Ολοκληρώνουμε το αφιέρωμά μας αντιγράφοντας ένα κείμενο από τον «Ριζοσπάστη». Παραθέτουμε ακόμη το ανακοινωθέν της Κ.Ε. του ΕΛΑΣ την ημέρα που ξεκίνησε η υποχώρηση…
Τριάντα τρεις ολόκληρες μέρες κράτησε η σκληρή μάχη του Δεκέμβρη, όπως ονομάστηκε εκείνη η περίοδος. Από τη ματωμένη Κυριακή, 3ης του Δεκέμβρη 1944, έως τις 5 Γενάρη 1945. Ηταν ολοφάνερα ένας ελληνο – αγγλικός πόλεμος. Μεταξύ του ΕΛΑΣ και του λαού της Αθήνας και του Πειραιά, που πάλευε στο πλευρό του πρώτου και των μέχρι εκείνη τη στιγμή τυπικών συμμάχων τους στον αντιφασιστικό αγώνα, των Εγγλέζων, που είχαν στο πλευρό τους, τους ακροδεξιούς και τους πρώην συνεργάτες των Γερμανών φασιστών. Στις τριάντα τρεις αυτές μέρες κορυφώθηκαν στο χώρο της Αθήνας και του Πειραιά οι πόθοι ενός ολόκληρου λαού, τα όνειρα που έκανε στη διάρκεια της τετράχρονης ηρωικής Εθνικής Αντίστασης, για τη λεύτερη και λαοκρατούμενη Ελλάδα. Τριάντα τρεις ολόκληρες μέρες, που είναι σφραγισμένες από το μεγαλείο της μαζικής λαϊκής αυτοθυσίας και πρωτοβουλίας, της μαχητικότητας και του δυναμισμού. Και ήταν αυτή ακριβώς, η μαζική λαϊκή συμμετοχή – μαζί με τον ηρωικό αγώνα των μαχητών του ΕΛΑΣ – που απέτρεψε τη στρατιωτική ολοκληρωτική νίκη των σαφώς πολλαπλάσιων αγγλικών δυνάμεων και υποχρέωσε τον Τσόρτσιλ στην αναζήτηση και πάλι πολιτικών λύσεων.
Σε δύο φάσεις μπορούν να χωριστούν τα γεγονότα του Δεκέμβρη. Η πρώτη κρατά μέχρι τις 18 του Δεκέμβρη. Στη διάρκειά της, ο ΕΛΑΣ και ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά, αφού θάβει τους δεκάδες νεκρούς του των πρώτων ημερών και αποκρούει την επίθεση, που εξαπόλυσαν οι Εγγλέζοι στις 6 του Δεκέμβρη, περνά σε αντεπίθεση και περιορίζει τις αγγλικές δυνάμεις στο κέντρο ουσιαστικά της Αθήνας, στο κράτος της “Σκομπίας”, όπως έλεγαν τότε χαρακτηριστικά. Η δεύτερη αρχίζει στις 18 Δεκέμβρη και κρατά μέχρι το ξημέρωμα της 5ης του Γενάρη, όταν με διαταγή του Α’ ΣΣ ο ΕΛΑΣ αποσύρεται από την πρωτεύουσα.
Να, πώς περιγράφει τα γεγονότα εκείνα το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (Α’ τόμος, σ. 490):
“Στη μάχη του Δεκέμβρη, ΕΛΑΣ και λαός της Αθήνας και του Πειραιά βρίσκονταν επί ποδός πολέμου. Οι μαχητές του ΕΛΑΣ κρατούσαν γερά τις θέσεις τους. Διεκδικούσαν τετράγωνο με τετράγωνο την περιοχή της πρωτεύουσας. Ενεργούσαν σοβαρές επιθετικές κρούσεις. Αχρήστευαν δεκάδες άρματα μάχης. Κατέρριπταν αεροπλάνα. Επιαναν αιχμαλώτους. Ο λαός έστηνε οδοφράγματα. Ανοιγε αντιαρματικές τάφρους. Μετέφερε τραυματίες και τρόφιμα. Νέοι και γέροι, άντρες, γυναίκες έπαιρναν θέση στο μετερίζι της μεγάλης μάχης.
Κατά τα μέσα του Δεκέμβρη ο ΕΛΑΣ με ορμητικές επιθετικές ενέργειες υποχρέωσε τους Βρετανούς επιδρομείς να περιχαρακωθούν στο κέντρο της πρωτεύουσας. Το κράτος του Σκόμπι και του Παπανδρέου περιορίστηκε στο χώρο ανάμεσα στην Ομόνοια, την πλατεία Συντάγματος και το Κολωνάκι, με ελάχιστα σημεία στήριξης έξω από το χώρο αυτό.
Η σοβαρή κατάσταση, που είχε δημιουργηθεί στην Αθήνα, οι σημαντικές εκδηλώσεις αλληλεγγύης προς τον ελληνικό λαό και η καταδίκη της επέμβασης της Μ. Βρετανίας από τη δημοκρατική κοινή γνώμη των χωρών του εξωτερικού και της ίδιας της Αγγλίας, προκαλούσαν πολλές ανησυχίες στην αγγλική κυβέρνηση.
Ο ίδιος ο Τσόρτσιλ στα απομνημονεύματά του γράφει ότι “στην Αγγλία υπήρχε πολύ σύγχυση. Οι “Τάιμς” και ο “Μαγχεστριανικός Φύλαξ” καταδίκασαν την αντιδραστική, όπως την αποκαλούσαν, πολιτική μας… Στη Βουλή των Κοινοτήτων ο σάλος υπήρξε μεγάλος…”. Και προσθέτει: “Η μεγάλη πλειοψηφία του αμερικανικού Τύπου καταδίκασε αναφανδόν τη δράση μας, που τη χαρακτήρισε σαν νόθευση των αρχών υπέρ των οποίων πολεμούσαμε” (Απομνημονεύματα Ουίνστον Τσόρτσιλ, τ. 6, βιβλ. Α’, σ. 258 και 265). Η αγγλική κυβέρνηση, ανήσυχη από τις εξελίξεις, αποφάσισε να κλείσει με γενική πολεμική ενέργεια το ελληνικό ζήτημα.
Αλλά, πριν αρχίσει τη γενική επίθεση, ο Τσόρτσιλ θεώρησε καλό να αναλάβει πρωτοβουλία, για διευθέτηση του ζητήματος, με πολιτικά μέσα, αφού και ο στρατηγός Αλεξάντερ τού είχε ήδη τηλεγραφικώς τονίσει πως στρατιωτική νίκη, στην περίπτωση που θα εξακολουθούσε τον αγώνα ο ΕΛΑΣ μετά την απώθησή του από την Αθήνα και την περιοχή της Αττικής, δεν μπορούσε να επιτευχθεί. Ο τότε σύμβουλος του βασιλιά Γεωργίου, Π. Πιπινέλης, γράφει ότι το τηλεγράφημα του Αλεξάντερ προκάλεσε “βαθυτάτην εντύπωσιν” στον Τσόρτσιλ, ότι άρχισε να καταλαβαίνει πως ακόμη και με μια συντριπτική νίκη στην Αθήνα “δεν ήταν δυνατόν να λυθεί το ελληνικό πρόβλημα. Γι’ αυτό, μαζί με τη συγκέντρωση στρατιωτικών ενισχύσεων, άρχισε να προσανατολίζεται στην ανάγκη κάποιας πολιτικής λύσεως, στην περίπτωση που ο ΕΛΑΣ δεν συνθηκολογούσε”.(Π. Πιπινέλης, “Τα πολιτικά και διπλωματικά παρασκήνια”, εφημ. Ακρόπολις (24.8.1958).
Στις 17 Δεκέμβρη ο Σκόμπι περνά σε νέα επίθεση, αφού έχει κατάλληλα ενισχύσει τις δυνάμεις του. Οι συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά σφυροκοπούνται ανελέητα από ξηρά, θάλασσα και αέρα. Οι ρουκέτες, οι βόμβες, τα τηλεβόλα και τα πολυβόλα σκορπούν τον όλεθρο του θανάτου. Ο συσχετισμός δύναμης είναι πλέον ολοφάνερα υπέρ των επιδρομέων και δημιουργείται δύσκολη κατάσταση για τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ, αλλά οι Αγγλοι προχωρούν με μεγάλη δυσκολία. Οι επιθέσεις και οι αντεπιθέσεις διαδέχονται η μια την άλλη. Ο Τσόρτσιλ, όμως, θέλει οπωσδήποτε να ξεκαθαρίσει το ελληνικό ζήτημα και να “δέσει” την Ελλάδα στο άρμα του βρετανικού λέοντα. Γι’ αυτό και στέλνει από την Ιταλία νέες, μεγάλες στρατιωτικές ενισχύσεις και εφόδια στον Σκόμπι. Και τούτο, παρ’ ότι έχει ήδη εκδηλωθεί η αντεπίθεση των Γερμανών του στρατάρχη Ρούνστεντ στις Αρδένες και τις σοβαρές δυσκολίες, που αντιμετωπίζουν οι συμμαχικές δυνάμεις στο ιταλικό μέτωπο. Γι’ αυτά γράφει χαρακτηριστικά ο Π. Ρούσος, στο βιβλίο του “Η μεγάλη πενταετία”:
“Ανάμεσα στις 15 και 25 του Δεκέμβρη, φτάνουν στην Αθήνα, σε χρονικό διάστημα ρεκόρ, με 1.650 αεροπορικές πτήσεις, δυο ακόμα πλήρεις βρετανικές μεραρχίες, άλλες ισχυρές αποικιακές δυνάμεις πεζικού, συγκεκριμένα άλλη μια ταξιαρχία της 4ης Ινδικής Μεραρχίας, καθώς και δυο περίπου χιλιάδες τόνοι πολεμικό υλικό”.
Γράφοντας μετά τον πόλεμο, για κείνες τις επιχειρήσεις κατά του ελληνικού λαού το Δεκέμβρη του 1944 και συγκρίνοντάς τες με την αποστολή του βρετανικού σώματος κατά των Ιταλών το 1941, ο Αλεξάντερ παρατηρεί: “Η επέμβασίς μας το 1944 υπήρξε περισσότερον επιτυχής, παρ’ όλον ότι απετέλη εξ ίσου σημαντικήν θυσίαν δι’ ημάς, δεδομένου ότι, όπως είπα, με μεγάλην δυσκολίαν ημπορούσα να στερηθώ τας τρεις μεραρχίας, που απέσυρα από το κύριον μέτωπον της Ιταλίας, διά να σώσω την Ελλάδα και να εμποδίσω από του να περιπέσει υπό τον κομμουνιστικόν ζυγόν” (“Καθημερινή” 14.3.1961)
Ετσι έχουμε και μίαν άλλη κυνική ομολογία, πως ο Τσόρτσιλ έστειλε κατά του σύμμαχου ΕΑΜ το 1944 ουσιαστικότερη δύναμη, απ’ ό,τι είχε στείλει στον πόλεμο κατά των φασιστών εισβολέων το 1941″. (“Η μεγάλη πενταετία” τ. Β’, σ.361).
Στις σκληρές συγκρούσεις του Δεκέμβρη του 1944 βρέθηκαν αντιμέτωπες οι παρακάτω στρατιωτικές δυνάμεις:
Ο ΕΛΑΣ, στις πρώτες μέρες, διέθετε (σύμφωνα με την έκθεση που έκανε ο Γ. Σιάντος στην 11η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ – 1945) τις δυνάμεις του Α’ Σ. Σ., με 4.500 περίπου άνδρες, οι οποίες ενισχύθηκαν στην πορεία και έφτασαν τις 10 – 12.000 άνδρες. Σύμφωνα με τον Φ. Γρηγοριάδη, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ έφτασαν τις 15.000 άνδρες, ενώ ο Σόλων Γρηγοριάδης ανεβάζει τη συνολική τους δύναμη, στους 17.800 άνδρες. Γύρω στις 12.000 εξοπλισμένους άνδρες, υπολόγιζαν τη δύναμη του ΕΛΑΣ και οι αγγλικές μυστικές υπηρεσίες, σύμφωνα με τηλεγράφημα, που έστειλε ο Τσόρτσιλ στο Ρούσβελτ στις 17 Δεκέμβρη.
Απέναντι στις – χωρίς ουσιαστικά βαρύ οπλισμό – δυνάμεις του ΕΛΑΣ, οι Εγγλέζοι παρέταξαν περισσότερους από 30.000 στρατιώτες, από τις πρώτες μέρες των συγκρούσεων, που κλιμακωτά και σχετικά γρήγορα έφθασαν τις 60.000 *, 80 αεροπλάνα, 200 τανκς και πολλά πυροβόλα, ενώ μονάδες του αγγλικού στόλου, με τα πυροβόλα τους, κανονιοβολούσαν την πρωτεύουσα και ταυτόχρονα εξασφάλιζαν τον εφοδιασμό των στρατευμάτων. Στο πλευρό των Αγγλων, πήραν μέρος επίσης, η 3η Ορεινή Ταξιαρχία (2.500), ο Ιερός Λόχος (500), η Χωροφυλακή (3.000) και άλλοι σχηματισμοί δωσιλόγων.
Προφανή και ιδιαίτερη σημασία και αξία έχει να σημειωθεί η συμμετοχή, στο πλευρό των Αγγλων, μεγάλου αριθμού ταγματασφαλιτών, πρώην συνεργατών των Γερμανών. Η σχετική ομολογία του τότε υφυπουργού των Στρατιωτικών, στρατηγού Λέοντα Σπαή, είναι χαρακτηριστική: “Αποφασίστηκε να χρησιμοποιηθούν κατά του ΕΑΜ τα Τάγματα Ασφαλείας. Η εισήγηση ήταν των Αγγλων και η απόφαση δική μου… Συνολικά υπήρχαν 27.000 άνδρες των Ταγμάτων. Χρησιμοποιήσαμε 12.000, τους λιγότερο εκτεθειμένους και οπωσδήποτε κανένα από τα σημαίνοντα στελέχη. Τους ντύσαμε και τους εξοπλίσαμε – αφού τους πήραμε από τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, κυρίως στο Γουδί – στο κτίριο των παλαιών Ανακτόρων, τη σημερινή Βουλή. Εκεί στα υπόγεια υπήρχαν αποθήκες ιματισμού και οπλισμού…
Δεν είναι αλήθεια ότι δε χρησιμοποιήθηκαν Τάγματα Ασφαλείας στα Δεκεμβριανά, όπως τότε και αργότερα ισχυρίζονταν Αγγλοι και Ελληνες. Χρησιμοποιήθηκαν οι μισοί περίπου, από όσους είχαν συλληφθεί και αυτή είναι η αλήθεια, που την αποκαλύπτω σήμερα. Οπως ακόμα, ότι στα Δεκεμβριανά δεν πολέμησαν ούτε ο Παπαδόπουλος, ούτε ο Μακαρέζος (σ.σ. οι μετέπειτα Απριλιανοί δικτάτορες). Ο πρώτος ήταν υπασπιστής του στρατηγού Παυσανία Κατσώτα, τότε στρατιωτικού διοικητή Αθηνών. Ο δεύτερος ήταν γραμματέας στο υπασπιστήριό μου, ως υφυπουργός
Στρατιωτικών” (Αρθρο του στρατηγού Λ. Σπαή, στο περιοδικό “Πολιτικά Θέματα”, 4 Δεκέμβρη 1976)
* Ο Αγγλος συγγραφέας Ερμαν αναφέρει ότι μέχρι τα τέλη του Οκτώβρη βρίσκονταν στην Ελλάδα 22.600 Αγγλοι στρατιώτες, ενώ τμήματα μιας μεραρχίας ήταν έτοιμα να αποσταλούν στην Ελλάδα. Ο ίδιος αναφέρει, ότι στα τέλη του Δεκέμβρη, η δύναμη των Αγγλων έφθασε τις 60.000 στρατιώτες, ενώ προετοιμάζονται να αποσταλούν για ενίσχυση άλλες 18.000.
ΕΑΜ – ΕΛΑΣ
Αλλεπάλληλες και συνεχείς ήταν οι πρωτοβουλίες και οι προσπάθειες της ηγεσίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ – στη διάρκεια της μάχης του Δεκέμβρη – για να σταματήσουν οι εχθροπραξίες και να υπάρξει ομαλή δημοκρατική διέξοδος. Ολες, όμως, συνάντησαν την κατηγορηματική άρνηση των Εγγλέζων ή τους όρους ταπείνωσης και υποταγής του λαού και της χώρας, που έθετε ο Σκόμπι.
Στις 6 του Δεκέμβρη, η ΚΕ του ΕΑΜ στέλνει τηλεγράφημα στον Αγγλο πρεσβευτή Λίπερ, όπου καταγγέλλει την απροσχημάτιστη επεμβατική πολιτική του Σκόμπι και καταλήγει: “Ζητάμε να ορισθεί Διασυμμαχική Επιτροπή από αντιπροσώπους των Συμμάχων χωρών Μ. Βρετανίας, Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, της Σοβιετικής Ενώσεως και της Γαλλίας, για να εξετάσει τη δημιουργηθείσα κατάσταση, διαπιστώσει τα αίτια που την προκάλεσαν και διαφωτίσει τις Σύμμαχες κυβερνήσεις, ώστε να αποφευχθεί στο μέλλον οριστικά κάθε τέτοιου είδους επέμβαση”.
Στις 7 του Δεκέμβρη στάλθηκε έκκληση της ΚΕ του ΕΑΜ, προς τους πρεσβευτές των τεσσάρων “μεγάλων δυνάμεων”, καθώς και προς το Διεθνή Ερυθρό Σταυρό. Η έκκληση κατέληγε: “…
Καταγγέλλοντας την κατάφωρη αυτή παραβίαση των διασυμμαχικών αποφάσεων και συμφωνιών της Τεχεράνης και Καζέρτας και τον στραγγαλισμόν κάθε έννοιας δικαίου και ελευθερίας, ζητούμε να επέμβητε αμέσως, για να πάψη το πυρ των Βρετανικών Στρατευμάτων εναντίον του αγωνιζόμενου λαού. Να πάψουν οι Εγγλέζοι στρατιώτες να προστατεύουν τις συμμορίες των δωσιλόγων, να αποσυρθούν στους στρατώνες, γιατί ο Ελληνικός Λαός είναι αποφασισμένος να υπερασπιστεί με όλα τα μέσα τη ζωή και τις ελευθερίες του εναντίον οιουδήποτε κινδύνου”.
Ακόμη και στα μέσα του Δεκέμβρη, όταν οι μάχες έχουν για τα καλά φουντώσει και οι Εγγλέζοι επιδρομείς έχουν περιοριστεί στο “κράτος της Σκομπίας”, το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ επανέρχονται με προτάσεις ειρήνης και δημοκρατικής διεξόδου, κάνοντας όλες τις δυνατές υποχωρήσεις. Στις 12 Δεκέμβρη, ο Μ. Πορφυρογένης, ύστερα από εντολή της ΚΕ του ΕΛΑΣ και με τη διαμεσολάβηση του Σταμ. Μερκούρη, ήρθε σε επαφή με τον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι και συζήτησε μαζί του για τον τερματισμό των εχθροπραξιών. Ο Σκόμπι… δέχτηκε, απαιτώντας ταυτόχρονα, όμως, να τεθούν οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ υπό τις διαταγές του και να παραδώσουν τα όπλα όσες βρίσκονται στην Αθήνα..! Ξαναβάζοντας, δηλαδή, το στρατιωτικό ζήτημα και απαιτώντας ουσιαστικά την άνευ όρων παράδοση του ΕΛΑΣ. Ηταν ολοφάνερο, ότι αυτός ήταν και παρέμενε ο βασικός και κύριος στόχος των Εγγλέζων. Αλλωστε, ο Τσόρτσιλ φρόντιζε να το υπενθυμίζει με κάθε ευκαιρία στους ευρισκόμενους στην Ελλάδα εκπροσώπους του. Χαρακτηριστικό είναι το σχετικό τηλεγράφημα, που έστειλε στις 9 του Δεκέμβρη στον πρεσβευτή Λίπερ: “… Ο σκοπός είναι σαφής: Να συντριβεί το ΕΑΜ. Το σταμάτημα των μαχών υποτάσσεται σ’ αυτό το σκοπό”. (Ρ. Λίπερ, “Οταν Ελλην συναντά Ελληνα”, σ. 118)
Τη μέρα της υποχώρησης, η ΚΕ του ΕΛΑΣ απευθύνθηκε στο λαό της Αθήνας και του Πειραιά με ανακοινωθέν, στο οποίο εξηγούσε – με πνεύμα αισιοδοξίας και σαφή προσπάθεια τόνωσης του ηθικού του λαού – τις αιτίες της υποχώρησης, δίνοντας ταυτόχρονα την υπόσχεση ότι ο αγώνας θα συνεχιστεί μέχρι τέλους. Παραθέτουμε αυτό το ντοκουμέντο, όπως έχει δημοσιευτεί στη «Λευκή Βίβλο» του ΕΑΜ (σελ. 68 – 69):
«Οι υπερασπιστές της Αθήνας και του Πειραιά και ο αδούλωτος λαός τους, πολεμώντας με ασύγκριτο ηρωισμό και ιερό πάθος που μπορεί να “χουν οι μαχητές της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας και της Ανεξαρτησίας, ξαναζωντάνεψαν και ελάμπρυναν με νέα υπέροχα κατορθώματα τις ωραιότερες σελίδες της εθνικής μας ιστορίας: το Μεσολόγγι, το Αρκάδι, το έπος της Αλβανίας και της Εθνικής Αντίστασης.
Περισσότερο από ένα μήνα κράτησαν το αθάνατο μέτωπο της Αθήνας και του Πειραιά, αντιμετωπίζοντας τα ασυγκρίτως ανώτερα μέσα του αντιπάλου. Αλλά ο εχθρός, αδυνατώντας να πλήξει τις στρατιωτικές μας δυνάμεις, εστράφη με εκδικητική μανία εναντίον των αμάχων. Ο στόλος, τα αεροπλάνα, τα κανόνια και τα τανκς του κ. Τσώρτσιλ με χιλιάδες βλήματα καθημερινά, ιδιαίτερα τις τελευταίες μέρες, σπέρνουν το θάνατο σε γυναικόπαιδα και γέροντες και ισοπεδώνουν τις λαϊκές συνοικίες. Πολλές χιλιάδες είναι τα θύματα των άνανδρων αυτών επιδρομών. Ολόκληρες συνοικίες, εργοστάσια, φτωχόσπιτα, νοσοκομεία εκονιορτοποιήθηκαν. Σκοπός του Σκόμπυ είναι να μεταβάλει την Αθήνα που σεβάστηκαν όλοι οι κατακτητές και επιδρομείς, σε σωρούς από ερείπια, σ” ένα απέραντο νεκροταφείο.
Μπροστά στη θηριώδη επιδρομική μανία του Σκόμπυ, η ΚΕ του ΕΛΑΣ για να γλιτώσει τους αμάχους από το βέβαιο θάνατο των βομβών και των μυδραλίων, για να περισώσει την Αθήνα και τον Πειραιά από οριστική καταστροφή, αποφάσισε και διέταξε τη σύμπτυξη των ηρωικών υπερασπιστών της πρωτεύουσας και του Πειραιά.
Η σύμπτυξη αυτή δεν είναι νίκη του Σκόμπυ. Είναι κάτι χειρότερο από μια Πύρρειο νίκη. Είναι ένα ανεξίτηλο στίγμα και μια αιώνια καταισχύνη, γιατί μόνο ο Σκόμπυ χρησιμοποίησε τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης σαν ασπίδα ενός εξοντωτικού πολέμου.
Πολίτες στα όπλα. Ο αγώνας συνεχίζεται. Θα διεξαχθεί με μεγαλύτερο ακόμη πάθος. Η Αθήνα και ο Πειραιάς είναι αδούλωτοι. Η Ελλάδα θα μείνει ελεύθερη. Η νίκη είναι δική μας. Ολοι και όλα για τη συντριβή του ελληνικού φασισμού. Για την Ελευθερία, για τη Δημοκρατία, για την Ανεξαρτησία της Χώρας. Για τον πολιτισμό και για το Μέλλον της Ελλάδας.
5 – 1 – 45
Η ΚΕ του ΕΛΑΣ
Ε. Μάντακας, Μ. Χατζημιχάλης, Γ. Σιάντος».
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
Η αντίσταση του λαού της Αθήνας και του Πειραιά
Τριάντα τρεις ολόκληρες μέρες κράτησε η σκληρή μάχη του Δεκέμβρη, όπως ονομάστηκε εκείνη η περίοδος. Από τη ματωμένη Κυριακή, 3ης του Δεκέμβρη 1944, έως τις 5 Γενάρη 1945. Ηταν ολοφάνερα ένας ελληνο – αγγλικός πόλεμος. Μεταξύ του ΕΛΑΣ και του λαού της Αθήνας και του Πειραιά, που πάλευε στο πλευρό του πρώτου και των μέχρι εκείνη τη στιγμή τυπικών συμμάχων τους στον αντιφασιστικό αγώνα, των Εγγλέζων, που είχαν στο πλευρό τους, τους ακροδεξιούς και τους πρώην συνεργάτες των Γερμανών φασιστών. Στις τριάντα τρεις αυτές μέρες κορυφώθηκαν στο χώρο της Αθήνας και του Πειραιά οι πόθοι ενός ολόκληρου λαού, τα όνειρα που έκανε στη διάρκεια της τετράχρονης ηρωικής Εθνικής Αντίστασης, για τη λεύτερη και λαοκρατούμενη Ελλάδα. Τριάντα τρεις ολόκληρες μέρες, που είναι σφραγισμένες από το μεγαλείο της μαζικής λαϊκής αυτοθυσίας και πρωτοβουλίας, της μαχητικότητας και του δυναμισμού. Και ήταν αυτή ακριβώς, η μαζική λαϊκή συμμετοχή – μαζί με τον ηρωικό αγώνα των μαχητών του ΕΛΑΣ – που απέτρεψε τη στρατιωτική ολοκληρωτική νίκη των σαφώς πολλαπλάσιων αγγλικών δυνάμεων και υποχρέωσε τον Τσόρτσιλ στην αναζήτηση και πάλι πολιτικών λύσεων.
Σε δύο φάσεις μπορούν να χωριστούν τα γεγονότα του Δεκέμβρη. Η πρώτη κρατά μέχρι τις 18 του Δεκέμβρη. Στη διάρκειά της, ο ΕΛΑΣ και ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά, αφού θάβει τους δεκάδες νεκρούς του των πρώτων ημερών και αποκρούει την επίθεση, που εξαπόλυσαν οι Εγγλέζοι στις 6 του Δεκέμβρη, περνά σε αντεπίθεση και περιορίζει τις αγγλικές δυνάμεις στο κέντρο ουσιαστικά της Αθήνας, στο κράτος της “Σκομπίας”, όπως έλεγαν τότε χαρακτηριστικά. Η δεύτερη αρχίζει στις 18 Δεκέμβρη και κρατά μέχρι το ξημέρωμα της 5ης του Γενάρη, όταν με διαταγή του Α’ ΣΣ ο ΕΛΑΣ αποσύρεται από την πρωτεύουσα.
Τα γεγονότα
Να, πώς περιγράφει τα γεγονότα εκείνα το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (Α’ τόμος, σ. 490):
“Στη μάχη του Δεκέμβρη, ΕΛΑΣ και λαός της Αθήνας και του Πειραιά βρίσκονταν επί ποδός πολέμου. Οι μαχητές του ΕΛΑΣ κρατούσαν γερά τις θέσεις τους. Διεκδικούσαν τετράγωνο με τετράγωνο την περιοχή της πρωτεύουσας. Ενεργούσαν σοβαρές επιθετικές κρούσεις. Αχρήστευαν δεκάδες άρματα μάχης. Κατέρριπταν αεροπλάνα. Επιαναν αιχμαλώτους. Ο λαός έστηνε οδοφράγματα. Ανοιγε αντιαρματικές τάφρους. Μετέφερε τραυματίες και τρόφιμα. Νέοι και γέροι, άντρες, γυναίκες έπαιρναν θέση στο μετερίζι της μεγάλης μάχης.
Κατά τα μέσα του Δεκέμβρη ο ΕΛΑΣ με ορμητικές επιθετικές ενέργειες υποχρέωσε τους Βρετανούς επιδρομείς να περιχαρακωθούν στο κέντρο της πρωτεύουσας. Το κράτος του Σκόμπι και του Παπανδρέου περιορίστηκε στο χώρο ανάμεσα στην Ομόνοια, την πλατεία Συντάγματος και το Κολωνάκι, με ελάχιστα σημεία στήριξης έξω από το χώρο αυτό.
Η σοβαρή κατάσταση, που είχε δημιουργηθεί στην Αθήνα, οι σημαντικές εκδηλώσεις αλληλεγγύης προς τον ελληνικό λαό και η καταδίκη της επέμβασης της Μ. Βρετανίας από τη δημοκρατική κοινή γνώμη των χωρών του εξωτερικού και της ίδιας της Αγγλίας, προκαλούσαν πολλές ανησυχίες στην αγγλική κυβέρνηση.
Το δράμα των Ελλήνων συνεχίζεται και μετά την απελευθέρωση
Ο ίδιος ο Τσόρτσιλ στα απομνημονεύματά του γράφει ότι “στην Αγγλία υπήρχε πολύ σύγχυση. Οι “Τάιμς” και ο “Μαγχεστριανικός Φύλαξ” καταδίκασαν την αντιδραστική, όπως την αποκαλούσαν, πολιτική μας… Στη Βουλή των Κοινοτήτων ο σάλος υπήρξε μεγάλος…”. Και προσθέτει: “Η μεγάλη πλειοψηφία του αμερικανικού Τύπου καταδίκασε αναφανδόν τη δράση μας, που τη χαρακτήρισε σαν νόθευση των αρχών υπέρ των οποίων πολεμούσαμε” (Απομνημονεύματα Ουίνστον Τσόρτσιλ, τ. 6, βιβλ. Α’, σ. 258 και 265). Η αγγλική κυβέρνηση, ανήσυχη από τις εξελίξεις, αποφάσισε να κλείσει με γενική πολεμική ενέργεια το ελληνικό ζήτημα.
Αλλά, πριν αρχίσει τη γενική επίθεση, ο Τσόρτσιλ θεώρησε καλό να αναλάβει πρωτοβουλία, για διευθέτηση του ζητήματος, με πολιτικά μέσα, αφού και ο στρατηγός Αλεξάντερ τού είχε ήδη τηλεγραφικώς τονίσει πως στρατιωτική νίκη, στην περίπτωση που θα εξακολουθούσε τον αγώνα ο ΕΛΑΣ μετά την απώθησή του από την Αθήνα και την περιοχή της Αττικής, δεν μπορούσε να επιτευχθεί. Ο τότε σύμβουλος του βασιλιά Γεωργίου, Π. Πιπινέλης, γράφει ότι το τηλεγράφημα του Αλεξάντερ προκάλεσε “βαθυτάτην εντύπωσιν” στον Τσόρτσιλ, ότι άρχισε να καταλαβαίνει πως ακόμη και με μια συντριπτική νίκη στην Αθήνα “δεν ήταν δυνατόν να λυθεί το ελληνικό πρόβλημα. Γι’ αυτό, μαζί με τη συγκέντρωση στρατιωτικών ενισχύσεων, άρχισε να προσανατολίζεται στην ανάγκη κάποιας πολιτικής λύσεως, στην περίπτωση που ο ΕΛΑΣ δεν συνθηκολογούσε”.(Π. Πιπινέλης, “Τα πολιτικά και διπλωματικά παρασκήνια”, εφημ. Ακρόπολις (24.8.1958).
Η αγγλική επίθεση
Στις 17 Δεκέμβρη ο Σκόμπι περνά σε νέα επίθεση, αφού έχει κατάλληλα ενισχύσει τις δυνάμεις του. Οι συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά σφυροκοπούνται ανελέητα από ξηρά, θάλασσα και αέρα. Οι ρουκέτες, οι βόμβες, τα τηλεβόλα και τα πολυβόλα σκορπούν τον όλεθρο του θανάτου. Ο συσχετισμός δύναμης είναι πλέον ολοφάνερα υπέρ των επιδρομέων και δημιουργείται δύσκολη κατάσταση για τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ, αλλά οι Αγγλοι προχωρούν με μεγάλη δυσκολία. Οι επιθέσεις και οι αντεπιθέσεις διαδέχονται η μια την άλλη. Ο Τσόρτσιλ, όμως, θέλει οπωσδήποτε να ξεκαθαρίσει το ελληνικό ζήτημα και να “δέσει” την Ελλάδα στο άρμα του βρετανικού λέοντα. Γι’ αυτό και στέλνει από την Ιταλία νέες, μεγάλες στρατιωτικές ενισχύσεις και εφόδια στον Σκόμπι. Και τούτο, παρ’ ότι έχει ήδη εκδηλωθεί η αντεπίθεση των Γερμανών του στρατάρχη Ρούνστεντ στις Αρδένες και τις σοβαρές δυσκολίες, που αντιμετωπίζουν οι συμμαχικές δυνάμεις στο ιταλικό μέτωπο. Γι’ αυτά γράφει χαρακτηριστικά ο Π. Ρούσος, στο βιβλίο του “Η μεγάλη πενταετία”:
“Ανάμεσα στις 15 και 25 του Δεκέμβρη, φτάνουν στην Αθήνα, σε χρονικό διάστημα ρεκόρ, με 1.650 αεροπορικές πτήσεις, δυο ακόμα πλήρεις βρετανικές μεραρχίες, άλλες ισχυρές αποικιακές δυνάμεις πεζικού, συγκεκριμένα άλλη μια ταξιαρχία της 4ης Ινδικής Μεραρχίας, καθώς και δυο περίπου χιλιάδες τόνοι πολεμικό υλικό”.
Γράφοντας μετά τον πόλεμο, για κείνες τις επιχειρήσεις κατά του ελληνικού λαού το Δεκέμβρη του 1944 και συγκρίνοντάς τες με την αποστολή του βρετανικού σώματος κατά των Ιταλών το 1941, ο Αλεξάντερ παρατηρεί: “Η επέμβασίς μας το 1944 υπήρξε περισσότερον επιτυχής, παρ’ όλον ότι απετέλη εξ ίσου σημαντικήν θυσίαν δι’ ημάς, δεδομένου ότι, όπως είπα, με μεγάλην δυσκολίαν ημπορούσα να στερηθώ τας τρεις μεραρχίας, που απέσυρα από το κύριον μέτωπον της Ιταλίας, διά να σώσω την Ελλάδα και να εμποδίσω από του να περιπέσει υπό τον κομμουνιστικόν ζυγόν” (“Καθημερινή” 14.3.1961)
Ετσι έχουμε και μίαν άλλη κυνική ομολογία, πως ο Τσόρτσιλ έστειλε κατά του σύμμαχου ΕΑΜ το 1944 ουσιαστικότερη δύναμη, απ’ ό,τι είχε στείλει στον πόλεμο κατά των φασιστών εισβολέων το 1941″. (“Η μεγάλη πενταετία” τ. Β’, σ.361).
Οι αντιμέτωπες στρατιωτικές δυνάμεις
Στις σκληρές συγκρούσεις του Δεκέμβρη του 1944 βρέθηκαν αντιμέτωπες οι παρακάτω στρατιωτικές δυνάμεις:
Ο ΕΛΑΣ, στις πρώτες μέρες, διέθετε (σύμφωνα με την έκθεση που έκανε ο Γ. Σιάντος στην 11η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ – 1945) τις δυνάμεις του Α’ Σ. Σ., με 4.500 περίπου άνδρες, οι οποίες ενισχύθηκαν στην πορεία και έφτασαν τις 10 – 12.000 άνδρες. Σύμφωνα με τον Φ. Γρηγοριάδη, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ έφτασαν τις 15.000 άνδρες, ενώ ο Σόλων Γρηγοριάδης ανεβάζει τη συνολική τους δύναμη, στους 17.800 άνδρες. Γύρω στις 12.000 εξοπλισμένους άνδρες, υπολόγιζαν τη δύναμη του ΕΛΑΣ και οι αγγλικές μυστικές υπηρεσίες, σύμφωνα με τηλεγράφημα, που έστειλε ο Τσόρτσιλ στο Ρούσβελτ στις 17 Δεκέμβρη.
Απέναντι στις – χωρίς ουσιαστικά βαρύ οπλισμό – δυνάμεις του ΕΛΑΣ, οι Εγγλέζοι παρέταξαν περισσότερους από 30.000 στρατιώτες, από τις πρώτες μέρες των συγκρούσεων, που κλιμακωτά και σχετικά γρήγορα έφθασαν τις 60.000 *, 80 αεροπλάνα, 200 τανκς και πολλά πυροβόλα, ενώ μονάδες του αγγλικού στόλου, με τα πυροβόλα τους, κανονιοβολούσαν την πρωτεύουσα και ταυτόχρονα εξασφάλιζαν τον εφοδιασμό των στρατευμάτων. Στο πλευρό των Αγγλων, πήραν μέρος επίσης, η 3η Ορεινή Ταξιαρχία (2.500), ο Ιερός Λόχος (500), η Χωροφυλακή (3.000) και άλλοι σχηματισμοί δωσιλόγων.
Προφανή και ιδιαίτερη σημασία και αξία έχει να σημειωθεί η συμμετοχή, στο πλευρό των Αγγλων, μεγάλου αριθμού ταγματασφαλιτών, πρώην συνεργατών των Γερμανών. Η σχετική ομολογία του τότε υφυπουργού των Στρατιωτικών, στρατηγού Λέοντα Σπαή, είναι χαρακτηριστική: “Αποφασίστηκε να χρησιμοποιηθούν κατά του ΕΑΜ τα Τάγματα Ασφαλείας. Η εισήγηση ήταν των Αγγλων και η απόφαση δική μου… Συνολικά υπήρχαν 27.000 άνδρες των Ταγμάτων. Χρησιμοποιήσαμε 12.000, τους λιγότερο εκτεθειμένους και οπωσδήποτε κανένα από τα σημαίνοντα στελέχη. Τους ντύσαμε και τους εξοπλίσαμε – αφού τους πήραμε από τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, κυρίως στο Γουδί – στο κτίριο των παλαιών Ανακτόρων, τη σημερινή Βουλή. Εκεί στα υπόγεια υπήρχαν αποθήκες ιματισμού και οπλισμού…
Δεν είναι αλήθεια ότι δε χρησιμοποιήθηκαν Τάγματα Ασφαλείας στα Δεκεμβριανά, όπως τότε και αργότερα ισχυρίζονταν Αγγλοι και Ελληνες. Χρησιμοποιήθηκαν οι μισοί περίπου, από όσους είχαν συλληφθεί και αυτή είναι η αλήθεια, που την αποκαλύπτω σήμερα. Οπως ακόμα, ότι στα Δεκεμβριανά δεν πολέμησαν ούτε ο Παπαδόπουλος, ούτε ο Μακαρέζος (σ.σ. οι μετέπειτα Απριλιανοί δικτάτορες). Ο πρώτος ήταν υπασπιστής του στρατηγού Παυσανία Κατσώτα, τότε στρατιωτικού διοικητή Αθηνών. Ο δεύτερος ήταν γραμματέας στο υπασπιστήριό μου, ως υφυπουργός
Στρατιωτικών” (Αρθρο του στρατηγού Λ. Σπαή, στο περιοδικό “Πολιτικά Θέματα”, 4 Δεκέμβρη 1976)
* Ο Αγγλος συγγραφέας Ερμαν αναφέρει ότι μέχρι τα τέλη του Οκτώβρη βρίσκονταν στην Ελλάδα 22.600 Αγγλοι στρατιώτες, ενώ τμήματα μιας μεραρχίας ήταν έτοιμα να αποσταλούν στην Ελλάδα. Ο ίδιος αναφέρει, ότι στα τέλη του Δεκέμβρη, η δύναμη των Αγγλων έφθασε τις 60.000 στρατιώτες, ενώ προετοιμάζονται να αποσταλούν για ενίσχυση άλλες 18.000.
ΕΑΜ – ΕΛΑΣ
Αλλεπάλληλες προσπάθειες ειρήνης και ομαλής διεξόδου
Ο ΕΛΑΣ στήνει οδοφράγματα στους δρόμους της Αθήνας
Αλλεπάλληλες και συνεχείς ήταν οι πρωτοβουλίες και οι προσπάθειες της ηγεσίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ – στη διάρκεια της μάχης του Δεκέμβρη – για να σταματήσουν οι εχθροπραξίες και να υπάρξει ομαλή δημοκρατική διέξοδος. Ολες, όμως, συνάντησαν την κατηγορηματική άρνηση των Εγγλέζων ή τους όρους ταπείνωσης και υποταγής του λαού και της χώρας, που έθετε ο Σκόμπι.
Στις 6 του Δεκέμβρη, η ΚΕ του ΕΑΜ στέλνει τηλεγράφημα στον Αγγλο πρεσβευτή Λίπερ, όπου καταγγέλλει την απροσχημάτιστη επεμβατική πολιτική του Σκόμπι και καταλήγει: “Ζητάμε να ορισθεί Διασυμμαχική Επιτροπή από αντιπροσώπους των Συμμάχων χωρών Μ. Βρετανίας, Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, της Σοβιετικής Ενώσεως και της Γαλλίας, για να εξετάσει τη δημιουργηθείσα κατάσταση, διαπιστώσει τα αίτια που την προκάλεσαν και διαφωτίσει τις Σύμμαχες κυβερνήσεις, ώστε να αποφευχθεί στο μέλλον οριστικά κάθε τέτοιου είδους επέμβαση”.
Στις 7 του Δεκέμβρη στάλθηκε έκκληση της ΚΕ του ΕΑΜ, προς τους πρεσβευτές των τεσσάρων “μεγάλων δυνάμεων”, καθώς και προς το Διεθνή Ερυθρό Σταυρό. Η έκκληση κατέληγε: “…
Καταγγέλλοντας την κατάφωρη αυτή παραβίαση των διασυμμαχικών αποφάσεων και συμφωνιών της Τεχεράνης και Καζέρτας και τον στραγγαλισμόν κάθε έννοιας δικαίου και ελευθερίας, ζητούμε να επέμβητε αμέσως, για να πάψη το πυρ των Βρετανικών Στρατευμάτων εναντίον του αγωνιζόμενου λαού. Να πάψουν οι Εγγλέζοι στρατιώτες να προστατεύουν τις συμμορίες των δωσιλόγων, να αποσυρθούν στους στρατώνες, γιατί ο Ελληνικός Λαός είναι αποφασισμένος να υπερασπιστεί με όλα τα μέσα τη ζωή και τις ελευθερίες του εναντίον οιουδήποτε κινδύνου”.
Ακόμη και στα μέσα του Δεκέμβρη, όταν οι μάχες έχουν για τα καλά φουντώσει και οι Εγγλέζοι επιδρομείς έχουν περιοριστεί στο “κράτος της Σκομπίας”, το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ επανέρχονται με προτάσεις ειρήνης και δημοκρατικής διεξόδου, κάνοντας όλες τις δυνατές υποχωρήσεις. Στις 12 Δεκέμβρη, ο Μ. Πορφυρογένης, ύστερα από εντολή της ΚΕ του ΕΛΑΣ και με τη διαμεσολάβηση του Σταμ. Μερκούρη, ήρθε σε επαφή με τον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι και συζήτησε μαζί του για τον τερματισμό των εχθροπραξιών. Ο Σκόμπι… δέχτηκε, απαιτώντας ταυτόχρονα, όμως, να τεθούν οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ υπό τις διαταγές του και να παραδώσουν τα όπλα όσες βρίσκονται στην Αθήνα..! Ξαναβάζοντας, δηλαδή, το στρατιωτικό ζήτημα και απαιτώντας ουσιαστικά την άνευ όρων παράδοση του ΕΛΑΣ. Ηταν ολοφάνερο, ότι αυτός ήταν και παρέμενε ο βασικός και κύριος στόχος των Εγγλέζων. Αλλωστε, ο Τσόρτσιλ φρόντιζε να το υπενθυμίζει με κάθε ευκαιρία στους ευρισκόμενους στην Ελλάδα εκπροσώπους του. Χαρακτηριστικό είναι το σχετικό τηλεγράφημα, που έστειλε στις 9 του Δεκέμβρη στον πρεσβευτή Λίπερ: “… Ο σκοπός είναι σαφής: Να συντριβεί το ΕΑΜ. Το σταμάτημα των μαχών υποτάσσεται σ’ αυτό το σκοπό”. (Ρ. Λίπερ, “Οταν Ελλην συναντά Ελληνα”, σ. 118)
Η ανακοίνωση του ΕΛΑΣ
Τη μέρα της υποχώρησης, η ΚΕ του ΕΛΑΣ απευθύνθηκε στο λαό της Αθήνας και του Πειραιά με ανακοινωθέν, στο οποίο εξηγούσε – με πνεύμα αισιοδοξίας και σαφή προσπάθεια τόνωσης του ηθικού του λαού – τις αιτίες της υποχώρησης, δίνοντας ταυτόχρονα την υπόσχεση ότι ο αγώνας θα συνεχιστεί μέχρι τέλους. Παραθέτουμε αυτό το ντοκουμέντο, όπως έχει δημοσιευτεί στη «Λευκή Βίβλο» του ΕΑΜ (σελ. 68 – 69):
«Οι υπερασπιστές της Αθήνας και του Πειραιά και ο αδούλωτος λαός τους, πολεμώντας με ασύγκριτο ηρωισμό και ιερό πάθος που μπορεί να “χουν οι μαχητές της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας και της Ανεξαρτησίας, ξαναζωντάνεψαν και ελάμπρυναν με νέα υπέροχα κατορθώματα τις ωραιότερες σελίδες της εθνικής μας ιστορίας: το Μεσολόγγι, το Αρκάδι, το έπος της Αλβανίας και της Εθνικής Αντίστασης.
Περισσότερο από ένα μήνα κράτησαν το αθάνατο μέτωπο της Αθήνας και του Πειραιά, αντιμετωπίζοντας τα ασυγκρίτως ανώτερα μέσα του αντιπάλου. Αλλά ο εχθρός, αδυνατώντας να πλήξει τις στρατιωτικές μας δυνάμεις, εστράφη με εκδικητική μανία εναντίον των αμάχων. Ο στόλος, τα αεροπλάνα, τα κανόνια και τα τανκς του κ. Τσώρτσιλ με χιλιάδες βλήματα καθημερινά, ιδιαίτερα τις τελευταίες μέρες, σπέρνουν το θάνατο σε γυναικόπαιδα και γέροντες και ισοπεδώνουν τις λαϊκές συνοικίες. Πολλές χιλιάδες είναι τα θύματα των άνανδρων αυτών επιδρομών. Ολόκληρες συνοικίες, εργοστάσια, φτωχόσπιτα, νοσοκομεία εκονιορτοποιήθηκαν. Σκοπός του Σκόμπυ είναι να μεταβάλει την Αθήνα που σεβάστηκαν όλοι οι κατακτητές και επιδρομείς, σε σωρούς από ερείπια, σ” ένα απέραντο νεκροταφείο.
Μπροστά στη θηριώδη επιδρομική μανία του Σκόμπυ, η ΚΕ του ΕΛΑΣ για να γλιτώσει τους αμάχους από το βέβαιο θάνατο των βομβών και των μυδραλίων, για να περισώσει την Αθήνα και τον Πειραιά από οριστική καταστροφή, αποφάσισε και διέταξε τη σύμπτυξη των ηρωικών υπερασπιστών της πρωτεύουσας και του Πειραιά.
Η σύμπτυξη αυτή δεν είναι νίκη του Σκόμπυ. Είναι κάτι χειρότερο από μια Πύρρειο νίκη. Είναι ένα ανεξίτηλο στίγμα και μια αιώνια καταισχύνη, γιατί μόνο ο Σκόμπυ χρησιμοποίησε τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης σαν ασπίδα ενός εξοντωτικού πολέμου.
Πολίτες στα όπλα. Ο αγώνας συνεχίζεται. Θα διεξαχθεί με μεγαλύτερο ακόμη πάθος. Η Αθήνα και ο Πειραιάς είναι αδούλωτοι. Η Ελλάδα θα μείνει ελεύθερη. Η νίκη είναι δική μας. Ολοι και όλα για τη συντριβή του ελληνικού φασισμού. Για την Ελευθερία, για τη Δημοκρατία, για την Ανεξαρτησία της Χώρας. Για τον πολιτισμό και για το Μέλλον της Ελλάδας.
5 – 1 – 45
Η ΚΕ του ΕΛΑΣ
Ε. Μάντακας, Μ. Χατζημιχάλης, Γ. Σιάντος».
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου