23.8.16

Αυτολογοκρημένη μνήμη - Αναγνώριση στα μουλωχτά των Ταγματασφαλιτών

Πηγή: Τάσος Κωστόπουλος - "Η αυτολογοκριμένη μνήμη"

Το πραξικόπημα της 21ης  Απριλίου 1967 θα αποτελέσει μια καθοριστική τομή, όσον αφορά την κρατική διαχείριση της μνήμης του ένοπλου δωσιλογισμού. Το αίτημα για επίσημη αναγνώριση της «αντιστασιακής» συνεισφοράς των ταγματασφαλιτών που διατυπώθηκε στη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, γίνεται πλέον νόμος του κράτους.

Η διατύπωση της καινούριας γραμμής θα γίνει από τον ίδιο τον Παπαδόπουλο, κατά την ομιλία του στα Γιάννενα με την ευκαιρία της 26ης επετείου από την έναρξη του αντάρτικου του Ζερβά (28.7.1968). Επισήμως, ο πρωθυπουργός της χούντας ήταν προσκεκλημένος της Πανελληνίου Ενώσεως Συνδέσμων Εθνικής Αντιστάσεως ΕΟΕ Α-ΕΔΕΣ, ο πρόεδρος της οποίας (και υπαρχηγός του Ζέρβα), Αλέξανδρος Παπαδόπουλος, θα τον ανακηρύξει δημόσια «επίτιμον Γενικόν Αρχηγόν των Ομάδων Εθνικής Αντιστάσεως» 1. 

Η ομιλία του, με την οποία εξισώθηκαν όλες οι εκδοχές «του διμέτωπου αγώνος εναντίον των κατακτητών και εναντίον τον ερυθρού φασισμού», αναφερόταν έτσι τυπικά στον ΕΔΕΣ και τις ομοειδείς οργανώσεις. Στην πραγματικότητα, όμως, το νόημα της όλης τελετής αφορούσε λιγότερο τους εθνικόφρονες αντιστασιακούς και περισσότερο τους ακατονόμαστους «άλλους»:

«Ο ερυθρός και μαύρος φασισμός είχον αποφασίσει να εξαφανίσουν από του προσώπου της υδρογείου την μεγάλην Ελλάδα. Ήτο απαραίτητον δια να επιτύχουν τα σχέδιά των. Και δεν υπήρχεν ωργανωμένον κράτος. Δεν υπήρχαν ένοπλες δυνάμεις,  ως όργανον εθνικής ασφαλείας. Δεν υπήρχε τίποτε εκτός από την ελληνικήν ψυχήν. (...) Και σήμερον, χάριν εις την εθνικήν αντίστασιν, είμεθα πράγματι ελεύθεροι. Επιτρέψατε μου την στιγμήν ταύτην, ως Εθνική Κυβέρνησις, να άρω μίαν αμαύρωσιν αστό το ένδοξον και φωτεινόν παράδειγμα, το οποίον αποτελέσατε, ως αγωνισταί της Εθνικής Αντιστάσεως [...) Και η άρσις της αμαυρώσεως θα είναι να μετονομάσω εκ των υστέρων τα Σώματα της Εθνικής Αντιστάσεως εις Σώματα τακτικού στρατού, για όλα τα νόμιμα επακόλουθα» 2.

Η θεσμική υλοποίηση αυτής της εξίσωσης θα έρθει τον Απρίλιο του 1969, με τη θέσπιση του Ν.Δ. 179 «περί Εθνικής Αντιστάσεως». Ως τέτοια, σύμφωνα με το πρώτο άρθρο του διατάγματος, αναγνωρίστηκε μεταξύ άλλων κάθε «αγών διεξαχθείς επί εδαφών τελούντων υπό εχθρικήν κατοχήν» το 1941 -44 «και αποσκοπών εις την απελευθέρωσιν τούτων και την αποκατάστασιν του Ελληνικού Κράτους». Το κρίσιμο σημείο ήταν ωστόσο ο νομικός προσδιορισμός του εχθρού, εναντίον του οποίου διεξήχθη η εν λόγω αντίσταση: «Εν τη έννοια εχθρός περιλαμβάνονται εν προκειμένω και εν -γένει Οργανώσεις αντεθνικώς δράσασαι και αποσκοπούσαι εις την επιβολήν εν τη Χώρα καθεστώτος διαφόρου του νομίμου τοιούτου [sic] ή και την υποδούλωσιν και προσάρτησιν εδαφών εις ομόρους Χώρας» με άλλα λόγια το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, σύμφωνα με την επίσημη πολιτική και νομική ορολογία της εποχής 3.

Εκτός από τις συνήθεις ηθικές αμοιβές ή την αναγνώριση ως συντάξιμων των χρόνων της «αντίστασης», το ίδιο κείμενο θέσπισε μια σειρά πρόσθετα υλικά «ευεργετήματα», όπως η προτίμηση των αναγνωρισμένων «αντιστασιακών» κατά τις προαγορές των δημοσίων υπαλλήλων, τη διανομή αγροτικού κλήρου, τη χορήγηση στεγαστικού δανείου, την εισαγωγή των παιδιών τους σε οποιεσδήποτε σχολές ή την πρόσληψή τους στις δημόσιες υπηρεσίες. 4.
Το 1971, το αρχικό διάταγμα θα συμπληρωθεί μ' άλλο ένα, που επεκτείνει τα εν λόγω προνόμια στους «διωχθέντες» από το ΕΑΜ στενούς συγγενείς των εν λόγο «αντιστασιακών» 5.

Η «φωτογράφηση» των Ταγμάτων Ασφαλείας και των άλλων ένοπλων δωσιλογικών σχηματισμών από τις παραπάνω διατάξεις ήταν κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο. «Μόλις εξεδόθη ο χουντικός νόμος», θα επισημάνει το 1975 με επιστολή του στην «Ελευθεροτυπία» ο επίτιμος αντιεισαγγελέας εφετών (και οπλαρχηγός της ΕΟΚ Σέλινου κατά την Κατοχή 6) Γ. Ξενάκης, «όλοι οι Ταγματασφαλίτες υπέβαλαν δικαιολογητικά και η προδοτική υπηρεσία όσων ήταν τότε υπάλληλοι, στρατιωτικοί κλπ  προσμετρήθηκε στην υπόλοιπη σύνταξη που έχουν» -προνόμιο το οποίο δεν ίσχυε, ούτε καν για εκείνα τα μέλη δεξιών αντιστασιακών οργανώσεων που είχαν αναγνωριστεί νωρίτερα με τον Ν. 971 του 1949 7

Ενα μικρό δείγμα αυτής της γραφειοκρατικής διαδικασίας παίρνουμε από μια τέτοια τυπική βεβαίωση του φυλάσσεται στα αρχεία της ΔΙΣ. Σε αυτήν, ο απόστρατος ταξίαρχος Παναγιώτης Δεμέστιχας. πάλαι ποτέ διοικητής του Τάγματος Ασφαλείας Σπάρτης, «βέβαιοί εν γνώσει των συνεπειών του νόμου» ότι ο υποστράτηγος -πλέον- Ιωάννης Τσιόμπος είχε υπηρετήσει στη μονάδα του μεταξύ 1.9.43 και 30.10.44, παρέμεινε δε στη συνέχεια «υπό την προστασίαν των Αγγλων εις το στρατόπεδον Γουδί» μέχρι και την συμφωνία της Βάρκιζας. Κατά τη διάρκεια αυτής του της θητείας δε, «έλαβε μέρος εις όλας τας εκκαθαριστικός επιχειρήσεις του Τάγματος ως και μάχας εις την περιοχήν ολοκλήρου της Λακωνίας και επεδείξατο θάρρος, τόλμην και ηρωισμόν», ενώ «η διαγωγή του εν γένει υπήρξε εξαίρετος» 8.

Ακόμη κι αυτή η πρωτόγνωρη θεσμική «τακτοποίηση» των ταγματασφαλιτών είχε, ωστόσο, τα όριά της. Η αναγνώριση της «αντιστασιακής» δράσης των Ταγμάτων έγινε έμμεσα και σχεδόν στα μουλωχτά, μέσω της ερμηνείας μιας «φωτογραφικής» διάταξης.
Η απροθυμία της χούντας να προχωρήσει πέρα απ’ αυτό το σημείο δεν μπορεί να ερμηνευτεί παρά μόνο με βάση την πραγματική εικόνα των ένοπλων συνεργατών των SS στην εγχώρια και τη διεθνή κοινή γνώμη: μια πιο πανηγυρική αποκατάσταση είναι προφανές ότι θα προκαλούσε ανήκεστο βλάβη στην (όποια) δημόσια εικόνα της Ελλάδος των Ελλήνων Χριστιανών.
Ενδεικτική είναι λόγου χάρη η δυσφορία που εξέφρασε δημόσια ο Κρις Γουντχάουζ γι’ αυτή την εξέλιξη 9, ενώ αποκαλυπτικές της όλης «αυτοσυγκράτησης» μπορούν να θεωρηθούν τρεις καθοριστικές «λεπτομέρειες».

Η πρώτη αφορά τη σιωπή που καλύπτει την επίσημη βιογραφία του ίδιου του Παπαδόπουλου, σχετικά με την κατοχική δραστηριότητα του. Υμνητικά βιβλία ξένων δημοσιογράφων, που κυκλοφόρησαν την πρώτη διετία μετά το πραξικόπημα, ισχυρίζονται ότι υπήρξε μέλος της «X» 10.

Τον Μάιο το; 1969. η παρισινή Le Monde Diplomatique αποκάλυψε, αντίθετα, ότι ο επικεφαλής της χούντας «κατά τη διάρκεια της κατοχής υπηρέτησε υπό τον λοχαγό [sic] Κουρκουλάκο. διοικητή ενός τάγματος εξοπλισμένου από τους Γερμανούς» 11, πληροφορία που επιβεβαιώθηκε αργότερα και από ανώνυμους συνεργάτες του Γρίβα που μίλησαν στον απεσταλμένο του λονδρέζικου Observer Τσάρλς Φόλεΐ. Ο τελευταίος δημοσιοποίησε επίσης συζήτησή του με στέλεχος της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα, σύμφωνα με την οποία το ανομολόγητο κατοχικό παρελθόν του Παπαδόπουλου αποτελούσε ένα από τα ισχυρότερα «χαρτιά» της Ουάσιγκτον απέναντι στο καθεστώς 12. την ίδια πληροφορία επανέλαβε επίσης -παραπέμποντας σε διαφορετικές πηγές- και ο Τζακ Αντερσον της New York Post 13.

Το σίγουρο είναι, πάντως, ότι ο ίδιος ο δικτάτορας έκανε τα πάντα για να κρατήσει αυτή την περίοδο της ζωής του μακριά από κάθε συζήτηση. «Η καριέρα του Παπαδόπουλου είναι εσκεμμένα σκεπασμένη με σκοτάδι. Τι έκανε στη διάρκεια της αντίστασης είναι άγνωστο», παρατηρεί εν έτει 1971 ένας αμερικανός υμνητής της χούντας -εκτιμώντας, παρόλα αυτά, ότι «από τη μεταγενέστερη καριέρα του  θα πρέπει να υποθέσουμε ότι είχε κάπως αναμιχθεί με συγκέντρωση πληροφοριών ενάντια στην κατοχική εξουσία»14.

Λιγότερο αφελής, ένας (εξίσου φιλοχουντικός) Βρετανός συνάδελφός του θα ανακυκλώσει κι αυτός τη φημολογία που θέλει τον αρχιπραξικοπηματία μέλος «κάποιας αντιστασιακής οργάνωσης», εξηγεί όμως ότι κάθε προσπάθεια του να συγκεντρώσει συγκεκριμένες πληροφορίες αντιμετωπίστηκε με ανοιχτή εχθρότητα από τις υπηρεσίες της χούντας 15.

Αξίζει να σημειωθεί πως, την ίδια εποχή, ουκ ολίγα στελέχη του καθεστώτος (όπως ο Παττακός, ο Μακαρέζος. ο Μπράβος ή ο Σκαρμαλιωράκης) δεν είχαν το παραμικρό πρόβλημα να αναλύσουν στον ίδιο δημοσιογράφο τα -πραγματικά ή φανταστικά- κατοχικά τους κατορθώματα στον «Όμηρο», το 5/42 ή τη Μέση Ανατολή 16.

Κάποιες συνοπτικές βιογραφίες του αρχιπραξικοπηματία, που κυκλοφόρησαν στην Αθήνα μετά τη Μεταπολίτευση, θα επιχειρήσουν να καλύψουν κάπως το κενό 17.
Σύμφωνα με αυτές, ο Παπαδόπουλος υπήρξε όντως το δεξί χέρι του Κουρκουλάκου επί Κατοχής (ευμένεια που ανταπέδωσε άλλωστε το 1969, διορίζοντας τον -εσχατόγηρο πλέον- ταγματασφαλίτη στη θέση του διοικητή της Αγροτικής Τράπεζας). Αρχικά τοποθετήθηκε: στο «επισιτιστικό γραφείο» της Πάτρας, ενώ αναφέρεται ότι «δούλεψε» και στο ανακριτικό κέντρο του ευζωνικού συντάγματος. Παραμένει όμως αμφίβολο αν φόρεσε επίσημα τη στολή του «τσολιά», αν και ο στρατηγός Σπαής θα καταθέσει το 1974 στη δίκη της «Χριστιανικής» ότι τόσο ο ίδιος ο δικτάτορας όσο και ο αδερφός του είχαν υπηρετήσει στο Τάγμα Ασφαλείας Πατρών 18. Αρκετά ασαφείς παραμένουν επίσης οι κινήσεις του στην κρίσιμη φάση των ημερών της Απελευθέρωσης.

Το βέβαιο είναι ότι δεν ακολούθησε τους υπόλοιπους ταγματασφαλίτες στον Άραξο και τη Ν. Ιταλία 19, ενώ τα Δεκεμβριανά τον βρίσκουν να υπηρετεί στην Αθήνα ως υπασπιστής του στρατηγού Κατσώτα 20.
Η ασάφεια αυτή δεν θα διαλυθεί ούτε με την πτώση της χούντας αλλά ούτε και με το θάνατο του Παπαδόπουλου, δυόμισι δεκαετίες αργότερα.

Απολογητές της χούντας όπως ο Τάκης Θεοδωρακόπουλος θα αποφύγουν πολύ φυσικά οποιαδήποτε σχετική αναφορά 21, αλλά το ίδιο κάνει και ο αποστασιοποιημένους Γουντχάουζ -ο οποίος, αντίθετα, επικεντρώνει την έρευνα του στο κατά πόσον οι πρωτεργάτες του πραξικοπήματος υπήρξαν ή όχι ενεργούμενα της CIA 22. Οσο για το μεταθανάτιο βιογραφικό του δικτάτορα που αναμεταδόθηκε από το ΑΠΕ, αυτό αναφέρει απλώς ότι «στην κατοχή συμμετείχε σε ένοπλες ομάδες που έδρασαν στη δυτική Πελοπόννησο, κυρίως εναντίον του ΕΑΜ» 23.

Η σιβυλλική αυτή διατύπωση ερμηνεύθηκε ποικιλότροπα από τις αθηναϊκές εφημερίδες της επομένης: δυο έκαναν λόγο για τα Τάγματα Ασφαλείας 24, οι περισσότερες αναπαρήγαγαν μηχανικά το τηλεγράφημα του ΑΠΕ, τέσσερις απέφυγαν οποιαδήποτε σχετική αναφορά 25, ενώ ο Αλέξης Παπαχελάς έγραψε ότι «πολέμησε στη διάρκεια της κατοχής στη φασιστική οργάνωση X» 26. Υπήρξε, τέλος, μια εφημερίδα που θέλησε τον πρώην δικτάτορα να υπηρετεί ως υπολοχαγός «στις ένοπλες ομάδες τον ΕΑΜ» (και μάλιστα στην πρωτοπορία τους: από το 1942 ώς τον Ιανουάριο του 1945 27)!

Ενδιαφέρουσα είναι εδώ η σύγκριση με την ανάλογη αντιμετώπιση ενός άλλου πρωτοκλασάτου στελέχους της χούντας -του συνιδρυτή της ΕΕΝΑ, υπουργού Βορείου Ελλάδος (5.5.67-20.6.68) κι εν συνεχεία Β' αντιπροέδρου της κυβερνήσεως (20.6.68-30.6.70), στρατηγού Δημητρίου Πατίλη. Το επίσημο βιογραφικό που εκδόθηκε μετά το θάνατο του τελευταίου, απέφυγε προσεκτικά οποιαδήποτε αναφορά στο γεγονός ότι υπήρξε σημαίνον στέλεχος του Τάγματος Ασφαλείας Ναύπακτου 28, περιοριζόμενο σε μια λακωνική δήλωση ότι ο εκλιπών «μετέσχεν εις τον πόλεμον τον 1940-41 και ακολούθως εις την Εθνικήν Αντίστασιν» 29.

Εξίσου συνθηματικός ήταν άλλωστε επ’ αυτού και ο ίδιος ο Παπαδόπουλος, στον επικήδειο που εκφώνησε για το νεκρό «συμμαχητήν και φίλο» του: «Αφότου επέλεξες την τιμημένην στολήν του έλληνος αξιωματικού, ηγωνίσθης -όπου ετάχθης και όπου έταξες τον εαυτόν σου με σεμνήν ευψυχίαν πραγματικού ήρωος. Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος, η Εθνική Αντίστασις, ο αγών κατά της μακροχρονίου κομμουνιστικής επιθέσεως, σε είδαν όρθιον επί των επάλξεων» 30.
Καλύτερη επιβεβαίωση του ότι, ακόμη και στο απόγειο της χούντας, ορισμένα πράγματα δεν μπορούσαν να ειπωθούν δημόσια με το όνομά τους, δεν θα μπορούσε να βρεθεί.

Το δεύτερο παράδειγμα αφορά τη διαχείριση της εθνικόφρονος μνήμης στη Βόρεια Ελλάδα. Ξεφυλλίζοντας τα τεύχη της «Μακεδονικής Ζωής» του περιοδικού που εκδόθηκε το 1967, με υπόδειγμα τη γιουγκοσλαβική «Makedonia», ως ημιεπίσημο όργανο προπαγάνδας στους κόλπους της μακεδονικής διασποράς 31 διαπιστώνει κανείς μια προσεκτική αποφυγή κάθε αναφοράς στις μονάδες του ΕΕΣ και των άλλων «εθνικοφρόνων» δοσιλογικών σχηματισμών, ακόμη και υπό την ιδιότητά τους ως θυμάτων του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.

Ελάχιστη σημασία δίνεται λ.χ. στα επίσημα αποκαλυπτήρια του μνημείου των πεσόντων της μάχης του Κιλκίς (3.12.1968) 32 ενώ υπάρχει μια και μοναδική αναφορά στα μνημόσυνα του Βαθύλακκου, με τη δημοσίευση σχετικής ομιλίας του γενικού γραμματέα του Υ.Β.Π., Νίκου Γκαντώνα.
Ακόμη και σ’ αυτή την τελευταία περίπτωση, όμως, το κείμενο αποφεύγει οποιαδήποτε αναφορά στον ΕΕΣ και σταματά την εξιστόρηση στις αρχικές διαμάχες του ΕΛΑΣ με την ΠΑΟ 33.
Περιττό να πούμε, φυσικά, ότι σχεδόν κάθε τεύχος του περιοδικού περιλαμβάνει πολυσέλιδα αφιερώματα στα θύματα και τους «ήρωες» του καθεαυτό Εμφυλίου...

Το αποκορύφωμα της επίσημης αυτολογοκρισίας και διαστροφής συνιστά, ωστόσο, η μορφή που πήρε επί χούντας ο εορτασμός του μεγάλου μπλόκου της Κοκκινιάς. Πριν από το πραξικόπημα, η επέτειος του μπλόκου αποτελούσε αντικείμενο ανεπίσημων μνημόσυνων της Αριστεράς (και καταγγελιών της δεξιάς) 34, ώσπου το 1964 η δημοτική αρχή οργάνωσε η ίδια τις οκταήμερες εκδηλώσεις για τα εικοσάχρονα της σφαγής 35.

Η άνοδος στην εξουσία της χούντας θα αλλάξει ριζικά αυτό το σκηνικό.
Τον Αύγουστο του 1967, το μνημόσυνο θα οργανωθεί από τη Στρατιωτική Διοίκηση Πειραιώς και θα έχει καθαρά αντικομμουνιστικό χαρακτήρα: ο επίσημος ομιλητής, καθηγητής (και συνεργάτης της τοπικής δεξιάς εφημερίδας) Ανδρέας Κακλαμάνος, θα περάσει στα γρήγορα από την μεγαλόστομη καταγγελία των κατακτητών στην ουσιαστική δικαιολόγησή τους: «κύριος αποκλειστικός στόχος» του μπλόκου, εξηγεί, ήταν η «επισήμανσις και εξόντωσις των εκτελεστών δολοφόνων της ΟΠΛΑ, οι οποίοι είχαν επιβάλει την στυγνή τους τρομοκρατία σ ’ ολόκληρη την περιοχή, εξοντώνοντας αδίστακτα και ξεκληρίζοντας ολόκληρες οικογένειες, κάθε αντιφρονούντα συμπολίτη ή επισκέπτη, κάθε τίμιο πατριώτη και αγωνιστή που δεν εννοούσε να μπη στο ζυγό του Κομμουνιστικού Κόμματος». 

Θα νόμιζε κανείς πως επρόκειτο για μνημόσυνο των τσολιάδων, αν δεν υπήρχε και η συνέχεια: σύμφωνα με μη προσδιοριζόμενα «στοιχεία που η νεώτερη έρευνα συγκέντρωσε και εξακρίβωσε πάνω στο θέμα αυτό», οι συλλήψεις κι εκτελέσεις του 1944 οφείλονταν στη δολιότητα του ΚΚΕ, που έβαλε κουκουλοφόρους οπαδούς του να υποδείξουν στους Γερμανούς κάποιους αγνούς εθνικιστές σαν δήθεν ελασίτες! Εννοείται ότι οι ταγματασφαλίτες δεν θα αναφερθούν, σ'  όλην αυτή την εξιστόρηση, ούτε γι’ αστείο 36

Μερικούς μήνες αργότερα, δήμαρχος Νίκαιας θα διοριστεί ο ταγματάρχης ε.α. Νικόλαος Πλυντζανόπουλος, ανιψιός του διοικητή των ευζωνικών ταγμάτων και αρχιτέκτονα του μπλόκου 37. Η λεπτομέρεια αυτή δεν θα τροποποιήσει καθόλου το επίσημο πρόγραμμα του γιορτασμού, θα τονίσει όμως ακόμη περισσότερο τα γκροτέσκα χαρακτηριστικά της επίσημης αφήγησης.

Στις 17 Αυγούστου 1968 γίνονται τα αποκαλυπτήρια μιας καινούριας αναμνηστικής πλάκας στην ιστορική μάντρα, η οποία διακηρύσσει τα παρακάτω: «Προδόται και μασκοφόροι κομμουνισταί εαμίται, ελασίται παρέδωσαν εις τους βαρβάρους κατακτητάς την Ι7ην Αυγούστου 1944 αγνούς πατριώτας αγωνιστάς της Εθνικής Αντιστάσεως, τέκνα ηρωικά της Νίκαιας, οι οποίοι και εξετελέσθησαν εις τον χώρον τούτον» 38.
Ο δε δήμαρχος, θα επαναλάβει μεν στην ομιλία του αυτό το περίεργο ερμηνευτικό σχήμα που είδαμε και παραπάνω, αποφεύγοντας πάντοτε κάθε αναφορά στα Τάγματα Ασφαλείας. Την έμφαση ωστόσο θα τη δώσει στο σωστό σημείο: την ανάγκη καταπολέμησης της «κόκκινης τρομοκρατίας», η οποία το καλοκαίρι του 1944 «είχε εξαπλωθεί παντού» απειλώντας με αποκεφαλισμό «την αντικομμουνιστικήν και εθνικόφρονα παράταξιν».

Το απότομο πέρασμα από τον διατεταγμένο θρήνο για τους πεσόντες σε μια άτυπη απολογία των σφαγέων, αποτυπώνει εδώ με το σαφέστερο δυνατό τρόπο τον «αναμορφωτικό» ρόλο αυτών των τελετών (οι οποίες -ας μην το ξεχνάμε-πραγματοποιούνται σ' ένα «κάστρο» του στρατιωτικά ηττημένου εσωτερικού εχθρού 39 και σε μικρή σχετικά χρονική απόσταση από τα ίδια τα γεγονότα):

«Είκοσι τέσσερα χρόνια πέρασαν από τα χαράματα εκείνα, που η βαρειά μπότα των Ούννων και βαρβάρων ναζί ηχούσε στους δρόμους της μαρτυρικής Νίκαιας. Εικοσιτέσσερα χρόνια απ' το καυτερό εκείνο πρωινό του Αύγουστου, που στον χώρο τούτο ξετυλίχτηκε ένα δράμα με πρωταγωνιστής βαρβάρους κατακτητάς της Ελληνικής γης, με μασκοφόρους προδότας κομμουνιστάς και αθώους εθνικόφρονας πολίτας της Νίκαιας.

Αλλά καθήκον ιερόν προς την μνήμην εκείνων που έπεσαν προδομένοι από τα βόλια του κατακτητού, επιβάλλει την εξιστόρησιν των γεγονότων εκείνων και της πραγματικής των αλήθειας από ευρεθέντα επίσημα στοιχεία, δια να πληροφορηθούν οι επιζήσαντες, συγγενείς, φίλοι των ηρωικών μας νεκρών, αλλά και όλοι οι Έλληνες και όλη η ανθρωπότης, χάριν της ιστορικής αλήθειας, υπό ποιας συνθήκας εξελίχθησαν τα αιματηρά εκείνα γεγονότα, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα να ρίψουν εις το πένθος υπερεκατόν οικογένειας συμπολιτών μας.
Την εποχήν εκείνην, ολόκληρον την περιοχήν Αθηνών, Πειραιώς και συνοικιακών πόλεων ετρομοκράτει το ΚΚΕ, το οποίον είχε υπό τον απόλυτον έλεγχόν του την δολοφονικήν οργάνωσιν ΟΠΛΑ.

Σκοπίμως και με δόλια σχέδια, τα οποία αργότερον ήλθον εις το φως, η ΟΠΛΑ επροκάλει διαφόρους δολοφονίας Εθνικοφρόνων πολιτών, οι οποίοι δεν ήθελαν να εμπλακούν εις τα δίκτυα αυτής της εθνοπροδοτικής σπείρας [...]. Επεδίωκον δια παντός τρόπου την πραγματοποίησιν των αιματηρών μπλόκων, διότι τούτο εξυπηρετεί τα καταχθόνια και αντεθνικά σχέδιά των.

Πράγματι, τα στρατεύματα κατοχής, δια να θέσουν τέρμα εις την κατάστασιν αυτήν και δια να εξαλείψουν τους τρομοκράτας της ΟΠΛΑ, την πρωίαν της Ι7ης Αυγούστου 1944 ττεριεκύκλωσαν την πόλη της Νίκαιας εξ όλων των σημείων και υπό την απειλήν των όπλων συνεκέντρωσαν τον άρενα πληθυσμόν της πόλεως, από ηλικίας 14 ετών και άνω, εις τον χώρον αυτή της πλατείας …». 40

Οπως ήταν αναμενόμενο, η συνεχιζόμενη αυτή εκδοχή αυτολογοκρισίας δεν ήταν δυνατό να ικανοποιήσει όσους είχαν δώσει τη μάχη της αναγνώρισης των Ταγμάτων δημόσια -και σε καιρούς λιγότερο ευνοϊκούς για ένα τέτοιο εγχείρημα. Ο επίλογος των απομνημονευμάτων του Σταυρογιαννόπουλου που παραθέσαμε στην αρχή του βιβλίου, δημοσιευμένος λίγο πριν από την κατάρρευση της χούντας, αποτελεί την ακραία (και, ως εκ τούτου, σαφέστερα διατυπωμένη) εκδοχή αυτής της δυσφορίας.

Από την άλλη, οι καιροί ήταν κάτι περισσότερο από ευνοϊκοί για την αμείλικτη καταστολή κάθε διαφωνίας με την Επιβράβευση των ταγματασφαλιτών.

Οταν το Μάιο του 1973 η εφημερίδα «Χριστιανική» δημοσίευσε άρθρο του εισαγγελέα Ξενάκη, όπου ο πρώην οπλαρχηγός της χανιώτικης ΕΟΚ. κατάγγειλε με επιχειρήματα την αναγόρευση των δωσίλογων σε αντιστασιακούς· 41, ο δικηγόρος Νίκος Αναγνωστόπουλος -πρώην ταγματασφαλίτης και στρατοδίκης του Εμφυλίου- άσκησε εναντίον της εφημερίδας και του συντάκτη της μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση. Ο αρμόδιος εισαγγελέας παρέπεμψε τους μηνυόμενους «δι’ απευθείας κλήσεως» στο ακροατήριο, χωρίς δικαίωμα απολογίας ή προσφυγής σε συμβούλιο 42.

Από ευτυχή συγκυρία, ωστόσο, μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης είχε επέλθει η Μεταπολίτευση, με αποτέλεσμα την ολοκληρωτική αντιστροφή του κλίματος.
Αντιλαμβανόμενος ότι πήγαινε για μαλλί αλλά βγαίνει κουρεμένος, ο Αναγνωστόπουλος αρχικά φυγοδίκησε και στη συνέχεια πρότεινε να αποσύρει τη μήνυση, αρκεί οι κατηγορούμενοι να δηλώσουν ότι δεν ήθελαν να τον βλάψουν προσωπικά.
Οι ελιγμοί του όμως έπεσαν στο κενό. Την 1η Νοεμβρίου 1974. το Τριμελές Πλημμελειοδικείο αθώωσε πανηγυρικά τους κατηγορούμενους, ενώ η ακροαματική διαδικασία μετατράπηκε σε ανοιχτή καταγγελία, τόσο της δράσης των Ταγμάτων Ασφαλείας όσο και της αποκατάστασής τους από τη χούντα 43.

Παραπομπές

1. «Το 'Εθνος εκτίμησε την Αντίστασιν». Ελεύθερος Κόσμος 30.7.1968· βλ. επίσης την προκήρυξη της ΠΕΣΕΑ ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ και το κύριο άρθρο του Ιωάννη Αθανασούλια με τίτλο «Αναπλήρωτον χρέος» {Ελεύθερος Κόσμος 27 & 28.7.1968. αντίστοιχα).
2. Γεώργιος Παπαδόπουλος, Το Πιστεύω μας, τ. Β', Αθήναι 1968. σ. 176-7.
3. ΦΕΚ. Ι969/Ά/73, Ν.Δ. 179 της 25.4.1969, άρθρο 1(3. Μια άλλη κατηγορία πολιτών της οποίας αναγνωρίστηκε η «αντιστασιακή» ιδιότητα, ήταν τα μέλη παρακρατικών συμμοριών του Εμφυλίου που είχαν συγκροτηθεί «τη εγγράφω ή σιωπηρά έγκρισει ή εντολή των οικείων Στρατιωτικών ή Αστυνομικών Αρχών» (άρθρο 2.1γ). Για τη χρήση του παραπάνω ορισμού ως νομική περιγραφή του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, βλ. το βούλευμα 280/51 του Συμβουλίου Εφετών  Θες/νικης {Αρμενόπουλος 1951. σ.487-91).
4. ΦΕΚ I969/A73. Ν.Δ. 179 της 25.4.1969. άρθρο 16.
5. ΦΕΚ Ι971/Α/147, Ν.Δ. 936 της 14.7.1971. άρθρο 4. Υπήρξε κι ένα τρίτο σχετικό διάταγμα (ΦΕΚ 1972/Α11, Ν.Δ. 1099 της 19.1.72). ελάσσονος όμως σημασίας.
6. Βαρδινογιάννης Ι988.σ.51.
7..Ελευθεροτυπία 4.12.1975. Για την «εξομοίωση» των δυο «μορφών δράσεως» (ταγματασφαλίτες- αντιστασιακοί) από το ΝΔ 179/1969. Επίσης Φροντιστής 1977. σ.375.
8. ΔΙΣ/911/Α/4, Π. Δεμέστιχάς. «Βεβαίωσις». Εν Αθήναις 2.4.1970. Η ημερομηνία 1.9.43 της κατάταξης του Τσιόμπου είναι βέβαια κάπως περίεργη, αφού το Τάγμα ιδρύθηκε δυο μήνες αργότερα. Στα δικά του απομνημονεύματα, ο Βρεττάκος τον αναφέρει ως διοικητή του λόχου Σπάρτης «από τας αρχάς Νοεμβρίου» (Δ1Σ 1998, τ.8ος. σ. 171).
9. Γιάννης Βούλτεψης. Η καταγωγή και ο θάνατος της συνωμοσίας. Αθήνα 1976.0.49.
10. Jean-FraaQois C'luuvel, La Greet ά I' ombre ties epees, Παρίσι 1968, 0.27-8·· Kenneth Young. The Greek passion, Λονδίνο 1969,0.331.
11. Λευτέρης Σταυριανός, Από τη Δημοκρατία στη Λαοκρατία., Αθήνα 1975, σ.64-5. Αναφορά επίσης σε Σταύρος Ζορμαλάς, Ο νεοφασισμός στην Ελλάδα, Αθήνα 1978, σ. 133 Το συγκεκριμένο φύλλο της Le Monde Diplomatique είναι το μόνο της χουντικής επταετίας που απουσιάζει, για ευνόητους λόγους, από τους (δεμένους) τόμους της εν λόγω εφημερίδας στη Βιβλιοθήκη της Βουλής.
12. The Observer 1.7.1973 (Ελλην. μετάφραση σε Βούλτεψης 1976. σ.48-9).
13. Jack Anderson, «The Junta Λ the Nazis*, N.Y. Post. 1611 1971, εν μέρει μεταφρασμένο σε Βούλτεψης 1976, σ 43-4
14. Bayard Stockton. Phoenix with a bayonei. A journalist's interim Report on the Greek Revolution, Αν Άρμπορ 1971, σ.2.
15. Harry Scott Gibbons. The genocide files, Λονδίνο 1997, σ.355.
16. Οπ.π, σ.342-55 (και προσωπικές φωτογραφίες μεταξύ των σ.314-5).
17. Φοίβος Γρηγοριάδης, Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδος 1925-1975. Αθήνα 1978. τ. Γ'. σ.1060-2- ανώνυμο βιογραφικό λήμμα στη Μεγάλη Γενική Εγκυκλοπαίδεια Υδρία (Αθήνα 1987. τ. Δ'. σ.460), τη γενική επιμέλεια της οποίας είχε ο Περικλής Ροδάκης. Η τελευταία πηγή υποστηρίζει ότι ο Παπαδόπουλος έφυγε το 1944 στη Μ. Ανατολή- το όνομά του δεν υπάρχει ωστόσο ούτε στις σχετικές καταστάσεις πελοποννησίων αξιωματικών του δημοσιεύει ο Αντωνόπουλος (1964, σ.832-40), ούτε σε αυτές της 3ης Ταξιαρχίας που παραθέτει ο Τσακαλώτος (1960, τ. Α', σ.586-7 & 897-905).
18. Χριστιανική 9.11. 1974. σ.7.
19. Σταυρογιαννόπουλος 1974. σ.324-6.
20. Σπαής 1976,σ..27.
21. Taki Theodoracopoulos, The Greek upheaval. Kings, demagogues and bayonets, Λονδίνο 1976 (βιογραφικό του Παπαδόπουλου στη σ.169).
22. C.M. Woodhousc. The rise and fall of the Greek colonels, Λονδίνο 1985, σ.8·10
23. ΑΠΕ 27.6.1999 (ΑΑ 381094).
24. Τα Νέα 28.6.1999· Βραδυνή 28.6.1999.
25.  Eξουσία. Αδέσμευτος Τύπος (Μήτση), Αυριανή και Έθνος της 28.6.1999.
26. Το Βήμα 28.6.1999.
27. Αθηναϊκή 28 6.1999.
28. Λουκάς 2004. σ.35· Σταυρογιαννόπουλος 1974. σ.2Ι4-256 και 312-3.
29. «Ποιος ο εκλιπών», Νέα Πολιτεία 1.7.1970.
30. «Με οδύνην ο πρωθυπουργός απεχαιρέτησεν τον Δ. Πατίλην»... Νέα Πολιτεία 2.7.1970.
31. Τάσος Κωστόπουλος. Η απαγορευμένη γλώσσα. Κρατική καταστολή των σλαβικών διαλέκτων στην Ελληνική Μακεδονία .Αθήνα 2000 σ.256.
32.  «Το μνημείον των θυμάτων του Κιλκίς», Μακεδονική Ζωή 11.1958. σ.4.
33. «Το μνημόσυνου των αγωνιστών εις Βαθύλακκον Κοζάνης». Μακεδονική Ζωή 12.1970. σ.8-10.
34. Χαρακτηριστικό κύριο άρθρο της τοπικής εθνικόφρονος εφημερίδας ο διευθυντής της οποίας ήταν ταυτόχρονα επικεφαλής της εκεί παρακρατικής «Οργανώσεως Εθνικής Αντιστάσεως»: Τηλέμαχος Μολφέσης, «Ούτε τους νεκρούς», Παρατηρητής 20/8/1963.
35. Παρατηρητής  15.8.1964 & 15.8.1966.
36. «Στιγμές εθνικής εξάρσεως και υπερηφάνειας έζησεν η Νίκαια, τιμήσασα τους αθανάτους ήρωάς της που έπεσαν για την Ελλάδα», Παρατηρητής 1.9.1967.
37. Παρατηρητής 15.10.1967. Για τη συγγένεια των δυο Πλυντζανόπουλων: Λιάτσος 1983, σ-71.
38.  Λιάτσος 1983. σ. 71- Η προηγούμενη πλάκα είχε τοποθετηθεί στη δεκαετία του '50 και ανέφερε, απλώς. ότι «εδώ οι γερμανοί κατακτητές εκτέλεσαν έλληνες πατριώτες».
39. Στις τελευταίες προδικτατορικές εκλογές. ο υποστηριζόμενος από την ΕΛΑ δήμαρχος Νίκαιας είχε εκλεγεί με 58% (Ηλίας Νικολόπουλος. «Δημοτικές εκλογές 1964», Αρχειοτάξιο 2 [6.2000], σ.92).
40. «Εις επιβλητικήν τελετήν ετιμήθη η μνήμη των ηρωικών νεκρών της 17ης Αυγούστου 1944». Παρατηρητής  31.8.1968.
41. Γ. Μ. Ξενάκη, «Εθνική Αντίσταση και Τάγματα Ασφαλείας. Σοβαρά ερωτηματικά γύρο από το Ν.Δ. 179/69». Χριστιανική 5.1973, σ. 1 και 4.
42. «Δικάζεται η Χριστιανική. Συκοφάντησε τα 'Τάγματα Ασφαλείας'!». Χριστιανική 28.9.1974.
43.  «Γερμανοτσολιάδες- η προδοσία και τα εγκλήματα τους στην κατοχή», Χριστιανική 5.10.1974- «Η δίκη της ‘Χριστιανικής’ αναβάλλεται». Χριστιανική 12.10.1974· Επαναλαμβάνεται την Πέμπτη η δίκη των Γερμανοτσολιάδων», Χριστιανική 26.10.1974- «Η δίκη της ‘X’ για τους ταγματασφαλίτες». Χριστιανική 2.11.1974- «Η δίκη και η πανηγυρική αθώωση της Χριστιανικής. Στιγματίστηκε η ανίερη προδοσία των εγκληματιών 'Γερμανοτσολιάδων'». Χριστιανική 9.11.1974.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου