Το αγαπημένο γλύκισμα των Βρετανών το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ήταν η πουτίγκα. Για δεκαετίες είχε υπερισχύσει η νόστιμη συνταγή με σταφίδες, που τις εισήγαγαν από τη μοναδική τότε παραγωγό χώρα, την Ελλάδα. Το πιο μεγάλο μέρος της Πελοποννήσου ήταν καλυμμένο με αμπέλια, κι από το περιβόητο σταφύλι τους γινόταν η πολύτιμη σταφίδα.
Τη δεκαετία του 1880, τα αμπέλια της Γαλλίας πλήγηκαν από φυλλοξήρα και οι παραγωγοί κρασιού ήταν σε αναζήτηση νέας πρώτης ύλης. Η περίφημη ελληνική σταφίδα ήταν μια καλή λύση. Η ζήτηση ανέβηκε, το χρήμα εισέρρεε στην Πάτρα, την Καλαμάτα, την Κόρινθο, χωρίς φειδώ, και οι τελευταίοι αγρότες παράτησαν τα μποστάνια και την οργάνωση σε αγροικίες, για να πλουτίσουν από τη μονοκαλλιέργεια της σταφίδας.
Η κατάσταση όμως της αμπελοκαλλιέργειας στη Γαλλία βελτιώθηκε και η σταφίδα στην Ελλάδα άρχισε να μένει απούλητη. Το 1893, είχε ξεκινήσει η παραγωγική συντριβή της χώρας. Την ίδια χρονιά, ο Τρικούπης αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι η Ελλάδα είχε χρεοκοπήσει. Η φορολογική ύλη δεν επαρκούσε για την πληρωμή των δανείων από το εξωτερικό. Η χώρα μπήκε σε μεγάλη περιδίνηση. Αντί να ενωθούν οι πολιτικές δυνάμεις, ώστε να υπάρξει κάποια λύση, συνεχίστηκε η πρακτική το ένα παλιό τζάκι να κατηγορεί το άλλο και ο ένας κομματικός στρατός να συγκρούεται με τον άλλο, με έπαθλο την εξουσία.
Οι σταφιδοπαραγωγοί της Πελοποννήσου επέμεναν ότι πρέπει να βρεθεί λύση στην πτώση της τιμής της σταφίδας και στη συνεπαγόμενη οικονομική καχεξία τους. Λύση κυβερνητική ή μάλλον μαγική. Αντί να αλλάξουν καλλιεργητικό αντικείμενο, κατέβαιναν σε παλλαϊκά συλλαλητήρια, έστελναν αναφορές στον εκάστοτε πρωθυπουργό ή τον βασιλιά και οργανώνονταν σε τοπικούς στρατούς, με αντικείμενο την υπερίσχυση της δικής τους ποικιλίας σταφίδας έναντι των γειτονικών ποικιλιών. Είπαν, εκείνα τα χρόνια, ότι ζούσαν τον β’ πελοποννησιακό πόλεμο.
Το 1896, η Αθήνα κυνηγούσε το δικό της υπερβατικό όνειρο: την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Την ίδια όμως χρονιά ξεκίνησε και ο υπεραιωνόβιος πια εφιάλτης της χώρας: η μετανάστευση και η ξενιτιά. Πρώτος στόχος τότε η Αμερική. Μέχρι το 1900, 11.000 νέοι θα έπαιρναν το πλοίο με προορισμό το Ellis Island. Παράλληλα με τη μετανάστευση, ξεκίνησε και ένα ευδιάκριτο ρεύμα αστυφιλίας. Τα χωράφια δεν μπορούσαν πια να θρέψουν τον πληθυσμό.
Ένα χρόνο μετά, και καθώς οι τοπικές «σταφιδοσυγκρούσεις» δεν έβγαζαν πουθενά, ο πάντα επικίνδυνος και λαοπλάνος Θεόδωρος Δηλιγιάννης, πρωθυπουργός, δυστυχώς για μία ακόμα φορά, είχε τη λύση: Πόλεμος με την Τουρκία, ώστε να κατασιγαστούν τα εσωτερικά πάθη, να επέμβουν οι Μεγάλες Δυνάμεις και να λυπηθούν την Ελλάδα. Ο πόλεμος κατέληξε σε μεγάλη καταστροφή.
Εκτός από τα παλαιά δάνεια, η Ελλάδα έπρεπε να ξεπληρώσει 95 εκατ. χρυσά φράγκα στην Τουρκία ως πολεμικές αποζημιώσεις. Η νέα κυβέρνηση του Αλέξανδρου Ζαΐμη, γόνου της παλιάς οικογένειας των καλαβρυτινών κοτζαμπάσηδων, προσπάθησε να λύσει το ζήτημα, έχοντας όμως το λαό καθημαγμένο και ανήμπορο να επαναστατήσει και πάλι.
Στις 21/2/1898 η Βουλή ψήφισε το νόμο που επέτρεπε στο Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο να κατασχέσει τα έσοδα από τα κρατικά μονοπώλια. Συγκεκριμένα, ανά έτος κατάσχονται:
300.000 δραχμές από τα μονοπώλια αλατιού, σπίρτων, πετρελαίου, κολιτσίνας, σμύριδας και τσιγαρόχαρτου.
6,6 εκατ. δραχμές από τον καπνικό φόρο.
10 εκατ. δραχμές από το χαρτόσημο (το σημερινό ΦΠΑ).
10,7 εκατ. δραχμές από τους τελωνειακούς δασμούς του Πειραιά.
Σε περίπτωση που δεν επαρκούσαν τα έσοδα αυτά, προβλεπόταν αυτόματος κόφτης εσόδων, δηλαδή περαιτέρω κατασχέσεις των τελωνειακών εσόδων (τελωνεία Λαυρίου, Βόλου, Κέρκυρας και Πάτρας). Ακόμα, ο ΔΟΕ είχε στον έλεγχό του τα δημόσια έξοδα, ιδιαιτέρως τις προσλήψεις. Αφαίρεσε επίσης από την κυβέρνηση της χώρας το δικαίωμα να εκδίδει νόμισμα και να το υποτιμά. Με τον τρόπο αυτό φρόντιζε να έχει σταθερή ισοτιμία δραχμής – φράγκου, έτσι ώστε τυχόν υποτίμηση της δραχμής να μην υποτιμήσει την αξία των αποπληρωμών του δανείου.
Και καθώς, δυο μήνες αργότερα, έφτασαν στη χώρα και εγκαταστάθηκαν πράγματι οι υπάλληλοι του ΔΟΕ, στο μέγαρο απέναντι από το σημερινό προεδρικό μέγαρο, τότε κατοικία του διαδόχου, ήρθε και το πολυπόθητο δάνειο, που κάλυψε τις τουρκικές αποζημιώσεις, τα παλιά δάνεια προς κεφαλαιούχους της Ευρώπης και το έλλειμμα του 1897. Ο ΔΟΕ έφυγε από τη χώρα 80 χρόνια μετά, το 1978… και επανήλθε, βέβαια, με άλλη μορφή, στις μέρες μας.
Πηγή: Παναγιώτης Πασπαλιάρης-Hot Doc
Τη δεκαετία του 1880, τα αμπέλια της Γαλλίας πλήγηκαν από φυλλοξήρα και οι παραγωγοί κρασιού ήταν σε αναζήτηση νέας πρώτης ύλης. Η περίφημη ελληνική σταφίδα ήταν μια καλή λύση. Η ζήτηση ανέβηκε, το χρήμα εισέρρεε στην Πάτρα, την Καλαμάτα, την Κόρινθο, χωρίς φειδώ, και οι τελευταίοι αγρότες παράτησαν τα μποστάνια και την οργάνωση σε αγροικίες, για να πλουτίσουν από τη μονοκαλλιέργεια της σταφίδας.
Η κατάσταση όμως της αμπελοκαλλιέργειας στη Γαλλία βελτιώθηκε και η σταφίδα στην Ελλάδα άρχισε να μένει απούλητη. Το 1893, είχε ξεκινήσει η παραγωγική συντριβή της χώρας. Την ίδια χρονιά, ο Τρικούπης αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι η Ελλάδα είχε χρεοκοπήσει. Η φορολογική ύλη δεν επαρκούσε για την πληρωμή των δανείων από το εξωτερικό. Η χώρα μπήκε σε μεγάλη περιδίνηση. Αντί να ενωθούν οι πολιτικές δυνάμεις, ώστε να υπάρξει κάποια λύση, συνεχίστηκε η πρακτική το ένα παλιό τζάκι να κατηγορεί το άλλο και ο ένας κομματικός στρατός να συγκρούεται με τον άλλο, με έπαθλο την εξουσία.
Οι σταφιδοπαραγωγοί της Πελοποννήσου επέμεναν ότι πρέπει να βρεθεί λύση στην πτώση της τιμής της σταφίδας και στη συνεπαγόμενη οικονομική καχεξία τους. Λύση κυβερνητική ή μάλλον μαγική. Αντί να αλλάξουν καλλιεργητικό αντικείμενο, κατέβαιναν σε παλλαϊκά συλλαλητήρια, έστελναν αναφορές στον εκάστοτε πρωθυπουργό ή τον βασιλιά και οργανώνονταν σε τοπικούς στρατούς, με αντικείμενο την υπερίσχυση της δικής τους ποικιλίας σταφίδας έναντι των γειτονικών ποικιλιών. Είπαν, εκείνα τα χρόνια, ότι ζούσαν τον β’ πελοποννησιακό πόλεμο.
Το 1896, η Αθήνα κυνηγούσε το δικό της υπερβατικό όνειρο: την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Την ίδια όμως χρονιά ξεκίνησε και ο υπεραιωνόβιος πια εφιάλτης της χώρας: η μετανάστευση και η ξενιτιά. Πρώτος στόχος τότε η Αμερική. Μέχρι το 1900, 11.000 νέοι θα έπαιρναν το πλοίο με προορισμό το Ellis Island. Παράλληλα με τη μετανάστευση, ξεκίνησε και ένα ευδιάκριτο ρεύμα αστυφιλίας. Τα χωράφια δεν μπορούσαν πια να θρέψουν τον πληθυσμό.
Ένα χρόνο μετά, και καθώς οι τοπικές «σταφιδοσυγκρούσεις» δεν έβγαζαν πουθενά, ο πάντα επικίνδυνος και λαοπλάνος Θεόδωρος Δηλιγιάννης, πρωθυπουργός, δυστυχώς για μία ακόμα φορά, είχε τη λύση: Πόλεμος με την Τουρκία, ώστε να κατασιγαστούν τα εσωτερικά πάθη, να επέμβουν οι Μεγάλες Δυνάμεις και να λυπηθούν την Ελλάδα. Ο πόλεμος κατέληξε σε μεγάλη καταστροφή.
Εκτός από τα παλαιά δάνεια, η Ελλάδα έπρεπε να ξεπληρώσει 95 εκατ. χρυσά φράγκα στην Τουρκία ως πολεμικές αποζημιώσεις. Η νέα κυβέρνηση του Αλέξανδρου Ζαΐμη, γόνου της παλιάς οικογένειας των καλαβρυτινών κοτζαμπάσηδων, προσπάθησε να λύσει το ζήτημα, έχοντας όμως το λαό καθημαγμένο και ανήμπορο να επαναστατήσει και πάλι.
Στις 21/2/1898 η Βουλή ψήφισε το νόμο που επέτρεπε στο Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο να κατασχέσει τα έσοδα από τα κρατικά μονοπώλια. Συγκεκριμένα, ανά έτος κατάσχονται:
300.000 δραχμές από τα μονοπώλια αλατιού, σπίρτων, πετρελαίου, κολιτσίνας, σμύριδας και τσιγαρόχαρτου.
6,6 εκατ. δραχμές από τον καπνικό φόρο.
10 εκατ. δραχμές από το χαρτόσημο (το σημερινό ΦΠΑ).
10,7 εκατ. δραχμές από τους τελωνειακούς δασμούς του Πειραιά.
Σε περίπτωση που δεν επαρκούσαν τα έσοδα αυτά, προβλεπόταν αυτόματος κόφτης εσόδων, δηλαδή περαιτέρω κατασχέσεις των τελωνειακών εσόδων (τελωνεία Λαυρίου, Βόλου, Κέρκυρας και Πάτρας). Ακόμα, ο ΔΟΕ είχε στον έλεγχό του τα δημόσια έξοδα, ιδιαιτέρως τις προσλήψεις. Αφαίρεσε επίσης από την κυβέρνηση της χώρας το δικαίωμα να εκδίδει νόμισμα και να το υποτιμά. Με τον τρόπο αυτό φρόντιζε να έχει σταθερή ισοτιμία δραχμής – φράγκου, έτσι ώστε τυχόν υποτίμηση της δραχμής να μην υποτιμήσει την αξία των αποπληρωμών του δανείου.
Και καθώς, δυο μήνες αργότερα, έφτασαν στη χώρα και εγκαταστάθηκαν πράγματι οι υπάλληλοι του ΔΟΕ, στο μέγαρο απέναντι από το σημερινό προεδρικό μέγαρο, τότε κατοικία του διαδόχου, ήρθε και το πολυπόθητο δάνειο, που κάλυψε τις τουρκικές αποζημιώσεις, τα παλιά δάνεια προς κεφαλαιούχους της Ευρώπης και το έλλειμμα του 1897. Ο ΔΟΕ έφυγε από τη χώρα 80 χρόνια μετά, το 1978… και επανήλθε, βέβαια, με άλλη μορφή, στις μέρες μας.
Πηγή: Παναγιώτης Πασπαλιάρης-Hot Doc
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου