18.6.13

Δεκέμβρης του ’44: Ωμή ανάλυση της αστικής πολιτικής από τον Γ. Παπανδρέου

Γράφει ο kokkiniotis

Συνεχίζοντας το αφιέρωμά μας στην ηρωική μάχη του λαού της Αθήνας το Δεκέμβρη του 1944, τη μάχη των 33 ημερών, παραθέτουμε ένα μέρος της ιδιαίτερα αποκαλυπτικής επιστολής του Γεωργίου Παπανδρέου που είδε το φως της δημοσιότητας στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» στις 2 Μαρτίου 1948. 

Στην επιστολή του αυτή ο «παπατζής», όπως λεγόταν τότε στην τρέχουσα πολιτική ορολογία και τα λαϊκά συνθήματα της εποχής («Παπανδρέου παπατζή- ξεσκεπάστηκες κι εσύ»), απαντάει στην κριτική «από τα δεξιά» που του ασκούσε η Καθημερινή. Παρακολουθήστε πώς ξεδιπλώνει τη διαλεκτική της πολιτικής της αστικής τάξης και του αγγλικού ιμπεριαλισμού, περιγράφοντας με απίστευτο κυνισμό το στόχο να βάλει «στο τσουβάλι» το λαϊκό κίνημα με ενδιάμεσους σταθμούς τις συμφωνίες Λιβάνου και Καζέρτας. Με τη γνωστή επιγραμματικότητα που τον διέκρινε, δηλώνει στον Τσώρτσιλ την ουσία της πολιτικής του: «Εξοπλισμός του Κράτους. Αφοπλισμός του ΕΑΜ». "Μας ζητούν να παραδώσωμε την Ελλάδα. Αρνούμεθα!", δηλώνει με θράσος από ...το Κάιρο!

 Το τελεσίγραφο της αποστράτευσης του ΕΛΑΣ στις 10 Δεκέμβρη και η σημασία του, η συμμετοχή του ΚΚΕ στην κυβέρνηση και η νομιμοποίηση της επέμβασης του αγγλικού ιμπεριαλισμού, το τσάκισμα του λαϊκού κινήματος και η αντιστροφή του συσχετισμού αναλύονται στυγνά στη μνημειώδη αυτή επιστολή. Οι υπογραμμίσεις δικές μας.  
    «Φίλε κ. Διευθυντά,   (…) Και ερχόμεθα εις τον ιδικόν μας Δεκέμβριον. Γράφετε: «Ο Υψιστος μάς έκαμε δώρον την Επανάστασιν και τα Δεκεμβριανά. Διότι τι θα συνέβαινε αν δεν εγίνοντο; Διά να μη γίνουν ήμεθα τότε εις κάθε υποχώρησιν έτοιμοι, θα εδίδαμεν εις τους Κομμουνιστάς και ένα και δύο υπουργεία, ακόμα και πέντε. Σιγά σιγά θα τους παραδίδαμεν – για να μη γίνει Επανάστασις – και την Διοίκησιν και τον Στόλον και τον Στρατόν. Θα τους τα εδίδαμεν όλα».   Η διαφωνία μου είναι απόλυτος. Οχι ότι δεν υπήρξε «δώρον του Υψίστου» ο Δεκέμβρης… Αλλά ότι «θα τους τα εδίναμε όλα…». Διότι συνέβαινεν ακριβώς το αντίθετον: «Τους τα επαίρναμε όλα…». Και διότι επεμείναμεν, απεφάσισαν την Στάσιν…   (…) Θα επικαλεστώ κείμενα:   «Την 26η Απριλίου 1944, όταν ανέλαβα την Κυβέρνησιν εις το Κάιρο, διεκήρυξα το σύνθημα: Μία Πατρίς, μία Κυβέρνησις, εις Στρατός.   Εις το Συνέδριον του Λιβάνου την 17ην Μαΐου 1944, ομιλών ενώπιον και των εκπροσώπων του ΚΚΕ είπα: «Το κύριον επίμαχον θέμα είναι το στρατιωτικόν, το θέμα της υλικής δυνάμεως.  
 Η ώρα είναι ιστορική και οφείλομεν να ομιλήσωμεν ευκρινώς και απεριφράστως. Εάν το ΕAM έχει την πρόθεσιν να χρησιμοποιήσει την υλικήν του δύναμιν ως όργανον εμφυλίου πολέμου και εξοντώσεως των αντιπάλων του, και αύριον, μετά το πέρας του πολέμου, υπό το ψευδώνυμον της Λαϊκής Δημοκρατίας, ως όργανον δυναμικής επικρατήσεως επί της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, τότε βεβαίως δεν υπάρχει στάδιον συνεννοήσεως. Το καθήκον μας τότε είναι να συνεγείρωμεν το έθνος και να επικαλεσθώμεν την επικουρίαν όλων των Μ. Συμμάχων μας εις τον διπλούν αγώνα και κατά του εξωτερικού εισβολέως και κατά του εσωτερικού εχθρού. Διότι ο Ελληνικός λαός δεν κάμνει επιλογήν τυράννων. Αρνείται την τυραννίαν…».  

 Εάν όμως το ΕAM έχει λάβει απόφασιν να εγκαταλείψη τους σκοπούς της δυναμικής επικρατήσεως και να αρκεσθή εις τα πολιτικά μέσα της πειθούς και αν, κατά συνέπειαν, δέχεται την κατάργησιν του ΕΛΑΣ καθώς και των άλλων ανταρτικών σωμάτων και την δημιουργίαν Εθνικού Στρατού, ο οποίος θα ανήκει μόνον εις την Πατρίδα και θα υπάκουη εις τας διαταγάς της Κυβερνήσεως, τότε η συμμετοχή και του ΕΑΜ εις την Εθνικήν μας Ενωσιν θα ημπορή να θεωρήται γεγονός.   Την 6η Ιουλίου 1944 απήντησα από το ραδιόφωνον του Καΐρου προς την Επιτροπήν των Βουνών, η οποία είχε ζητήσει επιπροσθέτως τα υπουργεία των Στρατιωτικών και των Εσωτερικών. Και είπα: «Αποδοχή των νέων όρων σημαίνει κατ' ουσία: Στρατός ΕΑΜ. Ελεγχoν της Αστυνομίας, της Χωροφυλακής, της Διοικήσεως και της Δικαιοσύνης από το ΕAM. Και έμπνευσιν της Παιδείας μας από το ΕΑΜ. Τώρα, πλέον, ημπορεί να γίνει πλήρης εξήγησις. Γνωρίζομεν τι μας ζητούν. Και απέναντι των αιτημάτων των λαμβάνωμεν επίσημον, υπεύθυνον θέσιν: Αρνούμεθα. Μας ζητούν να παραδώσουμε την Ελλάδα. Αρνούμεθα!».  

Την 21ην Αυγούστου 1944 συνηντήθην εις την Ρώμην με τον Βρετανόν Πρωθυπουργόν. Και όταν μου έθεσε το ερώτημα, ποια είναι η πολιτική μου, απήντησα: «Εξοπλισμός του Κράτους. Αφοπλισμός του ΕΑΜ».   (…) Και συνεπής προς την σταθεράν επαγγελίαν επηκολούθησε η εφαρμογή…   Η κυβέρνησις της Εθνικής Ενώσεως ανεσχηματίσθη εν Αθήναις την 23ην Οκτωβρίου. Και μετά δέκα ημέρας, την 3ην Νοεμβρίου 1944, προέβην εις τας ακολούθους ανακοινώσεις:   «Μετά την συντελεσθείσαν πλήρην Απελευθέρωσιν της Ελλάδος λήγει και η Αντίστασις. Είναι επομένως φυσικόν ότι επακολουθεί η αποστράτευσις των Ανταρτικών Ομάδων ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ, η οποία ωρίσθη διά την 10ην Δεκεμβρίου…».   (…) Οσοι θέλουν να κρίνουν δικαίως εκείνην την εποχήν, οφείλουν να αναπολήσουν την κατάστασιν του Απριλίου 1944, όταν ανέλαβαν τηνΚυβέρνησιν.   Εις την Ανατολήν, αι ένοπλοι δυνάμεις μας είχον αποσυντεθεί από την Στάσιν. Και εις την Ελλάδα το ΚΚΕ είχε καταστή παντοδύναμον και είχε συγκροτήσει και την Κυβέρνησιν των Βουνών – την ΠΕΕΑ. Και η αγωνία, από την οποία αδιαλείπτως κατειχόμην ήτο: Πώς θα κατελύετο; Δύο ήσαν τα στάδια διά να φθάσωμεν εις την Νίκην: Πρώτον, η έλευσις εις τας Αθήνας! Και δεύτερον, ο αφοπλισμός του ΚΚΕ.  

Διά να έλθωμεν εις τας Αθήνας – ως αντίπαλοι του ΚΚΕ – δεν διεθέταμεν, δυστυχώς, ούτε εις το εσωτερικόν, ούτε εις το εξωτερικόν, ελληνικάς δυνάμεις, αριθμητικώς επαρκείς διά να αντιμετωπίσουν τας μυριάδας του ΕΛΑΣ, τακτικού και εφεδρικού, καθώς και την ευρυτάτην συνωμοτικήν οργάνωσιν του ΕAM. Αλλά δεν υπήρχον επίσης τότε ούτε βρετανικαί δυνάμεις διαθέσιμοι, διότι είχαν απορροφηθή από τα τρία ευρωπαϊκά μέτωπα, τα οποία, κατά τους κρίσιμους εκείνους μήνας – Σεπτέμβριον και Οκτώβριον 1944 – επιέζοντο σφοδρώς από τον Χίτλερ, αποβλέποντα εις τον εξαναγκασμόν χωριστής ειρήνης… Και είχε μάλιστα φθάσει εις τόσον βαθμόν η έλλειψις διαθεσίμων βρετανικών δυνάμεων, ώστε να αναγκασθώ μίαν ημέραν, εις τον πρεσβευτήν της Μεγ. Βρετανίας, ο οποίος μου ωμίλει περί αποστολής εις την Ελλάδα «εκατοντάδων» ή και «δεκάδων»ανδρών, να δώσω την απάντησιν, ότι «έχω την εντύπωσιν, ότι ομιλώ με αντιπρόσωπον του Λουξεμβούργου…».   (…)

Ιδού, διατί, μόνον η συμμετοχή του ΚΚΕ εις την Κυβέρνησίν μας ήνοιγε τας πύλας της Ελλάδος. Και διά τούτο την επεδίωξα – και ευτυχώς κατωρθώθη… Καθώς επίσης, μόνον το σύμφωνον της Καζέρτας, όπου ο ΕΛΑΣ, διά του Αρχηγού του, υπέγραψε την υποταγήν του εις το Βρετανικόν Στρατηγείον και προσεκάλεσε τους Βρετανούς εις την Ελλάδα, καθίστα Συμμαχικώς εύκολον την παρουσίαν των…   Αλλά υπάρχει και το δεύτερον στάδιον, ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ. Διότι εφ' όσον το ΚΚΕ παρέμεινε πάνοπλον, η Ελληνική Κυβέρνησις, καθώς ελέγαμεν τότε, ήτο απλώς «η περικεφαλαία του ΕΑΜικού Κράτους…».   Αλλά πότε θα έπρεπε ν” αποφασισθή η αποστράτευσις; Θα έπρεπε ν' αποφασισθή αμέσως, ή να αναβληθή δι' αργότερον;

Το ζήτημα του χρόνου ήτο κρισιμώτατον. Το ΚΚΕ εζήτει αναβολήν. Και αι γενικώτεραι συνθήκαι την ηυνόουν. Εφόσον εξηκολουθεί ο πόλεμος εναντίον του Ναζισμού, ηδύνατο να θεωρηθή παράλογος η άμεσος αποστράτευσις δυνάμεων της Εθνικής Αντιστάσεως. Και δι' αυτό ουδαμού της Ευρώπης συνέβη…   Αλλά μου ήτο σαφές, ότι ο χρόνος ειργάζετο υπέρ του ΚΚΕ. Και εσωτερικώς, διότι θα εξησφάλιζεν εν τω μεταξύ την πλήρη διάβρωσιν – όπως φαίνεται να συνέβη εις την Τσεχοσλοβακίαν. Και εξωτερικώς, διότι τότε η Σοβιετική Ενωσις ευρίσκετο ακόμη εις την θανάσιμον εμπλοκήν με τον Ναζισμόν και επροφυλάσσετο να διατάραξη τας Συμμαχικάς σχέσεις της. Και διά τούτο ακριβώς παρέστησε, καθ' όλον τον Δεκέμβριον, τον ουδέτερον – και μάλιστα μέχρι του σημείου να μας αναγγείλη την 30ήν Δεκεμβρίου, την αποστολήν πρέσβεως, ενώ ακόμα αι μάχαι εμαίνοντο εις τας Αθήνας…  

 Και διά τούτο επέμεινα ανενδότως εις την άμεσον αποστράτευσιν. Και η 10η Δεκεμβρίου έμενεν αμετακίνητος…   Το συμπέρασμα είναι ότι ο Δεκέμβριος ημπορεί να θεωρηθή «δώρον του Υψίστου». Αλλά, διά να ύπαρξη ο Δεκέμβριος, έπρεπε προηγουμένως να είχωμεν έλθει εις την Ελλάδα. Και τούτο ήτο δυνατόν μόνον με την συμμετοχήν και του ΚΚΕ εις την κυβέρνησιν, δηλαδή με τον Λίβανον. Και διά να ευρεθούν εδώ οι Βρετανοί, οι οποίοι ήσαν απαραίτητοι διά την Νίκην, έπρεπε προηγουμένως να είχεν υπογραφή το Σύμφωνον της Καζέρτας. Και διά να μη γίνη η Στάσις – «το δώρον του Υψίστου» – έπρεπε προηγουμένως να επιμείνω εις την άμεσον αποστράτευσιν του ΕΛΑΣ και να θέσω το ΚΚΕ ενώπιον του διλήμματος ή να αποδεχθή ειρηνικώς τον αφοπλισμόν του ή να επιχειρήση την Στάσιν, υπό συνθήκας όμως πλέον, αι οποίαι ωδήγουν εις την συντριβήν του. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια.     Μετ' εξαίρετου τιμής

  Γ. Παπανδρέου    1/3/48».
               

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου