21.2.18

"Οπως τα ζήσαμε" - Το σμίξιμο χαράς και πάλης


Οι ανεπανάληπτες στιγμές των διαδηλώσεων κατά της επιστράτευσης και της βουλγαρικής κατοχής στη Μακεδονία. Ο ανθός της νεολαίας και η άδικη τύχη που της επιφύλαξαν οι νικητές του Εμφυλίου. Η χαμένη ευκαιρία της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης.

Στις σελίδες που ακολουθούν παρουσιάζονται μερικές στιγμές από την πολύπλευρη δράση της μεγαλύτερης αντιστασιακής οργάνωσης της νεολαίας, της ΕΠΟΝ.
Μια δράση η οποία απλωνόταν τόσο στα απελευθερωμένα από την ένοπλη αντίσταση του ΕΛΑΣ βουνά όσο και στις σκλαβωμένες πόλεις, ο λαός των οποίων όρθωνε το ανάστημά του καθημερινά απέναντι στους κατακτητές και τους συνεργάτες τους.

Ο πρώτος αγώνας της νεολαίας, μαζί με τις άλλες οργανώσεις του ΕΑΜ, ήταν η πάλη της επιβίωσης: η προστασία του λιμοκτονούντος πληθυσμού, η δημιουργία και η χρηστή διαχείριση των συσσιτίων. Η μάχη για την υγεία με τη σύσταση λαϊκών φαρμακείων και η στοιχειώδης ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Μέσα από την οργάνωση των νέων σε παρέες, ομίλους και λέσχες περνούσε το μήνυμα της αναγκαιότητας της Αντίστασης ενάντια στους κατακτητές και τους «προσκυνημένους».
Με πλατιά διαφωτιστική δράση μέσα από δεκάδες έντυπα και εφημερίδες, με ειδήσεις που μεταφέρονταν σε κάθε γωνιά με τον τηλεβόα και τα αυτοσχέδια χωνιά οι νέοι αναλάμβαναν να φέρουν εις πέρας τις πιο παράτολμες αποστολές. Και παράλληλα αναλάμβαναν εκπολιτιστική και βαθιά παιδευτική δράση.

Και δεν είναι μόνο ότι η νεολαία ορθώνεται ως αυτόνομη και ανεξάρτητη κοινωνική κατηγορία· αυτό που συνιστά πραγματικά τομή είναι η έξοδος των γυναικών στη δημόσια σφαίρα. Οι νέες μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ σπάζουν τα δεσμά της πατριαρχικής κοινωνίας, συμμετέχουν στις οργανώσεις, μορφώνονται, πολιτικοποιούνται και για πρώτη φορά ψηφίζουν.

Ψηφίδες από τη δράση και τη ζωή της ΕΠΟΝ θα διαβάσουμε μέσα από τις μαρτυρίες των ίδιων των πρωταγωνιστών. Η ζωντάνια και η παραστατικότητά τους μας μεταφέρουν μια γεύση από το κλίμα «στα χρόνια της σκλαβιάς, όταν γινήκαμε πουλιά, αετοί, για να πετάξουμε ψηλά στους ουρανούς, ξεπερνώντας τις ανθρώπινες δυνάμεις μας, να φτιάξουμε την κοινωνία των ονείρων μας» (Δανάη Αντωνοπούλου-Ψιλοπούλου).

«Πολεμάμε και τραγουδάμε»

Ο Θόδωρος Λιακόπουλος (Πορφύρης) ήταν ιδρυτικό στέλεχος της ΕΠΟΝ και μέλος του προεδρείου του Κεντρικού Συμβουλίου της. Στο βιβλίο του «Τα ΕΠΟΝίτικα νιάτα της Εθνικής Αντίστασης», Εκδόσεις Οδηγητής, γράφει για τη σημασία του συνθήματος «Πολεμάμε και τραγουδάμε» αλλά και για το έργο των ανταρτοεπονιτών, των νεαρών δηλαδή ΕΠΟΝιτών που κατατάχθηκαν στον ΕΛΑΣ.

«“Πολεμάμε και τραγουδάμε”. Το σύνθημα αυτό καθρέφτιζε τον πραγματικό χαρακτήρα του ΕΠΟΝίτη. Τον αφάνταστο ενθουσιασμό του, την πίστη του στα ιδανικά του, τη μαχητικότητα και την αυτοθυσία, την απέραντη αισιοδοξία του.

Πολύ χαρακτηριστικά είναι τα λόγια της Σοφίας Μαυροειδή-Παπαδάκη "Το ‘Πολεμάμε και τραγουδάμε’ που κάνατε πράξη και «σύνθημά σας δεν ήταν μια έκφραση τυχαία και εντυπωσιακή. Βγήκε από το αξεχώριστο σμίξιμο της χαράς και της πάλης και σήμαινε το πιο πλέριο δόσιμο στο ιδανικό του αγώνα, δόσιμο που γίνεται ευτυχία, χαρά και μεθύσι. Γιατί πήγασε από τον πιο δυνατό έρωτα που ένιωσαν ποτέ τα νιάτα. Τον έρωτα για τη λευτεριά”. Το τραγούδι και ο πόλεμος είναι άρρηκτα συνδεδεμένα στη ζωή και την πράξη των ΕΠΟΝιτών και των ΕΠΟΝιτισσών. Και ενώ στις πόλεις φούντωνε ένα πρωτοφανές και για όλη την Ευρώπη μαζικό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα με σκληρές μάχες κατά του κατακτητή, στα βουνά βροντούσαν νικηφόρα οι μπαταριές των παλληκαριών του ΕΛΑΣ. Και ανάμεσα στους λεβέντες αυτούς ένα μεγάλο ποσοστό ήταν ΕΠΟΝΙτες και ΕΠΟΝίτισσες που με την προτροπή της ΕΠΟΝ είχαν καταταχθεί στους ΕΛΑΣίτικους σχηματισμούς».

Από το 1943 οι μονάδες του ΕΛΑΣ πλαισιώνονταν με ομάδες της ΕΠΟΝ. Οι ΕΠΟΝίτικες ανταρτοομάδες ονομάστηκαν υποδειγματικές και έργο τους ήταν εκτός από τη συμμετοχή στις στρατιωτικές επιχειρήσεις μαζί με τους αντάρτες, η πολιτική διαφώτιση στα χωριά. Η πρώτη υποδειγματική ομάδα συγκροτήθηκε στην Κολοκυθιά της δυτικής Φθιώτιδας κοντά στη 13η Μεραρχία Ρούμελης του ΕΛΑΣ. Τον Νοέμβριο 1943 η δημιουργία «υποδειγματικών» έγινε υποχρεωτική.

«Ως το τέλος του Οχτώβρη 1944» γράφει ο Λιακόπουλος «μάχονταν μέσα στις γραμμές του ΕΛΑΣ 35 χιλιάδες μέλη της ΕΠΟΝ. Σε 430 μάχες με τους φασίστες καταχτητές έδωσαν τη ζωή τους πάνω από 1.300 μέλη και στελέχη της. Σοβαρή δράση ανέπτυξαν οι υποδειγματικές ομάδες ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ. 
Με απόφαση της ΚΕ της ΕΠΟΝ στάλθηκαν μια σειρά στελέχη για την οργάνωση των ομάδων αυτών. Η υπ’ αρ. 1609 απόφαση του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ προέβλεπε τη δημιουργία διμοιριών και ομάδων ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ ως το τάγμα, εκτός από ορισμένους ΕΠΟΝίτικους λόχους που είχαν συγκροτηθεί και διατηρήθηκαν. Συνολικά δημιουργήθηκαν γύρω στις 150 ομάδες ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ με περίπου 3.000 μέλη.
Πολλές από αυτές έβγαζαν και δικές τους ΕΠΟΝίτικες εφημερίδες (Έπονίτης αντάρτης”, “Σπίθα” κ.ά.).

Οι ομάδες αυτές εκτός από τη συμμετοχή τους στις μάχες έκαναν τεράστια προπαγανδιστική - διαφωτιστική - εκπολιτιστική δουλειά στις ελεύθερες περιοχές. Μόνο η υποδειγματική ομάδα ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ όργωσε κυριολεκτικά την ύπαιθρο, πέρασε από 500 και πάνω χωριά, βαδίζοντας 2.800 χιλιόμετρα.
Τα στελέχη της έκαναν πάνω από 400 ομιλίες, διαλέξεις, μαθήματα που τα παρακολουθούσαν 18.000 κάτοικοι των χωριών. Οργάνωσαν θέατρα, συσσίτια, βιβλιοθήκες. Πήραν δραστήριο μέρος στη μάχη της σοδειάς και στην ανοικοδόμηση γεφυριών και άλλων έργων [...].
Οι υποδειγματικές ομάδες ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ συντέλεσαν σοβαρά στην ανάπτυξη της ΕΠΟΝ στην ύπαιθρο, έγιναν οι ζωντανοί προπαγανδιστές των σκοπών και των ιδανικών της, το υπόδειγμα νέου αγωνιστή για μια λεύτερη και δημιουργική ζωή. Και αυτό εκφράζεται παραστατικά στον Δεκάλογο του ΕΠΟΝίτη αντάρτη, που είχε κυκλοφορήσει πλατιά σε όλη την Ελλάδα».

Το αντι-ηρωικό ημερολόγιο του ανταρτοεπονίτη Βασίλη Παπανάνου δίνει πιο προσωπικό τόνο στη δράση των υποδειγματικών αυτών ομάδων.
Ο Παπανάνος, όπως μας πληροφορεί ο ιστορικός Β. Αγγελής («Το αντι-ηρωικό ημερολόγιο του ανταρτοεπονίτη Βασίλη Παπανάνου. Αιτωλοακαρνανία - Ευρυτανία - Αρτα, 1943-1944», εισαγωγή-επιμέλεια Βαγγέλης Αγγελής, εκδόσεις ΕΔΙΑ-Οδυσσέας), γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924, όπου έζησε με την οικογένειά του.
Μέσα στην Κατοχή μετακόμισαν στο Αγρίνιο και παρότι η οικογένεια υποστήριζε το Λαϊκό Κόμμα, αυτός και ο αδελφός του βρέθηκαν οργανωμένοι στην ΟΚΝΕ.
Φοιτητής της ΑΣΟΕΕ, ξεκίνησε στις 13 Μαΐου 1943, όταν το αντάρτικο είχε φουντώσει για τα καλά, να ακολουθήσει «αντάρτικη ζωή» στην «Υποδειγματική του Αρχηγείου Τριχωνίδας του ΕΛΑΣ».

«25/5/1943 Τρίτη. Σήμερα άλλαξα το σακάκι μου με ένα χιτώνιο σμηνίτου, δανείστηκα μια ζωστήρα και έτσι απόχτησα στρατιωτικό παράστημα. Κι έτσι το τελευταίο ίχνος του Βασίλη εξαφανίστηκε και στη θέση του μπήκε ο Χάρος πανέτοιμος. Δεν ξέρω για ποιο λόγο σήμερα έπιασα μόνο 8 ψείρες. Σήμερα ήρθε κι άλλος ένας φίλος μου από το Αγρίνι και στο πρόσωπό του είδα ένα κομμάτι από τη ζωή μου, πράγμα που με βασάνισε αρκετά».

«26/5/45 Τετάρτη [...] Για πρώτη φορά το βράδυ δεν έχει ψωμί. Είναι το πρώτο σφυρηλάτημα της χαλύβδωσης της ψυχής του αντάρτη».

«30/5/43 Κυριακή Ψείρες, ψείρες, ψείρες στο σώβρακο, στο πουκάμισο, στη φανέλα, στο πουλόβερ, γέμισα παντού. Τ’ απόγιομα ορκιστήκαμε ως αντάρτες της ΕΠΟΝ. Ενας παπάς διάβασε κάτι, 2-3 βγάλαν από ένα λόγο, άλλος διάβασε τον όρκο, κι αυτό ήταν όλο. Επειτα ένας ένας οι παλιοί συναγωνιστές μας ευχήθηκαν σφίγγοντάς μας τα χέρια. Σήμερα έλαβα νέα από το γέρο μου, που το μόνο που έγραψε ήταν το εξής: “Αναχωρούμεν με πρώτην ευκαιρίαν σου συνιστώμεν προσοχήν”.

Παραξενεύτηκα για τα τόσα λίγα που έγραψε και δεν μπόρεσα να καταλάβω αν έμεινε ευχαριστημένος ή δυσαρεστημένος που έγινα αντάρτης. Το γεγονός είναι ότι φύγαν για την Αθήνα για να μην ενοχληθούν από τους Ιταλούς για το ζήτημά μου. Δεν ξέρω αν πρέπει να έχω τύψεις συνειδήσεως ή όχι που τους ανάγκασα με το πραξικόπημά μου να πάνε στην κόλαση της πείνας, δηλ. στην Αθήνα.
Θα ήταν τρομερό αν κάποιος από τους δυο τους πέθαινε εξαιτίας μου, από πείνα και ψυχική οδύνη για το γιο τους που ίσως δεν ξαναδούν ποτέ τους. Δεν μπορούσα ποτέ φεύγοντας να τα υπολογίσω όλα αυτά, για αυτό επαναστάτησα πρώτα κατά του εαυτού μου, έπειτα κατά της οικογένειάς μου και τελευταία κατά της κοινωνίας.

Για τον επαναστάτη αδυναμίες, πάθη, στοργή, οικογενειακή ζωή, συγνώμη, οίκτος και αγάπη δεν υπάρχουν, τα πνίγει αλύπητα ένα ένα που του παρουσιάζεται, ατενίζοντας πάντα την ΙΔΕΑ του, στο βωμό της οποίας θυσιάζει όλα και πρώτα πρώτα τον εαυτό του. Μου γράψε, και τα 4 κορίτσια. Τα κακομοίρα με φαντάζονται τώρα πολεμιστή των Ιταλών, υπεράνθρωπο και με το φωτοστέφανο της δόξης με το οποίο περιβάλλουν τους αντάρτες σύμφωνα με τη φαντασία τους. Πού να μας έβλεπαν από κάπου, ελεεινούς, πειναλέους, ψωραλέους να τσακώνονται για το φαΐ και για τις κουβέρτες του ύπνου και συμφοριασμένους κυριολεκτικά.

Ας είναι, αυτή τη στιγμή είμαστε τα λεύτερα παληκάριαρια της Ελλάδας που θα τη λυτρώσουν ξαναφέρνοντας τη γαλανόλευκη - τι τραγική ειρωνεία της τύχης! Και παρ’ όλα αυτά είμαι βέβαιος πως αν καμιά  ξαναγίνουμε άνθρωποι της κοινωνίας, κανείς δε θα βρεθεί να ρίξει ένα βλέμμα στους ανθρώπους που αγωνίστηκαν φρικτά για το σκοπό τους, που περπάτησαν γυμνοί και  ξυπόλυτοι στα χιόνια, που έφαγαν αγραπίδια αντί για ψωμί και φαϊ που περπάτησαν μερόνυχτα συνέχεια και εξάντλησαν την αντοχή τους, σακατεύοντας έτσι τους εαυτούς τους,

Διαδηλώσεις εναντίον πολιτικής επιστράτευσης - βουλγαρικής ζώνης κατοχής

Στις πόλεις οι νέοι μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ αναπτύσσουν δράση και αναλαμβάνουν αυξημένα καθήκοντα. Πρωτοπόροι στον αγώνα οι φοιτητές μπροστά στις διεκδικήσεις για τα συσσίτια, στην πρώτη γραμμή των διαδηλώσεων κατά της πολιτικής επιστράτευσης, ενάντια στην προσάρτηση της Μακεδονίας στη βουλγαρική ζώνη κατοχής, ενάντια στην τρομοκρατία των κατακτητών και των Ταγμάτων Ασφαλείας. Τόποι συγκέντρωσης ήταν οι λέσχες του πανεπιστημίου, γωνία Ακαδημίας και Ιπποκράτους, και της Ανωτάτης Εμπορικής (σήμερα ΑΣΟΕΕ) στην Πατησίων, όπου γινόταν η διανομή του συσσιτίου, αποτέλεσμα μαχητικών διεκδικήσεων, και οι γιορτές των σπουδαστών. Μέσα από τους χώρους αυτούς αλλά και μέσα από εκδρομές που διοργάνωναν φοιτητικοί σύλλογοι όπως ο Φυσιολατρικός Ομιλος Σπουδαστών Πολυτεχνείου (ΦΟΣΠ), νέες και νέοι άκουγαν για πρώτη φορά για τις πατριωτικές οργανώσεις και μυούνταν στα ιδανικά και στους σκοπούς της ΕΠΟΝ.

Ο Φοίβος Τσέκερης, διμοιρίτης της διμοιρίας του ΕΜΠ του Λόχου Σπουδαστών του ΕΛΑΣ, καταγράφει στις αναμνήσεις του («Εδώ Πολυτεχνείο στα χρόνια της Κατοχής. Από τους αγώνες με τη Σπουδάζουσα», Εκδ. Εντός) τους διεκδικητικούς αγώνες της σπουδάζουσας νεολαίας στις γραμμές της ΕΠΟΝ. Το πρώτο παράθεμα αναφέρεται στον συμβολικό εορτασμό της επετείου της Ελληνικής Επανάστασης στις 25 Μαρτίου του 1943:

«Επέτειος της επανάστασης του 1821. Χιλιάδες νέοι ΕΠΟΝίτες αφού στεφάνωσαν τις προτομές των ηρώων του ‘21 κατέκλυσαν την Πλατεία Συντάγματος και το χώρο μπροστά στον Αγνωστο Στρατιώτη για να αποτίσουν φόρο τιμής στους νεκρούς των πολέμων. Βάρβαρη επίθεση δέχθηκαν από το ιταλικό ιππικό. Ολοι γονατίζουν ψάλλοντας τον Εθνικό Υμνο. Οι ιππείς με σπαθιά χτυπάνε ό,τι βρουν μπροστά τους. Με λύσσα προσπαθούν να αρπάξουν τις ελληνικές σημαίες αλλά αυτοί που τις κρατάνε αντιστέκονται. Οσες σημαίες άρπαξαν τις ξέσκισαν και τις ποδοπάτησαν με τα άλογά τους. Αγνωστος παραμένει ο αριθμός των νεκρών, των τραυματιών και των συλληφθέντων την ημέρα αυτή».

Στο δεύτερο απόσπασμα η μαρτυρία της Δανάης Αντωνοπούλου μεταφέρει όλο τον επαναστατικό παλμό των διαδηλώσεων κατά της επιστράτευσης:

«Ολες αυτές τις μέρες από τις 28 του Φλεβάρη [1943] όλη η Αθήνα ήταν στους δρόμους, με συνεχείς διαδηλώσεις και γενικές απεργίες. Στις 5 του Μάρτη μεγάλες και αιματηρές συμπλοκές έγιναν κυρίως στο κέντρο της Αθήνας, με 500.000 χιλιάδες λαού να φωνάζουν “Κάτω η επιστράτευση”. Σείστηκε ο τόπος. Πολύ αίμα χύθηκε. Οι Γερμανοϊταλοί, η Ασφάλεια και η Χωροφυλακή μάς χτύπησαν άγρια. Σαν τα πουλιά που μόλις ακούνε το όπλο του κυνηγού σκορπίζουνε στους πέντε ανέμους, έτσι κι εμείς, η μάζα των διαδηλωτών, διαστελλόμαστε και συστελλόμαστε ανάλογα με την κατάσταση. Σαν τη Λερναία Υδρα με τα εκατό κεφάλια: το ένα έβγαινε από δω, το άλλο από κει. Αδύνατον να διαλυθούμε.

Ο ξεσηκωμός μας δεν είχε τελειωμό, κάποιος έριξε το σύνθημα: "Συναγωνιστές, στο υπουργείο Εργασίας”. Από τον κορμό του συλλαλητηρίου βρεθήκαμε στο υπουργείο στην οδό Τοσίτσα, ψηλά προς την Αραχώβης, με επικεφαλείς τους πιο μαχητικούς.
Το πλήθος ωρύετο κατά της επιστράτευσης. Οι πιο θαρραλέοι μπήκαν μέσα, διώξανε τους υπαλλήλους, έκαιγαν ό,τι χαρτιά και διατάγματα βρήκαν στα γραφεία και τα πετούσαν από τα παράθυρα. Τα καμένα χαρτιά στροβιλίζονταν στον αέρα σαν πούπουλα από μαδημένα κοτόπουλα.

Τελικά ο αγώνας τόσων ημερών με τόσο αίμα χυμένο δεν πήγε χαμένος. Αναγκάστηκαν να αποσύρουν το μισητό νομοσχέδιο.
Μετά από αυτή την κοσμοχαλασιά μαζευόμαστε στο Πολυτεχνείο να μετρηθούμε αν λείπει κανένας, αν είναι όλοι εντάξει, με μεγάλη αγωνία κοιτούσαμε ο ένας τον άλλο, σιωπηλοί περιμέναμε κανένα άσχημο νέο. Ο Γιώργος είναι εντάξει; Πού είναι ο Λεύτερης; Ο Κώστας φάνηκε καθόλου; Ο απολογισμός ήταν πάνω από 18 νεκροί και 135 τραυματίες».

Παναγιώτα Σταθοπούλου, Κούλα Λίλη.
Δυο κορίτσια εναντίον ενός τανκς

Μια άλλη μεγαλειώδης διαδήλωση που άφησε εποχή στην κατοχική Αθήνα ήταν αυτή ενάντια στην επέκταση της βουλγαρικής ζώνης κατοχής στη Μακεδονία. Περιγράφει ο Φοίβος Τσέκερης:

«Ανέβαιναν τα παιδιά προς τα ανάκτορα τραγουδώντας: “Σε γνωρίζω από την κόψη” και σείοντας τα λάβαρά τους ανάμεσα από τους έκπληκτους ένοπλους  Γερμαϊταλούς και πλάι στα πυροβόλα, οι σφαίρες σφυρίζουν, τα παιδιά πέφτουν, οι σημαίες αλλάζουν διαρκώς χέρια και όλο ακούγεται “Μα δεν τα σκιαζε η φοβέρα, δεν τα πλάκωνε η σκλαβιά”. Τα τανκς επιτίθενται σκορπώντας τον θάνατο. Οι ΕΠΟΝίτισσες Παναγιώτα Σταθοπούλου - Κούλα Λίλη, οι ΕΠΟΝίτες  Θώμης Χατζηθωμάς, Θανάσης Τεριακής και πολλοί άλλοι ήταν οι νεκροί της διαδήλωσης αυτής ενάντια στην επέκταση της βουλγαρικής κατοχής  στη Μακεδονία και τη Θράκη». Τη Σταθοπούλου, ένα κοκκινόμάλλικο κορίτσι από του Γκύζη, την έλιωσε το Γερμανικό τανκς όταν προσπάθησε να του κλείσει το δρόμο κρατώντας την ελληνική σημαία.

Η Λίλη όταν είδε τη φιλενάδα της σκοτωμένη έβγαλε το παπούτσι και σκαρφάλωσε στο τανκς για να χτυπήσει τον Γερμανό. Αυτός την πυροβόλησε με το πιστόλι και τη σκότωσε. Επεσε και ξεψύχησε κοντά στη φιλενάδα της».

«Ο Αρχάγγελος με το ποδήλατο»

Ανάμεσα στους ΕΠΟΝίτες του Πολυτεχνείου ξεχωρίζει η μορφή του Νείλου Μαστραντώνη.
Τρεις φορές σαν μαθητής του Πρακτικού Λυκείου στην Αθήνα βραβεύτηκε στον πανελλήνιο διαγωνισμό της Μαθηματικής Εταιρείας. Στις εισαγωγικές εξετάσεις του Πολυτεχνείου της Αθήνας μπαίνει πρώτος στη σχολή Πολιτικών Μηχανικών. Είναι ο πρώτος, ο καλύτερος, ο αγαπητός σπουδαστής και συνάδελφος. Την πρώτη χρονιά πήρε το βραβείο του καλύτερου σπουδαστή. Τη δεύτερη το ίδιο, παίρνοντας τους πιο μεγάλους, τους πραγματικά καταπληκτικούς για τα χρονικά του ΕΜΠ βαθμούς (9,5,9,75 και 9,75 στους τρεις κλάδους των Ανώτερων Μαθηματικών και 10 στη Θεωρητική Μηχανική).

Ακόμη βρίσκονται, έγραφε το 1945 η «Νέα Γενιά», τα υποδειγματικά του σχέδια στις προθήκες της σχολής του. Τριτοετής φοιτητής όταν ξεσπά ο ελληνοΐταλικός πόλεμος, στρατεύεται ως εθελοντής χιονοδρόμος στο αλβανικό μέτωπο. Εντάχθηκε από τους πρώτους στο ΕΑΜ Νέων και στην ΟΚΝΕ και πρωτοστάτησε στις μεγάλες φοιτητικές κινητοποιήσεις, γνωστός ως ο Κλέαρχος της Σπουδάζουσας. Γρήγορα αναδεικνύεται καθοδηγητικό στέλεχος. «Με ευφράδεια και πειστικότητα εισηγείται τα θέματα σε παράνομες συνεδριάσεις και αχτίφ. Από σπίτι σε σπίτι οργανώνει και εμψυχώνει σπουδαστές και μαχητές και ταρακουνάει άγρια κάποιους αδιάφορους, γυρίζοντας από το πρωί ως το βράδυ πάνω σ’ ένα ποδήλατο. Ό Αρχάγγελος με το ποδήλατο”, όπως τον έχουν αποκαλέσει» θυμάται ο συμφοιτητής του Φοίβος Τσέκερης.

Τον Ιούλιο 1943 ο «Κλέαρχος» ανέβηκε στην Ελεύθερη Ελλάδα, γραμματέας της ΕΠΟΝ Φθιώτιδας στην αρχή, 2ος γραμματέας της ΕΠΟΝ Στερεάς αργότερα. Ο «Κλέαρχος» καθοδηγούσε τους εργάτες του σιδηροδρομικού σταθμού Λιανοκλαδίου και τα σαμποτάζ στις εγκαταστάσεις και τις μηχανές των Γερμανών αυξήθηκαν. Εμψυχώνει και καθοδηγεί τη νεολαία, μπαινοβγαίνει στη Λαμία μέσα στην πιο άγρια τρομοκρατία, ώσπου την 1η Σεπτέμβρη του 1944, μόλις σαράντα μέρες πριν από την Απελευθέρωση, σκοτώθηκε στα 23 του χρόνια σε συμπλοκή με Ιταλούς φασίστες στην είσοδο της Λαμίας.

Η «Νέα Γενιά» έγραφε: «Αν η σφαίρα που του έκοψε το νήμα της ζωής είχε λογική, θα λοξοδρομούσε από την πορεία της για να μην καταστρέψει μια τέτοια ιδιοφυία». Κι όπως είπε στο μνημόσυνό του, που έγινε στην Αθήνα τον Νοέμβρη του 1944, ο υφηγητής του Πανεπιστημίου Δεσποτόπουλος: «Υπάρχει και θα υπάρχει όπως οι ωραίοι νεκροί της Ιστορίας... Χωρίς να σβηστεί στην καθημερινότητα η αστραπή της αλκής του, για πάντα νέος, όλκιμος, ωραίος». Εως την άφιξη της Εθνοφυλακής στη Λαμία έκαιγε ένα καντήλι στον δρόμο όπου σκοτώθηκε.
Σήμερα στον τόπο όπου σκοτώθηκε στον δρόμο Λαμίας - Καρπενησιού μια μαρμάρινη πλάκα στον τοίχο θυμίζει τον χαρισματικό «Κλέαρχο», τον ΕΠΟΝίτη αγωνιστή της λευτεριάς.
 
«Κάστρο δεν ήταν, μ' άντεξε σαν Κάστρο» 
 
«Κάστρο δεν ήταν, μ' άντεξε σαν Κάστρο», έγραψε η Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη στο ποίημα που αφιέρωσε στη θυσία τριών ΕΠΟΝιτών που έπεσαν πολεμώντας τους καταχτητές Γερμανούς και τους Ελληνες συνεργάτες τους στις 28 Απριλίου 1944. Την ημέρα εκείνη οι Δημήτρης Αυγέρης, Κωνσταντίνος Φολτόπουλος και Θάνος Κιοκμενίδης προάσπισαν με τη ζωή τους μια αποθήκη όπλων και πυρομαχικών σε ένα σπιτάκι του Υμηττού όπου βρισκόταν μια από τις δυο μεγάλες αποθήκες του 2ου τάγματος Βύρωνα-Γούβας του ΕΛΑΣ.

Περιτριγυρισμένοι από μονάδες του Μηχανοκίνητου Τάγματος της Αστυνομίας Πόλεων (των επονομαζόμενων «Μπουραντάδων»), των Ευζώνων (ταγματασφαλιτών) καθώς και από μικρή δύναμη Γερμανών, αντιστάθηκαν για επτά ώρες και έπεσαν μαχόμενοι. Το κτίριο όπου δόθηκε η μάχη ονομάστηκε «κάστρο του Υμηττού» και «φρούριο των ηρώων» και αποτέλεσε σύμβολο της ΕΠΟΝίτικης αντίστασης και του ανυποχώρητου αγώνα της νεολαίας. Στους μισογκρεμισμένους τοίχους του γράφτηκαν συνθήματα όπως: «Διαβάτη που περνάς από το σπίτι των τριών ηρώων του Υμηττού, γονάτισε, σφίξε τη γροθιά σου κι ορκίσου εκδίκηση».

Ιερός Λόχος των Σπουδαστών 

Καθώς οι συνθήκες γίνονταν ολοένα και πιο επικίνδυνες, οι νεαροί ΕΠΟΝίτες λειτουργούσαν ως φύλακες του φοιτητικού πληθυσμού από τους οπλοφόρους των συνεργατών των κατακτητών που κυκλοφορούσαν μέσα στα πανεπιστήμια. Ο λόχος Λόρδος Μπάιρον, ο Ιερός Λόχος των Σπουδαστών του Πολυτεχνείου, έδωσε μάχες δρόμο με τον δρόμο περιφρουρώντας τις πολιτικές λειτουργίες των ΕΑΜικών οργανώσεων. Σε αυτήν τη δράση αναφέρεται η μαρτυρία της Δανάης Αντωνοπούλου-Ψιλοπούλου, φοιτήτριας Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου:

«Κάθε βράδυ ο Φαίδων (σ.σ.: ο αδελφός της αφηγήτριας, φοιτητής στη Σχολή Μηχανολόγων - Μηχανικών) έβγαινε με την ομάδα περιφρούρησης και με ΕΠΟΝίτες για γράψιμο συνθημάτων στους τοίχους. Πολύ βολικός τοίχος, ωραίος και μεγάλος, ήταν ενός σπιτιού στη Ζωοδόχου Πηγής και Ισαύρων. Ακόμη και σήμερα υπάρχει το σπίτι και ο τοίχος, κατακόκκινος από την αλληλογραφία ΕΠΟΝιτών και ΕΔΕΣιτών. Καμιά φορά εμφανιζόντουσαν και οι χίτες, οπότε ακολουθούσε πιστολίδι. Θα μπορούσε να μείνει ως μνημείο εποχής.

Εκείνη την ημέρα ο Φαίδων και η ομάδα του, καμία δεκαριά ΕΛΑΣίτες του Πολυτεχνείου, περιφρουρούσαν τον εκφωνητή με τον τηλεβόα στο προαύλιο του Χημείου, στο πεζοδρόμιο της γωνίας Μαυρομιχάλη και Ναυαρίνου. Σκοπό είχαν την ενημέρωση των εκατοντάδων φοιτητών που εκείνη την ώρα έπαιρναν το συσσίτιό τους σχετικά με τη Συμφωνία του Λιβάνου, 17-20 Μαΐου 1944, και τη δημιουργία κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας με πρωθυπουργό τον Γ. Παπανδρέου, η οποία ορκίστηκε στις 26/5/1944. Τι ειρωνεία! Ακριβώς τότε που κατασκεύαζαν τις αλυσίδες ενός λαού, αυτός ο ίδιος ο Φαίδων που κατασφάχτηκε, ανάγγελλε τη χαρμόσυνη είδηση της δημιουργίας κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Πάλι προδομένοι. Πάλι ματωμένοι.

Η λέσχη ήταν γεμάτη χίτες, οι οποίοι ειδοποίησαν την Ασφάλεια Δεν πρόλαβε ο τηλεβόας να ακουστεί και η ομάδα δέχθηκε ένοπλη επίθεση από ασφαλίτες. Το Χημείο κυκλώθηκε από την Ασφάλεια και τη Χωροφυλακή. Ολη η ομάδα σκόρπισε στα στενά των Εξαρχείων. Ολοι σώθηκαν εκτός από τον Φαίδωνα.
Περικυκλωμένος, μόνος του πια, έδωσε την τελευταία του μάχη. Στη Μαυρομιχάλη και Σόλωνος, πολεμώντας, τραυματίστηκε και πιάστηκε. Από κείνη την ώρα η τύχη του ήταν προγραμμένη. Χολή ξερνούσαν. Τον χτυπούσαν και τσακώνονταν σε ποιανού χέρια θα πάει. Τελικά η Ασφάλεια τον μετέφερε στην Ελπιδος, απ’ όπου κανείς δεν έβγαινε ζωντανός».

Ο ΕΠΟΝίτης Φαίδων Αντωνόπουλος υπέκυψε στα βασανιστήρια της Ειδικής Ασφάλειας λίγες ημέρες μετά τη σύλληψή του. Το σπίτι του λεηλατήθηκε από άντρες της Ειδικής του Παρθενίου και η οικογένειά του συνελήφθη. Η αδελφή του Δανάη, φοιτήτρια της Αρχιτεκτονικής, στέλεχος της ΕΠΟΝ, φυγαδεύτηκε στην Ελευσίνα και στα Μέγαρα, όπου ανέλαβε την εκεί οργάνωση. Πολέμησε στις μάχες του Δεκέμβρη και ακολούθησε την πορεία της Αριστερός με την «επιβράβευση» του μετακατοχικού κράτους: διώξεις, πολύχρονη φυλάκιση, αποκλεισμός.

Εχοντας τραυματιστεί βαρύτατα στα πόδια κατά την εισβολή των βρετανικών τανκς στο Πολυτεχνείο τον Δεκέμβρη 1944, ο Φοίβος Τσέκερης αφηγείται πώς όταν τον επισκέφτηκαν οι φίλοι του έκαναν με αγωνία τον απολογισμό αυτής της «κοσμοχαλασιάς»:

«Ο Γιάννης ο Γκούμας σκοτώθηκε στην Κυψέλη, μαζί με την αρραβωνιαστικιά του την Καίτη την Κοσκινά. Τους θάψανε στον ίδιο τάφο. Ο δεκαεννιάχρονος Ορέστης Γιωργούτσος σκοτώθηκε έξω από την κλινική Σμπαρούνη στη μάχη της οδού Διδότου. Ο Ζοζέφ ο Παπούλιας, το λεβεντόπαιδο που στις παρελάσεις τον βάζαμε πάντα πρώτο για την ωραία κορμοστασιά του, σκοτώθηκε και αυτός στη μάχη της Διδότου. Το ίδιο και ο Ντούτσε. Το ίδιο και ο Ζελεβού το μαγκάκι. Ο Ιωαννίδης από εγγλέζικο αεροπλάνο στην υποχώρηση. Ο Ξανθόπουλος και πολλοί άλλοι.
Κάθε μέρα φτάνανε και καινούργια φαρμακερά μαντάτα, προσθέτοντας καινούργια ονόματα στον κατάλογο των νεκρών σπουδαστών. Ο λοχαγός μας ο Βασίλης Καρσαντλής, που αντικατέστησε τον Παναγουλάτο μετά το μακελειό του Πολυτεχνείου, είχε ίσως τον πιο μαρτυρικό θάνατο. Τραυματισμένος στη μέση του δρόμου, σε σημείο που δεν μπορούσε να πλησιάσει κανείς. Το πρωί τον βρήκαν οι Εγγλέζοι και τον αποτελείωσαν».

Η πικρή «επιβράβευση»

Οσοι ΕΠΟΝίτες κατάφεραν να επιβιώσουν από τη ναζιστική λαίλαπα και τα Δεκεμβριανά αντιμετώπισαν τις διώξεις του μεταβαρκιζιανοϋ καθεστώτος. Η επιβράβευσή τους για τον αγώνα της Αντίστασης στα βουνά και στις πόλεις ήταν νέες διώξεις, πολύχρονες φυλακίσεις, εξοντωτικές εξορίες. Για τους φοιτητές διαγραφή από τα πανεπιστήμια, αποκλεισμός από τη δουλειά και ανελέητο κυνηγητό. Ακόμη και για όσους υπέγραψαν τις περιβόητες «δηλώσεις μετάνοιας» αποκηρύσσοντας την ΕΠΟΝίτικη δράση τους. Μαζί με τη διάψευση των ονείρων και της ίδιας της ζωής μιας ολόκληρης γενιάς και η διαπίστωση ότι η Ελλάδα δεν απώλεσε μόνο την ευκαιρία της οικοδόμησης ενός διαφορετικού μέλλοντος αλλά έχασε το δυναμικό εκείνο κομμάτι της νεολαίας που θα έδινε πνοή στη μεταπολεμική ανοικοδόμηση της χώρας.

Στα πέτρινα χρόνια που ακολούθησαν οι ΕΠΟΝίτες ως νεολαίοι βρέθηκαν για μια ακόμη φορά μπροστά στον νέο αγώνα που άρχιζε. Ηταν αυτοί που δέχθηκαν το κύριο βάρος του Εμφυλίου πολεμώντας μέσα από τις γραμμές του ΔΣΕ. Ηταν αυτοί που χαρακτηρίστηκαν «ύποπτοι οπλίτες» στον Εθνικό Στρατό και στάλθηκαν μαζικά στα τάγματα της Μακρονήσου για «εθνική αναμόρφωση».

Οσοι παρέμειναν οργανωμένοι στις πόλεις μετά την περίοδο που η ΕΠΟΝ τέθηκε εκτός νόμου με τον περιβόητο νόμο 509 του 1947 έζησαν καταδιωκόμενοι και παράνομοι, έχοντας το βαρύ καθήκον να κρατήσουν ό,τι απέμεινε από τις άλλοτε ρωμαλέες πολιτικές οργανώσεις. Και ουσιαστικά βάζοντας το κεφάλι τους στον ντορβά, καθώς η ανακάλυψη της όποιας δράσης τους ή απλώς της σύνδεσής τους σήμαινε παραπομπή σε έκτακτο στρατοδικείο, θανατική ποινή και εκτέλεση.

Πηγή: Μαρία Τσαρτσιανίδου - HotDoc

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου