Καταστάσεις στις ζωές των ανθρώπων
Η νύχτα εκείνη λες και είχε καταπιεί όλες τις ικμάδες των δυνάμεων. Όνειρα ίσως να μην είδε κανείς εκείνο το βράδυ παρά μόνον εφιάλτες. Με τι καρδιά να ονειρευτείς; Και τι; Μια καλύτερη ζωή; Ένα μέλλον με ελεύθερους ανθρώπους;
Η μπότα του φασισμού όχι μόνο τα είχε σκεπάσει σαν το μαύρο πέπλο του θανάτου, αλλά κατευθυνόταν θριαμβεύτρια προς την πόλη. Το πρωινό που θα ξημέρωνε είχε το μέλλον προδιαγεγραμμένο.
Ο Φράνκο ήταν προ των πυλών της Μαδρίτης. Νεκρική σιγή έφερνε η νύχτα. Η προσμονή του ξημερώματος είχε καταστεί συνώνυμο της απόγνωσης. Έρημοι οι δρόμου. Οι υπερασπιστές της Μαδρίτης είχαν ήδη βάλει πλώρη για τα γαλλο-ισπανικά σύνορα ή τα βουνά και τα τουφέκια είχαν
σιγήσει…
Η αδιατάρακτη συνέχεια της εναλλαγής της νύχτας με μέρα δεν ήταν δυνατό να αποφευχθεί. Ο ήλιος που βγήκε την 28η του Μάρτη ανάμεσα από τα καστιλιάνικα βουνά και άρχισε να λούζει την πρωτεύουσα της Ισπανίας ήταν κατακόκκινος. Πορφυρός. Μόνο που δεν ήταν βαμμένος από το χρώμα αυτό της ελπίδας, της απελευθέρωσης, της άλλης κοινωνίας. Ήταν λες και είχε βουτήξει στι αίμα. Στο αίμα των δεκάδων χιλιάδων νεκρών μαχητών της Δημοκρατίας. Των αθώων ανυπεράσπιστων στη φασιστική βαρβαρότητα πολιτών των καστιλιάνικων οροπεδίων.
Ήταν βουτηγμένος στο αίμα των χιλιάδων νεκρών ηρώων των διεθνών ταξιαρχιών που υπερασπίστηκαν την ακεραιότητα της πόλης. Έδωσαν τη ζωή τους για την ελεύθερη Ισπανία. Στις μάχες της κοιλάδας του Χάραμα. Στη Γουαδαλαχάρα. Στον ποταμό Έβρο. Όπου κι αν κοιτάξεις, όπου κι αν ψάξεις στην Ισπανία η λήθη εφτά δεκαετιών δεν μπορεί να σβήσει τα σημάδια της Επανάστασης. Δεκάδες πεδία μαχών είναι ακόμη και σήμερα σπαρμένα με σκελετούς αγνώστων μαχητών της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας. Γηγενών και ξένων. Κομμουνιστών και αναρχικών. Δημοκρατικών και σοσιαλιστών….
Οι φαλαγγίτες πλησίαζαν τις πύλες της Μαδρίτης. Ήταν 28 του Μάρτη του 1939. Η πόλη είχε κρεμάσει στα μπαλκόνια λευκά σεντόνια που σηματοδοτούσαν την παράδοση. Λευκά σάβανα, όπως άλλωστε και η ισπανική λέξη sabano που σημαίνει σεντόνι. Λευκά σάβανα, δεκάδες. Εκατοντάδες. Μυριάδες εξόρκιζαν την εκδικητική μανία των φαλαγγιτών η οποία δεν θα αργούσε να ξεσπάσει και να διαρκέσει 36 ολόκληρα χρόνια. Τόσα ώστε να γεμίσουν όλες οι φυλακές και οι εξορίες της χώρας και η πόλη να πλημμυρίσει από φασιστικά σύμβολα
…
Αιματοβαμμένο το ξημέρωμα αυτό για τη Μαδρίτη. Μόνο ο μακρινός απόηχος από το θανατερό βούισμα όλμων, οβίδων και σφαιρών από την πολιορκία του χειμώνα του 1936 -37 έχει απομείνει. Τις μέρες που κάθε μέτρο κερδιζόταν με βαρύ αντίτιμο. Τις μέρες που η ηρωική αντίσταση είχε πάρει χαρακτήρα που ξεπερνούσε και αυτές ακόμη τις ανθρώπινες νόρμες και τα μέτρα. Τις μέρες που ο Φράνκο και ο Χίτλερ βομβάρδιζαν τους αμάχους και πάνω από την πόλη υψωνόταν σε τόνο θριαμβευτικό με αποχρώσεις της απελπισίας το σύνθημα No pasaran! Τότε δεν πέρασαν. Η Μαδρίτη είχε νικήσει την πείνα, το φόβο, την τρομοκρατία και την έλλειψη πολεμοφοδίων. Τώρα λύγιζε και ένας βουβός λυγμός έμοιαζε να σκεπάζει τον ουρανό της πόλης. Τούτη την ώρα που οι φαλαγγίτες έμπαιναν τιμωροί κι εκδικητές στην ανυπόταχτη πολιτεία. Vae victis… Ουαί τοις ηττημένοις…
Γαιοκτήμονες, καπιταλιστές, καθολική εκκλησία και στασιαστές θα καθόριζαν εφεξής τους κανόνες του παιχνιδιού. Στη γη που θα άνθιζε ο σπόρος της κοινωνίας χωρίς αφεντικά, επουράνια και επίγεια, τώρα πλακώνει η βαρυχειμωνιά.
Στη γειτονική Πορτογαλία ο ομογάλακτος του Φράνκο, ο Σαλαζάρ έχει προ πολλού επικρατήσει. Ο Χίτλερ καταπίνει μια μια τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Η φασιστική πανούκλα πλέον είναι έτοιμη να εξαπλωθεί χωρίς καμία αντίσταση από τη στιγμή που η ισπανική δημοκρατία βρίσκεται στον επιθανάτιο ρόγχο της. Σε τέσσερις μέρες θα πέσει και η Βαλένθια. Μοναδική οδός διαφυγής από θαλάσσης το Αλικάντε όπου έχουν καταφύγει χιλιάδες μαχητές του Δημοκρατικού στρατού περιμένοντας τα πλοία της μεγάλης φυγής.
Ανατολικότερα, στα Πυρηναία δεκάδες χιλιάδες άμαχοι και στρατιώτες έχουν πάρει το δρόμο της προσφυγιάς. Ύστατη ελπίδα διάσωσης της αξιοπρέπειας στη γη που γέννησε το τρίπτυχο της Επανάστασης του 1789. Η κυβέρνηση της Γαλλίας όμως μαζί με την αντίστοιχη της Βρετανίας είχαν εφαρμόσει όλο το προηγούμενο διάστημα την πολιτική της «ουδετερότητας» και του αποκλεισμού της Δημοκρατίας από τον οποιοδήποτε ανεφοδιασμό σε όπλα και τρόφιμα.
Σε λίγο όμως ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι δεν θα αργούσαν να εξαργυρώσουν τη «λευκή επιταγή» που είχαν παράσχει στο φασισμό. Αγγλία και Γαλλία θα εισέπρατταν τα επίχειρα της πολιτικής τους. Τούτη η ώρα όμως ήταν η ώρα της απώλειας. Της απώλειας της ελεύθερης Μαδρίτης…
Ο θρήνος δεν έχει θέση σε καμιά καρδιά όταν ο πόλεμος είναι αδυσώπητος. Όταν οι μάχες για την αξιοπρέπεια είναι καθημερινές και συνεχίζονται ακόμη και κάτω από τα σιδερόφρακτα καθεστώτα. Δεν αξίζει να τους κλαις αυτούς που χάθηκαν μα να κυνηγάς να τους μοιάσεις πρέπει. Όπου κι αν είσαι, όσο κι αν πονάς και υποφέρεις. Αλλά την ώρα που οι φαλαγγίτες μπαίνουν στην πόλη, ανθρώπινο είναι και το δάκρυ. «ένα ολοκληρωτικό κράτος θα βασιλεύει στην Ισπανία. Όλες οιι λειτουργείς, οι ενέργειες και οι δυνατότητες της χώρας θα κατευθυνθούν στην ενότητα του έθνους…» θα ήταν τα πρώτα λόγια του νέου δικτάτορα αμέσως μόλις θα έμπαινε στην πόλη.
Αυτή η «εθνική ενότητα» θα εφαρμοστεί για τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες. Αμέσως μετά η επίσημη πολιτική στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία της χώρας θα καλλιεργούσε την λήθη ως το αντίδοτο όχι μόνο του διχασμού, αλλά και της αποσιώπησης μιας πρωτοφανούς απελευθερωτικής απόπειρας. Η μνήμη της αντίστασης ωστόσο δεν παραχαράσσεται και ευτυχώς επέζησε σε όλα τα μήκη του κόσμου εξαιτίας των Διεθνών Ταξιαρχιών. Επέζησε για να αποτελέσει τη λύτρωση για όλους όσοι έπεσαν για την ελευθερία σε εκείνα τα χώματα και παράλληλα σαν φάρος για εκείνους που θα αποτολμήσουν τις νέες απελευθερωτικές απόπειρες.
Στην εκπομπή της ΕΡΤ Παρασκήνιο ο Έλληνας εθελοντής Σάββας Παλές περιέγραφε, πριν από σχεδόν τριάντα χρόνια, μα τα παρακάτω λόγια το τέλος του εμφυλίου : «Όταν ο Φράνκο κατέβηκε στη Μεσόγειο εμείς βρισκόμασταν γύρω από τη Βαλένθια και περιμέναμε μια διεθνή επιτροπή ανωτέρων αξιωματικών που θα πιστοποιούσε ότι απεσύρθησαν οι Διεθνείς από το μέτωπο. Έπρεπε όμως σύμφωνα με την απόφαση να στείλει η Αγγλία παπόρια και να μας πάρει και να μας παει δεν ξέρω κι εγώ που. Τελικά ενόσω περιμέναμε άδικα τα παπόρια της Αγγλίας και δεν ερχόταν να μας πάρουν, μία νύχτα μπήκαμε σε παπόρια ισπανικά και μεταφερθήκαμε στη Βαρκελώνα. Από τη Βαρκελώνα φύγαμε και πήγαμε στα γαλλο-ισπανικά σύνορα κα μέναμε σε ένα φρούριο, το Φιγκέρας, και περιμέναμε πότε θα ανοίξουν τα σύνορα τα γαλλο-ισπανικά για να φύγουμε».
Οπισθοχωρώντας όπως λέει προς τα σύνορα, έδιναν μάχες οπισθοφυλακής, με αυτές τις λίγες δυνάμεις που είχαν, ώστε να καθυστερήσουν όσο μπορούσαν την προέλαση του Φράνκο. Αν δεν τα κατάφερναν, η σφαγή των γυναικόπαιδων και των αμάχων που ήδη είχαν συρρεύσει στα σύνορα, ήταν κάτι παραπάνω από βέβαιη.
«Το να μεταδώσω εγώ το τι σκεφτόμουνα, τι αισθανόμουνα όταν παρέδωσα το όπλο δεν είναι εύκολο. Βέβαια ήμουν βέβαιος ότι δεν ήμουν ηττημένος. Ότι δεν ηττηθήκαμε. Αυτό το ένιωθα. Δεν ηττηθήκαμε γιατί εμείς είμαστε οι δειλοί, οι ανάξιοι. Αλλά ηττηθήκαμε γιατί απέναντι μας είχαμε υπέρτερες και υπέρτατες δυνάμεις. Κάτι που μπορεί να συμβεί στον οποιονδήποτε στρατό»... Εξιστορούσε τότε ο ταγμένος στην επανάσταση όπως έλεγε, Σάββας Παλές. «Όταν έφυγα από την Ισπανία και βρισκόμουνα μέσα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γαλλία μέσα, δεν είχα πια πατρίδα. Δηλαδή δεν μπορούσα να έρθω στην πατρίδα. Ήταν το μεταξικό καθεστώς το οποίο ήταν σαφώς εχθρικό προς την Δημοκρατία της Ισπανίας. Επομένως σκέψη για να έρθω στην Ελλάδα δεν υπήρχε. Άλλη πατρίδα δεν είχα, άλλη χώρα να με δεχτεί δεν υπήρχε. Η μοναδική πατρίδα πιά ήταν η θάλασσα. Και μπήκα σε παπόρια και δούλεψα σα ναυτεργάτης»… Έλεγε για τις πατρίδες που δεν είχαν πιά σύνορα εκείνος ο παλαίμαχος πολεμιστής.
Σαν αυτόν βρέθηκαν στα μέτωπα του ισπανικού εμφυλίου άλλοι 300 με 400 Έλληνες εκ των οποίων το ένα τρίτο έμεινε για πάντα σκεπασμένο από το ισπανικό χώμα. Αυτοί μαζί με 35.000 ακόμη μαχητές των Διεθνών ταξιαρχιών αποτελούν ένα από τα πιο φωτεινά παραδείγματα του επαναστατικού διεθνισμού. Σε αυτούς, σε όσους ξεπέρασαν τα όρια της κάθε πατρίδας, τα κάθε είδους σύνορα και τις δικές τους βεβαιότητες, τις μικρές ή μεγάλες τους βολές και στρατεύτηκαν με αυταπάρνηση στην υπόθεση των Ισπανών εργατών, είναι αφιερωμένο ως ελάχιστος φόρος τιμής το παραπάνω κείμενο…
Μάκης Γεωργιάδης
XXVIII – III -2012
Η νύχτα εκείνη λες και είχε καταπιεί όλες τις ικμάδες των δυνάμεων. Όνειρα ίσως να μην είδε κανείς εκείνο το βράδυ παρά μόνον εφιάλτες. Με τι καρδιά να ονειρευτείς; Και τι; Μια καλύτερη ζωή; Ένα μέλλον με ελεύθερους ανθρώπους;
Η μπότα του φασισμού όχι μόνο τα είχε σκεπάσει σαν το μαύρο πέπλο του θανάτου, αλλά κατευθυνόταν θριαμβεύτρια προς την πόλη. Το πρωινό που θα ξημέρωνε είχε το μέλλον προδιαγεγραμμένο.
Ο Φράνκο ήταν προ των πυλών της Μαδρίτης. Νεκρική σιγή έφερνε η νύχτα. Η προσμονή του ξημερώματος είχε καταστεί συνώνυμο της απόγνωσης. Έρημοι οι δρόμου. Οι υπερασπιστές της Μαδρίτης είχαν ήδη βάλει πλώρη για τα γαλλο-ισπανικά σύνορα ή τα βουνά και τα τουφέκια είχαν
σιγήσει…
Η αδιατάρακτη συνέχεια της εναλλαγής της νύχτας με μέρα δεν ήταν δυνατό να αποφευχθεί. Ο ήλιος που βγήκε την 28η του Μάρτη ανάμεσα από τα καστιλιάνικα βουνά και άρχισε να λούζει την πρωτεύουσα της Ισπανίας ήταν κατακόκκινος. Πορφυρός. Μόνο που δεν ήταν βαμμένος από το χρώμα αυτό της ελπίδας, της απελευθέρωσης, της άλλης κοινωνίας. Ήταν λες και είχε βουτήξει στι αίμα. Στο αίμα των δεκάδων χιλιάδων νεκρών μαχητών της Δημοκρατίας. Των αθώων ανυπεράσπιστων στη φασιστική βαρβαρότητα πολιτών των καστιλιάνικων οροπεδίων.
Ήταν βουτηγμένος στο αίμα των χιλιάδων νεκρών ηρώων των διεθνών ταξιαρχιών που υπερασπίστηκαν την ακεραιότητα της πόλης. Έδωσαν τη ζωή τους για την ελεύθερη Ισπανία. Στις μάχες της κοιλάδας του Χάραμα. Στη Γουαδαλαχάρα. Στον ποταμό Έβρο. Όπου κι αν κοιτάξεις, όπου κι αν ψάξεις στην Ισπανία η λήθη εφτά δεκαετιών δεν μπορεί να σβήσει τα σημάδια της Επανάστασης. Δεκάδες πεδία μαχών είναι ακόμη και σήμερα σπαρμένα με σκελετούς αγνώστων μαχητών της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας. Γηγενών και ξένων. Κομμουνιστών και αναρχικών. Δημοκρατικών και σοσιαλιστών….
Οι φαλαγγίτες πλησίαζαν τις πύλες της Μαδρίτης. Ήταν 28 του Μάρτη του 1939. Η πόλη είχε κρεμάσει στα μπαλκόνια λευκά σεντόνια που σηματοδοτούσαν την παράδοση. Λευκά σάβανα, όπως άλλωστε και η ισπανική λέξη sabano που σημαίνει σεντόνι. Λευκά σάβανα, δεκάδες. Εκατοντάδες. Μυριάδες εξόρκιζαν την εκδικητική μανία των φαλαγγιτών η οποία δεν θα αργούσε να ξεσπάσει και να διαρκέσει 36 ολόκληρα χρόνια. Τόσα ώστε να γεμίσουν όλες οι φυλακές και οι εξορίες της χώρας και η πόλη να πλημμυρίσει από φασιστικά σύμβολα
…
Αιματοβαμμένο το ξημέρωμα αυτό για τη Μαδρίτη. Μόνο ο μακρινός απόηχος από το θανατερό βούισμα όλμων, οβίδων και σφαιρών από την πολιορκία του χειμώνα του 1936 -37 έχει απομείνει. Τις μέρες που κάθε μέτρο κερδιζόταν με βαρύ αντίτιμο. Τις μέρες που η ηρωική αντίσταση είχε πάρει χαρακτήρα που ξεπερνούσε και αυτές ακόμη τις ανθρώπινες νόρμες και τα μέτρα. Τις μέρες που ο Φράνκο και ο Χίτλερ βομβάρδιζαν τους αμάχους και πάνω από την πόλη υψωνόταν σε τόνο θριαμβευτικό με αποχρώσεις της απελπισίας το σύνθημα No pasaran! Τότε δεν πέρασαν. Η Μαδρίτη είχε νικήσει την πείνα, το φόβο, την τρομοκρατία και την έλλειψη πολεμοφοδίων. Τώρα λύγιζε και ένας βουβός λυγμός έμοιαζε να σκεπάζει τον ουρανό της πόλης. Τούτη την ώρα που οι φαλαγγίτες έμπαιναν τιμωροί κι εκδικητές στην ανυπόταχτη πολιτεία. Vae victis… Ουαί τοις ηττημένοις…
Γαιοκτήμονες, καπιταλιστές, καθολική εκκλησία και στασιαστές θα καθόριζαν εφεξής τους κανόνες του παιχνιδιού. Στη γη που θα άνθιζε ο σπόρος της κοινωνίας χωρίς αφεντικά, επουράνια και επίγεια, τώρα πλακώνει η βαρυχειμωνιά.
Στη γειτονική Πορτογαλία ο ομογάλακτος του Φράνκο, ο Σαλαζάρ έχει προ πολλού επικρατήσει. Ο Χίτλερ καταπίνει μια μια τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Η φασιστική πανούκλα πλέον είναι έτοιμη να εξαπλωθεί χωρίς καμία αντίσταση από τη στιγμή που η ισπανική δημοκρατία βρίσκεται στον επιθανάτιο ρόγχο της. Σε τέσσερις μέρες θα πέσει και η Βαλένθια. Μοναδική οδός διαφυγής από θαλάσσης το Αλικάντε όπου έχουν καταφύγει χιλιάδες μαχητές του Δημοκρατικού στρατού περιμένοντας τα πλοία της μεγάλης φυγής.
Ανατολικότερα, στα Πυρηναία δεκάδες χιλιάδες άμαχοι και στρατιώτες έχουν πάρει το δρόμο της προσφυγιάς. Ύστατη ελπίδα διάσωσης της αξιοπρέπειας στη γη που γέννησε το τρίπτυχο της Επανάστασης του 1789. Η κυβέρνηση της Γαλλίας όμως μαζί με την αντίστοιχη της Βρετανίας είχαν εφαρμόσει όλο το προηγούμενο διάστημα την πολιτική της «ουδετερότητας» και του αποκλεισμού της Δημοκρατίας από τον οποιοδήποτε ανεφοδιασμό σε όπλα και τρόφιμα.
Σε λίγο όμως ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι δεν θα αργούσαν να εξαργυρώσουν τη «λευκή επιταγή» που είχαν παράσχει στο φασισμό. Αγγλία και Γαλλία θα εισέπρατταν τα επίχειρα της πολιτικής τους. Τούτη η ώρα όμως ήταν η ώρα της απώλειας. Της απώλειας της ελεύθερης Μαδρίτης…
Ο θρήνος δεν έχει θέση σε καμιά καρδιά όταν ο πόλεμος είναι αδυσώπητος. Όταν οι μάχες για την αξιοπρέπεια είναι καθημερινές και συνεχίζονται ακόμη και κάτω από τα σιδερόφρακτα καθεστώτα. Δεν αξίζει να τους κλαις αυτούς που χάθηκαν μα να κυνηγάς να τους μοιάσεις πρέπει. Όπου κι αν είσαι, όσο κι αν πονάς και υποφέρεις. Αλλά την ώρα που οι φαλαγγίτες μπαίνουν στην πόλη, ανθρώπινο είναι και το δάκρυ. «ένα ολοκληρωτικό κράτος θα βασιλεύει στην Ισπανία. Όλες οιι λειτουργείς, οι ενέργειες και οι δυνατότητες της χώρας θα κατευθυνθούν στην ενότητα του έθνους…» θα ήταν τα πρώτα λόγια του νέου δικτάτορα αμέσως μόλις θα έμπαινε στην πόλη.
Αυτή η «εθνική ενότητα» θα εφαρμοστεί για τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες. Αμέσως μετά η επίσημη πολιτική στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία της χώρας θα καλλιεργούσε την λήθη ως το αντίδοτο όχι μόνο του διχασμού, αλλά και της αποσιώπησης μιας πρωτοφανούς απελευθερωτικής απόπειρας. Η μνήμη της αντίστασης ωστόσο δεν παραχαράσσεται και ευτυχώς επέζησε σε όλα τα μήκη του κόσμου εξαιτίας των Διεθνών Ταξιαρχιών. Επέζησε για να αποτελέσει τη λύτρωση για όλους όσοι έπεσαν για την ελευθερία σε εκείνα τα χώματα και παράλληλα σαν φάρος για εκείνους που θα αποτολμήσουν τις νέες απελευθερωτικές απόπειρες.
Στην εκπομπή της ΕΡΤ Παρασκήνιο ο Έλληνας εθελοντής Σάββας Παλές περιέγραφε, πριν από σχεδόν τριάντα χρόνια, μα τα παρακάτω λόγια το τέλος του εμφυλίου : «Όταν ο Φράνκο κατέβηκε στη Μεσόγειο εμείς βρισκόμασταν γύρω από τη Βαλένθια και περιμέναμε μια διεθνή επιτροπή ανωτέρων αξιωματικών που θα πιστοποιούσε ότι απεσύρθησαν οι Διεθνείς από το μέτωπο. Έπρεπε όμως σύμφωνα με την απόφαση να στείλει η Αγγλία παπόρια και να μας πάρει και να μας παει δεν ξέρω κι εγώ που. Τελικά ενόσω περιμέναμε άδικα τα παπόρια της Αγγλίας και δεν ερχόταν να μας πάρουν, μία νύχτα μπήκαμε σε παπόρια ισπανικά και μεταφερθήκαμε στη Βαρκελώνα. Από τη Βαρκελώνα φύγαμε και πήγαμε στα γαλλο-ισπανικά σύνορα κα μέναμε σε ένα φρούριο, το Φιγκέρας, και περιμέναμε πότε θα ανοίξουν τα σύνορα τα γαλλο-ισπανικά για να φύγουμε».
Οπισθοχωρώντας όπως λέει προς τα σύνορα, έδιναν μάχες οπισθοφυλακής, με αυτές τις λίγες δυνάμεις που είχαν, ώστε να καθυστερήσουν όσο μπορούσαν την προέλαση του Φράνκο. Αν δεν τα κατάφερναν, η σφαγή των γυναικόπαιδων και των αμάχων που ήδη είχαν συρρεύσει στα σύνορα, ήταν κάτι παραπάνω από βέβαιη.
«Το να μεταδώσω εγώ το τι σκεφτόμουνα, τι αισθανόμουνα όταν παρέδωσα το όπλο δεν είναι εύκολο. Βέβαια ήμουν βέβαιος ότι δεν ήμουν ηττημένος. Ότι δεν ηττηθήκαμε. Αυτό το ένιωθα. Δεν ηττηθήκαμε γιατί εμείς είμαστε οι δειλοί, οι ανάξιοι. Αλλά ηττηθήκαμε γιατί απέναντι μας είχαμε υπέρτερες και υπέρτατες δυνάμεις. Κάτι που μπορεί να συμβεί στον οποιονδήποτε στρατό»... Εξιστορούσε τότε ο ταγμένος στην επανάσταση όπως έλεγε, Σάββας Παλές. «Όταν έφυγα από την Ισπανία και βρισκόμουνα μέσα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γαλλία μέσα, δεν είχα πια πατρίδα. Δηλαδή δεν μπορούσα να έρθω στην πατρίδα. Ήταν το μεταξικό καθεστώς το οποίο ήταν σαφώς εχθρικό προς την Δημοκρατία της Ισπανίας. Επομένως σκέψη για να έρθω στην Ελλάδα δεν υπήρχε. Άλλη πατρίδα δεν είχα, άλλη χώρα να με δεχτεί δεν υπήρχε. Η μοναδική πατρίδα πιά ήταν η θάλασσα. Και μπήκα σε παπόρια και δούλεψα σα ναυτεργάτης»… Έλεγε για τις πατρίδες που δεν είχαν πιά σύνορα εκείνος ο παλαίμαχος πολεμιστής.
Σαν αυτόν βρέθηκαν στα μέτωπα του ισπανικού εμφυλίου άλλοι 300 με 400 Έλληνες εκ των οποίων το ένα τρίτο έμεινε για πάντα σκεπασμένο από το ισπανικό χώμα. Αυτοί μαζί με 35.000 ακόμη μαχητές των Διεθνών ταξιαρχιών αποτελούν ένα από τα πιο φωτεινά παραδείγματα του επαναστατικού διεθνισμού. Σε αυτούς, σε όσους ξεπέρασαν τα όρια της κάθε πατρίδας, τα κάθε είδους σύνορα και τις δικές τους βεβαιότητες, τις μικρές ή μεγάλες τους βολές και στρατεύτηκαν με αυταπάρνηση στην υπόθεση των Ισπανών εργατών, είναι αφιερωμένο ως ελάχιστος φόρος τιμής το παραπάνω κείμενο…
Μάκης Γεωργιάδης
XXVIII – III -2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου