31.5.13

V. [ΜΙΣΘΟΙ ΚΑΙ ΤΙΜΕΣ]

 
ΜΙΣΘΟΣ,  ΤΙΜΗ,  ΚΕΡΔΟΣ  


V. [ΜΙΣΘΟΙ ΚΑΙ ΤΙΜΕΣ ]

Όλα τα επιχειρήματα του φίλου μας Ουέστον, όταν αναχθούν στην πιο απλή θεωρητική τους έκφραση καταλήγουν σε τούτο το μοναδικό δόγμα: «Οι τιμές των εμπορευμάτων καθορίζονται ή ρυθμίζονται από τούς μισθούς».
Θα μπορούσα να επικαλεσθώ την πραχτική παρατήρηση για μάρτυρα ενάντια σ’ αυτή την απαρχαιωμένη και άχρηστη σοφιστεία. Θα μπορούσα να σας πω πως οι Άγγλοι εργοστασιακοί εργάτες, ανθρακωρύχοι, ναυπηγοί κλπ. που η εργασία τους πληρώνεται σχετικά υψηλά, βάζουν κάτω με την φτήνια των προϊόντων τους όλα σχεδόν τα άλλα έθνη, ενώ τούς Άγγλους εργάτες της γης, που η εργασία τους πληρώνεται σχετικά χαμηλά, τούς βάζουν κάτω όλα σχεδόν τα άλλα έθνη, εξ αιτίας της ακρίβειας των προϊόντων τους.

 Αν συγκρίνω είδος με είδος στην ίδια χώρα και τα εμπορεύματα σε διάφορες χώρες, θα μπορούσα να αποδείξω, έξω από μερικές εξαιρέσεις, που είναι περισσότερο φαινομενικές παρά πραγματικές, πως, κατά μέσο όρο, η ακριβοπληρωμένη εργασία παράγει φτηνά εμπορεύματα και η εργασία που πληρώνεται φτηνά παράγει ακριβά εμπορεύματα. Αυτό, εννοείται, δεν αποτελεί απόδειξη πως η υψηλή τιμή  της εργασίας στη μια περίπτωση και η χαμηλή τιμή στην άλλη είναι οι αντίστοιχες αιτίες για τα διαμετρικά αντίθετα αυτά αποτελέσματα, μα, οπωσδήποτε, θα ήταν μια απόδειξη πως οι τιμές των εμπορευμάτων δεν καθορίζονται από τις τιμές   της εργασίας. Ωστόσο, είναι ολότελα περιττό σε μας να χρησιμοποιήσουμε την εμπειρική αυτή μέθοδο.

Θα μπορούσαν, ίσως, να αρνηθούν πως ο πολίτης Ουέστον διατύπωσε ποτέ το δόγμα: «οι τιμές των εμπορευμάτων καθορίζονται ή ρυθμίζονται από τους μισθούς». Πραγματικά, δεν το διατύπωσε ποτέ. Αντίθετα, είπε πως και το κέρδος και η γαιοπρόσοδος είναι κι αυτά ουσιαστικά μέρη  της τιμής των εμπορευμάτων, γιατί από τις τιμές των εμπορευμάτων πρέπει να πληρωθούν όχι μόνο οι μισθοί των εργατών, μα και τα κέρδη του καπιταλιστή και η γαιοπρόσοδος του γαιοκτήμονα. Με ποιο, όμως, τρόπο, κατά τη γνώμη του, σχηματίζονται οι τιμές; Πρώτα από τους μισθούς.

Ύστερα προσθέτουν στην τιμή ένα πρόσθετο ποσοστό για τον καπιταλιστή και ένα ακόμα για το γαιοκτήμονα. Ας υποθέσουμε πως ο μισθός της εργασίας που χρησιμοποιήθηκε για να παραχθεί ένα εμπόρευμα είναι δέκα. Αν το ποσοστό του κέρδους είναι 100%, ο καπιταλιστής θα προσθέσει δέκα στο μισθό που έχει προκαταβάλει κι αν το ποσοστό για τη γαιοπρόσοδο είναι και αυτό 100%, ο καπιταλιστής θα προσθέσει άλλα δέκα ακόμα και η συνολική τιμή του εμπορεύματος θα φθάσει τα τριάντα.

 Ένας τέτοιος όμως καθορισμός των τιμών είναι απλούστατα καθορισμός από το μισθό. Αν στην παραπάνω περίπτωση ο μισθός ανέβαινε στα είκοσι,  η τιμή του εμπορεύματος  θα ανέβαινε στα εξήντα κ.ο.κ. Κατά συνέπεια, όλοι οι συνταξιούχοι συγγραφείς πολιτικής οικονομίας, που προβάλλουν το δόγμα πως ο μισθός ρυθμίζει τις τιμές, προσπάθησαν να το αποδείξουν θεωρώντας το κέρδος και τη γαιοπρόσοδο σαν απλά πρόσθετα ποσοστά πάνω στο μισθό.

Κανένας τους, εννοείται, δεν είναι σε θέση να βάλει κάτω από ένα οποιοδήποτε οικονομικό νόμο τα όρια των ποσοστών αυτών. Αντίθετα, φαίνεται να πιστεύουν πως τα κέρδη καθορίζονται από την παράδοση, τη συνήθεια, τη θέληση του καπιταλιστή, ή από κάποια άλλη παρόμοια αυθαίρετη και ανεξήγητη μέθοδο. Αν ισχυρίζονται πως τα καθορίζει ο συναγωνισμός ανάμεσα στους καπιταλιστές, δεν λένε τίποτα. Ο συναγωνισμός αυτός εξισώνει, βέβαια, τα διάφορα ποσοστά κέρδους στους διάφορους κλάδους της παραγωγής ή τα φέρνει σε ένα μέσο επίπεδο, μα δεν μπορεί ποτέ να καθορίζει αυτό το ίδιο το επίπεδο ή το γενικό ποσοστό του κέρδους.

Τι  εννοούμε όταν λέμε πως οι τιμές των εμπορευμάτων καθορίζονται από το μισθό; Μια και ο μισθός δεν είναι παρά διαφορετική ονομασία για την τιμή της εργασίας, εννοούμε πως οι τιμές, των εμπορευμάτων ρυθμίζονται από την τιμή της εργασίας. Επειδή όμως «τιμή» είναι η ανταλλακτική αξία  -κι όταν μιλάω για αξία εννοώ πάντοτε την ανταλλακτική αξία -, ανταλλακτική αξία εκφρασμένη σε χρήμα, η θέση αυτή καταλήγει σε τούτο, πως η «αξία των εμπορευμάτων καθορίζεται από την αξία της εργασίας», ή πως «η αξία της εργασίας αποτελεί το γενικό μέτρο της αξίας».

Με τι τρόπο όμως καθορίζεται η «αξία» της ίδιας της «εργασίας» ; Εδώ φτάνουμε σ’ αδιέξοδο. Φυσικά, φτάνουμε σ’  αδιέξοδο, μόνο όταν προσπαθούμε να κάνουμε λογικούς συλλογισμούς. Οι εισηγητές όμως αυτής της θέσης πολύ λίγο σκοτίζονται για τις απαιτήσεις της λογικής. Παράδειγμα, ο φίλος μας Ουέστον. Πρώτα μας έλεγε πως ο μισθός ρυθμίζει την τιμή τού εμπορεύματος και πως, κατά συνέπεια, όταν ανεβαίνουν οι μισθοί πρέπει να ανεβαίνουν και οι τιμές.

Ύστερα έκανε στροφή για να μας δείξει πώς μια αύξηση στους μισθούς δεν θα έβγαινε σε καλό, γιατί οι τιμές των εμπορευμάτων θα ανέβαιναν και γιατί οι μισθοί ουσιαστικά  μετριούνται με τις τιμές των εμπορευμάτων, όπου ξοδεύονται. Έτσι αρχίζουμε λέγοντας, πως η αξία της εργασίας καθορίζει την αξία των εμπορευμάτων και καταλήγουμε λέγοντας, πως η αξία των εμπορευμάτων καθορίζει την αξία της εργασίας. Μ’ αυτό στριφογυρίζουμε μέσα στον πιο φαύλο κύκλο και δεν καταλήγουμε ποτέ σε κανένα συμπέρασμα.

Γενικά, είναι φανερό, πως όταν κάνουμε την αξία κάποιου εμπορεύματος, ας πούμε, της εργασίας, του σταριού ή οποιουδήποτε αλλού εμπορεύματος, γενικό μέτρο και ρυθμιστή της αξίας μετατοπίζουμε μόνο τη δυσκολία, τη στιγμή που καθορίζουμε τη μια αξία με μια άλλη, που κι αυτή με τη σειρά της χρειάζεται να καθοριστεί.

Αν εκφράσουμε το δόγμα, πως «ο μισθός καθορίζει τις τιμές των εμπορευμάτων» με την πιο αφηρημένη του μορφή, καταλήγουμε σε τούτο, πως «η αξία καθορίζεται από την αξία» και η ταυτολογία αυτή σημαίνει πως, στην πραγματικότητα, δεν ξέρουμε ολότελα τίποτα για την άξια. Αν παραδεχθούμε την υπόθεση αυτή, κάθε συλλογισμός σχετικά με τους γενικούς νόμους της πολιτικής οικονομίας καταντάει κούφια φλυαρία. Γι’ αυτό, η μεγάλη υπηρεσία που πρόσφερε ο Pικάρντο ήταν πως, στο έργο του «On the Principles of Political Economy» [Αρχές Πολιτικής Οικονομίας], που εκδόθηκε το 1817, γκρέμισε από τη βάση της την παλιά αγοραία και ξεφτισμένη σοφιστεία, πως «ο μισθός καθορίζει την αξία», μια σοφιστεία, που ο Άνταμ Σμιθ και οι Γάλλοι πρόδρομοι του είχαν περιφρονήσει στα πραγματικά επιστημονικά μέρη των έργων τους, μα που την επικαλούνταν ξανά στα επιφανειακά και κοινά κεφάλαιά τους.

VI. Αξία και Εργασία  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου