26.4.16

Προσπάθησα να γίνω άνθρωπος για να μπορέσω να γίνω κομμουνίστρια

Η Δήμητρα Πέτρουλα, κάποια χρόνια πριν

Πάντα αναρωτιόμουν πώς νιώθουν οι άνθρωποι που έχουν βασανιστεί σκληρά, που έχουν χάσει με στυγερό δολοφονικό τρόπο γονείς κι αδέρφια, για τους βασανιστές και τους δολοφόνους τους.
Στη σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδας τέτοια περιστατικά είναι χιλιάδες.
Ο Εμφύλιος, τα μετεμφυλιακά χρόνια και η δικτατορία των συνταγματαρχών έχουν αφήσει πληγές χαίνουσες σχεδόν σε κάθε ελληνική οικογένεια και όσο κι αν θέλουμε να λέμε πως όλα αυτά ανήκουν σε ένα μακρινό, σκοτεινό παρελθόν, δυστυχώς, το αίμα δεν μπορεί να ξεχαστεί.
Και καθώς δεν είναι δυνατόν για μας τους νεότερους να μπούμε στη θέση ανθρώπων που έζησαν τότε, όσο κι αν το θέλουμε ή το νιώθουμε, όσες γνώσεις κι αν έχουμε λάβει κι όσα βιβλία κι αν έχουμε διαβάσει, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να στεκόμαστε με σεβασμό και με μία δυναμική σιωπή απέναντί τους και να τους ακούμε.
Αν είμαστε τυχεροί και θέλουν να μιλήσουν για όλα τούτα.
Η Δήμητρα Πέτρουλα θα μπορούσε να είναι μία πανέμορφη γυναίκα, χαρούμενη με την οικογένειά της, ήρεμη στην καθημερινότητά της, αξιοπρεπής στους αγώνες της.
Η Δήμητρα Πέτρουλα είναι μια πανέμορφη γυναίκα, είναι χαρούμενη με την οικογένειά της, ήρεμη στην καθημερινότητά της και αξιοπρεπέστατη στους αγώνες της.
Είναι όμως και παιδί της Μαριγώς και του Σωτήρη Πέτρουλα, αδερφή του Βασίλη (του Βάσου της), του Πέτρου, του Αντώνη, της Καλλιόπης και της Φιλίτσας Πέτρουλα και θεία (κι ας γεννήθηκαν μόνο μ' ένα χρόνο διαφορά) του Σωτήρη Πέτρουλα.
Ολοι Μανιάτες. Ολοι, με εξαίρεση τους Πέτρο και Αντώνη, δολοφονήθηκαν με τον πιο απάνθρωπο τρόπο είτε από τους Χίτες (Ελληνες συνεργάτες των Γερμανών) είτε από την αστυνομία μετεμφυλιακά.
Οι δολοφόνοι ελάχιστα διαφέρουν μεταξύ τους. Ταγματασφαλίτες και γερμανοτσολιάδες, παρακράτος της Δεξιάς και απομεινάρια κατοχικών ναζιστών.
«Δεν είναι αυτοί που σκέφτομαι» μας εκπλήσσει η κ. Πέτρουλα. «Δεν μισώ κανέναν. Μόνον τους φανατικούς, τους αγενείς και τους ημιμαθείς δεν αντέχω».

Οι Χίτες

Λέει αλήθεια. Κανέναν δεν μισεί. Και στα δύο της βιβλία, «Πού ΄ναι η μάνα σου μωρή;»(εκδ. Σύγχρονη Εποχή) και «Θρύλοι της Αραβίας - η ξένη» (προσωπική έκδοση), το φως, η αλήθεια και μια βαθιά αίσθηση ευθύνης απέναντι στην Ιστορία και στον αγώνα που έχει γίνει βίωμα κυριαρχούν.
Η Δήμητρα Πέτρουλα έζησε τη σφαγή της οικογένειάς της, σε ηλικία τριών ετών, στην αυλή του σπιτιού τους, στην τοποθεσία Μοναστήρι, στη Μάνη:
«Ο πατέρας μου, ο Σωτήρακάς μου, ήταν καπετάνιος του εφεδρικού ΕΛΑΣ, μεγάλος πατριώτης. Ξεχώριζε από την οικογένειά του, αν και αστός, έγινε αντάρτης. Είχε υψηλό αίσθημα δικαιοσύνης μέσα του. Μίσος καθόλου, αλλά αστείρευτη αγάπη για την ελευθεριά και τη δικαιοσύνη. Να φανταστείς όταν ήταν φρούραρχος στο Γύθειο, φυλούσε στο νησί Κρανάη τους περίπου 800 χίτες της Πελοποννήσου που είχαν συλληφθεί ως συνεργάτες των Γερμανών.
»Τον παρακαλούσαν οι Μανιάτες να τους παραδώσει για να τους τελειώσουν, αλλά αυτός ανένδοτος. Πίστευε στα λόγια των κυβερνώντων πως μετά την Κατοχή, θα πήγαιναν στην Αθήνα να δικαστούν για τα εγκλήματά τους. Το αποτέλεσμα ήταν να μας σφάξουν όλους και ο ίδιος με τον αδερφό μου Βασίλη να ξαναβγούν στα βουνά. Ο Σωτήρακας, κρίνοντας και μετρώντας από τον εαυτό του, πίστεψε και εμπιστεύτηκε για άλλη μια φορά «αυτούς» και πήγε και παραδόθηκε, αν και είχε παραδώσει τα όπλα ήδη από το ΄44.
»Η κυβέρνηση είχε υποσχεθεί αμνηστία στους ΕΛΑΣίτες που θα παραδίδονταν. Τον δολοφόνησαν στη φυλακή του Γυθείου. "Οργισμένοι εθνικόφρονες πολίτες ακινητοποίησαν τους φύλακες και εκτέλεσαν ορισμένους συμμορίτες", γράψανε τότε οι εφημερίδες. Ηταν 14 Απριλίου 1948». 
»Οσο για τον Βάσο μου, αφού προσπάθησε να κάνει ό,τι μπορεί για να είμαι εγώ κάπως καλύτερα, βγήκε πάλι στο βουνό με τον Δημοκρατικό Στρατό. Ηταν μικρό παιδί, στα μάτια του ο κόσμος όλος.
»Πληγώθηκε στη μάχη των Καλαβρύτων. Πληγωμένο τον πιάσανε στον Χελμό και τον σκοτώσανε. Ηταν Ανοιξη του '48», εξηγεί η Δήμητρα, η «Μπεμπέκα» όπως την έλεγαν, καθώς ήταν το στερνοπαίδι της οικογένειας. 

Ανάμεσα στα πτώματα

Ο αδελφός της, Βασίλης, και η μητέρα της, Μαριγούλα Πέτρουλα | 
Τον πατέρα της τον είδε τελευταία φορά Γενάρη του 1946, όταν κοριτσάκι τριάμισι ετών, πέρασε δύο μέρες τριγυρίζοντας μόνη και νηστική ανάμεσα στα πτώματα της μάνας, των αδελφών της και άλλων τεσσάρων συγγενών που είχαν βασανιστεί και δολοφονηθεί μπροστά της από ντόπιους χίτες.
Τον Βάσο της, δυο -τρεις φορές αργότερα. Ο Πέτρος ζει μέχρι σήμερα. Ο Αντώνης πέθανε πριν από λίγα χρόνια.
Η ιστορία της οικογένειάς της έγινε βιβλίο και θεατρικό. Η δική της ιστορία είναι παντού γύρω της.
Στις φωτογραφίες στο σπίτι της (του πατέρα της δεν έχει καμία. Μέχρι και αγγελία είχε βάλει, μήπως κάποιος είχε διασώσει κάποια, αλλά μάταια), στα λουλούδια στον κήπο της, στο χαμόγελό της, στα μάτια της που δεν κλαίνε ποτέ εδώ και χρόνια. Αλλά κυρίως στα λόγια της.
«Οταν ήρθε και η σειρά μου να με σκοτώσουν οι χίτες, γυρίζει ένας και λέει "ασ' το το κακόμοιρο". Τον μίσησα. Γι' αυτό το "κακόμοιρο", που καθόλου δεν ήμουν!» μας λέει.
«Δεν ήμουν ποτέ παιδί. Δεν έπαιξα, έτρεξα. Να γλιτώσω εμένα, τους δικούς μου, ό,τι μπορούσα. Ακόμα μέχρι σήμερα, όταν βλέπω μικρά παιδιά να θαλασσοπνίγονται, μπορώ ν' αντέξω. Ισως που τα πέρασα κι εγώ και ξέρω πως είναι να χάνεσαι, να είσαι μόνος, σχεδόν νεκρός. Να μη ζεις παιδική ηλικία. Αυτό που δεν αντέχω είναι να βλέπω να βασανίζουν ζώα. Εκεί σπαράζω. Στ' άλλα είμαι δυνατή».
Μας λέει πως ακόμα πριν από λίγα χρόνια που κατέβηκε στο Μοναστήρι, μιλούσαν γι' αυτήν «την μπεμπέκα που έμεινε με τους νεκρούς», χωρίς να την αναγνωρίζουν.
Μα κι ένας παλιός που του είπε ποια είναι, την κοίταξε με το βλέμμα του «εχθρού».
«Τίποτα δεν έχει ξεχαστεί. Ομως, μην μπερδευόμαστε. Οι φασίστες δεν είναι Ελληνες. Οι φασίστες δεν έχουν πατρίδα. Είναι ειδική ράτσα».

Η επιθυμία της

Ακόμη μέχρι σήμερα είναι κομμουνίστρια, αν και η ίδια ποτέ δεν θα το πει: 
«Εχω πει στην κόρη μου τη Μαρία, μια υπέροχη κοπέλα, πως στον τάφο μου θέλω να γραφτεί: "Προσπαθούσε να γίνει άνθρωπος, μήπως τα καταφέρει και γίνει κομμουνίστρια"».
Είναι πιστή στις αρχές που έλαβε από την οικογένειά της, τις κρατάει σαν φυλαχτό.
Μας ξαφνιάζει όταν λέει: «Φαντάζεσαι να ζούσαν οι δικοί μου; Τι σκατόπαιδο θα είχα γίνει, έτσι καλομαθημένο που θα μεγάλωνα;».
Θυμάται τα πάντα, κάθε μικρή λεπτομέρεια: «Οποιος διαβάζει το "Πού΄ναι η μάνα σου μωρή;" με ρωτάει πώς γίνεται να τα θυμάμαι τόσο καλά. Μα αυτά είχα μόνο. Τις εικόνες μου. Πώς να τα ξεχάσω;».
Οσο για το δεύτερο βιβλίο της, «Θρύλοι της Αραβίας», εκεί περιγράφει μυθιστορηματικά τη ζωή της, από τα δεκαπέντε της χρόνια και μετά.
Δεν ξέρω πόσο απέχει το 1946 από το 2016. Δεν ξέρω πώς μετράται ο χρόνος ή η έλλειψη ή η διεκδίκηση ή το αγωνιστικό φρόνημα.
Ακούω όμως με προσοχή τα λόγια της Δήμητρας:
«Πόσο πονάει η καρδιά μου για το κατάντημα ορισμένων που πριν προλάβουν να γίνουν άνθρωποι, τους έκαναν θηρία. Κάποιοι τους σπρώξανε συστηματικά στην αμάθεια, με πείσμα τους κρατάγανε φανατισμένους και άξεστους. Τότε και τώρα.
Δεν είναι η ίδια εποχή, αλλά οι μηχανισμοί απανθρωποποίησης ίδιοι παραμένουν. Ας τους αναγνωρίσουμε, ας τους μελετήσουμε ώστε να είμαστε έτοιμοι να τους αντιμετωπίσουμε όταν σταθούμε απέναντί τους».

Για τον Σωτήρη Πέτρουλα

Ο μόνος που θάψαμε
«Την επταετία 1943-1950 συνολικά 31 μέλη της οικογένειας Πέτρουλα δολοφονήθηκαν. Τελευταίος νεκρός, ο φοιτητής και μέλος της ΕΔΑ Σωτήρης Πέτρουλας, δολοφονήθηκε από την αστυνομία τον Ιούλιο του 1965 κατά τη διάρκεια διαδήλωσης.
Ημασταν σχεδόν ίδια ηλικία. Δεν τον ήξερα, οι δικοί μας δεν ήταν κοντά. Το παιδί το χτύπησαν και χτυπημένο τον στραγγάλισαν. Ηταν ανιψιός μου. Ο μόνος Πέτρουλας που κατορθώσαμε να θάψουμε εμείς οι ίδιοι, οι άλλοι χώθηκαν σε λάκκους.
Ο αδελφός μου, ελεύθερος πια από φυλακές και εξορίες, έδωσε μάχη για να πάρουμε τη σορό του, κάτι που αρνιόταν η αστυνομία... Κατά κάποιον τρόπο, ο Σωτήρης, μας εξιλέωσε όλους».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου