Οργάνωση υπηρεσίας πληροφοριών Μάης - Ιούνης 1948
Έτσι τέλειωσε κι αυτή η αποστολή μου. Τώρα πια θα πήγαινα στη διμοιρία μου. Όμως ο Σαρήγιαννης είχε άλλα στο νου του. Με τοποθέτησε αξιωματικό πληροφοριών του Αρχηγείου. Τον αξιωματικό πληροφοριών, το Νίκο Ανδριανόπουλο είχε ψευδώνυμο Μωραϊτης από το χωριό Χαλβατσού Μεσσηνίας, είμασταν πολύ φίλοι, τον έστειλε στην επιμελητεία. Εγώ αντέδρασα σ’ αυτή τη τοποθέτησή μου. Ο Σαρήγιαννης μου είπε ότι για την ώρα θα μείνω κοντά στο Αρχηγείο για να αναρρώσω καλά. Ακόμη οι πληροφορίες έχουν πολλές αδυναμίες και πρέπει να οργανωθούν πολύ καλά.
Ο Νίκος Ανδριανόπουλος ήταν παλιός υπονωματάρχης καλός αγωνιστής, καλός αξιωματικός για ανακρίσεις αλλά δεν είχε δόσει σημασία στην οργάνωση και στον έλεγχο. Οι πληροφορίες που έφθαναν ήταν ανεξακρίβωτες και οι πιο πολλές ήταν φήμες. Ύστερα δεν έφθαναν από πολλά παράλληλα κανάλια για να διασταυρωθούν. Δεν είχε αξιοποιήσει τους δεξιούς πληροφοριοδότες, που αυτοί κυρίως μας έφερναν πληροφορίες από τα αστικά κέντρα. Αντίθετα είχε κόψει σχεδόν τις άδειες, για μεταβάσεις στις πόλεις στους δεξιούς. Έδινε μόνο σε αριστερούς.
Αυτό το έκανε από φόβο μήπως οι δεξιοί μεταφέρουν πληροφορίες στο στρατό. Εμείς δεν είχαμε μεγάλο φόβο να προδωθούν οι βάσεις μας, τα κέντρα μας, οι δυνάμεις μας. Εμείς δύο -τρία νοσοκομεία είχαμε και μερικές κρύπτες για υλικό. Τι να μας πρόδιναν! Ούτε μόνιμα δρομολόγια είχαμε. Εκείνο που μας έκοφτε ήταν να μην υπάρχει δίκτυο με άμεση επαφή δηλαδή ασυρμάτους, σήματα κ.λπ. που να μεταδίδει τις κινήσεις μας. Αυτό ήταν το βασικό. Αυτό όμως το δίκτυο ο εχθρός το οργάνωνε όταν έκανε εκκαθαριστικές κινήσεις. Τότε εύρισκε τους πράχτορες, τους άφηνε ασυρμάτους, τους κανόνιζε τα σήματα, τους έφερνε σε επαφή από χωριό σε χωριό. Αυτοί που έμπαιναν και έβγαιναν στις πόλεις, λίγα πράγματα μετέφεραν.
Έπρεπε λοιπόν να αλλάξουμε ταχτική. Στη διασταύρωση και στον έλεγχο είχαμε αδυναμίες. Αυτό το κατάλαβα την πρώτη μέρα κι όλας. Έφθασαν δύο σημειώματα από δύο κέντρα πληροφοριών, δύο Κ.Π. όπως τα λέγαμε. Είχε σημειωθεί κάποια κίνηση του εχθρού από Μεγαλόπολη προς Καρύταινα - Ανδρίτσαινα. Στο ένα σημείωμα η κίνηση δινότανε από Καρύταινα προς Μεγαλόπολη. Στο άλλο από Μεγαλόπολη προς Καρύταινα. Επίσης ως προς τη δύναμη που κινείται. Στο ένα σημείωμα δίνονταν ο αριθμός 500 στρατιώτες δηλαδή ένα τάγμα με πέντε ζώα, στο άλλο πενήντα στρατιώτες με πεντακόσια ζώα. Ήταν φανερό ότι τα ζώα έγιναν στρατιώτες και οι στρατιώτες ζώα/
Αυτά τα σημειώματα έρχονταν από Κ.Π. δηλαδή από ειδικό που είχε την ευθύνη της συγκέντρωσης, της διασταύρωσης και της αποστολής. Φανταστείτε τι γίνονταν από κει και κάτω δηλαδή από τους πληροφοριοδότες που τις περισσότερες φορές ήταν γριές και πιτσιρίκια, που δεν έφευγαν από τα χωριά. Είχε δίκιο ο Σαρήγιαννης ότι υπήρχαν αδυναμίες.
Ο Ανδριανόπουλος είχε κάνει σοβαρές επιτυχίες σε ανακάλυψη πληροφοριοδοτών και δικτύων του εχθρού. Οι επιτυχίες του ήταν μεγάλες και μερικές θύμιζαν κινηματογραφικά έργα. Αυτός όμως ήταν ένας από τους πολλούς τομείς των πληροφοριών. Τη χρησιμοποίηση των διπλών πρακτόρων δεν την αξιοποίησε και έκοψε πολλές γλώσσες που μας έδιναν πολύτιμες πληροφορίες. Το δίκτυο το δικό μας κυρίως έπαιρνε πληροφορίες από άμεση επαφή των αποστολών. Δεν είχε προεκτάσεις μέσα στον πολύ κόσμο, στο λαό, στα χωριά και τις καλύβες. Αυτό ήταν θανάσιμο σφάλμα.
Το αξεπέραστο σε δυναμικότητα για όλους τους τομείς δίκτυο, είναι αυτό που έχει ρίζες και ριζίδια μέσα στα πλατιά στρώματα. Κανένα δίκτυο ειδικών πρακτόρων δεν μπορεί να το αντικαταστήσει. Μα και κανένας πράκτορας του εχθρού, ή και δίκτυο από εκπαιδευμένους πράκτορες δεν μπορεί να στεργιώσει, να ξεφύγει από τη λαϊκή επαγρύπνηση. Μπορεί ο λαός, ο απλός κόσμος να μην έχει ειδικές γνώσεις. Έχει όμως τα πολλά αυτιά και μάτια, έχει την ανυπέρβλητη παρατηρητικότητα και περιέργεια, έχει την άφθαστη διαίσθηση, έχει, έχει-και τι δεν έχει-.
Αυτά όλα ο Νίκος δεν τα εκτιμούσε όπως έπρεπε. Έδινε αποκλειστική σημασία στους ειδικούς. Έτσι έφθασε η υπηρεσία πληροφοριών να κουτσαίνει. Έπρεπε να αρχίσει δουλειά σε βάθος. Έπρεπε να κατατοπιστούν σε ειδικές συνεργασίες οι υπεύθυνοι των Κ.Κ.Π. και τα μέλη τους. Έπρεπε να γίνει συνάντηση με κάθε έναν χωριστά για τον τομέα του.
Έκανα ένα σκελετό μαθημάτων. Το είδε ο Σαρήγιαννης. Έκανε αρκετές βελτιώσεις. Πάνω σ’ αυτό δούλεψα ένα μήνα εντατικά. Κέντρο είχα το χωριό Μάτεσι της Ολυμπίας. Από κει, όταν τελείωσα έφυγα για το χωριό Άνω Καρυές. Από του Μάτεσι οργάνωσα τη δουλειά στην επαρχία Ολυμπίας με κύριο στόχο την εχθρική βάση Ζαχάρω και Πύργο. Από το χωριό Άνω Καρυές οργάνωσα τη δουλειά στην επαρχία Μεγαλόπολης και Άνω Μεσσηνίας. Η επαρχία Μεγαλόπολης είχε μία μόνο εχθρική βάση στην πόλη της Μεγαλόπολης, αλλά από εκεί παίρναμε τις πιο καλές πληροφορίες. Στη πάνω Μεσσηνία ήταν πολλές βάσεις, αλλά δεν είχαμε καλές πληροφορίες γιατί είμαστε μακρυά. Από την επαρχία Μαντινείας παίρναμε καλές πληροφορίες. Το δίκτυο που είχα στήσει με την ομάδα ελευθέρων σκοπευτών ήταν καλό και αποτέλεσε τη βάση που στηρίχτηκε μετά ο Βασίλης Μήτρου, που ήταν επίτροπος Μαντινείας, να αναπτύξει ένα τέλειο δίκτυο πληροφοριών.
Οι πληροφορίες έφθαναν έγκαιρα ελεγμένες και πλούσιες. Ο γέρο Φράγγος έκανε καλή δουλειά, παραλίγο όμως να την πληρώσει ο γιος του. Τη γλύτωσε γιατί ήταν άνθρωπος του Τουρκοβασίλη. Η δουλειά άρχισε να αποδίδει μέσα σ’ ένα μήνα. Οι διπλοί δεξιοί πληροφοριοδότες που ήταν κυρίως, ανταρτόπληκτοι, έκαναν θαύματα. Είχε όμως και ο εχθρός μερικές επιτυχίες πρόσκαιρες. Όσο καιρό εμείς είχαμε απομονώσει τους διπλούς πληροφοριοδότες, ο εχθρός δημιούργησε στεγανά στη δουλειά του και έστησε τρία δίκτυα πληροφοριών, ένα στην Ολυμπία, ένα στη Λυκόσσουρα και ένα στη Φαλαισία. Όταν όμως τα δίκτυα τα δικά μας άρχισαν να δουλεύουν με τους διπλούς «ανταρτόπληκτους» πράκτορες, γρήγορα τα στεγανά του εχθρικού δικτύου παραμερίστηκαν. Πήραμε τις πρώτες ενδείξεις και από εκεί κι ύστερα ξηλώσαμε τα δικά του δίκτυα.
Στην αρχή έπεσα στη δουλειά με κέφι. Μετά από λίγο όμως κουράστηκα. Αυτός ο πόλεμος των πληροφοριών είναι βουβός πόλεμος. Δεν μυρίζει μπαρούτι. Έχει άλλες συγκινήσεις. Μυρίζει γραφείο. Εγώ ήθελα το τμήμα μου. Όταν τέλειωσε η περιοδία μου και γύρισα στη διοίκηση άρχισα να πλήττω. Ζήτησα από το Σαρήγιαννη να φύγω. Μετά από μια πλατιά συνεδρίαση του γραφείου πληροφοριών και τη διαπίστωση του Σαρήγιαννη ότι η δουλειά πήρε το ύψος των απαιτήσεων, έβαλα το ζήτημά μου. Δηλαδή να φύγω τώρα πια. Ο Σαρήγιαννης δεν το δέχτηκε. Με κάλεσε ιδιαίτερα και συζητήσαμε. Ούτε με έπεισε ούτε τον έπεισα. Στο τέλος έδωσε παράτα για ένα μήνα ακόμη.
Επιχείρηση στην Κωμόπολη Κρέστενα Ολυμπίας Μάης 1948
Βασικά στο οδοιπορικό μου περιέγραψα γεγονότα και καταστάσεις που έζησα ο ίδιος. Αναφέρθηκα και σε πολλά που μου διηγήθηκαν άλλοι συναγωνιστές μου. Στην περίπτωση «επιχείρηση Κρέστενας» επανέρχομαι με καλύτερες και διασταυρωμένες αφηγήσεις συναγωνιστών που είχαν πάρει μέρος.
Έγιναν δύο απόπειρες. Και οι δύο είχαν αναπάντεχα αποτελέσματα. Στις 13 - 14 Μάη του 1948 το Συγκρότημα του Ταΰγετου με τον Κονταλώνη κι άλλους επιτελείς, με προορισμό το Μαζέϊκο δάσος, όπως ο Τάκης Γεωργούλιας αφηγείται, να κάμουν την ημέρα αφάνεια και το βράδυ την εξόρμηση προς Κρέστενα, νύχτα φτάσαμε στο χωριουδάκι Παπαδού. Πέφτει πάνω μας ένας πολίτης. Προσπάθησε να κρυφτεί. Τον σταματήσαμε. Δεν κατάλαβε ποιοι είμαστε και μας λέει ότι πάνω στο χωριό είναι και ο Ζαΐμης με καμιά 30αριά Μάυδες της Κρέστενας και σας περιμένει. Αμέσως ο Κονταλώνης με τον Ν. Γκότση δώσανε διαταγή να ματαιωθεί η πορεία, να κυκλωθεί το χωριό και το πρωί να αιφνιδιαστεί η χιτοσυμμορία του Ζαΐμη.
Την προηγούμενη μέρα είχανε κάνει επιδρομή στ’ απέναντι από τον Αλφειό χωριά, Μπέλεσι και Άσπρα - Σπίτια, λιανίσανε στο ξύλο γυναίκες κι άντρες, που κάποιος δικός τους ήταν αντάρτης, τους αρπάξανε μερικά γουρουνόπουλα κι αρνιά κι έφυγαν. Νύχτωσαν στην Παπαδού. Να μείνουν... να μη μείνουν... Έμειναν. Το έστρωσαν στο φαγοπότι... και ύπνο!..
Το πρωί τους φωνάξαμε να παραδοθούν. Δυο τρεις στήσανε το μυδράλιο στη μάντρα της εκκλησίας ρίξανε μερικές ριπές κι όπου φύγει -φύγει. Στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν από τον κλοιό ή να κρυφτούν πιάστηκαν 14, σκοτώθηκαν 5 κι ένας πολίτης τραυματίστηκε θανάσιμα από δική μας αδέσποτη σφαίρα. Ο ανθυπολοχαγός Ζαΐμης προσποιήθηκε τον αντάρτη και μας ξέφυγε.
Ύστερα από λίγες μέρες του ίδιου μήνα, το συγκρότημα Μαινάλου με επικεφαλής το Σαρήγιαννη-Βρετάκο,τους λοχαγούς, Τσουκόπουλό κι άλλους διμοιρίτες, καταστρώθηκε κι εκτελέστηκε η δεύτερη επιχείρηση «Κρέστενας». Οι πληροφορίες μας όπως αφηγείται ο Τάσος Γεωργούλιας ήταν λειψές. Η τακτική των 70 περίπου Χωροφυλακο - Μάϋδων μετά το επεισόδιο της Παπαδούς, είχε αλλάξει. 'Εδειχναν στον κόσμο πως ξημεροβραδιάζονται οχυρωμένοι στα δύο πολυβολεία που δεσπόζανε διασταυρωτά την πλατεία, στην Αστυνομία και στο Γυμνάσιο. Στην πραγματικότητα όμως μετά την απαγόρευση της κυκλοφορίας που είχαν επιβάλει εγκαταλείπανε την πόλη και παρουσιάζονταν πρωί - πρωί πριν της κυκλοφορίας, στις θέσεις τους.
Το τάγμα ακολουθώντας πορεία ελιγμού, νύχτα, έφτασε κι έκαμε αφάνεια κοντά στο χωριό, Ξηρόκαμπο Ηλείας. Εκεί οι λοχαγοί και οι διμοιρίτες πήραν το σχέδιο πορείας και δράσης τους. Αποβραδύς 23 προς 24η Μάη αφού περάσανε τον Αλφειό κι από διαφορετικές κατευθύνσεις, στις 12 φτάσανε έξω από την Κρέστενα.
Έγινε μετάθεση στην ώρα διάρκειας της επιχείρησης από 12.1. σε 1.3, δόθηκαν οι τελευταίες οδηγίες και το κάθε τμήμα πήρε την προκαθορισμένη του αποστολή. Οι περισσότερες δυνάμεις διαμοιράστηκαν στις γύρω από την πόλη προσβάσεις με ενέδρες. Ο Δουμουλάκης ανέλαβε να χτυπήσει την Αστυνομία. Ο Καφίρης με την ομάδα του το Γυμνάσιο. Ο Τσουκόπουλος ανέλαβε να εξουδετερώσει τα πολυβολεία στο κέντρο. Μέσα σε λίγη ώρα, προς μεγάλη μας έκπληξη ελέγχαμε όλη την πόλη, χωρίς να πάρουμε επαφή με τον εχθρό, μόνο που πιάσαμε ένα Μάυ μεθυσμένο με το όπλο του κοντά στο Γυμνάσιο, ένα όπλο που άφησε κι έφυγε ο σκοπός στο Ταχυδρομείο και τρεις δεσμίδες φυσίγγια μπρέν, στο πολυβολείο. Στο μεταξύ κι ενώ το τμήμα που είχε αναλάβει Τράπεζα και Εφορία, έκανε τη δουλειά του, από τα δυτικά της πόλης μπαίνουν και σταματάνε στην πλατεία τρία μεγάλα φορτηγά άδεια. Το αίνιγμα λύνεται. Με απορία κι αυτοί μας λένε ότι μόλις αποβιβάσαμε μια διλοχία στρατού 500 μέτρα κάτω από το Γυμνάσιο, όπου συναντήθηκαν με τη χωροφυλακή και τους Μάϋδες.
Στο μεταξύ ακούγονται πυρά προς την περιοχή του Γυμνασίου ενώ ταυτόχρονα φτάνει σύνδεσμος και ζητάει ενισχύσεις γιατί η ομάδα του Καφίρη χτυπιέται με στρατό. Ο Βρετάκος στέλνει τον Τσοκόπουλο με μερικές ομάδες.
— Πώς είχαν εξελιχθεί τα γεγονότα; Από την προηγούμενη μέρα η κίνηση του τάγματος είχε επισημανθεί και προδοθεί στον Πύργο. Ο Πύργος συνεννοήθει με την Κρέστενα να στείλει αμάξια και να μεταφέρει δύναμη στρατού για ενίσχυσή της.
Με το χάραμα στέλνουν μια ομάδα στρατιώτες και Μάυδες για να πιάσει το Γυμνάσιο και σε συνέχεια να μπουν όλοι μέσα στην πόλη. Ο Καφίρης με την ομάδα που έχει πιάσει από νωρίς το λόφο του Γυμνασίου, τους αφήνει να πλησιάσουν κοντά και στα σβέλτα τους αφοπλίζει χωρίς ντουφεκιά. Οι άλλοι, Στρατός, χωροφύλακες και Μάυδες με μπροστάρη τον ανθυπολοχαγό Ζαΐμη, βέβαιοι πια ότι είναι ησυχία, ξεκινάνε κατά τριάδες σχεδόν όλο το δρόμο να μπουν μέσα. Μια και είσαντε πολλοί, μόλις φτάσανε στα 100 με 150 μέτρα τους χτύπησε. Πέσανε οι πρώτοι νεκροί. Οι άλλοι πέσανε δεξιά τους στ’ αμπέλια και στις γράνες. Οι πιο θαρραλέοι πιάσανε θέσεις και αρχίσανε να βάζουν προς το Γυμνάσιο με οπλοπολυβόλα και ατομικά όπλα. Οι θέσεις τους όμως είναι ανίσχυρες και μένουν καθηλωμένοι μες τα αμπέλια. Αρχίζει να φωτάει για τα καλά. Παίρνει χαμπάρι η διμοιρία του Τηλέμαχου και η ομάδα του Γενναίου πούχουν πιάσει απέναντι δεξιά του δρόμου τους λοφίσκους, αρχίζουν να βάζουν κι αυτοί. Σχεδόν βρίσκονται σε κλοιό.
Μόλις φτάσαμε στο Γυμνάσιο κάνει μια γρήγορη εκτίμηση της κατάστασης ο Αλέκος, αφήνει του Στάπα την Διμοιρία που είμουνα κι εγώ, να ενεργήσει από δεξιά κι αυτός με κανά δυό ομάδες, ανοίχτηκε από αριστερά τ’ αμπέλια φτάνοντας μέχρι το ρέμα και κάνει επίθεση. Ο Στάπας με στέλνει με την ομάδα μου να περάσω από δεξιά του Γυμνασίου μέσα από ένα περιβόλι για να τους χτυπήσω κι από εκεί. Ήταν ανοιχτά, μας χτύπησαν, τραυματίσθηκα, γυρίσαμε πίσω. Αποσύρθηκα. Μέχρι να πάρει καλά ημέρα ο απρόσμενος αιματηρός απολογισμός είχε τελειώσει. Ο Τσουκόπουλος ο Δουμουλάκης ο Καφίρης κι ο Τηλέμαχος τα κατάφεραν μια χαρά, βεβαιώνει ο Γ. Γεωργόπουλος. Σκοτωθήκανε 7, μεταξύ αυτών δύο ανθυπολοχαγοί, ο Ζαΐμης κι ο Παναγιωτόπουλος, τραυματιστήκανε καμιά 10αριά, πιαστήκανε ή παραδοθήκανε 71 στρατιώτες και υπαξιωματικοί, 3 χωροφύλακες κι ένας ή δύο Μάϋδες. Οι άλλοι τόσκασαν προς τα πίσω ή κρύφτηκαν στ’ αμπέλια και στις γράνες. Πήραμε 6 οπλοπολυβόλα ένα βαρύ πολυβόλο κι άλλα ατομικά και αυτόματα όπλα, καθώς και πολλές σφαίρες. Στα γρήγορα απ’ όλα τα σημεία άρχισε η αποχώρηση προς το χωριό Μάζι.
Έξω από του Μάζι φτάσανε τ’ αεροπλάνα είδαν που κινιότανε ένα άλογο, βάλανε και μας σκοτώσανε δύο παλικάρια μας. Στο χωριό που φτάσαμε ξανάρθανε τ’ αεροπλάνα, κι ένας χωροφύλακας αποπειράθει να δραπετεύσει. Του φώναξε ο Κουτρουλάκης να σταματήσει αυτός συνέχισε. Τούριξε με το πιστόλι και τον σκότωσε. Συνεχίσαμε για Μαίναλο.
Οργάνωση μόνιμων στρατοδικείων: Εκτέλεση των ανταρτών του Δ.Σ.Ε. Παναγιώτη Τουρλή και Ηλία Λυμπερόπουλου
Εκεί στη διοίκηση βρήκα το διάβολό μου. Με διαταγή του Αρχηγείου τοποθετήθηκα πρόεδρος του έκτακτου στρατοδικείου. Δουλειά άχαρη και αηδιαστική όπως την αντιλαμβάνονταν ο επίτροπος του Αρχηγείου, ο Γιώργης Καπαρόπουλος.
Δεν ξέρω από πού ο Γιώργης είχε πάρει αυτή τη φόρμουλα, δηλαδή πριν συνεδριάσει το στρατοδικείο ανοιχτά, ο επίτροπος έκανε μια προσυνεδρίαση κλειστή με τα μέλη του στρατοδικείου. Εκεί δεν συζητιόνταν η υπόθεση, αλλά μόνο ο επίτροπος έλεγε τη γνώμη της διοίκησης, δηλαδή αν πρέπει να καταδικαστεί ή όχι ο κατηγορούμενος. Βέβαια στο τέλος έλεγε ότι τα μέλη του στρατοδικείου ήταν ελεύθερα να κρίνουν. Είναι όμως φανερό ότι η γνώμη της διοίκησης βάραινε πολύ και σχεδόν ποτέ το στρατοδικείο δεν έβγαζε διαφορετική απόφαση. Ακόμη υπήρχε η αντίληψη ότι όποιος περνούσε στρατοδικείο ήταν ένοχος και έπρεπε να καταδικαστεί. Δηλαδή πάλι η γνώμη της διοίκησης ήταν απόφαση γιατί αφού τον στέλνει η διοίκηση στρατοδικείο άρα είναι ένοχος. Έτσι στην ουσία η συνεδρίαση του στρατοδικείου και οι άλλες τσιριμόνιες, ήταν σκέτη θεατρική παράσταση.
Εγώ βέβαια τότε δεν μπορούσα να τα ξεχωρίσω αυτά. Όλοι εμείς τότε είμασταν παιδιά και δεν είχαμε ιδέα, ίχνος από κανόνες δικαίου κ.λπ. Εγώ ήμουν ο πιο εγγράμματος. Είχα βγάλει το γυμνάσιο και έκανα μερικά μαθήματα στη φυλακή. Γύρω από τα ζητήματα απονομής της δικαιοσύνης είχαμε βαθύ σκοτάδι. Δικηγόρους βέβαια δεν είχαμε πολλούς για να οργανώσουμε τη δικαιοσύνη μας. Ταυτόχρονα όμως έπρεπε να έχουμε και δικαστήρια. Για τα απλά ζητήματα τα ποινικά ή τις αγροζημιές η απονομή της δικαιοσύνης σε κάθε χωριό είναι εύκολη και κρίνονταν το ζήτημα δικαιότερα από τα ειρηνοδικεία που είναι εκτός τόπου και χρόνου. Όταν όμως πρόκειται για σοβαρές υποθέσεις τότε πια χρειάζονταν οι ειδικοί γιατί αλλιώς γίνονταν εγκλήματα.
Εμείς δεν είχαμε γνώσεις, ούτε και οι επίτροποι μας τότε. Αργότερα που συγκροτήθηκε η διοίκηση της Μεραρχίας τότε το νομικό τμήμα οργανώθηκε καλά, γιατί το ανέλαβε ο Νίκος Γκότσης από τη Ζαχάρω που ήταν δικηγόρος. Παρ’ όλη όμως την άγνοιά μας δεν μας άρεσε αυτός ο τρόπος, δεν μας ικανοποιούσε. Δηλαδή συγκρούονταν με τη νοοτροπία μας και τη συνείδησή μας, το ένστικτό μας. Εμείς θέλαμε να βεβαιωνόμαστε για την ενοχή του κατηγορούμενου.
Όσο καιρό η γνώμη της διοίκησης για την ενοχή ήταν σύμφωνη και με τη δική μας τα πράγματα ήταν ομαλά. Ήρθε όμως και η περίπτωση που δεν συμφώνησαν οι γνώμες μας. Τότε βέβαια έγινε αυτό που είπε η καθοδήγηση. Εμείς απλώς στην ουσία ανακοινώναμε την απόφαση της διοίκησης. Αναπαύαμε την συνείδησή μας και δεν είχαμε τύψεις γιατί δεν είχαμε πάρει εμείς την απόφαση. Όσο για το ύψος της δικαιοσύνης μας δεν ένδιαφερόμασταν, γιατί δεν ήταν μέσα στον κύκλο των άμεσων καθηκόντων μας. Είμασταν όμως αυθόρμητοι στις σκέψεις μας και λέγαμε τη γνώμη μας στην προσυνεδρίαση. Εκεί σταματούσε ο ρόλος μας.
Με τον καιρό όμως τα πράγματα άλλαξαν. Αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε, κάπως το ρόλο μας. Εγώ είχα την πρώτη σύγκρουση με τον επίτροπο στο χωριό Μάτεσι για την υπόθεση ενός αντάρτη του Παναγιώτη Τουρλή από το χωριό Πάπαρι της Μεγαλόπολης. Ο Τουρλής ήταν γνήσιος επαναστάτης. Άφησε γυναίκα και δυό παιδιά, κατέβηκε από την Αθήνα κι ήρθε στο βουνό να πολεμήσει. Τον έβαλαν επικεφαλής σ’ ένα κλιμάκιο της επιμελητείας στη Γορτυνία. Για κακή του τύχη εκεί τοποθετήθηκε διοικητής πολιτοφυλακής ένας παλιός αγωνιστής, ο Παναγιώτης Καραχάλιος από το χωριό Βλαχέρνα της Μαντινείας. Ήταν ο μόνος που γνώριζε το Γκιουζέλη από την εξορία. Ο Γκιουζέλης τον περιέβαλε με μεγάλη εκτίμηση και σεβασμό. Από εκεί και ύστερα ο λόγος του για τα κομματικά στελέχη σαν το Γιώργη Κάπα ήταν νόμος.
Στο χωριό Συριάμ ήταν μια γυναίκα παντρεμένη αλλά παρδαλή όπως έλεγαν. Σ’ αυτής το σπίτι έμεινε για μερικές μέρες το κλιμάκιο της επιμελητείας. Μια μέρα λοιπόν η κυρία αυτή κατήγγειλε ότι ο Τουρλής της επιτέθει να τη βιάσει και για να δεχτεί, της υποσχέθηκε να της δώσει ρούχα, σιτάρι, κ.λπ. Ο Καραχάλιος σαν όλους αυτούς τους παλιούς, αυστηρός και μονόχνωτος, απόκοσμος και καχύποπτος, μ’ ένα σωρό ανικανοποίητα απωθημένα, άρπαξε τον Τουρλή και τον έστειλε στο Αρχηγείο με ένα σημείωμα να τουφεκιστεί γιατί εξέθεσε τη τιμή του Δημοκρατικού Στρατού. Ο Γιώργης Κάπα διαβίβασε το σημείωμα σε μένα που ήμουνα πρόεδρος του στρατοδικείου για τα παρακάτω. Πήγα και τον βρήκα. Του είπα ότι είναι αδύνατο μ’ αυτό το σημείωμα και την κατάθεση της γυναίκας να οργανώσουμε στρατοδικείο. Στενοχωρήθηκε, αλλά επέμενε. Τότε πήγα στο Σαρήγιαννη. Ο Σαρήγιαννης συνεργάστηκε μαζί του και διέταξε να γίνει τακτική ανάκριση στο χωριό. Τις ανακρίσεις έκανε πάλι ο Καραχάλιος. Έστειλε πέντε καταθέσεις που δεν έλεγαν τίποτα παρά μόνο ότι εκτέθηκε ο Δημοκρατικός Στρατός. Τις είδα κι αυτές. Ξανασυζήτησα με τον Κάπα. Ζήτησα να έρθει και η γυναίκα στο στρατοδικείο. Αυτό στάθηκε αφορμή να ψυχραθούμε. Ο Τουρλής όμως ζήτησε να πάρουμε καταθέσεις, από τους αντάρτες που ήταν απ' αυτό το χωριό.
Τελικά έγινε το στρατοδικείο. Η γνώμη της διοίκησης: Θάνατος. Αυτό με πείραξε. Ο Γιώργης Κάπα μου είπε ότι: «Για να το λέει ο Καραχάλιος, έτσι είναι». Στο δικαστήριο τέσσερις αντάρτες που ήταν από το χωριό κατάθεσαν ότι πρόκειται για γυναίκα ελευθέρων ηθών και κατά τη γνώμη τους αυτή την καταγγελία την έκανε για να βγει λάδι για κάποια σκανταλιά που είχε κάνει τότε κοντά. Μετά απ’ αυτά διακόψαμε για την απόφαση. Είπα στο Γιώργη Κάπα να τον δικάσουμε σε θάνατο με αναστολή γιατί δεν πειστήκαμε ότι ήταν ένοχος. Αυτός ήταν αγύριστο κεφάλι. Τέλος ο Τουρλής δικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε την ίδια μέρα. Όταν τον πήγαν για εκτέλεση ζητωκραύγασε για το Δημοκρατικό Στρατό και ζήτησε να τον εκτελέσουν χωριστά από ένα χίτη κι έναν έφεδρο χωροφύλακα που θα εκτελούνταν την ίδια στιγμή, για να μη σμίξει το αίμα του, με το δικό τους.
Άλλη μια φορά συγκρουστήκαμε με τον ίδιο το Σαρήγιαννη και τον Κάπα, για την καταδίκη του Ηλία Λυμπερόπουλου ή Μπέρεκλα, από το χωριό Μπέρεκλα της Ολυμπίας. Ήταν ένας παλιός αντάρτης που είχε εγκαταλείψει δύο φορές τον λόχο του και πήγαινε στο χωριό του που είχε μια μικρή αγάπη. Την τρίτη φορά τον έστειλαν στο στρατοδικείο. Η γνώμη της διοίκησης: Θάνατος. Τον αγαπούσα το Λια και τον εκτιμούσα. Ήταν παλικάρι και η οικογένειά του ήταν δική μας. Του είχαν κάψει δυό φορές το σπίτι. Είχε κι αδερφό αντάρτη τον Αντρέα, καλό παλικάρι. Δεν πήγαινε η καρδιά μου να το ντουφεκίσουμε. Είχε αδυναμία στην αγάπη του. Δεν ήταν και μεγάλο το κουσούρι. Νέος και στερημένος τη γυναίκα ήταν. Καλύτερα να τον στέλναμε κοντά εκεί στην πολιτοφυλακή για να βλέπει και την κοπέλλα του. Ήθελα να τον δικάσουμε σε θάνατο μ’ αναστολή. Η διοίκηση όμως επέμενε: Θάνατος. Τον εκτέλεσαν την άλλη μέρα. Στεναχωρέθηκα αφάνταστα. Ιδιαίτερα όταν είδα τον αδερφό του να τον φυλάει και να κλαίει.
Αυτά κι άλλα με έκαναν να συχαθώ την δουλειά του στρατοδίκη. Η δικαιοσύνη είναι υπηρεσία σκοπιμότητας. Είναι απαραίτητη για τις οργανωμένες κοινωνίες. Τα όρια της σκοπιμότητας όμως πρέπει να καθορίζονται, από το κοινωνικό συμφέρον και την ωφελιμότητα του αποτελέσματος. Αυτά τα όρια τα καθορίζουν οι νόμοι. Τους νόμους όμως τους φτιάνουν οι άνθρωποι για το καλό τους. Ένας νόμος από μόνος του δεν πετυχαίνει το σκοπό. Ο άνθρωπος που τον εφαρμόζει παίζει αποφασιστικό ρόλο για την ωφελιμότητα της εφαρμογής του νόμου. Δεν είναι σωστό να λες: Λιποτάχτησε άρα ντουφέκι. Ο Σαρήγιαννης μου είπε τότε: «Αν δεν ντουφεκιστεί αυτός τώρα, αύριο ίσως ντουφεκιστούν δέκα για να σταματήσει το κακό. Μη το βλέπεις συναισθηματικά το ζήτημα». Ακόμη και τώρα είμαι βέβαιος ότι δεν είχε δίκιο. Ο στρατός μας ήταν εθελοντικός. Η λιποταξία δεν θ’ αντιμετωπίζονταν με νόμους. Και για τις δύο αυτές υποθέσεις έχω τύψεις. Έπρεπε να αντιδράσω ακόμη πιο πολύ. Εγώ όμως δεν αντέδρασα, αλλά απλώς διαφώνησα και τίποτε άλλο.
Είμασταν ακόμη στο χωριό Μάτεσι που ήρθε ο Νίκος Γκότσης υπεύθυνος του νομικού της Μεραρχίας. Έκαμε μια συνεδρίαση και μας μίλησε για όλα. Μας ρώτησε πως τα πάμε. Τότε του είπαμε τι γίνεται. Κάλεσε σε κοινή συνεδρίαση και τη διοίκηση. Τότε έκαμε αυστηρή παρατήρηση στη διοίκηση για τις επεμβάσεις της. Ήταν δύσκολο να καταλάβει ο Γιώργης Κάπας πως γίνεται η διοίκηση να μην έχει γνώμη. Το μεγάλο κακό σταμάτησε. Όμως κρούσματα τέτοια είχαμε κι αργότερα. Δύσκολη υπόθεση η διάκριση των εξουσιών. Οι επεμβάσεις βέβαια δεν γίνονταν όπως πρώτα αλλά κατά τον έναν ή τον άλλον τρόπο γίνονταν. Αισθανόμουνα άσχημα για όλα αυτά και γι’ αυτό ήθελα να πάω στο τμήμα μου. Ο Σαρήγιαννης όμως ήθελε να μείνω εκεί γιατί ήμουνα στραβός από το ένα μάτι και φοβόνταν ότι δεν θα τα καταφέρω, ιδιαίτερα τις νύχτες. Για να φύγουν οι φόβοι του και για να πειστεί ότι τα καταφέρνω έκανα μια δοκιμή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου