23.8.17

Μια άλλη ματιά στον Στάλιν Μέρος 6ο

Ο Σολζενίτσιν

Θέλουμε να ανοίξουμε εδώ μια σύντομη παρένθεση για το έργο του Σολζενίτσιν. Ο άνθρωπος αυτός έγινε η επίσημη φωνή του 5% των τσαρικών, των αστών, των κερδοσκόπων, των κουλάκων, των προαγωγών, των μαφιόζων και των βλασοφικών που δίκαια διώχτηκαν από τη σοσιαλιστική εξουσία.

Ο Σολζενίτσιν, αυτός ο τσαρικός λογοτέχνης, έζησε ένα απάνθρωπο δίλημμα στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής. Σοβινιστής καθώς ήταν, απεχθανόταν τους Γερμανούς κατακτητές. Όμως, μισούσε το σοσιαλισμό με ασύγκριτα πιο άγριο πάθος. Γι' αυτό, έκανε στοργικές σκέψεις για το στρατηγό Βλάσοφ, τον πιο διαβόητο συνεργάτη των ναζί. Αν ο Σολζενίτσιν αποδοκίμαζε κάπως το φλερτ του Βλάσοφ με τον Χίτλερ, χαιρέτιζε ωστόσο θερμά το μίσος του για τον μπολσεβικισμό.

Αφότου αιχμαλωτίστηκε, ο στρατηγός Βλάσοφ πρόδωσε την πατρίδα συνεργαζόμενος με τους ναζί; Ο Σολζενίτσιν πασχίζει να εξηγήσει και να δικαιολογήσει την προδοσία του πρώην διοικητή της 2ης Στρατιάς. Γράφει:

«Η 2η Στρατιά κρούσης βρίσκεται σε βάθος 75 χιλιομέτρων μέσα στις γραμμές του γερμανικού στρατού! Και εκείνη τη στιγμή είναι που οι τυχοδιώκτες του Γ ενικού Επιτελείου βρέθηκαν να μη διαθέτουν καθόλου αποθέματα σε άντρες και εφόδια. Ο στρατός έμεινε χωρίς ανεφοδιασμό και, παρ' όλ’ αυτά, δε δόθηκε στον Βλάσοφ η έγκριση να υποχωρήσει. (...). Ασφαλώς, υπήρξε προδοσία απέναντι στην πατρίδα! Ασφαλώς, υπήρξε εγωιστική και δόλια εγκατάλειψη. Όμως, από την πλευρά του Στάλιν. Απειρία και αμέλεια ως προς την προετοιμασία του πολέμου, σύγχυση και δειλία ως προς τη διεύθυνσή του, παράλογη θυσία στρατευμάτων και σωμάτων στρατού, με μοναδικό σκοπό τη διαφύλαξη της στραταρχικής του στολής - θα μπορούσε να υπάρξει πιο πικρή προδοσία από την πλευρά ενός ανώτατου στρατιωτικού διοικητή;».

Έτσι, ο Σολζενίτσιν αναλαμβάνει να υπερασπίσει τον προδότη Βλάσοφ απέναντι στον Στάλιν. Ας δούμε μια στιγμή τι πραγματικά συνέβη στις αρχές του 1942.
Διάφορα Σώματα Στρατού είχαν πάρει την εντολή να σπάσουν το γερμανικό αποκλεισμό του Λένινγκραντ. Αρκετά γρήγορα όμως, η επίθεση βάλτωσε και ο διοικητής του Μετώπου, ο Χόζιν, πήρε εντολή από το Γενικό Επιτελείο του Στάλιν να αποσύρει το στρατό του Βλάσοφ. Ο στρατάρχης Βασιλέφσκι γράφει:

«Ο Βλάσοφ, που δε διακρινόταν για τις μεγάλες διοικητικές ικανότητάς του και ήταν από τη φύση του ιδιαίτερα ασταθής και μικρόψυχος, παρέμενε σε πλήρη αδράνεια. Δεν έπαιρνε καμιά πρωτοβουλία για να βοηθήσει τα στρατεύματά του να επιχειρήσουν μια γρήγορη και διακριτική οπισθοχώρηση. (...) Μπορώ να επιβεβαιώσω, αναλαμβάνοντας όλη την ευθύνη, την αγωνία που εκδήλωνε κάθε μέρα ο ανώτατος στρατιωτικός διοικητής, ο Στάλιν, για την τύχη της 2ης Στρατιάς κρούσης, και τα μέτρα που θα μπορούσαν να παρθούν, ώστε να της προσφερθεί κάθε δυνατή βοήθεια, όπως μαρτυρούν μια σειρά γραπτές οδηγίες, τις οποίες υπαγόρευσε σ’ εμένα προσωπικά ο ίδιος ο ανώτατος στρατιωτικός διοικητής».

Ο Βλάσοφ πέρασε με το μέρος του εχθρού την ώρα που ένα σημαντικό τμήμα του στρατού του κατόρθωσε να διασπάσει το γερμανικό κλοιό και να διαφύγει.

Ρώσοι κατατάχτηκαν στο ναζιστικό στρατό για να πολεμήσουν το σοβιετικό λαό; Μα, λέει ο Σολζενίτσιν, είναι το εγκληματικό καθεστώς του Στάλιν που τους ώθησε!

«Μόνο το έσχατο όριο, το αποκορύφωμα της απελπισίας, το ακόρεστο μίσος προς το σοβιετικό καθεστώς τους είχαν οδηγήσει στις “μονάδες Βλάσοφ” της Βέρμαχτ».

Εξάλλου, λέει ο Σολζενίτσιν, οι βλασοφικοί συνεργάτες ήταν μάλλον αντικομμουνιστές παρά φιλοναζί.

«Μόλις το φθινόπωρο του 1944 άρχισαν να συγκροτούνται καθαρά βλασοφικές και αμιγώς ρωσικές μεραρχίες. Η πρώτη και τελευταία πράξη ανεξαρτησίας των βλασοφικών αυτών μεραρχιών ήταν να καταφέρουν ένα πλήγμα... στους Γερμανούς! Ο Βλάσοφ διέταξε τις μεραρχίες του να περάσουν απ’ την πλευρά των εξεγερμένων Τσέχων».

Πρόκειται για το παραμύθι που πούλησαν όλοι οι εγκληματίες ναζί των διαφόρων εθνικοτήτων: παραμονές της ήττας των Γερμανών φασιστών, όλοι ανακάλυψαν στον εαυτό τους μια κλίση προς «τον πατριωτισμό και την ανεξαρτησία» και θυμήθηκαν την «αντίστασή» τους στους Γερμανούς, για να βρουν προστασία κάτω από τα φτερά του αμερικανικού ιμπεριαλισμού!

Ο Σολζενίτσιν δεν προσάπτει στους Γ ερμανούς ότι ήταν φασίστες, αλλά ότι ήταν ανόητοι και κοντόφθαλμοι φασίστες. Αν ήταν έξυπνοι, οι Γερμανοί ναζί θα είχαν αναγνωρίσει την αξία των Ρώσων συντρόφων τους στα όπλα και θα τους είχαν αναγνωρίσει μια κάποια αυτονομία.

«Κοντόφθαλμοι και αλαζόνες, οι Γερμανοί (τους βλασοφικούς) τους επέτρεψαν μόνο να πεθάνουν για το Ράιχ, χωρίς να τους επιτρέψουν να αναλογιστούν ένα ανεξάρτητο ρωσικό πεπρωμένο».

Ο πόλεμος μαινόταν ακόμα και ο ναζισμός απείχε πολύ απ’ το να ηττηθεί οριστικά, όταν ο Σολζενίτσιν άρχισε να οικτίρει τους συλληφθέντες βλασοφικούς εγκληματίες για την «απάνθρωπη» μοίρα τους! Περιγράφει μια σκηνή μετά την εκκαθάριση ενός ναζιστικού θύλακα στο σοβιετικό έδαφος.

«Είδα έναν άντρα πεζό, ντυμένο μ’ ένα γερμανικό παντελόνι, γυμνό από τη μέση και πάνω, όλο αίματα στο πρόσωπο, στο στήθος, στους ώμους και στην πλάτη. Μιλώντας με άψογη ρωσική προφορά, μου φώναξε να τον βοηθήσω. Ενας λοχίας τον ανάγκαζε να προχωράει, μαστιγώνοντάς τον. Ε, λοιπόν, φοβήθηκα να υπερασπίσω αυτόν το βλασοφικό απέναντι στο λοχία των Ειδικών Δυνάμεων. (...) Η εικόνα αυτή έμεινε για πάντα χαραγμένη στο μυαλό μου. Γιατί είναι σχεδόν το σύμβολο του Αρχιπελάγους Γκούλαγκ, θα μπορούσε να κοσμήσει το εξώφυλλο αυτού του βιβλίου».

Οφείλουμε να ευχαριστήσουμε τον Σολζενίτσιν γι’ αυτή τη συγκλονιστική ομολογία: ο άνθρωπος που θα ενσάρκωνε κατά τον καλύτερο τρόπο τα «εκατομμύρια θύματα του σταλινισμού» είναι συνεργάτης των ναζί!

Μια παράνομη αντικομμουνιστική οργάνωση στον Κόκκινο Στρατό

Οι εκκαθαρίσεις στον Κόκκινο Στρατό παρουσιάζονται συχνά ως πράξεις τυφλής καταστολής, που σημαδεύτηκαν από την παραφροσύνη και την αυθαιρεσία. Υποστηρίζεται ότι επρόκειτο για εξ ολοκλήρου χαλκευμένες υποθέσεις που σκοπό είχαν να διασφαλίσουν την προσωπική δικτατορία του Στάλιν.

Ποια όμως ήταν η πραγματικότητα;

‘Ενα συγκεκριμένο και εξαιρετικά ενδιαφέρον παράδειγμα μας επιτρέπει να αντιληφθούμε ορισμένες ουσιαστικές πλευρές της.
Ένας συνταγματάρχης του σοβιετικού στρατού, ο Γκ. Α. Τοκάγεφ, πέρασε στην πλευρά των Άγγλων το 1948. Έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο Σύντροφος X, πραγματικό χρυσωρυχείο γι’ αυτόν που επιζητεί να αντιληφθεί την πολυπλοκότητα της πάλης μέσα στο Κόμμα των μπολσεβίκων.
Μηχανολόγος μηχανικός, ειδικευμένος στην αεροναυτική, ο Τοκάγεφ διετέλεσε, από το 1937 ως το 1948, πολιτικός γραμματέας του μεγαλύτερου κλάδου του Κόμματος, της Αεροπορικής Ακαδημίας Ζουκόφσκι. Συγκαταλεγόταν, επομένως, στα ανώτερα στελέχη.

Όταν μπήκε στο Κόμμα το 1931, σε ηλικία 22 χρόνων, ο Τ οκάγεφ ήταν ήδη μέλος μιας παράνομης αντικομμουνιστικής οργάνωσης. Επικεφαλής της οργάνωσής του βρισκόταν ένας ανώτερος αξιωματικός του Κόκκινου Στρατού, ευυπόληπτο μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του μπολσεβίκικου Κόμματος, αυτός που ο Τοκάγεφ αποκαλεί Σύντροφο X. Η παράνομη ομάδα πραγματοποιούσε μυστικές συσκέψεις, υιοθετούσε αποφάσεις και έστελνε ειδικούς απεσταλμένους σε όλη τη χώρα.

Στο βιβλίο του, που εκδόθηκε το 1956, αναπτύσσει τις πολιτικές ιδέες της παράνομης ομάδας του.

Η ανάγνωση των κυριότερων σημείων του πολιτικού προγράμματος αυτής της οργάνωσης είναι άκρως διαφωτιστική.

Ο Τοκάγεφ παρουσιάζεται πρώτα απ’ όλα ως «φιλελεύθερος και επαναστάτης δημοκράτης».

Ήμασταν, βεβαιώνει, «οι εχθροί κάθε ανθρώπου που σκεφτόταν να διαιρέσει τον κόσμο σε “εμείς” και “αυτοί”, σε κομμουνιστές και αντικομμουνιστές».

Η ομάδα του Τοκάγεφ «διακηρύσσει το ιδανικό της παγκόσμιας αδελφοσύνης» και «θεωρεί το χριστιανισμό ως ένα από τα μεγάλα συστήματα πανανθρώπινων αξιών».

Η ομάδα Τοκάγεφ είναι υπέρμαχη του αστικού καθεστώτος που εγκαθιδρύθηκε από την επανάσταση του Φλεβάρη.

«Η επανάσταση του Φλεβάρη αντιπροσώπευε τουλάχιστον μια μικρή σπίθα δημοκρατίας που μαρτυρούσε μια υπολανθάνουσα πίστη στη δημοκρατία για τον απλό άνθρωπο».

Μέσα στην ομάδα Τοκάγεφ κυκλοφορεί η εφημερίδα των μενσεβίκων που εκδίδεται στο εξωτερικό, η Σοτσιαλιστίτσεσκι Βέ-στνικ, και το βιβλίο του μενσεβίκου Γ. Αάρονσον Η αυγή της κόκκινης τρομοκρατίας.Ο  Τοκάγεφ αναγνωρίζει τη συγγένεια ανάμεσα στην αντικομμουνισπκή του οργάνωση και στη διεθνή σοσιαλδημοκρατία.

«Το επαναστατικό δημοκρατικό κίνημα συγγενεύει με τους δημοκρατικούς σοσιαλιστές. Είχα στενή συνεργασία με πολλούς πεισμένους σοσιαλιστές, όπως ο Κουρτ Σούμαχερ. Ονόματα όπως Άτλι, Μπέβιν, Σπάακ και Μπλουμ σημαίνουν κάτι για την ανθρωπότητα».

Ο Τοκάγεφ αγωνίζεται επίσης για τα «ανθρώπινα δικαιώματα» όλων των αντικομμουνιστών.

«Για μας, δεν υπήρχε πιο σημαντικό και πιο επείγον καθήκον για την ΕΣΣΔ από τον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, για το άτομο»/

Ο πολυκομματισμός και η διάσπαση της ΕΣΣΔ σε ανεξάρτητες δημοκρατίες είναι δύο ουσιαστικά σημεία του προγράμματος των συνωμοτών.

Η ομάδα του Τοκάγεφ, που η πλειονότητα των μελών της ήταν προφανώς εθνικιστές από την περιοχή του Καυκάσου, είχε εκφράσει τη σύμφωνη γνώμη της για ένα σχέδιο του Ενουκίτζε που «απέβλεπε στην εξόντωση του σταλινισμού ως τις ρίζες του και που θα αντικαταστούσε την αντιδραστική ΕΣΣΔ του Στάλιν με μια “ελεύθερη ένωση ελεύθερων λαών”. Η χώρα θα διαιρούνταν ευθύς εξαρχής σε δέκα φυσικές περιοχές: τα Ενωμένα Κράτη του Βόρειου Καύκασου, τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Ουκρανίας, τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Μόσχας, της Σιβηρίας κλπ.».

Καταστρώνοντας στη διάρκεια του 1939 ένα σχέδιο για την ανατροπή της κυβέρνησης του Στάλιν, η ομάδα του Τοκάγεφ ετοιμάζεται να «αναζητήσει υποστήριξη από το εξωτερικό, ιδιαίτερα από τη Β' Διεθνή, και να εκλέξει μια νέα Συντακτική Συνέλευση, το πρώτο μέτρο της οποίας θα ήταν να θέσει τέλος στο μονοκομματικό σύστημα».

Τέλος, ο Τοκάγεφ είναι της γνώμης ότι η Αγγλία «είναι η πιο ελεύθερη και η πιο δημοκρατική χώρα στον κόσμο». Και μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο:

«Οι φίλοι μου κι εγώ είχαμε εξελιχθεί σε μεγάλους θαυμαστές των Ηνωμένων Πολιτειών».

Με αρκετή έκπληξη διαπιστώνουμε ότι έχουμε εδώ, σχεδόν σημείο προς σημείο, το πρόγραμμα του κυρίου Γκορμπατσόφ. Οι ιδέες που υπερασπιζόταν στα 1931-1948 αυτή η παράνομη αντικομμουνιστική οργάνωση, αναβίωσαν στην κορυφή του Κόμματος από το 1985.0 Γκορμπατσόφ κατήγγειλε ότι ο κόσμος έχει διαιρεθεί σε σοσιαλισμό και καπιταλισμό και ασπάστηκε τις «παγκόσμιες αξίες». Την προσέγγιση με τη σοσιαλδημοκρατία, ο Γκορμπατσόφ την εγκωμίαζε φανερά από το 1986. Ο πολυκομματισμός έγινε πραγματικότητα στην ΕΣΣΔ το 1989. Ότι η επανάσταση του Φλεβάρη είχε φέρει στη Ρωσία «τη δημοκρατική ελπίδα», ο Γέλτσιν το υπενθύμισε πρόσφατα στον κύριο Σιράκ. Η μετατροπή της «αντιδραστικής Σοβιετικής Ενωσης» σε Ενωση Ελεύθερων Δημοκρατιών υλοποιήθηκε...

Όταν όμως το 1935 ο Τοκάγεφ έδινε μάχη για το πρόγραμμα που εφαρμόστηκε πενήντα χρόνια αργότερα από τον Γ κορμπατσόφ, είχε συνείδηση του ότι ξεκινούσε έναν αγώνα ζωής ή θανάτου με την μπολσεβίκικη ηγεσία.

«Το καλοκαίρι του 1935, εμείς οι αντιπολιτευόμενοι, στρατιωτικοί αλλά και πολίτες, αντιλαμβανόμασταν απόλυτα ότι είχαμε ξεκινήσει έναν αγώνα ζωής ή θανάτου».

Ποιοι μετέχουν στην παράνομη ομάδα του Τοκάγεφ;

Πρόκειται κατά κύριο λόγο για αξιωματικούς του Κόκκινου Στρατού, συνήθως νεαρούς αξιωματικούς, απόφοιτους των στρατιωτικών ακαδημιών.

Ο αρχηγός του, του οποίου δεν αναφέρει το όνομα, ο «σύντροφος X», ανώτερος αξιωματικός, είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής σ’ όλη τη διάρκεια των δεκαετιών του ’30 και του ’40.

Ο Ριτς, υποπλοίαρχος του Πολεμικού Ναυτικού, είναι ο αρχηγός του παράνομου κινήματος στο στόλο της Μαύρης Θάλασσας. Τέσσερις φορές διαγράφηκε από το Κόμμα, τέσσερις φορές επανεντάχθηκε.

Οι στρατηγοί Οσεπιάν -υπαρχηγός της πολιτικής διοίκησης των Ένοπλων Δυνάμεων!- και Άλξνις συγκαταλέγονται στους κύριους υπεύθυνους της παράνομης οργάνωσης. Συνδέονται στενά με το στρατηγό Κασίριν. Και οι τρεις συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν ενόσω εκδικαζόταν η υπόθεση Τουχατσέφσκι.

Μερικά άλλα ονόματα: Ο αντισυνταγματάρχης Γκάι, σκοτώθηκε το 1936 στη διάρκεια μιας ένοπλης αναμέτρησης με την αστυνομία. Ο συνταγματάρχης Κοσμοντεμιάνσκι που «είχε επιχειρήσει μια ηρωική αλλά πρώιμη απόπειρα ανατροπής της ολιγαρχίας του Στάλιν». Ο αντιστράτηγος Τοντόρσκι, διοικητής της Ακαδημίας Ζουκόφσκι, και ο Σμολένσκι, επίτροπος μεραρχίας, υποδιοικητής της ίδιας Ακαδημίας, υπεύθυνος πολιτικών υποθέσεων.

Στην Ουκρανία, η ομάδα στηρίζεται στον Νικολάι Γκενεράλοφ, που ο Τοκάγεφ συνάντησε το 1931 σε μια παράνομη σύσκεψη στη Μόσχα, και στον Λέντζερ. Και οι δύο συνελήφθησαν στο Ντνιπροπετρόφσκτο 1936.

Η Κάτια Οκμαν, κόρη ενός παλιού μπολσεβίκου που ήρθε σε ρήξη με το Κόμμα στις αρχές της επανάστασης, και η Κλάβα Γεριόμενκο, Ουκρανή, χήρα αξιωματικού της ναυτικής αεροπορίας της Σεβαστούπολης, παίζουν ρόλο συνδέσμων διασχίζοντας τη χώρα.

Οσο διαρκείη εκκαθάριση της ομάδας του Μπουχάριν (της «δεξιάς παρέκκλισης») και της ομάδας του στρατάρχη Τουχατοέφοκι, το μεγαλύτερο μέρος της ομάδας του Τοκάγεφ συλλαμβάνεται και τουφεκίζεται.

«Οι στενοί κύκλοι του συντρόφου X είχαν σχεδόν ολοκληρωτικά εξαρθρωθεί. Οι περισσότεροι είχαν συλληφθεί σε σχέση με τη “δεξιά παρέκκλιση”».

«Η κατάστασή μας», λέει ο Τοκάγεφ, «είχε γίνει τραγική. Ενα από τα στελέχη, ο Μπελίνσκι, παρατήρησε ότι είχαμε πέσει έξω πιστεύοντας πως ο Στάλιν ήταν ανίκανος και ότι δε θα μπορούσε ποτέ να πραγματοποιήσει την εκβιομηχάνιση και την πολιτιστική ανάπτυξη. Ο Ριτς αποκρίθηκε πως ο Μπελίνσκι είχε άδικο, πως επρόκειτο για μια πάλη γενεών και πως έπρεπε να προετοιμαστεί η μετασταλινική εποχή».

Βόρειο Καύκασο, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Μ. Π. Σεμπολντάγεφ, πρώτος γραμματέας της Επιτροπής του Κόμματος και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής. Όχι πως το κίνημά μας συμφωνούσε απόλυτα με την ομάδα Σεμπολντάγεφ-Ενουκίτζε, αλλά ξέραμε τι έκαναν, και ο σύντροφος X θεωρούσε ότι ήταν επαναστατικό μας καθήκον να τους βοηθήσουμε σε yia κρίσιμη στιγμή. Διαφωνούσαμε σε λεπτομέρειες, αλλά ήταν γενναίοι και έντιμοι άνθρωποι, που είχαν επανειλημμένα σώσει μέλη της δικής μας ομάδας, και που είχαν μεγάλες πιθανότητες να πετύχουν».

«(Το 1935), οι προσωπικές μου επαφές μου έδιναν τη δυνατότητα να έχω πρόσβαση σε ορισμένα άκρως απόρρητα έγγραφα της Κεντρικής Υπηρεσίας του Κόμματος και τα οποία αναφέρονταν στον “Αμπού” Ενουκίτζε και στην ομάδα του. Τα έγγραφα αυτά θα μας βοηθούσαν να ανακαλύψουμε τι γνώριζαν οι σταλινικοί για όλους εκείνους που δούλευαν εναντίον τους».

«Ο Ενουκίτζε ήταν ένας πεισμένος κομμουνιστής της δεξιάς πτέρυγας. Τη δεκαετία του ’30, ήταν πιθανώς ο πιο θαρραλέος άνθρωπος στο Κρεμλίνο. Η ανοιχτή διαμάχη ανάμεσα στον Στάλιν και τον Ενουκίτζε χρονολογούνταν στην πραγματικότητα από τη θέσπιση του νόμου της 1ης Δεκέμβρη του 1934, που ακολούθησε αμέσως μετά τη δολοφονία του Κίροφ».

«Ο Ενουκίτζε ανεχόταν κάτω από αυτόν μια χούφτα ανθρώπους που ήταν τεχνικά αποτελεσματικοί και χρήσιμοι για την κοινότητα, αλλά ήταν αντικομμουνιστές».

Ο Ενουκίτζε τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό στα μέσα του 1935.0 αντισυνταγματάρχης Γκάι, ηγετικό στέλεχος της ομάδας του Τοκάγεφ, οργάνωσε τη φυγάδευσή του. Στο Ροστόφ στον Ντον, πραγματοποίησαν σύσκεψη μαζί με τον Σεμπολντάγεφ, πρώτο γραμματέα της Επιτροπής του Κόμματος της περιοχής Αζοφική-Μαύρη Θάλασσα, τον Πιβοβάροφ, πρόεδρο του σοβιέτ της περιοχής, και τον Λάριν, τον πρωθυπουργό. Επειτα, οι Ενουκίτζε και Γκάι συνέχισαν προς το Νότο, αλλά αιφνιδιάστηκαν από το Λαϊκό Επιτροπάτο Εσωτερικών στο δρόμο για το Μπακού. Ο Γκάι σκότωσε δύο άντρες, αλλά στη συνέχεια σκοτώθηκε κι ο ίδιος.

Η δεύτερη αντιπολιτευτική ομάδα με την οποία διατηρεί σχέσεις η οργάνωση του Τοκάγεφ είναι η ομάδα του Μπουχάριν. Οι σχέσεις τους περιγράφηκαν ήδη πιο πάνω.

Ο Τοκάγεφ βεβαιώνει ότι η ομάδα του διατηρούσε στενές επαφές με μια τρίτη φράξια στην κορυφή του Κόμματος, τη φράξια του αρχηγού της Ασφάλειας, του Γιάγκοντα.

«Γνωρίζαμε τη δύναμη του αρχηγού του Λαϊκού Επιτροπάτ ου Εσωτερικών, του  Γάγκοντα, στο ρόλο του, όχι του υπηρέτη, αλλά του εχθρού του καθεστώτος».

Ο Τοκάγεφ λέει πως ο Γιάγκοντα προστάτεψε πολλούς από τους άντρες τους που βρίσκονταν σε κίνδυνο. Όταν συνελήφθη ο Γιάγκοντα, κόπηκαν όλοι οι δεσμοί της ομάδας Τοκάγεφ με την ηγεσία της Ασφάλειας. Για το παράνομο κίνημά τους, ήταν ένα εξαιρετικά βαρύ πλήγμα...

«Το Λαϊκό Επιτροπάτο Εσωτερικών, με επικεφαλής τώρα τον Γεζόφ, έκανε κι άλλα βήματα μπροστά. Το αριθμητικά περιορισμένο Πολιτικό Γραφείο είχε διεισδύσει στις συνωμοσίες της ομάδας Ενουκίτζε-Σεμπολντάγεφ και της ομάδας Γιάγκοντα-Ζελίνσκι και είχε κόψει τους δεσμούς της αντιπολίτευσης με τις κεντρικές υπηρεσίες της πολιτικής αστυνομίας. (...) Ο Γιάγκοντα αποπέμφθηκε από το Λαϊκό Επιτροπάτο Εσωτερικών και χάσαμε ένα σημαντικό συνδετικό κρίκο της αντιπολιτευτικής μυστικής μας υπηρεσίας».

Ποιες ήταν οι προθέσεις, τα σχέδια και οι δραστηριότητες της ομάδας του Τοκάγεφ;

Πολύ πριν από το 1934, λέει ο Τ οκάγεφ, η ομάδα μας είχε σχεδιάσει να δολοφονήσει τον Κίροφ και τον Καλίνιν, τον πρόεδρο της Σοβιετικής Ενωσης. Τελικά, μια άλλη ομάδα εκτέλεσε την επιχείρηση κατά του Κίροφ, μια ομάδα με την οποία ήμασταν σε επαφή.

«Το 1934, εκδηλώθηκε μια συνωμοσία για το ξεκίνημα μιας επανάστασης με τη σύλληψη όλων των σταλινικών που είχαν συγκεντρωθεί για το 17ο Συνέδριο του Κόμματος».

Να θυμηθούμε ότι ο Μπουχάριν, στη διάρκεια της δίκης του, μίλησε γι’ αυτό το σχέδιο και το απέδωσε στους Ενουκίτζε και Τόμσκι.

Μια σύντροφος από την ομάδα, η Κλάβα Γεριόμενκο, είχε προτείνει, στα μέσα του 1936, να δολοφονηθεί ο Στάλιν. Γνώριζε αξιωματικούς της προσωπικής φρουράς του Στάλιν. Ο σύντροφος X είχε αρνηθεί, γιατί είχαν ήδη γίνει δεκαπέντε απόπειρες, χωρίς αποτέλεσμα.
Έχοντας ο ίδιος αντικομμουνιστική πλατφόρμα, η παράνομη οργάνωση του Τοκάγεφ διατηρεί στενές σχέσεις με τις φράξιες των «κομμουνιστών-ρεφορμιστών» στους κόλπους της κομματικής ηγεσίας.

Τ ον Ιούνη του 1935, ο Τ οκάγεφ στέλνεται στο Νότο. Μας κάνει μερικές αποκαλύψεις σχετικά με τους Ενουκίτζε και Σεμπολντάγεφ, δυο παλιούς μπολσεβίκους που συνήθως θεωρούνται χαρακτηριστικά θύματα της αυθαιρεσίας του Στάλιν.

«Ένα από τα καθήκοντά μου ήταν να προσπαθήσω να αποτρέψω μια επίθεση εναντίον ορισμένων ηγετικών στελεχών της αντιπολίτευσης στην Αζοφική Θάλασσα, στη Μαύρη Θάλασσα και στο πιθανότητα επιτυχίας, οι οποίες είχαν προκαλέσει μεγάλες απώλειες.

Τον Αύγουστο του 1936, είχα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι έπρεπε να γίνουν άμεσες προετοιμασίες για μια γενική ένοπλη εξέγερση. Ήμουν βέβαιος τότε, όπως και σήμερα, ότι, αν ο σύντροφος X είχε ρίξει το σύνθημα για ένοπλη εξέγερση, θα τον είχαν ακολουθήσει αμέσως πολλοί μεγάλοι άντρες της ΕΣΣΔ. Το 1936, οι Άλξνις, Γεγκόροφ, Οσεπιάν και Κασίριν θα τον είχαν ακολουθήσει».

Να παρατηρήσουμε ότι όλοι αυτοί οι στρατηγοί εκτελέστηκαν μετά την αποκάλυψη της συνωμοσίας του Τουχατσέφσκι. Ο Τοκάγεφ πιστεύει πως το 1936 διέθεταν αρκετούς άντρες μέσα στο στρατό, ώστε να πετύχουν ένα πραξικόπημα που, αφού ζούσε ακόμα ο Μπουχάριν, θα είχε βρει κάποια υποστήριξη μέσα στην αγροτιά.

Ενας από «τους πιλότους μας», λέει ο Τοκάγεφ, είχε υποβάλει στο σύντροφο X, στον Άλξνις και στον Οσεπιάν ένα σχέδιο για το βομβαρδισμό του μαυσωλείου του Λένιν και του Πολιτικού Γραφείου.

Στις 20 Νοέμβρη του 1936, στη Μόσχα, ο σύντροφος X, στη διάρκεια μιας παράνομης σύσκεψης πέντε μελών, προτείνει στον Ντεμοκράτοφ να δολοφονήσει τον Γεζόφ στη διάρκεια του έκτακτου 8ου Συνεδρίου των σοβιέτ.180

«Τον Απρίλη του 1939, οργανώσαμε ένα συνέδριο ηγετικών στελεχών της παράνομης αντιπολίτευσης. Δίπλα σε δημοκράτες επαναστάτες, υπήρχαν δύο σοσιαλιστές και δύο στρατιωτικοί της “δεξιάς” (μπουχαρινικής) αντιπολίτευσης. Υιοθετούσαμε για πρώτη φορά μια απόφαση που όριζε το σταλινισμό σαν αντεπαναστατικό φασισμό, σαν φασιστική προδοσία της εργατικής τάξης. Η απόφαση κοινοποιήθηκε αμέσως σε διακεκριμένες προσωπικότητες του Κόμματος και της κυβέρνησης και παρόμοιες συσκέψεις οργανώθηκαν σε άλλα κέντρα. Εκτιμήσαμε επίσης τις πιθανότητες επιτυχίας μιας ένοπλης εξέγερσης κατά του Στάλιν σε ένα άμεσο μέλλον».

Να σημειώσουμε ότι το θέμα «ο μπολσεβικισμός είναι όμοιος με το φασισμό» αναπτύσσεται από μια ομάδα συνωμοτών, οπαδών της αστικής δημοκρατίας και του αγγλοαμερικανικού ιμπεριαλισμού.
Λίγο αργότερα, ο Τοκάγεφ συζητάει με έναν ανώτερο αξιωματικό της στρατιωτικής διοικητικής περιφέρειας του Λένινγκραντ, που λέγεται Σμολνίνσκι στην παρανομία, για τη δυνατότητα μιας απόπειρας κατά του Ζντάνοφ.

Αρχές του 1941, μερικούς μήνες πριν από τον πόλεμο, πραγματοποιείται άλλη μια σύσκεψη, στην οποία οι συνωμότες εξετάζουν το ζήτημα μιας απόπειρας κατά του Στάλιν σε περίπτωση πολέμου. Τελικά, αποφασίζουν πως δεν είναι η κατάλληλη ευκαιρία. Πρώτα, δε διαθέτουν πια αρκετούς άντρες για να διοικήσουν τη χώρα. Κι έπειτα, λέει ο Τοκάγεφ, εκείνη τη στιγμή, η μάζα δε θα μας είχε ακολουθήσει.

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, η ηγεσία του Κόμματος πρότεινε στον Τοκάγεφ, που μιλούσε γερμανικά, να πάει να διευθύνει τις επιχειρήσεις των παρτιζάνων πίσω από τις γραμμές των ναζί. Οι παρτιζάνοι διέτρεχαν, φυσικά, τεράστιους κινδύνους. Εκείνη τη στιγμή, ο σύντροφος X αποφασίζει ότι ο Τοκάγεφ δεν μπορεί να δεχτεί:

«Έπρεπε, αν ήταν δυνατό, να παραμείνουμε στα βασικά κέντρα, ώστε να είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε την εξουσία, στην περίπτωση που θα κατέρρεε το καθεστώς του Στάλιν.» Το σημείο αυτό είχε συζητηθεί στη διάρκεια μιας παράνομης σύσκεψης, στις 5 Ιούλη του 1941.

Μετά τον πόλεμο, το 1947, ο Τοκάγεφ είχε αναλάβει τις συζητήσεις με το Γερμανό καθηγητή Τανκ, ειδικό σε θέματα αεροναυτικής, προκειμένου να τον πείσει να πάει να εργαστεί στη Σοβιετική Ένωση.

«Ο Τανκ ήταν έτοιμος να ασχοληθεί με τη μελέτη ενός αεριωθούμενου μαχητικού αεροπλάνου. Συζήτησα την υπόθεση με μερικούς ανθρώπους-κλειδιά. Συμφωνήσαμε στην άποψη ότι ήταν σφάλμα να πιστεύει κανείς πως οι μηχανικοί της σοβιετικής αεροναυτικής δεν μπορούσαν να σχεδιάσουν ένα αεριωθούμενο βομβαρδιστικό, αλλά πως δεν ήταν προς το συμφέρον της χώρας να το κάνουν. Κατά τη γνώμη μας, η ΕΣΣΔ δεν απειλούνταν πραγματικά από εξωτερικούς εχθρούς. Για το λόγο αυτό, οι δικές μας προσπάθειες έπρεπε να κατευθύνονται προς την αποδυνάμωση -και όχι την ενίσχυση- του σοβιετικού μονοπωλιακού ιμπεριαλισμού, ελπίζοντας ότι έτσι θα καταστεί δυνατή μια δημοκρατική επανάσταση».

Ο Τοκάγεφ παραδέχεται εδώ ότι το οικονομικό και στρατιωτικό σαμποτάζ ήταν ένα μέσο πάλης που χρησιμοποιούσε η παράνομη οργάνωση του.

Αυτά τα λίγα παραδείγματα δίνουν μια ιδέα για τη συνωμοτική δραστηριότητα αυτής της παράνομης στρατιωτικής ομάδας, που κρυβόταν μέσα στους κόλπους του μπολσεβίκικου Κόμματος, και της οποίας όσα μέλη επέζησαν είχαν την ευκαιρία να δουν να αναγνωρίζονται τα «ιδανικά» τους μετά τον ερχομό στην εξουσία του Χρουστσιόφ και, στη συνέχεια, να υλοποιούνται επί Γκορμπατσόφ.

Η ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΤΟΥ 1937-1938

Η εκκαθάριση αυτή καθεαυτή αποφασίστηκε μετά την αποκάλυψη της στρατιωτικής συνωμοσίας του Τουχατσέφσκι. Η ανακάλυψη ομάδας συνωμοτών στην ηγεσία του Κόκκινου Στρατού, που είχε διασυνδέσεις με τις οπορτουνιστικές φράξιες του Κόμματος, προκάλεσε πραγματικό πανικό.

Από αρκετά χρόνια πριν, η ηγεσία του Κόμματος είχε την πεποίθηση ότι ο πόλεμος με το φασισμό ήταν αναπόφευκτος. Το γεγονός ότι τα κορυφαία στελέχη του Κόκκινου Στρατού και ορισμένα ηγετικά στελέχη του Κόμματος επεξεργάζονταν μυστικά τα σχέδια ενός πραξικοπήματος προκάλεσε πραγματικό σοκ. Οι μπολσεβίκοι ηγέτες συνειδητοποίησαν τη σοβαρότητα του εσωτερικού κινδύνου και των διασυνδέσεών του με την εξωτερική απειλή. Ο Στάλιν καταλάβαινε απόλυτα ότι η αναμέτρηση ανάμεσα στη ναζιστική Γερμανία και τη Σοβιετική Ένωση θα κόστιζε τη ζωή σε εκατομμύρια Σοβιετικούς. Η απόφαση της φυσικής εξόντωσης της πέμπτης φάλαγγας δεν ήταν καθόλου δείγμα της «παράνοιας του δικτάτορα», όπως βεβαίωνε η ναζιστική προπαγάνδα: έδειχνε την αποφασιστικότητα του Στάλιν και του μπολσεβίκικου Κόμματος να αντιμετωπίσουν το φασισμό σ’ έναν αγώνα μέχρις εσχάτων. Εξοντώνοντας την πέμπτη φάλαγγα, ο Στάλιν έσωζε τη ζωή αρκετών εκατομμυρίων Σοβιετικών. Οι νεκροί αυτοί θα αποτελούσαν το επιπλέον τίμημα σε περίπτωση που η επίθεση από το εξωτερικό θα μπορούσε να επωφεληθεί από τις δολιοφθορές, τις προβοκάτσιες και τις προδοτικές ενέργειες στο εσωτερικό.

Σε προηγούμενο κεφάλαιο, είδαμε ότι η εκστρατεία κατά της γραφειοκρατίας μέσα στο Κόμμα, κυρίως στο επίπεδο των ενδιάμεσων δομών του, πήρε το 1937 μεγάλη έκταση. Στη διάρκεια αυτής της εκστρατείας, ο Γιαροσλάφσκι επιτέθηκε σκληρά κατά του γραφειοκρατικού μηχανισμού. Διαβεβαίωσε ότι στο Σβερντλόφσκ τα μισά μέλη των προεδρείων των κυβερνητικών θεσμικών οργάνων είχαν διοριστεί χαριστικά. Το σοβιέτ της Μόσχας συνεδρίαζε μόνο μια φορά το χρόνο. Ορισμένα ηγετικά στελέχη δε γνώριζαν ούτε καν εξ όψεως τους υφισταμένους τους. Ο Γαροσλάφσκι δήλωσε κατηγορηματικά:

«Αυτός ο κομματικός μηχανισμός, που θα έπρεπε να βοηθάει το Κόμμα, παρεμβάλλεται συχνά ανάμεσα στις μάζες και τα ηγετικά στελέχη του Κόμματος, ενισχύοντας έτσι ακόμα περισσότερο την απομάκρυνση των ηγετικών στελεχών από τη μάζα».

Ο Γκέτι γράφει:

«Το κέντρο προσπαθούσε να ξεκινήσει μια κριτική κατά της μεσαίας βαθμίδας του μηχανισμού, με τη βοήθεια των ακτιβιστών της βάσης. Χωρίς την επίσημη έγκριση και την πίεση από πάνω, θα ήταν αδύνατο για τη βάση να οργανώσει και να διατηρήσει από μόνη της ένα παρόμοιο κίνημα κατά των αμέσως ανωτέρων της».

Η γραφειοκρατική και αυθαίρετη συμπεριφορά των ανθρώπων των επαρχιακών οργάνων ενισχυόταν από το μονοπώλιό τους στον τομέα της διοικητικής πείρας. Η μπολσεβίκικη ηγεσία ενθάρρυνε τη βάση στον αγώνα της κατά των γραφειοκρατικών και αστικών αυτών τάσεων. Ο Γκέτι λέει σχετικά:

«Ο λαϊκός έλεγχος από τα κάτω δεν έδειχνε αφέλεια. Ήταν μάλλον μια μάταιη αλλά ειλικρινής απόπειρα να χρησιμοποιηθούν τα μέλη της βάσης για να σπάσουν τα κλειστά κυκλώματα της επαρχίας».

Αρχές του 1937, ένας σατράπης σαν ο Ρουμιάντσεφ, που διοικούσε τη Δυτική Περιοχή, μια έκταση στο μέγεθος ευρωπαϊκού κράτους, δεν είχε καταστεί δυνατό να εκθρονιστεί με την κριτική της βάσης. Αποπέμφθηκε από τα πάνω, για την ανάμιξή του στη στρατιωτική συνωμοσία, ως στενός συνεργάτης του Ουμπορέβιτς.

«Τα δύο ριζοσπαστικά ρεύματα της δεκαετίας του ’30 είχαν συγκλίνει τον Ιούλη του 1937, και οι στροβιλισμοί που επακολούθησαν κατέλυσαν τη γραφειοκρατία. Η εκστρατεία του Ζντάνοφ για την αναζωογόνηση του Κόμματος και το κυνήγι των εχθρών που εξαπέλυσε ο Γεζόφ, συγχωνεύθηκαν για να δημιουργήσουν μια χαώδη “λαϊκή τρομοκρατία”που σάρωνε τώρα το Κόμμα. (...) Η λαϊκή αντιγραφειοκρατική εκστρατεία και η αστυνομική τρομοκρατία εξόντωναν τη γραφειοκρατία, καθώς και τους γραφειοκράτες. Ο ριζοσπαστισμός είχε αναστρέψει απόλυτα την πολιτική μηχανή και είχε εξαλείψει την κομματική γραφειοκρατία».

Η πάλη κατά της ναζιστικής διείσδυσης και της συνωμοσίας στο στρατό συγχωνεύτηκε έτσι με την πάλη κατά της γραφειοκρατίας και των φέουδων. Εγινε επαναστατική εκκαθάριση από τα πάνω κι από τα κάτω.

Η εκκαθάριση άρχισε με μια απόφαση-πλαίσιο, που υπογράφηκε στις 2 Ιούλη του 1937 από τους Στάλιν και Μόλοτοφ.

Ο Γεζόφ υπέγραψε στη συνέχεια τις διαταγές εκτέλεσης, με τις οποίες καταδικάζονταν σε θάνατο 75.950 άτομα, των οποίων η αμείωτη έχθρα απέναντι στη σοβιετική εξουσία ήταν γνωστή: εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, κουλάκοι, αντεπαναστάτες, κατάσκοποι και αντισοβιετικά στοιχεία. Οι περιπτώσεις θα εξετάζονταν από μια τρόικα αποτελούμενη από το γραμματέα του Κόμματος, τον πρόεδρο του τοπικού σοβιέτ και τον αρχηγό του Λαϊκού Επιτροπάτου Εσωτερικών. Όμως ήδη από το Σεπτέμβρη του 1937, οι υπεύθυνοι για την εκκαθάριση σε επίπεδο περιοχής και οι ειδικοί απεσταλμένοι της ηγεσίας υπέβαλλαν αιτήσεις για την αύξηση του συνολικού αριθμού των αντισοβιετικών στοιχείων που θα μπορούσαν να εκτελεστούν.

Η εκκαθάριση συχνά χαρακτηρίστηκε από αναποτελεσματικότητα και αναρχία. Την ώρα που το Λαϊκό Επιτροπάτο Εσωτερικών του Μινσκ ετοιμαζόταν να τον συλλάβει, ο συνταγματάρχης Κούτσνερ πήρε το τρένο για τη Μόσχα... όπου διορίστηκε καθηγητής στην Ακαδημία Φρούνζε! Παραθέτοντας τις μαρτυρίες του Γκρι-κορένκο και του Γκίνσμπουργκ, δύο αντιπάλων του Στάλιν, ο Γκέ-ι σημειώνει:

«Ενα πρόσωπο που αισθανόταν ότι επίκειται η σύλληψή του, μπορούσε να φύγει και να πάει σε άλλη πόλη και, κατά κανόνα, να αποφύγει έτσι τη σύλληψη».

Γραμματείς Περιοχής του Κόμματος προσπαθούσαν να αποδείξουν το βαθμό επαγρύπνησής τους καταγγέλλοντας και διαγράφοντας μεγάλο αριθμό κατώτερων στελεχών και απλών μελών. Αντιπολιτευόμενοι που είχαν παρεισδύσει στο Κόμμα πρωτοστατούσαν σε ίντριγκες που αποσκοπούσαν στη διαγραφή όσο το δυνατό μεγαλύτερου αριθμού αφοσιωμένων κομμουνιστικών στελεχών. Σχετικά με αυτό, ένας αντιπολιτευόμενος κατέθεσε:

«Προσπαθούσαμε να διαγράψουμε όσο το δυνατόν περισσότερα άτομα από το Κόμμα. Διαγράφαμε χωρίς να υπάρχει λόγος να γίνει κάτι τέτοιο. Είχαμε έναν και μοναδικό σκοπό - να αυξήσουμε τον αριθμό των δυσαρεστημένων και έτσι να αυξήσουμε τον αριθμό των συμμάχων μας».

Το να διευθύνει κανείς μια γιγαντιαία και πολύπλοκη χώρα, που είχε πάντοτε μεγάλα κενά να καλύψει, ήταν ένα εξαιρετικά δύσκολο καθήκον. Στους πολλαπλούς στρατηγικούς τομείς, ο Στάλιν συγκεντρωνόταν στην επεξεργασία των γενικών κατευθυντήριων γραμμών. Έπειτα, εμπιστευόταν την εφαρμογή τους σε κάποιον από τους στενούς συνεργάτες του. Έτσι, προκειμένου να εφαρμοστούν οι κατευθυντήριες γραμμές της εκκαθάρισης, αντικατέστησε τον Γιάγκοντα, έναν φιλελεύθερο που είχε εμπλακεί στις συνωμοσίες των αντιπολιτευόμενων, με έναν παλιό μπολσεβίκο εργατικής καταγωγής, τον Γεζόφ.

Όμως, έπειτα από τρεις μήνες εκκαθάρισης υπό τη διεύθυνση του  Γεζόφ, υπάρχουν ήδη ενδείξεις πως ο Στάλιν δεν ήταν ικανοποιημένος από την εξέλιξη της επιχείρησης. Τον Οκτώβρη ο Στάλιν έκανε μια παρέμβαση για να διαβεβαιώσει ότι οι οικονομικοί διευθυντές ήταν άξιοι εμπιστοσύνης. Το Δεκέμβρη του 1937, γιορτάστηκε η εικοστή επέτειος από την ίδρυση του Λαϊκού Επιτροπάτου Εσωτερικών. Ο τύπος καλλιεργούσε από καιρό ένα είδος λατρείας του ΛΕΕ, «της πρωτοπορίας του Κόμματος και της επανάστασης». Αντίθετα από κάθε προσδοκία, ο Στάλιν δεν περίμενε τη σύγκληση της Κεντρικής Επιτροπής. Τέλος Δεκέμβρη, τρεις βουλευτές επίτροποι του ΛΕΕ αναγκάστηκαν να παραιτηθούν από τα καθήκοντά τους.

Το Γενάρη του 1938, η Κεντρική Επιτροπή εκδίδει μια απόφαση σχετικά με την εξέλιξη της εκκαθάρισης. Επιβεβαιώνεται η αναγκαιότητα επαγρύπνησης και καταστολής των εχθρών και των κατασκόπων. Αλλά επικρίνεται κυρίως η «πλαστή επαγρύπνηση» ορισμένων γραμματέων του Κόμματος που επιτίθενται στη βάση προκειμένου να προστατέψουν τη δική τους θέση. Το κείμενο της απόφασης αρχίζει ως εξής:

«Η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ενωσης (μπ.) εκτιμά ότι είναι αναγκαίο να επιστήσει την προσοχή των κομματικών οργανώσεων και των ηγετικών στελεχών τους στο γεγονός πως, επικεντρώνοντας κατά κύριο λόγο τις προσπάθειες τους στην εκκαθάριση των γραμμών τους από τους τροτσκιστές και δεξιούς πράκτορες του φασισμού, πέφτουν σε σφάλματα και σοβαρές διαστρεβλώσεις που βλάπτουν την υπόθεση της εκκαθάρισης του Κόμματος από τους διπλούς πράκτορες, τους κατασκόπους και τους δολιοφθορείς. Παρά τις επανειλημμένες οδηγίες και προειδοποιήσεις της Κεντρικής Επιτροπής, οι οργανώσεις του Κόμματος υιοθετούν σε πολλές περιπτώσεις έναν εντελώς εσφαλμένο τρόπο προσέγγισης και αποπέμπουν κομμουνιστές από το Κόμμα με εγκληματική επιπολαιότητα».

Στην απόφαση επισημαίνονται δύο μεγάλα οργανωτικά και πολιτικά προβλήματα που έκαναν την εκκαθάριση να παρεκκλίνει: η παρουσία κομμουνιστών που επιζητούν αποκλειστικά και μόνο να κάνουν καριέρα και η διείσδυση εχθρικών στοιχείων ανάμεσα στα στελέχη.

«Ανάμεσα στους κομμουνιστές υπάρχει πάντοτε ένας ορισμένος αριθμός από καριερίστες κομμουνιστές που δεν έχουν αποκαλυφθεί και καταδειχτεί. Επιζητούν να αποκτήσουν κύρος και να προαχθούν προτείνοντας διαγραφές από το Κόμμα, διώκοντας μέλη του Κόμματος. Επιζητούν να προστατέψουν τον εαυτό τους από ενδεχόμενες κατηγορίες για έλλειψη επαγρύπνησης, κατατρέχοντας αδιακρίτως μέλη του Κόμματος. (...) Αυτού του είδους οι καριερίστες κομμουνιστές, που επιδιώκουν συνεχώς να ευνοηθούν, σπέρνουν όπου βρεθούν κι όπου σταθούν τον πανικό σχετικά με τους εχθρούς του λαού. Στις κομματικές συνεδριάσεις, είναι πάντοτε έτοιμοι να αναστατώσουν τον κόσμο ζητώντας τη διαγραφή κομματικών μελών για διάφορους τυπικούς λόγους ή χωρίς κανένα λόγο».

«Επιπλέον, πολλές προτάσεις διαγραφής υποβλήθηκαν από συγκαλυμμένους εχθρούς του λαού, από δολιοφθορείς και διπλούς πράκτορες, που μεθοδεύουν, με σκοπό να προκαλέσουν σύγχυση, την κατάθεση συκοφαντικών κατηγοριών ενάντια σε μέλη του Κόμματος και προφασίζονται “αυξημένη επαγρύπνηση” επιδιώκοντας να διώξουν από το Κόμμα τίμιους και αφοσιωμένους
κομμουνιστές. Μπορούν έτσι να αποφεύγουν τα χτυπήματα εναντίον τους και να διατηρούν τις θέσεις τους μέσα στις γραμμές του Κόμματος. (...) Με κατασταλτικά μέτρα, θέλουν να πλήξουν τα μπολσεβίκικα στελέχη μας και να σπείρουν την αβεβαιότητα και την υπερβολική καχυποψία μέσα στις γραμμές μας».

Στο σημείο αυτό, θέλουμε να επιστήσουμε την προσοχή σε μια εγκληματική απάτη που έκανε ο Χρουστσόφ. Στη μυστική του έκθεση (στο 20ό Συνέδριο), αφιερώνει ολόκληρο κεφάλαιο στην καταγγελία της «μεγάλης εκκαθάρισης». «Χρησιμοποιώντας μια φράση του Στάλιν», λέει, «προβοκάτορες είχαν διεισδύσει στα όργανα της Ασφάλειας» και, μαζί με «ασυνείδητους καριερίστες», έσπερναν την τρομοκρατία. Ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται ακριβώς για τα δύο είδη εχθρικών στοιχείων για τα οποία είχε ήδη προειδοποιήσει ο Στάλιν από το Γενάρη του 1938!

Ο Χρουστσιόφ ισχυρίζεται ότι αυτοί οι προβοκάτορες και καριερίστες μπόρεσαν να χρησιμοποιήσουν τη θέση του Στάλιν «όσο περισσότερο πλησιάζουμε προς το σοσιαλισμό, τόσο περισσότερους εχθρούς έχουμε», φράση που επινοήθηκε εξ ολοκλήρου από τον Χρουστσιόφ.195 Ναι, διώχτηκαν άδικα κομμουνιστές, διαπράχτηκαν κατά την εκκαθάριση εγκλήματα. Όμως, με μεγάλη διορατικότητα, ο Στάλιν τα κατάγγειλε όλ’ αυτά από το πρώτο κιόλας εξάμηνο της επιχείρησης. Δεκαοκτώ χρόνια αργότερα, ο Χρουστσόφ, με αφορμή τις εγκληματικές ενέργειες των προβοκατόρων και των καριεριστών που είχε καταγγείλει τότε ο Στάλιν, θα βρει ευκαιρία να κακολογήσει την ίδια την εκκαθάριση και να αμαυρώσει τον Στάλιν!

Ας επιστρέφουμε όμως στην απόφαση του Γενάρη του 1938. Ανάμεσα στα συμπεράσματά της, σημειώνουμε το εξής:

«Είναι καιρός να γίνει κατανοητό ότι η μπολσεβίκικη επαγρύπνηση συνίσταται κυρίως στην ικανότητα αποκάλυψης ενός εχθρού, άσχετα με την εξυπνάδα και την πανουργία του, άσχετα με το πώς εξασφαλίζει την κάλυψή του, και όχι στην “τυχαία” και ανεξέλεγκτη διαγραφή δεκάδων και εκατοντάδων ατόμων, του καθένα που μπορεί να γίνει εύκολη λεία.» Πρέπει «να μπει τέλος στις μαζικές και ανεξέλεγκτες διαγραφές από το Κόμμα και να υιοθετηθεί μια πραγματικά διαφοροποιημένη και εξατομικευμένη προσέγγιση στα ζητήματα της διαγραφής από το Κόμμα ή της επανένταξης των διαγραμμένων ατόμων ως μελών με πλήρη δικαιώματα». Πρέπει «να απομακρυνθούν από τις θέσεις τους και να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεων τους τα ηγετικά εκείνα στελέχη του Κόμματος που διαγράφουν μέλη χωρίς να ελέγξουν προσεκτικά όλα τα υλικά και που συμπεριφέρονται με αυθαίρετο τρόπο στα μέλη».

Ο Τοκάγεφ πίστευε ότι ήταν πιθανό αντικομμουνιστές που αντιπαρατίθονταν να έχουν προβεί σε υπερβολές στη διάρκεια της εκκαθάρισης προκειμένου να υπονομεύσουν την αξιοπιστία του Κόμματος και να το αποδυναμώσουν. Γράψει:

«Ο φόβος μήπως θεωρηθούν ύποπτοι για έλλειψη επαγρύπνησης έσπρωχνε φανατικά τοπικά στελέχη να καταγγέλλουν, όχι μόνο μπουχαρινικούς, αλλά και μαλενκοφικούς, γεζοφικούς, ακόμα και σταλινικούς. Βέβαια, δεν είναι απίθανο να σπρώχτηκαν να ενεργήσουν έτσι από παράνομους αντιπολιτευομένους! (...) Ο Μπέρια, σε μια κοινή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής και της Εξελεγκτικής Κεντρικής Επιτροπής, που πραγματοποιήθηκε το φθινόπωρο του 1938, δήλωσε ότι αν ο Γεζόφ δεν ήταν συνειδητά πράκτορας των ναζί, ήταν σίγουρα άθελά του. Είχε μετατρέψει τις κεντρικές υπηρεσίες του Λαϊκού Επιτροπάτου Εσωτερικών σε επωαστήρα φασιστών πρακτόρων».

«Ο Γκαρντινασβίλι, μια από τις καλύτερες επαφές μου, είχε μια συνομιλία με τον Μπέρια λίγο πριν ο τελευταίος διοριστεί αρχηγός της αστυνομίας. Ο Γκαρντινασβίλι ρώτησε τον Μπέρια αν ο Στάλιν δεν έβλεπε την ταραχή που είχαν προκαλέσει τόσες εκτελέσεις. Δεν παρατηρούσε ότι το καθεστώς τρομοκρατίας είχε παρατραβήξει και ότι είχε γίνει αντιπαραγωγικό. Άνθρωποι που κατείχαν υψηλές θέσεις αναρωτιόνταν μήπως είχαν διεισδύσει στο Λαϊκό Επιτροπάτο Εσωτερικών πράκτορες των ναζί και χρησιμοποιούσαν τη θέση τους για να υποβαθμίσουν τη χώρα μας. Η ρεαλιστική απάντηση του Μπέρια ήταν ότι ο Στάλιν είχε απόλυτη συνείδηση όλων αυτών, αλλά ότι υπήρχε μια τεχνική δυσκολία: η γρήγορη αποκατάσταση της “ομαλότητας” σε ένα κεντρικά ελεγχόμενο κράτος με το μέγεθος της ΕΣΣΔ ήταν τεράστιο έργο. Επιπλέον, υπήρχε πραγματικά ο κίνδυνος πολέμου και επομένως η κυβέρνηση έπρεπε να φανεί πολύ προσεκτική σε ζητήματα ύφεσης».

Στις 11 Νοέμβρη του 1938, ο Στάλιν και ο Μόλοτοφ υπογράφουν μια κατηγορηματική απόφαση, για να μπει τέλος στα φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας που παρατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης.

«Οι γενικές επιχειρήσεις για τη σύνθλιψη και τον αφανισμό των εχθρικών στοιχείων, που πραγματοποιήθηκαν από τα όργανα του Λαϊκού Επιτροπάτου Εσωτερικών το 1937-1938, σε μια εποχή δηλαδή όπου οι διαδικασίες προανάκρισης και εκδίκασης ήταν απλουστευμένες, ήταν επόμενο να οδηγήσουν στην εμφάνιση πολλών και σοβαρών παραλείψεων στη δουλειά των οργάνων του ΛΕΕ και της δικαιοσύνης. Επιπλέον, οι εχθροί του λαού και οι πράκτορες των ξένων μυστικών υπηρεσιών έχουν εισχωρήσει στα όργανα του ΛΕΕ τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο. Προσπάθησαν με όλα τα μέσα να περιπλέξουν το προανακριτικό έργο. Πράκτορες παρερμήνευαν εσκεμμένα τους σοβιετικούς νόμους, προέβαιναν σε μαζικές και αστήρικτες συλλήψεις, και ταυτόχρονα προστάτευαν τους υποτακτικούς τους, κυρίως εκείνους που είχαν διεισδύσει στα όργανα του Λαϊκού Επιτροπάτου Εσωτερικών.

Οι τελείως απαράδεκτες παραλείψεις που παρατηρήθηκαν στη δουλειά του ΛΕΕ και της δικαιοσύνης κατέστησαν δυνατές μόνο και μόνο επειδή οι εχθροί του λαού που τρύπωσαν στα όργανα του ΛΕΕ και της δικαιοσύνης χρησιμοποίησαν όλα τα μέσα για να διαχωρίσουν τη δουλειά των οργάνων του ΛΕΕ και της δικαιοσύνης από τη δουλειά των οργάνων του Κόμματος, για να ξεφύγουν από τον έλεγχο και την καθοδήγηση του Κόμματος και να διευκολύνουν έτσι για τους ίδιους και για τους υποτακτικούς τους τη συνέχιση των αντισοβιετικών δραστηριοτήτων τους.

Το Συμβούλιο των Επιτρόπων του Λαού και η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚ (μπ.) της ΕΣΣΔ αποφασίζουν:

1. Την απαγόρευση στα όργανα του ΛΕΕ και της δικαιοσύνης να πραγματοποιούν κάθε επιχείρηση μαζικών συλλήψεων και εκτοπισμών. (...)

Το ΣΕΛ και η ΚΕ του ΚΚ (μπ.) προειδοποιούν όλους τους υπαλλήλους του ΛΕΕ και της δικαιοσύνης ότι, για την παραμικρή παραβίαση των σοβιετικών νόμων και των οδηγιών του Κόμματος και της
κυβέρνησης, κάθε υπάλληλος, αδιακρίτως, θα γίνει αντικείμενο αυστηρής ποινικής δίωξης.

Β. Μόλοτοφ, I. Στάλιν».

Υπάρχουν ακόμα πολλές αμφισβητήσεις σχετικά με τον αριθμό των ατόμων που πλήγηκαν στη διάρκεια της μεγάλης εκκαθάρισης, που υπήρξε πάντοτε ένα από τα αγαπημένα θέματα για να χύσουν το δηλητήριό τους. Σύμφωνα με τον Ρίτερσπορν, το 1937-1938, στη διάρκεια της «μεγάλης εκκαθάρισης», έγιναν 278.818 διαγραφές από το Κόμμα. Ήταν πολύ λιγότερες απ’ ό,τι τα προηγούμενα χρόνια. Το 1933, έγιναν 854.330 διαγραφές, το 1934 καταγράφηκαν 342.294 και το 1935 ο αριθμός τους ήταν 281.872. Το 1936 έγιναν 95.145. Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμιστεί ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της εκκαθάρισης στη διάρκεια των διαφόρων περιόδων που εξετάζονται. Αντίθετα με τις συνηθισμένες εκκαθαρίσεις, η «μεγάλη εκκαθάριση» στους κόλπους του Κόμματος είχε ως στόχο κυρίως τα στελέχη. Σύμφωνα με τον Γκέτι, από το Νοέμβρη του 1936 ως το Μάρτη του 1939, έγιναν λιγότερες από 180.000 διαγραφές από το Κόμμα. Στο νούμερο αυτό δεν περιλαμβάνεται ο αριθμός αυτών που επανεντάχθηκαν.

Ήδη πριν από την Ολομέλεια του Γενάρη του 1938, υποβλήθηκαν 53.700 ενστάσεις εναντίον διαγραφών. Τον Αύγουστο του 1938, είχαν καταγραφεί 101.233 νέες ενστάσεις. Εκείνη την εποχή, σε σύνολο 154.933 ενστάσεων, οι επιτροπές του Κόμματος είχαν ήδη εξετάσει τις 85.273, κι απ’ αυτές το 54% είχαν γίνει δεκτές.202 Τίποτα δε δείχνει καλύτερα την αναλήθεια της άποψης ότι η εκκαθάριση ήταν μια τυφλή και ανέκκλητη τρομοκρατία, οργανωμένη από έναν παράφρονα δικτάτορα.

Ο Κόνκουεστ ισχυρίζεται ότι έγιναν 7 με 9 εκατομμύρια συλλήψεις το 1937-1938. Την εποχή αυτή, ο αριθμός των βιομηχανικών εργατών δεν ξεπερνούσε τα 8 εκατομμύρια. Τον αριθμό του, ο Κόνκουεστ «τον στηρίζει, ουσιαστικά, στις μνήμες πρώην κρατουμένων που βεβαιώνουν ότι το 4% με 5,5% του σοβιετικού πληθυσμού φυλακίστηκε ή εκτοπίστηκε». Πρόκειται για φανταστικά νούμερα, που επινοήθηκαν εξ ολοκλήρου από εχθρούς του σοσιαλισμού, που ήταν αποφασισμένοι να βλάψουν με κάθε τρόπο το καθεστώς. Οι «εκτιμήσεις» τους δε στηρίζονται σε κανένα αξιόπιστο υλικό στοιχείο.
« Ελλείψει υλικών δεδομένων, όλες οι εκτιμήσεις, χωρίς εξαίρεση, δεν έχουν αξία, και είναι δύσκολο να μη συμφωνήσει κανείς με τον Μπρζεζίνσκι, όταν παρατηρεί ότι είναι αδύνατο να γίνουν εκτιμήσεις χωρίς να γίνουν λάθη εκατοντάδων χιλιάδων, ακόμα και εκατομμυρίων».

Θέλουμε τώρα να πάμε για λίγο στο Γκούλαγκ και να θίξουμε το γενικότερο ζήτημα του αριθμού των ατόμων που εγκλείστηκαν και πέθαναν στα σωφρονιστικά στρατόπεδα εργασίας, αφού η λέξη Γκούλαγκ σημαίνει Κεντρική Διοίκηση Στρατοπέδων.

Οπλισμένος με όλη την επιστήμη της στατιστικής και της επαγωγής, ο Ρόμπερτ Κόνκουεστ έκανε σοφούς υπολογισμούς: 5 εκατομμύρια έγκλειστοι στο Γκούλαγκ, στις αρχές του 1934, συν 7 εκατομμύρια συλλήψεις κατά τις εκκαθαρίσεις του 1937-1938, ίσον δώδεκα. Μείον ένα εκατομμύριο που εκτελέστηκαν και δύο εκατομμύρια που πέθαναν από διάφορες αιτίες τα δύο αυτά χρόνια, μας κάνει ακριβώς 9 εκατομμύρια πολιτικών κρατουμένων το 1939 «χωρίς να υπολογίζονται οι εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου».

Τώρα, γνωρίζοντας την έκταση της καταστολής, ο Κόνκουεστ αρχίζει να μετράει τα πτώματα. Μεταξύ 1939 και 1953, η μέση ετήσια θνησιμότητα ήταν «περίπου 10%». Όμως, όλ’ αυτά τα χρόνια, ο αριθμός των κρατουμένων παρέμεινε σχεδόν στάσιμος, περίπου 8 εκατομμύρια. Αυτό σημαίνει πως, αυτά τα χρόνια, 12 εκατομμύρια άτομα δολοφονήθηκαν στο Γκούλαγκ από το σταλινισμό.

Οι αδελφοί Μεντβέντιεφ, οι «κομμουνιστές» αυτοί της σχολής Μπουχάριν-Γκορμπατσόφ, επιβεβαίωσαν εξάλλου, στην ουσία, αυτούς τους αποκαλυπτικούς αριθμούς:

«Υπήρχαν, όσο ζούσε ο Στάλιν, δώδεκα με δεκατρία εκατομμύρια άτομα στα στρατόπεδα.» Επί Χρουστσόφ, που έκανε «να ξαναγεννηθούν οι ελπίδες για εκδημοκρατισμό», τα πράγματα πήγαιναν πολύ καλύτερα, φυσικά: στο Γκούλαγκ δεν υπήρχαν πια παρά μόνο «2 εκατομμύρια εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου».

Ως εδώ, κανένα πρόβλημα. Όλα πήγαιναν θαυμάσια για τους αντικομμουνιστές μας. Δεν είχαμε λόγους να μην τους πιστεύουμε.

Έπειτα, η ΕΣΣΔ διαλύθηκε και οι συνεργάτες του Γκορμπατσόφ μπόρεσαν να βάλουν στο χέρι τα σοβιετικά αρχεία. Το 1990, οι Σοβιετικοί ιστορικοί Ζέμσκοφ και Ντούζιν δημοσίευσαν τα ανέκδοτά στατιστικά στοιχεία του Γκούλαγκ. Περιέχουν τις εισόδους και εξόδους, καταχωρισμένες λεπτομερώς από την αρχή ως το τέλος.

Απρόσμενη συνέπεια: αυτά τα κατάστιχα έδωσαν τη δυνατότητα να ξεριζωθεί από τον Κόνκουεστ το επιστημονικό του προσωπείο.

Το 1934, ο Κόνκουεστ υπολόγισε σε 5 εκατομμύρια τους πολιτικούς κρατουμένους. Στην πραγματικότητα, ήταν μεταξύ 127.000 και 170.000.0 ακριβής αριθμός όλων των κρατουμένων στα στρατόπεδα εργασίας, πολιτικών και κοινού ποινικού δικαίου μαζί, ήταν 510.307. Στο σύνολο των κρατουμένων, οι πολιτικοί δεν ήταν παρά το 25% με 33%. Στους 150.000 κρατουμένους, ο Κόνκουεστ πρόσθεσε 4.850.000... Λεπτομέρειες.

Ο Κόνκουεστ απαρίθμησε κατά μέσο όρο 8 εκατομμύρια κρατουμένους στα στρατόπεδα το χρόνο. Και ο Μεντβέντιεφ 12 με 13 εκατομμύρια. Στην πραγματικότητα, ο αριθμός των πολιτικών κρατουμένων διακυμάνθηκε ανάμεσα σε ένα ελάχιστο 127.000 το 1934 και ένα μέγιστο 500.000 στη διάρκεια των δύο χρόνων του πολέμου, το 1941 και 1942. Επομένως, οι πραγματικοί αριθμοί πολλαπλασιάστηκαν επί 16 ως και 26. Εκεί όπου υπήρχαν κατά μέσο όρο μεταξύ 236.000 και 315.000 πολιτικοί κρατούμενοι, ο Κόνκουεστ «ανακάλυψε» 7.700.000 επιπλέον! Δευτερεύουσας σημασίας στατιστικό λάθος, φυσικά, αφού, άλλωστε, στα σχολικά μας βιβλία, στις εφημερίδες μας, δε βρίσκουμε τον πραγματικό αριθμό των 272.000, αλλά τη συκοφαντία των 8.000.000!

Ο απατεώνας Κόνκουεστ ισχυρίζεται ότι το 1937-1938, στη διάρκεια της «μεγάλης εκκαθάρισης», τα στρατόπεδα παραγεμίστηκαν με 7 εκατομμύρια «πολιτικούς», και ότι υπήρξαν, εκτός από τις 1 εκατομμύριο εκτελέσεις, και 2 εκατομμύρια θάνατοι. Στην πραγματικότητα, από το 1936 ως το 1939, ο αριθμός των κρατουμένων στα στρατόπεδα αυξήθηκε κατά 477.789 άτομα (δηλαδή από 839.406 έφτασε τους 1.317.195). Συντελεστής παραποίησης 14. Σε δύο χρόνια, καταμετρήθηκαν 115.922 θάνατοι, και όχι 2.000.000. Εκεί όπου 116.000 άτομα πέθαναν από διάφορες αιτίες, ο Κόνκουεστ προσθέτει 1.884.000 «θύματα του σταλινισμού».

Ο ιδεολόγος του Γκορμπατσόφ, ο Μεντβέντιεφ, κάνει λόγο για 12 με 13 εκατομμύρια ανθρώπους στα στρατόπεδα. Στα χρόνια του φιλελεύθερου Χρουστσιόφ, δεν απέμεναν παρά μόνο 2 εκατομμύρια: όλοι του κοινού ποινικού δικαίου. Στην πραγματικότητα, τον καιρό του Στάλιν, το 1951 -τη χρονιά που υπήρχε ο μεγαλύτερος αριθμός κρατουμένων στο Γκούλαγκ- υπήρχαν 1.948.158 εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, όσοι ακριβώς και επί Χρουστσιόφ. Ο πραγματικός αριθμός των πολιτικών κρατουμένων ήταν τότε 579.878. Οι περισσότεροι από τους «πολιτικούς» ήταν άτομα που είχαν συνεργαστεί με τους ναζί: 334.538 είχαν καταδικαστεί για προδοσία.

Σύμφωνα με τον Κόνκουεστ, μεταξύ 1939 και 1953, το ποσοστό των θανάτων στα στρατόπεδα εργασίας ήταν 10% το χρόνο, δηλαδή συνολικά 12 εκατομμύρια «θύματα του σταλινισμού». Ενας μέσος όρος 855.000 θάνατοι το χρόνο. Στην πραγματικότητα, ο αληθινός αριθμός σε καιρό ειρήνης ήταν 49.000.0 Κόνκουεστ επινόησε έναν επιπρόσθετο αριθμό 806.000 θανάτων το χρόνο. Στα τέσσερα χρόνια του πολέμου, όταν η ναζιστική βαρβαρότητα επέβαλε ανυπόφορες συνθήκες διαβίωσης σε όλους τους Σοβιετικούς, ο μέσος όρος θανάτων ήταν 194.000. Ετσι, μέσα σε τέσσερα χρόνια, οι ναζί προκάλεσαν έναν επιπρόσθετο αριθμό 580.000 θανάτων, που φορτώθηκαν στην πλάτη του Στάλιν...

Ο Γουερθ, που καταγγέλλει τις παραποιήσεις του Κόνκουεστ, πασχίζει ωστόσο να διατηρήσει στο μέτρο του δυνατού το μύθο των σταλινικών «εγκλημάτων».

«Σε δεκατέσσερα χρόνια (1934-1947), ένα εκατομμύριο θάνατοι καταγράφηκαν μόνο στα στρατόπεδα εργασίας». Έτσι, και ο Γουερθ χρεώνει τους επιπλέον 580.000 θανάτους, που οφείλονταν στους ναζί, στο λογαριασμό του σοσιαλισμού!

Ας επιστρέφουμε τώρα σε αυτή καθεαυτή την εκκαθάριση.

Σύμφωνα με μια από τις πιο συνηθισμένες συκοφαντίες, η εκκαθάριση απέβλεπε στην εξάλειψη της «παλιάς μπολσεβίκικης φρουράς». Ακόμα κι ένας τόσο φαύλος εχθρός του μπολσεβικισμού όπως ο Μπρζεζίνσκι επαναλαμβάνει τον ίδιο αυτό σκοπό.207 Το 1934, υπήρχαν 182.600 «παλιοί μπολσεβίκοι», δηλαδή μέλη που είχαν προσχωρήσει στο Κόμμα το αργότερο το 1920. Το 1939, ήταν 125.000. Η μεγάλη πλειονότητα, το 69%, ήταν πάντοτε στο Κόμμα. Στα πέντε αυτά χρόνια, ο αριθμός τους μειώθηκε κατά 57.000, δηλαδή κατά 31 %. Ορισμένοι είχαν πεθάνει από φυσικά αίτια, άλλοι είχαν διαγράφει και άλλοι εκτελεστεί. Είναι σαφές ότι οι «παλιοί μπολσεβίκοι» καθαιρούνταν στη διάρκεια της εκκαθάρισης όχι γιατί ήταν «παλιοί μπολσεβίκοι», αλλά εξαιτίας της πολιτικής τους συμπεριφοράς.

Κλείνοντας, ας δώσουμε το λόγο στον καθηγητή Τζ. Αρτς Γκέ-τι, που, στο τέλος του αξιόλογου βιβλίου του Origins of the Great Purges, λέει τα εξής:

«Το αρχειακό υλικό δείχνει ότι η “εζόφστσινα” (η “Μεγάλη Εκκαθάριση”), πρέπει να επανεκτιμηθεί. Δεν ήταν το αποτέλεσμα μιας απολιθωμένης γραφειοκρατίας που εξάλειφε αντιφρονούντες και εξόντωνε ριζοσπάστες βετεράνους επαναστάτες. Στην πραγματικότητα, είναι πιθανό οι εκκαθαρίσεις να ήταν ακριβώς το αντίθετο. Δεν είναι ασύμβατο με τα διαθέσιμα στοιχεία να προβληθεί το επιχείρημα ότι οι εκκαθαρίσεις ήταν μια ριζική, ακόμα και υστερική, αντίδραση κατά της γραφειοκρατίας. Οι καλοβολεμένοι δημόσιοι υπάλληλοι εξοντώνονταν από τα πάνω και από τα κάτω, από ένα σαρωτικό κύμα βολουνταρισμού και επαναστατικού πουριτανισμού».

Η αστική τάξη της Δύσης και η εκκαθάριση

Η εκκαθάριση του 1937-1938 πέτυχε σε γενικές γραμμές τον αντικειμενικό της σκοπό. Είναι αλήθεια ότι έγιναν αρκετά λάθη και ζημιές που ίσως να μην μπορούσαν να αποφευχθούν, λόγω της κατάστασης στο εσωτερικό του Κόμματος. Οι περισσότεροι άνθρωποι της ναζιστικής πέμπτης φάλαγγας εξουδετερώθηκαν στη διάρκεια της εκκαθάρισης. Κι όταν οι φασίστες επιτέθηκαν στην ΕΣΣΔ, βρήκαν ελάχιστους συνεργάτες μέσα στον κρατικό μηχανισμό και μέσα στο Κόμμα.

Όταν ακούει κανείς τους σοσιαλδημοκράτες, τους χριστιανοδημοκράτες, τους φιλελεύθερους και άλλους αστούς να μιλούν για την «παράλογη τρομοκρατία» του Στάλιν, νιώθει την ανάγκη να τους ρωτήσει πού ήταν, αυτοί και οι όμοιοι τους, το 1940, όταν οι ναζί κατέλαβαν το Βέλγιο και τη Γαλλία. Στο Βέλγιο, η μεγάλη πλειονότητα εκείνων που κατάγγειλαν την εκκαθάριση του Κόμματος από τον Στάλιν, υποστήριξαν ενεργά ή παθητικά το ναζιστικό καθεστώς, μόλις αυτό εγκαθιδρύθηκε. Όταν οι ναζί κατέλαβαν το Βέλγιο, ο Ανρί Ντε Μαν, πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, έκανε επίσημη δήλωση για να συγχαρεί τον Χίτλερ και να αναγγείλει ότι ο ερχομός των χιτλερικών στρατευμάτων σήμαινε «την απελευθέρωση της εργατικής τάξης»! Στο Μανιφέστο του τον Ιούνη του 1940, ο Ανρί Ντε Μαν γράφει εξ ονόματος του εργατικού κόμματος του Βελγίου:

«Ο πόλεμος επέφερε τη χρεοκοπία του κοινοβουλευτικού καθεστώτος και της καπιταλιστικής πλουτοκρατίας στις λεγάμενες δημοκρατίες. Για τις εργαζόμενες τάξεις και για το σοσιαλισμό, η κατάρρευση ενός σαθρού κόσμου κάθε άλλο παρά όλεθρος είναι, είναι λύτρωση. Ο δρόμος είναι ανοιχτός για τις δύο υποθέσεις, στις οποίες συνοψίζονται οι πόθοι του λαού: την ειρήνη στην Ευρώπη και την κοινωνική δικαιοσύνη».

Στα μαθήματα ιστορίας, μας παίρνουν τ’ αυτιά με όλες τις επιθέσεις ψευδολογίας κατά του Στάλιν, αλλά δε μαθαίνουμε ότι ο πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος του Βελγίου, μέγας επικριτής της σταλινικής εκκαθάρισης, ζητωκραύγαζε τους ναζί στις Βρυξέλλες! Είναι απόλυτα εξακριβωμένο ότι όχι μόνο ο Ανρί Ντε Μαν, αλλά και ο Ασίλ Βαν Ακέρ, μετέπειτα πρωθυπουργός του «δημοκρατικού» Βελγίου, συνεργάστηκαν με τους ναζί από την ώρα που αυτοί μπήκαν στις Βρυξέλλες. Όταν ακούει κανείς αυτούς τους ανθρώπους να λένε ότι η εκκαθάριση που οργανώθηκε από τον Στάλιν ήταν «εγκληματική» και «παράλογη», είναι κατανοητό. Αυτοί που ετοιμάζονταν να συνεργαστούν με τους ναζί, ανήκαν στην ίδια οικογένεια στην οποία ανήκαν τα περισσότερα από τα «θύματα των εκκαθαρίσεων». Και στη Γαλλία, η μεγάλη πλειονότητα των κοινοβουλευτικών σοσιαλιστών ψήφισαν για τις απόλυτες εξουσίες του Πετέν και συνέβαλαν έτσι στην εγκαθίδρυση του καθεστώτος του Βισί, των συνεργατών των ναζί.

Επιπλέον, όταν οι ναζί κατέλαβαν το Βέλγιο, η αντίσταση ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Τις πρώτες βδομάδες και τους πρώτους μήνες, δεν υπήρχε ουσιαστική αντίσταση. Η βελγική αστική τάξη, στο σύνολό της σχεδόν, συνεργάστηκε. Και η μεγάλη μάζα υπέμεινε και δέχτηκε παθητικά την κατοχή. Ο Γάλλος Ανρί Αμουρού έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο Σαράντα εκατομμύρια πετενικοί.

Ας κάνουμε τη σύγκριση με τη Σοβιετική Ενωση. Μόλις οι ναζί πάτησαν το πόδι τους στο σοβιετικό έδαφος, αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν στρατιωτικούς και πολίτες αποφασισμένους να αγωνιστούν μέχρι θανάτου. Η εκκαθάριση είχε συνοδευτεί από μια μόνιμη εκστρατεία ιδεολογικής και πολιτικής προετοιμασίας των εργατών για τον πόλεμο και την αντίσταση. Η αντιναζιστική επαγρύπνηση ήταν η βάση αυτής της εκστρατείας. Στο βιβλίο του για τα Ουράλια, ο Αμερικανός μηχανικός Σκοτ περιγράφει καλά πώς εκτυλίχτηκε αυτή η πολιτική εκστρατεία στα εργοστάσια του Μαγκνιτογκόρσκ. Μας μεταφέρει πώς εξηγούσε το Κόμμα τη διεθνή κατάσταση στους εργάτες, μέσα από εφημερίδες, συσκέψεις, κινηματογραφικές ταινίες και θεατρικά έργα. Μιλάει για τη βαθιά απήχηση που είχε η διαπαιδαγώγηση αυτή στους εργάτες.

Ανάμεσα στ’ άλλα, ο σοβιετικός λαός βρήκε τη δύναμη ν' αντισταθεί, χάρη στην εκστρατεία για την εκκαθάριση και χάρη στη διαπαιδαγώγηση από την οποία συνοδεύτηκε. Αν δεν υπήρχε αυτή η σιδερένια θέληση για αντίσταση με όλα τα μέσα στους ναζί, είναι προφανές ότι οι φασίστες θα είχαν καταλάβει το Λένινγκραντ, τη Μόσχα και το Στάλινγκραντ. Αν η ναζιστική πέμπτη φάλαγγα είχε καταφέρει να διατηρηθεί, θα είχε βρει υποστήριξη ανάμεσα στους ηττοπαθείς και τους συνθηκολόγους μέσα στο Κόμμα. Αν η σταλινική ηγεσία είχε ανατραπεί, η ΕΣΣΔ θα είχε συνθηκολογήσει, όπως έκανε η Γαλλία. Μια νίκη των ναζί στη Σοβιετική Ενωση θα είχε σαν άμεση συνέπεια την υπερίσχυση στους κόλπους της αγγλικής αστικής τάξης της πάντοτε πολύ ισχυρής -μετά την αποχώρηση του Τσάμπερλεν-φιλοναζιστικής τάσης, απέναντι στην ομάδα του Τσόρτσιλ. Οι ναζί θα είχαν ίσως κυριαρχήσει στον κόσμο.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΤΡΟΤΣΚΙ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΤΟΥ Β' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Στη διάρκεια της δεκαετίας του ’30, ο Τρότσκι αναδείχτηκε παγκόσμια ο μεγαλύτερος ειδικός του αντικομμουνιστικού αγώνα. Σήμερα ακόμα, οι ιδεολόγοι της Δεξιάς αντλούν μέσα από τα έργα του Τρότσκι επιχειρήματα κατά της Σοβιετικής Ενωσης του Στάλιν.

Το 1982, την ώρα που ο Ρίγκαν κήρυχνε τη νέα αντικομμουνιστική σταυροφορία, ο Ανρί Μπερνάρ, ομότιμος καθηγητής της Βασιλικής Στρατιωτικής Ακαδημίας του Βελγίου, κυκλοφορούσε ένα έργο που κοινοποιούσε ένα επείγον μήνυμα:

«Οι κομμουνιστές του 1982 είναι οι ναζί του 1939. Είμαστε πιο αδύναμοι απέναντι στη Μόσχα απ’ ό,τι ήμασταν τον Αύγουστο του 1939 απέναντι στον Χίτλερ».

Στο έργο αυτό βρίσκουμε όλες τις στερεότυπες εκφράσεις του στιλ Λε Πεν:

«Η τρομοκρατία δεν είναι το έργο μερικών οργισμένων. Όλα πηγάζουν από την ΕΣΣΔ και από τον παράνομο μηχανισμό της διεθνούς τρομοκρατίας». «Ο χριστιανικός αριστερισμός είναι μια πληγή της Δύσης». «Ο συγχρονισμός των εκδηλώσεων για την “ειρήνη” δείχνει κατά τον καλύτερο τρόπο πόσο υπαγορευμένες είναι από τη Μόσχα». «Οι Βρετανοί αλεξιπτωτιστές που πήγαν να πεθάνουν για τα Φόκλαντ έδειξαν ότι υπάρχουν ακόμα ηθικές αξίες στη Δύση» κλπ., κλπ.

Η τακτική που ακολουθεί ένας τόσο ενδόμυχα αντικομμουνιστής είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Αυτός ο άνθρωπος που δεν μπορεί να ανεχτεί ένα «χριστιανό αριστεριστή», με ευχαρίστηση συμμαχεί με τον Τρότσκι. Αυτός ο ειδικός στις στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών βεβαιώνει ότι τα ιδεολογικά όπλα που σφυρηλάτησε ο Τρότσκι είναι ιδανικά για τον αγώνα του... Να τι λέει:

«Ο Λένιν, στο ιδιωτικό επίπεδο, ήταν ανθρώπινος, όπως ακριβώς και ο Τρότσκι», γράφει ο Ανρί Μπερνάρ στο βιβλίο αυτό..« Η αισθηματική του ζωή δεν ήταν απογυμνωμένη από λεπτότητα. Κανονικά, ο Τρότσκι έπρεπε να διαδεχτεί τον Λένιν. Ήταν ο βασικός πρωτεργάτης της Οκτωβριανής Επανάστασης, ο νικητής του εμφύλιου πολέμου. Παρά τις όποιες διαφορές απόψεων, ο Λένιν εξακολουθούσε να είναι γεμάτος στοργή για τον Τρότσκι. Τ ον υπολόγιζε για διάδοχό του. Εβρισκε τον Στάλιν υπερβολικά βίαιο. Στα εσωτερικά ζητήματα, ο Τρότσκι όρθωνε το ανάστημά του απέναντι στη φοβερή γραφειοκρατία που παρέλυε τον κομμουνιστικό μηχανισμό. Καλλιτέχνης, μορφωμένος, μη κομφορμιστής και συχνά προφητικός, ο Τρότσκι δεν μπορούσε να συνεννοηθεί με τους ημιμαθείς δογματικούς του Κόμματος. Υπάρχει εθνικισμός στον Στάλιν, ένα αίσθημα που δεν υπήρχε ούτε στον Λένιν ούτε στον Τρότσκι. Με τον Τρότσκι, τα ξένα κομμουνιστικά κόμματα μπορούσαν να θεωρήσουν ότι αποτελούν μια δύναμη στην αποκλειστική υπηρεσία μιας κοινωνικής τάξης που έπρεπε να επιβληθεί. Με τον Στάλιν, δουλεύουν για το καλό του Κρεμλίνου και της ιμπεριαλιστικής του πολιτικής».

Παρουσιάζουμε εδώ μερικές βασικές θέσεις που υποστήριξε ο Τρότσκι στη διάρκεια των ετών 1937-1940, που δείχνουν τη φύση του αγώνα του κατά του κομμουνιστικού κινήματος. Δίνουν να καταλάβει κανείς γιατί οι άνθρωποι των δυτικών μυστικών υπηρεσιών, όπως ο Ανρί Μπερνάρ, στηρίζονται στον Τρότσκι προκειμένου να πολεμήσουν τους κομμουνιστές. Ρίχνουν επίσης φως στην ταξική πάλη ανάμεσα σε μπολσεβίκους και οπορτουνιστές και σε ορισμένες πλευρές της εκκαθάρισης των ετών 1937-1938.

Ο ΕΧΘΡΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΝΕΑ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΙΚΗ ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΗ...

Για τον Τρότσκι, ο κύριος εχθρός βρίσκεται στην κορυφή του σοβιετικού κράτους: είναι η μπολσεβίκικη «νέα αριστοκρατία», το πιο αντισοσιαλιστικό και αντιδημοκρατικό στρώμα της κοινωνίας, ένα κοινωνικό στρώμα που ζει «όπως η εύπορη αστική τάξη των Ηνωμένων Πολιτειών»! Να τι λέει:

«Οι προνομιούχοι γραφειοκράτες αντιπροσωπεύουν σήμερα το πιο αντισοσιαλιστικό και το πιο αντιδημοκρατικό στρώμα της σοβιετικής κοινωνίας».

«Κατηγορούμε την ηγετική κλίκα ότι έχει εξελιχτεί σε μια νέα αριστοκρατία που καταπιέζει και απομυζά τις μάζες. (...) Το ανώτερο στρώμα της γραφειοκρατίας κάνει περίπου την ίδια ζωή με την εύπορη αστική τάξη στις Ηνωμένες Πολιτείες και στις άλλες καπιταλιστικές χώρες».

Η γλώσσα αυτή δε διαφέρει πλέον σε τίποτε από τη γλώσσα των μενσεβίκων ηγετών, όταν αυτοί αγωνίζονταν με το όπλο στο χέρι στο πλευρό των Λευκών και των ξένων συμμάχων τους. Ούτε εξάλλου από τη γλώσσα της κλασικής Δεξιάς των ιμπεριαλιστικών χωρών.

Συγκρίνετε τον Τρότσκι με τον κύριο ιδεολόγο του αντικομμουνισμού στο χριστιανικό συνδικάτο, τον Π. Ζ. Σ. Σέραρενς, που έγραφε γύρω στα 1948:

«Χάρη στον Στάλιν, υπάρχουν και πάλι “τάξεις”, πλούσιοι. (...) Όπως ακριβώς γίνεται στην καπιταλιστική κοινωνία, η ελίτ ανταμείβεται με χρήμα και με εξουσία. Υπάρχει αυτό που η “Εργατική Δύναμη” ονομάζει “σοβιετική αριστοκρατία”. Το εβδομαδιαίο αυτό όργανο τη συγκρίνει με την αριστοκρατία που δημιούργησε ο Ναπολέοντας».

Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, το συνδικάτο Εργατική Δύναμη, στο οποίο αναφέρεται ο Σέραρενς, είχε ιδρυθεί και χρηματοδοτηθεί απευθείας από τη C ΙΑ. Η τροτσκιστική ομάδα των «λαμπερτιστών» εκεί ξημεροβραδιαζόταν. Εκείνη την εποχή, η Διεθνής Συνομοσπονδία των Χριστιανικών Συνδικάτων, είτε στην Ιταλία είτε στο Βέλγιο, δούλευε κι αυτή σε στενή σχέση με τη CIA για την υπεράσπιση του καπιταλιστικού συστήματος στην Ευρώπη. Και για να ξεσηκώσει τους εργαζομένους κατά του κομμουνισμού, κατέφευγε ανενδοίαστα σε μια απίθανη «αντικαπιταλιστική» δημαγωγία: στην ΕΣΣΔ υπάρχει μια «νέα τάξη πλουσίων», μια «σοβιετική αριστοκρατία»!

Απέναντι σ’ αυτή τη «νέα αριστοκρατία που καταπιέζει τις μάζες», υπάρχει λοιπόν, σύμφωνα με τον Τρότσκι, ο καλός λαός, τα «εκατόν εξήντα εκατομμύρια δυσαρεστημένων». Ο «λαός» αυτός περιφρουρεί την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και τη σχεδιασμένη οικονομία απέναντι «στους αδαείς και δεσποτικούς σταλινικούς ληστές». Με λίγα λόγια, εκτός από τους «σταλινικούς», όλη η υπόλοιπη κοινωνία είναι υγιής και διεξάγει δικαιολογημένους αγώνες! Ας ακούσουμε τον Τρότσκι:

«Δώδεκα με δεκαπέντε εκατομμύρια προνομιούχων, να ο “λαός” που οργανώνει τις παράτες, τις εκδηλώσεις και τα πανηγύρια. Όμως, εκτός από αυτούς τους εξαγορασμένους, υπάρχουν εκατόν εξήντα εκατομμύρια δυσαρεστημένοι. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στη γραφειοκρατία και στο λαό μετριέται με την αυξανόμενη αυστηρότητα των ολοκληρωτικών κανονισμών. Η γραφειοκρατία δεν μπορεί να συντρίβει παρά με μια νέα πολιτική επανάσταση».

«Η οικονομία είναι σχεδιασμένη στη βάση της κρατικοποίησης και της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής. Αυτή η κρατικοποιημένη οικονομία έχει τους δικούς της νόμους που συμβιβάζονται ολοένα και λιγότερο με το δεσποτισμό, την άγνοια και τα ληστρικά ήθη της σταλινικής γραφειοκρατίας».

Αφού η παλινόρθωση του καπιταλισμού είναι αδύνατη, σύμφωνα με τον Τρότσκι, νομιμοποιείται κάθε σοσιαλδημοκρατική, αναθεωρητική, αστική και αντεπαναστατική αντιπολίτευση! Εκφράζει τη φωνή «160 εκατομμυρίων δυσαρεστημένων» και αποβλέπει στην «περιφρούρηση» των κοινωνικοποιημένων μέσων παραγωγής απέναντι στη «νέα αριστοκρατία». Ο Τρότσκι κατάντησε το πιο δόλιο φερέφωνο όλων των αντιδραστικών, αντισοσιαλιστικών και φασιστικών δυνάμεων.

ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΦΑΣΙΣΜΟΣ...

Ο Τρότσκι ήταν από τους πρώτους που έριξαν την ιδέα ότι μπολσεβικισμός και φασισμός είναι δίδυμα αδέλφια. Η θέση αυτή ήταν πολύ δημοφιλής τη δεκαετία του ’30 στα αντιδραστικά κόμματα όλου του κόσμου. Το κομμουνιστικό κόμμα ήταν ο άσπονδος εχθρός τους, το φασιστικό κόμμα ο πιο επικίνδυνος αστός ανταγωνιστής τους.

Να τι λέει ο Τρότσκι:

«Ο φασισμός κατακτά τη μια νίκη μετά την άλλη και ο καλύτερος σύμμαχός του, εκείνος που του ανοίγει το δρόμο σε ολόκληρο τον κόσμο, είναι ο σταλινισμός».

«Στην πραγματικότητα, τίποτα δε διακρίνει τις πολιτικές μεθόδους του Στάλιν από εκείνες του Χίτλερ. Όμως, η διαφορά ως προς τις συνέπειες στη διεθνή πολιτική σκηνή είναι οφθαλμοφανής».

«Ενα σημαντικό μέρος, που αποκτά όλο και περισσότερη σημασία, του σοβιετικού μηχανισμού είναι επανδρωμένο από φασίστες που δεν έχουν ακόμη αναγνωριστεί ως τέτοιοι. Το να ταυτίζει κανείς το σοβιετικό καθεστώς στο σύνολότου με το φασισμό είναι χοντροκομμένο ιστορικό λάθος. (...) Όμως, η συμμετρία στο πολιτικό εποικοδόμημα και η ομοιότητα στις ολοκληρωτικές μεθόδους και τους ψυχολογικούς τύπους είναι εντυπωσιακές. (...) Η αγωνία του σταλινισμού είναι το πιο φρικιαστικό και το πιο βδελυρό θέαμα στην ιστορία της ανθρωπότητας».

Ο Τρότσκι παρουσιάζει εδώ μια από τις πρώτες εκδοχές από ένα θέμα της προπαγάνδας της CIA και των φασιστών της δεκαετίας του ’50, δηλαδή τον «κόκκινο φασισμό». Μετά το 1944-1945, όλοι οι Γερμανοί, Ούγγροι, Κροάτες και Ουκρανοί φασίστες αρχηγοί που διέφυγαν στη Δύση, φόρεσαν «δημοκρατικό» προσωπείο. Εκθέιαζαν την αμερικανική «δημοκρατία», τη νέα ηγεμονική δύναμη, τον κύριο υποστηρικτή όλων των αντιδραστικών και φασιστικών δυνάμεων στον κόσμο. Αυτοί οι «πρώην» φασίστες, πιστοί στο εγκληματικό παρελθόν τους, ανέπτυξαν όλοι το ίδιο θέμα: «Ο μπολσεβικισμός είναι φασισμός, αλλά σε χειρότερη έκδοση».

Ας σημειώσουμε επίσης ότι τη στιγμή που ο φασισμός είχε ήδη εξαπολύσει τον πόλεμο (πόλεμοι της Αιθιοπίας και της Ισπανίας, προσάρτηση της Αυστρίας και της Τσεχοσλοβακίας), ο Τρότσκι βεβαιώνει πως «το πιο φρικιαστικό και βδελυρό θέαμα» στη γη είναι «η αγωνία του σοσιαλισμού»!

ΗΤΤΟΠΑΘΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Ο Τρότσκι έγινε ο κύριος προπαγανδιστής της ηττοπάθειας και της συνθηκολόγησης στη Σοβιετική Ένωση, αυτός που μιλούσε δημαγωγικά για την «παγκόσμια επανάσταση» προκειμένου να καταπνίξει καλύτερα τη σοβιετική επανάσταση. Ο Τρότσκι διαδίδει την ιδέα ότι σε περίπτωση φασιστικής επίθεσης ενάντια στην ΕΣΣΔ, ο Στάλιν και οι μπολσεβίκοι «θα προδώσουν» και ότι όσο είναι στην ηγεσία, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία για την ήττα της Σοβιετικής Ένωσης. Να ποιες είναι οι σχετικές θέσεις του:

«Η στρατιωτική κατάσταση στη σοβιετική Ρωσία είναι αντιφατική. Από τη μια, έχουμε έναν πληθυσμό 170 εκατομμυρίων κατοίκων που έχουν αφυπνιστεί από τη μεγαλύτερη επανάσταση της ιστορίας, που διαθέτει μια λίγο-πολύ αναπτυγμένη πολεμική βιομηχανία. Από την άλλη, έχουμε ένα πολιτικό καθεστώς που παραλύει όλες τις δυνάμεις της νέας αυτής κοινωνίας. Για ένα πράγμα είμαι βέβαιος: το πολιτικό καθεστώς δε θα επιβιώσει μετά τον πόλεμο! Το κοινωνικό καθεστώς, που είναι η εθνικοποίηση της παραγωγής, είναι ασύγκριτα πιο ισχυρό από το πολιτικό καθεστώς που είναι δεσποτικό. Οι εκπρόσωποι του πολιτικού καθεστώτος, οι γραφειοκράτες, είναι τρομοκρατημένοι από την προοπτική του πολέμου, γιατί ξέρουν καλύτερα από μας ότι δε θα επιβιώσουν ως πολιτικό καθεστώς μετά τον πόλεμο».

Και πάλι, έχουμε από τη μια πλευρά «τα 170 εκατομμύρια», τους «καλούς» πολίτες που αφυπνίστηκαν όλοι χάρη στην επανάσταση. Αναρωτιέται κανείς, βέβαια, από ποιον, αν όχι από το μπολσεβίκικο Κόμμα και από τον Στάλιν: η μεγάλη μάζα των αγροτών δεν ήταν καθόλου «αφυπνισμένη» την περίοδο 1921-1928... Αυτά τα «170 εκατομμύρια» διαθέτουν «αναπτυγμένη πολεμική βιομηχανία». Λες και δεν είναι η πολιτική της εκβιομηχάνισης και της κολεκτιβοποίησης, που προτάθηκε από τον Στάλιν και πραγματοποιήθηκε χάρη στη σιδερένια θέλησή του, που επέτρεψε τη δημιουργία της βιομηχανίας όπλων σε χρόνο ρεκόρ! Χάρη στη σωστή γραμμή του, στη θέλησή του, στις οργανωτικές του ικανότητες, το μπολσεβίκικο καθεστώς αφύπνισε όλες τις λαϊκές δυνάμεις της κοινωνίας, που μέχρι τότε παρέμεναν στην άγνοια, στη δεισιδαιμονία, στην πρωτόγονη ατομική εργασία. Όμως, σύμφωνα με τα λεγάμενα του προβοκάτορα που κατάντησε ο Τρότσκι, το μπολσεβίκικο αυτό καθεστώς παραλύει όλες τις δυνάμεις της κοινωνίας! Κι ο Τρότσκι κάνει μια από τις πολλές παρανοϊκές προφητείες του: είναι βέβαιος ότι το μπολσεβίκικο καθεστώς δε θα επιβιώσει μετά τον πόλεμο! Ετσι, βρίσκουμε στον Τρότσκι δύο θέματα από την προσφιλή στους ναζί προπαγάνδα: τον αντιμπολσεβικισμό και την ηττοπάθεια.

«Το Βερολίνο ξέρει πάρα πολύ καλά μέχρι ποιο βαθμό η κλίκα του Κρεμλίνου έχει αποθαρρύνει το στρατό και τον πληθυσμό με τον αγώνα της για να προφυλάξει τον εαυτό της. (...) Ο Στάλιν εξακολουθεί να υπονομεύει το ηθικό και την αντίσταση της χώρας γενικά. Οι ανέντιμοι και ασυνείδητοι καριερίστες στους οποίους αναγκάζεται όλο και πιο πολύ να στηρίζεται, θα προδώσουν τη χώρα στις δύσκολες στιγμές».

Κυριευμένος από το μίσος του για τον κομμουνισμό, ο Τρότσκι προτρέπει έτσι τους ναζί να κηρύξουν τον πόλεμο στην ΕΣΣΔ. Αυτός, ο «άριστος γνώστης» των υποθέσεων της ΕΣΣΔ, κάνει γνωστό στους ναζί ότι έχουν όλες τις πιθανότητες να κερδίσουν τον πόλεμο κατά του Στάλιν: ο στρατός και ο πληθυσμός έχουν χάσει το ηθικό τους (ψέμα!), ο Στάλιν υπονομεύει την αντίσταση (ψέμα!), οι σταλινικοί θα συνθηκολογήσουν μόλις αρχίσει ο πόλεμος (ψέμα!).

Στη Σοβιετική Ένωση, η τροτσκιστική αυτή προπαγάνδα είχε δύο συνέπειες: προώθησε την ηττοπάθεια και το πνεύμα συνθηκολόγησης, την ιδέα ότι η νίκη του φασισμού ήταν αναπότρεπτη με μια τόσο διεφθαρμένη και ανίκανη ηγεσία. Παρακίνησε επίσης σε «εξεγέρσεις» ή απόπειρες για την εξόντωση των μπολσεβίκων ηγετών «που θα προδώσουν στις δύσκολες στιγμές». Πράγματι, μια ηγεσία για την οποία βεβαιώνεται κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται να επιβιώσει μετά τον πόλεμο, θα είναι δυνατό να ανατραπεί εύκολα με το που θα αρχίσει η σύγκρουση. Οι αντισοβιετικές και οπορτουνιστικές ομάδες μπορούσαν, επομένως, να δοκιμάσουν την τύχη τους.

Και στις δύο περιπτώσεις, οι προβοκάτσιες του Τρότσκι βοήθησαν άμεσα τους ναζί.

Ο ΤΡΟΤΣΚΙ ΚΑΙ Η ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ ΤΟΥ ΤΟΥΧΑΤΣΕΦΣΚΙ

Στο κεφάλαιο που ήταν αφιερωμένο στη στρατιωτική συνωμοσία του Τουχατσέφσκι, δείξαμε ότι υπήρξε πραγματικά μια αντικομμουνιστική αντιπολίτευση ανάμεσα στα στελέχη του Κόκκινου Στρατού. Η στάση του Τρότσκι απέναντι σ’ αυτήν την πραγματικότητα λέει πολλά.

Να πώς τοποθετείται ο Τρότσκι μέσα από τα ίδια του τα κείμενα στην υπόθεση Τουχατσέφσκι:

«Πρέπει να πω εδώ ποιες ήταν οι σχέσεις μου με τον Τουχατσέφσκι. Ποτέ δεν πήρα στα σοβαρά τις κομμουνιστικές πεποιθήσεις αυτού του πρώην αξιωματικού της Φρουράς».

«Οι στρατηγοί (γύρω από τον Τουχατσέφσκι) αγωνίστηκαν για να υπερασπιστούν την ασφάλεια της Σοβιετικής Ένωσης απέναντι στα προσωπικά συμφέροντα του Στάλιν».

«Ο στρατός έχει ανάγκη από ανθρώπους ικανούς, τίμιους, όπως είναι οι οικονομολόγοι και οι επιστήμονες, από ανθρώπου ανεξάρτητους και με ανοιχτό μυαλό. Κάθε άντρας ή γυναίκα με ανεξάρτητο πνεύμα έρχεται σε σύγκρουση με τη γραφειοκρατία και η γραφειοκρατία αναγκάζεται να αποκεφαλίσει όλο το τμήμα για να προστατεύσει τον εαυτό της. (...) Ενας καλός στρατηγός, όπως ο Τουχατσέφσκι, έχει ανάγκη από βοηθούς, από άλλους στρατηγούς γύρω του και εκτιμάει κάθε άνθρωπο σύμφωνα με την πραγματική του αξία. Η γραφειοκρατία έχει ανάγκη από ανθρώπους πειθήνιους, νωθρούς, από σκλάβους και οι δύο αυτοί τύποι ανθρώπων έρχονται πάντοτε σε σύγκρουση και οπουδήποτε».

«Ο Τ ουχατσέφσκι και μαζί μ’ αυτόν το άνθος των στρατιωτικών στελεχών έπεσαν στην πάλη κατά της αστυνομικής δικτατορίας που είχε επιβληθεί στους αξιωματικούς του Κόκκινου Στρατού. Με βάση τον κοινωνικό της χαρακτήρα, η στρατιωτική γραφειοκρατία δεν είναι, φυσικά, καλύτερη από την πολιτική γραφειοκρατία. Η γραφειοκρατία, παρμένη στο σύνολό της, εκπληρώνει δύο ρόλους: της εξουσίας και της διοίκησης. Οι δύο αυτοί ρόλοι ακριβώς έφτασαν σήμερα σε οξυμένη αντίφαση. Για να εξασφαλιστεί μια καλή διοίκηση, πρέπει να εξαλειφθείη ολοκληρωτική εξουσία».

«Τι μπορεί, επομένως, να σημαίνει η νέα διαρχία στη διοίκηση: το πρώτο στάδιο της αποσύνθεσης του Κόκκινου Στρατού και το ξεκίνημα ενός νέου εμφύλιου πολέμου στη χώρα; Η νέα γενιά επιτρόπων σημαίνει τον έλεγχο της βοναπαρτιστικής κλίκας πάνω στην πολιτική και στρατιωτική διοίκηση και, μέσα απ’ αυτήν, πάνω στο λαό. Οι σημερινοί διοικητές βγήκαν από τον Κόκκινο Στρατό, είναι αδιάρρηκτα δεμένοι μ’ αυτόν. Αντίθετα, οι επίτροποι στρατολογούνται ανάμεσα απ’ τους γιους των γραφειοκρατών που ούτε επαναστατική πείρα έχουν, ούτε στρατιωτικές γνώσεις, ούτε ιδεολογικό κεφάλαιο. Πρόκειται για ολοκληρωμένου τύπου καριερίστες της νέας σχολής. Καλούνται να διοικήσουν μόνο και μόνο επειδή ενσαρκώνουν την “επαγρύπνηση”, δηλαδή την αστυνομική επιτήρηση του στρατού. Οι στρατιωτικοί διοικητές δείχνουν γι’ αυτούς ένα μίσος που πολύ τους αξίζει. Το καθεστώς της διαρχίας στη διοίκηση μεταβάλλεται σε πάλη ανάμεσα στην πολιτική αστυνομία και στο στρατό, όπου η κεντρική εξουσία βρίσκεται στο πλευρό της αστυνομίας».

«Η ανάπτυξη της χώρας, και ιδιαίτερα η αύξηση των νέων αναγκών της, είναι ασύμβατη με τον ολοκληρωτικό βόρβορο. Να γιατί εκδηλώνονται τάσεις απώθησης, εκδίωξης, αποβολής της γραφεικρατείας έξω απ’ όλους τους τομείς της ζωής. Στους τομείς της τεχνικής, της εκπαίδευσης, του πολιτισμού, της άμυνας, οι άνθρωποι με πείρα, επιστημονική κατάρτιση και κύρος απωθούν αυτόματα τους πράκτορες της σταλινικής δικτατορίας που στην πλειονότητά τους είναι ακαλλιέργητοι και κυνικοί παλιάνθρωποι τύπου Μέχλις και Γεζόφ».

Πρώτα απ’ όλα, ο Τρότσκι είναι υποχρεωμένος να παραδεχτεί ότι ο Τουχατσέφσκι και οι όμοιοι του δεν έχουν καμιά σχέση με τον κομμουνισμό: εξάλλου παλιότερα, ο ίδιος ο Τρότσκι είχε χαρακτηρίσει τον Τουχατσέφσκι ως υποψήφιο για ένα ναπολεόντειου τύπου στρατιωτικό πραξικόπημα. Απ’ την άλλη, για τις ανάγκες της τυφλής πάλης του κατά του Στάλιν, ο Τρότσκι αρνείται την ύπαρξη αστικής, αντεπαναστατικής αντιπολίτευσης στην κορυφή του στρατού. Στην πραγματικότητα, υποστηρίζει κάθε αντιπολίτευση κατά του Στάλιν και του μπολσεβίκικου πυρήνα, συμπεριλαμβανομένης και του Τουχατσέφσκι, του Άλξνις κ.ά. Ο Τρότσκι ακολουθεί πολιτική κατά μέτωπο, σε στενή ενότητα με όλους τους αντικομμουνιστές που υπάρχουν στους κόλπους του στρατού. Αυτό δείχνει καθαρά ότι ο Τρότσκι δεν μπορούσε να φτάσει στην εξουσία παρά μόνο συμμαχώντας με τις δυνάμεις της αντεπανάστασης. Ο Τρότσκι βεβαιώνει ότι όλοι εκείνοι που πολεμούν μέσα στο στρατό τον Στάλιν και την ηγεσία του Κόμματος νοιάζονται πραγματικά για την ασφάλεια της χώρας, ενώ οι αξιωματικοί που είναι πιστοί στο Κόμμα υπερασπίζονται τη δικτατορία του Στάλιν και τα προσωπικά συμφέροντά του.

Προκαλεί έκπληξη η διαπίστωση ότι η ανάλυση του Τρότσκι για την πάλη στους κόλπους του Κόκκινου Στρατού μοιάζει σαν δυο σταγόνες νερό με την ανάλυση που παρουσίασε ο Ρόμαν Κόλκοβιτς στη μελέτη του για λογαριασμό του αμερικανικού στρατού. Κατ’ αρχήν, ο Τρότσκι τάσσεται εναντίον όλων των μέτρων του Κόμματος που αποοκοπούν στην άσκηση πολιτικού ελέγχου στον Κόκκινο Στρατό. Ιδιαίτερα, ο Τρότσκι επιτίθεται στην επαναφορά του θεσμού των πολιτικών επιτρόπων, που θα έπαιζαν ουσιαστικό ρόλο ως πολιτική ψυχή του αντιφασιστικού πολέμου, θα διατηρούσαν ψηλά το επαναστατικό ηθικό σε κάθε δοκιμασία και θα βοηθούσαν τους νεαρούς στρατιώτες να αποκτήσουν σαφή πολιτικό προσανατολισμό μέσα στα πλαίσια των ιδιαίτερα πολύπλοκων προβλημάτων που έβαλε ο πόλεμος. Ο Τρότσκι ξεσηκώνει τα αισθήματα
λιτισμού και αποκλειστικότητας των στρατιωτικών απέναντι στο Κόμμα, έχοντας σαν στόχο αυτό που αναφέρει ξεκάθαρα: να δια-σπαστεί ο Κόκκινος Στρατός και να προκληθεί εμφύλιος πόλεμος. Έπειτα, ο Τρότσκι δηλώνει υποστηρικτής της ανεξαρτησίας και, επομένως, του «επαγγελματισμού» των αξιωματικών, λέγοντας ότι είναι ικανοί, τίμιοι και ανοιχτόμυαλοι, στο μέτρο που αντιτάσσονται στο Κόμμα! Ωστόσο, είναι προφανές ότι όλα τα αντικομμουνι-στικά στοιχεία τύπου Τοκάγεφ υπερασπίζονταν τις αστικές ετερόδοξες ιδέες τους στο όνομα της ανεξαρτησίας και της ευρύτητας πνεύματος!

Ο Τρότσκι βεβαιώνει ότι υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα στη «σταλινική» εξουσία και στην κρατική διοίκηση, την οποία και υποστηρίζει. Στην πραγματικότητα, η αντίθεση ανάμεσα στην εξουσία και τη διοίκηση που αναφέρει, είναι η αντίθεση ανάμεσα στο μπολσεβίκικο Κόμμα και στην κρατική γραφειοκρατία. Όπως όλοι οι αντικομμουνιστές του κόσμου, ο Τρότσκι υπονοεί το Κομμουνιστικό Κόμμα κάτω από την ατιμωτική ετικέτα «γραφειοκρατία». Όμως, ο πραγματικός κίνδυνος γραφειοκρατικοποίησης του καθεστώτος βρίσκεται στις φατρίες της διοίκησης, που καμιά σχέση δεν έχουν με το κομμουνιστικό ιδεώδες, που επιζητούν να απαλλαγούν από τον «ασφυκτικό» ιδεολογικό και πολιτικό έλεγχο του Κόμματος για να τοποθετηθούν πάνω από την κοινωνία και να αποκτήσουν κάθε είδους προνόμια και πλεονεκτήματα. Ο πολιτικός έλεγχος του Κόμματος στην πολιτική και στρατιωτική διοίκηση έχει ως κύριο σκοπό την καταπολέμηση αυτών των τάσεων γραφειοκρατικού εκφυλισμού. Όταν ο Τρότσκι δηλώνει ρητά πως, για να εξασφαλιστεί η καλή διοίκηση της χώρας, απαιτείται η απαλλαγή από τον έλεγχο του Κόμματος, γίνεται το φερέφωνο των χειρότερων γραφειοκρατικών τάσεων μέσα στους κόλπους του μηχανισμού.

Πιο γενικά, ο Τρότσκι παίρνει τη θέση του υπερασπιστή του «επαγγελματισμού» των στελεχών στους τομείς του στρατού, της τεχνικής, της επιστήμης και του πολιτισμού, με λίγα λόγια, όλων των τεχνοκρατών που τείνουν να απαλλαγούν από τον κομματικό έλεγχο, που θα ήθελαν «να εκδιώξουν το Κόμμα από όλους τους τομείς της ζωής», σύμφωνα με τη συμβουλή του Τρότσκι...

Στα πλαίσια της ταξικής πάλης που διαπέρασε το Κόμμα και το κράτος τις δεκαετίες του ’30 και του ’40, η οροθετική γραμμή ήταν ανάμεσα στις δυνάμεις που υπερασπίζονταν τη λενινιστική πολιτική του Στάλιν και στις δυνάμεις που ενθάρρυναν την τεχνοκρατία, τη γραφειοκρατία και τη στρατοκρατία. Οι τελευταίες αυτές δυνάμεις θα πάρουν την ηγεμονία στην ηγεσία του Κόμματος, όταν θα γίνει το πραξικόπημα του Χρουστσόφ.

ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΩΝ ΝΑΖΙ

Ο Τρότσκι υπερασπίστηκε τη θέση που έλεγε ότι για να υπάρξει σωστή προετοιμασία για το ναζιστικό επιθετικό πόλεμο, πρέπει να ανατραπούν ο Στάλιν και οι μπολσεβίκοι. Υπερασπίζοντας αυτή τη θέση, ο Τρότσκι έγινε όργανο στην υπηρεσία των χιτλερικών. Πρόσφατα, σε μια συγκέντρωση, ένας φανατικός ούρλιαζε:

«Είναι ψέματα! Ο Τ ρότσκι διακήρυχνε πάντοτε ότι υπερασπιζόταν χωρίς όρους την ΕΣΣΔ απέναντι στον ιμπεριαλισμό.»

Ναι, ο Τρότσκι υπερασπίστηκε πάντοτε τη Σοβιετική Ένωση... τουλάχιστον, αν δεχτούμε ότι η διάλυση του μπολσεβίκικου Κόμματος ήταν η καλύτερη προετοιμασία για την υπεράσπισή της! Το βασικό σημείο είναι ότι ο Τρότσκι προέτρεπε σε αντιμπολσεβίκικη εξέγερση - από την οποία δε θα είχαν όφελος οι λίγοι τροτσκιστές, αλλά οι ναζί. Ο Τρότσκι μπορεί να καλούσε σε εξέγερση στο όνομα μιας «καλύτερης υπεράσπισης» της ΕΣΣΔ, όμως αυτό δεν άλλαζε καθόλου το γεγονός ότι έκανε αντικομμουνιστική πολιτική κι ότι κινητοποιούσε όλες τις αντισοσιαλιστικέςς δυνάμεις. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ναζί ήταν οι πρώτοι που εκτίμησαν αυτή την «καλύτερη υπεράσπιση της ΕΣΣΔ».

Ας δούμε τις ακριβείς δηλώσεις του Τρότσκι σε ό,τι αφορά στην «καλύτερη υπεράσπιση της ΕΣΣΔ».

«Δεν μπορώ να είμαι “υπέρ της ΕΣΣΔ” γενικά. Είμαι υπέρ των εργαζόμενων μαζών που δημιούργησαν την ΕΣΣΔ και κατά της γραφειοκρατίας που σφετερίστηκε τα οφέλη της επανάστασης. (...) Είναι καθήκον κάθε πραγματικού επαναστάτη να δηλώσει ειλικρινά και ανοιχτά: ο Στάλιν προετοιμάζει την ήττα της ΕΣΣΔ».

«Η κύρια πηγή κινδύνου για την ΕΣΣΔ στις σημερινές συνθήκες αντιπροσωπεύεται από τον Στάλιν και την ολιγαρχία της οποίας ηγείται. Ο αγώνας κατά των ανθρώπων αυτών είναι για μένα άρρηκτα δεμένος με την υπεράσπιση της ΕΣΣΔ».

«Το πρώην μπολσεβίκικο κόμμα μετατράπηκε σε μηχανισμό της κάστας. (...) Απέναντι στον ιμπεριαλιστικό εχθρό, θα υπερασπιστούμε την ΕΣΣΔ με όλες μας τις δυνάμεις. Ωστόσο, οι κατακτήσεις της Οκτωβριανής Επανάστασης δε θα ωφελήσουν το λαό παρά μόνο αν φανεί ικανός να δράσει κατά της σταλινικής γραφειοκρατίας, όπως έκανε στο παρελθόν κατά της τσαρικής γραφειοκρατίας και της αστικής τάξης».

«Μόνο μια εξέγερση του σοβιετικού προλεταριάτου κατά της ατιμωτικής τυραννίας των νέων παρασίτων μπορεί να σώσει ό,τι υπάρχει ακόμα στα θεμέλια της κοινωνίας από τις κατακτήσεις του Οκτώβρη. Με αυτή και μόνο την έννοια, υπερασπιζόμαστε την Οκτωβριανή Επανάσταση απέναντι στον ιμπεριαλισμό, φασιστικό ή δημοκρατικό, απέναντι στη σταλινική γραφειοκρατία και τους πληρωμένους “φίλους” της».

Από τα αποσπάσματα αυτά προκύπτει καθαρά ότι τα λόγια «θα υπερασπιστούμε την ΕΣΣΔ απέναντι στον ιμπεριαλισμό» λέγονται από έναν αντικομμουνιστή που είναι σαφώς αναγκασμένος να τα πει, αν θέλει να έχει την παραμικρή πιθανότητα να εισακουστεί από τις μάζες που είναι αποφασισμένες να υπερασπιστούν με όλες τους τις δυνάμεις το σοσιαλιστικό καθεστώς. Όμως, μόνο πολιτικά τυφλοί άνθρωποι θα μπορούσαν να κάνουν λάθος ως προς την έννοια αυτής της «υπεράσπισης». Πράγματι, μ’ αυτό τον τρόπο οι προδότες και οι εχθροί αντιλαμβάνονται την υπεράσπιση: «Ο Στάλιν θα προδώσει, προετοιμάζει την ήττα. Επομένως, πρέπει να ανατραπούν ο Στάλιν και η μπολσεβίκικη ηγεσία για να είναι δυνατή η υπεράσπιση της ΕΣΣΔ». Μια τέτοια προπαγάνδα βόλευε απόλυτα τους ναζί.

Ο Τρότσκι «υπερασπίζεται» την ΕΣΣΔ... αλλά όχι την ΕΣΣΔ του Στάλιν και του μπολσεβίκικου Κόμματος. Ισχυρίζεται ότι θα υπερασπιστεί την ΕΣΣΔ «με όλες μας τις δυνάμεις», δηλαδή με τις μερικές χιλιάδες οπαδούς που διαθέτει στην ΕΣΣΔ! Προς το παρόν, όμως, αυτές οι μερικές χιλιάδες οπαδοί πρέπει να προσπαθήσουν να προκαλέσουν μια εξέγερση κατά του Στάλιν και του μπολσεβίκικου Κόμματος! Ωραία υπεράσπιση, πραγματικά.

Ακόμα κι ένας αντίπαλος του σοσιαλισμού όπως ο Τοκάγεψ εκτιμά ότι με τα λόγια αυτά ο Τρότσκι παίζει το παιχνίδι των Γέρμανών εισβολέων. Ο Τοκάγεφ είναι υποστηρικτής του αγγλικού ιμπεριαλισμού. Στις αρχές του πολέμου, κάνει τους παρακάτω συλλογισμούς:

«Οι λαοί της ΕΣΣΔ, καθοδηγούμενοι από το ένστικτό τους μπροστά σ' ένα θανάσιμο κίνδυνο, είχαν ταυτιστεί με το καθεστώς του Στάλιν. Οι αντίπαλες δυνάμεις είχαν δώσει αυθόρμητα τα χέρια. Επικρατούσε γενικά η σκέψη: συμμαχία ακόμα και με το διάβολο προκειμένου να νικηθεί ο Χίτλερ. Για το λόγο αυτό, η αντίπραξη στον Στάλιν όχι μόνο έβλαπτε το διεθνές μέτωπο κατά των δυνάμεων του Άξονα, αλλά σήμαινε επίσης ανταγωνιστική τοποθέτηση απέναντι στους λαούς της ΕΣΣΔ».

Όσο πλησιάζει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, η κύρια έμμονη ιδέα του Τρότσκι, αν όχι η μοναδική, είναι η ανατροπή του μπολσεβίκικου Κόμματος στη Σοβιετική Ενωση. Να ποιες είναι οι δηλώσεις του:

«Η αντιδραστική γραφειοκρατία πρέπει και θα ανατραπεί. Η πολιτική επανάσταση στην ΕΣΣΔ είναι αναπόφευκτη».

«Μόνο η ανατροπή της βοναπαρτιστικής κλίκας του Κρεμλίνου μπορεί να επιτρέψει την αναγέννηση της στρατιωτικής δύναμης της ΕΣΣΔ. (...) Η πάλη κατά του πολέμου, του ιμπεριαλισμού και του φασισμού απαιτεί ανηλεή αγώνα κατά του γεμάτου εγκλήματα σταλινισμού. Όποιος υπερασπίζεται άμεσα ή έμμεσα το σταλινισμό, όποιος αποσιωπά τις προδοσίες του ή υπερβάλλει για τη δύναμη του στρατού του είναι ο χειρότερος εχθρός της επανάστασης, του σοσιαλισμού και των καταπιεσμένων λαών».

Στη διάρκεια του 1938, τότε που γράφτηκαν οι φράσεις αυτές, μια άγρια ταξική πάλη ξέσπασε στην παγκόσμια πολιτική σκηνή ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό και το σοσιαλισμό, ανάμεσα στο φασισμό και τον μπολσεβικισμό. Μόνο οι πιο δεξιοί πολιτικοί του γαλλικού, αγγλικού και αμερικανικού ιμπεριαλισμού και οι φασίστες ιδεολόγοι υπερασπίζονταν τη θέση αυτή που προπαγάνδιζε ο Τρόσκι:

«Αυτός που υπερασπίζεται άμεσα ή ακόμα και έμμεσα τον Στάλιν και το μπολσεβίκικο Κόμμα είναι ο χειρότερος εχθρός μου».

Ο ΤΡΟΤΣΚΙ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΙΖΕΙ ΤΗΝ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΟΠΛΗ ΕΞΕΓΕΡΣΗ

Από το 1935, και σταθερά, ο Τρότσκι κήρυχνε δημόσια την ανατροπή των μπολσεβίκων με τρομοκρατικά μέσα ή με ένοπλη εξέγερση.

Τον Απρίλη του 1938, βεβαιώνει ότι είναι αναπόφευκτο να γίνουν στην ΕΣΣΔ απόπειρες κατά του Στάλιν και των άλλων μπολσεβίκων ηγετών. Με το ζόρι λέει ότι η ατομική τρομοκρατία δεν εντάσσεται στη λενινιστική τακτική. Όμως, βλέπετε, «οι νόμοι της ιστορίας μας λένε ότι απόπειρες και τρομοκρατικές ενέργειες κατά των γκάγκστερ όπως ο Στάλιν είναι αναπόφευκτες». Να με ποια λόγια προπαγανδίζει ο Τρότσκι το 1938 την ατομική τρομοκρατία.

«Ο Στάλιν καταστρέφει το στρατό και ποδοπατά τη χώρα. Το μίσος συσσωρεύεται γύρω του αμείλικτο, και μια τρομερή εκδίκηση κρέμεται πάνω απ’ το κεφάλι του. Απόπειρα; Είναι πιθανό, τελικά, αυτό το καθεστώς, που με το πρόσχημα της πάλης κατά της τρομοκρατίας εξολόθρευσε τα καλύτερα κεφάλια της χώρας, να θέλει να γίνει στόχος ατομικής τρομοκρατίας. Μπορούμε να προσθέσουμε ότι θα ήταν αντίθετο προς τους νόμους της ιστορίας, οι γκάγκστερ που βρίσκονται στην εξουσία να μην εγείρουν εναντίον τους την εκδίκηση απελπισμένων τρομοκρατών. Όμως, η Δ' Διεθνής δεν έχει καμιά δουλειά με την απόγνωση και η ατομική εκδίκηση είναι υπερβολικά περιορισμένη για μας. (...) Όσο μπορεί να μας ενδιαφέρει η προσωπική τύχη του Στάλιν, δεν μπορούμε παρά να ελπίζουμε ότι θα ζήσει αρκετά, ώστε να δει το σύστημά του να καταρρέει. Δε θα χρειαστεί να περιμένει και πολύ».

Έτσι, για τους τροτσκιστές θα ήταν «αντίθετο προς τους νόμους της ιστορίας» να μη γίνουν απόπειρες δολοφονίας κατά των Στάλιν, Μόλοτοφ, Ζντάνοφ, Καγκάνοβιτς κ.ά. Είναι ένας «έξυπνος» και «επιδέξιος» τρόπος για την παράνομη τροτσκιστική οργάνωση να περνάει το τρομοκρατικό της μήνυμα.

Δε λέει «οργανώστε απόπειρες»· λέει: «η τρομοκρατική εκδίκηση κατά του Στάλιν εντάσσεται στους νόμους της ιστορίας». Να θυμηθούμε ότι στους αντικομμουνιστικούς κύκλους όπου σύχναζαν ο Τοκάγεφ και ο Αλεξάντρ Ζινόβιεφ, έμπαινε συχνά το θέμα να προετοιμαστούν απόπειρες κατά των μπολσεβίκων ηγετών. Μπορούμε κάλλιστα να δούμε ποιες δυνάμεις μπορεί να «εμπνέονταν» από τις εκκλήσεις του Τρότσκι.

Ο Τρότσκι εναλλάσσει τις εκκλήσεις αυτές για ατομικές τρομοκρατικές ενέργειες με την προπαγάνδιση ένοπλων εξεγέρσεων. Γενικά, χρησιμοποιεί την καλυμμένη και υποκριτική φόρμουλα «πολιτική επανάσταση». Στη διάρκεια μιας έντονης συζήτησης με τον τροτσκιστή Μαντέλ το 1989, είπαμε ότι ο Τρότσκι κήρυχνε την ένοπλη πάλη κατά του σοβιετικού καθεστώτος. Ο Μαντέλ έγινε έξω φρένων και φώναξε ότι πρόκειται για «σταλινικό ψέμα», αφού «πολιτική επανάσταση» πάει να πει λαϊκή επανάσταση, αλλά ειρηνική. Το περιστατικό αυτό αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της διπροσωπίας στην οποία είναι υποχρεωμένοι να καταφεύγουν συστηματικά οι επαγγελματίες αντικομμουνιστές, που κύριο καθήκον τους έχουν να διεισδύουν στους αριστερούς κύκλους. Εδώ, ο Μαντέλ ήθελε να κολακέψει τις ειρηνικές διαθέσεις του οικολογικού κοινού, στο οποίο μιλούσαμε. Να ποιο είναι το πρόγραμμα της αντιμπολσεβίκικης ένοπλης πάλης που προωθούσε ο Τρότσκι:

«Ο λαός έζησε τρεις επαναστάσεις και ανέτρεψε την τσαρική μοναρχία, τους ευγενείς και την αστική τάξη. Κατά μία έννοια, η σοβιετική γραφειοκρατία συγκεντρώνει σήμερα τα χαρακτηριστικά όλων των τάξεων που ανατράπηκαν, χωρίς όμως να έχει ούτε τις κοινωνικές τους ρίζες ούτε τις παραδόσεις τους. Δεν μπορεί να υπερασπιστεί τα τερατώδη προνόμιά της παρά μόνο με την οργανωμένη τρομοκρατία. (...) Δεν είναι δυνατό να εξασφαλιστεί η υπεράσπιση της χώρας παρά μόνο με την εξάλειψη της αυταρχικής κλίκας των δολιοφθορέων και των ηττοπαθών».

Σαν γνήσιος αντεπαναστάτης, ο Τρότσκι ισχυρίζεται ότι ο σοσιαλισμός συγκεντρώνει τα καταπιεστικά χαρακτηριστικά του τσαρισμού, της τάξης των ευγενών και της αστικής τάξης. Όμως, λέει, ο σοσιαλισμός δε διαθέτει μια τόσο πλατιά κοινωνική βάση, όπως τα εκμεταλλευτικά αυτά καθεστώτα! Οι μάζες που είναι ενάντια στο σοσιαλισμό θα μπορέσουν επομένως πιο εύκολα να τον ανατρέψουν. Για άλλη μια φορά, καλούνται όλες οι αντιδραστικές δυνάμεις να αιφνιδιάσουν το αποτρόπαιο και αβέβαιο αυτό καθεστώς και να πραγματοποιήσουν την «τέταρτη επανάσταση».

Τ ο Σεπτέμβρη του 1938 η Αυστρία έχει ήδη προσαρτηθεί. Είναι ο μήνας του Μονάχου, όπου ο αγγλικός και ο γαλλικός ιμπεριαλισμός θα δώσουν το πράσινο φως στον Χίτλερ για την κατάληψη
της Τσεχοσλοβακίας. Στο νέο του Μεταβατικό Πρόγραμμα, ο Τρότσκι αναπτύσσει τα καθήκοντα που η οργάνωσή του -για την οποία ομολογεί ο ίδιος ότι «είναι χωρίς αμφιβολία εξαιρετικά αδύναμη στην ΕΣΣΔ»- οφείλει να εκπληρώσει στη χώρα αυτή. Γράφει:

«Είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί το πρόγραμμα αυτό χωρίς την ανατροπή της γραφειοκρατίας, που διατηρείται με τη βία και την παραποίηση. Μόνο η νικηφόρα επαναστατική εξέγερση των καταπιεσμένων μαζών μπορεί να ξαναζωντανέψει το σοβιετικό καθεστώς και να διασφαλίσει την πορεία προς τα μπρος, προς το σοσιαλισμό. Μόνο το κόμμα της Δ' Διεθνούς είναι ικανό να οδηγήσει τις σοβιετικές μάζες στην εξέγερση».

Το ντοκουμέντο αυτό, που οι διάφορες τροτσκιστικές σέκτες θεωρούν πάντοτε ως το θεμελιακό πρόγραμμά τους, περιέχει μια καταπληκτική φράση. Πότε θα έρθει η μέρα της «εξέγερσης» και του «ξεσηκωμού» στη Σοβιετική Ενωση; Η απάντηση του Τρότσκι είναι τόσο ειλικρινής που σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό: ο Τρότσκι σχεδιάζει την «εξέγερσή» του... για όταν οι χιτλερικοί θα έχουν επιτεθεί στη Σοβιετική Ένωση! Γράφει:

«Η ώθηση για το επαναστατικό κίνημα των σοβιετικών εργατών θα δοθεί, πιθανώς, από εξωτερικά γεγονότα».

Το παρακάτω απόσπασμα μας δίνει ένα ωραίο παράδειγμα διπροσωπίας. Το 1933, ο Τρότσκι είπε ότι ένα από τα «εγκλήματα» των Γερμανών σταλινικών ήταν ότι αρνήθηκαν το ενιαίο μέτωπο με τη σοσιαλδημοκρατία κατά του φασισμού. Όμως, μέχρι την κατάληψη της εξουσίας από τον Χίτλερ, η σοσιαλδημοκρατία υπερασπιζόταν με νύχια και με δόντια το καπιταλιστικό καθεστώς και απέρρι-πτε όλες τις προτάσεις για αντικαπιταλιστική και αντιφασιστική ενότητα που έκανε το γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Όμως τώρα είμαστε στο Μάη του 1940 και ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ήδη αρχίσει εδώ και οκτώ μήνες. Και αυτή ακριβώς τη στιγμή, ο μεγάλος ειδικός του «ενιαίου μετώπου», ο Τρότσκι, προτείνει... στον Κόκκινο Στρατό να ξεκινήσει μια εξέγερση κατά του μπολσεβίκικου καθεστώτος! Γράφει σε μια Ανοιχτή επιστολή προς τους Σοβιετικούς εργαζομένους:

«Ο σκοπός της Τέταρτης Διεθνούς είναι η παλιγγενεσία της ΕΣΣΔ με την κάθαρσή της από την παρασιστική γραφειοκρατία. Αυτό μόνο με έναν τρόπο μπορεί να γίνει: από τους εργάτες, τους αγρότες, τους στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού και τους ναύτες του Κόκκινου Στόλου που θα ορθωθούν κατά της νέας κάστας των καταπιεστών και των παράσιτων. Για να προετοιμαστεί αυτός ο ξεσηκωμός των μαζών, χρειάζεται ένα νέο κόμμα, η Τέταρτη Διεθνής»,

Τη στιγμή που ο Χίτλερ κατάστρωνε ήδη τα πολιτικά του σχέδια κατά της Σοβιετικής Ενωσης, ο προβοκάτορας Τρότσκι κάνει έκκληση στον Κόκκινο Στρατό να κάνει πραξικόπημα. Ενα τέτοιο γεγονός θα είχε προκαλέσει τρομερή αναστάτωση, αφήνοντας ολόκληρη τη χώρα εκτεθειμένη στα φασιστικά άρματα μάχης!

Ο ΣΤΑΛΙΝ ΚΑΙ Ο ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Η παγκόσμια καπιταλιστική τάξη πραγμάτων εξακολουθεί να είναι κλονισμένη μετά το κραχ του 1929. Η ατμόσφαιρα είναι φορτισμένη από ένα νέο παγκόσμιο πόλεμο. Θα ξεσπάσει σύντομα. Πού, όμως; Πώς θα εξαπλωθεί; Ποιος θα πολεμήσει εναντίον ποιου; Ολα αυτά τα ερωτήματα παρέμειναν αναπάντητα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακόμα και μετά το «επίσημο» ξέσπασμα αυτής της καταστροφής, το 1940, δεν είχαν ακόμα βρει την οριστική τους απάντηση.

Τα αναπάντητα αυτά ερωτήματα επιτρέπουν την καλύτερη κατανόηση της εξωτερικής πολιτικής του Στάλιν τη δεκαετία του ’30.

ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΟΣΟΒΙΕΤΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΟ

Ο Χίτλερ έρχεται στην εξουσία στις 30 Γενάρη του 1933. Μόνο η Σοβιετική Ένωση καταλαβαίνει όλους τους κινδύνους που συνεπάγεται το γεγονός αυτό για την παγκόσμια ειρήνη. Το Γενάρη του 1934, ο Στάλιν δηλώνει στο Συνέδριο του Κόμματος ότι η “νέα" (γερμανική) πολιτική του θυμίζει στη βάση της την πολιτική του πρώην Γερμανού Κάιζερ, που είχε καταλάβει κάποτε την Ουκρανία και εκστράτευσε ενάντια στο Λένινγκραντ, μετατρέποντας τις Βαλτικές χώρες σε ορμητήριο γι’ αυτή την εκστρατεία».

Δηλώνει επίσης:

«Κι αν τα συμφέροντα της ΕΣΣΔ απαιτούν την προσέγγιση με αυτές ή εκείνες τις χώρες που δεν έχουν συμφέρον να παραβιαστεί η ειρήνη, το κάνουμε χωρίς δισταγμούς».

Ως την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, η Αγγλία οδήγησε τη σταυροφορία κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Τσόρτσιλ ήταν το 1918 ο βασικός υποκινητής της στρατιωτικής επέμβασης, για την οποία κινητοποιήθηκαν δεκατέσσερις χώρες. Το 1927, η Αγγλία είχε διακόψει τις διπλωματικές της σχέσεις με τη Σοβιετική Ένωση και είχε επιβάλει εμπάργκο στις εξαγωγές της.

Το 1931, η Ιαπωνία είχε εισβάλει στη Βόρεια Κίνα και τα στρατεύματά της είχαν φτάσει στα σοβιετικά σύνορα, στη Σιβηρία. Η Σοβιετική Ένωση πίστευε εκείνη την εποχή ότι επίκειται πόλεμος με την Ιαπωνία.

Το 1935, η φασιστική Ιταλία καταλαμβάνει την Αιθιοπία. Μπροστά στον κίνδυνο της φασιστικής εξάπλωσης, η Σοβιετική Ενωση προτείνει ήδη από το 1935 ένα σύστημα συλλογικής ασφάλειας στην Ευρώπη. Με την προοπτική αυτή, συνομολογεί συνθήκες αλληλοβοήθειας με τη Γαλλία και την Τσεχοσλοβακία. Ο Τρότσκι ρίχνει καυστικότατα συνθήματα εναντίον του Στάλιν που, με αυτές τις συνθήκες, «προδίδει» το γαλλικό προλεταριάτο και την παγκόσμια επανάσταση... Ταυτόχρονα αναγνωρισμένες φωνές της γαλλικής αστικής τάξης βεβαιώνουν ότι η χώρα δεν είναι υποχρεωμένη να βοηθήσει τη Σοβιετική Ενωση, σε περίπτωση που αυτή θα δεχόταν επίθεση...

Το 1936, η Ιταλία και η ναζιστική Γερμανία στέλνουν τα επίλεκτα στρατεύματά τους στην Ισπανία για να πολεμήσουν τη νόμιμη δημοκρατική κυβέρνηση. Η Γαλλία και η Αγγλία υιοθετούν μια πολιτική «μη επέμβασης», αφήνοντας ανεμπόδιστους τους φασίστες. Προσπαθούν να καλοπιάσουν τον Χίτλερ και να τον σπρώξουν κατά την Ανατολή.

Το Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς, η Γερμανία και η Ιαπωνία συνάπτουν το Σύμφωνο Αντικομιντέρν, στο οποίο λίγο μετά μπαίνει και η Ιταλία. Η ΕΣΣΔ βρίσκεται περικυκλωμένη.

Στις 11 Μάρτη του 1938, το Ράδιο Βερολίνο αναγγέλλει μια «κομμουνιστική εξέγερση στην Αυστρία» και η Βέρμαχτ ορμάει πάνω στη χώρα αυτή, που προσαρτάται δύο μέρες αργότερα. Η Σοβιετική Ένωση υπερασπίζεται την Αυστρία και καλεί την Αγγλία και τη Γαλλία να μελετήσουν ένα σχέδιο συλλογικής άμυνας. «Αύριο θα είναι ίσως πάρα πολύ αργά», υπογραμμίζεται στη σοβιετική δήλωση.

Στα μέσα του Μάη, ο Χίτλερ συγκεντρώνει τα στρατεύματά του στα τσεχοσλοβακικά σύνορα. Η Σοβιετική Ένωση, που έχει υπογράψει συνθήκη με τη χώρα αυτή που απειλείται, συγκεντρώνει πάνω από 40 μεραρχίες στα δυτικά της σύνορα και καλεί 330.000 εφέδρους. Το Σεπτέμβρη, όμως, η Αγγλία και η Γαλλία συνέρχονται στο Μόναχο με τις φασιστικές δυνάμεις, τη Γερμανία και την Ιταλία. Ούτε η Τσεχοσλοβακία ούτε η Σοβιετική Ένωση κλήθηκαν. Οι μεγάλες «δημοκρατίες» αποφασίζουν να παραχωρήσουν στον Χίτλερ την περιοχή των Σουδητών, αναπόσπαστο κομμάτι της Τσεχοσλοβακίας. Προεκτείνοντας την ύπουλη αυτή ενέργεια, η Αγγλία υπογράφει στις 30 Σεπτέμβρη κοινή δήλωση με τη Γερμανία, όπου αναφέρεται ότι οι δύο δυνάμεις εκφράζουν την επιθυμία τους «να μην εμπλακούν ποτέ ξανά σε πόλεμο η μία κατά της άλλης».

Η Γαλλία ακολουθεί το παράδειγμα αυτό το Δεκέμβρη. Ωστόσο, η Σοβιετική Ένωση προτείνει τη βοήθειά της στην Τσεχοσλοβακία σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης, αλλά η προσφορά αυτή δε γίνεται δεκτή. Στις 15 Μάρτη του 1939, η Βέρμαχτ κυριεύει την Πράγα. Διαμελίζοντας την Τσεχοσλοβακία, ο Χίτλερ προσφέρει ένα κομμάτι από την πίτα στην αντιδραστική κυβέρνηση της Πολωνίας που τσιμπάει το δόλωμα με βουλιμία...

Μια βδομάδα αργότερα, ο γερμανικός στρατός καταλαμβάνει το λιθουανικό έδαφος της Κλάιπεντα, σημαντικού λιμανιού στη Βαλτική. Ο Στάλιν ξέρει ότι το τέρας εφορμά προς την Ανατολή και ότι η Πολωνία θα είναι το επόμενο θύμα.

Το Μάη του 1939, ο ιαπωνικός στρατός επιτίθεται στη Μογγολία, που έχει υπογράψει με τη Σοβιετική Ένωση σύμφωνο στρατιωτικής υποστήριξης. Τον επόμενο μήνα, τα σοβιετικά στρατεύματα, με επικεφαλής έναν άγνωστο αξιωματικό, τον Ζούκοφ, μπαίνουν στη μάχη με τον ιαπωνικό στρατό. Πρόκειται για στρατιωτική αντιπαράθεση μεγάλης έκτασης: η Ιαπωνία χάνει πάνω από 200 αεροπλάνα και πάνω από 50.000 στρατιώτες της σκοτώνονται ή τραυματίζονται. Στις 30 Αυγούστου του 1939, τα τελευταία ιαπωνικά στρατεύματα εγκαταλείπουν τη Μογγολία.

Την επομένη, ένα άλλο σημείο των συνόρων της Σοβιετικής Ένωσης παίρνει φωτιά: η Γερμανία εισβάλλει στην Πολωνία.

Όλος ο κόσμος ήξερε ως επικείμενη την επίθεση αυτή: για να βρεθεί σε όσο το δυνατόν ισχυρότερη θέση και να εξαπολύσει πόλεμο είτε κατά της Αγγλίας και της Γαλλίας είτε κατά της Σοβιετικής Ένωσης, ο Χίτλερ έπρεπε «να τακτοποιήσει την τύχη» της Πολωνίας. Ας γυρίσουμε μερικούς μήνες πίσω.

Το Μάρτη του 1939, η Σοβιετική Ένωση αρχίζει διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό μιας αντιφασιστικής συμμαχίας. Αγγλία και Γαλλία αφήνουν τα πράγματα να σέρνονται, ελίσσονται. Με τη στάση τους αυτή, οι δύο μεγάλες «δημοκρατίες» δίνουν στον Χίτλερ να καταλάβει ότι μπορεί να βαδίσει κατά του Στάλιν χωρίς να ανησυχεί καθόλου για τη Δύση. Από τον Ιούνη ως τον Αύγουστο του 1939, γίνονται μυστικές αγγλογερμανικές διαπραγματεύσεις, όπου με αντάλλαγμα το σεβασμό της ακεραιότητας της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, οι Αγγλοι υπόσχονται στον Χίτλερ ελευθερία
ινήσεων στην Ανατολή. Στις 29 Ιούλη, ο Τσαρλς Ρόντεν Μπάξ-τον, του Εργατικού Κόμματος, εκπληρώνει μυστική αποστολή για λογαριασμό του πρωθυπουργού Τσάμπερλεν στη γερμανική πρεσβεία. Αναπτύσσει το ακόλουθο σχέδιο:

«Η Μεγάλη Βρετανία δηλώνει έτοιμη να συνάψει με τη Γερμα-νία συμφωνία που θα καθορίζει τις σφαίρες επιρροής. (...)

1) Η Γερμανία δεσμεύεται να μην αναμιγνύεται στο εξής στις υποθέσεις της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.

2) Η Μεγάλη Βρετανία δεσμεύεται να σεβαστεί πλήρως τις γερμανικές σφαίρες συμφερόντων στην Ανατολική και τη Νοτιανατολική Ευρώπη. Αυτό θα είχε σαν συνέπεια να παραιτηθεί η Μεγάλη Βρετανία από τις εγγυήσεις που έχει παραχωρήσει σε ορισμένα κράτη που βρίσκονται στη σφαίρα των γερμανικών συμφερόντων. Η Μεγάλη Βρετανία δεσμεύεται κατόπιν να φροντίσει ώστε η Γαλλία να αποποιηθεί τη συμμαχία της με τη Σοβιετική Ένωση.

3) Η Μεγάλη Βρετανία δεσμεύεται να τερματίσει τις συνομιλίες που διεξάγει τώρα με τη Σοβιετική Ένωση με σκοπό τη σύναψη ενός συμφώνου».

Οι σοβιετικές υπηρεσίες πληροφοριών ενημερώνουν τον Στάλιν για όλους αυτούς τους ελιγμούς.

Τον Αύγουστο του 1939, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας και Σοβιετικής Ένωσης μπαίνουν στην τελική τους φάση. Όμως, οι δύο δυτικές δυνάμεις στέλνουν στη Μόσχα αντιπροσωπείες δεύτερης τάξης, που δεν είχαν εξουσιοδότηση να υπογράψουν συμφωνία. Ο Βοροσίλοφ απαιτεί συγκεκριμένες και δεσμευτικές υποχρεώσεις, ώστε σε περίπτωση νέας γερμανικής επίθεσης, οι σύμμαχοι να μπουν μαζί στον πόλεμο. Θέλει να ξέρει πόσες μεραρχίες θα αντιτάξουν οι Άγγλοι και οι Γάλλοι στον Χίτλερ σε περίπτωση επίθεσης κατά της ΕΣΣΔ. Δεν παίρνει απάντηση. Θέλει επίσης να συνάψει συμφωνία με την Πολωνία, ώστε τα σοβιετικά στρατεύματα να μπορέσουν να αναμετρηθούν με τους ναζί στο πολωνικό έδαφος σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης.

Η Πολωνία αρνείται, καθιστώντας έτσι αδύνατη κάθε αποτελεσματική στρατιωτική συμφωνία. Ο Στάλιν καταλαβαίνει απόλυτα ότι η Γαλλία και η Αγγλία προετοιμάζουν ένα νέο Μόναχο, ότι είναι έτοιμες να θυσιάσουν την Πολωνία με την ελπίδα να σπρώξουν τον Χίτλερ κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Χάρολντ Άικς, επιτετραμμένος των Εσωτερικών Υποθέσεων των Ηνωμένων Πολιτειών, γράφει την εποχή εκείνη στο Ημερολόγιό του: «Η Αγγλία έλπιζε να προκαλέσει σύγκρουση ανάμεσα στη Ρωσία και τη Γερμανία και να μη διακινδυνέψει η ίδια. (...) Η Γαλλία θ’ αναγκαστεί επίσης να απαρνηθεί την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη προς όφελος της Γερμανίας, ελπίζοντας να τη δει να εμπλέκεται σε πόλεμο με τη Σοβιετική Ένωση. Έτσι, η Γ αλλία θα μπορούσε να παραμείνει ασφαλής πίσω από τη Γραμμή Μαζινό».

Η Σοβιετική Ένωση αντιμετωπίζει το θανάσιμο κίνδυνο να βλέπει να συγκροτείται ενιαίο αντισοβιετικό μέτωπο όλων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Με τη σιωπηρή υποστήριξη της Αγγλίας και της Γαλλίας, η Γ ερμανία θα μπορούσε, αφού θα είχε καταλάβει την Πολωνία, να συνεχίσει με την αρχική της ορμή και να αρχίσει έναν «κεραυνοβόλο πόλεμο» κατά της ΕΣΣΔ, ενώ η Ιαπωνία θα εξαπέλυε επίθεση κατά της Σιβηρίας.

Τη στιγμή εκείνη ο Χίτλερ είχε ήδη καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Γαλλία και η Αγγλία είχαν λιγότερη ικανότητα και θέληση να αντισταθούν. Αποφασίζει να καταλάβει τη Δυτική Ευρώπη προτού επιτεθεί στην ΕΣΣΔ.

Στις 20 Αυγούστου, ο Χίτλερ προτείνει στη Σοβιετική Ένωση ένα σύμφωνο μη επίθεσης. Ο Στάλιν αντιδρά ακαριαία και στις 23 Αυγούστου υπογράφεται το σύμφωνο.

Την 1η Σεπτέμβρη, ο Χίτλερ επιτίθεται στην Πολωνία. Αγγλία και Γαλλία πιάνονται στην ίδια τους την παγίδα. Οι δύο αυτές χώρες διευκόλυναν όλες τις περιπέτειες του Χίτλερ με την ελπίδα να τον χρησιμοποιήσουν κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Από το 1933, δεν είχαν πάψει να εκθειάζουν την προσφορά του Χίτλερ στον αγώνα κατά του κομμουνισμού. Τώρα, είναι υποχρεωμένες να κηρύξουν τον πόλεμο στη ναζιστική Γερμανία... δίχως να έχουν την παραμικρή πρόθεση να πολεμήσουν πραγματικά. Η λύσσα τους ξεσπάει σε μια πικρόχολη αντικομμουνιστική καμπάνια με θέμα: «Ο μπολσεβικισμός είναι ο φυσικός σύμμαχος του φασισμού». Μισό αιώνα αργότερα, η ανόητη αυτή προπαγάνδα βρίσκεται ακόμα γραμμένη σε σχολικά βιβλία ως αδιαμφισβήτητη αλήθεια. Ωστόσο, η ιστορία έδειξε ότι το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο αποτέλεσε το κλειδί της νίκης στον αντιφασιστικό πόλεμο. Αυτό φαίνεται παράδοξο, αλλά το σύμφωνο ήταν μια καμπή που επέτρεψε να προετοιμαστούν οι συνθήκες για την ήττα της Γ ερμανίας.

Πράγματι, η Σοβιετική Ένωση υπέγραψε το σύμφωνο αυτό έχοντας σαφή συνείδηση ότι, αργά ή γρήγορα, ο πόλεμος με τη ναζιστική Γερμανία θα ήταν αναπόφευκτος. Από τη στιγμή που η Γερμανία είχε πάρει την απόφαση να συνάψει συμφωνία με την ΕΣΣΔ, ο Στάλιν φρόντισε ν’ αποσπάσει από τον Χίτλερ όσο το δυνατό περισσότερες παραχωρήσεις, ώστε να δώσει από καλύτερες θέσεις τον επικείμενο πόλεμο. Η Πράβντα έγραφε στις 23 Σεπτέμβρη του 1939:

«Το μόνο πράγμα που ήταν ακόμα εφικτό, ήταν να προφυλαχτούν από τη γερμανική εισβολή η Δυτική Ουκρανία, η Δυτική Λευκορωσία (δύο επαρχίες που είχαν αποσπαστεί από τη Σοβιετική Ένωση το 1920) και οι χώρες της Βαλτικής. Η σοβιετική κυβέρνηση υποχρέωσε τη Γερμανία να δεσμευτεί να μην περάσει τη γραμμή που σχηματίζουν οι ποταμοί Τας, Νάρεφ, Μπουγκ και Βιστούλας».

Στη Δύση, αυτοί που είδαν πάντοτε με καλό μάτι την αντικομμουνιστική πολιτική του Χίτλερ, φωνάζουν τώρα: «Ο φασισμός και ο μπολσεβικισμός, οι δύο αυτοί ολοκληρωτισμοί, μοιράζουν μεταξύ τους την Πολωνία». Όμως, η προέλαση των σοβιετικών στρατευμάτων ανταποκρίνεται στα συμφέροντα των λαϊκών μαζών των συγκεκριμένων εδαφών, αφού τους επιτρέπει ν’ απαλλαγούν από τους φασίστες, τους μεγαλοκτηματίες και τους κεφαλαιοκράτες. Η προέλαση αυτή ανταποκρίνεται επίσης στα συμφέροντα του συνόλου του παγκόσμιου αντιχιτλερικού κινήματος. Οι πιο ρεαλιστές αστοί βλέπουν καθαρά ότι προωθώντας τα στρατεύματά της, η Σοβιετική Ένωση βρίσκεται σε μια καλύτερη θέση εκκίνησης για τον επικείμενο πόλεμο. Έτσι, ο Τσόρτσιλ δηλώνει την 1 η Οκτώβρη του 1939:

«Το γεγονός ότι οι ρωσικές στρατιές έπρεπε να βρίσκονται σ’ αυτή τη γραμμή ήταν εντελώς αναγκαίο για την ασφάλεια της Ρωσίας ενάντια στη γερμανική απειλή. Σε κάθε περίπτωση, οι θέσεις καταλήφθηκαν και δημιουργήθηκε το ανατολικό μέτωπο, ενάντια στο οποίο η ναζιστική Γερμανία δε θα τολμήσει να επιτεθεί».

Έχοντας πέσει έξω ως προς την ελπίδα τους να δουν το ναζιστικό στρατό να εφορμά μέσα απ’ την Πολωνία κατά της Σοβιετικής Ένωσης, η Γαλλία και η Αγγλία αναγκάζονται να κηρύξουν τον πόλεμο στη Γερμανία... Αλλά, στο δυτικό μέτωπο, καμιά βόμβα δεν έρχεται να διαταράξει την ηρεμία των ναζί... Αντίθετα, ξεσπάει ένας πραγματικός εσωτερικός πολιτικός πόλεμος κατά των κομμουνιστών και στις 26 Σεπτέμβρη, το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα τίθεται εκτός νόμου και χιλιάδες μέλη του ρίχνονται στις φυλακές. Ο Ανρί ντε Κεριλί γράφει:

«Μια απερίγραπτη θύελλα ξεσήκωσε τις αστικές συνειδήσεις. Ο άνεμος της σταυροφορίας φύσηξε με μανία. Μία ήταν η κραυγή: πόλεμος κατά της Ρωσίας. Τη στιγμή εκείνη, ο αντικομμουνιστικός πυρετός έφτασε σε σημείο παροξυσμού»,

Την ίδια στιγμή, ο Στάλιν λέει με μεγάλη διορατικότητα στον Ζούκοφ:

«Η γαλλική κυβέρνηση, που έχει επικεφαλής της τον Νταλαντιέ, και η αγγλική κυβέρνηση του Τσάμπερλεν δε θέλουν να εμπλακούν σοβαρά στον πόλεμο κατά του Χίτλερ. Ελπίζουν πάντοτε να σπρώξουν τον Χίτλερ σε έναν πόλεμο κατά της Σοβιετικής Ενωσης. Αν αρνήθηκαν το 1939 να συγκροτήσουν μαζί μ’ εμάς ένα αντιχιτλερικό μπλοκ, είναι γιατί δεν ήθελαν να δέσουν τα χέρια του Χίτλερ, δεν ήθελαν να τον κάνουν να παραιτηθεί από τα επιθετικά του σχέδια κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Όμως, τίποτα δε θα βγει απ’ όλ’ αυτά. Θα χρειαστεί να πληρώσουν οι ίδιοι για την κοντόφθαλμη πολιτική τους».

Ξέροντας ότι ο πόλεμος με τη Γερμανία είναι αναπόφευκτος, η σοβιετική κυβέρνηση ανησυχεί σοβαρά για την ασφάλεια του Λένινγκραντ, που βρίσκεται 32 χιλιόμετρα από τα φινλανδικά σύνορα.
Στις 14 Οκτώβρη του 1939, ο Στάλιν και ο Μόλοτοφ στέλνουν ένα υπόμνημα στη φινλανδική κυβέρνηση σχετικά με το πρόβλημα της υπεράσπισης του Λένινγκραντ. Η Σοβιετική Ένωση θέλει να εξασφαλίσει «τη δυνατότητα να αποκλείσει την είσοδο του Κόλπου της Φινλανδίας». Ζητάει από τη Φινλανδία να της παραχωρήσει με συμβόλαιο το λιμάνι του Χάνκο και της δίνει τέσσερα μικρά νησιά. Για να γίνει δυνατή η υπεράσπιση του Λένινγκραντ, ζητάει ένα μέρος του Καρελικού Ισθμού που ανήκει στη Φινλανδία. Σε αντάλλαγμα, η ΕΣΣΔ προσφέρει στη Φινλανδία ένα μέρος της σοβιετικής Καρελίας, δύο φορές μεγαλύτερο. Με την παρότρυνση της Γερμανίας, η Φινλανδία αρνείται και, στις 30 Νοέμβρη του 1939, η ΕΣΣΔ της κηρύσσει τον πόλεμο. Μερικές μέρες αργότερα, ο Χίτλερ δίνει οδηγίες για τον επικείμενο πόλεμο κατά της Σοβιετικής Ενωσης. Λέει μεταξύ άλλων:

«Στα πλευρά της επιχείρησής μας, θα μπορούμε να υπολογίσουμε στη δραστική επέμβαση της Ρουμανίας και της Φινλανδίας στον πόλεμο κατά της σοβιετικής Ρωσίας».

Η Αγγλία και η Γαλλία, που φρόντιζαν να μην εμπλακούν στον «παράξενο πόλεμο», ρίχνονται τώρα σε έναν εξοντωτικό πόλεμο... κατά της μπολσεβίκικης απειλής! Μέσα σε τρεις μήνες, η Αγγλία, η Γαλλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η φασιστική Ιταλία στέλνουν 700 αεροπλάνα, 1.500 κανόνια και 6.000 πολυβόλα στη Φινλανδία, «θύμα της επίθεσης».

Ο Γάλλος στρατηγός Βεγκάν πηγαίνει στη Συρία και στην Τουρκία για να προετοιμάσει μια επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης από το Νότο. Τ ο σχέδιο του γαλλικού Γ ενικού Επιτελείου προβλέπει βομβαρδισμό των πετρελαιοπηγών του Μπακού. Την ίδια στιγμή, ο στρατηγός Σερινί γράφει:

«Στην πραγματικότητα, το Μπακού με την παραγωγή του των 23 εκατομμυρίων τόνων πετρελαίου, παίζει κυρίαρχο ρόλο. Αν καταφέρουμε να κατακτήσουμε τον Καύκασο, ή αν αυτά τα διυλιστήρια παραδίνονταν απλά στις φλόγες από την αεροπορική μας δύναμη, το τέρας θα κατέρρεε άναιμο».

Ενώ δε ρίχνει ούτε σφαίρα κατά των χιτλερικών στους οποίους κήρυξε τον πόλεμο, η γαλλική κυβέρνηση συγκεντρώνει εκστρατευτικό σώμα 50.000 αντρών για να πολεμήσει τους Κόκκινους! Ο Τσάμπερλεν δηλώνει ότι η Αγγλία θα στείλει 100.000 στρατιώτες. Τα στρατεύματα αυτά δε φτάνουν ποτέ στη Φινλανδία, γιατί ο Κόκκινος Στρατός έχει νικήσει το φινλανδικό στρατό: η συνθήκη ειρήνης υπογράφηκε στις 14 Μάρτη του 1939. Αργότερα, όταν ο πόλεμος βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη, ένα γκολικό δημοσίευμα που θα κυκλοφορήσει στο Ρίο ντε Τζανέιρο, θα βεβαιώνει:

«Στα τέλη του χειμώνα του 1939-1940 αποτυγχάνει η πολιτική και στρατιωτική συνωμοσία των Τσάμπερλεν και Νταλαντιέ που σκοπό είχε να προκαλέσει μια ανατροπή της κατάστασης σε βάρος της Σοβιετικής Ένωσης και να μπει τέλος στην αντιπαράθεση ανάμεσα στην αγγλογαλλική συμμαχία και τη Γερμανία μέσω ενός συμβιβασμού και μιας αντι-Κομιντέρν συμμαχίας. Η συνωμοσία αυτή συνίστατο στην αποστολή ενός αγγλογαλλικού εκστρατευτι-κού σώματος για να βοηθήσει τους Φινλανδούς, και η επέμβασή του θα προκαλούσε μια εμπόλεμη κατάσταση με τη Σοβιετική Ένωση».

 ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου