Ενέδρα
Το βράδυ 13-6-1945 κινηθήκαμε από το χωριό Κοθώνι και ακολουθήσαμε το προκαθορισμένο δρομολόγιο: Μυρόφυλλο, 'Μεσούντα, γέφυρα Κοράκου, Άγραφα, με προορισμό τη Ρούμελη. Προτού ξεκινήσουμε, ο Άρης έδωσε, να μεταφέρει υπεύθυνα το γυλιό με τα χαρτιά του (ντοκουμέντα του αγώνα) στον αντάρτη Αριστοτέλη Μπούση, από το χωριό Πράμαντα Ιωαννίνων. Επίσης το βράδυ αυτό, πήραμε από το χωριό έναν πολίτη με το ζώο του, για να μεταφέρουμε τα τρόφιμα.
Θα ήταν 11 μ.μ., όταν φθάσαμε και σταματήσαμε για ξεκούραση στο αντέρισμα πάνω από το Χοιρόλακκο, που χωρίζει τα δυο χωριά Κοθώνι και -Μυρόφυλλο. Τη στιγμή αυτή ο πολίτης μεταγωγικός, ζήτησε άδεια από τον αρχηγό να πάει προς νερού του. Του επέτρεψε, χωρίς καν να σκεφτεί πως είναι δυνατόν να εγκαταλείψει το ζώο του και να φύγει. Πράγμα που έγινε. Φαίνεται πως ο άνθρωπος αυτός, γνώριζε την ενέργεια αυτή των Μάϋδων καθώς και την τοποθεσία που θα στηνότανε η ενέδρα και πήγε να τους ειδοποιήσει για το πέρασμά μας, καθώς και τη θέση του Άρη στη φάλαγγα, ώστε να συγκεντρώσουν όλα τα πυρά τους στο μέρος αυτό και να εξοντώσουν τον Άρη.
Γυρίζοντας το αντέρισμα προς Μυρόφυλλο και σε μικρή απόσταση, δεχόμαστε αιφνιδιαστικά πυρά ενέδρας που μας είχαν στημένη σε πλαγιά ανάμεσα στο αντέρισμα και την τοποθεσία Μιλογγόζι. Το μέρος αυτό ήταν κατάλληλο για ενέδρα. Είχε μόνο μια υποχρεωτική διάβαση, η οποία θερίζονταν σε πλάτος και βάθος.
Στο σημείο αυτό κόβεται η φάλαγγα και ο Άρης μένει πίσω με 25 αντάρτες.
Το μεγαλύτερο κομμάτι του τμήματος, δύναμη 70 ανδρών, πέρασε τα πυρά της ενέδρας, χωρίς απώλειές και βρέθηκε σε απυρόβλητο μέρος. Η Διοίκηση αυτού του τμήματος Νέστορας Βόκκας και Πελοπίδας, θα ‘πρεπε αμέσως να πάρει πρωτοβουλία και να ανεβάσει μια ενισχυμένη ομάδα με αποστολή, πλευρικό χτύπημα και διάλυσή του εχθρού, έτσι ώστε ολόκληρο το τμήμα μας, ενωμένο να συνεχίσει την πορεία του. Χρόνος υπήρχε και οι δυνάμεις του στρατού βρίσκονταν πολύ μακριά.
Δεν το έκανε κι εδώ βρίσκεται το εγκληματικό λάθος. Προτίμησε να φύγει, χωρίς ν’ αντιδράσει, αδιαφορώντας για τη ζωή του Άρη και τη σοβαρότητα της αποστολής μας.
Με την αρνητική αυτή στάση της η Διοίκηση του τμήματος βοήθησε τον εχθρό στο να εξοντώσει γρηγορότερα τον Άρη. Όλοι τους είναι συνένοχοι στο εγκληματικό αυτό έργο.
Μου φάνηκε παράξενο και δεν ήθελα να πιστέψω, πως οι εθελοντές αυτοί αγωνιστές, που γνώριζαν εκ των προτέρων τις δυσκολίες και τους κινδύνους του νέου ξεκινήματος, να λιποψυχήσουν μπροστά στη μικρή αυτή δυσκολία με αποτέλεσμα να εγκαταλείψουν τον αρχηγό για να σώσουν τα κεφάλια τους.
Δυστυχώς αυτό κι έγινε.
Ο Άρης θα ζούσε, γιατί το μεγάλο αυτό τμήμα, αν και καθυστέρησε στο χωριό Μεσούντα, πέρασε στις 14 προς 15 Ιούνη 1945 τη γέφυρα Κοράκου χωρίς να συναντήσει εχθρό.
Το ξεκομμένο τμήμα με τον Άρη, που αποτελούνταν από 26 άνδρες, όπως οι: Γιάννης Τζαβέλλας, θάνος, Ζαγκλάρας, Μοδονής (Έκτορας), Νικολόπουλος (λέων), Γκονέζος, Δράκος, Δέσπω, Πάλλας, Γεροκόζιακας και άλλοι, σταμάτησε πάνω στη διαχωριστική γραμμή του αντερίσματος περιμένοντας τη βοήθεια του μεγάλου τμήματος.
Η σύνδεσή μας είχε κοπεί. Καμιά ενέργεια δεν φαίνεται. Ακούγονται μόνο τα πυρά της ενέδρας. Η κατάσταση αυτή ανησύχησε και στενοχώρησε τον Άρη. Με πικρία βλέπει πως οι πιστοί σύντροφοί του, με το άκουσμα της αποκήρυξης και διαγραφής του, να χάνουν την εμπιστοσύνη και να τον εγκαταλείπουν στη μανία των εγκληματικών σχεδίων της ξένης και ντόπιας αντίδρασης.
Χωρίς να χάσει χρόνο, ψύχραιμα, παίρνει απόφαση να κατεβούμε προς το ποτάμι κι’ από εκεί προς Μεσούντα..
Με μεγάλη δυσκολία μέσα στη νύχτα, κατορθώσαμε να κατεβούμε το απότομο και βραχώδες αυτό αντέρισμα και τα χαράματα 14-6-45 να περάσουμε τον Αχελώο και να καλυφτούμε μέσα στους θάμνους της δεξιάς όχθης όλη τη μέρα.
Στη βαθειά αυτή χαράδρα του Φάγγου που βρεθήκαμε, κάθε κίνησή μας την ημέρα, ήταν καταδικασμένη και ο Άρης ποτέ δεν σκέφτηκε να εξοντώσει το τμήμα του. Το βράδυ της ίδιας μέρας, 14-6-45 κινηθήκαμε προς Μεσούντα.
Ταλαιπωρηθήκαμε όλη τη νύχτα. Οδηγό δεν είχαμε. Δρομολόγιο, για να περάσουμε από τους πυκνούς θάμνους και τους γκρεμούς, δεν γνωρίζαμε και πολλές φορές γυρίζαμε στο ίδιο μέρος. Χρειάστηκαν δέκα ώρες για να περάσουμε μια απόσταση τεσσάρων περίπου χιλιομέτρων. Αν είχαμε ένα ντόπιο σύνδεσμο, που να γνωρίζει το μέρος αυτό, θα είχαμε φθάσει κατά τη διάρκεια της νύχτας στη γέφυρα του Κοράκου.
Φθάσαμε το πρωί 15-6-45 στο ύψωμα Κερασιά, που βρίσκεται ανατολικά του χωριού Μεσούνται και πάνω από τη χαράδρα του Φάγγου. Η ώρα ήταν 7 και ο ήλιος είχε ανεβεί ψηλά στον ουρανό. Πληροφορίες για τους δικούς μας (που μας εγκατέλειψαν ύστερα από την ενέδρα το βράδυ 13-6-45) και τον εχθρό δεν είχαμε. Σταματήσαμε στο μέρος του αντερίσματος που λέγεται Γκορτσούλα, μήπως συνδεθούμε και πάρουμε πληροφορίες.
Προωθήσαμε πιο πάνω στην τοποθεσία Αντές δυο παρατηρητές, τους γέρο Δράκο και Πάλλα, με αποστολή να ελέγχουν το μονοπάτι που έρχεται από το χωριό και να παρατηρούν τα γύρω υψώματα, σημειώνοντας κάθε κίνηση του εχθρού. Η σύνδεση με το παρατηρητήριο γινόταν κάθε μισή ώρα.
Το μεσημέρι 15-6-45 έφθασε ο στρατός κι έπιασε όλα τα γύρω υψώματα. Βρεθήκαμε τώρα κυκλωμένοι. Η κατάστασή μας γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Ο ήλιος είχε βασιλέψει και περιμέναμε με αγωνία πότε θα νυχτώσει για να κινηθούμε και να βγούμε από τον κλοιό.
Η αυτοκτονία του Άρη
Ο εχθρός μας πρόλαβε. Έπιασε τους δυο παρατηρητές χωρίς να ρίξουν ούτε μια τουφεκιά. Φαίνεται πως παραδόθηκαν. Γιατί ενώ ήσαν δυο, η σύνδεση γινόταν κάθε μισή ώρα κι ο εχθρός βρισκόταν στα γύρω υψώματα. νομίζω πως όταν κινδυνεύει κανείς δεν κοιμάται εύκολα. Κι ακόμα το μέρος τους επέτρεπε να σημειώσουν την κίνηση του εχθρού με μια τουφεκιά και να συμπτυχθούν εύκολα.
Ο εχθρός χρησιμοποιώντας το πλεονέκτημα αυτό, και με τη βοήθεια των παρατηρητών, μας πλησίασε και μας αιφνιδίασε με τα πυρά του. Το μέρος ήταν ακατάλληλο για άμυνα. Ο Άρης ψύχραιμα δίνει εντολή: Σημείο συγκέντρωσης κάτω στο ποτάμι. Όλοι κατηφορίσαμε, ο καθένας όπως μπορούσε γρηγορότερα χωρίς να διαλέγει δρομολόγιο και να κοιτάζει πού βρίσκεται ο διπλανός του και τούτο για ν’ αποφεύγουμε τα πυρά του εχθρού.
Δέκα εννέα σύντροφοί μας είχαν φτάσει στο ποτάμι όταν εμείς οι πέντε, 'Αρης, Τζαβέλλας, Λέων, γερο-Κόζιακας κι εγώ, βρισκόμαστε πολύ ψηλά στη ρεματιά της Κερασιάς. Αργοπορήσαμε, γιατί κατεβαίνοντας το απότομο και βραχώδες αυτό μέρος, ο 'Αρης έπεσε και χτύπησε πολύ άσχημα στη σπονδυλική στήλη. Όσο το χτύπημα ήταν ζεστό προχωρούσε μόνος του, στη συνέχεια τον βοήθησα κι εγώ, ώσπου φθάσαμε και σταματήσαμε σ’ ένα σημείο της ρεματιάς που βρίσκεται κάτω από το ύψωμα που λέγεται Μούλκες.
Η ώρα θα ήταν 9 μ μι. Από την απέναντι πλευρά του Μυροφύλλου, ένα εχθρικό πολυβόλο χτυπούσε κατ’ άξονα τη ρεματιά. Μπροστά μας σκοτώνεται ο γέρο Κόζιακας και πιο κάτω τραυματίζεται ο Λέων, από ένα κομματάκι νικέλου εκρηκτικής σφαίρας, στο δεξιό μέρος του μετώπου πάνω από το μάτι και γυρίζει πίσω γεμάτος αίματα.
Για μια στιγμή ακούω από το στόμα του Άρη να λέει: «Έζησα 42 χρόνια, έζησα και καλά και άσχημα. Κοιτάξτε εσείς τι θα κάνετε τώρα, γειά σας». Βγάζει το πιστόλι του κι αυτοκτονεί. Δεν μπόρεσα να καταλάβω τη σκέψη του, ούτε και να αντιδράσω.
Ύστερα αϊτό το ανεπάντεχο αυτό γεγονός, την αυτοκτονία του Άρη, προχωρήσαμε με τον Λέοντα λίγα μέτρα πιο κάτω και συναντήσαμε τον Τζαβέλλα. «Γιάννη, του είπα, ο αρχηγός αυτοκτόνησε». Αμέσως ο Τζαβέλλας,. που ψυχή του ήταν ο Άρης, γύρισε πίσω κι αφού σταμάτησε αριστερά από το νεκρό αρχηγό, άνοιξε; μια χειροβομβίδα, την κράτησε στα χέρια του κι αυτοκτόνησε.
Στο σημείο αυτό της ρεματιάς και κάτω από το υψωματάκι Μούλκες, έμειναν για πάντα οι τρεις σύντροφοί μας. Οι Άρης και Τζαβέλλας πεσμένοι στο δεξιό μέρος της ρεματιάς κι ο γέρο Κόζιακας μέσα στο νερό.
Ο Λέων ύστερα από τον τραυματισμό του και τις αυτοκτονίες Άρη και Τζαδέλλα έπαθε ψυχικό κλονισμό. Σε κάθε κίνηση έπρεπε να τον βοηθάω. Χρειάστηκε να περάσουν δυο μέρες για να συνέλθει κάπως.
Προχωρήσαμε τώρα οι δυό μας, για να κατέβουμε κάτω στο ποτάμι και να συναντηθούμε με τους άλλους συντρόφους, να τους ενημερώσουμε για τις αυτοκτονίες και να πορευτούμε μαζί τους.
Πιο κάτω συναντήσαμε ένα κλειστό μέρος που δεν μας επέτρεπε να προχωρήσουμε άλλο. Δεξιά κι αριστερά μέρος αδιάβατο, μπροστά μας ένας μεγάλος βράχος που στάθηκε αδύνατο να τον πηδήσουμε. Σταματήσαμε για λίγο και κοιτάζαμε ολόγυρά μας, μήπως υπάρχει κανένα μονοπάτι και μπορέσαμε να κατεβούμε. Δυστυχώς, τίποτε. Η νύχτα είχε προχωρήσει και οι κινήσεις μας δεν φαίνονταν από τον εχθρό. Αποφασίζουμε και γυρίζουμε πίσω, μήπως πιο πάνω βρούμε μέρος και βγούμε από τη ρεματιά.
Περάσαμε ξανά από τους νεκρούς και σε μικρή απόσταση πιο πάνω, 10 έως 15 μέτρα, συναντήσαμε δυο πέτρες ενωμένες που πάνω τους κυλούσε το λίγο νερό της ρεματιάς και κάτω είχαν ένα άνοιγμα που χωρούσε δυο έως τρία άτομαι, κι εκεί περάσαμε τη νύχτα της 15.6.45.
Το μέρος αυτό ήταν έτσι φτιαγμένο, από τη φύση του, που δεν τραβούσε κανενός την προσοχή. Εδώ αποφασίσαμε, σε περίπτωση που ο εχθρός αντιληφθεί τη · θέση μας, να τον πολεμήσουμε κι όταν δούμε πως κινδυνεύουμε να πιαστούμε ζωντανοί, ν’ αυτοκτονήσουμε.
Την άλλη μέρα, 16.6.45, πρωί-πρωί κατέβηκε στη ρεματιά μια Διμοιρία στρατού με τους δυο παρατηρητές μας. Περάσανε από κοντά μας σε απόσταση ενός μέτρου, γιατί δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Τους μετρήσαμε, ήταν 33 τον αριθμό. Τους δικούς μας, φαίνεται πως τους πήραν για ν’ αναγνωρίσουν τους νεκρούς. Ύστερα από αρκετή ώρα κι αφού τελείωσαν το βρώμικο έργο τους, ξαναγύρισαν από το ίδιο μέρος κι έφυγαν. Εκεί μέσα μείναμε 52 ώρες. Από 15 μέχρι 17 Ιούνη. Το βράδυ στις 17.6.45, μόλις νύχτωσε βγήκαμε και προχωρήσαμε προς τους νεκρούς. Φθάνοντας, είδαμε ένα τρομερό θέαμά.
Εδώ η αντίδραση έδειξε όλη την απανθρωπιά, την κακία και το μίσος στους νεκρούς αγωνιστές του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα, θέλησε, χωρίς σεβασμό προς τους νεκρούς, να τους εκδικηθεί με τον πιο απάνθρωπο τρόπο. Τον Άρη, αφού τον ξεγύμνωσαν και του πήραν τη στολή και τον οπλισμό του, του κόψανε το κεφάλι, τα χέρια από τους ώμους και τα πόδια από τα γόνατα και κάτω. Του Τζαβέλλα του κόψανε το κεφάλι και το δεξί χέρι. Πραγματικά φριχτό θέαμα.
Τα πτώματα είχαν αρχίσει να μυρίζουν, θέλαμε, αλλά δεν μπορούσαμε να τους θάψουμε, γιατί δεν είχαμε κανένα εργαλείο, ούτε και μπορούσαμε να βρούμε στο ερημικό αυτό μέρος. Κι έτσι έμειναν άταφοι, τροφή για τους λύκους και τα όρνια..
Γράφτηκε τότε στις εφημερίδες, πως, ο Άρης σκοτώθηκε στις 16.6.45. Αυτό δεν είναι αλήθεια, γιατί ο Άρης αυτοκτόνησε το βράδυ της προηγούμενης μέρας; Η ημερομηνία του αποκεφαλισμού του 16.6.45 θεωρήθηκε σαν μέρα του σκοτωμού του.
Με τα μάτια γεμάτα δάκρυα, αποχαιρετίσαμε για τελευταία φορά τον αρχηγό και τους άλλους συντρόφους και φύγαμε, ακολουθώντας το δρομολόγιο που είχε κινηθεί η Διμοιρία του στρατού. Κατορθώσαμε, ύστερα από μεγάλη ταλαιπωρία, να βγούμε από τη ρεματιά και να φτάσουμε κάτω στο ποτάμι. Προχωρώντας κατά μήκος του ποταμού, περάσαμε μέσα από ένα χωράφι σπαρμένο με καλαμπόκι. Στην άκρη του χωραφιού φάνηκε μια καλύβα. Προχωρήσαμε με προσοχή και μπήκαμε μέσα. Ένα γεροντάκι που ξεκουράζονταν, μόλις μας είδε, πετάχτηκε αμέσως επάνω. Έγινε αναγνώριση κι έτσι ησύχασε κι αυτός κι εμείς. Ήταν ο γέρο Λάκκας, από το χωριό Τετράκωμο. Δικός μας άνθρωπος. Ολόκληρη η οικογένεια του πήρε ενεργό μέρος στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Μας καλοδέχτηκε και μας πληροφόρησε για τις κινήσεις του εχθρού.
Τον παρακαλέσαμε και μας έδωσε μεταχειρισμένα παλιά πολιτικά ρούχα, τα οποία φορέσαμε, αφήνοντας εκεί τα στρατιωτικά. Αυτή η αλλαγή έγινε για να μη δώσουμε στόχο στα χωριά που θα περνούσαμε και μάλιστα τώρα που η αντίδραση σήκωσε πολύ ψηλά το κεφάλι. Το ίδιο βράδυ, έχοντας μαζί μας τα πιστόλια και από δυο χειροβομβίδες, περάσαμε με κίνδυνο της ζωής μας, το ορμητικό αυτό ποτάμι. Μόλις πατήσαμε δυο βήματα, μας άρπαζε και σα φτερό μας πέταξε.
Βρεγμένοι μέχρι το κόκκαλο και στραγγίζοντας τα ρούχα μας, ανεβήκαμε και φθάσαμε, ώρα 2.30 π.μ. 18.6.45, στο χωριό Ελληνικό. Χτυπήσαμε την πόρτα του υπεύθυνου του ΕΑΜ. Μας άνοιξε, μας φιλοξένησε και μας πληροφόρησε, πως, στο χωριό Καλή Κώμη γλεντά ο συμμορίτης Μόκας με τους άντρες του και ότι πρέπει να απομακρυνθούμε όσο είναι νύχτα. Φύγαμε αμέσως. Ανεβήκαμε το ύψωμα και προτού φτάσουμε στο δρόμο προς τη Μεσοχώρα σταματήσαμε. Ήταν νύχτα ακόμη. Εδώ θα χωρίζαμε, εγώ για τα Τζουμέρκα και ο Λέων για τη Σπερχειάδα.
Τον συμβούλεψα να προσέχει στο δρόμο και μόλις με το καλό φθάσει στο χωριό του, αμέσως να συνδεθεί με το κόμμα και να παραδώσει τις 32 λίρες. Τα χρήματα αυτά είχε δώσει στον 'Αρη ο Τάκης Φίτσος, μέλος του θεσσαλικού Γραφείου, για τις ανάγκες του τμήματος κατά τη διαδρομή προς την Αλβανία. Του είπα ακόμη, πως, αν περάσουμε αυτή τη μπόρα» και βρεθούμε ζωντανοί, θα πρέπει να συναντηθούμε οπωσδήποτε, για να θυμηθούμε τις δύσκολες αυτές μέρες της τραγωδίας και να πούμε τις μετέπειτα περιπέτειές μας. Χαιρετηθήκαμε και χωρίσαμε.
Ύστερα από μεγάλη ταλαιπωρία κατόρθωσα να φθάσω στο χωριό μου, Μελισσουργοί. Εδώ έζησα σε βαθειά παρανομία. Πολλά ήταν τα μπλόκα της χωροφυλακής χωρίς αποτέλεσμα. Αργότερα διέφυγα με εντολή της οργάνωσης στο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας και στη συνέχεια πέρασα στις γραμμές του ΔΣΕ. Τον Οκτώβρη του 1949 βρέθηκα μαζί με άλλους συντρόφους στη Σοβιετική Ένωση. Επέστρεψα στην Ελλάδα το 1978, ύστερα από 29 χρόνια.
Μόλις έμαθα, το 1980, ότι, ρ Δημήτρης Νικολόπου-λος (Λέων) ζει και βρίσκεται στην Σπερχειάδα, θυμήθηκα τη συμφωνία που είχαμε κάνει όταν χωρίσαμε στις 18.6.1945, κι αμέσως του έστειλα ένα γράμμα με τον αξάδερφο μου, Αλέκο Πλάκα και τον παρακαλούσα να μου ορίσει τόπο και χρόνο για να συναντηθούμε. Δυστυχώς καμιά απάντηση. Δεν ξέρω ποιοι λόγοι τον ανάγκασαν να μην δεχτεί τη συνάντηση αυτή.
Την τραγωδία της αυτοκτονίας την ζήσαμε μόνο δυο άτομα, εγώ και ο σύνδεσμος του Άρη Λέων.
Φθάνοντας στο χωριό Μελισσουργοί, 22.6.45, αφηγήθηκα στο κόμμα, με κάθε λεπτομέρεια, την τραγωδία της αυτοκτονίας του Άρη. Αργότερα, το Νοέμβρη 1945, την αφήγηση αυτή έκαμα στον Αλέκο Κουτσούκαλη (ο οποίος έγραψε σχετικά στο βιβλίο του «Η Εθνική Αντίσταση του Νομού Άρτας 1940-1945»).
Το 1976, η ίδια μου αφήγηση γράφτηκε στην εφημερίδα «ΝΕΑ» από τον δημοσιογράφο Δημήτρη Γουσίδη, ύστερα από συνέντευξη που έγινε στην Τασκένδη της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς επίσης γράφτηκε και στο βιβλίο του «Όπου ζεις δεν πατρίζεις».
Όλα αυτά τ’ αναφέρω, γιατί γράφτηκαν ορισμένες αναλήθειες, σχετικά με την αυτοκτονία, σε βιβλία και άρθρα στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία». Όπως: α) Το μεγάλο τμήμα που έφθασε στην Μεσούντα, ύστερα από το χτύπημα της ενέδρας 13.6.45, έστειλε στις 14.6.45 σύνδεσμο τον Ηλία Τσουμάνη για να μας συνδέσει και να δώσει στον Άρη το φύλλο του «Ριζοσπάστη» που έγραφε την αποκήρυξη και διαγραφή του Άρη. Αυτό είναι ψέμα. Γιατί τον Ηλία θα τον έβλεπα, βρισκόμουν σαν επιτελής κοντά στον Άρη κι ακόμα τον γνώριζα πολύ καλά, γιαπί υπηρετήσαμε μαζί στο 3/40 Σύνταγμα του ΕΛΑΣ. Αν ερχόταν ο Τσουμάνης, ο άνθρωπος αυτός που σαν κτηνοτρόφος έχει περπατήσει όλο το ύψωμα αυτό, θα μας έβγαζε από σύντομο μονοπάτι και χωρίς ταλαιπωρία θα φθάναμε στη γέφυρα του Κοράκου.
Δεν στάλθηκε, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρηθούμε όλη τη νύχτα και να διανύσουμε απόσταση τεσσάρων περίπου χιλιομέτρων μέσα σε δέκα ώρες. Επίσης ψέμα είναι ότι δώσανε το «Ριζοσπάστη» που δημοσίευε την αποκήρυξη και διαγραφή του Άρη. Η απόφαση αυτή δημοσιεύτηκε στις 15.6.45 και για να φθάσει η εφημερίδα στη Μεσούντα με την τότε συγκοινωνία θα χρειάζονταν τουλάχιστον τρεις ημέρες.
Λέοντας, Τζαβέλλας, Αρης εν πορεία. Οι δύο πρώτοι δεν αποχωρίστηκαν ποτέ τον αρχικαπετάνιο, ακόμη και μετά τη ρήξη του με την ηγεσία του ΚΚΕ τον Φλεβάρη του 1945 και τη Συμφωνία της Βάρκιζας
Την πληροφορία για την αποκήρυξη και διαγραφή του Άρη μας είπε προφορικά ένας αχτιδικός στο χωριό Κσθώνι, 13.6.45. 6) Γράφτηκε πως, την ώρα της αυτοκτονίας του Άρη, βρέθηκαν κοντά του, οι θάνος, Έκτόρας, Ζαγκλάρας και δυο ακόμα θεσσαλοί. Δεν είναι αλήθεια, γιατί αν βρίσκονταν εκεί οι παραπάνω σύντροφοι θα φεύγαμε μαζί, θα τους ακολουθούσαμε, γιατί δεν υπήρχε λόγος να μείνουμε στο μέρος αυτό διακινδυνεύοντας τη ζωή μας. Λίγη λογική χρειάζεται. Κι ακόμα, οι ηλικιωμένοι και μυαλωμένοι αυτοί σύντροφοι δεν θα μας εγκατέλειπαν και ιδιαίτερα το αγαπημένο παιδί της Διμοιρίας των Μαυροσκούφηδων Λέοντα που βρέθηκε σε δύσκολη ψυχική κατάσταση ύστερα από του τραυματισμό, του και τις αυτοκτονίες Άρη και Τζαβέλλα και γ) Ηρωποιούν τον Δράκο με το να γράφουν, πως κατόρθωσε να ξεφύγει από τον κίνδυνο και να κρυφτεί σε μια τσακαλότρυπα και πως ο εχθρός ψάχνοντας, κατόρθωσε, ύστερα από δυο μέρες να τον ανακαλύψει, να τον πιάσει και να τον στείλει στη φυλακή.
Την πληροφορία αυτή έδωσε ο ίδιος ο Δράκος μέσα από . τη φυλακή και οι έξω τη δέχτηκαν, τη θεώρησαν σημαντική, μια που δίνεται από άνθρωπο που πιάστηκε τελευταία και βρίσκεται στις φυλακές και άρχισαν να γράφουν.
Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι. Ο Δράκος δεν πιάστηκε στην τσακαλότρυπα στις 17.6.45, αλλά παραδόθηκε πάνω στο παρατηρητήριο στις 15.6.45. Αυτό φαίνεται καθαρά από τα παρακάτω:
α) Το παρατηρητήριο έχει τέτοια θέα, που ο εχθρός γίνεται αντιληπτός από μακρινή' απόσταση.
β) Η θέση του παρατηρητήριου είναι πλεονεκτικό κι ο αιφνιδιασμός είναι αδύνατος την ημέρα.
γ). Ο παρατηρητής με ευκολία μπορεί να σημειώσει την κίνηση του εχθρού, να τον σταματήσει με τα πυρά του σε απόσταση και να συμπτυχθεί ανενόχλητος.
δ) 0 Δράκος άνθρωπος του ντουφεκιού! Παλιός κλέφτης με πείρα, που δύσκολα, νομίζω, πως ο εχθρός θα τον έβαζε στο χέρι του.
Μπορούσε και μάλιστα με τον καλλίτερο τρόπο να εκπληρώσει την αποστολή του παρατηρητή, που του ανέθεσε ο αρχηγός. Δεν θέλησε. Προτίμησε να παραδοθεί μόλις εμφανίστηκε ο εχθρός και μάλιστα τον οδήγησε στο μέρος που βρισκόταν το υπόλοιπο τμήμα με αποτέλεσμα να το αιφνιδιάσει.
Δεν πρέπει να μας φαίνεται παράξενο, ότι, άνθρωποι με όχι μεγάλη πίστη στον αγώνα, στις δύσκολες στιγμές λυγίζουν και αλλάζουν γνώμη. Άλλες ήσαν οι συνθήκες στον ΕΛΑΣ και άλλες τώρα μετά τη Βάρκιζα.
Την άλλη μέρα, 16.6.45, πρωί-πρωί οι δύο παρατηρητές με μια Διμοιρία στρατού κατέβηκαν στους νεκρούς κι εκεί ο Δράκος με τα ίδια του τα χέρια έκοψε τα κεφάλια του Άρη και του Τζαβέλλα. Ο εχθρός, για τις καλές πράξεις του Δράκου, όπως, η παράδοσή του, η υπόδειξη της τοποθεσίας του τμήματος και ο αποκεφαλισμός του Άρη και του Τζαδέλλα, του χάρισε τη ζωή, δεν τον εκτέλεσε επιτόπου, και τον έριξε στις φυλακές για να παρουσιαστεί στη συνέχεια σαν ήρωας. Αυτό πολλές φορές γίνεται, όταν δεν υπάρχουν οι σωστές πληροφορίες.
Τα παραπάνω έγραψε ο Δημήτρης Καραθάνος σε άρθρο του στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία».
Ο Καραθάνος, είναι αυτός, που με το πρώτο χτύπημα της ενέδρας 13.6.45, εγκατέλειψε τον Άρη για να γλυτώσει το κεφάλι του. Είναι συνένοχος με τον εχθρό, γιατί με την ενέργειά του αυτή, βοήθησε στο σκοτωμό του Άρη. Δεν ξέρω από που παίρνει αυτό το θράσος και προσπαθεί με τη μέθοδο της παραπληροφόρησης, χρησιμοποιώντας το ψέμα, για να ανατρέψει την ιστορική αλήθεια των γεγονότων. Μήπως νομίζει πως με τα άρθρα του αυτά θα μπορέσει να κρύψει την ενοχή του καI να εξιλεωθεί; Είναι προσβλητικό για τον ήρωα νεκρό Άρη και θα τρίζουν τα κόκκαλα του για την χωρίς όρια ψευδολογία του Καραθάνου. Νομίζω, πως κάθε πιστός και τίμιος αγωνιστής, πρέπει να είναι φιλαλήθης και να αναφέρει τα γεγονότα όπως ακριβώς έγιναν για να μπορέσει έτσι η ιστορία του αγώνα, όταν ολοκληρωθεί, να είναι αντικειμενική. Τα έργα τέτοιων ανθρώπων ας τα κρίνει ο λαός.
Δημοσιεύματα από τον αθηναϊκό Τύπο της 19ης Ιουνίου με την αναγγελία του χαμού του Αρη Βελουχιώτη. Πολλά ψέματα και αθλιότητες με ελάχιστες αλήθειες.
Ποιος ευθύνεται για το σκοτωμό του Άρη Βελουχιώτη
Ευθύνη για το σκοτωμό του χιλιοτραγουδισμένου αρχηγού Άρη Βελουχιώτη φέρνει η ηγεσία του κόμματος, η οποία, συνειδητό ή ασυνείδητα, δεν μπόρεσε στη δοσμένη στιγμή του αγώνα, να δει τη βρώμικη πολιτική των Άγγλων στη χώρα μας, να πιάσει τα προβλήματα του ελληνικού λαού και να χαράξει μια σωστή εθνική και δημοκρατική γραμμή για το συμφέρον του κινήματος.
Η 8η ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (Γενάρης 1942) δίνει καθαρά τις αυταπάτες που είχε η ηγεσία του κόμματος, όσον αφορά τις σχέσεις κινήματος και Άγγλων.
Η άγνοια αυτή της Αγγλικής πολιτικής, είχε σαν αποτέλεσμα τις ταλαντεύσεις, υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, με αποκορύφωμα την υπογραφή των προδοτικών συμφωνιών Λιβάνου, Καζέρτας και Βάρκιζας, που οδήγησαν το κίνημά μας στην καταστροφή κι έφεραν στη χώρα μας την πολιτική, οικονομική και κοινωνική υποδούλωση.
Τη Βάρκιζα ο Σιάντος τη θεώρησε σαν τη μεγαλύτερη επιτυχία του και την παραμονή της υπογραφής της έλεγε στους ντόπιους και ξένους δημοσιογράφους:
«Γνωρίζουμε ότι τα βρετανικά στρατεύματα βρίσκονται στην Ελλάδα για στρατιωτικούς λόγους» (και όχι επομένως για τους αποικιοκρατικούς σκοπούς τους, ως αυτό το σημείο της καταισχύνης έφθασε) και συνεχίζει: «Τη σύγκρουση των Άγγλων και των δυνάμεων του ΕΛΑΣ τη θεωρούμε ως ατυχή σύγκρουση που πέρασε και θα ξεχαστεί. Μα αν οι σύμμαχοι αποφάσισαν να διατηρήσουν εδώ τον Αγγλικό στρατό, εμείς λέμε ότι, αυτό είναι το συμφέρον και της Ελλάδος, γιατί ό,τι είναι συμφέρον των συμμάχων είναι και συμφέρον της Ελλάδας».
Εδώ φαίνεται καθαρά η δουλοπρέπεια του Σιάντου σε βάρος του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος.
Ο Άρης γνώριζε καλά, πως στόχος των «συμμάχων» Άγγλων ήταν να εμποδίσουν την πραγμάτωση της εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης του Ελληνικού λαού. Φρόντισε, αλλά δεν μπόρεσε να πείσει την ηγεσία να δρομολογήσει σωστά την πολιτική της γραμμή για το συμφέρον του κινήματος. Δεν μπόρεσε να την σταματήσει από το μεγάλο γλίστρημα. Οι Σιάντος και Ιωαννί6ης νόμιζαν πως αυτοί είναι οι σοφοί και αλάθητοι ηγέτες του κόμματος και οι αποφάσεις τους είναι πάντα σωστές. Δεν ήθελαν ν’ ακούσουν κανενός άλλου γνώμη, ούτε και του πρωτοκαπετάνιου Άρη Βελουχιώτη που ήταν η ψυχή του κινήματος και γνώριζε καλά την όλη κατάσταση. Η υπεροψία αυτή της ηγεσίας, την εμπόδισε να δει τις μεγάλες ευθύνες που είχε αναλάβει απέναντι στο κίνημα και το λαό. Δεν μπόρεσε να· δει τη γρήγορη ανάπτυξη του μεγαλειώδους αγώνα και την εμπιστοσύνη του λαού, να στηριχθεί σ’ αυτόν και να συνεχίσει τον αγώνα ως την τελική νίκη.
Κι ενώ ο λαός με την πάλη του τραβάει μπροστά, η ανίκανη ηγεσία· κάτω από τις πιέσεις των Άγγλων, χάνει τον παλμό, ταλαντεύεται και υποχωρεί, με αποτέλεσμα να του κόψει το δρόμο και να του βάλει δεύτερη θηλιά στο λαιμό, χειρότερη από την πρώτη.
Οι προσπάθειες του Άρη να πείσει την ηγεσία να μην παραδοθούν τα όπλα και να συνεχισθεί ο αγώνας δεν καρποφόρησαν, γι αυτό διαχώρισε τις ευθύνες του από την προδοσία της ηγεσίας και συνέχισε το δύσκολο αγώνα για την πραγμάτωση των ιδανικών του κινήματος.
Η· κίνηση αυτή του Άρη ήταν σωστή, θέλησε με την κίνηση αυτή να βοηθήσει για τελευταία φορά την ανίκανη ηγεσία, να δει και να διορθώσει την μέχρι τώρα λαθεμένη πολιτική της για να σωθεί η επανάσταση. Και τούτη τη φορά η ηγεσία δεν θέλησε να δει την αντικειμενική πραγματικότητα και να βοηθήσει τη νέα πρωτοβουλία του Άρη. Αντίθετα θεώρησε την κίνηση αυτή προδοσία και τον πρωτοκαπετάνιο Άρη Βελουχιώτη προδότη και έδωσε εντολή σε όλες τις τοπικές κομματικές οργανώσεις: «Καμιά βοήθεια σε έμψυχο υλικό, τρόφιμα και πληροφορίες στον Άρη και το τμήμα του».
Θέλησε με τη θέση της αυτή να καλύψει τις ευθύνες της και παράλληλα να βγάλει από τη μέση τον πραγματικό αγωνιστή, που γνωρίζει σε βάθος και πλάτος τα αίτια και τους φταίχτες του χαμού του αγώνα.
Στην κίνησή μας αυτή είχαμε να αντιμετωπίσουμε διώχτες δυο αντίθετων παρατάξεων. Από τη μια, το στρατό και την ένοπλη αντίδραση, που μας παρακολουθούσε βήμα προς βήμα σε όλη τη διάρκεια της πορείας και προσπαθούσε να βρει την κατάλληλη στιγμή για το ολοκληρωτικό μας χτύπημα, και από την άλλη, την αυστηρή θέση του κόμματος προς όλες τις κομματικές οργανώσεις «Καμιά βοήθεια στον Άρη...», που σα σκοπό είχε την καταδίκη μας σε θάνατο.
Εδώ βλέπουμε ένα ακόμη ιστορικό λάθος της ηγεσίας, να συμπλέει με τη ντόπια και ξένη αντίδραση για ένα κοινό στόχο, την εξόντωση του Άρη, και το πέτυχαν, με την αυτοκτονία του στις 15.6.1945.
Αγωνιστές και λαός παρά και ενάντια στη θέση της ηγεσίας, αγάπησε περισσότερο τον αρχηγό του και τον περιέβαλλε με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη. Την δε κίνηση την βλέπει, όχι προδοσία, αλλά σανίδα σωτηρίας της χαμένης επανάστασης και περιμένει να ξυπνήσει η ένοχη ηγεσία από τον λήθαργο της προδοσίας και να δώσει εντολή για τη συνέχιση του αγώνα.
ΑΡΧΙΚΉ ΣΕΛΙΔΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου