινας (Αρμενοχώρι, Πολυπόταμος, Αετός, Υδρούσα, Μπάνιτσα κλπ) κι ανάμεσά τους την πιο χαρακτηριστική του Ξυνού Νερού, όπου έγιναν οι σκηνές των Σαρακηνών.
Πάλι κάποια συμπλοκή στην περιφέρεια, πάλι μπλόκο, πάλι δαρμός και θρήνος.
Θύματα: μερικά σπίτια καμμένα και 60 φυλακισμένοι. Έχουν αφήσει όνομα για τη δράση τους αυτή οι καπεταναίοι των αποσπασμάτων ή των σταθμών. Η παρουσία κάποιου Κούσουλα, του Ντεληγιάννη, του Μπαμπούρη, του Ντελή, του Κωνσταντακόπουλου σημαίνει στα μάτια του κόσμου ξύλο, φυλακή, εξορία και θάνατο.
Μου λένε πως ένας από αυτούς ο Μπαμπούρης είναι διορισμένος στο Αμύνταιο από την Κατοχή με διαταγή του Φρανς του Γερμανού «Αρχηγού Τάξεως» στην Ελλάδα και φυσικά μένει ακόμη. Απόρησα για την πληροφορία.
- Εδώ μου λέει ένας, είναι στη Βουλή ο Τουρκοβασίλης και οι Πουλικοί στην Κρύα Βρύση και δε θα είναι ο Μπαμπούρης στο Αμύνταιο;
Αλλά και στη Βέροια, που ζήτημα να πάρω μια γενική εικόνα για την κατάσταση με την ιδέα ότι όσο προχωρούμε προς τα νότια δηλ. ξεφεύγουμε από τις καθαρά σλαβομακεδονικές περιοχές ίσως είναι καλύτερα τα πράγματα, δεν αντίκρισα τίποτε διαφορετικό.
Εντύπωση προξενεί επίσης και δω πως η αναστάτωση και ο διωγμός έχουν ενταθεί ύστερ’ από τις εκλογές. Μου ανέφεραν δεκάδες περιπτώσεις από χωριά της περιφέρειας που σχηματίζουν ένα μακρύ και μαρτυρικό κατάλογο και φέρνουν μια χρονολογία: Απρίλης 1946.
Από τις συμπλοκές των ενόπλων και των αποσπασμάτων υπάρχει πάντα κάποιο θέμα. Αρκεί να γίνει κάτι τέτοιο σ’ ένα σημείο για να υποφέρουν όλα τα γύρω χωριά.
Δεν αντέχω τον πειρασμό να μην αναφέρω μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα, όπως μου τα αφηγούνται.
Στο χωριό Τριπόταμος, στα μέσα του Απρίλη, έγινε μπλόκο, έπεσε ξύλο αλύπητο και φέρανε 22 στη Βέροια μαζί με τον παπά χωρίς ράσα και χωρίς καλυμμαύχι.
Στο χωριό Γιαννακοχώρι, ύστερα από μια συμπλοκή ενόπλων και χωροφυλάκων, έγινε μπλόκο και το όργιο έφτασε ίσαμε το κρέμασμα ανάποδα δυο γυναικών, της Παρθένας Θεοδωρίδη και της Παρθένας Ανξοπούλου.
Δεν είναι εύκολο να καταμετρήσει κανείς όλες τις περιπτώσεις. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνά κανείς πως όπου πάνε τα αποσπάσματα εννοούν να εκθέτουν και τους λόγους των "ηρωικών" τους εξορμήσεων:
- Γιατί ρε δεν ψηφίσατε στις εκλογές;
Αλλά και με όλα αυτά, ο λαός ετούτος της Δυτικής Μακεδονίας είναι πεισματάρης, είναι αλύγιστος. Δεν θα ξεχάσω εγώ ποτέ το χωριό Κομνίνιο. Μια κάππα είχε βρεθεί τον Απρίλη (πάλι μετά τις εκλογές) έξω από το χωριό. Άρα ληστοτρόφοι. Άρα οχρανίτες.
Το απόσπασμα Βαρδουλάκη επέδραμε. Ο βούρδουλας ανέβαινε και κατέβαινε:
- Ψήφισες ρε;
- Όχι!
- Είσαι Επονίτης;
- Είμαι και θα είμαι!
Το χωριό μαστιγώθηκε μέχρις αίματος αλλά έμεινε το ίδιο.
Η ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΝΑ ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΦΡΙΚΗΣ
του απεσταλμένου του «Ριζοσπάστη», Γ. Λαμπρινού
(Α) εφ. «Ριζοσπάστης», 23/6/1946, σελίδες 1 και 4
Εκεί που με το βούρδουλα και το αυτόματο ο μοναρχισμός διεξάγει τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του!
-Καρτερικά, ψύχραιμα ο λαός, αδάμαστος, περιμένει την ώρα του.
Όσο προχωρεί κανείς ταξιδεύοντας προς τη Μακεδονία έχει την εντύπωση ότι πατάει στα εδάφη άγνωστης γης. Προπαντός για τους αταξίδευτους κατοίκους της παλιάς Ελλάδας μοιάζει περισσότερο με χώρα παραμυθιού.
Χώματα γόνιμα, καπνά, στάρια, μπαμπάκια, οπωρώνες απέραντοι, εργοστάσια, νήματα και υφάσματα και πόλεμοι εδώ πάνω, πόλεμοι λυσσασμένοι για την κατοχή της, διεθνείς στρατοί, διασταυρώσεις ξένων και βαλκανικών συμφερόντων, όλα εξηγούν γιατί η Μακεδονία έγινε το «μήλον της Έριδος» στην ιστορία των τελευταίων τριάντα χρόνων.
Αλλά, τώρα, με το τέλος του πολέμου, οι ριζικές αλλαγές στα καθεστώτα της Βαλκανικής, που άλλαξαν την κοινωνική και πολιτική της όψη, η αντίρροπη αντιδημοκρατική πορεία της Ελλάδας, ο εγγλέζικος ιμπεριαλισμός, που έχει θρονιαστεί και ραδιουργεί παντού, ανεβάζουν και πάλι τη Μακεδονία στο κέντρο του βαλκανικού αλλά και του διεθνούς ενδιαφέροντος.
Από άγνωστη γη και ταραγμένη χώρα η Μακεδονία σήμερα θα μπορούσε να είναι αξιόλογα η ήσυχη, παραγωγική, ειρηνική εστία της εργασίας και της προκοπής για το καλό του φιλότιμου πληθυσμού της, της Ελλάδας και όλης της Βαλκανικής.
Ήρθαν όμως έτσι τα πράγματα και οι αιώνιοι ταραξίες της γαλήνης της, αφού διώχτηκαν από τους άλλους Βαλκανικούς συγκεντρώθηκαν εδώ, κάτω από τη φιλόξενη σκέπη της μοναρχοκρατούμενης Ελλάδας. Όλοι οι κυνηγημένοι σκοτεινοί φασίστες από τις γειτονικές βαλκανικές χώρες, οι ίδιοι που συμμάχησαν με τους Γερμανούς για να λεηλατήσουν τη Μακεδονία, βρήκαν εδώ καταφύγιο στην Ελλάδα για να συνεχίσουν το έργο τους.
Από πίσω τους, στα άφωτα παρασκήνια, η απαίσια όψη του αγγλικού ιμπεριαλισμού που κανοναρχεί τα πάντα.
Θα τα δούμε όλα αυτά και θα τα γνωρίσουμε.
ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΕΣ. ΑΥΤΟΜΑΤΑ…
Όταν έφθασα στη Θεσσαλονίκη, πριν από είκοσι μέρες, η ατμόσφαιρα ήτανε κιόλας ηλεκτρισμένη και απειλητική. Στην Αθήνα ετοιμαζόταν να κατατεθεί στη Βουλή το Ψήφισμα για τα «μέτρα τάξεως». Εδώ πάνου ο μοναρχικός τύπος βοούσε:
«Αναμένεται εντός 1-2 ημερών η έκρηξις κομμουνιστικής επαναστάσεως δια την αυτονόμησιν της Μακεδονίας»
«Η δράσις των αυτονομιστικών συμμοριών έφθασεν εις το κατακόρυφον».
«Η Θεσσαλονίκη περισφίγγεται υπό 2.000 ενόπλων».
Ομολογώ πως η καρδιά μου σφίχτηκε. Ήτανε φανερή η άθλια απόπειρα για την ιδεολογική και ψυχολογική προετοιμασία του μακεδονικού λαού να δεχθεί το «ψήφισμα» και την κατάλυση του Συντάγματος.
Άσχημα προμηνύματα.
Τι καινούρια βάσανα έμελλε τάχατες να υποφέρει και πάλι η Μακεδονία μας από τους ανθρώπους που την έχουν ξεπουλήσει στο παρελθόν τόσες φορές;
Ανεβαίνοντας προς την Έδεσσα, μέσα σε ένα αυτοκίνητο, όπου σαράντα άνθρωποι στοιβαγμένοι «ταξιδεύαμε», πήρα το βάπτισμα του πυρός στον πρώτο έλεγχο:
- Ταυτότητες, ρε!
Χωροφύλακες. Αυτόματα. Άγρια πρόσωπα. Κατεβαίνουμε και φόρα οι ταυτότητες. Κάποιος φουκαράς δεν έχει. Τον ψάχνουν για όπλα.
- Τι γυρεύεις ρε στην Έδεσσα; Σε στέλνει η ΝΟΦ .Ε; Κερ…!
Τον κράτησαν. Τι απόγινε δε μάθαμε. Η πόλη στρατοκρατούμενη. Στρατός, χωροφύλακες, περιπολίες, έφιπποι.
Από τις μοναρχικές εφημερίδες της Θεσσαλονίκης, που ήρθαν την άλλη μέρα, μάθαμε ότι οι αρχές της Έδεσσας είχαν …καταλυθεί από τους αντάρτες!
Φυσικά ούτε φύλλο δεν είχε κινηθεί. Είδα τον κόσμο να δουλεύει ήσυχα, τα έφιππα αποσπάσματα ανήσυχα να μπαινοβγαίνουν στην πόλη, είδα τα σπασμένα γραφεία του ΕΑΜ, είδα τις αρχές του τόπου και τους εργατικούς ηγέτες. Και θαύμασα το φρόνημα αυτού του λαού.
ΦΛΩΡΙΝΑ
Αλλά το φρόνημα αυτό επίσης το θαύμασα ανεβαίνοντας προς τη Φλώρινα. Μας «ταξίδεψε» ένα μεγάλο φορτηγό αυτοκίνητο γεμάτο από νέα ζωηρά παιδιά, επονίτες. Στο μήκος του δρόμου οι χωρικοί δούλευαν στα χωράφια τους. Οι επονίτες χαιρετούσαν αντιφασιστικά. Και δεν είδα ένα γέρο, νέο, γυναίκα, που να μην απαντήσει με τη γροθιά υψωμένη.
Μερικοί χαιρετούσαν με τα δρεπάνια ψηλά. Ας σημειωθεί ότι πρόκειται για περιοχές, όπου οι συμπλοκές είναι πυκνές και τα πάνοπλα αποσπάσματα γυρίζουν απάνω-κάτω ολοένα.
Από τη Φλώρινα κρατώ μια ζωηρότατη εντύπωση. Πριν από λίγες μέρες τα αποσπάσματα είχαν «εξοντώσει» μια ομάδα ενόπλων.
Η επικεφαλής τους γυναίκα, Σοφία Ζυγομάλλη, νοσηλευόταν τραυματισμένη βαριά στο νοσοκομείο.
Ο δεξιός τύπος ούρλιαζε: Αυτονομιστές, οχρανίτες, Βούλγαροι!
Διάβασα όμως την κατάθεσή της στην αστυνομία:
«Είμαι Σλαβομακεδόνισσα. Πολέμησα στον ΕΛΑΣ για τη λευτεριά της πατρίδας μου της Ελλάδας. Και τώρα αγωνίζομαι από τις γραμμές του Αγροτικού Κόμματος για τη Λαϊκή Δημοκρατία στην Ελλάδα».
Ήταν ένας ηχηρός μπάτσος αυτός στα μούτρα των επισήμων αρχών του μοναρχικού κράτους που φωνασκούν για «αυτονομιστές» και «Βούλγαρους».
Είναι αδύνατο να αναπνεύσει κανείς εδώ πάνω και να φέρει σε πέρας έστω και μια δημοσιογραφική αποστολή.
Στην Καστοριά χρειάστηκε να μου γίνουν επανειλημμένες έρευνες στα χαρτιά μου και να δώσω εξηγήσεις για την κάθε γραμμή και την κάθε λέξη. Φυσικά δεν έγραφα τίποτε για την τρομοκρατία. Αλλιώς δε θα 'γραφα και σήμερα εδώ στην Αθήνα.
ΚΟΖΑΝΗ, Η ΝΕΚΡΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Πιο έξω από την Καστοριά, σε ένα χωριό το Βογατσικό, όταν οι χωροφύλακες στον έλεγχο άκουσαν για «Ριζοσπάστη» τα 'χασαν. Ο «Ριζοσπάστης» στο Βογατσικό στα σύνορα!
Η έρευνα γίνεται ενοχλητικά εξονυχιστικά. Τα λευκά δημοσιογραφικά χαρτιά εξετάζονται «επισταμένως» και «εμβριθώς» στο φως μήπως περιέχουν αόρατα γράμματα.
Ο κ. ενωμοτάρχης δεν μπορεί να το πιστέψει:
- Τι γυρεύει ρε, η φυλλάδας σας εδώ πάνω;
Του απαντώ ότι ο «Ριζοσπάστης» είναι η εφημερίδα του λαού, ότι με στέλνει για τα οικονομικά ζητήματα του τόπου, τη ζωή του, για τα προβλήματα της παραγωγής.
Βλέπει τις σημειώσεις, αλλά διαφωνεί ριζικά:
- Ελονοσία ρε, δεν έχουμε 90% στην Καστοριά. Όλο ψέματα γράφετε…
- Μα δεν τα λέω εγώ. Η υγειονομική υπηρεσία τα δίνει επισήμως… Με συγχωρείτε…
ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΒΟΥΡΔΟΥΛΑ
Ταξίδια πολύωρα και πολυήμερα με φέρνουν σε επαφή με τις μεγάλες πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας. Οι δρόμοι, τα περάσματα, τα χωριά και πολιτείες γεμάτα φυλάκια, ελέγχους, χωροφύλακες.
Η Κοζάνη είναι μια νεκρή πόλη. Πριν από λίγες μέρες πιάσαν όλους τους ηγέτες των εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων. Στους δρόμους της αυτοκίνητα φορτωμένους φαντάρους περνοδιαβαίνουν ουρλιάζοντας «Έρχεται! Έρχεται!». Ο κόσμος τους ακούει και δε μιλάει. Τους σιχαίνεται. Όμως ξέρει να περιμένει, ψύχραιμα, καρτερικά την ώρα του.
Η Δυτική Μακεδονία είναι σήμερα ένα απέραντο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ένας λαός που την κατοικεί αιώνες και πότισε τα χώματά της, με τον ιδρώτα και το αίμα του, στενάζει κάτω από το βούρδουλα και το αυτόματο νέων κατακτητών.
Περίμενε μια λευτεριά ύστερ’ από τόσους κόπους και τόσους αγώνες. Δεν την είδε. Τώρα γεμίζει τις φυλακές, τα κρατητήρια, τα νησιά της εξορίας, τα νεκροταφεία κάτω από τις συκοφαντικές βρισιές για οχρανίτη, αυτονομιστή και Βούλγαρο. Οι σλαβόφωνοι μαρτυρούν. Ο λαός στενάζει.
Ας ιδούμε τώρα από πιο κοντά όλη αυτή τη φοβερή κατάσταση.
(Β) εφ. «Ριζοσπάστης», 25/6/1946, σελίδες 1 και 2
Η πρώτη μου εντύπωση από την ώρα που πάτησα το πόδι μου στα χώματα της Δυτικής Μακεδονίας, στάθηκε μια εικόνα απαίσια.
Μια μέρα πριν τα αποσπάσματα είχανε φέρει από την ύπαιθρο το πτώμα ενός χωρικού και το είχαν εκθέσει στην Έδεσσα.
- Οχρανίτης!
Ο κόσμος σιωπηλός, μαζεύτηκε, είδε. Ύστερα το κουβέντιασε μόνος του λίγο μακρύτερα από τους ένοπλους χωροφύλακες. Τα πολλά τραύματα από το φανερό ξυλοκόπημα στο πρόσωπο έδειχναν πως δεν είχε σκοτωθεί σε συμπλοκή. Αλλά ξυλοκοπήθηκε ποιος ξέρει γιατί, πέθανε, ύστερα «σκοτώθηκε» και τελικά έγινε οχρανίτης και δημόσιο θέαμα.
Ο σιωπηλός κόσμος τάλεγε αυτά.
Η κυκλοφορία στην Έδεσσα με επίσημη διαταγή απαγορεύεται ύστερ’ από τα μεσάνυχτα. Αλλά ο πληθυσμός μαζεύεται πολύ νωρίς και η πόλη νεκρώνεται.
Έξω ακούγονται οι περιπολίες, τα τζιπ των Εγγλέζων, οι οπλές των αλόγων και κάπου κάπου ένα βραχνό τραγούδι που «τρώει τους κουκουέδες» και καταλήγει πάντα με τη ρητή δήλωση ότι «Έρχεται! Έρχεται!»
Το ίδιο βράδυ συγκεντρωμένοι σ’ ένα ήσυχο μακεδονικό σπίτι κουβεντιάζουμε. Τα λέμε έτσι, τα λέμε αλλιώς. Ο πατέρας της οικογένειας ένας γέρος Μακεδόνας νοικοκύρης, με παιδιά και αγγόνια, με τις φουρτούνες όλης της τελευταίας 30ετίας στο άσπρο κεφάλι του, είναι γεμάτος πόνο και πίκρα:
- Τι είναι τούτο το κακό πάλι, γιε μου; Με τον Τούρκο βάσανα, με τον Ιταλό, το Γερμανό, το Βούλγαρο βάσανα. Τώρα και με το ελληνικό; Δεν το χωράει το μυαλό μου. Άσπρισαν τα μαλλιά μου και ήσυχο ψωμί δε φάγαμε ακόμη. Δε θα μερώσει κάποτε ετούτος ο τόπος.
Είνε βαθύς ο καημός του, όπως βαθύς είναι ο καημός όλου του μακεδονικού λαού. Η συζήτηση γυρίζει στα περασμένα κι ο γέρος θυμάται με φρίκη τη ζωή του στη Θράκη, όταν έφυγε ο Τούρκος, στις πρώτες μεταπολεμικές χρονιές 1923-1924.
Το ελληνικό κράτος είχε στείλει τότε ένα μεγαθήριο της παλαιοκομματικής φαυλοκρατίας, το Χαράλαμπο Βοζίκη για γενικό διοικητή.
- Ήταν κλέφτης, μου λέει με έξαψη. Μας βασάνισε, μας λήστεψε και έφυγε…
Αλήθεια, αν εξετάσει κανείς την πολιτική του ελληνικού κράτους της ολιγαρχίας στα τελευταία είκοσι χρόνια ανάμεσα στους δύο πολέμους απέναντι στη Μακεδονία και στη Θράκη, χωρίς υπερβολή πρέπει να την χαρακτηρίσει αρπαχτική. Τις πήρε για παχιές αγελάδες που πρέπει να τι αρμέγεις χωρίς να τις ταΐζεις.
Από δω βγήκαν οι ονομασίες για το Μακεδονιστάν και το Θρακιστάν. Από δω ακόμη ξεπήδησε η αδικαιολόγητη αντιπάθεια των Μακεδονιτών απέναντι στους «χαμουτζήδες».
Ο πρωτεργάτης στις εσωτερικές αυτές διαιρέσεις στάθηκε πάντα η εκμεταλλευτική πολιτική της ολιγαρχίας. Ποιος δε θυμάται το περίφημο σύνθημα του «Μακεδόνα» πολιτευτή του Λαϊκού κόμματος, του περιβόητου προδότη Σωτήρη Γκοτζαμάνη στις παλιές εκλογές:
- Η Μακεδονία στους Μακεδόνες.
Τότε οι Ρωμιοί εθνικόφρονες όχι μόνο δεν τον είχαν συλλάβει για «οχρανίτη» ή «Βούλγαρο», αλλά τον τιμούσαν μέσα στην παλιά Βουλή για «εθνικόν άνδραν». Αργότερα ολοκλήρωσε την προδοτική πολιτική του με την παράδοση της Μακεδονίας στους Γερμανοβούλγαρους. Αυτή ήταν η εθνική του συνείδηση. Σήμερα το Λαϊκό κόμμα τσιμουδιά δε βγάζει για το παλιό επίλεκτο στέλεχός του.
Τα θυμίζω ολ’ αυτά στο γέρο Μακεδόνα και κουνάει με περίσκεψη σιωπηλός το κεφάλι.
Αλλά και στη Φλώρινα και στην Καστοριά και σε όσες μακεδονικές πολιτείες πέρασα, η εικόνα δεν είναι διαφορετική. Εδώ πάνω κατοικεί από αιώνες ένα γόνιμο, παραγωγικό στοιχείο που δουλεύει τη γη των πατεράδων του, εμπορεύεται, κινείται, δημιουργεί, μιλάει τη γλώσσα του, έχει τη δική του παράδοση: οι Σλαβόφωνοι.
Η καταγωγή τους σημειώνεται μέσα στα ιστορικά βάθη από τους από τους αιώνες της πρώτης χιλιετηρίδας μ.Χ. έζησαν απίθανες ιστορικές περιπέτειες, απάνω τους πέρασαν κάθε λογής κατακτητές, πλήρωσαν βαριούς φόρους σε μόχθους και αίμα αλλά έζησαν.
Τώρα κοντά τους ζούνε οι Μικρασιάτες πρόσφυγες ξεριζωμένοι από την πατρίδα τους, θύματα της ελληνικής τυχοδιωκτικής πολιτικής, όπως επίσης ζούνε και λιγότεροι Βλάχοι.
Ζήτησα να μιλήσω μαζί τους όπως και με τους ντόπιους, παντού όπου μπόρεσα μέσα στις συνθήκες ενός ασφυκτικού ταξιδιού χωρίς ελευθερία κινήσεων, με τον έλεγχο στις σημειώσεις και την κρυμμένη απειλή του χαφιέ πίσω από μια γωνιά ή σε ένα σταυροδρόμι.
Οι λίγοι που μπόρεσα να μιλήσω μαζί τους, κρατούσαν μια επιφύλαξη αλλά και μια συγκρατημένη περηφάνια. Είναι ντόμπροι άνθρωποι, λιγόλογοι και σταράτοι. Οπωσδήποτε δε φαίνεται καθόλου να έχουν χάσει το θάρρος τους.
- Μιλήστε ελεύθερα, είπα. Είμαι δημοσιογράφος, απεσταλμένος του «Ριζοσπάστη» και ζητώ να μάθω την αλήθεια…
- Δεν πρόκειται γι αυτό. Μα εδώ και οι τοίχοι έχουν αυτιά. Μάθε πως είμαστε Σλαβομακεδόνες, κατοικούμε εδώ αιώνες και μιλάμε τη γλώσσα που μας μάθανε οι μανάδες μας: τα σλάβικα.
Ούτε μπορούμε και ούτε υπάρχει λόγος να αλλάξουμε τη γλώσσα μας σήμερα. Δε θέλουμε να φύγουμε από την Ελλάδα γιατί κανείς δε θέλει να φύγει από τον τόπο του. Ούτε ζητάμε να πάμε με κανέναν άλλον. Είμαστε με την Ελλάδα και θέλουμε να μείνουμε Έλληνες πολίτες. Αν αγαπούμε την Ελλάδα το δείξαμε στον αλβανικό πόλεμο, όπου όλοι μας πολεμήσαμε και έχουμε εκατοντάδες σκοτωμένους, τραυματίες και ανάπηρους.
Στην κατοχή πολεμήσαμε τους Βούλγαρους και τους Ιταλούς. Τώρα μας λένε οχρανίτες και Βούλγαρους. Ψέμματα. Εμείς θέλουμε να ζήσουμε μέσα στην Ελλάδα, νάχουμε τα σχολεία και τη γλώσσα μας, να δουλεύουμε τη γη μας, να 'μαστε ισότιμοι με τους άλλους Έλληνες και να τους βοηθήσουμε στον αγώνα για τη δημοκρατία και την κυριαρχία του λαού. Αυτή είναι η αλήθεια.
Όλα τα άλλα είναι συκοφαντίες και βρισιές. Και αφού θέλεις να μάθεις τι γίνεται δω πάνου, άκουσέ τα. Μόνο μην κρατείς σημειώσεις γιατί δε θα ταξιδέψεις και πολύ.
Και μου αφηγήθηκαν πράγματα που θα προσπαθήσω και γω να σας διηγηθώ αύριο και μεθαύριο.
(Γ) εφ. «Ριζοσπάστης», 26/6/1946, σελίδες 1 και 2
Η συζήτηση με τους Σλαβομακεδόνες απλώνεται πολύ. Μου μιλάνε για τους αγώνες τους στην κατοχή κατά των κατακτητών.
- Άμα θέλεις να μάθεις την αλήθεια ρώτησε παντού και θα δεις πως πολεμήσαμε μεις στο πλευρό των Ελλήνων και του ΕΛΑΣ τους Ιταλοβούλγαρους φασίστες. Εδώ κάθε τόπος και κάθε πέτρα μαρτυράει για τον αγώνα μας. Στη δική μας περιοχή (Φλώρινα-Έδεσσα-Καστοριά) η πλειοψηφία στα τάγματα του ΕΛΑΣ ήταν Σλαβομακεδόνες. Είναι άπειρες οι μάχες που δώσαμε και χτυπήσαμε τους κομιτατζήδες και τους Γερμανούς…
Μου αναφέρουν τις μάχες στο Σκλήθρο και στη Βεύη, έξω από τη Φλώρινα, ακόμα στα Βρυτά, Νησί, Λιθαριά, Μουχαρέμ-Χαν, Μεσημέρι από την περιοχή της Έδεσσας, επίσης Μεσοποταμιά, Ποριά, Κολοκυθού, Λακώματα, Περικοπή, Πολυκέρασο, Κορισσό, Χρούπιστα, Τειχιό από την περιοχή Καστοριάς.
Με βασανίζει όμως μια απορία και ζητώ να την ξεκαθαρίσω:
- Όλ’ αυτά που μου λέτε τα ακούω και τα σημειώνω. Αλλά θέλω να μάθω το εξής: Όλοι οι Σλαβομακεδόνες πολέμησαν στο πλευρό των Ελλήνων;
- Όχι βέβαια. Αρκετούς μπόρεσε να παρασύρει ο Κάλτσεφ και να τους κάνει όργανά του. Αλλά πρέπει να ξέρεις ότι την ύπουλη δουλειά του Κάλτσεφ εμείς τη χτυπήσαμε και σχεδόν τη διαλύσαμε. Όταν πήγε στο χωριό Βεύη και προσπάθησε να το οπλίσει, οι κάτοικοί του (Σλαβομακεδόνες) βγήκαν στο βουνό. Έτσι δεν το κατόρθωσε. Και στο ίδιο χωριό εμείς στήσαμε ενέδρα για να τον σκοτώσουμε. Αλλά είχε τύχη γιατί πέρασαν μπροστά οι Γερμανοί, τους χτυπήσαμε και σκοτώσαμε κάμποσους.
Ζητάνε με επιμονή να μου δώσουνε να καταλάβω, πώς ο διωγμός που ασκείται εναντίον τους, ύστερα από τη Βάρκιζα και προπαντός στους τελευταίους μήνες, έχει πολιτικό χαρακτήρα, με καθορισμένη κατεύθυνση τους δημοκρατικούς Σλαβομακεδόνες και όχι τα πραγματικά υπολείμματα των κομιτατζήδων, που μένουν ανενόχλητοι.
Μου αναφέρουν για χαρακτηριστικό παράδειγμα τα δυο χωριά της Φλώρινας, το Σκλήθρο και τη Βεύη.
Το πρώτο είναι γνωστό κομιτατζιδοχώρι και δω ο Κάλτσεφ βρήκε πλούσιο υλικό για να οργιάσει. Όμως στις τελευταίες εκλογές ψήφισε ολόκληρο και φυσικά τους "εθνικόφρονες".
Σήμερα είναι το χαϊδεμένο χωριό των μοναρχικών της περιφέρειας. Ούτε κομιτατζήδες εδώ, ούτε τίποτα. Σβήσαμε όλα.
Η Βεύη όμως, που τα παιδιά της πολέμησαν στον ΕΛΑΣ, που χτύπησε τους κομιτατζήδες, που χάλασε τα σχέδια του Κάλτσεφ και δεν ψήφισε στις εκλογές (αποχή 90%), έγινε στόχος των μοναρχικών και τα περισσότερα παιδιά της (150 κλήσεις τους κοινοποιήσανε) είναι κλεισμένα στις φυλακές.
Όσοι πρόλαβαν έφυγαν απάνω στα βουνά.
Στις δίκες αυτές βάζουνε και μερικούς πραγματικούς οχρανίτες, όπως το Μάγγο, που τους δικάζουνε ερήμην για να φανεί πως κρίνουν αμερόληπτα όλους τους άλλους.
Ε λοιπόν, αυτή η εικόνα επικρατεί σε όλη τη Δυτική Μακεδονία.
Επειδή διατυπώνω ορισμένες αντιρρήσεις και ζητώ περισσότερες πληροφορίες οι συνομιλητές μου γίνονται πιο ζωηροί και μου απαντάνε με έξαψη:
- Αν τους ένοιαζε να κυνηγήσουν πραγματικά τους συνεργάτες των κατακτητών, τότε γιατί γυρίζει ελεύθερος ο Βόδικος [μη ευκρινές όνομα], που ίδρυσε το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα στη Φλώρινα, πρώτος ύψωσε τη γερμανική σημαία στο μαγαζί του και στρατολογούσε οχρανίτες;
Γιατί ο Μουστάκας, γνωστός συνεργάτης του Μπλαντένωφ, που κυνηγούσε με το Κομιτάτο τον κόσμο, είναι σήμερα πρόεδρος του χωριού Παπαγιάννη;
Γιατί ο Χατζητύπης από το Αμύνταιο, οργανωτής της Οχράνας της περιοχής, δικάστηκε 1 χρόνο μονάχα φυλακή δηλαδή αθωώθηκε;
Γιατί ο κ. Μπόνης, νομάρχης σήμερα στην Καστοριά, δε δικάζεται, αφού όλοι γνωρίζουν πως ήταν συνεργάτης του Μάγγου, του μεγαλύτερου οχρανίτη της Μακεδονίας, που χρηματοδοτούσε τους προδότες παοτζήδες με ειδικά κονδύλια από την Τράπεζα της Ελλάδος και δήλωνε στην κατοχή πως «οι Βούλγαροι έρχονται σα φίλοι να χτυπήσουν τους αντάρτες»;
Σου λέμε λοιπόν, ότι ο κατάλογος αυτός είναι μεγάλος κι όμως κανείς δεν παθαίνει τίποτα.
Η πρόθεσή μου είναι να ακούσω και τις γνώμες των αρχών και γι αυτό ζήτησα να ιδώ τον εισαγγελέα Φλωρίνης κ. Ευγενικό, που πραγματικά με δέχτηκε στο γραφείο του και μου δήλωσε πως η προσωπική του πεποίθηση είναι ότι υπάρχει αυτονομιστική κίνηση.
Μου έδωσε επίσης άδεια να επισκεφτώ τους φυλακισμένους.
170 άνθρωποι είναι στοιβαγμένοι μέσα σ’ έναν ελάχιστο χώρο, όπου κανονικά δεν πρέπει να παραμένουν ούτε 50.
Εκεί γνώρισα έναν αντιπροσωπευτικό τύπο Σλαβομακεδόνα, τον Κυριάκο Πιλάη, εθνοσύμβουλο της ΠΕΕΑ, πρώτον οργανωτή του αντάρτικου κινήματος στην περιφέρεια, επικηρυγμένον από τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους, πρωταθλητή της πάλης κατά των αυτονομιστών και σύμβολο της ενότητας Ελλήνων και Σλαβομακεδόνων.
Τώρα είναι κλεισμένος μέσα για «οχρανίτης».
Ο ίδιος μου ανάφερε μιαν άλλη χαρακτηριστική περίπτωση για τον καπετάνιο του ΕΛΑΣ Γιάννη Τσότσο, που σκοτώθηκε το 1944 σε μάχη με κομιτατζήδες και Γερμανούς και τώρα του κοινοποιούν κλήση να δικαστεί για «οχρανίτης».
Ο διοικητής Ασφαλείας Φλωρίνης κ. Στογιάννης μου μίλησε για την έκρυθμη κατάσταση στην ύπαιθρο, τις συμπλοκές , χαρακτήρισε τη δράση των ενόπλων αυτονομιστική και μου ανέφερε την περίπτωση της Σοφίας Ζυγομάλλη, που τραυματίστηκε βαριά σε συμπλοκή με τα αποσπάσματα και στην κατάθεσή της δήλωσε πως είναι Σλαβομακεδόνισσα και πως όλος ο αγώνας της στρέφεται στην αναγνώριση της ισονομίας για τους Σλαβομακεδόνες για την ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της χώρας και για τη Λαϊκή Δημοκρατία στην Ελλάδα.
Η κατάθεσή της έκαμε εντύπωση στις αρχές. Ο τύπος μίλησε πάλι για οχρανίτες. Αλλά η κατάθεση δεν ήρθε και δε θάρθει στη δημοσιότητα.
(Δ) εφ. «Ριζοσπάστης», 27/6/1946, σελ.3
Από πού έρχονται τα κηρύγματα του μίσους και του αλληλοσπαραγμού του λαού στη Δυτική Μακεδονία;
Να ένα ερώτημα που απαιτεί μια συγκεκριμένη απάντηση. Ο διωγμός δεν μπορεί φυσικά να οδηγήσει στην ειρήνη και στην ομαλότητα, απεναντίας η κατάσταση θα οξύνεται. Αλλά πού βρίσκονται οι πηγές του μίσους και του διωγμού, ποιοι ακολουθούν με γνώση και με σχέδια την πολιτική του εμφυλίου πολέμου, ποιοι δεν θέλουν το καλό και την ησυχία του λαού μας; Να το ζήτημα.
Στην Καστοριά μου έδειξαν την τοπική εφημερίδα του μοναρχικού βουλευτή Π. Ηλιάδη «Φωνή της Καστοριάς» της 24/3/1946 που γράφει:
«Σκεφθήτε και κάνετε όπως σας αρέσει σλαυόφωνοι "συναγωνιστάδες", σας παρακολουθούμε και κρατούμε ανοιχτό το λογαριασμό σας κάποια μέρα θα βάλουμε τα τεφτέρια κάτω».
Ήτανε παραμονές των τελευταίων «εκλογών». Και έλεγε στο λαό ο κύριος υποψήφιος: Ή μας ψηφίζετε για βουλευτές και τότε όλα μέλι-γάλα, ούτε οχρανίτες ούτε τίποτα ή δε μας ψηφίζετε και τότε είσαστε Βουλγαροαυτονομιστές και αλλοίμονό σας.
Μα ο κόσμος δεν ψήφισε, η αποχή ήταν μεγάλη, η αποδοκιμασία του μοναρχισμού συντριπτική και ναι μεν ο κ. Ηλιάδης βγήκε βουλευτής αντιστάσεως μη ούσης αλλά ο κοσμάκης πλήρωσε ακριβά την «κακοκεφαλιά» του.
Από τότε οι χωρικοί σέρνονται στα κρατητήρια, η κατηγορία του «ληστοτρόφου» και του «οχρανίτη» κοντεύει χωρίς διάκριση να αγκαλιάσει όλη την περιφέρεια.
Μου ανέφεραν την χαρακτηριστική περίπτωση του χωριού Τειχιό όπου ύστερα από τις εκλογές επέδραμαν οπλισμένοι εθνικόφρονες και οργίασαν απάνω σε ανθρώπους και σε ζωντανά (πήραν 2.000 πρόβατα, 800 μεγάλα ζώα, ρουχισμούς κλπ) ενώ πραγματικοί κομιτατζήδες που θάπρεπε να βρίσκονται στη φυλακή έμειναν ανενόχλητοι γιατί έγραφαν έξω από το σπίτι τους «Ελληνικό σπίτι. Ζήτω ο Βασιλιάς!»
Ακριβώς ύστερα από τις εκλογές ο νομάρχης Εδέσσης έστειλε μια εγκύκλιο σε όλα τα χωριά του νομού όπου δηλώνει «απεκδυόμενος πάσης ευθύνης ενώπιον Θεού και ανθρώπων» ότι θα επικηρύξει όλους όσοι απουσιάζουν στα βουνά ότι θα εκτοπίσει τους συγγενείς τους μέχρι τετάρτου βαθμού, ότι θα περικόψει τα τρόφιμα της ΟΥΝΡΑ, ότι θα αφαιρέσει τους κλήρους κλπ.
Στις 2 Ιουνίου έγινε συγκέντρωση «εθνικοφρόνων» στην Έδεσσα, όπου μίλησαν οι δικηγόροι Δεληβοριάς και Γκίλας και ζήτησαν να σχηματισθεί πολιτοφυλακή από μοναρχικούς σε όλα τα χωριά, να συλληφθούν όλα τα στελέχη του ΕΑΜ και να κλείσουν τα γραφεία τους.
Ήταν η προετοιμασία του κόσμου αυτή για ό,τι θα επακολουθούσε. Οπωσδήποτε η κυκλοφορία στα χωριά είναι απαγορευμένη απ’ τους τοπικούς μοναρχικούς φυσικά ύστερ’ από τις 8 το βράδυ. Αλίμονο σε κείνον που θα βρεθεί να διαβάζει «Λαϊκή Φωνή» της Θεσσαλονίκης.
Και ανάμεσα στην πληθώρα όμοιων περιπτώσεων μου ανέφεραν την τρομακτική περιπέτεια του χωριού Σαρακηνοί κοντά στην Αρδέα (Καρατζόβα).
Το χωριό έχει ιστορία εθνική, τα παιδιά του πολέμησαν στα ανταρτικά σώματα του Παύλου Μελά, έχει ακόμη δηλωμένη δημοκρατική συνείδηση και στις τελευταίες εκλογές ψήφισαν μόνο 7 από τους 527 εγγεγραμμένους.
Αυτό ήταν αρκετό για να έχει μπει καρφί στο μάτι των μοναρχικών.
Η αφορμή δόθηκε από κάποια συμπλοκή ενόπλων και χωροφυλάκων που έγινε στην περιοχή του χωριού όπως άλλωστε γίνονται συχνά σε όλη την περιφέρεια.
Ισχυρά αποσπάσματα κύκλωσαν την άλλη μέρα το χωριό, έτσι όπως γινόντουσαν κάποτε τα γερμανικά μπλόκα, μάζεψαν όλους τους κατοίκους στο σχολειό και δείρανε άσπλαχνα, καννιβαλικά μέχρι αίματος άντρες γυναίκες και παιδιά. Θρήνος και οδυρμός στο χωριό.
Έμειναν οι 50 μισοπεθαμένοι και αργότερα τους τύλιξαν σε προβιές οι δικοί τους για να θεραπευθούν. Ένας πέθανε.
Και 23 άντρες και γυναίκες κρατούνται από τότε στην Έδεσσα.
Ποιος θα απορήσει τώρα αν αρκετοί Σαρακηνιώτες πήραν τα βουνά; Θα ακολουθήσει φυσικά η εφαρμογή της εγκυκλίου του κ. Νομάρχη, θα εξορισθούν οι συγγενείς τους μέχρι τέταρτου βαθμού και τα τρόφιμα της ΟΥΝΡΑ θα κοπούνε. Αύριο –μεθαύριο θα παρουσιασθούν ένοπλοι. Αλλά η απορία θα παραμένει: Ποιος φταίει για όλην αυτή την τραγική κατάσταση;
Λίγο πιο κάτω από την Έδεσσα, μέσα στον κάμπο, είναι το περίφημο χωριό Κρύα Βρύση, η πατρίδα του διαβόητου προδότη Πούλου και το ορμητήριο των ταγμάτων του. Από δω ρήμαξαν όλη την περιοχή μαζί με τους Γερμανούς και φυσικά τους Βούλγαρους.
Τώρα ξαναγύρισαν ελεύθεροι από τη Γερμανία, είναι και πάλι ταμπουρωμένοι στο χωριό και πάνοπλοι.
Με πληροφορούν ότι πριν από ελάχιστες ημέρες τους δόθηκε (από ποιους τάχατες) νέος οπλισμός από 250 όπλα και 25 αυτόματα. Είνε και πάλι σήμερα ο φόβος και ο τρόμος της περιφέρειας.
Αυτά τα δύο χωριά, οι Σαρακηνοί και η Κρύα Βρύση, προσφέρουν ανάγλυφη την εικόνα μαζί με την εξήγησή της για τη φρικτή κατάσταση σήμερα στη Δυτική Μακεδονία.
Η Φλώρινα με την περιφέρειά της δεν παρουσιάζουν διαφορετική όψη από την Έδεσσα και την Καστοριά.
Οι φυλακές της είναι γεμάτες από χωρικούς που τους κουβαλάνε με την στερεότυπη πια κατηγορία του «ληστοτρόφου» και του «οχρανίτη».
Και δεν πρόκειται πια εδώ για τους Σλαβομακεδόνες παρά για όλο τον πληθυσμό.
Μου αναφέρουν σωρεία περιπτώσεων από χωριά που ο πληθυσμός τους, λιγότερο ή περισσότερο, έχει μετοικήσει στα κρατητήρια της Φλώρινας (Αρμενοχώρι, Πολυπόταμος, Αετός, Υδρούσα, Μπάνιτσα κλπ) κι ανάμεσά τους την πιο χαρακτηριστική του Ξυνού Νερού, όπου έγιναν οι σκηνές των Σαρακηνών.
Πάλι κάποια συμπλοκή στην περιφέρεια, πάλι μπλόκο, πάλι δαρμός και θρήνος.
Θύματα: μερικά σπίτια καμμένα και 60 φυλακισμένοι. Έχουν αφήσει όνομα για τη δράση τους αυτή οι καπεταναίοι των αποσπασμάτων ή των σταθμών. Η παρουσία κάποιου Κούσουλα, του Ντεληγιάννη, του Μπαμπούρη, του Ντελή, του Κωνσταντακόπουλου σημαίνει στα μάτια του κόσμου ξύλο, φυλακή, εξορία και θάνατο.
Μου λένε πως ένας από αυτούς ο Μπαμπούρης είναι διορισμένος στο Αμύνταιο από την Κατοχή με διαταγή του Φρανς του Γερμανού «Αρχηγού Τάξεως» στην Ελλάδα και φυσικά μένει ακόμη. Απόρησα για την πληροφορία.
- Εδώ μου λέει ένας, είναι στη Βουλή ο Τουρκοβασίλης και οι Πουλικοί στην Κρύα Βρύση και δε θα είναι ο Μπαμπούρης στο Αμύνταιο;
Αλλά και στη Βέροια, που ζήτημα να πάρω μια γενική εικόνα για την κατάσταση με την ιδέα ότι όσο προχωρούμε προς τα νότια δηλ. ξεφεύγουμε από τις καθαρά σλαβομακεδονικές περιοχές ίσως είναι καλύτερα τα πράγματα, δεν αντίκρισα τίποτε διαφορετικό.
Εντύπωση προξενεί επίσης και δω πως η αναστάτωση και ο διωγμός έχουν ενταθεί ύστερ’ από τις εκλογές. Μου ανέφεραν δεκάδες περιπτώσεις από χωριά της περιφέρειας που σχηματίζουν ένα μακρύ και μαρτυρικό κατάλογο και φέρνουν μια χρονολογία: Απρίλης 1946.
Από τις συμπλοκές των ενόπλων και των αποσπασμάτων υπάρχει πάντα κάποιο θέμα. Αρκεί να γίνει κάτι τέτοιο σ’ ένα σημείο για να υποφέρουν όλα τα γύρω χωριά.
Δεν αντέχω τον πειρασμό να μην αναφέρω μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα, όπως μου τα αφηγούνται.
Στο χωριό Τριπόταμος, στα μέσα του Απρίλη, έγινε μπλόκο, έπεσε ξύλο αλύπητο και φέρανε 22 στη Βέροια μαζί με τον παπά χωρίς ράσα και χωρίς καλυμμαύχι.
Στο χωριό Γιαννακοχώρι, ύστερα από μια συμπλοκή ενόπλων και χωροφυλάκων, έγινε μπλόκο και το όργιο έφτασε ίσαμε το κρέμασμα ανάποδα δυο γυναικών, της Παρθένας Θεοδωρίδη και της Παρθένας Ανξοπούλου.
Δεν είναι εύκολο να καταμετρήσει κανείς όλες τις περιπτώσεις. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνά κανείς πως όπου πάνε τα αποσπάσματα εννοούν να εκθέτουν και τους λόγους των "ηρωικών" τους εξορμήσεων:
- Γιατί ρε δεν ψηφίσατε στις εκλογές;
Αλλά και με όλα αυτά, ο λαός ετούτος της Δυτικής Μακεδονίας είναι πεισματάρης, είναι αλύγιστος. Δεν θα ξεχάσω εγώ ποτέ το χωριό Κομνίνιο. Μια κάππα είχε βρεθεί τον Απρίλη (πάλι μετά τις εκλογές) έξω από το χωριό. Άρα ληστοτρόφοι. Άρα οχρανίτες.
Το απόσπασμα Βαρδουλάκη επέδραμε. Ο βούρδουλας ανέβαινε και κατέβαινε:
- Ψήφισες ρε;
- Όχι!
- Είσαι Επονίτης;
- Είμαι και θα είμαι!
Το χωριό μαστιγώθηκε μέχρις αίματος αλλά έμεινε το ίδιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου