Στο γερμανικό ειδησεογραφικό περιοδικό «Der Spiegel» δημοσιεύτηκαν από το 1967 μέχρι το 1974 πολλά αξιόλογα ρεπορτάζ για την προέλευση, τον χαρακτήρα και τις αναδιατάξεις του δικτατορικού καθεστώτος στην Ελλάδα. Από τα πιο ενδιαφέροντα και τεκμηριωμένα είναι τα εκτενή άρθρα για τα οικονομικά της χούντας, για τις αναδιαρθρώσεις με «ελληνοχριστιανικές» αρχές, τη νομιμοφροσύνη που ανανέωνε τα διαπιστευτήριά της μέσα από τη διαπλοκή των δικτατόρων με μικρούς και μεγάλους καπιταλιστές, την αμφίδρομη προσφορά κινήτρων που βασίζονταν σε αυξημένα κέρδη, προνομιακές συμβάσεις, απηνή δίωξη κάθε διεκδίκησης του κόσμου της εργασίας.
Παραθέτω μεταφρασμένα αποσπάσματα από ένα τέτοιο άρθρο, δημοσιευμένο στο «Spiegel» (3.12.1973, τχ. 49, σελ. 118-122), όπου παρουσιάζονται παραδειγματικά πλευρές από τις οικονομικές διεργασίες που περιγράφηκαν προηγουμένως:
«[...] Όταν ο συντάκτης του Spiegel, Ζίγκφριντ Κόγκλεφραντς, ερευνούσε για λεπτομέρειες της οικονομίας του ρουσφετιού, τού υποδείχτηκε σε ποιά έκταση άνοιγε για όλα τα ζητήματα πόρτες και πορτοφόλια η στολή του αξιωματικού στην Ελλάδα. Οι αξιωματικοί αξίωναν και λάμβαναν 20% έκπτωση σε πολλές αγορές. Οι εταιρείες αυτοκινήτων, μάλιστα, χορηγούσαν 33% μείωση της τιμής. Οι στρατιωτικοί ενέκριναν ο ένας στον άλλο πλουσιοπάροχα έξοδα μετακίνησης για ταξίδια που δεν πραγματοποιούνταν ποτέ. Στρατιωτικό πεδίο βολής μοιράστηκε σε «συναδέλφους». Για οικοδόμηση οικιών, έλαβαν μακροπρόθεσμες πιστώσεις με μηνιαία δόση εξόφλησης αντίστοιχη με ενενήντα μάρκα. Στο αθηναϊκό προάστιο του Παπάγου, δημιουργήθηκαν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα με διώροφες κατοικίες αξιωματικών.
Αν οι επιχειρήσεις ήθελαν να εξασφαλίσουν συμπράξεις με το δημόσιο, έπρεπε να προσλάβουν έναν συνταξιούχο αξιωματικό. Στρατιωτικοί διοικούσαν, μεταξύ άλλων, την ηλεκτρική εταιρεία, το ίδρυμα ραδιοφωνίας, το βιοτεχνικό επιμελητήριο, την υπηρεσία καπνού, την επιθεώρηση εργασίας, το Εθνικό Θέατρο. Οι στρατιωτικοί ήταν διαμεσολαβητές για τα πάντα. Με τη μεγαλύτερη επιτυχία, φρόντιζαν οι κορυφαίοι της χούντας για τους εαυτούς τους. Ο Παπαδόπουλος ανέθετε τις λεπτομέρειες των επιχειρήσεων στη δεύτερη σύζυγό του, Δέσποινα, την πρώην σύζυγο ενός επαρχιώτη χωροφύλακα, η οποία ήδη προηγουμένως υπήρξε γραμματέας και φίλη του Παπαδόπουλου. Στα χρόνια που ο δεσμός τους δεν είχε ακόμα νομιμοποιηθεί, συνήθιζαν οι δυο τους να συναντιούνται σε ένα διαμέρισμα του τραπεζίτη και εφοπλιστή Ανδρεάδη, οι επιχειρήσεις του οποίου γνώρισαν επί Παπαδόπουλου απροσδόκητη άνθιση. [...] Ο αδελφός του Παπαδόπουλου, Χαράλαμπος, οφείλει την άνοδό του, από κατώτερος υπάλληλος σε γενικό γραμματέα του υπουργείου δημοσίας τάξεως, στο νδ. 83, το οποίο εξέδωσε γι’ αυτόν ο αδελφός Γεώργιος. Ο αδελφός Κωνσταντίνος, προηγουμένως αξιωματικός χωρίς άλλους πόρους, έγινε διευθυντής στο γραφείο του αφεντικού και γιόρτασε την καινούργια θέση με την απόκτηση μιας «τζάγκουαρ». Ένας γαμπρός του Κωνσταντίνου έγινε εφοπλιστής με δημόσιες πιστώσεις. Ο Παπαδόπουλος παραχώρησε στον βασιλιά των εφοπλιστών, Ωνάση, αεροπορικό μονοπώλιο για την εταιρεία του, «Olympic Airways», μέχρι το έτος 2006.
Μια εταιρεία, στην οποία υπήρξε σύμβουλος το νούμερο δύο της χούντας, ο Μακαρέζος, ανέλαβε συμβόλαιο προικοδοτημένο με 2,5 εκατομμύρια δολάρια, για μελέτη οδοποιίας, που σύμφωνα με την άποψη ειδικών θα μπορούσε να κοστίζει στην καλύτερη περίπτωση 1 εκατομμύριο. Ο τρίτος της χούντας, ο Παττακός των τεθωρακισμένων, συνταξιοδοτημένος πια, παρουσιαζόταν μεν σαν ο εκκαθαριστής του καθεστώτος- αυτοπροσώπως εξανάγκαζε τους περαστικούς να μαζεύουν τις γόπες των τσιγάρων τους από τον δρόμο- ωστόσο, τουλάχιστον το συγγενολόι του λάμβανε παροχές από το κράτος και την οικονομία. Για τον γάμο της, μια κόρη Παττακού πήρε ως δώρα ογδόντα ψυγεία και συσκευές τηλεοράσεων, όπως και ένα μπριλάντι πολλών καρατίων από τον βιομήχανο Πάππας, έναν έμπιστο συνέταιρο της χούντας. Ο γαμπρός, Ανδρέας Μεϊντάσης, μπορούσε να χτίσει υπόγειο γκαράζ κάτω από το υπουργείο εσωτερικών- στο οποίο έδρευε ο πεθερός- όπως επιπλέον έργα αντιπλημμυρικής θωράκισης και ένα έργο οδοποιίας στον Βόλο. Μετά από επίσημο ταξίδι του Παττακού σε περισσότερα αφρικανικά κράτη, ο Ανδρέας ίδρυσε μια ελληνο-αφρικανική μετοχική εταιρεία. Μόλις κάποιος ανέφερε στον Παττακό τη διαφθορά, πεταγόταν: «Κανένας δεν επιτρέπεται να χρεώνει το κράτος!».
[...] Ο γενικός γραμματέας αθλητισμού, Ασλανίδης, ένας πρώην αντισυνταγματάρχης, διοικούσε χωρίς τον παραμικρό έλεγχο το «Προ-Πο», το οποίο κάνει εβδομαδιαίο τζίρο 50 εκατομμυρίων δραχμών, αλλά καταβάλλει ξανά στους στοιχηματίσαντες μόνο 11 εκατομμύρια. Από τα υπόλοιπα, πρέπει να επιδοτείται κατά προτεραιότητα ο αθλητισμός, αλλά ο Ασλανίδης έδωσε προτεραιότητα και στον εαυτό του, κι έτσι έγινε εκατομμυριούχος. Τουλάχιστον, επίσης ο διαχειριστής του «Προ-Πο», στρατηγός ε.α., Δ. Βαρδάμης, μπόρεσε να χτίσει μια βίλα- και να μεταφέρει ελεύθερα το οικοδομικό υλικό με φορτηγά του τυχερού παιχνιδιού.
Ο συνταγματάρχης πυροβολικού, Μπαλόπουλος, απέκτησε ως γενικός γραμματέας του ΕΟΤ το προσωνύμιο «κύριος 10%»- απ’ όσα ξέρουμε, ζητούσε από τους αιτούντες δημοσίων πιστώσεων προς οικοδόμηση ξενοδοχειακών μονάδων το λεγόμενο «μπαλόσημο». Ωστόσο, και οι πελάτες του τα πήγαν καλά: η κυρία Μαρία Καψή, πριν από είκοσι χρόνια ακόμα γραμματέας στο υπουργείο οικισμού, ανήλθε στις εποχές του Μπαλόπουλου σε βασίλισσα των ξενοδοχείων στην Ελλάδα. Αύξησε μέσα σε πέντε χρόνια τον αριθμό των κρεβατιών από 380 σε πάνω από 6.000.
Ορισμένοι στρατιωτικοί ή οι συγγενείς τους έμαθαν, με την αποτελεσματική βοήθεια των συναδέλφων τους, το ονειρεμένο επάγγελμα του εφοπλιστή: Ο Γ. Καρύδας, για παράδειγμα, μέχρι το 1967 τσιγαροπώλης στην Πάτρα, κατέχει σήμερα, χάρη σ’ έναν αδελφό του, ο οποίος ήταν αντισυνταγματάρχης τεθωρακισμένων, δύο φέριμποτ. Ή ο Ιωάννης Λαγωνίκας, παλιότερα έμπορος αυτοκινήτων, ο οποίος έχει σήμερα, χάρη σ’ έναν συγγενή που υπηρετούσε ως πλοίαρχος στο Πολεμικό Ναυτικό, τέσσερα πλοία.
Αντί να καταπολεμούν τη διαφθορά, όπως παινεύονταν, οι αρχηγοί της διαφθοράς επιφύλαξαν για τους εαυτούς τους πριν από τρία χρόνια ατιμωρησία για τις πράξεις τους: το νδ 802, από τις 30 Δεκεμβρίου 1970, κατέταξε μη διωχθείσες παραβάσεις υπουργών μέχρι εκείνη τη στιγμή ως «παραγραφείσες», ενώ κατοπινές μπορούσαν να διωχθούν μόνο με έγκριση σύσσωμου του υπουργικού συμβουλίου [...]».
Η εδραίωση και διαιώνιση αυτού του πλέγματος ατιμωρησίας, αυθαιρεσίας και συναλλαγής επιδιώχθηκε με το «πείραμα Μαρκεζίνη» και τη δικτατορία υπό κοινοβουλευτικό μανδύα. Οι πρωτοπόρες δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας, μέσα από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, αντιτάχθηκαν στην υλοποίησή του, όξυναν τις αντιθέσεις και σε σύντομο χρονικό διάστημα πέτυχαν τον πλήρη θεσμικό διαχωρισμό από τις «ελληνοχριστιανικές» αναδιαρθρώσεις της δικτατορίας-εξ ου και το μίσος παλιών και μεταγενέστερων «εκσυγχρονιστών» για τη Μεταπολίτευση του δημοκρατικά συναθροισμένου λαού.
Στη φωτογραφία: Ο Δικτάτωρ, περιστοιχιζόμενος από τους αγαπημένους του εφοπλιστές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου