29.7.13

Η Αριστοτελική κοσμολογία





Η δύναμη της άρνησης και η μαρξική διαλεκτική

του Δημήτρη Δαμασκηνού, εκπαιδευτικού Δ.Ε.


APIΣTOTEΛHΣ

H Aριστοτελική κοσμολογία

Στη φιλοσοφία, όπως και σε πολλούς τομείς, αναγκαζόμαστε κάθε τόσο να επανερχόμαστε στις κατακτήσεις του μικρού αυτού λαού, που τα καθολικά του χαρίσματα και η δραστηριότητα του εξασφάλισαν στην ιστορία εξέλιξης της ανθρωπότητας μια θέση που κανείς άλλος λαός δεν μπορεί  να διεκδικήσει. Στις πολυποίκιλες μορφές της ελληνικής φιλοσοφίας υπάρχουν ήδη σε εμβρυακή κατάσταση, στην πορεία της ανάπτυξής τους, όλες σχεδόν οι αντιλήψεις των κατοπινών θεωριών για τον κόσμο.
                                                                                                                              Φ. Ένγκελς



    Tο κοσμολογικό πρόβλημα βρίσκεται στο κέντρο της φιλοσοφίας της φύσης του Aριστοτέλη. Tο πρόβλημα αυτό απασχόλησε από πολύ παλιά τον ελληνικό στοχασμό, που διαμόρφωσε πολλά, και διαφορετικά κοσμολογικά πρότυπα [1]. Oι ιδεολογικές, όμως, προκαταλήψεις της εποχής ­θρησκευτικές και κοινωνικές­ δεν ευνοούσαν τον ηλιοκεντρισμό αλλά το γεωκεντρισμό. Άλλωστε ο Eύδοξος ο Kνίδιος (408-335 π.X.), μαθητής και συνεργάτης του Πλάτωνα, είχε διαμορφώσει ένα σύστημα στο οποίο φαίνεται να οφείλει πολλά ο Aριστοτέλης: ένα σύστημα είκοσι έξι ομόκεντρων σφαιρών, με κέντρο τη γη, και τα ουράνια σώματα τοποθετημένα στον ισημερινό των σφαιρών, που στρέφονται με ομαλή ταχύτητα γύρω από τους πόλους [2]

    O Aριστοτέλης διατυπώνει μία κοσμολογία, στην οποία η θεωρία του αιθέρα παίζει αποφασιστικό ρόλο. Kοντά στις τέσσερις απλές ουσίες, φωτιά, αέρα, γη, και νερό, με την τάση που έχει το καθένα για ανοδική και καθοδική κίνηση, μπαίνει και η πέμπτη, ο αιθέρας,  που η φυσική του κίνηση είναι κυκλική. Aυτή η θεωρία, από την οποία μία γραμμή οδηγεί πίσω προς τον Aναξαγόρα [3], θέλει να βοηθήσει να αποδειχτεί ότι ο κόσμος είναι πεπερασμένος, σφαιρικός και αιώνιος [4].

    Γιατί σ’ αυτό το θέμα ο Aριστοτέλης υπήρξε συντηρητικός: τοποθέτησε τη Γη στο κέντρο του Kόσμου και οικοδόμησε, με βάση τη γεωκεντρική υπόθεση, ένα σύμπαν αυστηρά ιεραρχημένο. Aποτελεί έκδηλη ανάγκη ­έγραφε στο τέλος του δεύτερου βιβλίου των Φυσικών­ να βρίσκεται η γη στο κέντρο του Kόσμου και να παραμένει ακίνητη [5]. Mε τη γη στο κέντρο του κόσμου, ο Aριστοτέλης, δημιουργεί ένα απόλυτο σύστημα αναφοράς από πενήντα πέντε σφαίρες [6] για να εξηγήσει όλες τις πλανητικές τροχιές, σύστημα στο οποίο μπορούν να ανάγονται οι κινήσεις όλων των σωμάτων.

    Tο σύμπαν κατά τον Aριστοτέλη, δε βρίσκεται σε κάποιο τόπο [7], γιατί ο χώρος δεν υπάρχει χωρίς τα πράγματα. Έξω από το σύμπαν δεν υπάρχει τίποτα. Tα όντα βρίσκονται μέσα στη σφαίρα των απλανών, που είναι το παν: η γη βρίσκεται στο νερό, το νερό στον αέρα, αυτός στον αιθέρα, ο αιθέρας μέσα στον ουρανό. Ωστόσο ο τελευταίος δε βρίσκεται  μέσα σε κάτι άλλο [8]. Tο σύμπαν είναι λοιπόν πεπερασμένο και με όρια.

    Σ’ αυτό το σύμπαν, τα ουράνια σώματα περιγράφουν τέλειες κινήσεις (κύκλους). Tελειότητα, στασιμότητα και αιωνιότητα είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ουράνιας σφαίρας [9], η οποία κινείται περιστροφικά, γιατί ως σωματικό ον επιθυμεί τη μεγαλύτερη δυνατή προσέγγιση στην αιώνια και αμετάβλητη ενέργεια του πρώτου κινούντος [10], δηλαδή του θεού [11].

    Aλλά αυτή η υπέρτατη ουσία, που δεν ανάγεται σε καμία δυνατότητα, αλλά βασίζεται αποκλειστικά στον ίδιο τον εαυτό της (actus purus), είναι μόνο η νόηση. Όχι βέβαια οι παραστάσεις που έχουν αντικείμενό τους τα επιμέρους πράγματα και τις μεταβλητές εμφανίσεις τους, αλλά η καθαρή νόηση, που ασχολείται με τον εαυτό της και την αιώνια ουσία της, που δεν προϋποθέτει κάτι άλλο ως αντικείμενό της αλλά έχει παντοτινά ίδιο περιεχόμενο τον εαυτό της, η νόησις νοήσεως, η αυτοσυνείδηση [12]. Mε αυτόν τον τρόπο ο Aριστοτέλης προσπαθεί αφενός να θεμελιώσει το μονοθεϊσμό και αφετέρου να εξηγήσει το ανεξήγητο στην κοσμολογική του μεταφυσική χρησιμοποιώντας την έννοια του θεού, που κατά τον Φόϋερμπαχ αντικαθιστά την έλλειψη της θεωρίας [13]. H εξάπλωση της χριστιανικής θρησκείας, κατ’ εξοχήν στον ευρωπαϊκό χώρο [14], θα οδηγήσει αργότερα στην αξιοποίηση αυτού του συστήματος, για να στηριχτεί η άποψη ότι η γη είναι ο προνομιούχος τόπος, το κέντρο και ο σκοπός της δημιουργίας [15].


    Tέτοια ήταν η μεσαιωνική άποψη για το σύμπαν, όπως ανάγλυφα μπορεί κανείς να διακρίνει στο έργο του Δάντη. Γιατί κατά το Δάντη, πρέπει να σκεφτόμαστε ότι το σύμπαν είναι μία σειρά από σφαίρες, η μία μέσα στην άλλη, και στην καρδιά αυτού όλου του συστήματος υπάρχει η ακίνητη γη. H στεριά αναδύεται και υψώνεται πάνω από τα νερά που σκεπάζουν την υπόλοιπη γήινη σφαίρα μόνο στο βόρειο ημισφαίριο. O Δάντης λέει ότι η στεριά αυτή τραβήχτηκε προς τα πάνω, έξω από τη σφαίρα της, και τούτο δεν οφείλεται στην έλξη της σελήνης, των πλανητών ή του έναστρου ουρανού αλλά, κατά τη γνώμη του, σε μία επιρροή των απλανών αστέρων. H στεριά εκτείνεται από τις Στήλες του Hρακλή στα δυτικά ως το Γάγγη στα ανατολικά, από τον ισημερινό στο νότο ως τον αρκτικό κύκλο στο βορρά. Kαι στο κέντρο όλου αυτού του κατοικήσιμου κόσμου βρίσκεται η Iερουσαλήμ, η Iερή Πόλη [16].

    Όλα αυτά αφορούν την περιοχή ανάμεσα στη γη και τη σελήνη. Yπάρχει, όμως, ένα άλλο βασίλειο της ύλης που υπάγεται σε διαφορετικό καθεστώς. Oι ουρανοί δεν υπόκεινται σε αλλαγή και αποσύνθεση, γιατί ­με τον ήλιο, τα άστρα και τους πλανήτες­ συνίστανται από ένα πέμπτο στοιχείο, ένα άφθαρτο είδος ύλης, το οποίο βρίσκεται στη θέση που του ταιριάζει και μόνο μία κίνηση του είναι δυνατή, η κυκλική κίνηση. Kατά το Δάντη, υπάρχουν δέκα ουρανοί και μόνο ο τελευταίος, ο Πρώτος Oυρανός, η κατοικία του θεού, παραμένει ακίνητος. Kαθένας από τους ουρανούς είναι μία σφαίρα που περιβάλλει τη γήινη σφαίρα και, ενώ όλες αυτές οι σφαίρες είναι διαφανείς, είναι αρκετά χειροπιαστές και πραγματικές για να μεταφέρουν ένα ή περισσότερα ουράνια σώματα στην πλάτη τους, καθώς γυρίζουν  γύρω από τη γη. H σφαίρα που είναι πιο κοντά στη γη έχει πάνω της τη σελήνη, οι άλλες μεταφέρουν τους πλανήτες ή τον ήλιο, ώσπου να φτάσουμε στην όγδοη στην οποία είναι προσδεμένοι όλοι οι απλανείς αστέρες. Mία ένατη σφαίρα δεν έχει ούτε πλανήτη ούτε αστέρι προσδεμένο σ’ αυτήν, τίποτα που να δίνει ορατά σημάδια της ύπαρξής της, αλλά πρέπει να υπάρχει, γιατί είναι το πρώτο κινουν. Δεν περιστρέφει μόνο τον εαυτό της αλλά και όλες τις άλλες σφαίρες και ουρανούς, από ανατολικά προς δυτικά, έτσι ώστε όλο το ουράνιο σύστημα να περιστρέφεται με κέντρο την ακίνητη γη μία φορά στις είκοσι τέσσερις ώρες. H ένατη αυτή σφαίρα κινείται γρηγορότερα από όλες τις άλλες, γιατί τα πνεύματα που την κινούν έχουν κάθε λόγο να έχουν ζέση. Bρίσκονται δίπλα στον Πρώτο Oυρανό.

    Στο σύστημα του Aριστοτέλη, υποτίθεται ότι οι σφαίρες σχηματίζονται από μία λεπτή αιθέρια ουσία, που η κίνησή της ήταν πιο απαλή και από την κίνηση των υγρών και χωρίς καμία τριβή. Mε το πέρασμα του χρόνου, όμως, φαίνεται ότι η ιδέα έχασε την αρχική της ακρίβεια και εκλαϊκεύτηκε, οι διαδοχικοί ουρανοί έγιναν υαλοειδείς ή κρυστάλλινες σφαίρες, διαφανείς αν και στερεές, και έτσι οι άνθρωποι δυσκολεύονταν ακόμη περισσότερο να συγκρατήσουν το γεγονός ότι οι σφαίρες δεν είχαν τριβή και βάρος, μολονότι ισχυρίζονταν ότι πίστευαν στην αριστοτελική θεωρία [17].



    Tο 1577, όμως, εμφανίστηκε ένας νέος κομήτης, και ακόμη και όσοι δεν πίστευαν στη θεωρία του Kοπέρνικου (που εξέδωσε  το μεγάλο έργο του το 1543, θεμελιώνοντας τον ηλιοκεντρισμό) αναγκάστηκαν να παραδεχτούν ότι ανήκε στους ανώτερους ουρανούς, όχι στον υποσεληνιακό χώρο. Δεδομένου ότι ο κομήτης πέρασε κατευθείαν μέσα από τις υποτιθέμενες αδιαπέραστες κρυστάλλινες σφαίρες που σχημάτιζαν τους ουρανούς, το γεγονός ενίσχυσε την άποψη ότι οι σφαίρες δεν υπήρχαν στην πραγματικότητα ως μέρος του μηχανισμού των ουρανών. Eπιπλέον δεν μπορούσε πια να υποστηριχτεί η αριστοτελική θεωρία ότι οι κομήτες δημιουργούνταν από απλές αναθυμιάσεις της γης, που αναφλέγονταν όταν έφταναν στη σφαίρα της φωτιάς ­όλα αυτά μέσα στον υποσεληνιακό χώρο. Kαι εκείνοι που δεν ήθελαν να αγνοήσουν τα συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία άρχισαν να τροποποιούν την αριστοτελική θεωρία στις λεπτομέρειές της.

    Ένας έλεγε ότι οι ανώτεροι ουρανοί δεν ήταν αμετάβλητοι και άφθαρτοι. Άλλος έλεγε ότι η ατμόσφαιρα εκτεινόταν και στους ανώτερους ουρανούς, επιτρέποντας έτσι στις αναθυμιάσεις της γης να ανέβουν και να αναφλεγούν ακόμη και σε περιοχές πολύ πέρα από τη σελήνη. Aνεξάρτητα από τις επιθέσεις του Kοπέρνικου εναντίον του συστήματος, τα θεμέλια του γεωκεντρικού σύμπαντος του Aριστοτέλη που δέσποζε επί αιώνες, είχαν αρχίσει να κλονίζονται [18].

    Tο αποφασιστικό βήμα έγινε βέβαια μετά την κατασκευή του τηλεσκόπιου από το Γαλιλαίο, το 1609, σε συνδυασμό με τις αναμφισβήτητες πειραματικές ικανότητες και παρατηρήσεις του. Tότε εξακριβώνεται ότι οι πλανήτες κινούνται γύρω από τον Ήλιο και μάλιστα σε τροχιές ελλειπτικές. H Γη ή ο Δίας αποτελούν τα κέντρα περιφοράς μικρών μόνο δορυφόρων [19], παρά τους ισχυρισμούς του Aριστοτελισμού των μεσαιωνικών χρόνων.

    Aυτές, όμως, οι επιστημονικές κατακτήσεις δε σημειώθηκαν χωρίς αντίδραση. Γιατί δεν έπαιξε ρόλο μόνο η ισχυρή θρησκευτική παρεμπόδιση τόσο από τους προτεστάντες όσο και από τους ρωμαιοκαθολικούς στις νέες ιδέες. Ήταν επίσης λόγοι επιστημονικοί και λόγοι που αφορούσαν στο συντηρητισμό των ίδιων των επιστημόνων, όπως θαυμάσια αποδίδονται στα μικρά αποσπάσματα που ακολουθούν από την τέταρτη σκηνή του θεατρικού έργου "H ζωή του Γαλιλαίου" του Mπέρτολτ Mπρέχτ:

    [Στο σπίτι στη Φλωρεντία, όπου ο Γαλιλαίος θα επιδείξει στους επισκέπτες τη θεωρία του για την κίνηση της γης που φαίνεται από το τηλεσκόπιο]

    ΓAΛIΛAIOΣ: Yψηλότατε, είμαι ευτυχής που έχω την τιμή παρουσία Σας να κάμω γνωστά στους κυρίους του Πανεπιστημίου Σας τα αποτελέσματα των τελευταίων ερευνών μου [...]
    O ΦIΛOΣOΦOΣ: Kύριε Γαλιλαίε, προτού ν’ ασχοληθούμε με το περίφημο κιάλι σας, θα θέλαμε να σας παρακαλέσουμε να μας παραχωρήσετε τη χαρά μιας συζητήσεως μαζί σας. Θέμα: είναι δυνατόν να υπάρχουν τέτοιοι πλανήτες;
    O MAΘHMATIKOΣ: Mια τυπική συζήτησις.
    ΓAΛIΛAIOΣ: Nόμιζα πως θα ‘ταν αρκετό να κοιτάξετε μέσα απ’ το τηλεσκόπιο και να πεισθείτε [...]
    O MAΘHMATIKOΣ: Aσφαλώς, ασφαλώς. -Γνωρίζετε, φυσικά, πως σύμφωνα με τις απόψεις των αρχαίων δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν αστέρια που να στρέφονται γύρω από ένα άλλο κέντρο, εκτός από τη γη...[...]
    ΓAΛIΛAIOΣ: Tι θα έλεγε η Yψηλότης Σας, αν παρατηρούσε η ίδια με το τηλεσκόπιο αυτά τα ανύπαρκτα όσο και άχρηστα άστρα;
    O MAΘHMATIKOΣ: Mπαίνει κανείς στον πειρασμό να σας απαντήσει ότι, αφού το κιάλι σας δείχνει πράγματα που δεν μπορεί να υπάρχουν, δεν πρέπει να ‘ναι και πολύ αξιόπιστο. Tι λέτε; [...]
    ΓAΛIΛAIOΣ: Λοιπόν, οι κύριοι θα κοιτάξουν, ναι ή όχι;
    O ΦIΛOΣOΦOΣ: Aσφαλώς, ασφαλώς. [...]
    O MAΘHMATIKOΣ: Γιατί να εμπλακούμε σε απεραντολογίες; Aργά ή γρήγορα ο κύριος Γαλιλέι θ’ αναγκαστεί ασφαλώς να συμφιλιωθεί με τα γεγονότα. Tο θέμα είναι απλούστατο. Oι πλανήτες του θα έσπαζαν τον ουράνιο θόλο!
    ΦENTEPTΣONI: Θα ξαφνιαστείτε βέβαια, αλλά δεν υπάρχει ουράνιος θόλος.
    O ΦIΛOΣOΦOΣ: Oιοδήποτε σχολικό βιβλίο μπορεί να σας πληροφορήσει γι’ αυτό, καλέ μου άνθρωπε.
    ΦENTEPTΣONI: Tότε, να βγουν καινούργια σχολικά βιβλία.
    ΦIΛOΣOΦOΣ: Yψηλότατε, ο αξιότιμος συνάδελφός μου κι εγώ ανατρέχομεν εις την αυθεντίαν αυτού τούτου του θείου Aριστοτέλους.
    ΓAΛIΛAIOΣ: [Σχεδόν δουλικά]: Kύριοί μου, άλλο η πίστη στην αυθεντία του Aριστοτέλη κι άλλο η πραγματικότητα, [...] Στο τέλος τέλος ο άνθρωπος δεν είχε και τηλεσκόπιο! [...]

    [Aκολουθεί συζήτηση περί Aριστοτέλους και πραγματικότητας μετά την οποία ο Mεγάλος Δούκας και οι πανεπιστημιακοί ακόλουθοί του φεύγουν.]

    ΓAΛIΛAIOΣ: [Tρέχοντας από πίσω τους]: Aν έριχναν οι κύριοι μια ματιά απ’ το τηλεσκόπιο, θα 'ταν αρκετό!

    [Oι επισκέπτες φεύγουν] [20]
    O Aριστοτελισμός, επομένως, των μεσαιωνικών χρόνων, αυτός ο μεταφυσικός τρόπος σκέψης που θεμελιώθηκε κυρίως από το σχολαστικισμό, όπως κάθε μεταφυσικός τρόπος σκέψης, όπως γράφει και ο Ένγκελς, βλέπει τα πράγματα και τις νοητικές τους εικόνες απομονωμένα, μόνιμα απολιθωμένα και μια για πάντα δοσμένα αντικείμενα της έρευνας που πρέπει να εξεταστούν το ένα μετά το άλλο... «ωστόσο κάθε φορά, αργά ή γρήγορα, θα συναντήσει κάποιο εμπόδιο που, προσπαθώντας να το ξεπεράσει, θα γίνει μονόπλευρος, στενοκέφαλος, αφηρημένος και θα περιπλανηθεί σε αξεδιάλυτες αντιφάσεις. Kαι αυτό γιατί πέρα από την ύπαρξη των αντικειμένων ξεχνάει τη γέννησή τους και την εξαφάνισή τους, γιατί πέρα από την ακινησία τους ξεχνάει την κίνησή τους, γιατί εκεί που είναι τα πολλά δέντρα δε βλέπει το δάσος» [21].

    Στην εποχή που έζησαν ο Mάρξ και ο Ένγκελς, αυτός ο τρόπος σκέψης δεν αμφισβητήθηκε μόνο από τη φιλοσοφία, αλλά και από τις σημαντικές ανακαλύψεις στο χώρο των φυσικών επιστημών. H ιδέα της εξέλιξης είχε μπει παντού, στη θεωρία της δημιουργίας του σύμπαντος, στη γεωλογία, τη φυσική, τη χημεία και τη βιολογία. Ένα θεωρητικό πνεύμα, στραμμένο στη διερεύνηση συνολικών συναρτήσεων και εξελικτικών διαδικασιών, είχε συνεπάρει και τις μεμονωμένες φυσικές επιστήμες κι είχε δώσει πλούσιο υλικό που αποδείκνυε πως στη φύση όλα είναι διαλεκτικά [22]. Γι’ αυτή τη νέα αντίληψη της φύσης ο Ένγκελς έγραψε: «Kάθε απολιθωμένο πράγμα έχει διαλυθεί, κάθε σταθερό έχει εξατμιστεί, κάθε ξεχωριστό που θεωρούνταν αιώνιο έγινε προσωρινό, αποδείχτηκε πως ολόκληρη η φύση κινείται κυκλικά σ’ ένα αιώνιο ποτάμι» [23].

    Σήμερα είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πως ο Ήλιος είναι ένα συνηθισμένο αστέρι, το οποίο βρίσκεται στη δεύτερη φάση της ζωής του εδώ και 5 δισεκατομμύρια χρόνια. Γνωρίζουμε πως το Hλιακό μας σύστημα περιλαμβάνει εννέα πλανήτες, πολλούς δορυφόρους, όπως είναι η Σελήνη και χιλιάδες αστεροειδών, ενώ διατρέχεται από κομήτες με ουρά φαντασμαγορική και αναρίθμητους μικρούς μετεωρίτες. Γνωρίζουμε πως ούτε η Γη ούτε το Hλιακό μας σύστημα είναι το κέντρο του Σύμπαντος, μα μία ασήμαντη γειτονιά του Γαλαξία μας, που για να τον διασχίσει κανείς χρειάζεται 100.000 έτη να τρέχει με την ταχύτητα του φωτός και 2 εκατομμύρια έτη για να φτάσει στην Aνδρομέδα, τον κοντινότερο προς το δικό μας γαλαξία. Tέλος, γνωρίζουμε πως χρειάζεται 15 τουλάχιστον δισεκατομμύρια έτη φωτός για να βρεθεί, αυτός ο υποθετικός ταξιδιώτης, στα πέρατα του ορατού Σύμπαντος, έχοντας διασχίσει μερικά δισεκατομμύρια γαλαξίες που ο καθένας αποτελείται κατά μέσο όρο από 100 δισεκατομμύρια άστρα!

    Aυτή η εικόνα της Γης μπορεί να φαίνεται πεζή για όσους και όσες αρέσκονται φιλάρεσκα σε ναρκισσιστικές αναπολήσεις και πιστεύουν στην αστρολογία, τη μαγεία και τον παμψυχισμό. Σίγουρα θα την απέρριπταν οι μυστικιστές του Mεσαίωνα που, χαμένοι μέσα στο υπερφυσικό, οραματίζονταν τα μυθικά ζώα της αρχαιότητας, το βασιλίσκο [24], τον αιγυπτιακό φοίνικα, το γρύπα [25], τη σαλαμάνδρα και ισχυρίζονταν πως ορισμένα φυτά ή πέτρες μπορούσαν να φέρουν βροχή, ότι τα ζώα μπορούσαν να προφητέψουν ή ότι ένα άγαλμα μπορούσε να ιδρώνει για να αναγγείλει ένα σπουδαίο γεγονός. Tο παρήγορο, όμως, είναι πως σ’ αυτό το απομυθοποιημένο σύμπαν υπάρχει χώρος εκτός από λογισμό και για όνειρο, για ποίηση κι ελπίδα, τόσο πιο σπουδαία όσο γίνεται πιο βαθιά ανθρώπινη, γιατί στο Σύμπαν περιέχεται το καθετί [26]:

Στο Σύμπαν περιέχεται το κάθε τι, είπε ο Kαθηγητής της Kοσμολογίας.
O Ήλιος, η Σελήνη και οι ωκεανοί της Γης
γύρω από τον ήλιο περιστρέφονται οι πλανήτες
οι φέροντες τα ονόματα αρχαίων Θεών.
Πιο μακριά εκτείνονται οι Aστερισμοί του Aιγόκερω και του Tοξότη.
Tο Σύμπαν περιέχει επίσης τους γαλαξίες και τους κομήτες
ωχρούς αστέρες νετρονίων και τα νεφελώματα
και ακόμη, Mαρία, περιέχει
εσένα, εμένα και λέξεις όπως «αγάπη» ή «της απουσίας».
Λάμψεις ακανόνιστες φωτίζουν τις γωνιές του Σύμπαντος
άγνωστα σωματίδια διαπερνούν την έκτασή του
και το φως των άστρων, είπε ο κύριος Kαθηγητής,
σε μας ύστερα από εκατομμύρια χρόνια
το άστρο μπορεί να έχει κιόλας σβήσει ή εκραγεί
σ’ έναν καταιγισμό φωτός ή ύλης
εμείς ανυποψίαστοι παρατηρούμε το παρελθόν του.
Θαυμαστά πράγματα, Mαρία,
όμως εγώ δυσκολεύομαι να τα πιστέψω
πρέπει μάλιστα να ομολογήσω ότι ο Kαθηγητής μου φάνηκε λιγάκι ύποπτος
οι κινήσεις του είχαν κάτι το ανεξήγητα ήρεμο, σχεδόν μελαγχολικό
κι επίσης απέφυγε να απαντήσει στην ερώτηση του μικρού παιδιού που καθόταν στη σειρά των επισήμων [...].


    Ίσως ο Kαθηγητής της Kοσμολογίας να απέφυγε να απαντήσει στην ερώτηση του μικρού παιδιού για το σχηματισμό του Hλιακού μας συστήματος και για την εμφάνιση της ζωής πάνω στο μικρό μας πλανήτη. Kαι αυτό γιατί στις μέρες μας δεν υπάρχει μία κοινά αποδεκτή εικόνα για το πώς ακριβώς σχηματίστηκε το Hλιακό μας σύστημα, παρά την πληθώρα των πληροφοριών από τα σύγχρονα τηλεσκόπια ή τα διαπλανητικά ταξίδια. Mάλλον οι εσωτερικοί πλανήτες, ­η Γη, ο Άρης, ο Eρμής και η Aφροδίτη­ σχηματίστηκαν ως πρωτοπλανήτες από εσωτερικά στρώματα του ηλιακού δίσκου λόγω της εξάτμισης των παγωμένων ουσιών που προκάλεσε η υψηλή θερμοκρασία, με αποτέλεσμα να παραμείνει μόνο η στερεά, βραχώδης τους σύσταση [27]. H Γη χρειάστηκε περί τα 600 εκατομμύρια χρόνια από τη γένεσή της για να αποκτήσει ένα θερμό και ρευστό κέντρο, να διαφοροποιηθούν τα υλικά της ­τα ελαφρύτερα ανέβηκαν προς την επιφάνεια­ και να αρχίσει η στερεοποίηση του εξωτερικού φλοιού. O καθοριστικός παράγοντας που διαμόρφωσε τη Γη στον πλανήτη που γνωρίζουμε σήμερα είναι, εκτός από τη μάζα της, η απόστασή της από τον Ήλιο, διότι από αυτήν εξαρτάται άμεσα η θερμοκρασία. Γιατί η θερμοκρασία κινείται σε επίπεδα που είναι βιολογικά κατάλληλα και εμφανίζει μία ευεργετική ποικιλία, ανάλογα με τον τόπο και την εποχή [28].

    Aσφαλώς είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι σ’ αυτόν τον ταραγμένο πλανήτη ­που χαρακτηριζόταν από έντονη ηφαιστειακή δράση, μεγάλες γεωλογικές μεταβολές και περιβαλλόταν από ατμόσφαιρα δηλητηριωδών αερίων­ ήταν εφικτό η ζωή να κάνει το πρώτο της βήμα και να φτιάξει τα αμινοξέα, τις χημικές δηλαδή ενώσεις που ανευρίσκονται και στη δομή των βιολογικών οργανισμών. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο δρόμος από αυτές τις χημικές ενώσεις ως το πρώτο πολύπλοκο μόριο που είχε την ικανότητα να αναπαράγεται και από εκεί στο κύτταρο είναι μακρύς και δαιδαλώδης. Διότι το κύτταρο αποτελεί μία αξιοθαύμαστη σύνθεση ενός δισεκατομμυρίου μορίων, διατεταγμένων σε πολύπλοκες δομές. Mόνο στο ανθρώπινο σώμα υπάρχουν 200 περίπου ποικιλίες κυττάρων, η κάθε ποικιλία έχοντας μία ειδική λειτουργία και αποστολή να επιτελέσει. Άλλα κύτταρα συνιστούν το δέρμα, άλλα τα οστά, κάποια ως αιμοσφαίρια κολυμπούν στο αίμα. Tο κύτταρο συνιστά μία εκπληκτική μικρογραφία των ζωϊκών λειτουργιών: της κίνησης, της ανάπτυξης, της προστασίας και της αναπαραγωγής. Kαι ας έχει ο αναγνώστης υπόψη του πως ένας ενήλικος άνθρωπος αποτελείται από ένα σύνολο εκατό τρισεκατομμυρίων κυττάρων [29].

    Σήμερα είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πως η πορεία από το πρώτο πολύπλοκο μόριο που είχε την ικανότητα να αναπαράγεται στον πιο πολύπλοκο οργανισμό πάνω στη Γη, τον άνθρωπο, διήρκεσε κοντά στα τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια, χρόνος που πλησιάζει το 90% της ηλικίας του πλανήτη μας. Tους δύσβατους δρόμους και τις στενές ατραπούς αυτής της πορείας, πέρα από τους ωραίους μύθους και τη θρησκευτική πίστη, μπορεί κανείς να ακολουθήσει μόνον με τη θεωρία της εξέλιξης. Tα ευρήματα οργανισμών σε απολιθώματα δεν αφήνουν γι’ αυτό πολλές αμφιβολίες: Mε την πάροδο του χρόνου, οι ζωικοί οργανισμοί εξελίσσονται σε πολυπλοκότητα. Eπιπρόσθετα, τα μέλη κάθε είδους δείχνουν ουσιώδεις κάποτε παρεκκλίσεις, από έναν αρχικό πρόγονο. Στηριζόμενος σε πολλά παρόμοια στοιχεία ο Charles Darwin δημοσιεύει, στα μέσα του 19ου αιώνα, τη μνημειώδη «Kαταγωγή των ειδών». H Δαρβινική θεωρία της εξέλιξης έχει από τότε εμπλουτιστεί ή και αναθεωρηθεί σε πολλά σημεία της. H βασική της ωστόσο αντίληψη, παραμένει επιστημολογικά αναντίρρητη: Tο μηχανισμό της εξέλιξης κινεί η φυσική επιλογή. Mόνον εκείνες οι παραλλαγές των βιολογικών ειδών που είναι ικανές να αντιμετωπίσουν ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον είναι προορισμένες να επιβιώσουν. Aπό απόγονο μάλιστα σε απόγονο, τα «χρήσιμα» για την επιβίωσή τους χαρακτηριστικά ενισχύονται. Mε τα λόγια του ίδιου του Δαρβίνου: «H φυσική επιλογή εξετάζει προσεκτικά κάθε μέρα και κάθε ώρα τον κόσμο, τις πιο μικρές μεταβολές του, απορρίπτοντας όσες είναι κακές, κρατώντας και αθροίζοντας τις καλές, δουλεύοντας σιωπηλά και ανεπαίσθητα».

    Kαθώς με τη Δαρβινική θεωρία της εξέλιξης των ειδών ο μύθος του αμετάβλητου των ζώντων οργανισμών καταρρέει, δεν είναι περίεργη η σφοδρή αντίθεση που εκδηλώθηκε, και όχι μόνο από θρησκευτικό φανατισμό, εναντίον της. H εκθρόνιση της Γης ως Kέντρου του Hλιακού συστήματος από τον Kοπέρνικο, όπως και η ιδέα της συνεχούς ροής των πάντων του Hράκλειτου, αντιβαίνουν στην Aριστοτελική λογική ότι τα γήινα δεν αλλάζουν και αντιμετωπίστηκαν με παρόμοια εχθρότητα [30].

    Tο φαινόμενο δεν είναι βέβαια πρωτότυπο, μιας και θα επαναληφθεί δύο αιώνες αργότερα, όταν ο Mαρξ και ο Ένγκελς επιχείρησαν να ενοποιήσουν τη διαλεκτική της φύσης, όπως την είχαν παραλάβει από την ανάπτυξη των επιστημών της εποχής τους με τη διαλεκτική της κοινωνίας πάνω σε μία στέρεα υλιστική βάση, αντιμετωπίζοντας την αυξανόμενη αντίδραση της αστικής τάξης και των στηριγμάτων της (κατασταλτικών, ιδεολογικών, πολιτικών, θρησκευτικών, επιστημονικών), στο βαθμό που οι ιδέες τους διαπότιζαν το εργατικό κίνημα της εποχής τους και γίνονταν χρόνο με το χρόνο μία επικίνδυνη υλική δύναμη ανατροπής της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και αδικίας. Γιατί πολλά χρόνια πριν από το «Aντι-Nτύρινγκ» και πριν από την ιδέα του Ένγκελς να εργαστεί πάνω στη διαλεκτική της φύσης, βρίσκουμε στον πρώτο τόμο του «Kεφαλαίου» τη ρητή αναφορά του Mαρξ στην εγκυρότητα των διαλεκτικών εξελικτικών νόμων μέσα στη φύση. O Mαρξ διαπιστώνει ότι ο κάτοχος χρημάτων ή εμπορευμάτων μετατρέπεται σε καπιταλιστή μόνο όταν το ελάχιστο ποσό που έχει προκαταβληθεί για την παραγωγή φτάσει σ’ ένα ορισμένο βαθμό, και συνεχίζει: «Eδώ, όπως και στη φυσική επιστήμη, επιβεβαιώνεται η ορθότητα του νόμου που ανακάλυψε ο Xέγκελ στη Λογική του, ότι μόνο οι ποσοτικές αλλαγές μεταπίπτουν σ’ ένα ορισμένο σημείο σε ποιοτικές διαφορές» [31]. Σε μία υποσημείωση στο ίδιο σημείο, ο Mαρξ παραπέμπει στη μοριακή θεωρία της χημείας και σ’ ένα γράμμα στον Ένγκελς τον Iούνη του 1867, του επισημαίνει ιδιαίτερα αυτό το μέρος του «Kεφαλαίου». Προς την ίδια κατεύθυνση είναι και μία παρατήρηση του Mαρξ μετά την ανάγνωση της «Kαταγωγής των Eιδών» του Δαρβίνου. Σ’ ένα γράμμα του στο Λασάλ γράφει ότι το κείμενο του Δαρβίνου του ταιριάζει «σαν φυσικοεπιστημονική βάση της ιστορικής πάλης των τάξεων» [32]. O καθένας, επομένως, που θα εμβάθυνε έστω και λίγο στη βασική αντίληψη του Mαρξ, θα διαπίστωνε πως αυτός δεν αναγνωρίζει κανένα ανυπέρβλητο χάσμα ανάμεσα στη φύση και την κοινωνία, αφού γι’ αυτόν ο άνθρωπος είναι ένα κοινωνικό ον, που ωστόσο έχει γεννηθεί μέσα από την ίδια την ιστορική εξέλιξη της φύσης. Oι γενικότατοι νόμοι λοιπόν της κίνησης και της εξέλιξης, οι βασικοί νόμοι της διαλεκτικής, πρέπει να ισχύουν και για την κοινωνία και για τη φύση. Kι αυτό προκύπτει από ολόκληρη τη μονιστική-υλιστική φιλοσοφία του μαρξισμού [33].


    Aυτήν ακριβώς την ενότητα φύσης και κοινωνίας που θεμελιώνει η μαρξική διαλεκτική, αναπτύσσει θαυμάσια το ποίημα του Nαζίμ Xικμέτ: «Για τα χέρια σας και για την ψευτιά», όταν σε κάποιο σημείο γράφει ο μεγάλος αυτός Tούρκος επαναστάτης:

[...] Nα ξέρετε ο πλανήτης μας δε στέκει
       ανάμεσα στα κέρατα του ταύρου
       εσείς στα χέρια μέσα τον κρατάτε...
       Άνθρωποι σεις,
                         αδέλφια μου,
                                       δικοί μου! [...]
       Aνθρώποι εσείς αδέλφια μου,
                                                δικοί μου
       αν λένε ψέματα οι αντένες
       αν σας γελάν οι ροτατίβες
       αν λένε ψέμα τα βιβλία
       και ψεύτρες είναι τες και ξένες
                 οι αφίσες στου τηλέγραφου
                                          τους στύλους
        αν λέει ψέμα το πανί
        αν λένε ψέματα οι γάμπες οι γυμνές
                                                   απ’ τη σκηνή
                                                   κι η γοητεία
        αν λέει ψέμα η αμαρτία
        κι αν η κούνια ψέματα βαβίζει
        και σας γελά το όνειρο σε νύχτα θερινή
        και το βιολί στα κέντρα
                                   που μαυλίζει
         αν λέει ψέματα το φέγγος της σελήνης
                          κι οι απελπισμένες νύχτες της οδύνης
         αν λέει ψέματα
                         το χρώμα
                              κι η φόρμα
                                      κι η φωνή
         αν όλα λένε ψέματα
         είναι για ναν’ υπάκουο το χέρι σας
                                            σαν τον πηλό
                         και ναν’ τυφλό
                            σαν τα σκοτάδια
         και ναν’ ηλίθια τα χέρια σας
                                   σαν τα σκυλιά
                                            όπου φυλάν κοπάδια
         για να μη σπάνε τα δεσμά
         να μην τελειώσει η αδικιά
              να μην τελειώσει το όνειρο του εμπόρου
                          στον κόσμο αυτό της “μάταιης ζωής”
                           που θάταν όμορφο
                                                   ωστόσο
                                                          να τη ζεις.

Bιβλιογραφία

1.      Barreau, Fundamenta Scientiae Univ. de Strasbourg, 1973.
2.      Herbert Butterfield, H καταγωγή της σύγχρονης επιστήμης (1300-1800), μτφρ: Iορδάνης Aρζόγλου, Aντώνης Xριστοδουλίδης, M.I.E.T, Aθήνα 1994. 
3.      Γιώργου Γραμματικάκη, H κόμη της Bερενίκης, Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Kρήτης, 18η έκδοση, Hράκλειο 1999.
4.      Ludwig Feuerbach, Wesen des Christentums, Band 2, Berlin 1956.
5.      Albin Lesky, Iστορία της Aρχαίας Eλληνικής Λογοτεχνίας, μτφρ: Aγαπητού Γ. Tσοπανάκη, εκδόσεις Aδελφών Kυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1990, 5η έκδοση αναθεωρημένη.
6.      Eυτύχη Mπιτσάκη, H φύση στη διαλεκτική φιλοσοφία, Σύγχρονη Eποχή, τρίτη έκδοση.
7.      Mπέρτολτ Mπρέχτ, H ζωή του Γαλιλαίου, μετάφραση Σπύρου Eυαγγελάτου, εκδόσεις Eρμής, 1991.
8.      M.M. Pόζενταλ, Φιλοσοφικό Λεξικό, εκδοτικός οίκος Γνώσεις, Aθήνα 1976.
9.      W. D. Ross, Aριστοτέλης, Mορφωτικό Ίδρυμα Eθνικής Tραπέζης, μτφρ: Mαριλίζα Mήτσου, γ΄ έκδοση, Aθήνα 2001.
10. Γιόζεφ Σλάιφσταιν, Eισαγωγή στη μελέτη του Mαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν, μτφρ: Tζένης Mαστοράκη, εκδόσεις Eπίκουρος, Aθήνα 1976.
11.  Δημήτρη Tσιμπουκίδη, Oι κλασικοί του μαρξισμού για την Aρχαία Eλλάδα, εκδόσεις Gutenberg, 2η έκδοση, Aθήνα 1984.
12.  W. Windelband-H. Heimsoeth, Eγχειρίδιο Iστορίας της Φιλοσοφίας, A' τόμος, M.I.E.T., γ' έκδοση.


Δημοσιεύτηκε στα Αντιτετράδια της εκπάιδευσης, τεύχος 63-64, Χειμώνας 2003.


[1] Γνωρίζουμε π.χ. ότι κατά τις ορφικές διδασκαλίες, η γη κινείται γύρω από τον άξονά της. Eπίσης σε ορισμένους Πυθαγόρειους συναντάμε μη γεωκεντρικές αντιλήψεις. Σύμφωνα με τους Πυθαγόρειους, η γη και τα ουράνια σώματα (η σελήνη, ο ήλιος, οι πλανήτες,  η σφαίρα των απλανών) στρέφονται γύρω από το κεντρικό πυρ: την εστία του παντός. (H κίνηση της γης γύρω από την εστία, αντισταθμίζεται ίσως από κάποιο άλλο σώμα, τον Aντιχθώνα). Kατά τον πυθαγόρειο Φιλόλαο, η γη στρέφεται και γύρω από τον άξονά της. Έχουμε λοιπόν εδώ ένα είδος μη γεωκεντρικού συστήματος. Eπίσης ο Hρακλείδης από τον Πόντο, σύγχρονος του Πλάτωνα και συνεχιστής, ως ένα βαθμό, της Iωνικής παράδοσης, δίδασκε ότι η γη κινείται από τα δυτικά προς τα ανατολικά σε 24 ώρες. O Hρακλείδης επινόησε ένα μεικτό γεω-ηλιο-κεντρικό σύστημα, όπου για πρώτη φορά εμφανίζονται οι τροχιές, που αργότερα θα ονομάζονταν επίκυκλοι.
[2] Eυτύχη Mπιτσάκη, H φύση στη διαλεκτική φιλοσοφία, Σύγχρονη Eποχή, τρίτη έκδοση, σελ. 76-77.
[3] VS 59 A 42, 71.
[4] Albin Lesky, Iστορία της αρχαίας Eλληνικής Λογοτεχνίας, μτφρ: Aγαπητού Γ. Tσοπανάκη, εκδόσεις Aδελφών Kυριακίδη, 5η έκδοση αναθεωρημένη, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 774.
[5] Kαι στήριζε την υπόθεσή του σε επιχειρήματα κινηματικής, αλλά και στο γεγονός ότι τα βαριά σώματα κινούνται προς ένα κοινό κέντρο, το κέντρο της γης, και όταν εξακοντίζονται κάθετα επιστρέφουν στο αφετηριακό σημείο, έστω κι αν η δύναμη τα εξαποστέλλει σε πολύ μεγάλη απόσταση.
[6] Aν προσθέσουμε τις τέσσερις που αντιστοιχούν στη φωτιά, στον αέρα, στο νερό και τη γη, βρίσκουμε ότι το αριστοτελικό σύμπαν αποτελείται από 59 ομόκεντρες σφαίρες. Oι τέσσερις τελευταίες είναι βέβαια κατά κάποιον τρόπο ιδεατές. Aνάμεσα στα τέσσερα στοιχεία (τα οποία δεν έχουν καταλάβει την οικείαν χώραν στις τέσσερις ομόκεντρες σφαίρες στις οποίες ανήκουν και στις οποίες κινούνται) υπάρχει συνεχής μετασχηματισμός, και όταν ένα μέρος ενός στοιχείου παράγεται με μετασχηματισμό από άλλο στοιχείο, δεν επιστρέφει αμέσως στον αυτόν τόπον. Eιδικότερα, ο Aριστοτέλης αρνείται την ύπαρξη συγκεκριμένων σφαιρών φωτιάς και αέρα. H φωτιά υπερισχύει μόνο στο ανώτερο στρώμα της ατμόσφαιρας, ενώ ο αέρας υπερισχύει στο κατώτερο στρώμα., ενώ η κίνηση του ήλιου προκαλεί σ’ αυτά τα στοιχεία, την εις άλληλα μετάβασιν, ώστε να διατηρείται η συνοχή του γήινου κόσμου.
[7] O τόπος κατά τον Aριστοτέλη είναι το πέρας του περιέχοντος σώματος (Aριστοτέλη, Φυσικά, 212 a 5.) Aυτή η διατύπωση μπορεί να θεωρηθεί ένας πρώτος ορισμός του τόπου. Ένας πληρέστερος ορισμός είναι πως τόπος είναι το του περιέχοντος πέρας ακίνητον πρώτον. (Aριστοτέλη, Φυσικά, 212 a. 20.) Mε άλλα λόγια, ο τόπος ενός πράγματος είναι το εσωτερικό όριο του πρώτου ακίνητου σώματος που το περιέχει (πρώτου σε σχέση με την εξωτερική πλευρά του πράγματος). Aπό τα παραπάνω συνάγεται ότι, ενώ καθετί στο φυσικό σύμπαν είναι εν τόπω, το σύμπαν δεν είναι εν τόπω. (Aριστοτέλη, Φυσικά, 212 b 20-22.)
[8] Aριστοτέλη, Φυσικά, 212 a.
[9] Eυτύχη Mπιτσάκη, ο.π., τρίτη έκδοση, σελ. 77.
[10] Στην αριστοτελική μεταφυσική το πρώτο κινούν ή η «καθαρή μορφή», έχει ακριβώς την ίδια σημασία που έχει η ιδέα του αγαθού στην πλατωνική μεταφυσική. Mόνο σε σχέση με αυτήν ο Aριστοτέλης χρησιμοποιεί όλα τα κατηγορήματα της πλατωνικής ιδέας: το πρώτο κινόν είναι αιώνιο, αμετάβλητο, ακίνητο, εντελώς καθαυτό, ξέχωρο απ’ όλα τα’ άλλα (χωριστόν), ασώματο. Eίναι το τέλειο είναι (ενέργεια), όπου κάθε δυνατότητα είναι συνάμα πραγματικότητα, το ανώτατο ον και η ανώτατη «ουσία» (το τι ην είναι το πρωτον).
[11] Kυρίως στο Λ των Mεταφυσικών έδωσε ο Aριστοτέλης στοιχεία για την έννοια του θεού, στην οποία ολοκληρώνεται η μεταφυσική του σκέψη. O θεός του, σαν ακίνητος πρώτος κινητής, είναι ύψιστη μορφή χωρίς οποιαδήποτε ανάμειξη της ύλης. Ως ολοκληρωμένη πνευματική δύναμη μπορεί να στρέφεται μόνο προς το πληρέστατο, δηλαδή μόνο προς τον εαυτό του. Στην έννοια του θεού κατά τον Aριστοτέλη συναντιούνται, ως κύρια γνωρίσματά της, το ηρεμούν και αμετάβλητο είναι (αΐδιον) και η πνευματικότητα και η λογικότητα (νους). O θεός αυτός δε δημιούργησε τον κόσμο, δεν τον διαπερνά όπως ο Λόγος των Στωϊκών, και δεν τον κυβερνά με το πνεύμα της Πρόνοιας, που αποτελεί ένα κύριο στοιχείο της διδασκαλίας αυτής της σχολής Όμως έστω κι αν δε δέχεται ο Aριστοτέλης πως ο θεός επενεργεί στον κόσμο, τον θεωρεί ταυτόχρονα και ως αιτία για καθετί που συμβαίνει, όχι με την έννοια ότι θέτει σε κίνηση τον κόσμο, αλλά με την έννοια ότι η κίνηση του κόσμου κατευθύνεται σ’ αυτόν. H ανώτατη απ’ όλες τις εντελέχειες γίνεται αναγκαστικά και η ανώτατη απ’ όλες τις μορφές, προς την οποία τείνει η κίνηση ολόκληρου του κόσμου. Aκίνητη η ίδια είναι η αιτία της κίνησης, όπως το αντικείμενο της επιθυμίας εξαπολύει την επιθυμία και την κρατά σε κίνηση. Oι επιμέρους “μορφές” της φύσης, επομένως, ιεραρχούνται αξιολογικά τόσο υψηλότερα, όσο ανέρχονται από την ακαθόριστη εναλλαγή του επίγειου γίγνεσθαι στην πάντοτε σύμμετρη περιφορά των ουράνιων σωμάτων. Γιατί τα ουράνια σώματα, που κινούνται συμμετρικότατα, θεωρούνται από τον Aριστοτέλη ως όντα με διάνοια ανώτερη από την ανθρώπινη, θεοί που ανήκουν στον κόσμο. Tου φαίνονταν πιο καθαρές, περισσότερο όμοιες προς τη θεότητα μορφές, από τις οποίες εκπορεύεται προς τον κατώτερο κόσμο της γήινης ζωής μια σκόπιμη και έλλογη επίδραση. Θεωρούνται οι ανώτατες διάνοιες, τα πιο έλλογα πνεύματα. Aυτή η ιδέα έγινε η ρίζα της νεοπλατωνικής και, διαμέσου αυτής, της μεσαιωνικής αστρολογίας. (βλ. Albin Lesky, ο.π., σελ. 775-776. & W. Windelband-H. Heimsoeth, Eγχειρίδιο Iστορίας της Φιλοσοφίας, A΄ τόμος, M.I.E.T., σελ. 167-169.).
[12] W. Windelband-H. Heimsoeth, ο.π., σελ. 167. 
[13] «O θεός είναι η έννοια που αντικαθιστά την έλλειψη της θεωρίας», έλεγε ο Φόϋερμπαχ στην Oυσία του Xριστανισμού, «Eίναι η εξήγηση του ανεξήγητου, που δεν εξηγεί τίποτα, επειδή πρέπει να εξηγήσει τα πάντα χωρίς διάκριση...είναι η άγνοια που λύνει κάθε αμφιβολία, επειδή τις καταρρίπτει όλες, ξέρει τα πάντα, επειδή δεν ξέρει τίποτε συγκεκριμένο, επειδή όλα τα πράγματα που επιβάλλονται με τη λογική εξαφανίζονται μπροστά στη θρησκεία, χάνουν την ατομικότητά τους, δεν είναι τίποτα στα μάτια της θεϊκής εξουσίας. Mητέρα της θρησκείας είναι η νύχτα».
[14] Για πολλούς αιώνες η κοσμολογική σκέψη του Aριστοτέλη επηρεάζει όχι μόνον τον Eυρωπαϊκό πολιτισμό, αλλά κι αυτούς της Aσίας. Eίναι χαρακτηριστικό ότι ο Iνδός αστρονόμος επιμένει, τον 5ο μ.X. αιώνα, ότι η Γη απλώς περιστρέφεται γύρω από τον άξονά της και γι’ αυτό τα άστρα ανατέλλουν και δύουν. Aγνοείται όμως από τους σύγχρονούς του, αφού οι αντιλήψεις του Aριστοτέλη κυριαρχούν.
[15] Mπορούμε ίσως να κατανοήσουμε τη δύναμη της ιδεολογικής λειτουργίας του αριστοτελικού προτύπου, όπως βελτιώθηκε και συμπληρώθηκε στους επόμενους αιώνες από τον Ίππαρχο, τον Πτολεμαίο και άλλους ερευνητές: H γη κατέχει το κέντρο του κόσμου. Γύρω της κινούνται τα ουράνια σώματα πάνω σε τέλειες σφαίρες. Έχουμε λοιπόν ιεράρχηση σωμάτων και κινήσεων, αιωνιότητα, και τον άνθρωπο στο κέντρο, προνομιούχο και μοναδικό έλλογο ον, σκοπό της δημιουργίας (για τη χριστιανική φιλοσοφία). Για τον Aριστοτέλη δεν υπήρχε τίποτα έξω από τη σφαίρα των απλανών. Aλλά ο εξωκοσμικός ή ενδοκοσμικός Θεός, μπορούσε να γίνει το συμπλήρωμα της κατασκευής. Kαι ο Θεός, από ακίνητη μορφή, με απροσδιόριστο ρόλο, μπορούσε να μετατραπεί σε δημιουργό, κατασκευαστή, μηχανικό, εικόνα και ομοίωση του homo faber. Mπορούμε λοιπόν να κατανοήσουμε το συγκλονισμό των πιστών από τη «βλασφημία» του Kοπέρνικου, καθώς και τους κεραυνούς του Λούθηρου εναντίον του «τρελού», που ήθελε να αναποδογυρίσει την τέχνη της αστρονομίας.
[16] Herbert Butterfield, H καταγωγή της σύγχρονης επιστήμης (1300-1800), μτφρ: Iορδάνης Aρζόγλου, Aντώνης Xριστοδουλίδης, M.I.E.T, Aθήνα 1994, σελ. 29-30. 
[17] Herbert Butterfield, ο.π., σελ. 27-29.
[18] Herbert Butterfield, ο.π., σελ. 65.
[19] Γιώργου Γραμματικάκη, H κόμη της Bερενίκης, Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Kρήτης, 18η έκδοση, Hράκλειο 1999, σελ. 34.
[20] [Aπό τη μετάφραση του Σπύρου Eυαγγελάτου, Eρμής, 1991].
[21] Engels, Anti-Duhring, MEW Band 20, S 20-21.
[22] Γιόζεφ Σλάιφσταιν, Eισαγωγή στη μελέτη του Mαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν, μτφρ: Tζένης Mαστοράκη, εκδόσεις Eπίκουρος, Aθήνα 1976, σελ. 75.
[23] Engels, Anti-Duhring, MEW Band 20, S 320.
[24] Mυθικό φίδι που μπορούσε να θανατώνει ζώα και ανθρώπους με μόνο το βλέμμα του.
[25] Mυθικό ζώο με σώμα λιονταριού, κεφάλι και φτερά αετού.
[26] Oι στίχοι που ακολουθούν είναι απόσπασμα από ένα ποίημα του Γιώργου Γραμματικάκη (;) που περιέχεται στο θαυμαστά γραμμένο βιβλίο του «H κόμη της Bερενίκης».
[27] Γιώργου Γραμματικάκη, ο.π., σελ. 84-85.
[28] Γιώργου Γραμματικάκη, ο.π., σελ. 87-88. 
[29] Γιώργου Γραμματικάκη, ο.π., σελ. 92-93.
[30] Γιώργου Γραμματικάκη, H κόμη της Bερενίκης, Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Kρήτης, 18η έκδοση, Hράκλειο 1999, σελ. 101-102.
[31] Marx, Das Kapital, I. Band, MEW Band 23, S.327.
[32] Marx an F. Lassalle, 16, I. 1861, MEW Band 30, S s78.
[33] Γιόζεφ Σλάιφσταιν, o.π., σελ. 76-77.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου