Οι συγκρούσεις του ΔΣΕ με τη Χωροφυλακή- Αντάρτισσες στη μοναχική Πολιτεία όπου ισχύει το «άβατον»
Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας και την αποχώρηση από το Άγιον Όρος των εκπροσώπων του ΕΑΜ και της δύναμης της Εθνικής Πολιτοφυλακής, επέστρεψαν οι άνδρες της Χωροφυλακής. Το πρώτο τμήμα έφθασε στις Καρυές στις 27 Απριλίου 1945 και έως το 1946 η δύναμή του έφθασε τους 36 αξιωματικούς και χωροφύλακες.
Η κυβέρνηση των Αθηνών απέφυγε να εγκαταστήσει δυνάμεις του τακτικού Στρατού λόγω των διεθνών συνθηκών που χαρακτηρίζουν τη μοναστική Πολιτεία αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη.
Η εγκατάσταση του Στρατού στον Άθω θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρά ζητήματα και παραστάσεις διαμαρτυρίας στον ΟΗΕ από τις Εκκλησίες της Ρωσίας, της Βουλγαρίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Ρουμανίας καθώς και από τις κυβερνήσεις των χωρών αυτών. Έτσι το βάρος της αντιμετώπισης μιας ενδεχόμενης επιχείρησης του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας επωμίσθηκαν οι άνδρες της Χωροφυλακής.
Στην περιοχή της Χαλκιδικής δρούσε η 20η Ταξιαρχία του ΔΣΕ που υπάγονταν στην 6η Μεραρχία Κεντρικής Μακεδονίας διοικητής της οποίας ήταν ο Γιώργης Ερυθριάδης ( Πετρής, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, πέθανε κρατούμενος στο νοσοκομείο των φυλακών Χανίων – ουσιαστικά εξοντώθηκε- τον Ιανουάριο του 1963).
Η 20η Ταξιαρχία έδρασε σε μια ευρύτατη περιοχή από το Άγιον Όρος, τη Χαλικιδική, τα Κερδύλια και τη Νιγρίτα μέχρι και τα Κρούσια του Κιλκίς.
Διοικητής της ήταν ο Γιάννης Βασιλειάδης και πολιτικός επίτροπος ο Λάκης Ζαχαριάδης. Στα τρία τάγματά της που δρούσαν στα Κερδύλια, τα Κρούσια και τη Χαλκιδική διοικητές διετέλεσαν οι Κώστας Παπαγεωργίου, Νίκος Αμπελάς (τον συναντήσαμε στο Άγιον Όρος στους λίγους μήνες της παρουσίας εκεί του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ ), Κόλιας Νικητίδης, Οδυσσέας Παλληκαρίδης, Γιάννης Αυγητίδης κ.α.
Σε όλες τις επιχειρήσεις τους στο Άγιον Όρος οι μαχητές του ΔΣΕ δεν είχαν σκοπό την κατάκτηση μιας εδαφικής περιοχής και την εγκατάστασή τους εκεί αλλά την εξουδετέρωση των δυνάμεων της Χωροφυλακής ώστε να συγκεντρώσουν τρόφιμα καθώς και να προχωρήσουν στην αναγκαστική στρατολόγηση πολλών λαϊκών εργατών που ζούσαν γύρω από τα μοναστήρια.
Η πρώτη σοβαρή διείσδυση στον Άθω έγινε στις 23 Απριλίου 1947, από 42 μαχητές και μαχήτριες του ΔΣΕ με επικεφαλής τον Κώστα Παπαγεωργίου (Παπαγιώργη). Απομόνωσαν τους χωροφύλακες του σταθμού της Δάφνης και κατέλαβαν το τελωνείο και το ταχυδρομείο.
Το μεσημέρι της επόμενης μέρας, αφού συγκέντρωσαν τρόφιμα, είδη ένδυσης και υγειονομικό υλικό επέταξαν το πετρελαιοκίνητο «Άγιος Νικόλαος και προσπάθησαν να περάσουν στην Αρκούδα της Χαλκιδικής. Καταδιώχθηκαν όμως από χωροφύλακες και υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν μέρος των εφοδίων που είχαν συγκεντρώσει.
Σύμφωνα με τη Χωροφυλακή οι απώλειες του ΔΣΕ ήταν δύο νεκροί και δύο τραυματίες. Αντίθετα μαχητές της ομάδας Παπαγεωργίου σε μεταγενέστερες αφηγήσεις τους βεβαίωναν ότι δεν είχαν απώλειες.
Στις 22 Απριλίου 1948 τμήματα του ΔΣΕ εμφανίστηκαν στο «σέρβικο» μοναστήρι του Χιλανδαρίου και στη 5 Αυγούστου στη μονή Εσφιγμένου.
Τον Οκτώβριο του 1948, παραμονή της γιορτής του Αγίου Διονυσίου, έγινε η μεγαλύτερη μάχη στο Άγιον Όρος στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Τετρακόσιοι άνδρες και γυναίκες του ΔΣΕ περικύκλωσαν τις Καρυές. Κύριοι στόχοι τους ήταν το διοικητήριο μέσα στο οποίο βρισκόταν ο πολιτικός διοικητής Π. Παναγιωτάκος και το κτίριο της υποδιεύθυνσης Χωροφυλακής. Στόχος τους ήταν η συγκέντρωση τροφίμων και η μεταφορά τους στον Κάκαβο όπου βρισκόταν η κύρια δύναμη της 6ης Μεραρχίας του ΔΣΕ. Σύμφωνα με τη Χωροφυλακή στις συγκρούσεις τραυματίστηκε ένας χωροφύλακας , ενώ από τους μαχητές του ΔΣΕ σκοτώθηκαν δύο και τραυματίστηκαν πέντε , ανάμεσά τους και ο Κώστας Παπαγεωργίου.
Οι μαχητές και οι μαχήτριες του ΔΣΕ έμειναν στις Καρυές 36 ώρες. Τροφές πήραν από τις μονές Βατοπεδίου και Ιβήρων, καθώς και από κελιά της περιοχής.Ακόμη έκαναν αναγκαστική στρατολόγηση πολλών λαικών εργατών.
Κατά την υποχώρησή τους από την χερσόνησο του Άθω δέχθηκαν επίθεση από αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας και από πλοία του Πολεμικού Ναυτικού, με αποτέλεσμα να υποστούν μεγάλες απώλειες και να χάσουν σημαντικές ποσότητες από τα τρόφιμα που μετέφεραν. Επίσης πολλά τρόφιμα βρέθηκαν σε κρύπτες όπου τα είχαν φυλάξει οι αντάρτες. Στην «Καθημερινή» της 20ης Οκτωβρίου 1948 δημοσιεύτηκε η παρακάτω είδηση, γραμμένη στη γλώσσα της εποχής: «Κατά την εξερεύνησιν της περιοχής νοτίως του ακρωτηρίου Αράπης του Άθω ανευρέθησαν 2000 οκάδες ελαίου και 400 οκάδες σάπωνος κεκρυμμέναι υπό των συμμοριτών εις την άμμον. Τα ανευρεθέντα είδη θα διανεμηθούν εις τον πληθυσμόν».
Οκτώ ημέρες μετά στις 28 Οκτωβρίου μια άλλη είδηση που δημοσιεύεται στην ίδια εφημερίδα αναφέρεται στις απώλειες του ΔΣΕ: « Κατά τηλεγράφημα εκ Πολυγύρου Χαλκιδικής εις Άγιον Νικόλαον ανευρέθη υπο των εθνικών δυνάμεων πρόσφατος ομαδικός τάφος συμμοριτών. Καθ’ ομολογίαν του παραδοθέντος Αλεξάνδρου Καραμπάστου του συγκροτήματος Παπαγεωργίου, πρόκειται περί φονευθέντων συμμοριτών του συγκροτήματος τούτου, το οποίον κατά τας τελευταίας συμπλοκάς υπέστη μεγάλη πανωλεθρία άνευ προηγουμένου».
Σε ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα « Τα Νέα» στις 23 Σεπτεμβρίου 1999, η Ευγενία Πέγιου, 18 χρονών εκείνη την εποχή, μία από τα λίγα διασωθέντα μέλη του τμήματος του Κώστα Παπαγεωργίου μίλησε για τις μέρες εκείνες και για το πώς ένοιωσε μπαίνοντας στο Άγιον Όρος παραβιάζοντας κι αυτή μαζί με άλλες αντάρτισσες το άβατον της μοναστικής Πολιτείας:
«Ξεκινήσαμε νύχτα. Έβρεχε. Θέλαμε τρόφιμα και ο μόνος χώρος, όπως έλεγαν οι παλιότεροι ήταν τα μοναστήρια. Είχαν τα πάντα. Πεινούσαμε και υποφέραμε. Οι απλοί άνθρωποι δεν μπορούσαν να μας δώσουν ούτε ψωμί. Περάσαμε μέσα από δάσος. Η πορεία ήταν μαρτύριο. Εμείς κινηθήκαμε προς τη μονή Ιβήρων. Ένιωθα ότι θα έπεφτα κάτω. Τρώγαμε κάστανα και αυτό μας στήριζε. Σκεφτόμουν ότι έκανα μεγάλη αμαρτία. Οι δικοί μου ήταν θεοσεβούμενοι. Ο πατέρας μου δούλευε στο Άγιον Όρος. Είναι αλήθεια ότι φοβήθηκα, όπως φοβόμουν και μετά, μήπως μου συμβεί κάτι κακό. Άκουγες τότε τόσα πολλά.
Για τιμωρίες της Παναγίας, για θαύματα και όλα αυτά με επηρέαζαν (…)
Είχα ακούσει ότι απαγορεύονταν να μπούνε γυναίκες στο Άγιον Όρος. Η διμοιρία μου έφτασε στη μονή Ιβήρων. Οι καλόγεροι δεν άνοιγαν την πόρτα. Εγώ δεν πυροβολούσα. Δεν κυκλοφορούσε κανείς. Τότε θυμάμαι ένας αντάρτης, Αλβανό τον φώναζαν, πήδηξε πάνω από την πόρτα και την άνοιξε. Εγώ δεν μπήκα μέσα. Περίμενα με το όπλο στο χέρι. Ήμουν μόνη. Πρέπει να ήταν και άλλες γυναίκες εκεί κοντά…».
Η Ευγενία Πέγιου έμεινε δύο μέρες στο μοναστήρι. Άλλοτε για να διώξει το φόβο της τραγουδούσε « Πολεμάμε, τραγουδάμε, τους φασίστες κυνηγάμε». Καμιά φορά έκανε και το σταυρό της:
«Έγινε ότι έγινε, όμως πρέπει να πω ότι κανένας αντάρτης δεν προκάλεσε την παραμικρή ζημιά στα μοναστήρια. Είχαμε ανάγκη από τρόφιμα και ρούχα. Μέρες ζούσαμε τρώγοντας κάστανα. Εγώ φορούσα κάτι παπούτσια μεγαλύτερα από το νούμερό μου. Στις Καρυές γίνονταν μάχες με τους χωροφύλακες. Οι μοναχοί είχαν κρυφτεί. Δεν κυκλοφορούσε κανείς. Είχαν φοβηθεί…».
Στην επιστροφή η φάλαγγα του ΔΣΕ χτυπήθηκε από αεροπλάνα της Πολεμικής Αεροπορίας. Η Πέγιου θυμάται:
«Αφού οι αντάρτες πήραν ότι πήραν, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Καθήσαμε σε ένα ξέφωτο στο Γομάτι. Μας εντόπισαν τα αεροπλάνα. Εκεί κοντά στα Νέα Ρόδα άρχισαν να μας κτυπούν. Θυμάμαι μια νέα κοπέλα. Πόντια ήταν, που είχε τραυματιστεί . Την μετέφεραν μέσα από ένα μονοπάτι στο βουνό. Στο δρόμο όλο φώναζε ‘ ωχ μανούλα μου λελέβω’. Κάποια στιγμή πέθανε…».
Τέλη Οκτωβρίου- αρχές Νοεμβρίου αντάρτες εμφανίστηκαν στις μονές Καρακάλλου, Φιλοθέου και Εσφιγμένου. Στις 17.11.1948 έδωσαν μάχη με άνδρες της Χωροφυλακής στο μονή Ζωγράφου και την 1η Δεκεμβρίου πήραν ζώα και τρόφιμα από κελί Πατερίτσα, πάνω από τις Καρυές.
Η δύναμη της Χωροφυλακής που έφθασε τους 160 αξιωματικούς και οπλίτες ενισχυμένη από 40 ένοπλους πολίτες και τρία μεταβατικά αποσπάσματα, πέτυχε να εκκαθαρίσει την περιοχή, ενώ παράλληλα τμήματα Στρατού οχύρωσαν το στενό του Ξέρξη. Έτσι, στις 10 Ιουνίου 1949 όταν 150 αντάρτες υπό τον Παπαγεωργίου προσπάθησαν να μπουν πάλι στο Άγιον Όρος αποκρούσθηκαν. Ήταν η τελευταία μάχη του Εμφυλίου Πολέμου στην περιοχή του Άθω.
Ο Παπαγεωργίου, πρώην έφεδρος αξιωματικός του τακτικού Στρατού, που πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο και πήρε μέρος στη μάχη του Ελ Αλαμέιν, ήταν πρόσωπο μυθικό για τους κατοίκους της περιοχής. Ένας τύπος «Ρομπέν των Δασών» για τον οποίο μιλούν ακόμη και σήμερα στα χωριά της Χαλκιδικής.
Μετά τον τερματισμό των μαχών στο Γράμμο και την υποχώρηση του ΔΣΕ στην Αλβανία, παρέμεινε στη Χαλκιδική. Στις 8 Ιανουαρίου 1950 συνελήφθη στο χωριό του Μεγάλη Παναγιά και εκτελέστηκε, χωρίς δίκη , έξι μέρες μετά. Ο Φοίβος Νεόκοσμος Γρηγοριάδης στο βιβλίο του «Ιστορία του Εμφυλίου Πολέμου 1945-1949 (Το δεύτερο αντάρτικο) αναφέρει: «Το εναντίον του πάθος εξακολούθησε και μετά τον θάνατό του. Αφού τον έθαψαν έξω από το χωριό, τον ξέθαψαν ύστερα από τρεις ημέρες για να τον "εκθέσουν" και να πεισθούν όλοι οι συγχωριανοί του ότι δεν ζούσε πιά»
Το 1949 στα τεύχη του περιοδικού «Αγιορειτική Βιβλιοθήκη» δημοσιεύτηκαν αφηγήσεις μοναχών για τις μάχες του ΔΣΕ και της Χωροφυλακής στην περιοχή του Άθω.
Πρόκειται για περιγραφές επηρεασμένες από το κλίμα του Εμφυλίου Πολέμου με έντονο τον αντικομμουνισμό και την δαιμονοποίηση των μαχητών του ΔΣΕ, παρά το γεγονός ότι κανένα από αυτούς δεν πείραξαν. Ωστόσο δεν παύουν να είναι χρήσιμες για την ιστορική έρευνα εκείνων των τραγικών στιγμών.
Μια χαρακτηριστική περιγραφή υπέγραφε ο μοναχός Σάββας Φιλοθεάτης:
«Κατά τας αρχάς Οκτωβρίου, συμμορία πολυμελής, έως 400, έχοντες μεθ’ εαυτών και γυναίκας συμμορίτισσας εισέβαλον εις το Άγιον Όρος, φέροντες συνάμα μεθ’ εαυτών πάμπολλα φορτηγά ζώα, διαρπάσσαντες δε και εξ Αγίου Όρους πολλά διεχύθησαν εις διαρπαγήν. Επικρατήσαντες επί 36 ώρας από της ι. Μονής Βατοπεδίου έως την Μορφωνού ελήστευσαν κατ’ αρχάς όλα τα παντοπωλεία των Καρυών. Επί εξ ώρας προς τρομοκράτησιν επυροβόλουν το διοικητήριον και την αστυνομίαν. Η δε μικρά δύναμις χωροφυλάκων φονεύσασα δύο συμμορίτας και τραυματίσασα πολλούς εξ αυτών, οίτινες ορμήσαντες επειράθησαν να πυρπολήσουν το Διοικητήριον χύνοντες πετρέλαιον, ίνα συλλάβωσιν τον διοικητήν , αλλά διασκορπισθέντες έφυγον άπρακτοι πυροβοληθέντες υπό των χωροφυλάκων.
Εντός των Καρυών εφόρτωσαν περίπου 30 ζώα υλικόν εκ διαφόρων ειδών, άλευρα, έλαια, βακαλάον, πανικά, υποδήματα (όσα ευρέθησαν εντός υποδηματοποιείου) και άλλα τρόφιμα φαγώσιμα, άτινα υπό της βίας της φυγής διεσκορπίζοντο εντός του δημοσίου δρόμου (…) Εις το τέλος του αυτού μηνός συμμορία αποτελουμένη από 50 περίπου άτομα εισήλθεν εις την ι. Μονήν του Καρακάλλου και έλαβεν 7 ζώα άτινα εφόρτωσεν άλευρα, έλαια, όσπρια και άλλα τρόφιμα και δύο ζώα αγωγιατών. Η αυτή συμμορία διελθούσα κατά ημίσειαν ώραν της νυκτός εκ της ι. Μονής Φιλοθέου έλαβεν εξ αυτής έναν ίππον , δύο ημιόνους αγωγιατών , 40 οκάδας φασόλια , δύο δοχεία με έλαιον, αφήρεσαν δε και από ένα μοναχόν τα υποδήματά του…».
Ο ιερομόναχος Δανιήλ Δανιηλίδης μίλησε για ολιγωρία των υπευθύνων του Στρατού και της Χωροφυλακής στην είσοδο του ΔΣΕ τον Οκτώβριο του 1948:
«Επί τρεις ημέρας δράσσαντες δια του έργου της ληστρικής αυτών επιδρομής , αφ’ εσπέρας της Παρασκευής μέχρι της εσπέρας της Κυριακής, ουδεμία ελήφθη πρόνοια αντιστάσεως παρά της κυβερνήσεως , όπως προληφθή η σύλληψις αυτών. Και ενώ ο ασύρματος της αστυνομίας των Καρυών αμέσως ειδοποίησεν εκείνην την νύκτα της Παρασκευής, δυστυχώς ουδεμία ελήφθη δραστήριος φροντίς, όπως προλάβουν την μετ’ ελευθερίας απόδρασιν των ληστοσυμμοριτών, μετά τοσούτων φορτωμένων ζώων…».
Όπως σημειώνεται και πιο πάνω στόχος των επιχειρήσεων του ΔΣΕ στο Άγιον Όρος ήταν αποκλειστικά επιμελητηριακός ( προμήθεια , τροφίμων, ρουχισμού κ.λπ.) καθώς και η στρατολόγηση από τους λαϊκούς εργάτες. Γι’ αυτό και στόχος τους δεν ήταν η εξόντωση της φρουράς, που θα οδηγούσε και σε απώλειες, αλλά ο περιορισμός της μέσα στους χώρους στρατωνισμού της, έτσι ώστε οι αντάρτες να συγκεντρώσουν ανενόχλητοι τα αναγκαία είδη που ήθελαν. Από την άλλη πλευρά οι χωροφύλακες περιορίστηκαν στα κτίρια τους και απέφυγαν να βγουν από αυτά ξέροντας ότι σε μια κατά μέτωπον μάχη με τους αντάρτες αυτοί θα ήταν σίγουρα οι ηττημένοι. Με την ίδια λογική κινήθηκαν και οι υπεύθυνοι των στρατιωτικών δυνάμεων εκτός του Αγίου Όρους. Αντί να εμπλακούν σε μάχες στο έδαφος με τους αποφασισμένους και εμπειροπόλεμους αντάρτες προτίμησαν να τους χτυπήσουν με τα αεροπλάνα.
Από τις περιγραφές δεν λείπουν και οι αναφορές σε θαύματα της Παναγίας, η οποία σύμφωνα με τους μοναχούς αυτούς έσωσε το Άγιον Όρος από τους άθεους κομμουνιστές.
Ανάλογες αναφορές γίνονται και για την «παρέμβαση» αγίων. Άλλωστε εκείνη την εποχή ήταν συνηθισμένο φαινόμενο να αποδίδονται νίκες του τακτικού Στρατού σε εξ ουρανού παρεμβάσεις. Ήταν ένα απαραίτητο στοιχείο της επίσημης προπαγάνδας.
Διάφοροι αγύρτες, «οραματιστές» και «οραματίστριες» εμφανίζονται μιλώντας για εμφάνιση της Παναγίας και των αγίων που «σκέπουν» τον εθνικό Στρατό και αμέσως κατακτούν τις πρώτες σελίδες πολλών εφημερίδων.
Στην Αθήνα του 1948 χιλιάδες πιστοί που εκστασιάζονται μπροστά σε τζάμια καταστημάτων κεντρικών οδών ακόμη και σπιτιών, στα οποία, όπως πιστεύουν, σχηματίζονται εικόνες αγίων, και εφημερίδες όπως η «Καθημερινή» κάνουν λόγο για φαινόμενα «ομαδικής παράκρουσης».
Από όλη αυτή την ιστορία δεν θα μπορούσαν να λείπουν και οι καλόγεροι του Αγίου Όρους. Στην «Αγιορειτική Βιβλιοθήκη» ο μοναχός Σάββας Φιλοθεάτης περιέγραψε την «θαυματουργική παρέμβαση» του Αγίου Γεωργίου: « Ότε περιεκύκλωσαν οι συμμορίται το Ζωγρααφίτικον κονάκι και έβαλον κατ’ αυτού δια πυρός καταναγκάζοντες την ολίγηνδύναμιν χωροφυλάκων όπως παραδοθή , είς εκ των συμμοριτών πυροβολήσας κατά της εικόνος του Αγίου Γεωργίου, ήτις ήτο ανηρτημένη άνωθεν της εξωθύρας, το μεν τζάμι της εικόνος έσπασεν, η δε εικών του αγίου έμεινεν αβλαβής, αλλ’ ούτε και το βλήμα ευρέθη»…
***
Bασική βιβλιογραφία
1.Δημητρίου Γ. Τσάμη «Άγιον Όρος- Προσέγγιση στην πρόσφατη ιστορία του», Θεσσαλονίκη ( Φωτοσύνθεση- Εκτύπωση- Βιβλιοδεσία «Βιβλιοδετική Μέλισσα». Η πιο ολοκληρωμένη μελέτη για το Άγιον Όρος στα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου από τον καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης που διετέλεσε και πολιτικός διοικητής του Αγίου Όρους. Στο βιβλίο δημοσιεύονται πολλά σημαντικά έγγραφα της εποχής μαζί με πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
2.Αρχιμανδρίτου Γαβριήλ Διονυσιάτου «Αγιορείτικη Ιστορία 55 ετών», Επετηρίς Αθωνιάδος Σχολής , 1966.
3.Γιώργου Ν. Καραγιάννη « Η Εκκλησία από την Κατοχή στον Εμφύλιο , εκδόσεις « Προσκήνιο- Άγγελος Σιδεράτος», Αθήνα.
4.Α. Δασκαλάκη «Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής 1946-1950, τ.2.
5.Γενικό Επιτελείο Στρατού-Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού «Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου ( 1944-1949), τ. 6ος, Αθήνα 1998.
6.Γιώργου Μαργαρίτη «Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου 1946-1949», τ.2ος, εκδόσεις Βιβλιόραμα, Αθήνα 2001.
7.Φοίβου Νεόκοσμου Γρηγοριάδη « Ιστορία του Εμφυλίου Πολέμου ( το δεύτερο Αντάρτικο)», τ. 4ος, εκδόσεις Καμ. Χρ. Καμαρινόπουλος, Αθήνα.
8.«Αγιορειτική Βιβλιοθήκη» περιοδική έκδοση εκείνων των χρόνων που εξέδιδαν μοναχοί. Τα λίγα σωζόμενα τεύχη της υπάρχουν στη βιβλιοθήκη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος ( Ιασίου 1, Κολωνάκι).
9.«Δράσις της Χωροφυλακής κατά την περίοδο 1941-1950». Έκδοση του αρχηγείου Χωροφυλακής, Αθήνα 1962.
Πηγή: "Ημεροδρόμος"
Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας και την αποχώρηση από το Άγιον Όρος των εκπροσώπων του ΕΑΜ και της δύναμης της Εθνικής Πολιτοφυλακής, επέστρεψαν οι άνδρες της Χωροφυλακής. Το πρώτο τμήμα έφθασε στις Καρυές στις 27 Απριλίου 1945 και έως το 1946 η δύναμή του έφθασε τους 36 αξιωματικούς και χωροφύλακες.
Η κυβέρνηση των Αθηνών απέφυγε να εγκαταστήσει δυνάμεις του τακτικού Στρατού λόγω των διεθνών συνθηκών που χαρακτηρίζουν τη μοναστική Πολιτεία αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη.
Η εγκατάσταση του Στρατού στον Άθω θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρά ζητήματα και παραστάσεις διαμαρτυρίας στον ΟΗΕ από τις Εκκλησίες της Ρωσίας, της Βουλγαρίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Ρουμανίας καθώς και από τις κυβερνήσεις των χωρών αυτών. Έτσι το βάρος της αντιμετώπισης μιας ενδεχόμενης επιχείρησης του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας επωμίσθηκαν οι άνδρες της Χωροφυλακής.
Στην περιοχή της Χαλκιδικής δρούσε η 20η Ταξιαρχία του ΔΣΕ που υπάγονταν στην 6η Μεραρχία Κεντρικής Μακεδονίας διοικητής της οποίας ήταν ο Γιώργης Ερυθριάδης ( Πετρής, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, πέθανε κρατούμενος στο νοσοκομείο των φυλακών Χανίων – ουσιαστικά εξοντώθηκε- τον Ιανουάριο του 1963).
Η 20η Ταξιαρχία έδρασε σε μια ευρύτατη περιοχή από το Άγιον Όρος, τη Χαλικιδική, τα Κερδύλια και τη Νιγρίτα μέχρι και τα Κρούσια του Κιλκίς.
Διοικητής της ήταν ο Γιάννης Βασιλειάδης και πολιτικός επίτροπος ο Λάκης Ζαχαριάδης. Στα τρία τάγματά της που δρούσαν στα Κερδύλια, τα Κρούσια και τη Χαλκιδική διοικητές διετέλεσαν οι Κώστας Παπαγεωργίου, Νίκος Αμπελάς (τον συναντήσαμε στο Άγιον Όρος στους λίγους μήνες της παρουσίας εκεί του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ ), Κόλιας Νικητίδης, Οδυσσέας Παλληκαρίδης, Γιάννης Αυγητίδης κ.α.
Επιχειρήσεις μόνο για εξεύρεση τροφίμων
Σε όλες τις επιχειρήσεις τους στο Άγιον Όρος οι μαχητές του ΔΣΕ δεν είχαν σκοπό την κατάκτηση μιας εδαφικής περιοχής και την εγκατάστασή τους εκεί αλλά την εξουδετέρωση των δυνάμεων της Χωροφυλακής ώστε να συγκεντρώσουν τρόφιμα καθώς και να προχωρήσουν στην αναγκαστική στρατολόγηση πολλών λαϊκών εργατών που ζούσαν γύρω από τα μοναστήρια.
Η πρώτη σοβαρή διείσδυση στον Άθω έγινε στις 23 Απριλίου 1947, από 42 μαχητές και μαχήτριες του ΔΣΕ με επικεφαλής τον Κώστα Παπαγεωργίου (Παπαγιώργη). Απομόνωσαν τους χωροφύλακες του σταθμού της Δάφνης και κατέλαβαν το τελωνείο και το ταχυδρομείο.
Το μεσημέρι της επόμενης μέρας, αφού συγκέντρωσαν τρόφιμα, είδη ένδυσης και υγειονομικό υλικό επέταξαν το πετρελαιοκίνητο «Άγιος Νικόλαος και προσπάθησαν να περάσουν στην Αρκούδα της Χαλκιδικής. Καταδιώχθηκαν όμως από χωροφύλακες και υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν μέρος των εφοδίων που είχαν συγκεντρώσει.
Σύμφωνα με τη Χωροφυλακή οι απώλειες του ΔΣΕ ήταν δύο νεκροί και δύο τραυματίες. Αντίθετα μαχητές της ομάδας Παπαγεωργίου σε μεταγενέστερες αφηγήσεις τους βεβαίωναν ότι δεν είχαν απώλειες.
Στις 22 Απριλίου 1948 τμήματα του ΔΣΕ εμφανίστηκαν στο «σέρβικο» μοναστήρι του Χιλανδαρίου και στη 5 Αυγούστου στη μονή Εσφιγμένου.
Μάχη στις Καρυές
Τον Οκτώβριο του 1948, παραμονή της γιορτής του Αγίου Διονυσίου, έγινε η μεγαλύτερη μάχη στο Άγιον Όρος στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Τετρακόσιοι άνδρες και γυναίκες του ΔΣΕ περικύκλωσαν τις Καρυές. Κύριοι στόχοι τους ήταν το διοικητήριο μέσα στο οποίο βρισκόταν ο πολιτικός διοικητής Π. Παναγιωτάκος και το κτίριο της υποδιεύθυνσης Χωροφυλακής. Στόχος τους ήταν η συγκέντρωση τροφίμων και η μεταφορά τους στον Κάκαβο όπου βρισκόταν η κύρια δύναμη της 6ης Μεραρχίας του ΔΣΕ. Σύμφωνα με τη Χωροφυλακή στις συγκρούσεις τραυματίστηκε ένας χωροφύλακας , ενώ από τους μαχητές του ΔΣΕ σκοτώθηκαν δύο και τραυματίστηκαν πέντε , ανάμεσά τους και ο Κώστας Παπαγεωργίου.
Οι μαχητές και οι μαχήτριες του ΔΣΕ έμειναν στις Καρυές 36 ώρες. Τροφές πήραν από τις μονές Βατοπεδίου και Ιβήρων, καθώς και από κελιά της περιοχής.Ακόμη έκαναν αναγκαστική στρατολόγηση πολλών λαικών εργατών.
Κατά την υποχώρησή τους από την χερσόνησο του Άθω δέχθηκαν επίθεση από αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας και από πλοία του Πολεμικού Ναυτικού, με αποτέλεσμα να υποστούν μεγάλες απώλειες και να χάσουν σημαντικές ποσότητες από τα τρόφιμα που μετέφεραν. Επίσης πολλά τρόφιμα βρέθηκαν σε κρύπτες όπου τα είχαν φυλάξει οι αντάρτες. Στην «Καθημερινή» της 20ης Οκτωβρίου 1948 δημοσιεύτηκε η παρακάτω είδηση, γραμμένη στη γλώσσα της εποχής: «Κατά την εξερεύνησιν της περιοχής νοτίως του ακρωτηρίου Αράπης του Άθω ανευρέθησαν 2000 οκάδες ελαίου και 400 οκάδες σάπωνος κεκρυμμέναι υπό των συμμοριτών εις την άμμον. Τα ανευρεθέντα είδη θα διανεμηθούν εις τον πληθυσμόν».
Οκτώ ημέρες μετά στις 28 Οκτωβρίου μια άλλη είδηση που δημοσιεύεται στην ίδια εφημερίδα αναφέρεται στις απώλειες του ΔΣΕ: « Κατά τηλεγράφημα εκ Πολυγύρου Χαλκιδικής εις Άγιον Νικόλαον ανευρέθη υπο των εθνικών δυνάμεων πρόσφατος ομαδικός τάφος συμμοριτών. Καθ’ ομολογίαν του παραδοθέντος Αλεξάνδρου Καραμπάστου του συγκροτήματος Παπαγεωργίου, πρόκειται περί φονευθέντων συμμοριτών του συγκροτήματος τούτου, το οποίον κατά τας τελευταίας συμπλοκάς υπέστη μεγάλη πανωλεθρία άνευ προηγουμένου».
Μια αντάρτισσα θυμάται
Σε ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα « Τα Νέα» στις 23 Σεπτεμβρίου 1999, η Ευγενία Πέγιου, 18 χρονών εκείνη την εποχή, μία από τα λίγα διασωθέντα μέλη του τμήματος του Κώστα Παπαγεωργίου μίλησε για τις μέρες εκείνες και για το πώς ένοιωσε μπαίνοντας στο Άγιον Όρος παραβιάζοντας κι αυτή μαζί με άλλες αντάρτισσες το άβατον της μοναστικής Πολιτείας:
«Ξεκινήσαμε νύχτα. Έβρεχε. Θέλαμε τρόφιμα και ο μόνος χώρος, όπως έλεγαν οι παλιότεροι ήταν τα μοναστήρια. Είχαν τα πάντα. Πεινούσαμε και υποφέραμε. Οι απλοί άνθρωποι δεν μπορούσαν να μας δώσουν ούτε ψωμί. Περάσαμε μέσα από δάσος. Η πορεία ήταν μαρτύριο. Εμείς κινηθήκαμε προς τη μονή Ιβήρων. Ένιωθα ότι θα έπεφτα κάτω. Τρώγαμε κάστανα και αυτό μας στήριζε. Σκεφτόμουν ότι έκανα μεγάλη αμαρτία. Οι δικοί μου ήταν θεοσεβούμενοι. Ο πατέρας μου δούλευε στο Άγιον Όρος. Είναι αλήθεια ότι φοβήθηκα, όπως φοβόμουν και μετά, μήπως μου συμβεί κάτι κακό. Άκουγες τότε τόσα πολλά.
Για τιμωρίες της Παναγίας, για θαύματα και όλα αυτά με επηρέαζαν (…)
Είχα ακούσει ότι απαγορεύονταν να μπούνε γυναίκες στο Άγιον Όρος. Η διμοιρία μου έφτασε στη μονή Ιβήρων. Οι καλόγεροι δεν άνοιγαν την πόρτα. Εγώ δεν πυροβολούσα. Δεν κυκλοφορούσε κανείς. Τότε θυμάμαι ένας αντάρτης, Αλβανό τον φώναζαν, πήδηξε πάνω από την πόρτα και την άνοιξε. Εγώ δεν μπήκα μέσα. Περίμενα με το όπλο στο χέρι. Ήμουν μόνη. Πρέπει να ήταν και άλλες γυναίκες εκεί κοντά…».
Η Ευγενία Πέγιου έμεινε δύο μέρες στο μοναστήρι. Άλλοτε για να διώξει το φόβο της τραγουδούσε « Πολεμάμε, τραγουδάμε, τους φασίστες κυνηγάμε». Καμιά φορά έκανε και το σταυρό της:
«Έγινε ότι έγινε, όμως πρέπει να πω ότι κανένας αντάρτης δεν προκάλεσε την παραμικρή ζημιά στα μοναστήρια. Είχαμε ανάγκη από τρόφιμα και ρούχα. Μέρες ζούσαμε τρώγοντας κάστανα. Εγώ φορούσα κάτι παπούτσια μεγαλύτερα από το νούμερό μου. Στις Καρυές γίνονταν μάχες με τους χωροφύλακες. Οι μοναχοί είχαν κρυφτεί. Δεν κυκλοφορούσε κανείς. Είχαν φοβηθεί…».
Στην επιστροφή η φάλαγγα του ΔΣΕ χτυπήθηκε από αεροπλάνα της Πολεμικής Αεροπορίας. Η Πέγιου θυμάται:
«Αφού οι αντάρτες πήραν ότι πήραν, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Καθήσαμε σε ένα ξέφωτο στο Γομάτι. Μας εντόπισαν τα αεροπλάνα. Εκεί κοντά στα Νέα Ρόδα άρχισαν να μας κτυπούν. Θυμάμαι μια νέα κοπέλα. Πόντια ήταν, που είχε τραυματιστεί . Την μετέφεραν μέσα από ένα μονοπάτι στο βουνό. Στο δρόμο όλο φώναζε ‘ ωχ μανούλα μου λελέβω’. Κάποια στιγμή πέθανε…».
Η τελευταία μάχη
Τέλη Οκτωβρίου- αρχές Νοεμβρίου αντάρτες εμφανίστηκαν στις μονές Καρακάλλου, Φιλοθέου και Εσφιγμένου. Στις 17.11.1948 έδωσαν μάχη με άνδρες της Χωροφυλακής στο μονή Ζωγράφου και την 1η Δεκεμβρίου πήραν ζώα και τρόφιμα από κελί Πατερίτσα, πάνω από τις Καρυές.
Η δύναμη της Χωροφυλακής που έφθασε τους 160 αξιωματικούς και οπλίτες ενισχυμένη από 40 ένοπλους πολίτες και τρία μεταβατικά αποσπάσματα, πέτυχε να εκκαθαρίσει την περιοχή, ενώ παράλληλα τμήματα Στρατού οχύρωσαν το στενό του Ξέρξη. Έτσι, στις 10 Ιουνίου 1949 όταν 150 αντάρτες υπό τον Παπαγεωργίου προσπάθησαν να μπουν πάλι στο Άγιον Όρος αποκρούσθηκαν. Ήταν η τελευταία μάχη του Εμφυλίου Πολέμου στην περιοχή του Άθω.
Ο Παπαγεωργίου, πρώην έφεδρος αξιωματικός του τακτικού Στρατού, που πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο και πήρε μέρος στη μάχη του Ελ Αλαμέιν, ήταν πρόσωπο μυθικό για τους κατοίκους της περιοχής. Ένας τύπος «Ρομπέν των Δασών» για τον οποίο μιλούν ακόμη και σήμερα στα χωριά της Χαλκιδικής.
Μετά τον τερματισμό των μαχών στο Γράμμο και την υποχώρηση του ΔΣΕ στην Αλβανία, παρέμεινε στη Χαλκιδική. Στις 8 Ιανουαρίου 1950 συνελήφθη στο χωριό του Μεγάλη Παναγιά και εκτελέστηκε, χωρίς δίκη , έξι μέρες μετά. Ο Φοίβος Νεόκοσμος Γρηγοριάδης στο βιβλίο του «Ιστορία του Εμφυλίου Πολέμου 1945-1949 (Το δεύτερο αντάρτικο) αναφέρει: «Το εναντίον του πάθος εξακολούθησε και μετά τον θάνατό του. Αφού τον έθαψαν έξω από το χωριό, τον ξέθαψαν ύστερα από τρεις ημέρες για να τον "εκθέσουν" και να πεισθούν όλοι οι συγχωριανοί του ότι δεν ζούσε πιά»
Οι περιγραφές των μοναχών
Το 1949 στα τεύχη του περιοδικού «Αγιορειτική Βιβλιοθήκη» δημοσιεύτηκαν αφηγήσεις μοναχών για τις μάχες του ΔΣΕ και της Χωροφυλακής στην περιοχή του Άθω.
Πρόκειται για περιγραφές επηρεασμένες από το κλίμα του Εμφυλίου Πολέμου με έντονο τον αντικομμουνισμό και την δαιμονοποίηση των μαχητών του ΔΣΕ, παρά το γεγονός ότι κανένα από αυτούς δεν πείραξαν. Ωστόσο δεν παύουν να είναι χρήσιμες για την ιστορική έρευνα εκείνων των τραγικών στιγμών.
Μια χαρακτηριστική περιγραφή υπέγραφε ο μοναχός Σάββας Φιλοθεάτης:
«Κατά τας αρχάς Οκτωβρίου, συμμορία πολυμελής, έως 400, έχοντες μεθ’ εαυτών και γυναίκας συμμορίτισσας εισέβαλον εις το Άγιον Όρος, φέροντες συνάμα μεθ’ εαυτών πάμπολλα φορτηγά ζώα, διαρπάσσαντες δε και εξ Αγίου Όρους πολλά διεχύθησαν εις διαρπαγήν. Επικρατήσαντες επί 36 ώρας από της ι. Μονής Βατοπεδίου έως την Μορφωνού ελήστευσαν κατ’ αρχάς όλα τα παντοπωλεία των Καρυών. Επί εξ ώρας προς τρομοκράτησιν επυροβόλουν το διοικητήριον και την αστυνομίαν. Η δε μικρά δύναμις χωροφυλάκων φονεύσασα δύο συμμορίτας και τραυματίσασα πολλούς εξ αυτών, οίτινες ορμήσαντες επειράθησαν να πυρπολήσουν το Διοικητήριον χύνοντες πετρέλαιον, ίνα συλλάβωσιν τον διοικητήν , αλλά διασκορπισθέντες έφυγον άπρακτοι πυροβοληθέντες υπό των χωροφυλάκων.
Εντός των Καρυών εφόρτωσαν περίπου 30 ζώα υλικόν εκ διαφόρων ειδών, άλευρα, έλαια, βακαλάον, πανικά, υποδήματα (όσα ευρέθησαν εντός υποδηματοποιείου) και άλλα τρόφιμα φαγώσιμα, άτινα υπό της βίας της φυγής διεσκορπίζοντο εντός του δημοσίου δρόμου (…) Εις το τέλος του αυτού μηνός συμμορία αποτελουμένη από 50 περίπου άτομα εισήλθεν εις την ι. Μονήν του Καρακάλλου και έλαβεν 7 ζώα άτινα εφόρτωσεν άλευρα, έλαια, όσπρια και άλλα τρόφιμα και δύο ζώα αγωγιατών. Η αυτή συμμορία διελθούσα κατά ημίσειαν ώραν της νυκτός εκ της ι. Μονής Φιλοθέου έλαβεν εξ αυτής έναν ίππον , δύο ημιόνους αγωγιατών , 40 οκάδας φασόλια , δύο δοχεία με έλαιον, αφήρεσαν δε και από ένα μοναχόν τα υποδήματά του…».
Ο ιερομόναχος Δανιήλ Δανιηλίδης μίλησε για ολιγωρία των υπευθύνων του Στρατού και της Χωροφυλακής στην είσοδο του ΔΣΕ τον Οκτώβριο του 1948:
«Επί τρεις ημέρας δράσσαντες δια του έργου της ληστρικής αυτών επιδρομής , αφ’ εσπέρας της Παρασκευής μέχρι της εσπέρας της Κυριακής, ουδεμία ελήφθη πρόνοια αντιστάσεως παρά της κυβερνήσεως , όπως προληφθή η σύλληψις αυτών. Και ενώ ο ασύρματος της αστυνομίας των Καρυών αμέσως ειδοποίησεν εκείνην την νύκτα της Παρασκευής, δυστυχώς ουδεμία ελήφθη δραστήριος φροντίς, όπως προλάβουν την μετ’ ελευθερίας απόδρασιν των ληστοσυμμοριτών, μετά τοσούτων φορτωμένων ζώων…».
Όπως σημειώνεται και πιο πάνω στόχος των επιχειρήσεων του ΔΣΕ στο Άγιον Όρος ήταν αποκλειστικά επιμελητηριακός ( προμήθεια , τροφίμων, ρουχισμού κ.λπ.) καθώς και η στρατολόγηση από τους λαϊκούς εργάτες. Γι’ αυτό και στόχος τους δεν ήταν η εξόντωση της φρουράς, που θα οδηγούσε και σε απώλειες, αλλά ο περιορισμός της μέσα στους χώρους στρατωνισμού της, έτσι ώστε οι αντάρτες να συγκεντρώσουν ανενόχλητοι τα αναγκαία είδη που ήθελαν. Από την άλλη πλευρά οι χωροφύλακες περιορίστηκαν στα κτίρια τους και απέφυγαν να βγουν από αυτά ξέροντας ότι σε μια κατά μέτωπον μάχη με τους αντάρτες αυτοί θα ήταν σίγουρα οι ηττημένοι. Με την ίδια λογική κινήθηκαν και οι υπεύθυνοι των στρατιωτικών δυνάμεων εκτός του Αγίου Όρους. Αντί να εμπλακούν σε μάχες στο έδαφος με τους αποφασισμένους και εμπειροπόλεμους αντάρτες προτίμησαν να τους χτυπήσουν με τα αεροπλάνα.
Και τα απαραίτητα… «θαύματα»!
Από τις περιγραφές δεν λείπουν και οι αναφορές σε θαύματα της Παναγίας, η οποία σύμφωνα με τους μοναχούς αυτούς έσωσε το Άγιον Όρος από τους άθεους κομμουνιστές.
Ανάλογες αναφορές γίνονται και για την «παρέμβαση» αγίων. Άλλωστε εκείνη την εποχή ήταν συνηθισμένο φαινόμενο να αποδίδονται νίκες του τακτικού Στρατού σε εξ ουρανού παρεμβάσεις. Ήταν ένα απαραίτητο στοιχείο της επίσημης προπαγάνδας.
Διάφοροι αγύρτες, «οραματιστές» και «οραματίστριες» εμφανίζονται μιλώντας για εμφάνιση της Παναγίας και των αγίων που «σκέπουν» τον εθνικό Στρατό και αμέσως κατακτούν τις πρώτες σελίδες πολλών εφημερίδων.
Στην Αθήνα του 1948 χιλιάδες πιστοί που εκστασιάζονται μπροστά σε τζάμια καταστημάτων κεντρικών οδών ακόμη και σπιτιών, στα οποία, όπως πιστεύουν, σχηματίζονται εικόνες αγίων, και εφημερίδες όπως η «Καθημερινή» κάνουν λόγο για φαινόμενα «ομαδικής παράκρουσης».
Από όλη αυτή την ιστορία δεν θα μπορούσαν να λείπουν και οι καλόγεροι του Αγίου Όρους. Στην «Αγιορειτική Βιβλιοθήκη» ο μοναχός Σάββας Φιλοθεάτης περιέγραψε την «θαυματουργική παρέμβαση» του Αγίου Γεωργίου: « Ότε περιεκύκλωσαν οι συμμορίται το Ζωγρααφίτικον κονάκι και έβαλον κατ’ αυτού δια πυρός καταναγκάζοντες την ολίγηνδύναμιν χωροφυλάκων όπως παραδοθή , είς εκ των συμμοριτών πυροβολήσας κατά της εικόνος του Αγίου Γεωργίου, ήτις ήτο ανηρτημένη άνωθεν της εξωθύρας, το μεν τζάμι της εικόνος έσπασεν, η δε εικών του αγίου έμεινεν αβλαβής, αλλ’ ούτε και το βλήμα ευρέθη»…
***
Bασική βιβλιογραφία
1.Δημητρίου Γ. Τσάμη «Άγιον Όρος- Προσέγγιση στην πρόσφατη ιστορία του», Θεσσαλονίκη ( Φωτοσύνθεση- Εκτύπωση- Βιβλιοδεσία «Βιβλιοδετική Μέλισσα». Η πιο ολοκληρωμένη μελέτη για το Άγιον Όρος στα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου από τον καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης που διετέλεσε και πολιτικός διοικητής του Αγίου Όρους. Στο βιβλίο δημοσιεύονται πολλά σημαντικά έγγραφα της εποχής μαζί με πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
2.Αρχιμανδρίτου Γαβριήλ Διονυσιάτου «Αγιορείτικη Ιστορία 55 ετών», Επετηρίς Αθωνιάδος Σχολής , 1966.
3.Γιώργου Ν. Καραγιάννη « Η Εκκλησία από την Κατοχή στον Εμφύλιο , εκδόσεις « Προσκήνιο- Άγγελος Σιδεράτος», Αθήνα.
4.Α. Δασκαλάκη «Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής 1946-1950, τ.2.
5.Γενικό Επιτελείο Στρατού-Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού «Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου ( 1944-1949), τ. 6ος, Αθήνα 1998.
6.Γιώργου Μαργαρίτη «Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου 1946-1949», τ.2ος, εκδόσεις Βιβλιόραμα, Αθήνα 2001.
7.Φοίβου Νεόκοσμου Γρηγοριάδη « Ιστορία του Εμφυλίου Πολέμου ( το δεύτερο Αντάρτικο)», τ. 4ος, εκδόσεις Καμ. Χρ. Καμαρινόπουλος, Αθήνα.
8.«Αγιορειτική Βιβλιοθήκη» περιοδική έκδοση εκείνων των χρόνων που εξέδιδαν μοναχοί. Τα λίγα σωζόμενα τεύχη της υπάρχουν στη βιβλιοθήκη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος ( Ιασίου 1, Κολωνάκι).
9.«Δράσις της Χωροφυλακής κατά την περίοδο 1941-1950». Έκδοση του αρχηγείου Χωροφυλακής, Αθήνα 1962.
Πηγή: "Ημεροδρόμος"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου