20.3.19

Ρατσισμός μεταλλαγμένος: "Ο φόβος τρώει τα σωθικά"

Του Γιάννη Μπαζού , συγγραφέα - Hot History

Επιστρέφει λόγω του μεταναστευτικού ή επειδή ανήκει στον ¨γενετικό κωδικα της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας"; Ο φασισμός σήμερα πραγματοποιεί μαζικό "εισοδισμό" στον καθεστωτικό νεοφιλελευθερισμό. Τα "πορώδη σύνορα" μεταξύ Δεξιάς και άκρας Δεξιάς.

Ο τρόμος της "κατώτερης φυλής" μπροστά στην "άρια", αποτυπωμένη στα μάτια της Τσιγγάνας που ανακρίνεται από τον δόκτορα Ρόπερτ Ρίτερ που διευθύνει ένα πρόγραμμα Φυλετικών Ερευνών του υπουργείου Υγείας του Ράιχ το 1983 πριν την μεταγωγή των Ρομά σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Πολωνία.

Τo 2015 πάνω από 1.000.000 άνθρωποι αναζήτησαν καταφύγιο στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Τα νούμερα βαίνουν σταθερά αυξητικά κάθε χρόνο που περνά, ρίχνοντας βαριά σκιά πάνω στη γηραιό -και γερασμένη- ήπειρο.

Η ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ενάντια στον Ρατσισμό (ENAR) καταδεικνύει, στατιστικά τουλάχιστον, ότι στα περισσότερα κράτη της κεντρικής Ευρώπης οι μη νόμιμοι και ειδικότερα οι μουσουλμάνοι μετανάστες δεν είναι καλοδεχούμενοι.
Επίσης, οι Αφρικανοί μετανάστες κατηγοριοποιούνται ως «οικονομικοί» ή «παράνομοι», ανεξάρτητα από τους πολιτικούς λόγους που συμβάλλουν στην απόφασή τους για μετανάστευση.

Οι τρομοκρατικές επιθέσεις στη Γαλλία και στο Βέλγιο το 2015 και 2016 είχαν αποτέλεσμα να αυξηθεί η καχυποψία και να αποκτήσουν η εγκληματικότητα και η τρομοκρατία φυλετικά χαρακτηριστικά.
Ετσι, οι νέοι συνοριακοί κανονισμοί και οι νέες αντιτρομοκρατικές πολιτικές τελικά οδηγούν στον εθνικό διαχωρισμό των προσφύγων και στην κατά περίπτωση αντιμετώπισή τους, όπως τουλάχιστον δείχνει η αναφορά European Commission, "Racism and discrimination in thecontext of migration in Europe".

Οι τρομοκρατικές επιθέσεις όπως αυτή στο Μπατακλάν στη Γαλλία το 2015 είχαν αποτέλεσμα να αυξηθεί η καχυποψία και να λάβουν η εγκληματικότητα και η τρομοκρατία φυλετικά χαρακτηριστικά (Associated Press, Anne Sophie Chaisermartin)

Ο προαιώνιος ρατσισμός

Ο ρατσισμός αναδύθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα και επενδύθηκε ιδεολογικά με την αντιπαράθεση των «μονογενετικών» και των «πολυγενετικών» ανθρωπολογικών θεωριών.
Η «μονογενετική» θεωρία -που πλέον επικρατεί στην ανθρωπολογία- υποστηρίζει ότι όλοι οι άνθρωποι ανήκουν στο ίδιο ζωικό είδος και μοιράζονται την ίδια γενεαλογία.
Αντίθετα, η «πολυγενετική» θεωρία πρέσβευε την αποκλίνουσα προέλευση των επονομαζόμενων ανθρώπινων φυλών.

Ο τονισμός των διαφορών στην εμφάνιση και την προέλευση των ανθρώπινων ομάδων επιστρατεύτηκε για να δώσει έρεισμα σε επιχειρήματα που σχετίζονταν με την ανωτερότητα ή την κατωτερότητα αυτών των ομάδων.
Για παράδειγμα, αν κάποιος υποστηρίζει ότι οι νέγροι είναι διανοητικά κατώτεροι από τους λευκούς, ενισχύει τη θέση του φέρνοντας στοιχεία που καταδεικνύουν ότι οι προπάτορες των δύο πληθυσμών δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους.
Πάντως οι ίδιοι οι ανθρωπολόγοι αποφεύγουν να χρησιμοποιούν τον όρο «φυλή», διότι έχει πολιτικοποιηθεί σε τέτοιο βαθμό που έχει πλέον μετατραπεί σε ιδεολογικό όρο, οπότε η χρήση του για βιολογικούς σκοπούς προκαλεί σύγχυση.

Ο ρατσισμός συμπορεύτηκε με τη σύγχρονη αποικιοκρατία και τον εθνικισμό και τελικά έφτασε στο απόγειό του κατά τον 20ό αιώνα, με τη σύζευξη του φασισμού, του αντισημιτισμού και των γενοκτονιών στη ναζιστική Γερμανία.
Μεταπολεμικά ο ρατσισμός ενσωματώθηκε στη νέα συντηρητική Δεξιά, οπότε ο σύγχρονος ρατσιστικός λόγος γνώρισε μια πραγματική μεταμόρφωση, αποβάλλοντας την ιεραρχική και «φυλετική» του κατεύθυνση προ-κειμένου να γίνει διαφοροποιητικός και πολιτισμικός. Με άλλα λόγια, μεταπήδησε από την «επιστήμη της φυλής» στον εθνοκεντρισμό.

Ωστόσο οι αλλαγές αυτές δεν άλλαξαν τον παλιό μηχανισμό της κοινωνικής απόρριψης και του ηθικού αποκλεισμού, τα οποία ο Ερβιν Γκόφμαν συνόψισε με την έννοια του «στίγματος».

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 ο ρατσισμός επανήλθε δριμύτερος στην Ευρώπη, παρά τις προσπάθειες που είχαν καταβάλει για δεκαετίες οι πολιτικές και
θρησκευτικές αρχές, οι οποίες επιτελώντας το «καθήκον απέναντι στη μνήμη» έστελναν τους μαθητές των σχολείων να επισκεφτούν τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Αν ο ρατσισμός έχει επιστρέψει στο προσκήνιο δεν είναι «λόγω της μετανάστευσης», σύμφωνα με το γνωστό κλισέ, αλλά επειδή ανήκει, όπως γράφει ο Αλμπέρτο Μπούρτζιο, στον «γενετικό κώδικα της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας».

 Η αποικιοκρατία συμπορεύτηκε με τον ρατσισμό. Στην απελευθερωμένη Ινδονησία του 1945 ένα λεωφορείο γράφει «Καλύτερα στην κόλαση παρά να ξαναγίνουμε αποικία»

Γιατί στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ; Οι χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ έχουν δείξει πως βρίσκονται καταρχάς στην πρώτη γραμμή δυσαρέσκειας και αντίδρασης κατά της μετανάστευσης σε πρώτο χρόνο και κατά δεύτερον υπέρ του ρατσισμού.

Πιθανότατα η γεωγραφική και πολιτική τους απομόνωση συντέλεσε στην ανάδειξη αυτού του φαινομένου, το οποίο όμως συνοδεύεται και από μια έκρηξη της δύναμης της ακροδεξιάς. Χώρες κοινωνικά απομονωμένες, οι οποίες βίωσαν τη «λιτότητα της αυτάρκειας» για δεκαετίες, δεν θέλουν να μοιραστούν με κανέναν τα «καπιταλιστικά αγαθά» που τώρα επιτέλους γεύτηκαν και βλέπουν με καχυποψία και εχθρότητα τη διαφορετικότητα.

Μην ξεχνούμε ότι οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης είχαν κατά παράδοση αναπτύξει ρατσιστικά αντανακλαστικά ιδιαίτερα απέναντι στους νομαδικούς πληθυσμούς των Ρομά που κάποτε διέτρεχαν ανενόχλητοι τις πεδιάδες της κεντρικής Ευρώπης και αργότερα εγκλωβίστηκαν στα εθνικά σύνορα.

Ετσι ο εθνικισμός και ο αντισημιτισμός εξακολουθούν να πολλαπλασιάζονται μεταξύ των νέων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, διότι εκεί μπορούν να επανασυνδεθούν με μια ιστορία που διακόπηκε το 1945 και να επωφεληθούν από τη συσσωρευμένη δυσαρέσκεια που για τέσσερις δεκαετίες προκαλούσε ο «υπαρκτός σοσιαλισμός».

Σε αυτά τα νέα κράτη-μέλη υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις όπως το κόμμα Γιόμπικ (Jobbik) στην Ουγγαρία -το οποίο συνεχίζει να χαιρετά τον αγκυλωτό σταυρό και καλλιεργεί τη μνήμη του στρατάρχη Μίκλος Χόρτι (Horthy), συμμάχου του Χίτλερ ο οποίος είχε κυβερνήσει απολυταρχικά την Ουγγαρία και είχε ψηφίσει τους πρώτους αντισημιτικούς νόμους ήδη από το 1920- ή κόμματα που ξεθάβουν μια παλιά ρεβανσιστική επεκτατική μυθολογία, όπως το Κόμμα της Μεγάλης Ρουμανίας ή το Κροατικό Κόμμα Δικαιωμάτων (HSP), διάδοχος του κινήματος των Ουστάσι του Αντε Πάβελιτς.

 Το ζήτημα όμως του ρατσισμού γίνεται οξύτερο όσο η μετανάστευση στον 21ο αιώνα γίνεται μαζικότερη, αφού η ροή πληθυσμών που συντελείται στις μέρες μας είναι πρωτόγνωρη.

Από τη μια άκρη της Ευρώπης ως την άλλη ακόμη και χώρες που παραδοσιακά φιλοξενούσαν μετανάστες, όπως οι σκανδιναβικές, πλειοδοτούν σε εχθρικές κινήσεις θυμίζοντας έντονα τη δεκαετία του 1930, όταν σχεδόν όλες οι χώρες συναινούσαν να μη δεχτούν τους Εβραίους.

Στη Βρετανία βάφουν τις πόρτες των προσφυγικών σπιτιών κόκκινες για να προειδοποιήσουν τους υπόλοιπους γείτονες, στη Δανία και τη Γερμανία οι αρχές αποφάσισαν να κατάσχουν -ως εγγύηση- ό,τι πολύτιμο μπορεί να κουβαλά στη βαλίτσα του ένας πρόσφυγας και οι εφημερίδες αναπαράγουν τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούσαν το 1939, όταν έμπαινε το ζήτημα της φιλοξενίας Εβραίων προσφύγων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε έρευνα που είχε πραγματοποιήσει την εποχή εκείνη ο «πατέρας» των δημοσκοπήσεων, Τζορτζ Γκάλοπ, περίπου τα τρία τέταρτα των Αμερικανών δήλωναν ότι δεν επιθυμούσαν να έρθουν στη χώρα 20.000 παιδιά Εβραίων προσφύγων, όπως πρότεινε η διακομματική επιτροπή της Γερουσίας.

Οι παλιοί δαίμονες αφυπνίστηκαν στην ανατολική Ευρώπη. Ο Χόρτι τιμάται σήμερα στην Ουγγαρία, ενώ το κόμμα Γιόμπικ παίζει κεντρικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα.

Αλλά και στη Γερμανία, η οποία έχει τη δυνατότητα να υποδεχτεί, να αξιοποιήσει παραγωγικά και τέλος να αφομοιώσει τους νεοφερμένους, ο μισός σχεδόν πληθυσμός είναι δυσαρεστημένος επειδή η καγκελάριος Μέρκελ δέχθηκε τόσα εκατομμύρια προσφύγων.

Τα μέτρα που προτείνονται στα όργανα της ΕΕ «συνήθως αφορούν τη μετακίνηση στρατού στα σύνορα (π.χ. με τη μορφή της Frontex, αλλά και εθνικών «στρατών για το σφράγισμα των εσωτερικών συνόρων) και τη δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης για 400.000 πρόσφυγες στις ευρωπαϊκές χώρες «πρώτης υποδοχής», οι οποίες δέχονται όλη την πίεση.

Ετσι δημιουργείται ένα πρώτο ανάχωμα και μια «λεκάνη υποδοχής» από την οποία θα επιλέγουν τα κράτη της ενδοχώρας αν θα δέχονται άλλους πρόσφυγες «στο έδαφος τους.
Το κύμα μετανάστευσης είναι πρωτόγνωρο, αν φανταστούμε ότι στην Ευρώπη έρχεται περίπου το 20-30% των προσφύγων, ενώ μεγάλα ποσοστά συγκεντρώνουν γειτονικές χώρες όπως η Τουρκία και ο Λίβανος.

Ο «εισοδισμός» χου φασισμού 

Πολλοί αναρωτούνται αν έχουμε την επανεμφάνιση των κλασικών φασιστικών μοτίβων. Στη δυτική Ευρώπη, ωστόσο, και ιδιαίτερα στις χώρες που αποτέλεσαν την ιστορική του γενέτειρα, ο φασισμός είναι σχεδόν ανύπαρκτος ως οργανωμένη πολιτική δύναμη.
Στη Γερμανία η επιρροή των νεοναζιστικών κινημάτων στην κοινωνία είναι πολύ μικρή.
Στην Ισπανία την πολιτική κληρονομιά του Φράνκο διαδέχτηκε το εθνικο-καθολικό λαϊκό κόμμα και οι Φαλαγγίτες μπήκαν στο περιθώριο.
Στην Ιταλία, όπου ο αντιφασισμός ήταν ο γενετικός κώδικας της μεταπολεμικής «Πρώτης Δημοκρατίας», ο Τζιανφράνκο Φίνι (Gianfranco Fini) πλάσαρε τον εαυτό του σαν φιλελεύθερο, μεταρρυθμιστή και «προοδευτικό» δεξιό που επιτίθεται στον πολιτικό συντηρητισμό του Μπερλουσκόνι και τον πολιτιστικό σκοταδισμό της Ενωσης του Βορρά.

Στη Γαλλία το Εθνικό Μέτωπο, υπό την ηγεσία πλέον της Μαρίν Λεπέν, προσπαθεί να σπάσει την παραδοσιακή εικόνα της ακροδεξιάς των υποστηρικτών της Εθνικής Επανάστασης, των καθολικών φονταμενταλιστών, και των νοσταλγών της «γαλλικής Αλγερίας».
Διαφαίνεται λοιπόν μια τάση ανανέωσης, αφού δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι κανένα κλασικό φασιστικό κίνημα δεν παραχώρησε ποτέ ηγετική θέση σε γυναίκα.

Οι μεταλλάξεις της «νέου τύπου» ακροδεξιάς Ωστόσο η πτώση της «κλασικής» φασιστικής παράδοσης ανοίγει τον δρόμο για την ανάπτυξη μιας «νέου τύπου» ακροδεξιάς, της οποίας η ιδεολογία ενσωματώνει τις επιταγές και τις μεταλλάξεις του 21ου αιώνα.

Ο πολιτικός επιστήμονας Ζαν-Ιβ Καμί ήταν ένας από τους πρώτους που κατανόησαν τα καινοφανή της χαρακτηριστικά: «την παύση της λατρείας του κράτους στο όνομα μιας νεοφιλελεύθερης θεώρησης του κόσμου που είναι προσανατολισμένη στην κριτική του κράτους πρόνοιας, τη φορολογική εξαίρεση, την οικονομική απορρύθμιση και την προώθηση των ατομικών ελευθεριών, απαλλαγμένων από κάθε είδους κρατική παρέμβαση».

Η άρνηση της δημοκρατίας -ή η ερμηνεία της με αυταρχικό τρόπο- δεν συνοδεύεται πάντοτε από τον εθνικισμό, αλλά κάποιες φορές από έναν (άλλου τύπου) εθνοκεντρισμό που αλλάζει κλίμακα και σε ορισμένες περιπτώσεις παίρνει τη μορφή «της άμυνας της Δύσης που απειλείται από την παγκοσμιοποίηση και τη σύγκρουση των πολιτισμών».

Η ΕΕ έχει μετατρέψει τις χώρες της Μεσογείου σε "λεκάνη υποδοχής" η οποία δέχεται όλη την πίεση. Ενας Σύριος προσπαθεί να διαπεραιώσει την κορούλα του στην Λέσβο

Ξεχνάμε ότι οι πρόσφυγες είναι θύματα του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων και των περιφερειακών τους συγκρούσεων για την εξασφάλιση σφαιρών επιρροής, για την εξόρυξη και εκμετάλλευση πρώτων υλών και την πώληση οπλικών συστημάτων σε διάφορες συνιστώσες της κάθε εύφλεκτης περιοχής.
Ετσι καταλήγουμε στη δημιουργία απελπισμένων προσφύγων που συρρέουν προς τα εύκρατα και ευημερούντα σημεία του παγκόσμιου χάρτη.

Η αξεπέραστη διαφορά Αριστεράς - Δεξιάς

Το προσφυγικό έχει γίνει ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά θέματα και νέο σημείο τριβής ανάμεσα στις δεξιές και τις αριστερές πολιτικές δυνάμεις των χωρών της Ευρώπης, καθώς επηρεάζει τόσο την εθνική εσωτερική πολιτική όσο και την ευρύτερη κοινοτική πολιτική.

Η Αριστερά προσεγγίζει το θέμα ανθρωπιστικά και πολιτικά, αντιμετωπίζοντας -σωστά- τους πρόσφυγες ως θύματα του αμερικανικού και ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, βάσει των κανόνων της «πολιτικής ορθότητας».

Η νεοφιλελεύθερη Δεξιά αναρωτιέται αν πρόκειται για «απειλή ή ευκαιρία;», βλέποντας ότι η μαζική μετανάστευση δυναμιτίζει το κράτος πρόνοιας που ο νεοφιλελευθερισμός θέλει να εξαλείψει και φέρνει ξανά στο τραπέζι τα ζητήματα των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων όλων των τομέων που είναι δαπανηροί (υγεία, παιδεία, ασφαλιστικό σύστημα, σωφρονιστικό σύστημα κ.λπ.), απογυμνώνοντας το κράτος από κάθε ανταποδοτική στην κοινωνία ενέργεια και διατηρώντας στο τέλος μόνο τους κρατικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς.

Η παραδοσιακή λαϊκή Δεξιά επικεντρώνει στην «παράνομη μετανάστευση» αποκαλώντας τους πρόσφυγες «λαθρομετανάστες», ανάγοντας το πρόβλημα σε τυπικό νομικό ζήτημα
Τέλος, η ακροδεξιά επικεντρώνει στο ρατσιστικό κομμάτι του προβλήματος, στη διαφορετική ράτσα, τη διαφορετική θρησκεία και κουλτούρα των προσφύγων, που μπορεί να αλλοιώσουν το εθνολογικό προφίλ κάθε χώρας.

Η ακροδεξιά στην Ευρώπη έχει όμως και διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά. Ο ακροδεξιάς Πιμ Φόρτουν (δολοφονήθηκε το 2002) στην Ολλανδία είχε εκφράσει έναν πολιτικό λόγο όπου συνυπήρχαν η ξενοφοβία, ο ατομικισμός, τα δικαιώματα των γυναικών και των ομοφυλόφιλων και αποκόμισε σημαντικά εκλογικά οφέλη.
Παρόμοια στοιχεία χαρακτηρίζουν και άλλα πολιτικά κινήματα στη βόρεια Ευρώπη, όπως το Vlaams Belang στο Βέλγιο, το Δανικό Λαϊκό Κόμμα αλλά και το λαϊκίστικο κόμμα Σουηδοί Δημοκράτες (SD) με ηγέτη τον Τζίμι Ακεσον.

Ισλαμοφοβία, ο νέος αντισημιτισμός;

Το ενοποιητικό στοιχείο της νέας ακροδεξιάς είναι η ξενοφοβία, η οποία εκφράζεται ως βίαιη απόρριψη των μεταναστών.
Ο μετανάστης σήμερα είναι ο κληρονόμος των «επικίνδυνων τάξεων» του 19ου αιώνα, στιγματισμένος, από τη θετικιστική κοινωνική επιστήμη της εποχής, ως ένα στοιχείο που συγκεντρώνει όλες τις κοινωνικές παθολογίες: τον αλκοολισμό, την εγκληματικότητα και την πορνεία, ακόμη και επιδημίες όπως η χολέρα.

Στην Ευρώπη του σήμερα ο μετανάστης χαρακτηρίζεται ουσιαστικά ως μουσουλμάνος. Η ισλαμοφοβία παίζει σήμερα, για τον νέο ρατσισμό, τον ρόλο που έπαιζε κάποτε ο αντισημιτισμός για τον εθνικισμό και τον φασισμό πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Σε κάθε περίπτωση οι θρησκευτικές, πολιτιστικές, ενδυματολογικές, διατροφικές συνήθειες μιας μειονότητας στοιχειοθετούν ένα αρνητικό στερεότυπο για τον αλλοδαπό που δεν αφομοιώνεται στην εθνική κοινότητα.
Ο ιουδαϊσμός και το ισλάμ λειτουργούν έτσι ως «αρνητικές μορφές της ετερότητας».

Παραδόξως, ο αντισημιτισμός παραμένει το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του εθνικισμού στην κεντρική Ευρώπη, όπου το ισλάμ είναι σχεδόν ανύπαρκτο, και η αλλαγή του 1989 αναζωογόνησε τους παλιούς δαίμονες (ακόμη και τώρα που δεν υπάρχουν πλέον Εβραίοι).

Αντίθετα, ο αντισημιτισμός έχει σχεδόν εξαφανιστεί από τη φρασεολογία της άκρας Δεξιάς στις χώρες της δυτικής Ευρώπης (που μερικές φορές δείχνει τη συμπάθειά της στην εξωτερική πολιτική του Ισραήλ).
Στην Ολλανδία ο Γκερτ Βίλντερς υποστηρίζει την εξωτερική πολιτική του Ισραήλ και έχει κηρύξει πόλεμο κατά του «ισλαμοφασισμού» και των δραστηριοτήτων του. Στην Ελβετία το 57% των πολιτών ψήφισε (28/11/ 2013) υπέρ της απαγόρευσης των μιναρέδων.

Για πολλούς αναλυτές, όπως ο Σλόμο Σαντ, η ισλαμοφοβια αποτελεί σήμερα ενωτικό στοιχείο της Ευρώπης -την «ιουδαιοχριστιανική» μήτρα της οποίας ποτέ δεν παραλείπουμε να υπενθυμίσουμε- όπως και ο αντισημιτισμός έπαιξε βασικό ρόλο τον 19ο αιώνα κατά τη διαδικασία οικοδόμησης των εθνικών κρατών.

Οι πρόσφυγες είναι θύματα περιφερειακών συγκρούσεων. Το πρώτο μεγάλο προσφυγικό κύμα δημιουργήθηκε κατά τον Πόλεμο του Κόλπου το 1991. Η δυσαρέσκεια που προκαλεί η παρουσία των ξεριζωμένων αξιοποιείται από τη νεοφιλελεύθερη Δεξιά για να ξαναφέρει στο τραπέζι το ζήτημα της ιδιωτικοποίησης των δαπανηρών τομέων υγείας, πρόνοιας κ.λπ

Η διαβρωτική νέα μορφή ρατσισμού

Κατά τον Εντσο Τραβέρσο αυτή η νέα ακροδεξιά εγκαταλείπει τα καθαρά φασιστικά της χαρακτηριστικά και παίρνειτη μορφή του λαϊκισμού. Οι συχνές επιτυχίες της νέας ακροδεξιάς δείχνουν την ικανότητά της να βρίσκει συναίνεση στους κόλπους της εργατικής τάξης και των φτωχότερων στρωμάτων.

Ο λαϊκισμός τελικά είναι μια διασταύρωση η οποία καταδεικνύει τα πορώδη σύνορα μεταξύ της Δεξιάς και της άκρας Δεξιάς.
Αυτό απέδειξε περίτρανα και ο Νικολά Σαρκοζί, πρώτα με τη δημιουργία ενός υπουργείου Μετανάστευσης και Εθνικής Ταυτότητας και έπειτα με την έναρξη μιας εκστρατείας εναντίον των Τσιγγάνων, οι οποίοι πλέον απελαύνονται με βάση μια εθνικοφυλετική απογραφή, κερδίζοντας την ενθουσιώδη υποστήριξη πολλών εκπροσώπων της ευρωπαϊκής Δεξιάς και πρωτίστως της ιταλικής Δεξιάς.

Οι μεταλλάξεις του ρατσισμού και της ξενοφοβίας δεν μπορούν να παραμείνουν χωρίς πολιτικές συνέπειες. Αν ο φασισμός πυροδοτεί μια καθημερινή μάχη στις νέες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου παρατηρείται άνοδος της εθνικιστικής αντισημιτικής και φασιστικής ακροδεξιάς, η κατάσταση είναι αρκετά διαφορετική στη Δύση.
Βέβαια, σε μια ήπειρο που έχει γνωρίσει τον Μουσολίνι, τον Χίτλερ και τον Φράνκο ο αντιφασισμός πρέπει να αποτελέσει μέρος του γενετικού κώδικα της δημοκρατίας και κομμάτι της ιστορικής μας συνείδησης.

Για τον Εντσο Τραβέρσο: «Ο αντκρασισμός έχει εκπληρώσει τον σκοπό του -ως οργανωμένο πολιτικό κίνημα-στη δεκαετία του 1980 και του 1990, όταν -κυρίως στη Γαλλία- βρέθηκε αντιμέτωπος με την εμφάνιση μιας δεξιάς φασιστικής μήτρας. Ομως σήμερα δεν αφορά την υπεράσπιση μιας δημοκρατίας που απειλείται».
Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία δεν είναι κατάλοιπα ενός «παρελθόντος που δεν λέει να ξεπεραστεί», αλλά μια διαδικασία συμβολικής κατασκευής του εχθρού που ικανοποιεί την «αναζήτηση ταυτότητας», την επιθυμία του ανήκειν και την ανάγκη για ασφάλεια και προστασία.

Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία έχουν δύο πρόσωπα, τα οποία αλληλοσυμπληρώνονται. Από τη μία εκείνο της νέας «ρεπουμπλικανικής ακροδεξιάς» (η οποία κόπτεται για την «προστασία δικαιωμάτων» που όμως καταπατώνται με εθνοτικά, εθνικά ή θρησκευτικά κριτήρια) και από την άλλη εκείνο των κυβερνητικών πολιτικών (στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους μετανάστες «χωρίς χαρτιά», προγραμματισμένες απελάσεις, στιγματισμός και διακρίσεις εις βάρος των εθνοτικών ή θρησκευτικών μειονοτήτων).

Αυτή η νέα μορφή ρατσισμού διαχέεται στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, διαβρώνοντάς την και αναδιαμορφώνοντάς την εσωτερικά, αφού αποκτά κατά περίπτωση θεσμικό χαρακτήρα.
Επομένως πρέπει να επανεξετάσουμε την ίδια τη δημοκρατία, καθώς και τις έννοιες της ισότητας των δικαιωμάτων και της ιθαγένειας, προκειμένου να δώσουμε ώθηση στην καταπολέμηση του ρατσισμού.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου