Πηγή: Παναγιώτης Μαυρέλης, ιστορικός – Hotdochistory
Πιστός κομμουνιστής από τα 15 του, πρωταγωνίστησε στην Αντίσταση και στον Εμφύλιο και έζησε όλες τις εσωκομματικές διακυμάνσεις. Ανέλαβε την ηγεσία του ΚΚΕ από το 1972 και το ανέδειξε σε κεντρικό παράγοντα της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας κερδίζοντας τη γενική αναγνώριση.
Μια ζωή σαν ταινία. Λίγοι Ελληνες έζησαν τόσο έντονα την πρόσφατη ιστορία μας όσο ο Χαρίλαος Φλωράκης. Από το απόγειο της Αντίστασης στο ναδίρ της ήττας του 1949, στην προσφυγιά, την παράνομη επιστροφή στην Ελλάδα το 1954 και στις αλλεπάλληλες φυλακίσεις και εξορίες. Διαφεύγει το 1972 και ξαναεπιστρέφει το ’74 ως γραμματέας του ΚΚΕ, δίνοντας του νέα πνοή.
O Χαρίλαος Φλωράκης γεννήθηκε στο χωριό Παλιοζογλώπι των θεσσαλικών Αγράφων σας 20 Ιουλίου 1914 και ήταν το τέταρτο παιδί του Ιωάννη Φλωράκη και της Στυλιανής Λιανού. Το 1924 μετακομίζει με την οικογένεια του στην Καρδίτσα. Εκεί έρχεται σε επαφή με τις σοσιαλιστικές ιδέες και το 1929 ως μαθητής εντάσσεται στην ΟΚΝΕ.
Το 1933 η οικογένεια Φλωράκη μετακομίζει στην Αθήνα και ο Χαρίλαος εισάγεται στη Σχολή Τηλεγραφητών. Στα 20 χρόνια του διορίζεται τηλεγραφητής στα ΤΤΤ (Ταχυδρομεία, Τηλεγραφία, Τηλεφωνία) στις Σέρρες και αργότερα στη Θεσσαλονίκη, όπου αναπτύσσει έντονη συνδικαλιστική δράση. Επειτα από διάφορες μεταθέσεις στην επαρχία λόγω της συνδικαλιστικής δράσης του, στα τέλη του 1938 επιστρέφει στην Αθήνα, όπου και τον βρίσκει το ξέσπασμα του πολέμου. Κατά τη διάρκειά του υπηρετεί στη Διεύθυνση Μηχανικού Θεσσαλονίκης και παίρνει τον βαθμό του ανθυπολοχαγού.
Τον Ιούνιο του 1941 ο Φλωράκης γίνεται μέλος του ΚΚΕ, σε μια περίοδο όπου το κόμμα είναι αποδιοργανωμένο από τα χτυπήματα της δικτατορίας του Μεταξά. Ως μέλος του ΚΚΕ και του ΕΑΜ ο Φλωράκης αναπτύσσει πλούσια συνδικαλιστική δράση στα ΤΤΤ. Μάλιστα τον Απρίλιο του 1942 πρωτοστατεί στη μεγάλη απεργία των τριατατικών. Μετά την επιτυχημένη απεργία, ο Φλωράκης αναλαμβάνει γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης στα ΤΤΤ και τον Ιανουάριο του 1943 συλλαμβάνεται από την Ειδική Ασφάλεια.
Τον Μάρτιο του 1943 κατόπιν εντολής της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας ανεβαίνει στο βουνό, εντάσσεται στον ΕΛΑΣ και παίρνει το ψευδώνυμο Γιώτης. Στην αρχή εντάσσεται στο Αρχηγείο Αττικοβοιωτίας και το καλοκαίρι του 1943 στη Περιφερειακή Επιτροπή Φθιώτιδας-Φωκίδας-Ευρυτανίας, ως υπεύθυνος του εφεδρικού ΕΛΑΣ. Αργότερα γίνεται γραμματέας της Κομματικής Επιτροπής της 2ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ και αποκτά τον βαθμό του ταγματάρχη.1
Το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών βρίσκει τον Φλωράκη με τη Μεραρχία του στις παρυφές της Εκάλης. Λαμβάνει μέρος στις μάχες στους στρατώνες στο Γουδή, στη Σχολή | Χωροφυλακής, στην Καισαριανή και στην κατάληψη του ! αρχηγείου της RAF στο Κεφαλάρι. Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας επιστρέφει στην Αθήνα και αναλαμβάνει χρέη δεύτερου γραμματέα της Αχτίδας Δημοσίων Υπαλλήλων.
Τον Νοέμβριο του 1946 ο Στέργιος Αναστασιάδης, μέλος του Π.Γ του ΚΚΕ, δίνει εντολή στον Χαρίλαο Φλωράκη να βγει στο βουνό. Η πρώτη απόπειρα από τη μεριά της Πάρνηθας μαζί με εννέα συντρόφους του αποτυγχάνει. Τον Ιανουάριο του 1947 με πλοίο από τον Πειραιά φτάνει στον Βόλο. Από τον Βόλο στους Σοφάδες και από εκεί προς το Θραψίμι καταφέρνει να συναντήσει το Αρχηγείο Αγράφων-και να συνδεθεί με τον Γούσια (Γιώργο Βοντίτσο). Στα μέσα του ίδιου μήνα σχηματίζεται το Αρχηγείο Ρούμελης, στη διοίκηση του οποίου συμμετέχει μαζί με τους Γούσια, Τριανταφύλλου και Διαμαντή. Τον Απρίλη 1947 τοποθετείται επικεφαλής του Αρχηγείου Δυτικής Στερεάς, με το οποίο πραγματοποιεί διεισδύσεις στην περιοχή της ορεινής Ναυπακτίας και της Τριχωνίδας.
Η πρώτη μεγάλη επιχείρηση στην οποία έλαβε μέρος ο Γιώτης ήταν η μεταφορά του Γενικού Αρχηγείου από την Ευρυτανία στη Δυτική Μακεδονία, τον Αύγουστο του 1947. Μια αρκετά δύσκολη στρατιωτική επιχείρηση που απαιτούσε συνεχείς ελιγμούς ανάμεσα στα μπλόκα και τις ενέδρες του Εθνικού Στρατού.
Σχεδόν έναν μήνα αργότερα, στις 28 Σεπτεμβρίου 1947, το Αρχηγείο Δυτικής Στερεάς του Γιώτη μαζί με τα Αρχηγεία Ρούμελης και Θεσσαλίας παίρνουν εντολή από το Γενικό Αρχηγείο να συνοδεύσουν στην έδρα του τα μέλη της ΚΕ Γούσια και Ζωγράφο, για να συμμετάσχουν στην 3η Ολομέλεια και ταυτόχρονα να προστατεύσουν τη φάλαγγα περίπου 1.000 αόπλων που ανέβαιναν στον Γράμμο για να εκπαιδευτούν και να εξοπλιστούν.
Η ραγδαία εξάπλωση του αντάρτικου στη Ρούμελη γίνεται αμέσως εμφανής και το Πολιτικό Γραφείο έπειτα από εισήγηση του Γούσια τη χαιρετίζει: «Οι ηγέτες της Ρούμελης του Δ.Σ.Ε., ο αλησμόνητος συνταγματάρχης Ν. Τριανταφύλλου, οι σ. Διαμαντής, Γιώτης, Ερμής, Κρόνος κτλ κάτω από την καθοδήγηση του υποστράτηγου σ. Γούσια αποτέλεσαν το πρότυπο, στέκονται σαν παράδειγμα και υπόδειγμα για μίμηση». 2
Τον Απρίλιο του 1948 ο Γιώτης αναλαμβάνει διοικητής της 1ης Μεραρχίας του ΔΣΕ και προάγεται σε συνταγματάρχη.3
Ο τομέας δράσης της μεραρχίας του οριζόταν «ανατολικά από τον κάμπο των Τρικάλων, δυτικά από τον Ασπροπόταμο και τον ορεινό όγκο των Τζουμέρκων και βόρεια από τον οδικό άξονα Τρικάλων-Αρτας με τα περάσματα προς τον Γράμμο, Μέτσοβο-Κατάρα». 4
Από τον Μάιο έως τον Ιούλιο του 1948 πραγματοποιεί με τις δυνάμεις του διείσδυση στην Ηπειρο και επιθέσεις αντιπερισπασμού στα Καστανοχώρια και στο Ξεροβούνι, με κύριο στόχο να απασχολήσει τις κυβερνητικές δυνάμεις που επιχειρούσαν στο κύριο μέτωπο του Γράμμου. Στις μάχες αυτές ο Γιώτης τραυματίστηκε ελαφρά στο κεφάλι και το χέρι.
Μετά την εγκατάλειψη του Γράμμου τον Αύγουστο του 1948, ο ΔΣΕ βρέθηκε σε δυσμενή στρατηγική θέση, την οποία προσπάθησε να ανατρέψει τον χειμώνα του 1948-49 με επιθέσεις κατά του εχθρού σε διάφορα αστικά κέντρα. Στις συνθήκες αυτές ο Γιώτης, με άρθρο του στο περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός» τον Φεβρουάριο του 1949, προσπαθεί να περιγράφει τα καθήκοντα των τμημάτων του ΔΣΕ στη νότια Ελλάδα όπως διαμορφώνονταν από την ασφυκτική πίεση των κυβερνητικών δυνάμεων στο κύριο μέτωπο.
Λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία του προηγούμενου καλοκαιριού ο Γιώτης πρότεινε: «να αναπτύξουμε την ταχτική μας για πιο σοβαρή και πιο πετυχημένη δράση στα μετόπισθεν του εχθρού [...] ο εχθρός από την τακτική που χρησιμοποίησε [...] έχει απόλυτη ανάγκη από γερά οπωσδήποτε μετόπισθεν, θέλει σοβαρές βάσεις ανεφοδιασμού, δρόμους και μέσα ανεφοδιασμού [...] δίχως αυτά δεν είναι σε θέση ν’ ανοίξει ένα πόλεμο σαν το Γράμμο, Βίτσι...».5 Και με βάση την εμπειρία του 1948 κατέληγε πως πρέπει να αναπτυχθεί το δίκτυο πληροφοριών και το δίκτυο διαβιβάσεων και να γίνει «εκπαίδευση μαχητών σε σαμποταριστική δράση» αφού «κατά τη διάρκεια των μαχών στο Γράμμο δεν είχαμε ένα σοβαρό σαμποτάζ μέσα στις ίδιες στρατιωτικές βάσεις του εχθρού».6
Στο πλαίσιο αυτό οι δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού στη νότια Ελλάδα επιτέθηκαν σε μια σειρά αστικών κέντρων. Στις δύο μεγαλύτερες επιχειρήσεις έλαβαν μέρος οι δυνάμεις που διοικούσε ο Γιώτης. Στη μάχη της Καρδίτσας η 1η Μεραρχία συμμετείχε με την 192η και τη 138η Ταξιαρχία, έχοντας στη σύνθεσή της και τη Σχολή Αξιωματικών του ΚΓΑΝΕ. Στην επίθεση συμμετείχαν επίσης η 2η Μεραρχία του Διαμαντή μαζί με την Ταξιαρχία Ιππικού. Τον βόρειο τομέα της πόλης ανέλαβε η 1η Μεραρχία και τον νότιο η 2η Μεραρχία, ενώ για την κάλυψη της επίθεσης φρόντιζε η Ταξιαρχία Ιππικού.
Η επίθεση άρχισε στις 11 το βράδυ της 11ης Δεκεμβρίου και μέχρι τα ξημερώματα η διάταξη των αμυνόμενων είχε εξαρθρωθεί. Κατά τη διαδικασία της απαγκίστρωσης η κατάρρευση της επικοινωνίας μεταξύ της 1ης Μεραρχίας, της 2ης και της διοίκησης του ΚΓΑΝΕ είχε αποτέλεσμα ο Γιώτης και οι μαχητές του να μείνουν μόνοι τους μέσα στην πόλη και να κινδυνεύσουν με καταστροφή.
Λίγες εβδομάδες αργότερα ο Δημοκρατικός Στρατός επιτέθηκε στο Καρπενήσι. Η κατάληψή του αποτέλεσε το απόγειο της επιθετικής δραστηριότητας του ΔΣΕ το 1949 και την τελευταία μεγάλη επιτυχία του. Την επιχείρηση ανέλαβαν πάλι οι μεραρχίες του Γιώτη και του Διαμαντή, μαζί με δυνάμεις του Αρχηγείου του ΚΓΑΝΕ και της Σχολής Αξιωματικών. Η 1η Μεραρχία διέθεσε στη μάχη την 138η και την 192η Ταξιαρχία. Η συνολική δύναμη των επιτιθέμενων ήταν 2.800-2.900 μαχητές.
Παρά το γεγονός ότι η επίθεση στο Καρπενήσι ήταν αναμενόμενη, ο Δημοκρατικός Στρατός κατάφερε να αιφνιδιάσει τη φρουρά. Η προσέγγιση από τις δύσβατες διαδρομές του Τυμφρηστού και η επίθεση στη βορειοανατολική πλευρά της πόλης από την κοίτη του χειμάρρου Ξεριά επέτρεψαν τον τακτικό αιφνιδιασμό. Την 21η Ιανουάριου, έπειτα από μάχες μίας μέρας, οι δυνάμεις του ΔΣΕ θα διαρρήξουν την αμυντική διάταξη και θα καταλάβουν την πόλη, εγκαθιστώντας φρουραρχείο και νέες αρχές.
Τον Μάιο του 1949 ο Γιώτης σε άρθρο του στο περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός» με αφορμή την επιχείρηση στο Καρπενήσι, σημειώνει για την επιθετική τακτική του ΔΣΕ: «Στις προηγούμενες επιχειρήσεις αποδείχτηκε ότι η τολμηρή, αποφασιστική, γρήγορη διείσδυση προς το κέντρο της πόλης συγκλονίζει κυριολεκτικά τον εχθρό, τον αιφνιδιάζει και γενικά τον παραλύει [...] Η διείσδυση δίνει τη δυνατότητα να απομονώσεις και να εξουδετερώσεις τις εχθρικές αντιστάσεις, πιο εύκολα και με λίγες απώλειες γιατί βασικά είναι προσανατολισμένες προς τα έξω, αποφεύγεις να πέσεις στο σχέδιο πυράς της αντίστασης, μπορείς να την πλησιάσεις καλύτερα χρησιμοποιώντας σπίτια κλπ και το γεγονός ακόμα ότι απομονώνονται από το κέντρο έχει σημασία στην αντοχή της αντίστασης [...]. Η παραπάνω τακτική έχει ένα λεπτό σημείο που αν δεν προσεχθεί μπορεί να στοιχίσει σοβαρές ζημιές και την ίδια την επιχείρηση. Το σημείο αυτό είναι ότι πρέπει να εξασφαλίσεις τον διάδρομο της διείσδυσης πάση θυσία ανοιχτό και κάτω από τον απόλυτο έλεγχό σου».
Συγκεκριμένα για την κατάληψη του Καρπενησιού ο Γιώτης αναφέρει πως το πιο ασθενές σημείο της αμυντικής διάταξης από το οποίο επιχειρήθηκε η διείσδυση ήταν μεταξύ Ρόβια και Προφήτη Ηλία. «Το σημείο αυτό ήταν με την αραιότερη διάταξη, η διαμόρφωση του εδάφους σε κάλυπτε, ιδιαίτερα τη νύχτα, από τα διασταυρούμενα πυρά από Ρόβια και Προφ. Ηλία. Ακόμα από το σημείο αυτό ο εχθρός είχε κάποια επανάπαυση, γιατί στηρίζονταν στο αδιάβατο του Βελουχιού. Τα τμήματά μας, το αδιάβατο του Βελουχιού το χρησιμοποίησαν σαν το καλύτερο πλεονέχτημα για την ενέργειά τους...». 7
Τον Μάρτιο του 1949 ο Εθνικός Στρατός επεδίωκε την εκκαθάριση της νότιας Ελλάδας ενόψει των καλοκαιρινών επιχειρήσεων στον Γράμμο και στο Βίτσι. Οι δυνάμεις της 1ης Μεραρχίας του Γιώτη βρίσκονταν στα Αγραφα, μαζί τους ήταν και οι μαχητές του Διαμαντή. Σύνολο 1.200 μαχητές. Για τον απεγκλωβισμό τους από την περιοχή αλλά και ως κίνηση αντιπερισπασμού αποφασίστηκε να επιτεθούν στην Αρτα. Η επίθεση αποκρούστηκε από την ισχυρή άμυνα της πόλης και στις 24 Μαρτίου άρχισε η υποχώρηση προς τον Αχελώο.
Στις 27 Μαρτίου μεγάλα αντάρτικα τμήματα κατάφεραν να σωθούν έπειτα από ολοήμερη μάχη για τον έλεγχο της γέφυρας του Κοράκου, περνώντας στην άλλη όχθη του ποταμού.
Οι δύο μεραρχίες χωρίστηκαν. Η μεραρχία του Διαμαντή διείσδυσε στη Ρούμελη και η μεραρχία του Γιώτη πραγματοποίησε ελιγμό προς την ανατολική Θεσσαλία και απέφυγε την καταστροφή. Στα τέλη Μάη οι μαχητές του Γιώτη κατάφεραν να φθάσουν στο Βίτσι, όπου ανασυγκροτήθηκαν, επανεξοπλίστηκαν και έλαβαν θέσεις μάχης.
Μετά την εκκαθάριση της νοτίου Ελλάδας από τον ΔΣΕ ο Εθνικός Στρατός προσανατόλισε τις δυνάμεις του προς τους κύριους θύλακες συγκέντρωσης του Δημοκρατικού Στρατού, με σκοπό τον εγκλωβισμό και τη συντριβή των δυνάμεών του. Υπό αυτές τις συνθήκες το Γενικό Αρχηγείο αποφάσισε την πραγματοποίηση αντιπερισπασμού στα νώτα του εχθρού, με στόχο την παρεμπόδιση της συγκέντρωσης κυβερνητικών δυνάμεων στο μέτωπο στον Γράμμο και στο Βίτσι.
Επειτα από δύο αποτυχημένες απόπειρες, ο αντιπερισπασμός ανατέθηκε στην ανασυγκροτημένη 1η Μεραρχία του Γιώτη. Τη διοίκηση του αποσπάσματος ανέλαβε ο Χαρίλαος Φλωράκης με επίτροπο τον συνταγματάρχη Νίκο Μπελογιάννη και επιτελάρχη τον αντισυνταγματάρχη Αλέκο Παπαγεωργίου.
Η αποστολή του αποσπάσματος περιελάμβανε: α) την πραγματοποίηση αντιπερισπασμού με βαθιά διείσδυση στα μετόπισθεν του αντιπάλου προς τα Αγραφα, β) την πρόκληση φθορών και σύγχυσης στα κυβερνητικά στρατεύματα που κινούνταν προς τον βορρά, γ) τη σύνδεση με τα μικρά διάσπαρτα τμήματα και τους μεμονωμένους μαχητές που βρίσκονταν ξεκομμένοι στις περιοχές της Ρούμελης και της Θεσσαλίας μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του στρατού και δ) την ανασυγκρότηση των υπολειμμάτων της 2ης Μεραρχίας.8
Η αποστολή ήταν αρκετά ριψοκίνδυνη, αφού απαιτούσε συνεχείς διεισδύσεις και ελιγμούς μέσα από τις πυκνές γραμμές της εχθρικής διάταξης. Για άλλη μια φορά ο Γιώτης αναλάμβανε ένα εγχείρημα καθαρού ανταρτοπόλεμου. Χαρακτηριστικά, στη Διαταγή Επιχείρησης που συνέταξε ο ίδιος διαβάζουμε: «...VIII ΕΙΔΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ: Κάθε ώρα θα γίνεται σιωπηλό προσκλητήριο εν κινήσει. Στελέχη και μαχητές θα απαγορεύουν έξοδο από τη σειρά της φάλαγγας. Συγκροτούμε στρατονομικό απόσπασμα από μια επίλεκτη ομάδα κάθε ταξιαρχίας με επικεφαλής τον σ. Κασιούρα. Στο Στρατονομικό απόσπασμα η κάθε Ταξιαρχία και Μεραρχία θα διαθέτει από ένα καλό στέλεχος που να γνωρίζει και τους μαχητές του αντίστοιχου σχηματισμού».9
Η σύνδεση του αποσπάσματος με το Γενικό Αρχηγείο (ΓΑ) και τα μικρά τμήματα που δρούσαν στα Αγραφα γινόταν με ασύρματο. Η επικοινωνία με το ΓΑ ήταν αρκετά κρίσιμη, αφού προσέφερε τις αναγκαίες πληροφορίες για την κίνηση του αποσπάσματος μέσα στις ελεγχόμενες από τον εχθρό περιοχές. Η επιχείρηση άρχισε σας 14 Αυγούστου. Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν η έξοδος από τον Γράμμο και η διέλευση μέσα από τις γραμμές του εχθρού. Οι αντάρτες, αφού διέσχισαν τον Σαραντάπορο, ανέτρεψαν τις κυβερνητικές δυνάμεις στον αυχένα Γκρέκο-Ζεκίρι και κατάφεραν να περάσουν στα μετόπισθεν του εχθρικού σχηματισμού. Στην πορεία τους προς τον νότο και αφού η κίνησή τους είχε επισημανθεί, αποφασίστηκε στις 23 Αυγούστου να επιτεθούν στο χωριό Πράμαντα, στο οποίο ο στρατός διατηρούσε μεγάλες αποθήκες. Νωρίτερα, είχαν ενημερωθεί από τον ασύρματο για την πτώση του Βίτσιου.
Από εδώ και στο εξής η πορεία τους γινόταν μέσα από συνεχείς μάχες και επιθέσεις της αεροπορίας. Ηταν τέτοιος ο κλοιός στον οποίο βρίσκονταν, που τα μικρά αντάρτικα τμήματα τα οποία προσπαθούσαν να συνδεθούν μαζί τους δεν μπορούσαν να τους πλησιάσουν. Τις επόμενες μέρες το απόσπασμα θα ανατρέψει ισχυρές κυβερνητικές δυνάμεις στους Μελισσουργούς και θα συνεχίσει την πορεία του. Μαχόμενο τη μέρα και κινούμενο τη νύχτα θα συνεχίσει να κινείται προς τα Αγραφα. Τελικά, στις 2 Σεπτεμβρίου θα καταφέρει να ενωθεί με τα υπολείμματα της 2ης Μεραρχίας που βρίσκονταν στη Βουλγάρα. Νωρίτερα από υποκλοπή του κυβερνητικού ασυρμάτου ο Γιώτης είχε ενημερωθεί για την πτώση του Γράμμου.
Μετά την πτώση του Γράμμου οι μαχητές του αποσπάσματος και των τοπικών τμημάτων συγκεντρώθηκαν στην περιοχή των χωριών Βραγγιανά-Τροβάτο και χωρίστηκαν σε συγκροτήματα. Ενα τμήμα της 123ης Ταξιαρχίας κινήθηκε προς τη Θεσσαλία με σκοπό να συνδεθεί με ξεκομμένους μαχητές και να συγκροτήσει ομάδες με κατεύθυνση τη Βόρεια Πίνδο. Επίσης, ένα συγκρότημα αποφασίστηκε να μείνει στην περιοχή των Αγράφων για να συγκεντρώσει τους ξεκομμένους μαχητές και τους τραυματίες που κρύβονταν στις σπηλιές της περιοχής. Τέλος, η διοίκηση του αποσπάσματος με 80-90 μαχητές και πολιτικά στελέχη πήρε τον δρόμο για την Αλβανία.
Η πορεία προς τον βορρά ήταν ακόμη πιο δύσκολη και εξαντλητική. Στη Μεσοχώρα, ο Γιώτης και οι αντάρτες αναγκάζονται να δώσουν μάχη για να διασπάσουν την εχθρική διάταξη. Καταδιωκόμενοι από τις κυβερνητικές δυνάμεις κινούνται κατά μήκος της οροσειράς των Τζουμέρκων. Στο Πάπιγκο κυκλώνονται από κυβερνητικές δυνάμεις και έπειτα από μάχη καταφέρνουν να κινηθούν δυτικά με σκοπό να περάσουν τα σύνορα από τη Μουργκάνα. Τελικά, στις 27 Σεπτεμβρίου καταφέρνουν να περάσουν στην Αλβανία. Η αποστολή τους κράτησε 43 μέρες και χρειάστηκε να δώσουν 39 μάχες.10
Μετά την ήττα του ΔΣΕ ο -υποστράτηγος πλέον- Γιώτης συμμετέχει ως τακτικό μέλος της ΚΕ στην 6η Ολομέλεια, που πραγματοποιείται τον Οκτώβριο του 1949 στο Μπορέλι της Αλβανίας.
Βασικό ζήτημα που απασχόλησε την Ολομέλεια ήταν η αποτίμηση των αιτίων της ήττας. Ο Χαρίλαος Φλωράκης εντόπισε τη βασικότερη αδυναμία του ΔΣΕ στα πρώτα χρόνια του ένοπλου αγώνα και στην έλλειψη πίστης στη νίκη από την πλευρά του Γενικού Αρχηγείου, που προκαλούσε οργανωτικά προβλήματα κυρίως σε ό,τι αφορά το ζήτημα των εφεδρειών.
Μετά την ήττα στον Γράμμο και στο Βίτσι είχε δημιουργηθεί πολιτική κρίση στο κόμμα και διάφορα κορυφαία στελέχη, όπως οι Βαφειάδης, Καραγιώργης, Παρτσαλίδης, αμφισβητούσαν τις αποφάσεις της ηγεσίας. Η κρίση δεν ξεπεράστηκε ούτε στην 6η ούτε στην 7η Ολομέλεια. Ετσι, τον Οκτώβριο του 1950 συγκλήθηκε στο Βουκουρέστι η 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ με στόχο την εκκαθάριση του κόμματος από τους αμφισβητίες. Στη Συνδιάσκεψη ο Φλωράκης συντάσσεται με την πλειοψηφία και κατακεραυνώνει τον «καταστρεπτικό και προδοτικό ρόλο του Καραγιώργη». Επίσης, χαρακτηρίζει «ατύχημα που στοίχισε ακριβά» την τοποθέτηση του Μάρκου ως αρχιστράτηγου και εκφράζει την πεποίθηση «...ότι αν δεν ήτανε ο Μάρκος ή καλύτερα αν τότε είχαμε ηγεσία στον ΔΣΕ το 1948 θα κερδίζαμε την καμπή». 11
Στην ομιλία του Φλωράκη, πέρα από την πόλωση της εποχής και τις αλληλοκατηγορίες, σκιαγραφείται η στρατιωτική του αντίληψη για δύο σημαντικά ζητήματα σχετικά με τη φύση και τη δράση του ΔΣΕ. Το πρώτο αφορά το περιβόητο και πολυσυζητημένο πρόβλημα της τακτικής του ΔΣΕ που χρησιμοποιήθηκε ως κατηγορία ένθεν και ένθεν. Εάν δηλαδή θα έπρεπε ο ΔΣΕ να μετεξελιχθεί σε τακτικό στρατό ή να διατηρήσει την παρτιζάνικη μορφή του. Στο ζήτημα αυτό ο Φλωράκης αντιπαρατάσσεται στα στελέχη που κατηγορούν την ηγεσία ότι οδήγησε στην ήττα τον ΔΣΕ μετατρέποντάς τον σε τακτικό στρατό λέγοντας: «υπάρχουν ορισμένοι που δεν κατάλαβαν ή συγχέουν την ταχτική με τον ταχτικό Λαϊκό Επαναστατικό Στρατό [.. J αυτοί δεν κατάλαβαν ότι ταχτικός Λαϊκοεπαναστατικός Στρατός σήμαινε στρατός ικανός να εφαρμόζει οποιαδήποτε ταχτική, στρατός με ανώτερη πειθαρχία στρατός που να μπορεί να συνδυάζει εφαρμογή τακτικής και δράσης ταχτικού παρτιζάνικου-αντάρτικου, στο μέτωπο, στα μετόπισθεν παντού όπου βρίσκεται ο εχθρός».12
Στο δεύτερο ζήτημα που σχετίζεται με το οργανωτικό πρόβλημα των τμημάτων του ΚΓΑΝΕ και τις κατηγορίες εναντίον του διοικητή Καραγιώργη ο Φλωράκης σημειώνει: «δεν πάλεψα αποφασιστικά στην ενέργεια του Καραγιώργη, που κατάφερνε να κρατά στη Νότια Ελλάδα όλο τον κόσμο και έτσι ουσιαστικά φέρνω ευθύνη και γιατί στερήθηκε το ΓΑ από ένα κομμάτι εφεδρειών γιατί χάθηκε κόσμος γιατί ακόμη δεν έγινε περισσότερος πόλεμος κατά την εχθρική εκστρατεία του1949 [...] δεν είδα ολοκληρωμένα το οργανωτικό πρόβλημα των τμημάτων στη Νότια Ελλάδα. Πως έπρεπε να είναι το οργανωτικό; [...] Ποια ήταν ή καλύτερα ποια τακτική έπρεπε να εφαρμόζεται στη Νότια Ελλάδα. Η διαρκής κίνηση με επιθετικούς ελιγμούς και διεισδύσεις χωρίς ιδέα διατήρησης ελεύθερου χώρου περισσότερο χρόνο από ό,τι χρειαζόταν για φθορά του εχθρού και καταπόνηση και προετοιμασία μας για επιθετικό ελιγμό στα νώτα του, στις βάσεις του ή σε άλλο χώρο, με στρατηγικό σκοπό την διατήρηση ενός πάντα εν ενεργεία μετώπου σ’ όλη τη Νότια Ελλάδα, δίχως σύνορα και όρια για αγκίστρωση και φθορά των εχθρικών δυνάμεων, για στρατολογία και τροφοδοσία του κύριου μετώπου, για τη διατήρηση αδρής φυσιογνωμίας της επανάστασης σ’ όλη τη χώρα, για το δόσιμο σε τελευταία ανάλυση, βοήθειας στις κύριες δυνάμεις του Δ.Σ. για την πραγματοποίηση του γενικότερου σχεδίου». 13
Την ίδια περίοδο που γίνεται η ανακαταγραφή των μελών του κόμματος, φαίνεται πως γίνεται κριτική στον Φλωράκη από την ηγεσία για διάφορες όψεις του χαρακτήρα του. Ετσι η βιογραφική έκθεση που συντάσσει στις αρχές της δεκαετία του ’50 χαρακτηρίζεται από έντονα αυτοκρι τικό τόνο: «Εξετάζοντας τον εαυτό μου από την άποψη της κομματικής μου συγκρότησης και με τη βοήθεια των συντρόφων που μου τις έδειξαν στις διάφορες κριτικές που μου κάνανε, βρίσκω ότι: Η κοινωνική μου προέλευση, το μικροαστικό και δημοσιοϋπαλληλικό περιβάλλον που έζησα είχαν σαν συνέπεια·. 1) Να μην έχω το θάρρος να ζητήσω να μπω στο κόμμα νωρίτερα. 2) Να έχω ένα μικροαστικό εγωισμό βλαβερό, που εκδηλώνεται στο να μη μου αρέσει η κριτική, να μην την καταλαβαίνω αμέσως, να τη θεωρώ προσωπική, να φέρνομαι απότομα και να πικραίνω τους συντρόφους [...] 4) Καταβάλλω προσπάθειες, τις νιώθω, παλεύω αλλά βλέπω ότι έχω υποτροπές, την πάλη μου αυτή θα την εξακολουθήσω. 5) Το μορφωτικό μου ιδεολογικό επίπεδο απέχει πολύ απ’ ό,τι χρειάζεται. Τα μαρξιστικά βιβλία που διάβασα μέχρι σήμερα απλώς τα διάβασα, δεν τα μελέτησα».14
Στα χρόνια της προσφυγιάς ο Φλωράκης παίρνει μέρος σε άλλες δύο Ολομέλειες, τον Νοέμβριο του 1952 και τον Δεκέμβριο του1953, ενώ παράλληλα, σπουδάζει στη Στρατιωτική Ακαδημία Φροϋντζε στη Μόσχα από την οποία αποφοιτά το 1953. Την ίδια χρονιά μετακομίζει στο Βουκουρέστι στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ.
Στις αρχές του 1954 το κόμμα του αναθέτει την αποστολή να επιστρέφει στην Ελλάδα για να δουλέψει στον παράνομο μηχανισμό. Στις 5 Απριλίου 1954 φθάνει αεροπορικώς στην Αθήνα με το όνομα Γρηγόριος Παπαδημητρίου. Στις 27 Ιουλίου 1954 συλλαμβάνεται από την Ασφάλεια, όμως το γεγονός κρατείται κρυφό μέχρι τις 3 Σεπτεμβρίου, όταν ο Παπάγος ενώπιον Ελλήνων και ξένων δημοσιογράφων ανακοινώνει την εξάρθρωση του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ και τη σύλληψη του επικεφαλής του Χαρίλαου Φλωράκη ή Καπετάν Γιώτη.
Ο Φλωράκης παραμένει στα κρατητήρια της Ασφάλειας μέχρι τον Νοέμβρη του 1954 και στη συνέχεια μετάγεται στις φυλακές της Κέρκυρας. Την άνοιξη του 1955 περνάει από δύο δίκες στη Λάρισα.
Στις 9 Μαρτίου 1954 δικάζεται από το Εφετείο για παράβαση του Γ' Ψηφίσματος, όμως απαλλάσσεται ελλείψει επαρκών στοιχείων.
Στις 2 Απριλίου καταδικάζεται από το Κακουργιοδικείο Λάρισας σε 13 χρόνια κάθειρξη για παράβαση του νόμου 509. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της απολογίας του χαιρέτισε την ύπαρξη γυναικών μεταξύ των ενόρκων λέγοντας χαρακτηριστικά: «...είναι μια κατάκτηση των γυναικών. Μια κατάκτηση λαϊκή. Για την οποία αγωνίστηκε και αγωνίζεται το ΚΚΕ και της οποίας τα θεμέλια έβαλε, κατά την Κατοχή, μέσα από το ΕΑΜ...». Στο κλείσιμο της απολογίας του ήταν έντονος ο προσωπικός τόνος: «Σε ό,τι με αφορά προσωπικά -όπως σας είπα και στην αρχή- εμφορούμαι από τα μεγάλα ιδεώδη του κομμουνισμού. Δεν υπάρχει δύναμη στον κόσμο που να μπορεί να με υποχρεώσει να τα αρνηθώ. Για την πραγματοποίηση της γραμμής του κόμματος, για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του Λαού μας, για την Ελλάδα με ευχαρίστηση προσφέρω όλες μου τις δυνάμεις και ακόμη, ανεπιφύλακτα και το πιο πολύτιμο αγαθό για τον άνθρωπο -τη ζωή μου...».15
Τον Ιούνιο του 1955 μεταφέρεται στον Πύργο προκειμένου να δικαστεί για παράβαση του Γ' Ψηφίσματος και καταδικάζεται σε 12 φορές ισόβια κάθειρξη. Είναι ουσιαστικά η επανάληψη της δίκης σχετικά με τη δράση του στη Ρούμελη, που είχε πραγματοποιηθεί έναν μήνα πριν στη Λευκάδα. Σε εκείνη τη δίκη είχε αθωωθεί από τους ενόρκους αλλά η ετυμηγορία τους κηρύχθηκε πεπλανημένη και η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Κακουργιοδικείο Πύργου. Μέχρι την άνοιξη του 1956 έχει καταδικαστεί συνολικά από 14 Κακουργιοδικείο και ένα Εφετείο σε 20 φορές ισόβια κάθειρξη.
Στις 26 Απριλίου 1960, έξι χρόνια μετά τη σύλληψή του και ύστερα από συνεχείς αναβολές, παραπέμπεται βάσει του AN 375, μαζί με άλλους 42 συντρόφους του, στο Στρατοδικείο Αθήνας με την κατηγορία της κατασκοπείας. Καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη μαζί με τους Κ. Λουλέ, Κ. Τσακίρη, Δ. Δάλλα, Γ. Κουτρούκη και Πολυξένη Χρυσοχοΐδου.
Ο Φλωράκης μείνει στη φυλακή μέχρι το 1966. Με το απριλιανό πραξικόπημα συλλαμβάνεται ξανά και εξορίζεται στη Γυάρο και ύστερα στο Παρθένι της Λέρου ως το 1971. Διαφεύγει στο εξωτερικό στα μέσα Οκτωβρίου 1972. Τον Δεκέμβριο του 1972, η 17η Ολομέλεια του ΚΚΕ τον εκλέγει A' γραμματέα του κόμματος. Είναι το πρώτο ανώτερο στρατιωτικό στέλεχος του κόμματος που καταλαμβάνει την υψηλότερη καθοδηγητική θέση. Η συγκυρία στην οποία αναλάμβανε την ηγεσία ήταν κρίσιμη για το κόμμα που λίγα χρόνια πριν είχε διασπαστεί. Ομως ο Φλωράκης καταφέρνει να το ανασυντάξει.
Μετά την πτώση της χούντας επιστρέφει στην Ελλάδα στις 22 Αυγούστου 1974 και η μη σύλληψή του ισοδυναμεί με de facto νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Η de jure θα έλθει στις 23 Σεπτεμβρίου 1974. Με τον Χαρίλαο Φλωράκη στην ηγεσία το κόμμα κατορθώνει να συμβάλει στη στερέωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και να εξασφαλίσει την ηγεμονία στον χώρο της κομμουνιστικής Αριστερός.
Ο Χαρίλαος, με πολιτική ευελιξία, πηγαία λαϊκή θυμοσοφία και σφυρηλατημένος στους σκληρούς αγώνες της γενιάς του, ασκεί έντονα παρεμβατικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα και κερδίζει τον σεβασμό φίλων και αντιπάλων, ενώ το ΚΚΕ εξελίσσεται σε βασικό πυλώνα του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος.
Παραπομπές
1 Θεοχαράτος Χρηστός, Χαρίλαος Φλωράκης και λαϊκό κίνημα, Αθήνα, Τυποεκδοτική ΑΕ, 2001, τόμος A', α. 180,181.
2. Δημοκρατικός Στρατός, τόμος A’ Γενάρης-Δεκέμβρης 1948, Ριζοσπάστης, Αθήνα, 1996, σ. 148.
3 Θεοχαράτος, ό.π., σ. 331.
4 Θωμάς Κυριακής, «Ανάπτυξη, δράση και ήττα του Δημοκρατικού Στρατού στη Ρούμελη μέσα από γραπτές μαρτυρίες αγωνιστών», σ. 325-359 στο Κων. Μπάδα-Θ.Σφήκας, Κατοχή-Αντίσταση-Εμφύλιος. Η Αιτωλοακαρνανία στη δεκαετία 1940-1950, Παρασκήνιο, Αθήνα, 2010, σ. 342.
5 Δημοκρατικό; Στρατός, τόμος Β ’ Γενάρης-Δεκέμβρης 1949, Ριζοσπάστης, Αθήνα, 1996, σ. 83.
6 Ο.π., σ. 84.
7 Ο.π σ 305-306
8 Τριαντάφυλλος Γεροζήσης, Επίλεκτο απόσπασμα 1ης Μεραρχίας ΔΣΕ Φλωράκη-Μπελογιάννη-Παπαγεωργίου, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 2009 , σ. 40.
9 Γεροζήσης, ό.π., σ. 44.
10 Γεροζήσης, ό.π., σ. 83-100.
11 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ 10-14/10/1950, Γλάρος, Αθήνα, 1988, σ. 88,89.
12 ο.π. σ 87 -88.
13 ο.π.,σ.86.
14 Βιογραφική έκθεση Γιώτη, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 29 Μαϊου 2005.
15 Θεοχαράτος, ό.π., σ. 460,465
Πιστός κομμουνιστής από τα 15 του, πρωταγωνίστησε στην Αντίσταση και στον Εμφύλιο και έζησε όλες τις εσωκομματικές διακυμάνσεις. Ανέλαβε την ηγεσία του ΚΚΕ από το 1972 και το ανέδειξε σε κεντρικό παράγοντα της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας κερδίζοντας τη γενική αναγνώριση.
Μια ζωή σαν ταινία. Λίγοι Ελληνες έζησαν τόσο έντονα την πρόσφατη ιστορία μας όσο ο Χαρίλαος Φλωράκης. Από το απόγειο της Αντίστασης στο ναδίρ της ήττας του 1949, στην προσφυγιά, την παράνομη επιστροφή στην Ελλάδα το 1954 και στις αλλεπάλληλες φυλακίσεις και εξορίες. Διαφεύγει το 1972 και ξαναεπιστρέφει το ’74 ως γραμματέας του ΚΚΕ, δίνοντας του νέα πνοή.
O Χαρίλαος Φλωράκης γεννήθηκε στο χωριό Παλιοζογλώπι των θεσσαλικών Αγράφων σας 20 Ιουλίου 1914 και ήταν το τέταρτο παιδί του Ιωάννη Φλωράκη και της Στυλιανής Λιανού. Το 1924 μετακομίζει με την οικογένεια του στην Καρδίτσα. Εκεί έρχεται σε επαφή με τις σοσιαλιστικές ιδέες και το 1929 ως μαθητής εντάσσεται στην ΟΚΝΕ.
Το 1933 η οικογένεια Φλωράκη μετακομίζει στην Αθήνα και ο Χαρίλαος εισάγεται στη Σχολή Τηλεγραφητών. Στα 20 χρόνια του διορίζεται τηλεγραφητής στα ΤΤΤ (Ταχυδρομεία, Τηλεγραφία, Τηλεφωνία) στις Σέρρες και αργότερα στη Θεσσαλονίκη, όπου αναπτύσσει έντονη συνδικαλιστική δράση. Επειτα από διάφορες μεταθέσεις στην επαρχία λόγω της συνδικαλιστικής δράσης του, στα τέλη του 1938 επιστρέφει στην Αθήνα, όπου και τον βρίσκει το ξέσπασμα του πολέμου. Κατά τη διάρκειά του υπηρετεί στη Διεύθυνση Μηχανικού Θεσσαλονίκης και παίρνει τον βαθμό του ανθυπολοχαγού.
Τον Ιούνιο του 1941 ο Φλωράκης γίνεται μέλος του ΚΚΕ, σε μια περίοδο όπου το κόμμα είναι αποδιοργανωμένο από τα χτυπήματα της δικτατορίας του Μεταξά. Ως μέλος του ΚΚΕ και του ΕΑΜ ο Φλωράκης αναπτύσσει πλούσια συνδικαλιστική δράση στα ΤΤΤ. Μάλιστα τον Απρίλιο του 1942 πρωτοστατεί στη μεγάλη απεργία των τριατατικών. Μετά την επιτυχημένη απεργία, ο Φλωράκης αναλαμβάνει γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης στα ΤΤΤ και τον Ιανουάριο του 1943 συλλαμβάνεται από την Ειδική Ασφάλεια.
Τον Μάρτιο του 1943 κατόπιν εντολής της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας ανεβαίνει στο βουνό, εντάσσεται στον ΕΛΑΣ και παίρνει το ψευδώνυμο Γιώτης. Στην αρχή εντάσσεται στο Αρχηγείο Αττικοβοιωτίας και το καλοκαίρι του 1943 στη Περιφερειακή Επιτροπή Φθιώτιδας-Φωκίδας-Ευρυτανίας, ως υπεύθυνος του εφεδρικού ΕΛΑΣ. Αργότερα γίνεται γραμματέας της Κομματικής Επιτροπής της 2ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ και αποκτά τον βαθμό του ταγματάρχη.1
Το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών βρίσκει τον Φλωράκη με τη Μεραρχία του στις παρυφές της Εκάλης. Λαμβάνει μέρος στις μάχες στους στρατώνες στο Γουδή, στη Σχολή | Χωροφυλακής, στην Καισαριανή και στην κατάληψη του ! αρχηγείου της RAF στο Κεφαλάρι. Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας επιστρέφει στην Αθήνα και αναλαμβάνει χρέη δεύτερου γραμματέα της Αχτίδας Δημοσίων Υπαλλήλων.
Ο 19χρονος Χαρίλαος Φλωράκης νιόφερτος στην Αθήνα με συμμαθητές του στη Σχολή Τηλεγραφητών
Ο Γιώτης στον εμφύλιο πόλεμο
Τον Νοέμβριο του 1946 ο Στέργιος Αναστασιάδης, μέλος του Π.Γ του ΚΚΕ, δίνει εντολή στον Χαρίλαο Φλωράκη να βγει στο βουνό. Η πρώτη απόπειρα από τη μεριά της Πάρνηθας μαζί με εννέα συντρόφους του αποτυγχάνει. Τον Ιανουάριο του 1947 με πλοίο από τον Πειραιά φτάνει στον Βόλο. Από τον Βόλο στους Σοφάδες και από εκεί προς το Θραψίμι καταφέρνει να συναντήσει το Αρχηγείο Αγράφων-και να συνδεθεί με τον Γούσια (Γιώργο Βοντίτσο). Στα μέσα του ίδιου μήνα σχηματίζεται το Αρχηγείο Ρούμελης, στη διοίκηση του οποίου συμμετέχει μαζί με τους Γούσια, Τριανταφύλλου και Διαμαντή. Τον Απρίλη 1947 τοποθετείται επικεφαλής του Αρχηγείου Δυτικής Στερεάς, με το οποίο πραγματοποιεί διεισδύσεις στην περιοχή της ορεινής Ναυπακτίας και της Τριχωνίδας.
Η πρώτη μεγάλη επιχείρηση στην οποία έλαβε μέρος ο Γιώτης ήταν η μεταφορά του Γενικού Αρχηγείου από την Ευρυτανία στη Δυτική Μακεδονία, τον Αύγουστο του 1947. Μια αρκετά δύσκολη στρατιωτική επιχείρηση που απαιτούσε συνεχείς ελιγμούς ανάμεσα στα μπλόκα και τις ενέδρες του Εθνικού Στρατού.
Σχεδόν έναν μήνα αργότερα, στις 28 Σεπτεμβρίου 1947, το Αρχηγείο Δυτικής Στερεάς του Γιώτη μαζί με τα Αρχηγεία Ρούμελης και Θεσσαλίας παίρνουν εντολή από το Γενικό Αρχηγείο να συνοδεύσουν στην έδρα του τα μέλη της ΚΕ Γούσια και Ζωγράφο, για να συμμετάσχουν στην 3η Ολομέλεια και ταυτόχρονα να προστατεύσουν τη φάλαγγα περίπου 1.000 αόπλων που ανέβαιναν στον Γράμμο για να εκπαιδευτούν και να εξοπλιστούν.
Η ραγδαία εξάπλωση του αντάρτικου στη Ρούμελη γίνεται αμέσως εμφανής και το Πολιτικό Γραφείο έπειτα από εισήγηση του Γούσια τη χαιρετίζει: «Οι ηγέτες της Ρούμελης του Δ.Σ.Ε., ο αλησμόνητος συνταγματάρχης Ν. Τριανταφύλλου, οι σ. Διαμαντής, Γιώτης, Ερμής, Κρόνος κτλ κάτω από την καθοδήγηση του υποστράτηγου σ. Γούσια αποτέλεσαν το πρότυπο, στέκονται σαν παράδειγμα και υπόδειγμα για μίμηση». 2
Ο Νίκος Τριανταφύλλου διοικητής του Αρχηγείου Ρούμελης, μαζί με τον Φλωράκη από τον Ιανουάριο του 1947
Τον Απρίλιο του 1948 ο Γιώτης αναλαμβάνει διοικητής της 1ης Μεραρχίας του ΔΣΕ και προάγεται σε συνταγματάρχη.3
Ο τομέας δράσης της μεραρχίας του οριζόταν «ανατολικά από τον κάμπο των Τρικάλων, δυτικά από τον Ασπροπόταμο και τον ορεινό όγκο των Τζουμέρκων και βόρεια από τον οδικό άξονα Τρικάλων-Αρτας με τα περάσματα προς τον Γράμμο, Μέτσοβο-Κατάρα». 4
Από τον Μάιο έως τον Ιούλιο του 1948 πραγματοποιεί με τις δυνάμεις του διείσδυση στην Ηπειρο και επιθέσεις αντιπερισπασμού στα Καστανοχώρια και στο Ξεροβούνι, με κύριο στόχο να απασχολήσει τις κυβερνητικές δυνάμεις που επιχειρούσαν στο κύριο μέτωπο του Γράμμου. Στις μάχες αυτές ο Γιώτης τραυματίστηκε ελαφρά στο κεφάλι και το χέρι.
Μετά την εγκατάλειψη του Γράμμου τον Αύγουστο του 1948 ο Γιώτης με άρθρο του στο περιοδικό "Δημοκρατικός Στρατός" εισηγείται την τακτική δράσης στα μετόπισθεν του Εθνικού Στρατού. (Στην φώτο είναι στην μέση, με άλλους αξιωματικούς του ΔΣΕ)
Μετά την εγκατάλειψη του Γράμμου τον Αύγουστο του 1948, ο ΔΣΕ βρέθηκε σε δυσμενή στρατηγική θέση, την οποία προσπάθησε να ανατρέψει τον χειμώνα του 1948-49 με επιθέσεις κατά του εχθρού σε διάφορα αστικά κέντρα. Στις συνθήκες αυτές ο Γιώτης, με άρθρο του στο περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός» τον Φεβρουάριο του 1949, προσπαθεί να περιγράφει τα καθήκοντα των τμημάτων του ΔΣΕ στη νότια Ελλάδα όπως διαμορφώνονταν από την ασφυκτική πίεση των κυβερνητικών δυνάμεων στο κύριο μέτωπο.
Λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία του προηγούμενου καλοκαιριού ο Γιώτης πρότεινε: «να αναπτύξουμε την ταχτική μας για πιο σοβαρή και πιο πετυχημένη δράση στα μετόπισθεν του εχθρού [...] ο εχθρός από την τακτική που χρησιμοποίησε [...] έχει απόλυτη ανάγκη από γερά οπωσδήποτε μετόπισθεν, θέλει σοβαρές βάσεις ανεφοδιασμού, δρόμους και μέσα ανεφοδιασμού [...] δίχως αυτά δεν είναι σε θέση ν’ ανοίξει ένα πόλεμο σαν το Γράμμο, Βίτσι...».5 Και με βάση την εμπειρία του 1948 κατέληγε πως πρέπει να αναπτυχθεί το δίκτυο πληροφοριών και το δίκτυο διαβιβάσεων και να γίνει «εκπαίδευση μαχητών σε σαμποταριστική δράση» αφού «κατά τη διάρκεια των μαχών στο Γράμμο δεν είχαμε ένα σοβαρό σαμποτάζ μέσα στις ίδιες στρατιωτικές βάσεις του εχθρού».6
Στο πλαίσιο αυτό οι δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού στη νότια Ελλάδα επιτέθηκαν σε μια σειρά αστικών κέντρων. Στις δύο μεγαλύτερες επιχειρήσεις έλαβαν μέρος οι δυνάμεις που διοικούσε ο Γιώτης. Στη μάχη της Καρδίτσας η 1η Μεραρχία συμμετείχε με την 192η και τη 138η Ταξιαρχία, έχοντας στη σύνθεσή της και τη Σχολή Αξιωματικών του ΚΓΑΝΕ. Στην επίθεση συμμετείχαν επίσης η 2η Μεραρχία του Διαμαντή μαζί με την Ταξιαρχία Ιππικού. Τον βόρειο τομέα της πόλης ανέλαβε η 1η Μεραρχία και τον νότιο η 2η Μεραρχία, ενώ για την κάλυψη της επίθεσης φρόντιζε η Ταξιαρχία Ιππικού.
Η επίθεση άρχισε στις 11 το βράδυ της 11ης Δεκεμβρίου και μέχρι τα ξημερώματα η διάταξη των αμυνόμενων είχε εξαρθρωθεί. Κατά τη διαδικασία της απαγκίστρωσης η κατάρρευση της επικοινωνίας μεταξύ της 1ης Μεραρχίας, της 2ης και της διοίκησης του ΚΓΑΝΕ είχε αποτέλεσμα ο Γιώτης και οι μαχητές του να μείνουν μόνοι τους μέσα στην πόλη και να κινδυνεύσουν με καταστροφή.
Λίγες εβδομάδες αργότερα ο Δημοκρατικός Στρατός επιτέθηκε στο Καρπενήσι. Η κατάληψή του αποτέλεσε το απόγειο της επιθετικής δραστηριότητας του ΔΣΕ το 1949 και την τελευταία μεγάλη επιτυχία του. Την επιχείρηση ανέλαβαν πάλι οι μεραρχίες του Γιώτη και του Διαμαντή, μαζί με δυνάμεις του Αρχηγείου του ΚΓΑΝΕ και της Σχολής Αξιωματικών. Η 1η Μεραρχία διέθεσε στη μάχη την 138η και την 192η Ταξιαρχία. Η συνολική δύναμη των επιτιθέμενων ήταν 2.800-2.900 μαχητές.
Παρά το γεγονός ότι η επίθεση στο Καρπενήσι ήταν αναμενόμενη, ο Δημοκρατικός Στρατός κατάφερε να αιφνιδιάσει τη φρουρά. Η προσέγγιση από τις δύσβατες διαδρομές του Τυμφρηστού και η επίθεση στη βορειοανατολική πλευρά της πόλης από την κοίτη του χειμάρρου Ξεριά επέτρεψαν τον τακτικό αιφνιδιασμό. Την 21η Ιανουάριου, έπειτα από μάχες μίας μέρας, οι δυνάμεις του ΔΣΕ θα διαρρήξουν την αμυντική διάταξη και θα καταλάβουν την πόλη, εγκαθιστώντας φρουραρχείο και νέες αρχές.
Μετά την πτώση του Γράμμου το απόσπασμα του Γιώτη κατάφερε να περάσει στην Αλβανία στις 27 Σεπτεμβρίου, έχοντας δώσει 39 μάχες σε 43 μέρες
Τον Μάιο του 1949 ο Γιώτης σε άρθρο του στο περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός» με αφορμή την επιχείρηση στο Καρπενήσι, σημειώνει για την επιθετική τακτική του ΔΣΕ: «Στις προηγούμενες επιχειρήσεις αποδείχτηκε ότι η τολμηρή, αποφασιστική, γρήγορη διείσδυση προς το κέντρο της πόλης συγκλονίζει κυριολεκτικά τον εχθρό, τον αιφνιδιάζει και γενικά τον παραλύει [...] Η διείσδυση δίνει τη δυνατότητα να απομονώσεις και να εξουδετερώσεις τις εχθρικές αντιστάσεις, πιο εύκολα και με λίγες απώλειες γιατί βασικά είναι προσανατολισμένες προς τα έξω, αποφεύγεις να πέσεις στο σχέδιο πυράς της αντίστασης, μπορείς να την πλησιάσεις καλύτερα χρησιμοποιώντας σπίτια κλπ και το γεγονός ακόμα ότι απομονώνονται από το κέντρο έχει σημασία στην αντοχή της αντίστασης [...]. Η παραπάνω τακτική έχει ένα λεπτό σημείο που αν δεν προσεχθεί μπορεί να στοιχίσει σοβαρές ζημιές και την ίδια την επιχείρηση. Το σημείο αυτό είναι ότι πρέπει να εξασφαλίσεις τον διάδρομο της διείσδυσης πάση θυσία ανοιχτό και κάτω από τον απόλυτο έλεγχό σου».
Συγκεκριμένα για την κατάληψη του Καρπενησιού ο Γιώτης αναφέρει πως το πιο ασθενές σημείο της αμυντικής διάταξης από το οποίο επιχειρήθηκε η διείσδυση ήταν μεταξύ Ρόβια και Προφήτη Ηλία. «Το σημείο αυτό ήταν με την αραιότερη διάταξη, η διαμόρφωση του εδάφους σε κάλυπτε, ιδιαίτερα τη νύχτα, από τα διασταυρούμενα πυρά από Ρόβια και Προφ. Ηλία. Ακόμα από το σημείο αυτό ο εχθρός είχε κάποια επανάπαυση, γιατί στηρίζονταν στο αδιάβατο του Βελουχιού. Τα τμήματά μας, το αδιάβατο του Βελουχιού το χρησιμοποίησαν σαν το καλύτερο πλεονέχτημα για την ενέργειά τους...». 7
Τον Δεκέμβρη του 1972 αναλαμβάνει γγ της ΚΕ του ΚΚΕ (Αριστερά ο Κ. Λουλές και στη μέση ο επίτιμος πρόεδρος του ΚΚΕ Απ. Γκρόζος)
Η επιστροφή στις 22 Αυγούστου 1974 και ενώ το ΚΚΕ δεν είχε ακόμη νομιμοποιηθεί επίσημα. Τον συνοδεύει ο Αντώνης Αμπατιέλος
Τον Μάρτιο του 1949 ο Εθνικός Στρατός επεδίωκε την εκκαθάριση της νότιας Ελλάδας ενόψει των καλοκαιρινών επιχειρήσεων στον Γράμμο και στο Βίτσι. Οι δυνάμεις της 1ης Μεραρχίας του Γιώτη βρίσκονταν στα Αγραφα, μαζί τους ήταν και οι μαχητές του Διαμαντή. Σύνολο 1.200 μαχητές. Για τον απεγκλωβισμό τους από την περιοχή αλλά και ως κίνηση αντιπερισπασμού αποφασίστηκε να επιτεθούν στην Αρτα. Η επίθεση αποκρούστηκε από την ισχυρή άμυνα της πόλης και στις 24 Μαρτίου άρχισε η υποχώρηση προς τον Αχελώο.
Στις 27 Μαρτίου μεγάλα αντάρτικα τμήματα κατάφεραν να σωθούν έπειτα από ολοήμερη μάχη για τον έλεγχο της γέφυρας του Κοράκου, περνώντας στην άλλη όχθη του ποταμού.
Οι δύο μεραρχίες χωρίστηκαν. Η μεραρχία του Διαμαντή διείσδυσε στη Ρούμελη και η μεραρχία του Γιώτη πραγματοποίησε ελιγμό προς την ανατολική Θεσσαλία και απέφυγε την καταστροφή. Στα τέλη Μάη οι μαχητές του Γιώτη κατάφεραν να φθάσουν στο Βίτσι, όπου ανασυγκροτήθηκαν, επανεξοπλίστηκαν και έλαβαν θέσεις μάχης.
Μετά την εκκαθάριση της νοτίου Ελλάδας από τον ΔΣΕ ο Εθνικός Στρατός προσανατόλισε τις δυνάμεις του προς τους κύριους θύλακες συγκέντρωσης του Δημοκρατικού Στρατού, με σκοπό τον εγκλωβισμό και τη συντριβή των δυνάμεών του. Υπό αυτές τις συνθήκες το Γενικό Αρχηγείο αποφάσισε την πραγματοποίηση αντιπερισπασμού στα νώτα του εχθρού, με στόχο την παρεμπόδιση της συγκέντρωσης κυβερνητικών δυνάμεων στο μέτωπο στον Γράμμο και στο Βίτσι.
Σε προεκλογική συγκέντρωση της Ενωμένης Αριστεράς. Ακόμη, Μπ. Δρακόπουλος, Στ. Ηλιόπουλος, βασ. Εφραιμίδης.
Συνάντηση με τον πρόεδρο της Γαλλίας Φρανσουά Μιτεράν, τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον Μίκη Θεοδωράκη τον Γιώργο Μαύρο και τον Πέτρο Ρούσο.
Με τον Ούγγρο ηγέτη Γιάννος Καντάρ το 1985 στην Βουδαπέστη. Ανάμεσα τους ο χαράκτης Τάσσος
Επειτα από δύο αποτυχημένες απόπειρες, ο αντιπερισπασμός ανατέθηκε στην ανασυγκροτημένη 1η Μεραρχία του Γιώτη. Τη διοίκηση του αποσπάσματος ανέλαβε ο Χαρίλαος Φλωράκης με επίτροπο τον συνταγματάρχη Νίκο Μπελογιάννη και επιτελάρχη τον αντισυνταγματάρχη Αλέκο Παπαγεωργίου.
Η αποστολή του αποσπάσματος περιελάμβανε: α) την πραγματοποίηση αντιπερισπασμού με βαθιά διείσδυση στα μετόπισθεν του αντιπάλου προς τα Αγραφα, β) την πρόκληση φθορών και σύγχυσης στα κυβερνητικά στρατεύματα που κινούνταν προς τον βορρά, γ) τη σύνδεση με τα μικρά διάσπαρτα τμήματα και τους μεμονωμένους μαχητές που βρίσκονταν ξεκομμένοι στις περιοχές της Ρούμελης και της Θεσσαλίας μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του στρατού και δ) την ανασυγκρότηση των υπολειμμάτων της 2ης Μεραρχίας.8
Η αποστολή ήταν αρκετά ριψοκίνδυνη, αφού απαιτούσε συνεχείς διεισδύσεις και ελιγμούς μέσα από τις πυκνές γραμμές της εχθρικής διάταξης. Για άλλη μια φορά ο Γιώτης αναλάμβανε ένα εγχείρημα καθαρού ανταρτοπόλεμου. Χαρακτηριστικά, στη Διαταγή Επιχείρησης που συνέταξε ο ίδιος διαβάζουμε: «...VIII ΕΙΔΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ: Κάθε ώρα θα γίνεται σιωπηλό προσκλητήριο εν κινήσει. Στελέχη και μαχητές θα απαγορεύουν έξοδο από τη σειρά της φάλαγγας. Συγκροτούμε στρατονομικό απόσπασμα από μια επίλεκτη ομάδα κάθε ταξιαρχίας με επικεφαλής τον σ. Κασιούρα. Στο Στρατονομικό απόσπασμα η κάθε Ταξιαρχία και Μεραρχία θα διαθέτει από ένα καλό στέλεχος που να γνωρίζει και τους μαχητές του αντίστοιχου σχηματισμού».9
Με τους ποιητές Γιάννη Ρίτσο και Λουί Αραγκόν. Ανάμεσα τους οι Μίνα Γιάννου και Αύρα Παρτσαλίδου
Με τους πολιτικούς ηγέτες Λεων. Κύρκο, Κων. Μητσοτάκη, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Χρ. Σαρτζετάκη και τον Κ. Στεφανόπουλο
Με τον γγ του Ιταλικού ΚΚ Ακίλε Οκέτο και τον Πέτρο Ινγκράο στη Ρώμη
Η σύνδεση του αποσπάσματος με το Γενικό Αρχηγείο (ΓΑ) και τα μικρά τμήματα που δρούσαν στα Αγραφα γινόταν με ασύρματο. Η επικοινωνία με το ΓΑ ήταν αρκετά κρίσιμη, αφού προσέφερε τις αναγκαίες πληροφορίες για την κίνηση του αποσπάσματος μέσα στις ελεγχόμενες από τον εχθρό περιοχές. Η επιχείρηση άρχισε σας 14 Αυγούστου. Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν η έξοδος από τον Γράμμο και η διέλευση μέσα από τις γραμμές του εχθρού. Οι αντάρτες, αφού διέσχισαν τον Σαραντάπορο, ανέτρεψαν τις κυβερνητικές δυνάμεις στον αυχένα Γκρέκο-Ζεκίρι και κατάφεραν να περάσουν στα μετόπισθεν του εχθρικού σχηματισμού. Στην πορεία τους προς τον νότο και αφού η κίνησή τους είχε επισημανθεί, αποφασίστηκε στις 23 Αυγούστου να επιτεθούν στο χωριό Πράμαντα, στο οποίο ο στρατός διατηρούσε μεγάλες αποθήκες. Νωρίτερα, είχαν ενημερωθεί από τον ασύρματο για την πτώση του Βίτσιου.
Από εδώ και στο εξής η πορεία τους γινόταν μέσα από συνεχείς μάχες και επιθέσεις της αεροπορίας. Ηταν τέτοιος ο κλοιός στον οποίο βρίσκονταν, που τα μικρά αντάρτικα τμήματα τα οποία προσπαθούσαν να συνδεθούν μαζί τους δεν μπορούσαν να τους πλησιάσουν. Τις επόμενες μέρες το απόσπασμα θα ανατρέψει ισχυρές κυβερνητικές δυνάμεις στους Μελισσουργούς και θα συνεχίσει την πορεία του. Μαχόμενο τη μέρα και κινούμενο τη νύχτα θα συνεχίσει να κινείται προς τα Αγραφα. Τελικά, στις 2 Σεπτεμβρίου θα καταφέρει να ενωθεί με τα υπολείμματα της 2ης Μεραρχίας που βρίσκονταν στη Βουλγάρα. Νωρίτερα από υποκλοπή του κυβερνητικού ασυρμάτου ο Γιώτης είχε ενημερωθεί για την πτώση του Γράμμου.
Μετά την πτώση του Γράμμου οι μαχητές του αποσπάσματος και των τοπικών τμημάτων συγκεντρώθηκαν στην περιοχή των χωριών Βραγγιανά-Τροβάτο και χωρίστηκαν σε συγκροτήματα. Ενα τμήμα της 123ης Ταξιαρχίας κινήθηκε προς τη Θεσσαλία με σκοπό να συνδεθεί με ξεκομμένους μαχητές και να συγκροτήσει ομάδες με κατεύθυνση τη Βόρεια Πίνδο. Επίσης, ένα συγκρότημα αποφασίστηκε να μείνει στην περιοχή των Αγράφων για να συγκεντρώσει τους ξεκομμένους μαχητές και τους τραυματίες που κρύβονταν στις σπηλιές της περιοχής. Τέλος, η διοίκηση του αποσπάσματος με 80-90 μαχητές και πολιτικά στελέχη πήρε τον δρόμο για την Αλβανία.
Η πορεία προς τον βορρά ήταν ακόμη πιο δύσκολη και εξαντλητική. Στη Μεσοχώρα, ο Γιώτης και οι αντάρτες αναγκάζονται να δώσουν μάχη για να διασπάσουν την εχθρική διάταξη. Καταδιωκόμενοι από τις κυβερνητικές δυνάμεις κινούνται κατά μήκος της οροσειράς των Τζουμέρκων. Στο Πάπιγκο κυκλώνονται από κυβερνητικές δυνάμεις και έπειτα από μάχη καταφέρνουν να κινηθούν δυτικά με σκοπό να περάσουν τα σύνορα από τη Μουργκάνα. Τελικά, στις 27 Σεπτεμβρίου καταφέρνουν να περάσουν στην Αλβανία. Η αποστολή τους κράτησε 43 μέρες και χρειάστηκε να δώσουν 39 μάχες.10
Ο Χαρίλαος Φλωράκης μετά τον Εμφύλιο
Δίκες, δίκες, δίκες. Λάρισα 1954, Πύργος 1955, Λαμία, Στρατοδικείο Αθήνας 1960 (με την μητέρα του Στυλιανή και με συγκατηγορούμενους του)
Βασικό ζήτημα που απασχόλησε την Ολομέλεια ήταν η αποτίμηση των αιτίων της ήττας. Ο Χαρίλαος Φλωράκης εντόπισε τη βασικότερη αδυναμία του ΔΣΕ στα πρώτα χρόνια του ένοπλου αγώνα και στην έλλειψη πίστης στη νίκη από την πλευρά του Γενικού Αρχηγείου, που προκαλούσε οργανωτικά προβλήματα κυρίως σε ό,τι αφορά το ζήτημα των εφεδρειών.
Μετά την ήττα στον Γράμμο και στο Βίτσι είχε δημιουργηθεί πολιτική κρίση στο κόμμα και διάφορα κορυφαία στελέχη, όπως οι Βαφειάδης, Καραγιώργης, Παρτσαλίδης, αμφισβητούσαν τις αποφάσεις της ηγεσίας. Η κρίση δεν ξεπεράστηκε ούτε στην 6η ούτε στην 7η Ολομέλεια. Ετσι, τον Οκτώβριο του 1950 συγκλήθηκε στο Βουκουρέστι η 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ με στόχο την εκκαθάριση του κόμματος από τους αμφισβητίες. Στη Συνδιάσκεψη ο Φλωράκης συντάσσεται με την πλειοψηφία και κατακεραυνώνει τον «καταστρεπτικό και προδοτικό ρόλο του Καραγιώργη». Επίσης, χαρακτηρίζει «ατύχημα που στοίχισε ακριβά» την τοποθέτηση του Μάρκου ως αρχιστράτηγου και εκφράζει την πεποίθηση «...ότι αν δεν ήτανε ο Μάρκος ή καλύτερα αν τότε είχαμε ηγεσία στον ΔΣΕ το 1948 θα κερδίζαμε την καμπή». 11
Στο δεύτερο ζήτημα που σχετίζεται με το οργανωτικό πρόβλημα των τμημάτων του ΚΓΑΝΕ και τις κατηγορίες εναντίον του διοικητή Καραγιώργη ο Φλωράκης σημειώνει: «δεν πάλεψα αποφασιστικά στην ενέργεια του Καραγιώργη, που κατάφερνε να κρατά στη Νότια Ελλάδα όλο τον κόσμο και έτσι ουσιαστικά φέρνω ευθύνη και γιατί στερήθηκε το ΓΑ από ένα κομμάτι εφεδρειών γιατί χάθηκε κόσμος γιατί ακόμη δεν έγινε περισσότερος πόλεμος κατά την εχθρική εκστρατεία του1949 [...] δεν είδα ολοκληρωμένα το οργανωτικό πρόβλημα των τμημάτων στη Νότια Ελλάδα. Πως έπρεπε να είναι το οργανωτικό; [...] Ποια ήταν ή καλύτερα ποια τακτική έπρεπε να εφαρμόζεται στη Νότια Ελλάδα. Η διαρκής κίνηση με επιθετικούς ελιγμούς και διεισδύσεις χωρίς ιδέα διατήρησης ελεύθερου χώρου περισσότερο χρόνο από ό,τι χρειαζόταν για φθορά του εχθρού και καταπόνηση και προετοιμασία μας για επιθετικό ελιγμό στα νώτα του, στις βάσεις του ή σε άλλο χώρο, με στρατηγικό σκοπό την διατήρηση ενός πάντα εν ενεργεία μετώπου σ’ όλη τη Νότια Ελλάδα, δίχως σύνορα και όρια για αγκίστρωση και φθορά των εχθρικών δυνάμεων, για στρατολογία και τροφοδοσία του κύριου μετώπου, για τη διατήρηση αδρής φυσιογνωμίας της επανάστασης σ’ όλη τη χώρα, για το δόσιμο σε τελευταία ανάλυση, βοήθειας στις κύριες δυνάμεις του Δ.Σ. για την πραγματοποίηση του γενικότερου σχεδίου». 13
Την ίδια περίοδο που γίνεται η ανακαταγραφή των μελών του κόμματος, φαίνεται πως γίνεται κριτική στον Φλωράκη από την ηγεσία για διάφορες όψεις του χαρακτήρα του. Ετσι η βιογραφική έκθεση που συντάσσει στις αρχές της δεκαετία του ’50 χαρακτηρίζεται από έντονα αυτοκρι τικό τόνο: «Εξετάζοντας τον εαυτό μου από την άποψη της κομματικής μου συγκρότησης και με τη βοήθεια των συντρόφων που μου τις έδειξαν στις διάφορες κριτικές που μου κάνανε, βρίσκω ότι: Η κοινωνική μου προέλευση, το μικροαστικό και δημοσιοϋπαλληλικό περιβάλλον που έζησα είχαν σαν συνέπεια·. 1) Να μην έχω το θάρρος να ζητήσω να μπω στο κόμμα νωρίτερα. 2) Να έχω ένα μικροαστικό εγωισμό βλαβερό, που εκδηλώνεται στο να μη μου αρέσει η κριτική, να μην την καταλαβαίνω αμέσως, να τη θεωρώ προσωπική, να φέρνομαι απότομα και να πικραίνω τους συντρόφους [...] 4) Καταβάλλω προσπάθειες, τις νιώθω, παλεύω αλλά βλέπω ότι έχω υποτροπές, την πάλη μου αυτή θα την εξακολουθήσω. 5) Το μορφωτικό μου ιδεολογικό επίπεδο απέχει πολύ απ’ ό,τι χρειάζεται. Τα μαρξιστικά βιβλία που διάβασα μέχρι σήμερα απλώς τα διάβασα, δεν τα μελέτησα».14
Με τις χήρες των δημοσιογράφων του "Ριζοσπάστη" Κ. Βιδάλη και Κ. Καραγιώργη
Στα χρόνια της προσφυγιάς ο Φλωράκης παίρνει μέρος σε άλλες δύο Ολομέλειες, τον Νοέμβριο του 1952 και τον Δεκέμβριο του1953, ενώ παράλληλα, σπουδάζει στη Στρατιωτική Ακαδημία Φροϋντζε στη Μόσχα από την οποία αποφοιτά το 1953. Την ίδια χρονιά μετακομίζει στο Βουκουρέστι στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ.
Στις αρχές του 1954 το κόμμα του αναθέτει την αποστολή να επιστρέφει στην Ελλάδα για να δουλέψει στον παράνομο μηχανισμό. Στις 5 Απριλίου 1954 φθάνει αεροπορικώς στην Αθήνα με το όνομα Γρηγόριος Παπαδημητρίου. Στις 27 Ιουλίου 1954 συλλαμβάνεται από την Ασφάλεια, όμως το γεγονός κρατείται κρυφό μέχρι τις 3 Σεπτεμβρίου, όταν ο Παπάγος ενώπιον Ελλήνων και ξένων δημοσιογράφων ανακοινώνει την εξάρθρωση του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ και τη σύλληψη του επικεφαλής του Χαρίλαου Φλωράκη ή Καπετάν Γιώτη.
Ο Φλωράκης παραμένει στα κρατητήρια της Ασφάλειας μέχρι τον Νοέμβρη του 1954 και στη συνέχεια μετάγεται στις φυλακές της Κέρκυρας. Την άνοιξη του 1955 περνάει από δύο δίκες στη Λάρισα.
Στις 9 Μαρτίου 1954 δικάζεται από το Εφετείο για παράβαση του Γ' Ψηφίσματος, όμως απαλλάσσεται ελλείψει επαρκών στοιχείων.
Στις 2 Απριλίου καταδικάζεται από το Κακουργιοδικείο Λάρισας σε 13 χρόνια κάθειρξη για παράβαση του νόμου 509. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της απολογίας του χαιρέτισε την ύπαρξη γυναικών μεταξύ των ενόρκων λέγοντας χαρακτηριστικά: «...είναι μια κατάκτηση των γυναικών. Μια κατάκτηση λαϊκή. Για την οποία αγωνίστηκε και αγωνίζεται το ΚΚΕ και της οποίας τα θεμέλια έβαλε, κατά την Κατοχή, μέσα από το ΕΑΜ...». Στο κλείσιμο της απολογίας του ήταν έντονος ο προσωπικός τόνος: «Σε ό,τι με αφορά προσωπικά -όπως σας είπα και στην αρχή- εμφορούμαι από τα μεγάλα ιδεώδη του κομμουνισμού. Δεν υπάρχει δύναμη στον κόσμο που να μπορεί να με υποχρεώσει να τα αρνηθώ. Για την πραγματοποίηση της γραμμής του κόμματος, για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του Λαού μας, για την Ελλάδα με ευχαρίστηση προσφέρω όλες μου τις δυνάμεις και ακόμη, ανεπιφύλακτα και το πιο πολύτιμο αγαθό για τον άνθρωπο -τη ζωή μου...».15
Τον Ιούνιο του 1955 μεταφέρεται στον Πύργο προκειμένου να δικαστεί για παράβαση του Γ' Ψηφίσματος και καταδικάζεται σε 12 φορές ισόβια κάθειρξη. Είναι ουσιαστικά η επανάληψη της δίκης σχετικά με τη δράση του στη Ρούμελη, που είχε πραγματοποιηθεί έναν μήνα πριν στη Λευκάδα. Σε εκείνη τη δίκη είχε αθωωθεί από τους ενόρκους αλλά η ετυμηγορία τους κηρύχθηκε πεπλανημένη και η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Κακουργιοδικείο Πύργου. Μέχρι την άνοιξη του 1956 έχει καταδικαστεί συνολικά από 14 Κακουργιοδικείο και ένα Εφετείο σε 20 φορές ισόβια κάθειρξη.
Σε συγκέντρωση εναντίον των νατοϊκών βομβαρδισμών στο Βελιγράδι τον Απρίλιο του 1999
Στις 26 Απριλίου 1960, έξι χρόνια μετά τη σύλληψή του και ύστερα από συνεχείς αναβολές, παραπέμπεται βάσει του AN 375, μαζί με άλλους 42 συντρόφους του, στο Στρατοδικείο Αθήνας με την κατηγορία της κατασκοπείας. Καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη μαζί με τους Κ. Λουλέ, Κ. Τσακίρη, Δ. Δάλλα, Γ. Κουτρούκη και Πολυξένη Χρυσοχοΐδου.
Ο Φλωράκης μείνει στη φυλακή μέχρι το 1966. Με το απριλιανό πραξικόπημα συλλαμβάνεται ξανά και εξορίζεται στη Γυάρο και ύστερα στο Παρθένι της Λέρου ως το 1971. Διαφεύγει στο εξωτερικό στα μέσα Οκτωβρίου 1972. Τον Δεκέμβριο του 1972, η 17η Ολομέλεια του ΚΚΕ τον εκλέγει A' γραμματέα του κόμματος. Είναι το πρώτο ανώτερο στρατιωτικό στέλεχος του κόμματος που καταλαμβάνει την υψηλότερη καθοδηγητική θέση. Η συγκυρία στην οποία αναλάμβανε την ηγεσία ήταν κρίσιμη για το κόμμα που λίγα χρόνια πριν είχε διασπαστεί. Ομως ο Φλωράκης καταφέρνει να το ανασυντάξει.
Μετά την πτώση της χούντας επιστρέφει στην Ελλάδα στις 22 Αυγούστου 1974 και η μη σύλληψή του ισοδυναμεί με de facto νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Η de jure θα έλθει στις 23 Σεπτεμβρίου 1974. Με τον Χαρίλαο Φλωράκη στην ηγεσία το κόμμα κατορθώνει να συμβάλει στη στερέωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και να εξασφαλίσει την ηγεμονία στον χώρο της κομμουνιστικής Αριστερός.
Στο προεδρείο του 13ου Συνεδρίου το 1989. Από αριστερά: Δημ. Γόντικας, Αλέκα Παπαρήγα, Δημ. Κωστόπουλος, Μ. Μαϊλης.
Ο Χαρίλαος, με πολιτική ευελιξία, πηγαία λαϊκή θυμοσοφία και σφυρηλατημένος στους σκληρούς αγώνες της γενιάς του, ασκεί έντονα παρεμβατικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα και κερδίζει τον σεβασμό φίλων και αντιπάλων, ενώ το ΚΚΕ εξελίσσεται σε βασικό πυλώνα του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος.
Επίτιμος πρόεδρος του ΚΚΕ από τον Δεκέμβριο του 1991, «έφυγε» στις 22 Μαΐου 2005.
Παραπομπές
1 Θεοχαράτος Χρηστός, Χαρίλαος Φλωράκης και λαϊκό κίνημα, Αθήνα, Τυποεκδοτική ΑΕ, 2001, τόμος A', α. 180,181.
2. Δημοκρατικός Στρατός, τόμος A’ Γενάρης-Δεκέμβρης 1948, Ριζοσπάστης, Αθήνα, 1996, σ. 148.
3 Θεοχαράτος, ό.π., σ. 331.
4 Θωμάς Κυριακής, «Ανάπτυξη, δράση και ήττα του Δημοκρατικού Στρατού στη Ρούμελη μέσα από γραπτές μαρτυρίες αγωνιστών», σ. 325-359 στο Κων. Μπάδα-Θ.Σφήκας, Κατοχή-Αντίσταση-Εμφύλιος. Η Αιτωλοακαρνανία στη δεκαετία 1940-1950, Παρασκήνιο, Αθήνα, 2010, σ. 342.
5 Δημοκρατικό; Στρατός, τόμος Β ’ Γενάρης-Δεκέμβρης 1949, Ριζοσπάστης, Αθήνα, 1996, σ. 83.
6 Ο.π., σ. 84.
7 Ο.π σ 305-306
8 Τριαντάφυλλος Γεροζήσης, Επίλεκτο απόσπασμα 1ης Μεραρχίας ΔΣΕ Φλωράκη-Μπελογιάννη-Παπαγεωργίου, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 2009 , σ. 40.
9 Γεροζήσης, ό.π., σ. 44.
10 Γεροζήσης, ό.π., σ. 83-100.
11 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ 10-14/10/1950, Γλάρος, Αθήνα, 1988, σ. 88,89.
12 ο.π. σ 87 -88.
13 ο.π.,σ.86.
14 Βιογραφική έκθεση Γιώτη, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 29 Μαϊου 2005.
15 Θεοχαράτος, ό.π., σ. 460,465
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου