24.1.17

Από την Αυτοάμυνα στις Ομάδες Ενοπλων Καταδιωκόμενων και τον ΔΣΕ

Το -προσωρινό όπως αποδείχθηκε- τέλος των εχθροπραξιών τον Φεβρουάριο του 1945, μετά την ανακωχή των Δεκεμβριανών και την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας, δεν επέφερε την κοινωνική ειρήνευση.

Παρά τη συμφωνία που προέβλεπε, μεταξύ άλλων, την αμνήστευση των πολιτικών εγκλημάτων και τη δημιουργία μιας δημοκρατικής πολιτείας που θα εγγυόταν την «ελεύθερα εκδήλωση πολιτικών φρονημάτων των πολιτών, καταργούσα πάντα τυχόν προηγούμενον ανελεύθερον Νόμον», οι ηττημένοι των Δεκεμβριανών βρέθηκαν γρήγορα στο στόχαστρο τόσο των αντίπαλων πολιτικά ομάδων και ατόμων όσο και των ίδιων των μηχανισμών του κράτους.

Η Λευκή Τρομοκρατία, όπως ονομάστηκε η βίαιη αυτή περίοδος μεταξύ της συμφωνίας της Βάρκιζας και των εκλογών του 1946, αποτελούσε σε πολλές περιπτώσεις τη ρεβάνς μελών δεξιών ομάδων της Κατοχής αλλά και συνεργατών των κατακτητών, οι οποίοι μετά τα Δεκεμβριανά μπορούσαν πλέον να προβάλλονται ως δικαιωμένοι για τις κατοχικές «αντικομμουνιστικές» (με εισαγωγικά ή χωρίς) επιλογές τους.

Ωστόσο η Λευκή Τρομοκρατία δεν ήταν απλώς ιδιωτική υπόθεση, συνέχεια των συγκρούσεων ομάδων της κατοχής. Ηταν σε μεγάλο βαθμό και υπόθεση του ίδιου του κράτους και των μηχανισμών του, οι οποίοι στοχοποίησαν, σε πολλές περιπτώσεις εντελώς ανοικτά, τα μέλη του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) και του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ), επιχειρώντας την πλήρη εξάλειψη του πολιτικού αντιπάλου. Η εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού και ειδικά των δυνάμεων ασφαλείας από τα μέλη και τους συμπαθούντες του ΕΑΜ και γενικότερα η καταστολή των οργανώσεων της Αριστερός θεωρήθηκαν περισσότερο επείγουσες από την τιμωρία όσων βαρύνονταν με κατηγορίες δωσιλογισμού.


Η εξεύρεση σημαντικών ποσοτήτων κρυμμένου οπλισμού σε κάποιες από τις επιχειρήσεις καταστολής επέτεινε το κλίμα τρομοκρατίας, αφού ο οπλισμός αυτός θεωρούνταν απόδειξη σχεδίων επανάληψης της επιθετικής δράσης του ΚΚΕ. Σύμφωνα με τις επίσημες αρχές, μέχρι το καλοκαίρι του 1946 είχαν βρεθεί στις επιχειρήσεις αυτές 22.838 τουφέκια, 771 αυτόματα, 1.164 οπλοπολυβόλα, 773 βαρέα πολυβόλα, 96 πυροβόλα και 362 όλμοι σε όλη τη χώρα.1

Αν και σε κάποιες περιπτώσεις οι επίσημες αρχές έδειχναν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι σε παραστρατιωτικούς που υπέσκαπταν το κύρος της κρατικής εξουσίας με τις πράξεις τους, η ανοχή και συχνά η συμμετοχή του επίσημου κράτους στο κύμα βίαιης καταστολής της περιόδου δεν ήταν κάτι σπάνιο. Εξάλλου, οι παραστρατιωτικές ομάδες που κυριαρχούσαν σε τμήματα της υπαίθρου χρηματοδοτούνταν συχνά από την τοπική πολιτικοοικονομική ελίτ ή ημικρατικές οργανώσεις, όπως ο βασιλικός κύκλος των Ζαλοκώστα-Μαρκεζίνη, βασικό σκεπτικό των οποίων ήταν ότι η βρόμικη δουλειά ήταν ευκολότερο να γίνει από τέτοιες ομάδες, οι οποίες μπορούσαν να δρουν χωρίς περιορισμούς, παρά από τον περισσότερο αργό, περιορισμένο και φτωχό επίσημο κρατικό μηχανισμό.2

Η Βάρκιζα όχι μόνο δεν έφερε την "ελευθερία εκδήλωσης πολιτικών φρονηματων". αλλά οι ηττημένοι των Δεκεμβριανών βρέθηκαν γρήγορα στο στόχαστρο της Λευκής Τρομοκρατίας των δεξιών ομάδων. Η ηθοποιός Μιράντα Μυράτ προσπαθεί τους συναγωνιστές της στα Τρίκαλα τον Μάρτιο του 1945

Οι ένοπλες ομάδες της ελληνικής υπαίθρου ήταν υπεύθυνες για το μεγαλύτερο ποσοστό των ένοπλων επιθέσεων που ακολούθησαν τα Δεκεμβριανά. Στην κεντρική και δυτική Μακεδονία για παράδειγμα δρούσαν τουλάχιστον 2.000 μέλη δεξιών ένοπλων ομάδων. 
Οι παραστρατιωτικοί αυτοί και οι ομοϊδεάτες τους στην υπόλοιπη Ελλάδα ήταν υπεύθυνοι για τον θάνατο 1.192 ατόμων, τον τραυματισμό 6.413, τον βιασμό 159 γυναικών και την καταστροφή 551 γραφείων και τυπογραφείων της Αριστερός κατά το έτος που ακολούθησε την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας.


Το επίσημο κράτος προτιμούσε συχνά τη δικαστική οδό, την απαγγελία κατηγοριών εναντίον μελών και οργανώσεων της Αριστερός ακόμη και για επιθέσεις κατά των κατακτητών και των συνεργατών τους που έγιναν επί Κατοχής. Ωστόσο δεν ήταν λίγες και οι περιπτώσεις απρόκλητων επιθέσεων ή συγκρούσεων κατά την προσπάθεια σύλληψης, στις οποίες λάμβαναν μέρος εθνοφύλακες, στρατιώτες και χωροφύλακες. Την περίοδο μετά τη Βάρκιζα περίπου 250 θάνατοι προκλήθηκαν από εθνοφύλακες, 82 από τη χωροφυλακή και 4 από Αγγλους. Χιλιάδες ακόμη βρίσκονταν στις φυλακές, συχνά χωρίς να έχουν διαπράξει πραγματικό έγκλημα. Ακόμη και ξένοι, όχι φιλικά διακείμενοι προς το ΕΑΜ παρατηρητές παραδέχονταν πως η έκταση των διώξεων την περίοδο εκείνη ήταν τεράστια και πως τα περισσότερα θύματα ήταν αριστεροί.4

Το γνωστότερο ίσως περιστατικό παρακρατικής βίας αφορά την εισβολή της πολυάριθμης συμμορίας Μαγγανά στην Καλαμάτα τον Ιανουάριο του 1946, με την ουσιαστική κατάληψη της πόλης και τον θάνατο 14 πολιτών. Ωστόσο στην Ελλάδα της περιόδου εκείνης λάμβαναν χώρα καθημερινά και πολλά μικρότερης έκτασης και λιγότερο γνωστά περιστατικά. Αξίζει να αναφερθούν ενδεικτικά δύο παραδείγματα όπως καταγράφηκαν από ας ίδιες ας επίσημες αρχές:

Α) «Την νύκταν της 11ης προς την 12ην τρέχοντος ομάς τεσσάρων εθνοφυλάκων υπό τον λοχίαν Βλασσόπουλον Ιωάννην του 206 Τάγματος εισήλθε εις τα γραφεία ΕΠΟΝ Αρτης διά του φεγγείτου της θύρας, και προέβησαν εις την αναγραφήν χυδαίων φράσεων και απέσβυσαν τας υπαρχούσας επιγραφάς». 5

Β) «Την 3ην μ.μ. ώραν της χθες μετέβησαν εις το επί της οδού Λύσσης οινομαγειρείον των αδελφών Μιχ. Και Ευστ. Μηλιού πέντε άτομα, εκ των οποίων ο εις έφερε στολήν ανθυπολοχαγοϋ, δύο στολήν εθνοφύλακος και δύο με πολιτικά, οπλισμένοι άπαντες με βραχύκαννα όπλα. Παραλαβόντες τους αδελφούς Μήλιου, τους οδήγησαν εις τον λόφον του Αρείου Πάγου, όπου και τους εξυλοκόπησαν αγρίως. Ο Μιχ. Μήλιος κατόρθωσε να φύγει, τρέχων προς τους Αγίους Αποστόλους. Κατεδιώχθη όμως υπό του ενός εκ των φερόντων στολήν εθνοφύλακος, όστις τον επυροβόλησε ρίπτων εναντίον του και χειροβομβίδα. Ο Μιχ. Μήλιος υπέκυφεν εις τα τραύματά του. [...] Τα αίτια του φόνου δεν εξηκριβώθησαν ακόμη, εικάζεται όμως ότι πρόκειται περί αντεκδικήσεως, λόγω της δράσεως των αδελφών Μήλιου κατά το κίνημα. Το πτώμα του φονευθέντος μεταφέρθει εις το νεκροτομείον, ο δε Ευστάθιος Μήλιος νοσηλεύεται εις τον Σταθμόν Πρώτων Βοηθειών».6



Η Μαζική Αυτοάμυνα και οι Ομάδες Ενοπλων καταδιωκόμενων Αγωνιστών 

0 φόβος όσων είχαν ενεργό δράση στο ΕΑΜ και στον ΕΛΑΣ για την τύχη που πιθανότατα τους περίμενε στα χέρια των παρακρατικών αλλά και της επίσημης Δικαιοσύνης ώθησε αρκετούς από αυτούς να καταφύγουν στην παρανομία, κρυβόμενοι στις πόλεις ή -ακόμη συχνότερα- στα βουνά. Σταδιακά οι καταδιωκόμενοι αυτοί συγκεντρώθηκαν σε μικρές ομάδες για την καλύτερη προστασία απέναντι στους διώκτες τους. Οι Ομάδες των Ενοπλων Καταδιωκόμενων Αγωνιστών, όπως ονομάστηκαν, ήταν αρχικά σχετικά λίγες και ολιγάριθμες, αλλά άρχισαν να αυξάνονται όσο γινόταν ορατό πως δεν θα υπήρχε αμνηστία γι’ αυτούς. Αν και αναπτύχθηκαν σε πολύ μικρότερη έκταση σε σύγκριση με

τους διώκτες τους, οι ομάδες αυτές χρησιμοποιήθηκαν για την αιτιολόγηση της δράσης των παραστρατιωτικών ομάδων. Σύμφωνα με μια στρατιωτική έκθεση της περιόδου, η οποία ωστόσο δεν ήταν ιδιαίτερα θετική απέναντι στις ανεξέλεγκτες παραστρατιωτικές ομάδες·.«[...] βαρυνόμε-νοι με σωρείαν εγκλημάτων του Κοινού Ποινικού Νόμου, φοβούνται να επανέλθουν εις τους κόλπους της κοινωνίας και συνεχίζουν την διαβίωσιν εις τα όρη, επιδιδόμενοι εις την ληστείαν. Προ της τοιαύτης ανωμάλου και επικινδύνου καταστάσεως της υπαίθρου πλείστοι των χωρικών ηναγκάσθησαν, ή ωργανούμενοι εις ομάδας ή συλλόγους, ή έστω και μεμονωμένοι, να εξωπλισθούν διά την αντιμετώπισα/ των ως άνω συμμοριών.

Άλλοι δε πάλιν,Επωφελούμενοι της τοιαύτης εκρύθμου καταστάσεως και παρουσιαζόμενοι ως Εθνικισταί, προβαίνουν, δοθείσης ευκαιρίας, εις ληστείας, ουδόλως διαφέροντες των ανωτέρω αναψερθεισών ληστοσυμμοριών του ΕΛΑΣ, εις τας μεθόδους και τα αποτελέσματα». 7

Μια από τις πρώτες Ενοπλες Ομάδες Καταδιωκόμενων ήταν η ομάδα του Βασίλη Τσέλιου (Γεροδήμου) στο Ξηρόμερο Αιτωλοακαρνανίας. Ο Τσέλιος ήταν γιατρός, που επί Κατοχής είχε διατελέσει αρχηγός του αρχηγείου Δυτικής Στερεάς Ελλάδας του ΕΛΑΣ και εθνοσύμβουλος στο Εθνικό Συμβούλιο της ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης).

Βλέποντας πως αν παραδινόταν στις αρχές η τύχη του δεν θα ήταν καλή, προτίμησε να καταφϋγει στα βουνά της περιοχής, όπου και ενώθηκε με άλλους καταδιωκόμενους για να σχηματίσει την πρώτη ένοπλη ομάδα της ευρύτερης περιοχής, με την οποία έδρασε μέχρι τον θάνατό του σε σύγκρουση με τη χωροφυλακή.
Οσα μέλη της ομάδας του επιβίωσαν από τη σύγκρουση αυτή συγκεντρώθηκαν γύρω από τον Νίκο Κομπλίτση (Χελμό) για να δημιουργήσουν στη συνέχεια τη διάδοχη ομάδα η οποία και κατάφερε, έπειτα από καταδίωξη, να ενωθεί με άλλες ομάδες σε Ναυπακτία και Ευρυτανία.

Παρόμοιες περιπτώσεις υπήρχαν και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπου καταδιωκόμενοι ΕΛΑΣίτες, απογοητευμένοι από την κατάσταση, αποφάσιζαν να σχηματίσουν ένοπλες ομάδες παρά την αρχική επιφύλαξη του επίσημου ΚΚΕ απέναντι στην ένοπλη δράση.

Το ΚΚΕ θα παρέμενε προσανατολισμένο στη νόμιμη πολιτική δράση για σημαντικό διάστημα. Η βία που αντιμετώπιζαν τα μέσα και κατώτερα ειδικά μέλη του κόμματος και οι συνεπαγόμενες πιέσεις στην ηγεσία δεν παραγνωρίζονταν, αλλά το ΚΚΕ θεωρούσε ότι έπρεπε να περιοριστεί σε προειδοποιήσεις και ότι αργά ή γρήγορα θα επερχόταν μια κάποια ομαλοποίηση της πολιτικής ζωής και οι κομμουνιστές θα μπορούσαν να διεκδικήσουν περισσότερα από όσα θα τους προσέφερε μια νέα καταφυγή στα όπλα με όχι και τόσο ευμενείς όρους.

Σ’ αυτό το πλαίσιο κινούνταν και οι πρώτες δηλώσεις Ζαχαρώδη μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις οποίες:«[...] την ευθύνη τη φέρνει η Κυβέρνηση. Κανένας άλλος. Αυτή καλύπτει εκείνους που σπρώχνουν τη χώρα στον εμφύλιο πόλεμο. Γελιέται όμως οικτρά όταν νομίζει ότι ο δημοκρατικός κόσμος θα βλέπει παθητικά και με σταυρωμένα χέρια τις ασχήμιες και τις δολοφονίες χιτών, των Σούρληδων κλπ. Θα δώσει απάντηση και θα σταματήσει, όταν θελήσει, μόνος του την τρομοκρατία αυτή, αν η Κυβέρνηση δεν μπορεί, είτε δε θέλει να κάνει το καθήκον της. Γιατί ο δημοκρατικός κόσμος είναι σε θέση, μέσα σε 48 ώρες, με μια μαζική δημοκρατική αυτοάμυνα, να σπάσει αν θέλει την τρομοκρατία αυτή με ένα απλό μα αλάνθαστο μέσο: σπάζοντας στο ξύλο τους θρασύδειλους δολοφόνους, όπου παρουσιάζονται». 8

Η αυτοάμυνα απέναντι στη Λευκή Τρομοκρατία θα παρέμενε κυρίως πολιτική και πάντως μαζική, εστιαζόμενη κυρίως σε συγκεντρώσεις, απεργίες και άλλες μαζικές εκδηλώσεις που δεν περιλάμβαναν τη χρήση όπλων.

Σύμφωνα με απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ κατά την πρώτη εκείνη περίοδο: «Η Ολομέλεια υπογραμμίζει ιδιαίτερα: Α) ότι η δολοφονική τρομοκρατική δράση της Δεξιάς επιβάλλει επιτακτικά και άμεσα την οργάνωση της μαζικής λαϊκής αυτοάμυνας για την αντιμετώπισή της. Αντρες, γυναίκες, παιδιά, όλη η δημοκρατική Ελλάδα θα τσακίσει το χέρι των δολοφόνων φασιστών, κάθε φορά που σηκώνεται ; οπλισμένο.
Β) ότι οι μαζικοί αγώνες όλων των στρωμάτων του εργαζόμενου λαού και όλου του δημοκρατικού κόσμου (στάσεις, απεργίες, συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις, κλείσιμο μαγαζιών, παλλαϊκή κήδευση θυμάτων φασισμού κλπ) είναι πρωταρχική δημοκρατική υποχρέωση, για ν’ αντιμετωπίζονται συγκεκριμένες δολοφονικές πράξεις της αντίδρασης.
Γ) Η μαζική και παλλαϊκή πολιτική απεργία, σαν αποφασιστικό όπλο, επιβάλλεται σήμερα για ν’ αντιμετωπίζονται πιο γενικές και σημαντικές τρομοκρατικές φασιστικές εκδηλώσεις.
Δ) όλος ο δημοκρατικός κόσμος πρέπει να είναι έτοιμος να υπερασπίσει τη ζωή του και ν’ αντιμετωπίσει με όλα τα μέσα κάθε φασιστικό πραξικόπημα Ο λαός ας αγρυπνεί». 9

Η στάση αυτή της έμφασης στη Μαζική Λαϊκή Αυτοάμυνα συνεχίστηκε και το επόμενο έτος. Λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές του Μαρτίου 1946, απόφαση του Πολιτικού Γραφείου τόνιζε στο ίδιο πνεύμα: «ο Λαός πρέπει με τη Μαζική Λαϊκή Αυτοάμυνα να περιφρουρεί τη ζωή, την τιμή, την περιουσία και την ησυχία του απαντώντας με τα ίδια μέσα σε κάθε χτύπημα που οργανώνει και καταφέρνει η ενωμένη φασιστική αντίδραση». 10

Η εμφάνιση το 1945 των ένοπλων ομάδων στη Μακεδονία περιέπλεξε ακόμη περισσότερο τα πράγματα, γιατί εκεί οι ομάδες είχαν συχνά δυναμικότερη δράση και -κυρίως-καθοδηγούνταν συχνά από το ΝΟΚ (Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο) που είχε δημιουργηθεί την άνοιξη ως μετεξέλιξη του Σλαβομακεδονικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΣΝΟΦ).

Οι 12 τέτοιες ομάδες που δρούσαν στην περιοχή του καλοκαίρι του 1945 είχαν προβεί και σε επιθέσεις εναντίον της χωροφυλακής, ενώ η αυτονομιστική δράση τους έφερνε σε δύσκολη θέση το ΚΚΕ και επέτεινε την καταστολή, τόσο του επίσημου κράτους όσο και των παραστρατιωτικών οργανώσεων. Οι τελευταίες από ένα σημείο και μετά δρούσαν κεντρικά οργανωμένες στην περιοχή υπό τη σκέπη του Εθνικού Μακεδονικού Αγώνα (ΕΜΑ), οργάνωσης που ιδρύθηκε ειδικά για τον σκοπό αυτό.

Η δύσκολη ισορροπία ανάμεσα αφενός στη νόμιμη πολιτική δράση, που, θεωρητικά τουλάχιστον, θα εξασφάλιζε την ύπαρξη του κόμματος και τη δυνατότητα προώθησης των μακροπρόθεσμων στόχων του, και αφετέρου στην αυτοπροστασία των καταδιωκόμενων χαρακτήρισε το σύνολο της περιόδου μετά τη Βάρκιζα, ακόμη και την πρώτη περίοδο του ίδιου του Εμφυλίου.

Η διακήρυξη της «ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης» ως επίσημου σκοπού του κόμματος στην 11η Ολομέλεια, τον Απρίλιο του 1945, θα συνέχιζε να καθορίζει τη στάση απέναντι στο ζήτημα της ένοπλης δράσης το επόμενο διάστημα. Στα τέλη Μαΐου 1945, για παράδειγμα, ο «Ριζοσπάστης» χαρακτήριζε «παραμύθια» τις αναφορές εθνικόφρονων εφημερίδων περί μυστικής ανασυγκρότησης του ΕΛΑΣ, προβάλλοντας και τις κυβερνητικές δηλώσεις για ανυπαρξία σχετικών πληροφοριών που να υποστηρίζουν κάτι τέτοιο. 11 

Στο πλαίσιο αυτό του περιορισμού της ένοπλης δράσης εντάσσονται η καταδίκη της προσπάθειας του Αρη Βελουχιώτη να αμφισβητήσει τις επίσημες επιλογές της Βάρκιζας και ο χαρακτηρισμός της δράσης του ως «τυχοδιωκτικής και ύποπτης».12

Ακόμη και την περίοδο της ίδρυσης του Δημοκρατικού : Στρατού ο «Ριζοσπάστης» προσπαθούσε να αποτρέψει τα μέλη του κόμματος από τη μαζική και ανεξέλεγκτη άνοδο στα βουνά, αλλά ενδεχομένως και να τους προστατέψει από
πιθανούς κινδύνους σε περίπτωση που η πρόθεσή τους αυτή υπέπιπτε στην αντίληψη των αρχών: «τον τελευταίο καιρό κυκλοφορούν στην Αθήνα πολλά ύποπτα υποκείμενα που διαδίδουν ότι έχουν εξουσιοδότηση να κάνουν στρατολογία για να στείλουν αντάρτες στα βουνά Αλλοι λένε ότι έχουν εντολή να σχηματίσουν αντάρτικες ομάδες, να επανασυστήσουν τον ΕΛΑΣ και να βγουν στο βουνό. Τρίτοι προσθέτουν ότι θ’ αρχίσουν να χτυπούν και τους Αγγλους με τα όπλα, κλπ. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις πρόκειται για πράκτορες και όργανα των εχθρών του Λαού και του Δημοκρατικού Κινήματος που για σκοπό έχουν να δώσουν “πειστήρια” για τα κατασκευάσματα που ο μοναρχοφασισμός και τα κρατικά όργανα σκαρώνουν για να χτυπήσουν τον Δημοκρατικό Λαό και τους αγωνιστές του, κατασκευάσματα που τον τελευταίο καιρό τόσο έχουν πληθύνει. Το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ κάνει προσεκτικούς όλους τους δημοκρατικούς πολίτες και τις οργανώσεις του απ’ τις παγίδες αυτές που στήνουν οι εμπρηστές του εμφυλίου πολέμου και καλεί κάθε έντιμο Ελληνα να καταγγέλνει ανοιχτά τις δολοπλοκίες αυτές».13

Η επίθεση στο Λιτόχωρο και ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ)

Παρά τις επιφυλάξεις που συνέχισαν να εκφράζονται και το 1946, το ενδεχόμενο ανάληψης ένοπλου αγώνα είχε αρχίζει να συζητείται από τον Φεβρουάριο. Η 2η Ολομέλεια, που πραγματοποιήθηκε στις 12-15 Φεβρουάριου, δεν φαίνεται να υιοθέτησε την ένοπλη δράση ως βασική στρατηγική (εξάλλου και η ΕΣΣΔ δήλωνε αντίθετη προς μια τέτοια προοπτική), αλλά μάλλον επέτρεψε τη δημιουργία ένοπλων ομάδων στις περιοχές όπου ο κίνδυνος από τη δράση παρακρατικών και επίσημων δυνάμεων καταστολής ήταν μεγαλύτερος.
Η πολιτική δράση παρέμενε το βασικό εργαλείο πολιτικής, αλλά κρίθηκε ότι οι εξελίξεις καθιστούσαν αναγκαία την ανάληψη ένοπλης δράσης τόσο σε περιπτώσεις αυτοάμυνας όσο ως μέσο άσκησης πίεσης στην κυβέρνηση προκειμένου να περιορίσει τις αυθαιρεσίες της.

Κύριο σημείο πολιτικής έντασης την περίοδο εκείνη αποτελούσαν οι επερχόμενες εκλογές, από τις οποίες το ΚΚΕ είχε αποφασίσει να απέχει, αφού οι συνθήκες διεξαγωγής τους κρίνονταν εντελώς αντιδημοκρατικές.

Τη νύχτα της 30ής προς 31η Μαρτίου 1946, την ημέρα που θα διεξάγονταν οι εκλογές στο προαναφερθέν κλίμα τρομοκρατίας και ακραίας πόλωσης, μια από τις ένοπλες ομάδες, υπό τον Αλέξανδρο Ρόσιο (καπετάν Υψηλάντη), καταδιωκόμενο αξιωματικό του ΕΛΑΣ, επιτέθηκε στην παραστρατιωτική ομάδα (ομάδα Γαλή) που δρούσε στην περιοχή του Λιτόχωρου. Στη συμπλοκή ενεπλάκησαν και χωροφύλακες, καθώς και το τμήμα της εθνοφυλακής που είχε φτάσει για την περιφρούρηση των εκλογών. Αποτέλεσμα ήταν ο θάνατος 9 χωροφυλάκων και 2 εθνοφυλάκων και η προβολή του γεγονότος στις εθνικόφρονες εφημερίδες (συχνά με αρκετή δόση υπερβολής) έλαβε τη μορφή απόδειξης της επιθετικότητας του ΚΚΕ. Το «Εμπρός» έκανε λόγο για έγκλημα και περιέγραφε το γεγονός με το παρακάτω απόσπασμα: «Εκατονταμελής συμμορία κομμουνιστών οπλισμένη δί αυτόμάτων όπλων και βαρέων όλμων επετέθη την πρωίαν κατά του Σταθμού Λιταχώρου του οποίου το οίκημα επυρπολήθη. Αγνοείται η τύχη 15 χωροφυλάκων και εθνοφυλάκων».


Το δημοσίευμα συνόδευαν και άλλες ειδήσεις για επίθεση κατά εκλογικού τμήματος και φόνο του γραμματέα της κοινότητας και ενός «εθνικόφρονος πολίτη» σε χωριό της Νάουσας, καθώς και για άλλες, μικρότερης έκτασης επιθέσεις σε Κοζάνη και Βέροια. 14

Ο «Ριζοσπάστης» έσπευσε αμέσως να αρνηθεί τις ευθύνες του ΚΚΕ για τις επιθέσεις γράφοντας:«[...] το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως πριν αρχίσει η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του χθεσινού πραξικοπήματος που το χαρακτηρίζει η ωμή βία των μοναρχικών και η νοθεία, φρόντισε να εφοδιάσει τον τύπο με διάφορα ψεύδη και προκλήσεις, ώστε να εμφανίζεται η αντίθετη ακριβώς από την πραγματικότητα εικόνα. Ετσι ανακοινώθηκε χθες ότι στις 30/3 κομμουνιστική συμμορία χτύπησε το σταθμό χωροφυλακής Λιτοχώρου Κατερίνης με αποτέλεσμα το φόνο 10 χωροφυλάκων και στρατιωτών και άλλα προκλητικά ψεύδη για δήθεν επιθέσεις εναντίον της δεξιάς. Οπως έχουμε γράψει πολλές φορές ακριβώς στην περιφέρεια Κατερίνης δρα η μοναρχική συμμορία του Γαλή που τις τελευταίες ακριβώς μέρες οργίασε εναντίον του δημοκρατικού πληθυσμού όλης της περιφέρειας». 15

Η επίθεση στο Λιτόχωρο θεωρείται η συμβατική ημερομηνία έναρξης του εμφυλίου πολέμου. Στην πραγματικότητα το γεγονός αυτό δεν σήμανε την ξαφνική έναρξη της μαζικής ένοπλης δράσης ούτε, όπως είδαμε, η προηγούμενη περίοδος ήταν ειρηνική.

 Η επίθεση στο Λιτόχωρο σηματοδότησε τη σταδιακή πορεία προς την ένοπλη αναμέτρηση, αλλά χρειάστηκαν ακόμη αρκετοί μήνες μέχρι να αποφασίσει το ΚΚΕ τη δημιουργία ενός νέου, πλήρως οργανωμένου αντάρτικου στρατού. Στο ενδιάμεσο διάστημα αυξήθηκαν σταδιακά οι επιθέσεις απέναντι στις παραστρατιωτικές ομάδες, στη χωροφυλακή και στην εθνοφυλακή. Σημαντική ήταν και η αύξηση των ίδιων των ένοπλων αντάρτικων ομάδων.

Στην περίοδο που ακολούθησε την επίθεση στο Λιτόχωρο επεκτάθηκε σημαντικά η ζώνη ελέγχου των ανταρτών.

Τον Ιούνιο του 1946 έγινε και η πρώτη απόπειρα κατάληψης πόλης, με την αποτυχημένη επίθεση στη Νάουσα. Οι επιθέσεις για την κατάληψη πόλεων και τη διάλυση σταθμών της χωροφυλακής επαναλήφθηκαν το φθινόπωρο, την ίδια περίοδο που οι αποτυχίες του Εθνικού Στρατού οδήγησαν σε μια πρώτη κρίση το κυβερνητικό στρατόπεδο.
Η απάντηση από κυβερνητικής πλευράς ήταν η ένταση της προσπάθειας αύξησης του αριθμού των δυνάμεων ασφαλείας, η υλική ενίσχυσή τους, αρχικά από τη Βρετανία και στη συνέχεια από τις ΗΠΑ, και η εκκαθάρισή τους από τα πλέον «αναξιόπιστα στοιχεία» ώστε να καταστούν περισσότερο αξιόμαχες. Το επόμενο διάστημα οι στρατευμένοι αριστεροί θα περνούσαν συνήθως τη θητεία τους έγκλειστοι στη Μακρόνησο.


Η έγκριση από την κυβέρνηση του Γ' Ψηφίσματος («Περί εκτάκτων μέτρων κατά των επιβουλευομένων την δημοσίαν τάξιν και την ακεραιότητα της χώρας») του Ιούνιο και η επιστροφή του βασιλιά, μετά το δημοψήφισμα του Σεπτεμβρίου 1946, αποτέλεσαν δύο ακόμη πολιτικά βήματα στην κλιμάκωση του Εμφυλίου.

Στρατιωτικά η κλιμάκωση αυτή μεταφράστηκε στην αύξηση της δύναμης των ανταρτών σε περίπου 7.000 με 8.000 και την προσπάθεια αποτελεσματικότερου ελέγχου της δράσης των αντάρτικων σωμάτων μέσω της δημιουργίας ενός κεντρικού αρχηγείου.

Στις 28 Οκτωβρίου 1946 ο Μάρκος Βαφειάδης και αρχηγοί ένοπλων ομάδων συναντήθηκαν στο χωριό Τσούκα Αντιχασίων, όπου αποφασίστηκε η συγκρότηση ενός ενιαίου αντάρτικου στρατού υπό το Γενικό Αρχηγείο Ανταρτών, επικεφαλής του οποίου τέθηκε ο Βαφειάδης.

Με την άνοδο στα βουνά μερικών ακόμη χιλιάδων ανταρτών και την επιστροφή άλλων που είχαν καταφύγει στη Γιουγκοσλαβία για να προστατευθούν από τις διώξεις, ο ενιαίος αυτός στρατός θα φτάσει στο τέλος του χρόνου τα 10.000 μέλη και στις 27 Δεκεμβρίου θα μετονομαστεί σε Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας με την παρακάτω διαταγή:

«1. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα που τα αντάρτικα τμήματά μας δημιουργήθηκαν και πάλαιψαν ενάντια στον αγγλόδουλο μοναρχοφασισμό για την υπεράσπιση της Δημοκρατίας, για τη λευτεριά του Λαού και για την ανεξαρτησία της χώρας, οι αντάρτικες δυνάμεις μεγάλωσαν σοβαρά σε αριθμό και δυνάμωσαν τόσο ώστε να μπορούν να θεωρούνται Στρατός. 

2. Κρίνουμε πως είναι πια ώριμες οι προϋποθέσεις για να μετονομαστούν τα αντάρτικα σώματα σε Στρατό. Κατόπιν αυτού αποφασίζουμε την ονομασία των αντάρτικών Σωμάτων σε “Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδος”. 

3. Αυτό είναι σταθμός και απαρχή για νέα πιο αποφασιστική άνοδο της πάλης μας ενάντια στο μοναρχοφασισμό και την Αγγλική κατοχή.

4. Η ονομασία των άλλων σχηματισμών και μέχρι νεωτέρας μας διαταγής μένει όπως έχει σήμερα».16


Το επόμενο έτος ο Εμφύλιος θα ενταθεί ακόμη περισσότερο και θα δημιουργηθεί η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση. Ο Εμφύλιος θα κορυφωθεί το 1948-1949.

Παραπομπές

1 Δημ. Ζαφειρόπουλος, Ο αντισυμμοριακός αγών, 1945-1949 [χ.ε.], Αθήνα, 1956, σελ. 42.

Τάσος Κωστόπουλος, «Το επιτελείο Μαρκεζίνη», περιοδικό Αρχειοτάξιο αρ. 17, Δεκέμβριος 2015.

3 Πολυμερής Βόγλης, Η αδύνατη επανάσταση. Η κοινωνική δυναμική του εμφυλίου πολέμου, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2014, σελ. 127.

4 Ντέιβιντ κλόουζ (επιμ.), 0 ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, 1943-1950. Μελέτες για την πόλωση, μετάφραση: Γιάννης Σπανδώνης, Φιλίστωρ, Αθήνα, 1997 [1993], σελ. 121.

5 Γενικό Επιτελείο Στρατού/Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού: Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου (1944-1949), τόμος 2ος, ΔΙΧ, Αθήνα, 1998, έγγραφο 43: Στρατ. Διοικ. Πρεβέζης, Δ/σις Πληροφοριών, Δεκαήμερον Δελτίον Πληροφοριών από 11-20 Σεπτεμβρίου, Εν Πρεβέζη τη 21η Σεπτεμβρίου 1945.

6 Εθνος, «Ο χθεσινός φόνος οφείλεται εις αντεκδίκησιν», 12/4/1945.

7 Γενικό Επιτελείο Στρατού/Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού: Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου 0944-1949), τόμος 2ος, ΔΙΣ, Αθήνα, 1998, έγγραφο 19: Γενικόν Επιτελείον Στρατού, Διεύθυνσις Επιχειρήσεων, Εισηγητική Εκθεσις δια την Αποκατάστασιν της Τάξεως και Ασφαλείας ανά την Χώραν, Αθήνα, 30 Ιουνίου 1945.

8 Ριζοσπάστης, «Μόνο μια λαϊκή δημοκρατία με την υποστήριξη του λαού θα λύσει τα κοινωνικά, οικονομικά 

9 Ριζοσπάστης, «Η σημερινή πολιτική κατάσταση και τα καθήκοντα του κόμματος», 30/6/1945.

10 Ριζοσπάστης, «Απόφαση του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ», 15/3/1946.

11 Ριζοσπάστης, «Τα παραμύθια για ανασυγκρότηση του ΕΛΑΣ», 31/5/1945.

12 Ριζοσπάστης, «Οι αποφάσεις του Πολιτικού Γ ραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για την πολιτική κατάσταση», 16/6/1945.

13 Ριζοσπάστης «Δολοπλοκίες εμπρηστών ίου εμφυλίου πολέμου. Ανακοίνωση του ΚΚΕ», 31/10/1946.

14 Εφημερίδα Εμπρός (Αθήνας), «Στυγερόν έγκλημα κομμουνιστικής συμμορίας εις το χωρίον Λιτόχωρον», 1/4/1946.

15 Ριζοσπάστης, «Οι αρχές και οι συμμορίες», 1/4/1946.

16 Δημοκρατικός στρατός Ελλάδας, Γενικό Αρχηγείο 27/12/1946

Βιβλιογραφία

* [ΚΚΕ], Επίσημα κείμενα, τόμος έκτος, 1945-1949, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα. 1987.

* Δημήτριος Ζαφειρόπουλος, Ο αντισυμμοριακός αγών, 1945-1949 [χ.ε.], Αθήνα, 1956.

* Πολυμερής Βόγλης, Η αδύνατη επανάσταση. Η κοινωνική δυναμική του εμφυλίου πολέμου, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2014.

* Γιώργος Μαργαρίτης, Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου,
τόμος 1, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2002.

* Βασιλική Λάζου, Η επιβολή του κράτους. 0 εμφύλιος πόλεμος στη Λαμία, 1945-1949, Ταξιδευτής, Αθήνα, 2016.

 * Τάσος Κωστόπουλος, «Το επιτελείο Μαρκεζίνη», περιοδικό Αρχειοτάξιο αρ. 17, Δεκέμβριος 2015.

* Ντέιβιντ Κλόουζ (επιμ.), 0 ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, 1943- 1950. Μελέτες για την πόλωση, μετάφραση·. Γιάννης Σπανδώνης, Φιλίσιωρ, Αθήνα, 1997 [1993],

Πηγή: του Βασίλη Γ. Μανουσάκη - Ιστορικού, δρα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΦ - Hot Doc History

1 σχόλιο:

  1. Προσοχή με το υλικό: Η φωτογραφία με τους οπλισμένους χωρικούς είναι ΕΛΑΣίτης και η μητέρα του, πασίγνωστη φωτογραφία του Μελετζή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή